Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού


H Ιστορία του  Πόντου  από  την  αρχαιότητα έως  την  εµφάνιση των  Σελτζούκων  Tούρκων .
ΚΩΣΤΑΣ ΦΩΤΙΑ∆ΗΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΠΘ

Tο όνοµα Πόντος, ως γεωγραφική ενότητα, στην αρχαιότητα περιλάµβανε τις παράλιες περιοχές του Eυξείνου Πόντου.
Πόντος, κατά τον Hρόδοτο, τον Ξενοφώντα και άλλους αρχαίους ιστοριογράφους ονοµάζεται η επιµήκης και ευρεία παραλιακή χώρα του Eυξείνου Πόντου, η οποία από χωροταξική άποψη περιλαµβάνει τα εδάφη ανάµεσα στο Φάση ποταµό, κοντά στον οποίο βρίσκεται η σηµερινή πόλη Bατούµ της Γεωργίας, και την Hράκλεια την Ποντική . Πολλοί γεωγράφοι και ιστορικοί οριοθετούν τα δυτικά του σύνορα από τις εκβολές του ποταµού Άλυ, κοντά στην πόλη Σινώπη, την πρώτη ελληνική αποικία στον Eύξεινο Πόντο. Στο  εσωτερικό η  περιοχή εκτείνεται σε  βάθος 200  έως  300  χιλιοµέτρων, οριοθετηµένη από την ίδια τη φύση που τη διαχώρισε από την υπόλοιπη Mικρά Aσία µε τις απροσπέλαστες οροσειρές του Σκυδίση, του Παρυάδρη και του Aντιταύρου. Tο ορεινό και άγονο σε γενικές γραµµές έδαφος του Πόντου ευτύχησε να διαρρέεται από τους ποταµούς Άλυ, Ίρη, Mελάνθιο, Θερµώδοντα, Xαρσιώτη, Πρύτανη, Πυξίτη, Kαλοπόταµο και πολλούς παραποτάµους, που αποτελούν ευλογία και πηγή ζωής του τόπου.


H παρουσία των Eλλήνων στην περιοχή του Πόντου χρονολογείται από την αρχαιότητα. Oι Έλληνες θαλασσοπόροι, αφού κατέκτησαν από την εποχή του χαλκού τις ακτές του Aιγαίου Πελάγους, µε τα βελτιωµένα ποντοπόρα πλοία τους, αποτόλµησαν να γνωρίσουν και την αφιλόξενη θάλασσα του Eυξείνου Πόντου  µε   τις   µακρινές   και   απροσπέλαστες  παραλίες  και   οροσειρές. Γύρω  στα  1.000  π.X.  τοποθετούν  οι  µελετητές  την  πραγµατοποίηση  των πρώτων εµπορικών ταξιδιών στην περιοχή αυτή για την αναζήτηση κυρίως χρυσού και άλλων µεταλλευµάτων. H οργανωµένη αποστολή του Iάσονα και των Aργοναυτών στην Kολχίδα, οι περιπλανήσεις του Oρέστη στη Θοανία του Πόντου, οι περιπέτειες του Oδυσσέα στη χώρα των Kιµµερίων, η τιµωρία του Προµηθέα από τον ∆ία και η εξορία του στον Kαύκασο, το ταξίδι του Hρακλή στον Πόντο, καθώς και άλλοι γοητευτικοί ελληνικοί µύθοι, που αναφέρονται
ειδικά σ' αυτόν τον γεωγραφικό χώρο, επιβεβαιώνουν την ύπαρξη των πανάρχαιων αυτών εµπορικών δροµολογίων.



∆ύο αιώνες αργότερα οι προσωρινοί αυτοί εµπορικοί σταθµοί µετατρέπονται σε  µόνιµα  οικιστικά κέντρα. Πρώτη η  Mίλητος εγκαινίασε την  αποικιακή πολιτική στον Eύξεινο Πόντο ιδρύοντας τη Σινώπη, σε εξαιρετικά πλεονεκτική θέση εξαιτίας του καλού λιµανιού της και της οµαλής επικοινωνίας µε τις γύρω περιοχές. H Σινώπη µε τη σειρά της ίδρυσε το 756 π.X. την Tραπεζούντα, την Kρώµνα, το Πτέριον, την Kύτωρο κ.ά. H Tραπεζούντα οικειοθελώς ως την εποχή του Ξενοφώντα ήταν φόρου υποτελής στη µητρόπολή της Σινώπη. Ως γνωστό κάθε φορά που οι ελληνικές πόλεις της Eλλάδας, αλλά και της Iωνίας, αντιµετώπιζαν προβλήµατα υπερπληθυσµού, έστελναν το πλεόνασµα της δηµογραφικής ανάπτυξής τους σ' αυτή τη µακρινή, ωστόσο παραγωγική, χώρα, την οποία ο Πόντιος γεωγράφος Στράβωνας περιγράφει ως εξής: "H πεδιάδα είναι γεµάτη δροσιά και καταπράσινη. Mπορεί και τρέφει αγέλες βοδιών και αλόγων. Έχει καλλιέργειες από κεχρί και ζαχαρόχορτο σε ατελείωτες ποσότητες. Tα πλούσια νερά της περιοχής δεν αφήνουν ξηρασία πουθενά. Oύτε µία φορά δεν έχει αναφερθεί πως έπεσε πείνα σε αυτά τα µέρη. Tόσοι είναι οι καρποί που βγάζει η λοφώδης χώρα, αυτοφυείς και άγριοι, σταφύλια, αχλάδια, µήλα και καρύδια, ώστε κάθε εποχή του χρόνου όσοι βγαίνουν στο δάσος βρίσκουν φρούτα σε αφθονία. Oι καρποί είναι άλλοτε κρεµασµένοι στα δέντρα κι άλλοτε µέσα στο φύλλωµα που έχει πέσει στο χώµα, από κάτω, πεσµένοι σε µεγάλες ποσότητες. H πολλή τροφή επίσης, δηµιουργεί τις συνθήκες για πολύ καλό κυνήγι" . Mέσα σ' έναν αιώνα οι αφιλόξενες παραλίες του Eυξείνου Πόντου γέµισαν µ' ελληνικές αποικίες . Oι συµπληγάδες πέτρες σταµάτησαν να κλείνουν το Bόσπορο και η θαλάσσια περιοχή έγινε θάλασσα φιλόξενη, "εύξεινος", ελεύθερη και ελληνική.

Mονάχα η Mίλητος απαριθµούσε κατά τον 6ο π.X. αιώνα 75 αποικίες στις παραλίες αυτής της κλειστής θάλασσας . H Σινώπη, η Aµισός, η Tραπεζούντα, η Πιτυούντα, η Φαναγορία, το Παντικάπαιον, η Θεοδοσία, η Xερσόνησος, η Oλβία, η Iστρία κ.ά. έγιναν πολυάνθρωπα και ισχυρά κέντρα µε µεγάλη εµποροναυτική  δύναµη  και  πολιτιστική  ανάπτυξη.  Oι  ανασκαφές  και  οι πλούσιες σε ιστορικά στοιχεία πηγές της κλασικής και µετακλασικής εποχής δίνουν ενδιαφέρουσες µαρτυρίες για την οικιστική οργάνωση, τις οικονοµικές δραστηριότητες, τις εµπορικές και πολιτιστικές σχέσεις µε τις µητροπόλεις τους καθώς και µε άλλες ελληνικές πόλεις αλλά και µε τους γηγενείς λαούς. Aπό τον 5ο π.X. αιώνα η περιοχή της Kριµαίας ήταν ο κύριος προµηθευτής σιταριού της Aθήνας. Tο αθηναϊκό κράτος, για να προστατεύσει τα εµπορικά του συµφέροντα σ' αυτή την ευαίσθητη περιοχή, έχτισε κατά µήκος των ακτών της στρατιωτικές αποικίες, εγκατέστησε µε 30 πολεµικά πλοία 600 Aθηναίους κληρούχους στη Σινώπη, την Aµισό και σε άλλες πόλεις, τις οποίες µάλιστα, το
435 π.X., επιθεώρησε ο ίδιος ο Περικλής . Mε την υλοποίηση των σχεδίων του ο  Περικλής εξασφάλισε τη  θαλάσσια συγκοινωνία µε  τον  Eύξεινο  Πόντο,

αποκτώντας έτσι τη δυνατότητα µεταφοράς ανεµπόδιστα των εισαγοµένων και εξαγοµένων προϊόντων.

Tους πρώτους αιώνες οι αποικίες διατήρησαν αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά της µητροπολιτικής τους προέλευσης. Oι ελληνικοί πληθυσµοί τηρούσαν µε σεβασµό τις παραδόσεις, τα ήθη και έθιµα, την πολεοδοµική ταυτότητα και τους πολιτειακούς θεσµούς που είχαν φέρει από τη µητρόπολη. Oι πόλεις
µεταξύ   τους   είχαν   αγαθές   σχέσεις.   H   µια   βοηθούσε   την   άλλη   και
πολλαπλασιάζονταν µε νεότερες αποικίες, που ίδρυαν όχι µονάχα στα παράλια
µέρη αλλά και στην ενδοχώρα κοντά σε υδροφόρες περιοχές και συνήθως στην
αρχή ή την κατάληξη ενός δρόµου. Λεπτοµέρειες για τη ζωή των Eλλήνων της σηµαντικότερης πόλης του Πόντου, της Tραπεζούντας, µας δίνει ο ιστορικός Ξενοφών, στο έργο του Kύρου Aνάβασις το 401 π.X., όπου αναφέρει ότι οι Mύριοι που έµειναν στην περιοχή της Tραπεζούντας τριάντα µέρες γνώρισαν την πατροπαράδοτη φιλοξενία των Eλλήνων του Πόντου? γιόρτασαν ελληνοπρεπώς, χόρεψαν τον ένοπλο πυρρίχιο χορό, διοργάνωσαν αθλητικούς αγώνες προς τιµή του ελληνικού δωδεκάθεου χαρακτηρίζοντας την Tραπεζούντα "Πόλιν Eλληνίδα µεγάλην και ευδαίµονα" .

"Oι Tραπεζούντιοι πάλι πρόσφεραν τρόφιµα για αγορά στο ελληνικό στράτευµα, το οποίο υποδέχτηκαν στην πόλη χαρίζοντάς του δώρα φιλοξενίας: βόδια, αλεύρι και κρασί. Tαυτόχρονα έκαναν διαπραγµατεύσεις και για χάρη των γειτόνων τους Kόλχων, προπάντων αυτών που κατοικούσαν στην πεδιάδα. Oι τελευταίοι έφεραν ως δώρα φιλοξενίας βόδια. Έπειτα από αυτό (οι Mύριοι) ετοίµασαν τη θυσία που είχαν υποσχεθεί (να προσφέρουν, αν έφταναν σώοι σε φιλική χώρα). Kαι τους αποστάλθηκαν αρκετά ακόµα βόδια για να τελέσουν τη θυσία που είχαν τάξει και στο σωτήρα ∆ία και στον Hρακλή και στους άλλους θεούς. Oργάνωσαν επίσης αγώνες γυµνικούς στο βουνό που κατασκήνωσαν... Kαι αγωνίστηκαν στον απλό δρόµο, πιο πολύ τα παιδιά που ήταν αιχµάλωτα, ενώ στο µακρινό δρόµο αγωνίστηκαν πάνω από εξήντα Kρήτες. Άλλοι (αγωνίστηκαν εξάλλου) στην πάλη, στην πυγµαχία και στο παγκράτιο. Έτσι, το θέαµα ήταν όµορφο, γιατί πάρα πολλοί κατέβηκαν στο στάδιο να αγωνιστούν. Kαι επειδή οι στρατιώτες τους παρακολουθούσαν, αναπτύχθηκε µεγάλη άµιλλα ανάµεσά τους. Έγιναν ακόµα και ιπποδροµίες και έπρεπε οι ιππείς να οδηγούν τα άλογά τους κάτω, στον κατήφορο, ως κοντά στη θάλασσα, και έπειτα να κάνουν µεταβολή και να τα φέρνουν πίσω, στο βωµό. (Tο αποτέλεσµα ήταν): τα περισσότερα άλογα να κατρακυλάνε στον κατήφορο, ενώ πάνω, στην πολύ ανηφορική  θέση,  µόλις  και  µετά  βίας  προχωρούσαν,  βήµα  προς  βήµα. (Eξαιτίας αυτού) τότε ακούγονταν δυνατές κραυγές και γέλια και δυνατά ξεφωνητά για να ενθαρρύνονται οι διαγωνιζόµενοι" .

Tο ελληνικό εµπόριο και ο πολιτισµός κυριάρχησαν παντού. Oι πλουτοφόρες περιοχές έγιναν η κύρια πηγή του ελληνικού εισαγωγικού εµπορίου. Πολύτιµα για την ελληνική οικονοµία ήταν τα αγροτικά προϊόντα, οι πρώτες ύλες, τα δηµητριακά, η ξυλεία, το καννάβι, το λινάρι, τα κτηνοτροφικά είδη, τα ψάρια, και αργότερα τα προϊόντα του πλούσιου υπεδάφους (ασήµι, χαλκός, σίδηρος). Tον πρωταγωνιστικό ρόλο των ελληνικών πόλεων στην πολιτική ζωή της περιοχής  αποδεικνύει  η  αβίαστη  υιοθέτηση  από  πλευράς  γηγενών,  του ελληνικού πολιτισµού και της ελληνικής σκέψης . Mέχρι τα αλεξανδρινά χρόνια, χάρη στη συνετή πολιτική τους, όλες οι παραλιακές πόλεις, µε κυρίαρχη την Tραπεζούντα, έµειναν ανεξάρτητες, αυτόνοµες και αυτοδιοικούµενες. Σύµφωνα
µε τον Hρόδοτο και τον Ξενοφώντα, ποτέ δεν υποδουλώθηκαν ουσιαστικά
στους Πέρσες. Tυπικά µονάχα, την περίοδο της δυναστείας των Aχαιµενιδών, υπήρξαν φόρου υποτελείς . O Πόντος "ηριθµείτο εις τας χώρας του Mεγάλου Bασιλέως", αλλά "οι δεσµοί της υποταγής ήσαν τόσον ασθενείς και χαλαροί, ώστε,  τα  µεν   αυτόχθονα  πολυποίκιλα  φύλα  τα  διατελούντα  τότε  υπό
µεταβατικήν κατάστασιν, µόλις ανεγνώριζον την επικυριαρχίαν των Περσών, αι δε ελληνικαί πόλεις, ήσαν αυτόνοµοι και διετήρουν την ανεξαρτησίαν αυτών" . Eπί Mεγάλου Aλεξάνδρου η  Tραπεζούντα συµµετείχε  χωρίς θύµατα  στην εθνική  δόξα  των  Eλλήνων.  Kατά  τον  Fallmerayer  "οι  Tραπεζούντιοι, σοφότεροι από τα αδερφά κράτη στις ακτές της Iωνίας, ήξεραν να επιλέγουν
µάλλον  τα  προτερήµατα  µιας  ονοµαστικής  εξάρτησης  από  έναν  µακρινό
µονάρχη, παρά εκείνα µιας πολυτάραχης αυτονοµίας, και ήσαν ευτυχισµένοι και πλούσιοι, ενώ η Φώκαια και η Mίλητος δεν άργησαν να µεταβληθούν σε ερείπια" . Στην ελληνιστική περίοδο οι ελληνικές πόλεις έφτασαν στο αποκορύφωµα  της  οικονοµικής  τους  δύναµης.  H  επίδραση του  ελληνικού στοιχείου στους γηγενείς λαούς συνέχιζε να είναι ισχυρή, γεγονός που συνέβαλε πολλαπλά στην κοινωνική και πολιτισµική τους εξέλιξη.

O Πόντος στα χρόνια της βασιλείας των Mιθριδατών, ιδιαίτερα δε του Mιθριδάτη του ΣT' του Eυπάτορα, απέκτησε πολύ µεγάλη φήµη . H ελληνική γλώσσα καθιερώθηκε στο βασίλειο ως επίσηµη γλώσσα επικοινωνίας των πολυάριθµων, άρα και πολύγλωσσων, εθνοτήτων της Mικράς Aσίας. Tο δωδεκάθεο του Oλύµπου ειρηνικά αφοµοίωσε τις περισσότερες περσικές και ντόπιες εθνότητες. H ελληνική θρησκεία και λατρεία κυριάρχησαν παντού. Σ' όλο τον Πόντο χτίστηκαν διάφοροι ναοί προς τιµή των ελληνικών θεοτήτων . Στα Kόµανα του Πόντου, µαζί µε τη ντόπια θεά Aναΐτιδα, λατρεύονταν και οι Aπόλλωνας,  Aθηνά,  ∆ιόνυσος  και  Nίκη.  Στην  Kερασούντα,  ο  ∆ίας,  ο ∆ιόνυσος,  ο  Aσκληπιός,  ο  Ποσειδώνας,  ο  Πάνας  και  ο  Hρακλής.

 Στην Tραπεζούντα, ο Eρµής, ο ∆ιόνυσος, ο Πάνας και ο Hρακλής. O περσικός θεός Mίθρας, χωρίς να εκλείψει ποτέ, χρόνο µε το χρόνο ελληνοποιήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον Ήλιο, τον Aπόλλωνα και τον Eρµή. Tο πάντρεµα του ελληνικού πνεύµατος µε την ανατολίτικη σοφία µόνο θετική προσφορά είχε   στο   µιθριδατικό   βασίλειο   αλλά   και   στον   παγκόσµιο   πολιτισµό. H παιδεία που δέχτηκε ο Mιθριδάτης από την Eλληνίδα µητέρα  του, τη γυναίκα του αλλά και από τους Έλληνες αξιωµατικούς, ιστορικούς, ποιητές, πολιτικούς και φιλοσόφους της αυλής του, τον έκαναν γνωστό σ' όλο τον πολιτισµένο   κόσµο   της   εποχής  εκείνης.  Oι   πολυάριθµες   νοµισµατικές συλλογές των πόλεων της Tραπεζούντας, της Aµισού, των Kοτυώρων και της Σινώπης  επιβεβαιώνουν την  οικονοµική,  εµπορική  και  πολιτική  ακµή  της µιθριδατικής γενικά περιόδου, η οποία δεν ανατράπηκε ούτε µετά το 63 π.X., όταν ο Pωµαίος ύπατος Ποµπήιος κατέλαβε την Tραπεζούντα.

Oι Έλληνες συνέχισαν για πολλές δεκαετίες κάτω από την κυριαρχία των Pωµαίων, να απολαµβάνουν την ελευθερία, την ανεξαρτησία και την αυτονοµία τους. H κοσµοϊστορική αυτή αλλαγή επηρέασε θετικά το πολιτικό κλίµα της εποχής εκείνης . Xωρίς µεγάλες αλλαγές, ελέγχοντας µόνο τη διοικητική εξουσία, οι Pωµαίοι υιοθέτησαν το αποτελεσµατικό πολυσύνθετο σχήµα οργάνωσης του κράτους και της εξουσίας των Mιθριδατών. Xάρη στην πολιτική αυτή ενισχύθηκαν ο ελληνικός πολιτισµός, η ελληνική παράδοση και το ελληνικό φρόνηµα. H απουσία της κεντρικής ρωµαϊκής εξουσίας έδινε τη δυνατότητα στους Έλληνες ν' αναπτύξουν τις ποικίλες ικανότητές τους. Kατά τον Πλίνιο, η Tραπεζούντα µπορούσε να ρυθµίζει ελεύθερα τις εσωτερικές της υποθέσεις και να διεξάγει ανεµπόδιστα το εµπόριό της. H γεωγραφική της θέση τη βοήθησε, ώστε να  γίνει το πρώτο λιµάνι  της Mαύρης Θάλασσας και η µεγαλύτερη αποθήκη των κυριότερων εµπορευµάτων που εισάγονταν και εξάγονταν από την   Eυρώπη  προς   την   Περσία,  την   υπόλοιπη  Aσία   και   αντίστροφα. Oι   Pωµαίοι   αντιλαµβανόµενοι   τη   γεωπολιτική   σηµασία   της   περιοχής εξόπλισαν µε λιµενικά έργα την Tραπεζούντα και τις άλλες µεγάλες πόλεις του Πόντου, οι οποίες πέρα από εµπορικά κέντρα χρησίµευσαν και ως ναυτικές βάσεις για τον εφοδιασµό του στρατού της Mικράς Aσίας. H επίσκεψη του αυτοκράτορα Aδριανού, το  131  µ.X.,  στην Tραπεζούντα, συνοδεύτηκε µε µεγάλα   έργα   στο   λιµάνι,   την   παραλία   και   το   κέντρο   της   πόλης.

O Πλίνιος αναφέρει ακόµη ότι η δηµοκρατική νοµοθεσία και η φιλελεύθερη διοίκηση των Pωµαίων, εξασφάλιζαν εξαιρετική και επικερδή διοικητική και εµπορική διαχείριση. H οικονοµική ευηµερία των πόλεων προκύπτει και από την αξιόλογη ανάπτυξη των γραµµάτων  και των τεχνών. Θαυµάσια κτίρια, θέατρα, ξενώνες, φιλοσοφικά στέκια, τάφοι και µνηµεία  που µας  σώθηκαν,
µαρτυρούν τον πλούτο των πόλεων και αποδεικνύουν ότι η ελληνική τέχνη και
η  επιστήµη  καλλιεργούνταν συστηµατικά  σ'  όλες  της  πόλεις  του  Πόντου. H Tραπεζούντα, στα χρόνια του αυτοκράτορα Oυαλεριανού, συγκαταλεγόταν στις µεγάλες και πολυάνθρωπες πόλεις . Aτύχησε, όµως, να υποστεί το 257 µ.X. λεηλασία και καταστροφή από σκυθικές εθνότητες που την κατέλαβαν, τη λεηλάτησαν και αιχµαλώτισαν χιλιάδες Tραπεζουντίους. O ιστορικός Zώσιµος περιγράφει το περιστατικό αυτό ως εξής: "Oι βάρβαροι τη Tραπεζούντι προσέπλευσαν,   πόλει   µεγάλη   και   πολυανθρώπω   και   προς   τοις   εθάσι στρατιώταις µυρίων ετέρων δύναµιν προσλαβούση ... της πόλεως δύο τείχεσι περιειληµµένης"  . Mε αφορµή την καταστροφή αυτή διάφοροι συγγραφείς παρέδωσαν   πολύτιµες   πληροφορίες   και   για   την   πολιτική,   κοινωνική, πνευµατική   και   εµπορική   κατάσταση   της   πόλης   και   της   περιοχής. Συγκεκριµένα αναφέρουν τα διπλά τείχη της, την πρόσθετη φρουρά των δέκα χιλιάδων ανδρών που είχε προσλάβει, τους ωραίους ναούς και τα κτίρια που στόλιζαν την πόλη.


Ως  τα  χρόνια  του  Mεγάλου  Kωνσταντίνου, παρά  την  αποκατάσταση της κερδοφόρας εµπορικής της δραστηριότητας, η Tραπεζούντα δε µπόρεσε να ξαναποκτήσει την παλιά της λάµψη. Σύµφωνα µε τον Fallmerayer η πηγή της ευηµερίας της, που ήταν η ελευθερία, χάθηκε µε την εφαρµογή της δυτικής αυταρχικής διακυβέρνησης του ∆ιοκλητιανού και των άλλων Pωµαίων αυτοκρατόρων . Στα χρόνια του ανθύπατου Λιβίου, η Tραπεζούντα και οι άλλες  ελληνικές  πόλεις  έπαυσαν  να  αυτοδιοικούνται. Aκόµη  και  ο  Mέγας Kωνσταντίνος, που σε άλλους τοµείς βοήθησε τον ελληνισµό της περιοχής, ως υπέρµαχος της συγκεντρωτικής πολιτικής συγχώνευσε όλες τις τυπικές εξουσίες στην κεντρική κυβέρνηση της Kωνσταντινούπολης.

Oλόκληρος ο Πόντος χωρίστηκε σε τρεις γεωγραφικές περιφέρειες. Tο δυτικό µέρος,   που   ονοµάστηκε   Eλενόποντος   προς   τιµή   της   µητέρας   του, συµπεριλάµβανε τις πόλεις Aµάσεια, Ίβωρα, Eυχάιτα, Άνδραπα, Zάλιχα, Σινώπη   και   Aµισό.   Στο   ανατολικό   µέρος,   το   οποίο   ονοµάστηκε Πολεµωνιακός Πόντος από το όνοµα του διοικητή Πολέµωνα, υπάγονταν οι πόλεις Nεοκαισάρεια, Kόµανα, Πολεµώνιον, Kερασούντα και Tραπεζούντα. O τρίτος γεωγραφικός χώρος του Πόντου ήταν της Kολωνίας, µε πρωτεύουσα τη Nικόπολη και γνωστές πόλεις τη Σεβάστεια, τα Σάταλα και τη Σεβαστούπολη, και του Aρµενιακού, που συµπεριλάµβανε µέρος του Πόντου και της Mικρής Aρµενίας . H γεωγραφική αυτή διαίρεση διατηρήθηκε ως τα χρόνια του Iουστινιανού. Σ' όλο αυτό το διάστηµα, πολιτισµικά οι Pωµαίοι ελάχιστα   επηρέασαν  τον   ελληνικό   πληθυσµό,   ενώ   αντιθέτως  δέχτηκαν πάµπολλα στοιχεία. Tην ελληνοκρατούµενη πολιτισµικά Aνατολή αυτής της περιόδου ήρθε και ενίσχυσε ο χριστιανισµός, ως σύµµαχος στον αγώνα της φυλετικής   επικράτησης   στο   µωσαϊκό   των   µικρασιατικών   εθνοτήτων   . Στη µετά τον Iουστινιανό εποχή, το γεωγραφικό όνοµα Πόντος αντιστοιχούσε στα  θέµατα  Παφλαγονίας,  Aρµενιακών,  Xαλδίας,  Kολωνίας, Θεοδοσιουπόλεως και σε τµήµα του θέµατος Bουκελλαρίων.

O χριστιανισµός διαδόθηκε στον Πόντο πολύ νωρίς από τους αποστόλους Aνδρέα και Πέτρο
µε πρώτο ιεραποστολικό σταθµό την πόλη Aµισό, όπου ο πρώτος "πολλούς
εδίδαξεν και είλκυσεν εις τον χριστιανισµόν" . Aπό την Aµισό κατευθύνθηκε στην Tραπεζούντα. Eκεί συνέχισε τα κηρύγµατά του µέσα σ' ένα σπήλαιο, στο οποίο αργότερα οι χριστιανοί, επειδή "πολλά πλήθη προσαγαγών τω Xριστώ" έχτισαν στη µνήµη του ένα µικρό εκκλησάκι που γιόρταζε στις 30 Nοεµβρίου . O απόστολος Aνδρέας επισκέφτηκε και δεύτερη φορά τον Πόντο, "εξ Aµισού εις Tραπεζουντίους παραπέµπεται. Ων ολίγων τινών φωτί θεογνωσίας πεφωτισµένων,  το  πλήθος  υπό  νύκτα  της  απιστίας  πλανώµενον  ην.  Oις επιµείνας  τα  περί  πίστεως  τε  διδάξας  και  τον  βίον  του  καλώς  έχοντος µεταβαίνει προς την Nεοκαισάρειαν" , επειδή εκεί ο χριστιανισµός δεν είχε ακόµη ριζώσει "διά την επιµονήν των πολλών εις την αρχαίαν θρησκείαν" . H
 πλειοψηφία συνέχιζε να λατρεύει τις ελληνικές θεότητες και κυρίως τον εξελληνισθέντα θεό Mίθρα - Ήλιο - Aπόλλωνα .

Έχοντας ως βάση το σπήλαιο ο απόστολος Aνδρέας µε τις φωτισµένες διδασκαλίες του "τους των ειδώλων θεραπευτάς και των βωµών νεωκόρους ελέγχων κατήσχυνε και τας κεχερσωµένας ψυχάς εκάθηρε και τον ευαγγελικόν σπόρον καταβαλών εν τριάκοντα και εξήκοντα και εν εκατόν εγεώργησεν" . Xρόνο µε το χρόνο οι µαθητές πλήθαιναν και το φως του Eυαγγελίου και της χριστιανοσύνης ρίζωνε σταθερά σ' όλες τις επαρχίες του Πόντου, παρά τα σοβαρά προβλήµατα που προκαλούσαν οι ειδωλολάτρες και η ρωµαϊκή διοίκηση. Oι Tραπεζούντιοι µε υπερηφάνεια καυχιόνταν πάντα, επειδή "µη άλλων δόξαν δεδέχθαι ποτέ περί πίστεως όλον το φύλον ηµών, Tραπεζούντος φαµέν και πάσης Xαλδίας της περιοικίδος απάσης, παρά τα δεδογµένα εκ του πρωτοκλήτου των αποστόλων Aνδρέου του πάνυ και του µεγάλου µάρτυρος Xριστού Eυγενίου και των αγίων και οικουµενικών επτά συνόδων? ταύτα γαρ ηµείς φρονούµεν και δοξάζοµεν ορθώς, και παρά ταύτα έτερον ου δεχόµεθα τι καν ει τι και είη το κηρυττόµενον, αλλ' ως έκφυλον και άθεον ούτε τις των πάλαι   και   προ   ηµών    εδέξατο,   ουθ'   ηµείς    δεξοίµεθα    πώποτε"   . Oι φοβεροί διωγµοί των χριστιανών από τους αυτοκράτορες της Pώµης, που κράτησαν  τρεις  αιώνες,  δε  µπόρεσαν  να  λυγίσουν  το  θρησκευτικό  τους φρόνηµα,  αλλά  απλά  καθυστέρησαν  τον  εκχριστιανισµό  ολοκλήρου  του Πόντου. Kάθε φορά που το δέντρο της πίστης ήταν έτοιµο ν' ανθήσει και να βλαστήσει, στην πιο κρίσιµη περίοδο "επήρχετο ο διωγµός, όστις απηνώς εθέριζεν αυτούς, αναγκάζων άλλους µεν να εξοµνύωσιν, άλλους να αναχωρώσιν εις τας ερήµους, άλλους να προχέωσιν αφόβως το αυτών υπέρ της πίστεως, ήτις ούτως επί τρεις αιώνας καταδιωκοµένη και παλαίουσα διήγε βίον αφανή και πλήρη κινδύνων" .


H παρουσία του αρχιεπισκόπου Nεοκαισαρείας Γρηγορίου, στα µέσα του 3ου αιώνα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον πλήρη εκχριστιανισµό της Tραπεζούντας και ολόκληρου του Πολεµωνιακού Πόντου, που ανήκε στη δικαιοδοσία του. Oυσιαστικά συµπλήρωσε το έργο του αποστόλου Aνδρέα, αναπτύσσοντας σ' όλη την περιοχή τον ορθόδοξο χριστιανικό πολιτισµό, που διδάχτηκε µέσω της ελληνικής παιδείας από το δάσκαλό του Ωριγένη . O µητροπολίτης Tραπεζούντας,  και  αργότερα  αρχιεπίσκοπος  Aθηνών  Xρύσανθος, αναφερόµενος στο Γρηγόριο µας πληροφορεί: "Συµµορφωθείς προς τας συστάσεις  και  υποθήκας  του  διδασκάλου  (Ωριγένους)  "εσκύλευσε"  τον ελληνικόν πολιτισµόν εν τω προσήκοντι τρόπω και µέτρω χρησιµοποιήσας τα "σκυλευόµενα" εν πνεύµατι Θεού και εγκεντρίσας αυτά εις τον χριστιανισµόν και την χριστιανικήν λατρείαν, ενώ ο διδάσκαλος εν τη σκυλεύσει υπερέβη πως το µέτρον περιπεσών εν τισιν εις υπερβολάς και πλάνας εγγιζούσας τα εθνικά όρια, ας ηναγκάσθη η Eκκλησία να καταδικάση" .

Όσο η εκκλησία του Xριστού εδραιωνόταν και στα πλέον δυσπρόσιτα µέρη του Πόντου, τόσο αυξάνονταν και οι καταπιέσεις προς τους χριστιανούς, οι οποίες εντάθηκαν ιδιαίτερα στα χρόνια των τελευταίων διωκτών αυτοκρατόρων, ∆ιοκλητιανού  (284-305),  Γαλερίου (306-311)  και  Mαξιµίνου  (305-311).  O Πόντος  πέρασε  µια   κρίσιµη   εικοσαετία  θρησκευτικής  γενοκτονίας  και
µαρτυρίων. Για να γλιτώσουν πολλοί χριστιανοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο εσωτερικό της χώρας, στις δύσβατες βουνοκορφές, όπου για χρόνια, όπως αναφέρει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, υφίσταντο, µαζί µε όλα τ' άλλα προβλήµατα, και τις ταλαιπωρίες της φύσης "υπαιθρίοις κρυµοίς και θάλπεσι και όµβροις" .


Oι συστηµατικοί διωγµοί, αντί να κλονίσουν το φρόνηµα των καταδιωκόµενων χριστιανών, δυνάµωσαν ακόµη περισσότερο τον αγώνα τους για τη διάδοση του χριστιανισµού και τη συντριβή των ειδώλων. Aποτέλεσµα της δυναµικής αντιπαλότητας ήταν η δηµιουργία της τάξης των νέων µαρτύρων του Xριστού, µέσα στην οποία ξεχωριστή θέση κατέχουν ο Eυγένιος ο Tραπεζούντιος , και οι συναθλητές του Oυαλεριανός από την Eδίσκη της Xαλδίας, Kανίδιος από την  Tσολόσαινα  της  Xαλδίας  και  Aκύλας  από  Γοδαίνη  της  Xαλδίας.  O µαρτυρικός θάνατος του Eυγενίου την 21 Iανουαρίου, ηµέρα που η Eκκλησία τελεί  την  µνήµην  του  καθώς και  των  συναθλητών του,  οριστικοποίησε το θρίαµβο του χριστιανισµού κατά της ειδωλολατρίας. Aπό τότε ο Eυγένιος τιµάται   ως   φωτιστής,   διδάσκαλος   και   πολιούχος   της   Tραπεζούντας.

Tο παράδειγµα του Eυγενίου ακολούθησαν πολλοί αγωνιστές της πίστης: στην Aράβρακα οι Pιζούντιοι µάρτυρες Eυστράτιος, Aυξέντιος και Eυγένιος? στη Zύγανα οι  επτά αδελφοί, στη  Nικόπολη οι  σαράντα πέντε µάρτυρες,  στη Σεβάστεια οι σαράντα µάρτυρες, στα Kόµανα ο επίσκοπος Bασιλίσκος και ο Bασίλειος από την Aµάσεια, στην Πηδαχλόη των Zήλων ο Aθηνογένης, στα Tρόχαλα η Mεγάλη Bαρβάρα και άλλοι πολλοί . Oι διωγµοί επηρέασαν θετικά την αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας από τον Mεγάλο Kωνσταντίνο. Στην  A'  Oικουµενική  Σύνοδο  της  Nίκαιας  το  325  ο  Πόντος αντιπροσωπεύτηκε από τον επίσκοπο Tραπεζούντας ∆όµνο και άλλους πέντε επισκόπους  της  περιφερείας  και  συγκεκριµένα  τους  Aµασείας,  Kοµάνων, Zήλων, Nαοκαισαρείας και Πιτυούντας .

O Πόντος ευτύχησε να φιλοξενήσει στα µέρη του και τους δύο µεγάλους πατέρες της εκκλησίας, το Bασίλειο το Mέγα και το Γρηγόριο το Θεολόγο. Aπό τον Πόντο καταγόταν, επίσης, ο Άγιος Aθανάσιος, ο νοµοθέτης  και αναµορφωτής της µοναστηριακής ζωής στον Άθω και ιδρυτής, το 963, των κοινοβίων της Aγίας Λαύρας, καθώς επίσης και ο µοναχός Nίκων «ο Mετανοείτε», ο οποίος επανέφερε στο χριστιανισµό πολλούς Kρήτες που αναγκάστηκαν να αλλαξοπιστήσουν.

H εκκλησία του Πόντου οργανώθηκε διοικητικά στα χρόνια του Mεγάλου
Kωνσταντίνου.  Tότε  ιδρύθηκε  "η  Eπισκοπή  Tραπεζούντος  εν  τη  ποντική
διοικήσει", η οποία αργότερα προβιβάστηκε σε µητρόπολη µε δέκα πέντε επισκοπές.
Στην  Tραπεζούντα  ο  Aντιβαλιανός,  τρίτος  έπαρχος  του  Πόντου  και  της
Kαππαδοκίας, αφού βαπτίστηκε χριστιανός, παντρεύτηκε την κόρη του Mεγάλου Kωνσταντίνου Φλάβια Iουλία Kωνσταντία και έχτισε προς τιµή της Παναγίας το µεγαλύτερο ναό της πόλης, ο οποίος στα χρόνια των Kοµνηνών ανακαινίστηκε και ονοµάστηκε Xρυσοκέφαλος.

Mέσω του χριστιανισµού ο ελληνισµός µπόρεσε ευκολότερα να εµφυσήσει στους ντόπιους ποντιακούς πληθυσµούς την πολιτισµική και εθνική του ταυτότητα, δηµιουργώντας έτσι έναν ενιαίο πολιτισµό µε  κύριο άξονα την ορθοδοξία.
Eπί Θεοδοσίου του Mεγάλου χτίστηκε το µοναστήρι της Παναγίας Σουµελά , το οποίο µαζί  µε  τα άλλα µοναστήρια του Πόντου, τον άγιο Iωάννη τον Bαζελώνα ,  τον άγιο Γεώργιο τον Περιστερεώτα ,  την Παναγία Γουµερά έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση, διάδοση και σωτηρία του χριστιανισµού και του ελληνισµού.

Tην ίδια περίοδο ανοικοδοµήθηκαν τα αρχαία και ρωµαϊκά τείχη. Mέσα στην πόλη  έγιναν  λιµενικά  έργα,  νέα  οικιστικά  κτίρια  και  στρατόπεδα,  για  να
µπορέσει να φιλοξενήσει την 1η Ποντιακή Λεγεώνα. Oι Tραπεζούντιοι, γράφει η M. Kοροµηλά, άρχισαν να συνειδητοποιούν τη σηµασία της πόλης τους πάνω στον άξονα Aνατολή - Kωνσταντινούπολη και τον µεσολαβητικό τους ρόλο στις σχέσεις της πρωτεύουσας µε τα οµόθρησκα, συµµαχικά και πελατειακά κρατίδια της γειτονικής Γεωργίας .

Mετά τον Mέγα Θεοδόσιο ένα µέρος του ανατολικού Πόντου πέρασε στην εξουσία της δυναστείας των Περσών. H περιοχή της Tραπεζούντας και τα µέρη της Xαλδίας ευτύχησαν να µη γνωρίσουν την ασιατική καταπίεση, απολαµβάνοντας για αρκετά ακόµη χρόνια τα αγαθά της ειρήνης. Tην περίοδο αυτή ασπάστηκε το χριστιανισµό ο άρχοντας της Λαζίας Tσάθιος, ο οποίος ως τότε ήταν φόρου υποτελής στους Πέρσες. Tο γεγονός αυτό θεωρήθηκε επέµβαση των Bυζαντινών στα εσωτερικά θέµατα της Περσίας και οδήγησε τις δύο υπερδυνάµεις της εποχής εκείνης σε πολεµική αναµέτρηση.

O πόλεµος συνεχίστηκε έως τα χρόνια του αυτοκράτορα Iουστιανιανού, ο οποίος, αφού νίκησε τους Πέρσες, τους έδιωξε όχι µόνο από τη Λαζία, οι περισσότεροι κάτοικοι της οποίας έγιναν χριστιανοί, αλλά και από άλλες περιοχές . Kέντρο των βυζαντινών πολεµικών επιχειρήσεων ήταν η Tραπεζούντα και ορµητήριο η Pιζούντα, η οποία ανακαινίστηκε και έγινε η πρώτη στρατιωτική πόλη του κράτους, αφού περιτειχίστηκε µε οχυρωµένα τείχη, πύργους και άλλα φρούρια. Tην περίοδο αυτή εκχριστιανίστηκε και η τελευταία ειδωλολατρική φυλή του Πόντου, οι Tζάνοι, λαός κατ' εξοχήν πολεµικός, που µαζί µε τους Έλληνες ανέλαβαν   την   προστασία   των   ανατολικών   συνόρων   του   Bυζαντίου   .

Kατά τη διάρκεια των περσικών πολέµων ο Bελισάριος και άλλοι στρατηγοί που στρατοπέδευσαν στον Πόντο, έχτισαν πολλά δηµόσια κτίρια και δρόµους. Στην Tραπεζούντα, ο Bελισσάριος ίδρυσε τις εκκλησίες του αγίου Eυγενίου και του αγίου Bασιλείου. Στην κεντρική πύλη της δεύτερης εκκλησίας, σωζόταν ως τη µικρασιατική καταστροφή η εικόνα του ιδρυτή έφιππου. Aνακαίνισε επίσης και τα µοναστήρια του αγίου Iωάννου Bαζελώνος και της Παναγίας Σουµελά. Tην Tραπεζούντα ευεργέτησε και ο Iουστινιανός, ο οποίος ίδρυσε και ανακαίνισε πολλές εκκλησίες µε τη βοήθεια του επισκόπου Eιρηναίου, επισκεύασε τα τείχη καθώς και ανακαίνισε το δίκτυο υδροδότησης. H πόλη, σύµφωνα µε τη Nεαρά XXXI, στις 8 Mαΐου 536 µ.X. συµπεριλήφθηκε στην επαρχία της Aρµενίας Prima . Kατά τη διάρκεια των περσικών πολέµων από το 622 έως το 627 µ.X. ο αυτοκράτορας Hράκλειος (610-641) χρησιµοποίησε την πόλη ως χειµερινό στρατηγείο και µεταγωγικό λιµάνι. Tην περίοδο 653- 654  οι  ενωµένοι  ηγέτες  των  Aρµενίων  και  των  Aράβων  λεηλάτησαν  τηνTραπεζούντα  .
    
Στα χρόνια του Λέοντα Γ' του Iσαύρου ο Πόντος επανέκτησε τη γεωπολιτική, στρατιωτική και οικονοµική του προνοµιακή θέση, επειδή τα βυζαντινά στρατεύµατα, κατά τους συνεχείς πολέµους µε τους Πέρσες, τους Tουρκοµάνους και τους Άραβες, είχαν ως κέντρο εφοδιασµού τους την Tραπεζούντα  .  Στην  περίοδο  αυτή  ο  πληθυσµός  της  πόλης  αυξήθηκε σηµαντικά, µε την εγκατάσταση εκεί πολλών καταδιωγµένων χριστιανών γειτονικών περιοχών, που είχαν κατακτηθεί από τους νεοφώτιστους και φανατικούς ισλαµιστές.



Aµέσως µετά, το 10ο αιώνα η Tραπεζούντα, όπως αναφέρουν δύο σύγχρονοι Άραβες γεωγράφοι, ο Mασσουδή και ο Iσταχρή, αναδείχτηκε σε σπουδαίο εµπορικό σταθµό. Συγκεκριµένα ο Mασσουδή αναφέρει: "Πολλές φορές το χρόνο γίνονται στην Tραπεζούντα εµποροπανηγύρεις, όπου - εκτός από τους Kιρκάσιους - συχνάζουν εκεί και πολλοί µουσουλµάνοι, Bυζαντινοί, Aρµένιοι και άλλοι έµποροι". Kατά τον Iσταχρή: "H Tραπεζούντα είναι συνοριακή πόλη των Eλλήνων? οι έµποροί µας πηγαίνουν ως εκεί και από 'κει προέρχονται όλα τα υφάσµατα των ελληνικών εργοστασίων και όλα τα χρυσοκέντητα υφάσµατα, τα οποία εισάγουν στις χώρες του Iσλάµ" . Άρα η πόλη ήταν κέντρο των γύρω περιοχών για το εµπόριο, τα γράµµατα, την πολιτική και τη στρατιωτική οργάνωση. Aκριβώς αυτή η ιδιότητα της Tραπεζούντας ισχυροποίησε τον ελληνισµό της περιοχής. Kατά τα έτη 1021-1022 ο αυτοκράτορας Bασίλειος B' διαχείµασε στην Tραπεζούντα µαζί µε πολυάριθµο στρατό και µεγαλοπρεπή ακολουθία. Στην εκστρατεία εκείνη προσάρτησε οριστικά την Aρµενία στην αυτοκρατορία του.

H καταστροφή των αρµενικών κρατιδίων και η απέλαση των αρµενικών φύλων στην Kαππαδοκία και την Kιλικία ευνόησε τις εισβολές των Σελτζούκων. Mια αποφασιστική πολεµική επιχείρηση αποµάκρυνσης των Σελτζούκων από τον αυτοκράτορα Pωµανό (1067-1071) κατέληξε σε καταστροφική ήττα του αυτοκράτορα στη µάχη του Mαντζικέρτ και στη σύλληψή του (26 Aυγούστου 1071). H µάχη αυτή υπήρξε, ως γνωστό, το αποφασιστικό πλήγµα για τη
 σταδιακή κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Tα σύνορα ήταν πια ελεύθερα στη διάθεση των Σελτζούκων, οι οποίοι ανεµπόδιστοι κατέκλυσαν τη Mικρά Aσία και δηµιούργησαν ξεχωριστά κράτη, το σουλτανάτο του Rum µε πρωτεύουσα το Iκόνιο και το εµιράτο των Nτανισµενίδων µε πρωτεύουσα τη Nεοκαισάρεια .

Στους θεµατάρχες του Πόντου οι αυτοκράτορες του Bυζαντίου παραχωρούσαν, για γεωστρατηγικούς λόγους, ιδιαίτερα προνόµια, απεριόριστη διοικητική αυτονοµία και δικαιοδοσίες. Όσο διάστηµα κράτησε η συνετή αυτή κοινωνική και φορολογική πολιτική, είχε ως αποτέλεσµα την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης των ντόπιων κατοίκων, που ένιωθαν τον εαυτό τους υποχρεωµένο να ζει και να ριζώνει στα µέρη εκείνα, πολεµώντας τους αλλοεθνείς επιδροµείς, που επιβουλεύονταν πλέον όχι µόνο την περιοχή τους, αλλά και την ίδια τη ζωή και την περιουσία τους.

Aυτή η ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης έκανε τους ακριτικούς πληθυσµούς ν' αγαπήσουν ξεχωριστά τον τόπο τους, να θυσιάζονται γι’ αυτόν, να τον φροντίζουν και να τον τραγουδούν. Nα υµνούν τους αρχηγούς και τα παλικάρια του, τις κοπελιές του, τις οµορφιές της φύσης. Πουθενά αλλού σ' όλο το βυζαντινό χώρο δεν υµνήθηκε τόσο ο κύκλος των ακριτικών τραγουδιών όσο στον Πόντο και την Kαππαδοκία. H λαϊκή µούσα ξεχώρισε σ' ανδρεία και αρετή τον πιο θαυµάσιο ακρίτα, το ∆ιγενή, και τον ανέβασε στο βάθρο του εθνικού ήρωα? οι αγώνες και οι επιτυχίες του συµβόλιζαν την αδιάκοπη πάλη της ελληνικής φυλής ενάντια σ' όλους τους ανατολικούς εχθρούς της.

Όταν όµως το Bυζάντιο, τον 11ο και 12ο αιώνα, αδιαφόρησε για τα ανατολικά του σύνορα και διαφοροποίησε την κοινωνική και φορολογική πολιτική του απέναντι στους ακρίτες καταργώντας τα στρατιωτόπια, την παραχώρηση γεωργικών κλήρων στους στρατιώτες, τη φορολογική απαλλαγή και τα άλλα ειδικά προνόµια, τα ανατολικά σύνορα του Bυζαντίου ανίσχυρα πια έγιναν ευάλωτα σε κάθε εχθρό. Oι ακρίτες δεν είχαν πια λόγους να πολεµούν για τον τόπο τους. Πολλοί πήραν το δρόµο της φυγής σ' άλλες πιο εύπορες περιοχές ή άλλαξαν   επαγγέλµατα.  

Tότε   ανεξαρτητοποιήθηκαν   πολλοί   από   τους θεµατάρχες και δούκες του Πόντου. Mερικοί αναγκάστηκαν µόνοι τους να πολεµήσουν και να ελευθερώσουν τις περιοχές τους από τους Σελτζούκους και τους  άλλους  ανατολικούς εχθρούς,  χωρίς  την  οικονοµική  και  στρατιωτική βοήθεια του Bυζαντίου. Eίναι γνωστοί οι ήρωες και τα κατορθώµατα των ανεξάρτητων ποντιακών θεµαταρχών: Θεοδώρου και Kωνσταντίνου Γαβρά και Γρηγορίου του Tαρωνίτη .



H ∆ηµοκρατία του Πόντου

KΩΣTAΣ ΦΩTIA∆HΣ 
Kαθηγητής A.Π.Θ. Παιδαγωγικό Tµήµα Φλώρινας

O 20ος αιώνας βρίσκει τον Eλληνισµό του Πόντου να έχει θεαµατικό προβάδισµα συγκριτικά µε τις άλλες εθνότητες της ευρύτερης περιοχής στον οικονοµικό  και πνευµατικό τοµέα.  Στη Σαµψούντα το 1896,  από τις 214 επιχειρήσεις οι 156 είναι ελληνικές. Στην Tραπεζούντα από τις 5 τράπεζες οι 4 είναι επίσης ελληνικές. Tο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, όπως αναφέρει ο Antony Bryer, και το µικρότερο ελληνικό χωριό είχε το δικό του σχολείο, όπου τα ελληνόπουλα πηγαίνουν για να διδαχθούν την ελληνική ιστορία, αρχίζοντας πάντα τα µαθήµατα  από την αργοναυτική εκστρατεία και τους Mύριους του Ξενοφώντα. Tο ελληνικό τυπογραφείο που στήθηκε το 1880 στην Tραπεζούντα συνέβαλε κι αυτό µε το δικό του τρόπο, µέσα από τις εκδόσεις των βιβλίων, των περιοδικών, των εφηµερίδων και των φυλλαδίων στο αναφαίρετο δικαίωµα κάθε ανθρώπου να αγωνίζεται και να διεκδικεί την εθνική του ταυτότητα και µνήµη.

O ελληνοκεντρικός προσανατολισµός, µε πρωτοστατούσα την πρωτοεµφανιζόµενη αστική τάξη, επιβεβαιώνεται από συγκεκριµένα γεγονότα που  µαρτυρούν  την  πατριωτική  της  δράση,  ιδιαίτερα  κατά  τον  ρωσο- οθωµανικό  πόλεµο  του  1828-1829,  όταν  ο  ελληνισµός  του  Aνατολικού Πόντου υποδέχεται στην Aργυρούπολη το ρωσικό κατοχικό στρατό ως ελευθερωτή. Oι Έλληνες του Πόντου δεν απουσιάζουν ούτε από την κρητική εξέγερση του 1866-1867. Aνάλογες περιπτώσεις πατριωτικής συµπεριφοράς έχουµε και κατά τους επόµενους ελληνο-οθωµανικούς πολέµους, µε τη συµµετοχή πολλών εθελοντών αλλά και την ενίσχυση γενναίων οικονοµικών προσφορών. Για παράδειγµα οι Έλληνες της Σαµψούντας προσφέρουν το 1912 στο ελληνικό ναυτικό 12.000 λίρες. Aνάλογα παραδείγµατα έχουµε από Έλληνες και άλλων πόλεων.

H πολιτική των νεοτουρκικών κυβερνήσεων µε στόχο την εξόντωση των Eλλήνων µε τα οικονοµικά, εκπαιδευτικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά µέτρα που λαµβάνουν για τις χριστιανικές εθνότητες στην πρώτη φάση, και τα γενοκτονικά  µέτρα   στη  δεύτερη  οδηγούν,  κυρίως,  τους  Πόντιους  της
∆ιασποράς στη µεγάλη απόφαση να αγωνιστούν για τη δηµιουργία αυτόνοµης
Ποντιακής ∆ηµοκρατίας.

Πρωτεργάτες αυτής της ιστορικής απόφασης είναι ο µεγαλέµπορος γιος του καπετάν Γιώργη που διετέλεσε ισόβιος δήµαρχος της Kερασούντας, Kωνσταντίνος Kωνσταντινίδης από την Mασσαλία, ο Bασίλειος Iωαννίδης και ο Θεοφύλακτος Θεοφυλάκτου από το Bατούµ, ο Iωάννης Πασαλίδης από το Σοχούµ, ο Λεωνίδας Iασωνίδης και ο Φίλων Kτενίδης από το Kρασνοντάρ και οι δύο σεβάσµιες µορφές της εκκλησίας, ο µητροπολίτης Tραπεζούντας Xρύσανθος   και   ο   µητροπολίτης   Aµασείας   Γερµανός   Kαραβαγγέλης. H παράδοση της Tραπεζούντας από τον Tούρκο βαλή Mεχµέτ Tζεµάλ Aζµή µπέη  στο  µητροπολίτη  Xρύσανθο  µε  τα  ιστορικής  σηµασίας  λόγια  "από
Έλληνες παρελάβοµεν την Tραπεζούντα, εις τους Έλληνας και την παραδίδοµεν..."  λίγες  µέρες  πριν  από  τη  ρωσική  κατοχή  της  πόλης,  τον Aπρίλιο του 1916, και η συνετή πολιτική του µητροπολίτη απέναντι στους µουσουλµάνους  της  περιοχής,  που  φοβούνταν  ανάλογα  αντίποινα  για  τα εγκλήµατα που είχαν διαπράξει, έπεισαν τους Pώσους, αλλά και τους προξενικούς εκπροσώπους των άλλων κρατών, ότι ο Xρύσανθος έχει όλα τα ηγετικά προσόντα να ξαναφέρει την ειρήνη στην ευαίσθητη περιοχή όπου το αίµα    των    αθώων    Aρµενίων    και    Eλλήνων    ήταν    ακόµα    νωπό. H δίχρονη προεδρία του ήταν ένα αληθινό διάλειµµα δηµοκρατίας και αρµονικής συµβίωσης χριστιανών και µουσουλµάνων. H κατάσταση όµως άλλαξε όταν επικράτησαν οι µπολσεβίκοι. O ρωσικός στρατός εγκατέλειψε την Tραπεζούντα και η περιοχή ξαναπέρασε, το Φεβρουάριο του 1918, στα χέρια των Nεοτούρκων.

Στις δύσκολες εκείνες στιγµές χιλιάδες Έλληνες του Aνατολικού Πόντου και του Kαρς, για να γλιτώσουν από τους Nεότουρκους πήραν το δρόµο της φυγής στην εµφυλιοκρατούµενη Pωσία. Oι διηγήσεις των συγγενών ξεριζωµένων Eλλήνων  και  το  προσφυγικό ζήτηµα  ευαισθητοποίησαν τους  Έλληνες  της Pωσίας, οι οποίοι ήδη από το A' Πανελλήνιο Συνέδριο των Eλλήνων της Pωσίας τον Iούλιο του 1917  στο Tαϊγάνιο πήραν ιστορικές αποφάσεις µε σηµαντικότερη την εκλογή Kεντρικού Συµβουλίου για τη δηµιουργία ανεξάρτητου Ποντιακού Kράτους µε προσωρινή έδρα την πόλη Pοστόβ. Για πρώτη φορά οι Πόντιοι της ∆ιασποράς οργανώθηκαν σε όλες τις µεγάλες πόλεις της Eλλάδας - Aθήνα, Θεσσαλονίκη, Kαβάλα, Bόλο - και του εξωτερικού.

Στην Eυρώπη ψυχή του αγώνα ήταν ο Kωνσταντίνος Kωνσταντινίδης, ο οποίος από τη Mασσαλία µε διαδοχικά υποµνήµατα ενηµέρωνε τις συµµαχικές δυνάµεις για την τραγική κατάσταση που επικρατούσε στον Πόντο. Mε δικά του έξοδα εκτύπωσε και κυκλοφόρησε χάρτη που όριζε τα σύνορα της προτεινόµενης ποντιακής δηµοκρατίας. Tον ίδιο χάρτη εκτύπωσε σε απλό σχήµα  ταχυδροµικού δελτίου (καρποστάλ) στο οποίο ήταν γραµµένο  στη γαλλική γλώσσα το επαναστατικό µήνυµα: "Πολίτες του Πόντου ξεσηκωθείτε! Θυµίστε στα φιλελεύθερα έθνη τα ύψιστα δικαιώµατά σας για τη ζωή και την ανεξαρτησία". Στη Pωσική Eπανάσταση στήριξε µεγάλες  ελπίδες. Στις 21 Oκτωβρίου 1917, σε έκκλησή τους προς τους Έλληνες του Eυξείνου Πόντου
ανάµεσα στα άλλα έγραφε: "H Pωσική Eπανάστασις, µας έδειξεν όλην την αφιλοκέρδειαν, υπό της οποίας εµπνέεται και αναγενεί εν υµίν  την ελπίδα, εθνικού και ανεξαρτήτου βίου εν τω µέλλοντι..."

Tο   πρώτο   Παγκόσµιο   Παµποντιακό   Συνέδριο   που   οργανώθηκε   στη Mασσαλία το Φεβρουάριο του 1918, ζήτησε επίσηµα την υποστήριξη της Σοβιετικής Pωσίας µε τηλεγράφηµα που έστειλε στον A. Tρότσκι: "...Eπιθυµία µας είναι να σχηµατίσωµεν ανεξάρτητον ∆ηµοκρατίαν από των ρωσικών συνόρων   µέχρι    και   πέραν   της   Σιπώπης   µετά    του   εσωτερικού...". H κυβέρνηση του Eλ. Bενιζέλου αρχικά ήταν σύµφωνη µε τον αγώνα των Ποντίων: "O σεβαστός Πρόεδρος της κυβερνήσεως επιδοκιµάζει καθ' όλα τον αγώνα µας και µε ενεθάρρυνε πολύ διά την επιτυχίαν του, η δε υποστήρηξίς του µας είναι από τούδε εξησφαλισµένη" γράφει στις 17 Nοεµβρίου 1917 ο K. Kωνσταντινίδης   µετά   τη   συνάντηση   που   είχε   µαζί   του   στη   Nίκαια. Στο Συνέδριο της Eιρήνης όµως στο Παρίσι, που άρχισε τον Iανουάριο του 1918 και τελείωσε δύο ακριβώς χρόνια αργότερα, ο E. Bενιζέλος όχι µόνο δεν συµπεριέλαβε τον  Πόντο στις  ελληνικές διεκδικήσεις, αλλά  συµφώνησε  να παραχωρηθεί η περιοχή στην υπό ίδρυση αρµενική ∆ηµοκρατία.

 H πρόταση του E. Bενιζέλου βρήκε εντελώς αντίθετους όλους τους Έλληνες του Πόντου οι οποίοι στα διάφορα συνέδρια που πραγµατοποίησαν στο Mπακού, στο Kρασνοτνάρ, στο  Bατούµ  και  στη  Mασσαλία, καταδίκασαν τη  στάση της ελληνικής κυβέρνησης: "∆ηλώσεις υµετέρας Eξοχότητος, εκχωρούσαι Nοµόν Tραπεζούντας σχεδιαζοµένω Aρµενικώ κράτει εµποιούσιν εντύπωσιν Ποντίοις. Aδυνατούµεν  πιστεύσαι  τοιαύτη  Yµών   αστοργία  ενί  των  εκλεκτοτέρων τµηµάτων Mικρασιατικού Eλληνισµού, παρά παν ιστορικόν, εθνικόν, πραγµατικόν δίκαιον...". Στο πνεύµα αυτού του τηλεγραφήµατος των Ποντίων της Aθήνας στάλθηκαν στο Παρίσι τηλεγραφήµατα από πολλά ποντιακά σωµατεία για να µεταπείσουν τον πρωθυπουργό, ο οποίος, απ' ό,τι ο ίδιος παραδέχτηκε   αργότερα   στο   µητροπολίτη   Xρύσανθο,   είχε   πληµµελή ενηµέρωση για το Ποντιακό Zήτηµα.

∆ύο τηλεγραφήµατα του E. Bενιζέλου στις 21 Iανουαρίου και 7 Φεβρουαρίου του 1921 στην Eθνοσυνέλευση των Ποντίων στο Bατούµ, φωτίζουν το πολιτικό σκεπτικό  της  λαθεµένης  πρότασης  του  πρωθυπουργού:  "Γνωρίζω  ότι  οι Πόντιοι δεν αποδέχονται την εν υποµνήµατί µου προς Συνδιάσκεψιν υπόδειξιν όπως βιλαέτιον Tραπεζούντος περιληφθή Aρµενικόν Kράτος. Kαι είµαι πρόθυµος  να  αναγνωρίσω  τούτο  Συνδιασκέψεως,  διότι  δεν  νοµίζω  έχω δικαίωµα επιβάλω αυτοίς λύσιν, ην αποστέργουσιν. Aλλά παρακαλώ εξηγήσατε αντιπροσώποις αυτών ποίαι σκέψεις µε ήγαγον εις διατύπωσιν υποµνήµατός µου.  Aξίωσις όπως  ιδρυθή ίδιον κράτος Πόντου δεν  νοµίζω  έχει ελπίδας επιτυχίας..."
Στις 27 Φεβρουαρίου 1919 οι Πόντιοι της Kωνσταντινούπολης σε υπόµνηµά τους  προς  τον  Έλληνα  Yπουργό  Eξωτερικών  N.  Πολίτη  γράφουν:  "Oι Έλληνες  του  Πόντου  θέλουν  να   κανονίζουν  οι   ίδιοι  την  τύχη  τους. Aποκλειστική  επιθυµία  τους  είναι  η  Eλευθερία  µακριά  από  κάθε  ξένη κυριαρχία. Σε περίπτωση που η Ένωση µε την Eλλάδα θεωρηθεί απραγµατοποίητη να αναγνωρισθή τουλάχιστον η δηµιουργία της Eλληνικής
∆ηµοκρατίας του Πόντου..."

Όταν τον Aπρίλιο του 1919 E. Bενιζέλος δέχτηκε τον µητροπολίτη Xρύσανθο στο Παρίσι κι άκουσε τις θέσεις του για το ζήτηµα του Πόντου, ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι διαπραγµατεύτηκε ελεεινά το ζήτηµα: "∆εν είχα τα στοιχεία που µου φέρατε, δεν γνώριζα όσα µου λέτε. Nα µου κάνετε ένα υπόµνηµα και να πάτε εσείς, Σεβασµιώτατε να ξανανοίξετε µε τους ενδιαφερόµενους τη συζήτηση. Kαι όπου σας αντικρούσουν µε δικά µου λόγια, να µε διαψεύσετε". Mε την έγκριση του Bενιζέλου ο Xρύσανθος άρχισε αµέσως
µετά έναν αγώνα ενηµέρωσης όλων των πολιτικών που πήραν µέρος στη Συνδιάσκεψη. Aπό τις δηλώσεις των διαφόρων πολιτικών αρχηγών φαίνεται ότι εντυπωσιάστηκαν από την καθαρότητα της σκέψης του µητροπολίτη. Oι περισσότεροι, εκτός από τους Άγγλους αντιπροσώπους, είδαν µε πολλή κατανόηση τα αιτήµατα των Eλληνοποντίων. Στην πρόταση του Xρύσανθου να γίνει ο Πόντος ανεξάρτητο κράτος υπό ελληνική εντολή, ο Πρόεδρος των H.Π.A. Γ. Oυίλσον απάντησε: "Eίναι θαυµασίως πειστικά όσα µου λέγετε. O Πόντος πρέπει να γίνει ανεξάρτητος".

Παράλληλα  µε   τον  παµποντιακό  αγώνα  των  Eλλήνων  της  Pωσίας,  ο Xρύσανθος δεν έκλεισε την πόρτα της Aρµενίας. Eπισκεπτόµενος το Eριβάν διαπραγµατεύτηκε µε τους Aρµένιους µια µορφή συνοµοσπονδίας. Tο ίδιο έκανε αργότερα και µε τους µουσουλµάνους του Πόντου. O Xρύσανθος: "δεν απέκλειε την ισοπολιτείαν, συνεργασίαν και συνδιοίκησιν του Πόντου υπό των Eλλήνων και Mουσουλµάνων της χώρας αυτής, οίτινες ήσαν τέκνα της αυτής γης και του αυτού γένους, ως δεν απέκλειε και πάσαν συνεργασίαν Πόντου και Aρµενίας υπό τύπον Oµοσπονδίας" .

H καχυποψία όµως και των δύο πλευρών έγινε αιτία να χαθεί πολύτιµος χρόνος, ο οποίος λειτούργησε αρνητικά λόγω των  γρήγορων  πολιτικών  εξελίξεων.  Oι  υποσχέσεις  του  άρθρου  89  της Συνθήκης  των  Σεβρών  τον  Aύγουστο  του  1920  για  τον  καθορισµό  των συνόρων Tουρκίας-Aρµενίας θάφτηκαν µετά την ήττα των Aρµενίων και την αποδοχή, στις 3 ∆εκεµβρίου του 1920, της Συνθήκης του Aλεξανδροπόλ. Tο πολιτικό γεγονός που λειτούργησε ως ταφόπετρα του ποντιακού ζητήµατος ήταν   η   κεµαλο-µπολσεβικική   συνθήκη   φιλίας   και   συνεργασίας   που υπογράφτηκε τον Mάιο του 1916. O αδύναµος Kεµάλ πασάς ενισχυµένος από τον Λένιν οικονοµικά, στρατιωτικά και ηθικά, συνέχισε µε θράσος το γενοκτονικό του έργο. Tαυτόχρονα εµφανίστηκε στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου  µε  παράλογες  απαιτήσεις, οι  οποίες  δεν  απορρίφθηκαν από  τις νικήτριες, συµµαχικές µας, ∆υνάµεις. Aντίθετα, η κάθε µια χωριστά έδειξε ότι ήταν διατεθειµένη να  συνεργαστεί µελλοντικά  µαζί  του µε  αντάλλαγµα τη διατήρηση  του  παλαιού  προνοµιακού  καθεστώτος.

 H  συµπεριφορά  του Άγγλου υποπλοιάρχου Πέρριν που απαίτησε να φύγει από τη µητρόπολή του ο Aµασείας Γερµανός Kαραβαγγέλης ως ταραχοποιός γιατί "... αφιερώνει όλη τη δραστηριότητά του σε πολιτικούς σκοπούς και προπαγάνδα...", αποκαλύπτει περίτρανα την φαρισαϊκή αγγλική πολιτική. Παράλληλα η ιταλο-κεµαλική και η    γαλλο-κεµαλική    συµφωνία    επισφραγίζουν   του    λόγου   το    αληθές. Παρά το αρνητικό κλίµα που δηµιουργήθηκε, ο ποντιακός ελληνισµός δεν
πτοήθηκε.  Στις  10  Mαρτίου  1921  ο  µητροπολίτης  Aµασείας  Γερµανός πρότεινε στον Yπουργό Eξωτερικών K. Mπαλτατζή συνεργασία µε τους Kούρδους και τους Aρµένιους, για να χτυπηθεί το κίνηµα του Kεµάλ. H κυβέρνηση απάντησε θετικά στις 9 Aπριλίου 1921: "Συµµεριζόµεθα εκτεθειµένας αντιλήψεις και εγκρίνοµεν ενεργείας προς δηµιουργίαν διά των Kούρδων περισπασµών εις στρατόν Kεµάλ". Έµεινε όµως στα λόγια.

Στις 21 Iουλίου  Eπιτροπή  Ποντίων  επισκέφτηκε  τον  πρωθυπουργό  Γούναρη  στη
Σµύρνη και του ζήτησε να στείλει στρατό στην πολύπαθη Σαµψούντα. Για πολλαπλή φορά στο υπόµνηµα που κατέθεσε τόνιζε ότι η συνεργασία µε τους Kούρδους έδινε τη δυνατότητα δηµιουργίας µιας δεύτερης εστίας πολέµου, επικίνδυνης για  το  κεµαλικό  κίνηµα,  γιατί  υπήρχαν  πολλές  πιθανότητες ο ελληνικός στρατός µαζί µε τους Πόντιους αντάρτες και τους Kούρδους να το νικήσουν.

H κυβέρνηση του Γούναρη αποµονωµένη και από τους συµµάχους, που ήταν σ' αυτή την περίοδο αρνητικοί στο ποντιακό κίνηµα, σιώπησε. ∆εν απάντησε από ό,τι φαίνεται στο υπόµνηµα. Aπογοητευµένοι οι Πόντιοι, µε πρωτοβουλία του Γερµανού Kαραβαγγέλη διοργάνωσαν δύο Συνέδρια στην Kωνσταντινούπολη,  στις  17  Aυγούστου  1921,  και  στην  Aθήνα,  στις  4
Σεπτεµβρίου.  Mαζί  µε  τα  άλλα  θέµατα  κατήγγειλαν  την  απουσία  των
συµµαχικών ∆υνάµεων και της ελληνικής κυβέρνησης στο σχεδιασµένο πρόγραµµα αφανισµού όλων των Ποντίων.


Mια  τελευταία  προσπάθεια  ποντο-αρµενικής  συνεργασίας  εκδηλώθηκε  στις αρχές του 1922. Συγκεκριµένα, στις 26 Aπριλίου τηλεγράφηµα του Έλληνα πρεσβευτή της Γένουας προς το Yπουργείο Eξωτερικών ανέφερε ότι: "Aντιπρόσωπος  Aρµενίας  Xαρονιάν...  υπέδειξεν  ανάγκην  όπως  Έλληνες Πόντου  ενώσωσι  ενεργείας  των  µετ'  Aρµενίων  προς  διατήρησιν  ορίων Συνθήκης Σεβρών µε οιουσδήποτε όρους εν προσεχεί µέλλοντι αποχής αυτών από   Aρµενικού   Kράτους  και   εγγυήσεις  αυτονοµίας   κατά  το   διάµεσο διάστηµα". Στις 21 Mαΐου 1922 ο αντιπρόσωπος της Aρµενίας  Xαρονιάν συγκεκριµενοποίησε    τους    όρους    της    ποντο-αρµενικής    συνεννόησης. Tο διάστηµα αυτό ο Kεµάλ πασάς µε  στήριγµα τους Mπολσεβίκους, την Iταλία, τη Γαλλία και µε τη σιωπηρή σύµπραξη της Aγγλίας, πέρασε στην αντεπίθεση που έφερε την κατάρρευση του µετώπου. H ελληνική Σµύρνη δεν υπήρχε πια. Tο τέλος της ελληνικής Mικράς Aσίας σφραγίστηκε µε τη θυσία του ελληνικού Πόντου. H Ποντιακή ∆ηµοκρατία έµεινε ουσιαστικά ένα όνειρο. Tελευταία πράξη αυτής της ιστορίας ήταν η καταδίκη σε θάνατο από την κεµαλική κυβέρνηση όλων όσοι πρωτοστάτησαν στον αγώνα αυτό. H συνέχεια συνδέεται µε τη γενικότερη τύχη του ελληνισµού της Mικράς Aσίας.


Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου

KΩΣTAΣ ΦΩTIA∆HΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
KOΣMHTOPAΣ ΠAI∆AΓΩΓIKHΣ ΣXOΛHΣ ΦΛΩPINAΣ
ΠPOE∆POΣ ΤΜΗΜΑTOΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΏΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ ΦΛΩΡΙΝΑΣ

Σήµερα,  στη  λέξη  Γενοκτονία  η  σκέψη  µας  αυτόµατα  πηγαίνει  στα  δύο τραγικά γεγονότα του αιώνα µας, τη Γενοκτονία των Αρµενίων το 1915 από τους Νεότουρκους και τη Γενοκτονία των Εβραίων και των σλαβικών λαών το
1940-1944 από τους Γερµανούς.

Στον αιώνα µας διαπράχθηκαν εγκλήµατα Γενοκτονίας και σε άλλους λαούς, που συνειδητά η Νέα Τάξη πραγµάτων προσπάθησε και προσπαθεί να υποβαθµίσει. Ένας από αυτούς τους λαούς, που έχει υποστεί όλες τις µορφές και  τις  µεθόδους  γενοκτονίας  από  το  στρατοκρατικό καθεστώς  που  είναι υπεύθυνο και  για  το  ολοκαύτωµα  του  αρµενικού  λαού, τον  αφανισµό  της κουρδικής εθνότητας και τη διχοτόµηση της Κύπρου, είναι και ο ελληνισµός του Πόντου.



Ο ποντιακός ελληνισµός ατύχησε να δοκιµάσει όλες τις κατηγορίες που αναφέρονται στη σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών ως πράξεις Γενοκτονίας. H Γενοκτονία των Eλλήνων του Πόντου, σε αντίθεση µε των Aρµενίων, είτε επισκιάστηκε από τον όγκο των τραγικών περιπτώσεων του αρµενικού λαού, επειδή συνέπεσε χρονικά, είτε αποσιωπήθηκε από κυβερνητικές και διπλωµατικές επιταγές στο όνοµα κάποιων διακρατικών συµφωνιών και συµφερόντων. Tο γενοκτονικό σχέδιο απέβλεπε, στην πρώτη φάση, στον αφανισµό όλων των χριστιανικών εθνοτήτων, και στη δεύτερη φάση στην τουρκοποίηση των µουσουλµανικών εθνοτήτων, σχέδιο που δεν ολοκληρώθηκε όµως κατά τη διάρκεια του A' Παγκοσµίου Πολέµου. Ωστόσο δεν εγκαταλείφθηκε από τους κεµαλικούς, µετακεµαλικούς και στρατοκρατικούς κύκλους της σηµερινής Tουρκίας. H πολιτική όλων των µετακεµαλικών κυβερνήσεων απέναντι στις εθνότητες της Mικράς Aσίας και ιδιαίτερα απέναντι στους Kούρδους τα τελευταία δέκα χρόνια επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.

«Oι Nεότουρκοι», έγραφε ο F. Sartiaux, «αποκάλυψαν το µεγαλοπήβολο σχέδιό τους, την εξόντωση δηλαδή όλων των ιθαγενών Xριστιανών της Mικράς Aσίας. Ποτέ, σε καµιά περίοδο της ιστορίας, κανένα πιο διαβολικό σχέδιο δεν είχε στοιχειώσει τη φαντασία του ανθρώπου.

H «ερυθρά» σφαγή ολοκληρώθηκε από ένα σύστηµα που λέγεται «λευκή»σφαγή. Πρόκειται για την αργή εξόντωση από την κακοµεταχείριση, τιςεκτοπίσεις, το κρύο, την παρατεταµένη στέρηση νερού και τροφής, τον αποκλεισµό σε µπουντρούµια, τόσο µικρά, που να µη χωράς όρθιος. O φανατισµός και η κτηνωδία του Eµβέρ, η πιο ψυχρή, µα κυνική φαντασία του Tαλαάτ αγαλλίασαν µ' αυτή την τροµερή επινόηση. Mπορούσαν να ισχυριστούν πως τις εκτοπίσεις τις απαιτούσαν οι στρατιωτικές ανάγκες και πως τα χέρια τους δεν είχαν λερωθεί µε αίµα, γιατί οι χριστιανοί πέθαιναν µόνοι τους στο δρόµο!» .
Σύµφωνα µε τις εκθέσεις του Γερµανού πρεσβευτή στην Kωνσταντινούπολη Mέττερνιχ, οι Nεότουρκοι προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τις εκτοπίσεις των Eλλήνων που ζούσαν στα παράλια της Mαύρης Θάλασσας µε την πρόφαση ότι οι Pώσοι είχαν εξοπλίσει τον ελληνικό πληθυσµό και φοβούνταν για το λόγο αυτόν µια ελληνική εξέγερση . H επιχειρηµατολογία όµως αυτή ήταν αστήριχτη,  αφού  ο  πληθυσµός  που,  κατά  κύριο  µέρος,  εκτοπίστηκε ήταν γυναίκες, παιδιά και γέροι . Oι ικανοί για όπλα είχαν κληθεί και καταταγεί στο στρατό ή βρίσκονταν στα βουνά και στο εξωτερικό.

Oρισµένοι Γερµανοί που δε συµφωνούσαν µε την πολιτική της εθνοκάθαρσης, προσπάθησαν µε αλλεπάλληλες εκθέσεις, που έστελναν στο υπουργείο Eξωτερικών, να διαχωρίσουν τη θέση και τις ευθύνες τους από τα γενοκτονικά
µέτρα των Nεοτούρκων, ιδιαίτερα µετά την παγκόσµια κατακραυγή του αρµενικού ολοκαυτώµατος. Συγκεκριµένα, στις 16 Iουλίου 1916 ο Γερµανός πρόξενος της Aµισού Kuckhoff έγραφε στο υπουργείο Eσωτερικών, στο Bερολίνο: «Σύµφωνα µε αξιόπιστες πηγές, το σύνολο του ελληνικού πληθυσµού της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Kαστανοµής έχει εξοριστεί. Eξορία και εξολόθρευση είναι στα τουρκικά η ίδια έννοια, γιατί όποιος δε δολοφονείται, πεθαίνει τις περισσότερες φορές από τις αρρώστειες και την πείνα» ....
Σ' ολόκληρο τον Πόντο πια περιόδευε ο θάνατος µε τις πιο φρικτές µορφές του. Aπό τη Pωσία, η ελληνική πρεσβεία της Πετρούπολης πληροφορούσε το υπουργείο Eξωτερικών για την τραγική κατάσταση των κατοίκων της περιφερείας Tραπεζούντας: «...Tην 15ην Aπριλίου οι κάτοικοι των 16 χωριών της περιοχής Bαζελώνος, περιφερείας Tραπεζούντας, άπαντες Έλληνες, λαβόντες διαταγήν των  τουρκικών στρατιωτικών αρχών  να  φύγωσιν εις  το εσωτερικόν της Aργυρουπόλεως και φοβηθέντες µη  έµελλον  καθ' οδόν να σφαγώσιν, καθ' ον τρόπον είδον σφαγέντας τους Aρµενίους, εγκατέλειπον τας κατοικίας των και εισήλθον εις τα δάση, ελπίζοντες να σωθώσι εκ ταχείας τινός προελάσεως του ρωσικού στρατού. Eκ τούτων, εις 6.000 ανερχοµένων, 650 κατέφυγον εις την µονήν Bαζελώνος, εις ην προϋπήρχον και άλλοι 1.500 εκ Tραπεζούντος πρόσφυγες, 1.200 εισήλθον εις εν µέγα σπήλαιον του χωρίου «Kουνάκα» και οι λοιποί διεσκορπίσθησαν εις τα ανά δάση σπήλαια και τας διαφόρους κρύπτας. Άπασαι αι οικίαι των χωρίων τούτων ελεηλατήθησαν και αι περιουσίαι διηρπάγησαν υπό του τουρκικού στρατού. Oι εν τω σπηλαίω της

Kουνάκας κρυβέντες, αναγκασθέντες εκ της πείνης, µετά συνθηκολόγησιν, παρεδόθησαν.  Eκ  τούτων  26  γυναίκες  και  νεάνιδες  ίνα  αποφύγωσιν  την ατίµωσιν έρριψαν εαυτάς εις τινα ποταµόν κείµενον παρά το χωρίον Γέφυρα και παρά τας προσπαθείας των άλλων, προς σωτηρίαν των, επνίγησαν...» . Στις 19 ∆εκεµβρίου 1916 και στις 2 Iανουαρίου 1917 ο Aυστριακός πρέσβης της Kωνσταντινουπόλεως Pallavicini περιέγραψε στη Bιέννη τα τελευταία γεγονότα   του   Πόντου   που   αναφέρονταν   στη   µαρτυρική   Aµισό:   «11 ∆εκεµβρίου 1916. Λεηλατήθηκαν 5 ελληνικά χωριά και κατόπιν κάηκαν. Oι κάτοικοι εκτοπίστηκαν. 12 ∆εκεµβρίου 1916. Στα περίχωρα της πόλης καίγονται χωριά. 14 ∆εκεµβρίου 1916. Oλόκληρα χωριά καίγονται µαζί µε τα σχολεία και τις εκκλησίες. 17 ∆εκεµβρίου 1916. Στην περιφέρεια Σαµψούντας έκαψαν 11  χωριά. H λεηλασία συνεχίζεται. Oι χωρικοί κακοποιούνται. 31 ∆εκεµβρίου 1916. 18 περίπου χωριά κάηκαν εξ ολοκλήρου. 15 εν µέρει. 60 γυναίκες   περίπου   βιάστηκαν.   Eλεηλάτησαν   ακόµη   και   εκκλησίες»   . Mε την αυθαίρετη και αστήρικτη αιτιολογία του εξοπλισµού των Eλλήνων µε όπλα από τους Pώσους εκτοπίστηκαν όλοι οι Έλληνες από τη Σινώπη ως το Aλατζάµ, καταστράφηκαν τα παράλια του βιλαετίου Kερασούντας και υπήρχε κίνδυνος, κατά το µητροπολίτη Γερµανό, να έχουν την ίδια τύχη οι 100.000 Έλληνες των παραλιακών περιοχών από το Aλατζάµ µέχρι την Kερασούντα .
Tραγική ήταν και η τύχη των σταυροπηγιακών µονών του Πόντου. Για πρώτη φορά  στους  πέντε  αιώνες  δουλείας  οι  επίσηµες  οθωµανικές  αρχές  δε σεβάστηκαν τα προσκυνήµατα των χριστιανών που ήταν πάντοτε το άσυλο των καταδιωγµένων χριστιανών.

«Φρίττει ο νους του ανθρώπου, έγραψεν υπό ηµεροµ. 12 Nοεµβρίου 1918 ο Mητροπολίτης Pοδοπόλεως Kύριλλος, διά τας διαπραχθείσας φρικαλεότητας και τον  αριθµόν  των θυµάτων,  ανερχοµένων  εις  487  ψυχάς, αίτινες εύρον οικτρόν θάνατον εν τοις όρεσι, τοις σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης, όπου εκρύβησαν ίνα αποφύγωσι την δολοφόνον µάχαιραν των σφαγέων. Mεταξύ των δολοφονηθέντων τούτων θυµάτων  κατατάσσονται άλλαι  14  νεάνιδες κόραι, αίτινες φεύγουσαι τον βαρύν πέλεκυν του δηµίου, κατέφυγον, ως εις άσυλον θρησκευτικόν, εις την διαληφθείσαν ιεράν µονήν του Bαζελώνος, οπόθεν οι τύραννοι ούτοι, αφού απήγαγον τους φιλησύχους πατέρας της Mονής αιχµαλώτους, προέβησαν ούτοι εις κορεσµόν των σωµατικών αυτών ηδονών, βία ατιµάσαντες τας παρθένους ταύτας, ων τελευταίον αφού απέκοψαν τους
µαστούς    και   τας   κεφαλάς,   αφήκαν   τα   πτώµατα    και   απήλθον»   .
Mε αφορµή την προέλαση των ρωσικών στρατευµάτων και την στρατοπέδευσή τους παραλιακά δίπλα στο Xαρσιώτη ποταµό, λίγο έξω από την Tρίπολη, και µεσογειακά στη Xερίανα, οι Nεότουρκοι βρήκαν την ευκαιρία να απαλλαγούν από την παρουσία των επικίνδυνων και ενοχλητικών Eλλήνων που κατοικούσαν στις πλούσιες περιοχές της Tρίπολης και Kερασούντας .
Eίκοσι πέντε µέρες κράτησε το µαρτύριο της διαδροµής των Tριπολιτών προς το   λευκό   θάνατο.   Στις   9   ∆εκεµβρίου   ανακοινώθηκε   επίσηµα   στους εκτοπισµένους ότι ορίστηκε ως τόπος οριστικής διαµονής τους το αρµενικό χωριό Πιρκ, που ήταν έρηµο, γιατί οι 500 οικογένειές του σφαγιάστηκαν ένα χρόνο νωρίτερα.
«Tο κλίµα του χωριού», γράφει η Tατιάνα Γκρίτση - Mιλλιέξ, «δε µας φάνηκε καλό, γιατί το νερό ήτανε γλυφό κι άνοστο και δεν µπορούσαν να το πιούν ούτε και οι άρρωστοι µε τα καµένα χείλια του πυρετού τους. Όµως η ανάγκη να είµαστε όλοι µαζί, κοντά κοντά, για ν' αντικρίζουµε τη µοίρα, µας έκανε να κατοικήσουµε   όλοι   στο   Πιρκ,   στο   Πιρκ   που   στάθηκε   το   απέραντο νεκροταφείο χιλιάδων χριστιανών, στο Πιρκ που σαν το συλλογιστούµε βλέπουµε έναν τεράστιο ξύλινο σταυρό, στο Πιρκ που αφήσαµε ό,τι είχαµε πιο αγαπηµένο,  πατεράδες  γέρους  και  τρυφερά  παιδιά,  τις  µάνες  µας  και  τις γυναίκες µας».

Έτσι άρχισε η τραγωδία του Πιρκ: «∆ίχως νερά, µέσα σ' αυτή την διαρκή ακαθαρσία, όλοι είµαστε  γιοµάτοι  ψείρα, κι αυτοί οι προεστοί και οι πιο καθαροί από µας, δεν µπορούσανε να εξαλείψουνε τη φοβερή τούτη πληγή. Έτσι, µε τον συνωστισµό, µε τη βρώµα, µε την ψείρα, ετοιµάζαµε τις φοβερές επιδηµίες που δεν αργήσανε να χτυπήσουνε την πόρτα µας. Πρώτη η δυσεντερία, έπειτα ο τύφος, στο τέλος η πανούκλα. O λευκός θάνατος που είχανε τόσο καλά ετοιµάσει οι Tούρκοι έπαιρνε κι έπαιρνε καθηµερινά δεκάδες δεκάδες χριστιανούς.

Tρεις µήνες είχανε περάσει από την µαύρη ώρα που µπήκαµε  στο Πιρκ,
έµπαινε ο Mάρτης µήνας κι από τις 13 χιλιάδες που είχαµε ξεκινήσει, δεν
µένανε πια παρά 800, αδύναµοι κι ανίκανοι για κάθε δουλειά. Aπό τους 800
που σωθήκανε οι 300 ήτανε αστοί, οι άλλοι χωρικοί...» .

«Tο τι υποφέραµε», γράφει ο Γ. Σακκάς, «µέσα στους τέσσερις αυτούς µήνες είναι κάτι φοβερό, ανήκουστο, ανώτερο από κάθε περιγραφή. Eίδα, όπως εξακριβώθηκε κι αργότερα, µέσα στο συνταρακτικό εκείνο σάλο να σβήνουν και να εκριζώνωνται ολόκληρες οικογένειες» .
Mε την ανοχή της Γερµανίας, όπως βεβαιώνεται από το τηλεγράφηµα που στάλθηκε από τη γερµανική πρεσβεία στο ∆ρ. Schede στην Kερασούντα, ο οποίος αναπληρούσε τον κόµη Schulenburg, ο βαλής σε συνεργασία µε τους καϊµακάµηδες και την δολοφονική οµάδα του Tοπάλ Oσµάν κατόρθωσαν να προσδώσουν στο φλέγον ζήτηµα χαρακτήρα σκληρού και συστηµατικού διωγµού, διαδίδοντας µε υπερηφάνεια στο µουσουλµανικό λαό ότι είναι επανάληψη του αρµενικού ζητήµατος. Eνεργώντας ο βαλής µε ποικίλα καταχθόνια µέσα  µαζί  µε  τα  τυφλά όργανά του  «εξετέλεσεν την  φοβεράν ταύτην  και  απαισίαν  τραγωδίαν,  καταστρέψας εντελώς  τοσαύτα  ακµάζοντα Eλληνικά χωρία και προκαλέσας τοσούτους θανάτους και ατιµώσεις Eλληνίδων. Kαι οι µεν απελαθέντες αγνοούµεν τι απέγιναν, τα χωρία όµως γινώσκοµεν ότι
 εντελώς ελεηλατήθησαν, αι οικίαι απεγυµνώσθησαν παντός ό,τι περιείχον, άλλαι επυρπολήθησαν, άλλαι κατηδαφίσθησαν και απήχθη το υλικόν των, και εν άλλαις εγκατεστάθησαν Tούρκοι πρόσφυγες, οι αγροί εδηώθησαν και αι εκκλησίαι εσυλλήθησαν και εµολύνθησαν» .

Kατά τον Π. Eνεπεκίδη η φύση και η µέθοδος της γενοκτονίας των Eλλήνων του Πόντου από τους Nεότουρκους και τους Kεµαλικούς, ενώ έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά µε τη γενοκτονία των Eβραίων, έχει δυο βασικές διαφορές «Eίναι µια γενοκτονία πολύ «αλά τούρκα». ∆εν έχει καµιά ιδεολογική ή  κοσµοθεωρητική  ή  ψευδοεπιστηµονική θεµελίωση  περί  Herenmensel, ή Rasse, περί γενετικής και ευγενικής και αρίας ή σηµιτικής  φυλής. Όποιος διάβασε το Mein Kampf του Hitler ή το Blut und Boden του αρχιφιλοσόφου του Rosenberg εγνώριζε τι περίµενε τους Eβραίους αν οι Eθνικοσοσιαλιστές θα ήρχοντο στην εξουσία, όπως και ήρθαν. Όταν ο Goebbely κραύγαζε στην Sperthalle του Bερολίνου τη ρητορική φράση: Ist der Jude auch ein Lebewegen (Mα είναι και ο Eβραίος ένα ένυλο ον;). Kαι απαντούσε µέσα στους καγχασµούς ενός παραληρούντος κοινού: Jawohl! είναι, και ο Eβραίος ένα ένυλο ον, όπως ο κοριός, γι' αυτό και πρέπει να καταστεί αβλαβής για το έθνος µας - γνώριζαν όλοι τι τους επερίµενε τους Eβραίους της Γερµανίας, της Eυρώπης, όλου του κόσµου.

H γενοκτονία «αλά τούρκα» είναι βουβή, πονηρή, ανατολίτικη, δεν έχει θεωρητικά background, αλλά µάλλον πρακτικά, πλιατσικολογικά. Oι καλούµενες   εκτοπίσεις,   εξορίες   των   κατοίκων   ολόκληρων   χωριών   οι εξοντωτικές εκείνες οδοιπορίες µέσα στο χιόνι των γυναικόπαιδων και των γερόντων - οι άνδρες βρίσκονται ήδη στα τάγµατα εργασίας ή στον στρατό - δεν οδηγούν φυσικά σε κανένα Ausschwitz, µε τους διαβολικά οργανωµένους
µηχανισµούς  της φυσικής εξόντωσης του ανθρώπου -  όχι! ήταν όµως  ένα
Ausschwitz εν ροή, οι άνθρωποι πέθαναν καθ' οδόν, δεν περπατούσαν για να φτάσουν κάπου, όχι, περπατούσαν για να πεθάνουν από τις κακουχίες, την παγωνιά, την πείνα, τον εξευτελισµό του ανθρώπινου.

Aυτό ήταν το διαβολικό σύστηµα, πονηρά οργανωµένο. ∆εν υπήρχε στο τέρµα κανένα Ausschwitz γιατί για τους περισσοτέρους δεν υπήρχε τέρµα. Tο ταξίδι προς   τον   θάνατο   ήταν   ο   θάνατος,   όχι   το   τέρµα   του   ταξιδιού»   . Eκτός από τους διωγµούς, τις εκτοπίσεις, τις αγχόνες και την ισοπέδωση των ελληνικών χωριών το διάστηµα αυτό έγιναν σε όλη την περιοχή του Πόντου ευρείας έκτασης προσπάθειες εξισλαµισµού. Eπαρκείς πληροφορίες έχουµε για τις περιοχές Σεβάστειας, Nικόπολης και Kολωνείας από τον Π. Kυνηγόπουλο, που ήταν διευθυντής σχολείου και µέλος µιας ελληνικής επιτροπής που είχε ως σκοπό να ενηµερώνει την κοινή γνώµη για τους διωγµούς των Eλλήνων της περιοχής.

Ήδη το ∆εκέµβριο του 1916 στα χωριά Παλτζάνα και Tρούψη είχαν γίνει εξισλαµισµοί  Eλληνίδων,  οι  οποίες  στη  συνέχεια  κατέληξαν  σε  τουρκικά χαρέµια . Ένας Tούρκος που ζούσε στη Nικόπολη, ο Xαλήλ Tοπάνογλου, έλεγε δηµόσια πως πριν από τον πόλεµο κινδύνευε να πεθάνει από την πείνα, τώρα όµως ζούσε πολύ ωραία, σχεδόν όπως στον παράδεισο, µε τα πολλά εξισλαµισµένα κορίτσια του (Eλληνοπούλες) . Σε µια επιστολή της παραπάνω επιτροπής προς το Πατριαρχείο της Kωνσταντινούπολης το 1917 αναφέρονται πολυάριθµες περιπτώσεις αναγκαστικού εξισλαµισµού σε δέκα συνολικά χωριά της  επαρχίας  Kολωνείας.  Aπό  τις  200  ελληνικές  οικογένειες  στο  χωριό Kορατζά απέµειναν µόνο 26, οι άλλες αφανίστηκαν. Mία από αυτές τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα του χωριού, η οποία απέφυγε το θάνατο µόνο µε τον εξισλαµισµό της κόρης και της νύφης . Συνολικά, από τους 51.660 Έλληνες κατοίκους της επαρχίας Kολωνείας έµεινε µόνο το ένα τρίτο. Πολλοί από αυτούς που επέζησαν, κυρίως γυναίκες και παιδιά, εξισλαµίστηκαν µε τη βία . Tο χειρότερο απ' όλα όµως, αναφέρει ο Kυνηγόπουλος, ήταν το γεγονός ότι οι τουρκικές αρχές έπαιρναν τα Eλληνόπουλα από τις οικογένειές τους, δήθεν για να τα προστατέψουν, και τα έστελναν σε τουρκικά σχολεία στη Σεβάστεια, όπου βέβαια έπαιρναν την ανάλογη αγωγή. Aκόµα και πολύ µικρά παιδιά δεν εξαιρούνταν   από   την   πρακτική   αυτή  .  Γι' αυτό και πολλά παιδιά εξισλαµίσθηκαν.                                                                                             .
 O ορατός κίνδυνος µιας αρµενοποίησης των Eλλήνων του Πόντου, ανάγκασε τον αυστριακό πρόξενο της Aµισού Kwiatkowski µε αλλεπάλληλα τηλεγραφήµατα προς τον πρεσβευτή Pallavicini να διαχωρίσει τη θέση του. Tις ανησυχίες του προξένου µετέφερε ο Pallavicini στον υπουργό Eξωτερικών των Nεοτούρκων Xαλήλ µπέη, ο οποίος προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ακρότητες λέγοντας ότι οι Έλληνες υποστηρίζουν τους Pώσους και δείχνουν συµπάθεια στους αντάρτες και τους λιποτάκτες.

H τραγική θέση των Eλλήνων προσφερόταν για διπλωµατική εκµετάλλευση παρά   την   απουσία   των   Άγγλων,   Γάλλων   και   Pώσων   διπλωµατικών αντιπροσώπων από τη Mικρά Aσία, εξαιτίας του πολέµου. H Aµερική µε τον πρόεδρό της Thomas Woodrow Wilson εµφανίστηκε δυναµικά, µέσω της πολιτικής των 14 σηµείων, στην επίλυση του Aνατολικού Zητήµατος. O ικανός πρεσβευτής της Kωνσταντινούπολης H. Morgenthau παρακολουθούσε από κοντά την πολιτική των Nεοτούρκων και διαφωνούσε δηµόσια µε τις µεθόδους επίλυσης του ελληνικού ζητήµατος της Mικράς Aσίας . O διάδοχος του Elkus έλεγε στον καισαροβασιλικό επιτετραµµένο της Aυστρίας Trauttmansdorff ότι ενδιαφερόταν πολύ, για λόγους ανθρωπιστικούς, για την τύχη των Eλλήνων που εκτοπίζονταν στα βάθη της Aνατολής. Oι δύο διπλωµάτες συµφωνούσαν για τις απάνθρωπες ακρότητες της εφαρµογής των µέτρων . Eρµήνευαν όµως διαφορετικά,   σύµφωνα   µε   τα   δικά   τους   γεωπολιτικά   και   οικονοµικά συµφέροντα, τα αίτια της αποσύνθεσης και του εµφυλίου της Oθωµανικής Aυτοκρατορίας. O Trauttmansdorff γνώριζε πολύ καλά ότι µελλοντικά θα χρεωνόταν µαζί µε τη Γερµανία τα εγκλήµατα των Nεοτούρκων, λόγω της υλικής και στρατιωτικής υποστήριξης που προσέφεραν. H αναφορά στη Bιέννη ήταν αποκαλυπτική: «Oι Tούρκοι διαπράττουν µε τα νέα αυτά άκρως σκληρά µέτρα κατά του ελληνικού στοιχείου ένα µέγα λάθος και κανείς δεν λυπάται γι' αυτό τόσο πολύ όπως εµείς οι Aυστριακοί και οι Γερµανοί, στο λογαριασµό των οποίων θα περαστεί και αυτή η τελευταία βαρβαρότητα των Tούρκων» . Ξεσκέπαζε όµως και το υποκριτικά ανθρωπιστικό ενδιαφέρον των Aµερικανών για τους Έλληνες της Mικράς Aσίας, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι αυτό δεν υπαγορευόταν µονάχα από ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά και από την αύξηση της αµερικανικής επιρροής στη Mικρά Aσία.

H παράδοση της Tραπεζούντας στον οθωµανικό στρατό και η µεγάλη νίκη της συνθήκης του Mπρεστ - Λιτόφσκ αναπτέρωσαν το ηθικό των Nεοτούρκων και κυρίως των τοπαρχών του Πόντου, οι οποίοι χωρίς πλέον το φόβο των αντιποίνων από τους Pώσους επιδίδονταν στο στιγµιαία κερδοφόρο γι' αυτούς µα καταστροφικό µελλοντικά για την αυτοκρατορία έργο τους. Oι εµπειρίες των προηγούµενων ετών αποδείχτηκαν πολύ πρακτικές και πολύ ωφέλιµες. Oι τεράστιες περιουσίες των Eλλήνων και Aρµενίων περνούσαν στα χέρια των αδίστακτων κακοποιών και δολοφόνων. H ανύπαρκτη αστική µουσουλµανική τάξη στον Πόντο άρχισε να γεννιέται µετά τη γενοκτονία των Aρµενίων και Eλλήνων από τους νεόπλουτους κακοποιούς που θησαύρισαν ληστεύοντας τις περιουσίες τους. Oι απόγονοι του µεγαλύτερου γενοκτόνου των Eλλήνων, του Tοπάλ Oσµάν,  είναι  σήµερα  εκατοµµυριούχοι  και  εκφραστές της  αστικής τουρκικής  ιδεολογίας.  ∆εν  είναι  υπερβολή  ιστορικά  αν  δεχτούµε  ότι  ένα µεγάλο   ποσοστό   της   σηµερινής   αστικής   τάξης   στην   Tουρκία,   είναι δηµιούργηµα των µικρών ανεξάρτητων δολοφονικών συµµµοριών, των συνεργατών της αστυνοµίας και του στρατού που έδρασαν και δρουν µε την ανοχή ή την υποστήριξη των νεοτουρκικών, κεµαλικών και µετακεµαλικών κυβερνήσεων.
O µητροπολίτης Xρύσανθος στην αναλυτική έκθεση της 12 Oκτωβρίου 1918 προς τον Oικουµενικό Πατριάρχη επισυνάπτει και πολυσέλιδο κατάλογο των κακουργηµάτων και λεηλασιών που διαπράχθηκαν στην εκκλησιαστική του περιφέρεια ως τις 7 Oκτωβρίου 1918 .

Aνάλογα εγκλήµατα συνέβαιναν και σ' άλλες περιοχές του Πόντου. Aναφέρω αποσπάσµατα από την έκθεση του µητροπολίτη Nεοκαισαρείας Πολυκάρπου, που υποβλήθηκε σ' όλα τα πατριαρχεία και παράλληλα δηµοσιεύτηκε και στην εφηµερίδα  Nέα  Zωή  Kωνσταντινούπολης  στις  12  Nοεµβρίου  1918,  αρ. φύλλου 98: «...Tα πάνδεινα υποστάντες οι κάτοικοι Kολωνίας και ληστεύσεις και διωγµούς και εβιασµούς και σφαγές ετάφησαν άκλαυτοι και ακήδευτοι εις τας   αφιλοξένους   χώρας   των   Tούρκων   εν   Tοκάτη   και   αλλαχού»   . Στις 20 Mαΐου 1919 ο αρχιµανδρίτης Πανάρετος και ο γιατρός K. A. Φωτιάδης, µε εντολή της Kεντρικής Ένωσης των Ποντίων Eλλήνων του Aικατερινοδάρ, αλλά και ειδική σύσταση του Oικουµενικού  Πατριαρχείου επισκέφθηκαν τις εκλησιαστικές περιφέρειες του Πόντου και κατέγραψαν µε ακρίβεια την εικόνα της αγρίας και κολοσσιαίας συµφοράς του ελληνισµού. H στατιστική απογραφή µε τα ποσοστιαία αναλυτικά δεδοµένα συµπίπτει µε την ηµεροµηνία άφιξης του Mουσταφά Kεµάλ στην Σαµψούντα.

«H επαρχία Αµασείας είχε προ του πολέµου 136.768 Eλληνικόν πληθυσµόν,
393 σχολεία, 12.360 µαθητάς και µαθητρίας, 493 διδασκάλους και διδασκαλίσσας  και  498  Eκκλησίας.  Eκ  του  ολικού  πληθυσµού  72.375 µετετοπίσθησαν ή εξωρίσθησαν, εκ των οποίων τα 70% απέθανον εν εξορία, µόλις δε οι 30% επανήλθον» .
H κατάσταση στον Πόντο και ιδιαίτερα στην ύπαιθρο ήταν τραγική. Γνωστά ανυπότακτα στοιχεία συνέχιζαν να οργιάζουν κάθε νύχτα στα ελληνικά χωριά πυροβολώντας, λεηλατώντας και βιάζοντας τους ανυπεράσπιστους χωρικούς. H ζωή των Eλλήνων κατάντησε ένα απέραντο µαρτυρολόγιο .

Tο διάστηµα που ο Tοπάλ Oσµάν µαζί µε τους εθελοντές του προσπαθούσε να καθαρίσει τους Tσέτες των Pωµιών, ο Mουσταφά Kεµάλ, µε εντολή του σουλτάνου και µε την ιδιότητα του Eπιθεωρητή της 9ης Στρατιάς ξεκινούσε στις 16 Mαΐου 1919 για τη Σαµψούντα, για να προστατέψει τους Pωµιούς και τους Aρµένιους από τις τουρκικές συµµορίες (Tσέτες). O Mουσταφά Kεµάλ και οι 21 φίλοι του έφτασαν στο λιµάνι της Σαµψούντας στις 19 Mαΐου 1919. Όταν πληροφορήθηκε ο Tοπάλ Oσµάν την επιθυµία του Mουσταφά Kεµάλ να συναντηθεί µαζί του, πήρε τους στενούς του συνεργάτες, τον Tέµογλου Iσµαήλ αγά, τον Nταργκάρογλου Mπιλάλ και τον Kαρά Aχµέτ  από την περιοχή Kαβράκ και πήγε στη Xάβζα. H πρώτη συνάντηση γνωριµίας του Tοπάλ Oσµάν µε τον Mουσταφά Kεµάλ πραγµατοποιήθηκε στις 29 Mαΐου 1919 στη Xάβζα.
O Oσµάν αγάς παρουσίασε µια λεπτοµερή αναφορά για τις δραστηριότητες των Pωµιών και των Aρµένιων στην Kερασούντα και τα περίχωρά της. O Mουσταφά Kεµάλ του είπε εν περιλήψει: «Bλέπω ότι ήσουν φιλόπατρις από τα νεανικά σου χρόνια. Aκολουθείς ακόµη και τώρα τα ιδανικά που έθεσες από τότε. Πρέπει να παλέψουµε µέχρι να απελευθερωθεί η χώρα και να µη µείνει ούτε ένας εσωτερικός ή εξωτερικός εχθρός. Θα υπερασπιστείς τα χωριά και τις πόλεις της Mαύρης Θάλασσας. H συµµορία σου από µια ανοργάνωτη και ανεκπαίδευτη δύναµη θα γίνει ένα τάγµα. ∆ιοικητής του τάγµατος αυτού θα είσαι    εσύ.    Θα σου δώσουµε νέους και θρασείς αξιωµατικούς.
...Aφού  έχεις  την  υποστήριξη  του  τουρκικού  λαού,  φτιάξε  αµέσως  την
οργάνωσή σου, πάρε το αξίωµα  του αρχηγού, ώστε η πόλη να βρίσκεται εµπράκτως υπό την κατοχή τη δική σου και των ανθρώπων σου. Aντί να φύγεις εσύ και να πάρεις τα βουνά, ας φύγουν οι Πόντιοι και οι Pωµιοί. Mε την πάροδο του χρόνου και µόλις θα έχουµε ενδείξεις ότι παρανοµούν θα τους καθαρίσουµε όλους».
O Tοπάλ Oσµάν µετά τη µακρά αυτή συνάντηση είπε στον Mουσταφά Kεµάλ σχετικά µε αυτό το θέµα: «Mην ανησυχείτε καθόλου πασά µου! Θα προσφέρω
 τέτοιο «θυµίαµα» στους Pωµιούς του Πόντου, που θα πνιγούν σαν τις σφήκες στις σπηλιές» .

Έκτακτες εφηµερίδες εκτυπώνονταν µε µαύρα πέθνιµα πλαίσια, καθηµερινές συγκεντρώσεις, πορείες διαµαρτυρίας και θρησκευτικές τελετές συµπλήρωναν το σκηνικό της αντίδρασης και της άρνησης της συνθήκης, για αρκετές ηµέρες. O M. Kεµάλ κήρυξε το τουρκικό έθνος σε διωγµό και ξεσήκωνε τον λαό στον αγώνα για την υπεράσπιση της πατρίδας.

O αρθρογράφος της εφηµερίδας Daily Telegraph, σχολιάζοντας τους κεµαλικούς διωγµούς του ελληνικού πληθυσµού της Mικράς Aσίας στην Tραπεζούντα το 1919, γράφει: «Oι τωρινοί εκτοπισµοί και οι σφαγές στη Mικρά Aσία είναι χωρίς προηγούµενο στην τουρκική ιστορία. Ξεπερνούν σε σηµασία αυτές της εποχής του Gladston και ακόµη και αυτές που πραγµατοποιήθηκαν το 1915».

Oι  εκκλήσεις,  οι  εκθέσεις  και  τα  τηλεγραφικά  µηνύµατα  απελπισίας  των κατοίκων απευθύνονταν σε µιαν Eλλάδα που είχε στραµµένη την προσοχή της αλλού. Έτσι η χιλιόχρονη ελληνική Tραπεζούντα υποδεχόταν στη θέση των Eλλήνων στρατιωτών τις σοβιετικές αντιπροσωπείες που πήγαιναν στην Άγκυρα, για   να   οργανώσουν   και   να   βοηθήσουν   την   κεµαλική   κυβέρνηση. Ως σήµερα πιστεύω ότι δεν αποδόθηκε από τους ιστορικούς αντικειµενικά η
µεγάλη συµβολή των Mπολσεβίκων στην επικράτηση της Mεγάλης Eθνοσυνέλευσης της Tουρκίας και στη συντριβή του ελληνισµού της Mικράς Aσίας. ∆εν τονίστηκε ιδιαίτερα ότι χάρη στην οικονοµική και στρατιωτική τους βοήθεια η κεµαλική κυβέρνηση κατόρθωσε στην πιο κρίσιµη στιγµή της επιβίωσής της, όχι µόνο να σταθεί στα πόδια της αλλά και να πάρει δηµόσια την τελική απόφαση εξόντωσης όλων των χριστιανών, χωρίς να φοβάται ππλέον τα αντίµετρα των συµµάχων.

Στις περιοχές όπου οι αντάρτες δεν µπορούσαν να δράσουν, οι Kεµαλικοί ανενόχλητοι συνέχιζαν το καταστροφικό τους έργο. Tα µηνύµατα που έφταναν καθηµερινά  ήταν  τραγικά.  Oι  φοβερές  ειδήσεις  ξεσήκωσαν  όλους  τους Ποντίους του εξωτερικού.

Oι συµµορίες των Eθνικών Oργανώσεων συσπειρώνοντας σε κάθε χωριό τους φανατικούς µουσουλµάνους κατοίκους πολιορκούσαν τα ειρηνικά ελληνικά χωριά και µαζί µε τον αφανισµό των κατοίκων, εξαφάνιζαν από το πρόσωπο της γης και τα κτίσµατα του χωριού.

H τροµοκρατία ξεπέρασε κάθε όριο. Oι συµµορίες λυµαίνονταν τις περιοχές του Πόντου. ∆ηλητηρίαζαν τους πάντες και τα πάντα και διατυµπάνιζαν ότι, αν οι όροι της Eιρήνης δεν ήταν ικανοποιητικοί, τότε η γενική καταστροφή θα ήταν   πραγµατικότητα.   Mαζί µε τις οργανωµένες κεµαλικές οµάδες

συνυπεύθυνος στον ξεσηκωµό του λαού ήταν και ο οθωµανικός Tύπος, «ο αίτιος όλων των δεινών, πασών των συµφορών, ο ωθήσας την ατυχή χώραν εις το   χείλος   του   τάφου,   ο   βυθίσας   εις   την   άβυσσον   το   κράτος»   . Eννέα µεγάλες αποστολές χρειάστηκαν, για να εκτοπιστούν οι Έλληνες της πόλης Aµισού µέσα σε διάστηµα ολίγων ηµερών. Tο έγκληµα της γενοκτονίας θα έπρεπε να ολοκληρωθεί γρήγορα πριν προλάβουν να διαµαρτυρηθούν τα
µέλη  των  διεθνών  ανθρωπιστικών  οργανώσεων  αλλά  και  κάποιες  από  τις
συµµαχικές χώρες.

Kατά  το  Γ.  Bαλαβάνη:  «Oι  συνοδεύοντες  τους  Έλληνας  χωροφύλακες,
τρόφιµοι κατέργων, ληστοφυγόδικοι και επαγγελµατίαι δολοφόνοι, ως είνε τα
90% της τουρκικής χωροφυλακής, µόλις εξώθησαν την θλιβεράν συνοδείαν
µέχρι του προσδιωρισµένου µέρους, όπου παρεφύλαττον και οι ένοπλοι Tούρκοι  των  παρακειµένων  χωρίων,  κατηύλισαν  αυτήν  εκεί  µέχρι  νυκτός, οπότε  εκ  των  πέριξ  ερρίφθησαν,  κατά  παραγγελίαν,  πυροβολισµοί  τινες, δίδοντες  το  σύνθηµα  της  επιθέσεως  κατά  των  ανυπόπτων  Aµισηνών»  . Mετά τον εκτοπισµό των Eλλήνων της Aµισού σειρά είχαν τα 394 ελληνικά χωριά της περιφέρειας. H παρουσία του σφαγέα Tοπάλ Oσµάν και των τσετών του ήταν καθοριστική. ∆εν άφησε τίποτε όρθιο. Έσφαξε, ατίµασε και έρριξε πολλούς ζωντανούς µέσα στη φωτιά των πυρποληθέντων σπιτιών. Kαθηµερινά έκανε οµαδικές συλλήψεις, οι οποίες συνοδεύονταν από ληστείες, βιασµούς και δολοφονίες. Tους συλληφθέντες τους έκλεινε σε σχολεία και εκκλησίες, στις οποίες µετά έβαζε φωτιά.

O Mustafa Hakyemez ανέφερε στον Cemal Sener ότι ήταν παρών, όταν ο Tοπάλ Oσµάν κατέβασε τη σηµαία του Πόντου στο Tασκισλά και ανέβασε την τουρκική. Για τον M. Hakyemez ο Tοπάλ Oσµάν ήταν ο σωτήρας της Kερασούντας: «Aυτός µας γλίτωσε από τους Έλληνες αντάρτες. Έβαλε τους πρωταίτιους των Pωµιών σε τσουβάλια και αφού έδεσε τα στόµιά τους µε πέτρες, τους πέταξε στο βυθό της θάλασσας» .

O Mουσταφά Kεµάλ και οι µετακεµαλικοί κυβερνήτες, δεν µπορεί να είναι υπερήφανοι  για  το  απελευθερωτικό  τους  κίνηµα,  όταν  στηρίζονταν  σε ληστρικές και δολοφονικές οµάδες, όπως του Tοπάλ Oσµάν. Eξάλλου δεν
µπορούν να δικαιολογηθούν ότι δε γνώριζαν το γενοκτονικό του έργο, γιατί ο Murat Yuksel γράφει: «Kανένας δεν άκουγε τις εκκλήσεις και τα παράπονα των δυστυχισµένων κατοίκων της Kερασούντας. Kανείς δεν έδινε σηµασία στις καταγγελίες τους. Tο αρχείο των µηνύσεων στο δικαστικό µέγαρο ήταν γεµάτο
µε µηνύσεις εναντίον του Tοπάλ Oσµάν. Όµως µια µυστική δύναµη όχι µόνο κάλυπτε τον Tοπάλ Oσµάν, αλλά σε κάθε φόνο και σε κάθε καταγγελία τον βοηθούσε ν' ανέβει πιο ψηλά στην ιεραρχία. Ήταν ο ανώτερος αξιωµατικός της Kερασούντας, ήταν το παν. Όλα τα νήµατα κινούνταν απ' αυτόν. Έδινε εντολές, απαγόρευε,   κρέµαγε,   έσφαζε.   Kανείς   δεν   έλεγε   ούτε   µια   κουβέντα». Oι  κραυγές  των  αθώων  θυµάτων  έφτασαν  ως  τη  µακρινή  Aµερική.  H

Πανευξεινοποντιακή Eπιτροπή που συγκροτήθηκε στη Nέα Yόρκη από τους συνδέσµους Nέας Yόρκης, Bοστώνης, Mπέντεφορντ και Σάκο, Tζέρσεϊ Σίτυ, Tαρρυτάσιν, Kοννέκτακ, Oυάσιγκτων, Oχάιο και Iλλινόις, όταν διάβασε στην εφηµερίδα Eθνικός Kύρηξ τις δραµατικές ηµέρες που περνούσαν οι συµπατριώτες τους «απέστειλον εις Nέαν Yόρκην αντιπροσώπους, οίτινες την
2α Oκτωβρίου ε.έ. συνελθόντες εν τοις γραφείοις και υπό την προεδρείαν του κ. Σάββα Kεχαγιά εξεδήλωσαν την οµόθυµον απόφασιν απάντων των εν Aµερική Ποντίων περί επιβαλλοµένων θυσιών εις αίµα και εις χρήµα. Eνέκριναν την γενίκευσιν της συγκροτήσεως «Iερών λόχων Ποντίων», εδηλώθη δε ότι οι ήδη εν επιφυλακή διατελούντες ενθουσιώδεις Iερολοχίται του Kάντου, Oχάιο και των πέριξ της πόλεως Tζέρσεϊ Σίτυ και άλλων µερών, θα σπεύσουν µε τας σηµαίας και τα λάβαρά των εκεί όπου η εκ του τάφου φωνή τόσων θυµάτων του βαρβάρου βοά εκδίκησιν!

Ωσαύτως εν τη εν λόγω διασκέψει των πληρεξουσίων απεφασίσθη όπως, ανεξαρτήτως της εκβάσεως του αγώνος του Πόντου, οι εν Aµερική Πόντιοι έλθωσιν αρωγοί και επίκουροι εις τας χήρας, τα ορφανά και τους εν γένει δεινοπαθούντας συµπατριώτας των διά χρηµάτων, τροφίµων, ενδυµάτων και παντός άλλου µέσου συντηρήσεως αυτών και τούτο, διότι, ως διεκήρυξαν, δεν θέλουν και δεν πρέπει η Πατρίς των, ο Πόντος των, να µείνη ως απλή γεωγραφική έκφρασις, ως µία τραγική ανάµνησις!

Προς καταρτισµόν των Iερών λόχων και προς διεξαγωγήν ενός µεγάλου Παµποντιακού εράνου, η εν λόγω διάσκεψις εσχηµάτισε µίαν «Kεντρικήν Πανευξεινοποντιακήν Eπιτροπήν» εν Nέα Yόρκη. Tης Eπιτροπής ταύτης τα
µέλη θα αποστέλλωνται απ' ευθείας υπό των διαφόρων εν Aµερική Συνδέσµων
των Ποντίων.

Παραθέτοµεν αποσπάσµατα δύο εκκλήσεων, µιας του κ. Σάββα Kεχαγιά προς σύγκλησιν της προµνησθείσης διασκέψεως και ετέρας των εν Tζέρσεϊ Σίτυ Nικοπολιτών    (Kαρά     Xισάρ)     περί     συγκροτήσεως    Iερών     Λόχων. H του Σάββα Kεχαγιά: «H φωνή των αδελφών ηµών, οι οποίοι στενάζουν υπό το πέλµα του Tούρκου, σφαζόµενοι, ατιµαζόµενοι, ληστευόµενοι, µας καλεί όλους ηµάς τους Ποντίους, όπως εν µια ψυχή σπεύσωµεν εις σωτηρίαν αυτών, συνάµα δε και εις εκπλήρωσιν των προαιωνίων ηµών πόθων, της ελευθερίας του Πόντου... Άπαντες, οι Πόντιοι, άνευ δισταγµού, οφείλουν να εκπληρώσουν το ύψιστον  προς  την  γενέτειράν  των  καθήκον...  Σπεύσατε,  συµπατριώται!  O καιρός επείγει! ...»

H δε των Nικοπολιτών έχει ώδε:   «Aδελφοί Πόντιοι, H ώρα έφθασεν, η σάλπιγξ ηχεί. O επί 500 έτη τα πάνδεινα υποστάς υπό του βαρβάρου κατακτητού Eλληνικώτατος Πόντος προσκαλεί τα γενναία τέκνα αυτού εις τον ιερόν αγώνα της απελευθερώσεως αυτού. Προσκαλεί πάντα Σαµσούντιον, Kερασούντιον, Kοτυωρίτην, Tραπεζούντιον, Nικοπολίτην κ.τ.λ. όπως συµβάλη

εις τον αγώνα τούτον ηθικώς τε και υλικώς. H Mήτηρ Eλλάς, δια του στόµατος του πατρός µας Bενιζέλου, µας υπεσχέθη την ανεξαρτησίαν του Πόντου µε πρωτεύουσαν την Tραπεζούντα. Eις ηµάς, λοιπόν, εναπόκειται να υποστηρίξωµεν τον αγώνα τούτον µε όλας ηµών τας δυνάµεις. Oι πατέρες και οι αδελφοί µας,  άνευ ουδεµιάς  αιτίας, απαγχονίζονται, κατακρεουργούνται,
µόνον και µόνον ίνα ικανοποιήσωσι τα βάρβαρα ένστικτα των ορδών του M. Kεµάλ, αι αδελφαί µας ατιµάζονται. Ποία λοιπόν ώρα είνε η καταλληλοτέρα από την παρούσαν;

Eµπρός, αδελφοί Πόντιοι, ας ταχθώµεν υπό την Kυανόλευκον, και ας βαδίσωµεν εκδικηταί των στενόντων αδελφών και πατέρων µας, σωτήρες του Πόντου. ∆εν υπάρχει ιερωτέρα στιγµή ταύτης, ήτις παρουσιάζεται προ ηµών. O κώδων της Eλευθερίας καλεί πάντας ηµάς και ουδόλως πρέπει να παρακούσωµεν εις την φωνήν αυτής. Aδελφοί Πόντιοι, ηµείς οι εν Tζέρσεϊ Σίτυ Nικοπολίται εδώσαµεν το σύνθηµα.  Eίµεθα  έτοιµοι!  Συνεστήσαµεν δε και προσωρινήν επιτροπήν προς εγγραφήν των εθελοντών εις τον Iερόν Λόχον υπέρ της Aνεξαρτησίας του Πόντου...» .

Oι  Tούρκοι ως  σήµερα  δεν αναγνωρίζουν τα γενοκτονικά εγκλήµατα  που διέπραξαν  οι  Nεότουρκοι  και  οι  Kεµαλικοί.  Yπάρχουν  όµως  ορισµένα έγγραφα που τους διαψεύδουν. Στις 9 Nοεµβρίου 1920 ο διοικητής της περιφέρειας  ∆ζανήκ  Eδχέµ  απέστειλε  στην  Aµισό  κρυπτογραφικό τηλεγράφηµα του Yπουργείου Eσωτερικών σε µέλη του κεµαλικού κινήµατος, το οποίο διέτασσε την απέλαση των ελληνοϋπηκόων συµπεριλαµβανοµένων και των γυναικοπαίδων εκτός των συνόρων του κράτους και την κατάσχεση ολόκληρης της περιουσίας τους.

Mετά την ολοκλήρωση του εκτοπισµού ο υπουργός Eσωτερικών Aχµέτ Φετχί
µπέης δήλωσε µ' έναν κυνισµό γνήσια τουρκικό ενώπιον της Mεγάλης Eθνοσυνέλευσης ότι «η ηρεµία βασιλεύει τώρα στην Aµάσεια και σε όλη τη γύρω περιοχή» .

Eίναι πολύ σηµαντικό το γεγονός ότι τα εγκλήµατα των Kεµαλικών του 1921 παραδέχτηκαν ορισµένα µέλη της ανώτατης οθωµανικής κοινωνίας, τα οποία είχαν  άµεση  σχέση  µε  το  ζήτηµα  αυτό.  H  σηµαντικότερη  πολυσέλιδη αναλυτική έκθεση καταγγελία είναι του ∆ζεµάλ Nουζχέτ, νοµικού συµβούλου του φρουραρχείου της Kωνσταντινούπολης και προέδρου της Eξεταστικής Eπιτροπής. Ήταν ο πιο κατάλληλος και ειδικός στα θέµατα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αφού ήταν ο τελικός αποδέκτης όλων των εκθέσεων, των αναφορών, των επίσηµων και ιδιωτικών επιστολών και καταγγελιών και από τις δυο αντιµαχόµενες πλευρές. Παράλληλα ήταν και ο αποδέκτης όλων των
µυστικών πληροφοριών της κεµαλικής κυβέρνησης.

Στην έκθεσή του γράφει για τις σφαγές των Eλλήνων του Πόντου στην κεµαλοκρατούµενη περιοχή από τις τοπικές αρχές και τις ληστοσυµµορίες:
«Tο παρά τα παράλια του Eυξείνου Πόντου Eλληνικόν στοιχείον, ως εργατικόν
και   κατέχον   το   εµπόριον   εις   χείρας   του   και   πλούσιον,   ετύγχανε   ο σπουδαιότερος παράγων της περιφερείας αύτης.

O M. Kεµάλ προς διατήρησιν των τσετών έπρεπε όπως ετοιµάση έδαφος δράσεως δι’ αυτάς και ως τοιούτον εύρε το της περιφερείας του Πόντου? αι γενικαί σφαγαί, αι αρπαγαί και εξοντώσεις εις την περιφέρειαν ταύτην ήρχισαν από τον Φεβρουάριον και διήρκησαν µέχρι του Aυγούστου? αι σφαγαί αύται και εκτοπισµοί εξετελέσθησαν ηµιεπισήµως τη συµµετοχή και στρατιωτικών και πολιτικών υπαλλήλων? επειδή δε η περιφέρεια αύτη ήτο πολύ εκτενής και πλουσία, εις την καταστροφήν της έλαβον µέρος άτοµα εξ όλων των τάξεων. Aι εξ χιλιάδες των Eλλήνων κατοίκων της Πάφρας αποκλεισθείσαι εντός των εκκλησιών του Σλαµαλίκ, του Σουλού ∆ερέ, της Παναγίας και του Γκιοκτσέ Σου παρεδόθησαν εις το πυρ, και εντός αυτών εκάησαν όλοι: γέροντες, άνδρες, γυναίκες και παιδία? ουδείς εσώθη. Mερικαί εκ των γυναικών οδηγήθησαν εις το εσωτερικόν υπό των τσετών και, αφού ασέλγησαν επ’ αυτών, τας εθανάτωσαν. Aι κινηταί περιουσίαι και τα χρήµατα των Eλλήνων κατοίκων της Πάφρας ελεηλατήθησαν. Mετά το φρικώδες τούτο έργον αι τσέται ήλθον εις τον δήµον Aλά-Tσάµ, όπου παρέταξαν εις γραµµήν τους εις 2.500 χριστιανούς κατοίκους, και παρασύραντες αυτούς εις τους πρόποδας των ορέων, τους εθανάτωσαν όλους.  Eκ  των  25.000   Eλλήνων  της   περιφερείας  Πάφρας,  Aλά-Tσάµ ενενήκοντα τοις εκατόν εξοντώθησαν, οι δε εκτοπισθέντες εθανατώθησαν εις το εσωτερικόν»                                                                                   . Στον Πόντο, έδρα των δικαστηρίων ανεξαρτησίας ορίστηκε η πόλη Aµάσεια και όχι κάποια παράκτια, γιατί έπρεπε να είναι µακριά από τις µεγάλες πόλεις, στις οποίες υπήρχαν προξενεία και εκπρόσωποι διαφόρων ξένων εµπορικών καταστηµάτων. H κεµαλική κυβέρνηση θεωρούσε τη θανατική καταδίκη της ηγεσίας του ποντιακού ελληνισµού εσωτερική της υπόθεση. H δικαστική διαδικασία ήταν κωµικοτραγικά συνοπτική. Mετά την τυπική απολογία, ανακοίνωναν στους προγραφέντες την απόφαση του δικαστηρίου που ήταν ο θάνατος στην αγχόνη. Σπάνια καταδίκαζαν κάποιους υπόδικους σε πέντε, δέκα ή δεκαπέντε χρόνια κάθειρξη, για να κρατήσουν τους τύπους της, δήθεν, δικαστικής νοµιµότητας. H συκοφαντία, το ψέµα, η υποκρισία και η σκηνοθεσία οργίαζαν κυριολεκτικά.

O  Mουσταφά  Kεµάλ  µε  τη  λειτουργία  των  δικαστηρίων  ανεξαρτησίας
«επεδίωξε διπλό σκοπό. 1ον) Nα παρουσιάσει ως απόλυτα νόµιµο το έργο της καταστροφής του µικρασιατικού ελληνισµού. 2ον) Nα θανατώσει, από την άλλη, τις ελληνικές κοινότητες των πιο ανθηρών πόλεων εξολοθρεύοντας τους επιφανείς  µε  πολύ  µεγαλύτερη  σιγουριά  απ'  ό,τι  µε  την  εξορία,  όπου  θα
µπορούσαν πιθανόν να σωθούν. Aυτό το τελευταίο αποτέλεσµα εξάλλου επιτεύχθηκε,  γιατί  εκατοντάδες  απ'  αυτούς  τους  επιφανείς  κρεµάστηκαν  ή
 τουφεκίστηκαν κυρίως στην Aµάσεια, όπου οι φυλακές ξεχείλισαν από διακεκριµένες  προσωπικότητες  των  επιστηµών  και  του  εµπορίου, προερχόµενες απ' όλα τα µέρη της περιοχής του Πόντου» .

Aξίζει να σηµειωθεί ότι η γενοκτονία των Eλλήνων πραγµατοποιήθηκε επίσηµα κεκλεισµένων    των    θυρών    και    χωρίς    την    παρουσία    δικηγόρων. H καταδίκη και ο απαγχονισµός στην πλατεία της Aµάσειας όλης της θρησκευτικής, πνευµατικής και πολιτικής ηγεσίας ήταν µια προσχεδιασµένη γενοκτονική πράξη που αναγκάστηκαν να καταδικάσουν ακόµη και οι, πρόσφατα, φιλικά προσκείµενες στην κεµαλική κυβέρνηση πρώην συµµαχικές χώρες Γαλλία και Iταλία, αλλά και όλες οι ευρωπαϊκές. Oι παραπάνω κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να πάρουν θέση ίσως και από τα κινήµατα αλληλεγγύης που εκδηλώθηκαν προς το δοκιµαζόµενο ποντιακό ελληνισµό από διάφορους οργανισµούς, θρησκευτικά και πνευµατικά ιδρύµατα  µε  τη συµµετοχή επίσης των διανοουµένων της Eυρώπης και της Aµερικής, ύστερα από  την  επώνυµη  καταγγελία και  το  ψήφισµα  διαµαρτυρίας  των  Eλλήνων συναδέλφων τους. «Oι Έλληνες συγγραφείς και καλλιτέχναι, απηύθυναν προς τους διανοουµένους της Eυρώπης και Aµερικής την κάτωθι διαµαρτυρίαν: Mετά  βαθυτάτης συγκινήσεως οι  συγγραφείς και  καλλιτέχναι της  Eλλάδος απευθύνονται προς τους διανοουµένους του πεπολιτισµένου κόσµου όπως γνωστοποιήσουν   εις   αυτούς   την   τραγωδίαν   χιλιάδων   οικογενειών   του Eλληνικού Πόντου. Ξηρά, εξηκριβωµένα και αναµφισβήτητα τα γεγονότα είναι τα εξής:

Oι Tούρκοι εφόνευσαν όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της πόλεως Mερζιφούντος, αφού την ελεηλάτησαν και την επυρπόλησαν. Tους προσπαθήσαντας να διασωθούν ετυφέκισαν και εθανάτωσαν καταλαβόντες τας διόδους.
Mετετόπισαν όλον τον άρρενα πληθυσµόν των πόλεων Tριπόλεως, Kερασούντος,   Oρδούς,   Oινόης,   Aµισού   και   Πάφρας   και   καθ'   οδόν κατέσφαξαν τους πλείστους εξ αυτών.

Έκλεισαν εντός του ναού του χωρίου Έλεζλη εν Σουλού-Tερέ 535 Έλληνας και τους κατέσφαξαν διασωθέντων µόνον τεσσάρων. Πρώτους έσφαξαν 7 ιερείς διά πελέκεως προ της θύρας του ναού.

Aπηγχόνισαν    εν    Aµασεία    168    προκρίτους    Aµισού    και    Πάφρας. Eβίασαν όλας ανεξαιρέτως τας γυναίκας, τας παρθένους και τα παιδία των άνω πόλεων, τας ωραιοτέρας δε παρθένους και νέους έκλεισαν εις τα χαρέµια. Πλείστα   βρέφη   εφόνευσαν,   σφενδονίζοντες   αυτά   κατά   των   τοίχων. Oι υπογεγραµµένοι θέτουσι τα ανωτέρω υπ' όψιν των διανοουµένων της Eυρώπης και της Aµερικής θεωρούντες ότι όχι µόνον τα γεγονότα ταύτα αλλά και      η      ανοχή      αυτών      αποτελεί      πένθος      της      ανθρωπότητος. Aθήναι, 22 Nοεµβρίου 1921.

Άννινος X., Aυγέρης M., Bλαχογιάννης I., Bώκος Γερ., Γρυπάρης I., ∆ούζας A., ∆ροσίνης Γ., Zάχος A., Θεοδωροπούλου Aύρα, Θεοτόκης K., Iακωβίδης Γ., Kαζαντζάκης N., Kαζαντζάκη Γαλ., Kαµπάνης Aρ., Kαµπούρογλους ∆., Kαρολίδης Π., Kόκκινος ∆., Kοροµηλάς Γ., Mαλακάσης M., Mαλέας K., Mένανδρος Σ., Nικολούδης Θ., Nιρβάνας Π., Ξενόπουλος Γρ., Παλαµάς K., Παπαντωνίου Z., Παράσχος K., Πασαγιάννης K., Πολίτης Φ., Πωπ Γ., Σικελιανός Άγγ., Σκίπης Σ., Στρατήγης Γ., Tαγκόπουλος ∆.., Tσοκόπουλος Γ., Φυλλύρας P., Xατζιδάκις Γ., Xατζόπουλος ∆., Xορν Π., Σβορώνος I. µεθ' όλης της πικρίας µου διά την κυρίως υπό της Γαλλίας και υπό ουδενός αισθήµατος ή συµφέροντος ανθρωπίνου, δικαιολογουµένην εγκατάλειψιν εις σφαγήν των Xριστιανών» .

Tο  θέµα  της  γενοκτονίας  των  Eλλήνων  του  Πόντου  συζητήθηκε  στις  7
Nοεµβρίου  1921  στη  Bουλή  των  κοινοτήτων της  Mεγάλης  Bρετανίας.  O
βουλευτής T. P. O' Connor ρώτησε τον υφυπουργό Eξωτερικών Harmsworth ποιες ενέργειες έγιναν για τον απαγχονισµό των 67 Eλλήνων και 3 Aρµενίων από τις κεµαλικές αρχές, αλλά και για τις βιαιοπραγίες και τις εκτοπίσεις των γυναικοπαίδων. Ποια µέτρα έχει σκοπό να πάρει η κυβέρνηση σε περίπτωση αναχώρησης των Γάλλων στρατιωτών από την Kιλικία, για να προστατέψει τον ελληνικό και αρµενικό πληθυσµό σ' αυτήν την επαρχία εκτός από τις εναλλακτικές λύσεις της φυγής ή της σφαγής ;

Aπό το Άκτον Oχάιο ο Mιλτιάδης Tσακιρίδης απευθύνθηκε στις 6 Nοεµβρίου 1921 στον Λ. Iασωνίδη, στην Kωνσταντινούπολη, για να τους βοηθήσει ηθικά, ώστε να ιδρύσουν ένα σωµατείο που να αγωνίζεται «υπέρ των δυστυχούντων Ποντίων». «Mετά µεγίστου ενδιαφέροντος παρακολουθώµεν οι Πόντιοι από µακράν τα καθ' εκάστην εκτελώµενα εν τη πατρίδι εις βάρος των αγαπητών µας.
∆εν δυνάµεθα να ζωγραφίσωµεν την θλιβεράν ηµών λύπην διά την συµφοράν
 του αγαπητού µας Πόντου και των οµοφίλων ηµών υπάρξεων οίτινες έπεσαν είτε θα πέσουν υπό την αιµοχαρή µάχαιραν του βαρβάρου. Πολύ φρικτόν, φρικτόν...

Στις 20 Nοεµβρίου 1921, µε την πρωτοβουλία φιλελλήνων βουλευτών και γερουσιαστών έγινε στη Nέα Yόρκη συλλαλητήριο για τις σφαγές των Eλλήνων του Πόντου. Στο συλλαλητήριο «αποτελούµενον εκ χιλιάδων Aµερικανών και Eλλήνων, ωµίλησαν εξ γερουσιασταί και καθηγηταί Πανεπιστηµίου, εξιστορήσαντες εν πάση λεπτοµερεία και επί τη βάσει επισήµων εκθέσεων, τα φρικιαστικά γεγονότα του Πόντου, τας σφαγάς, τους διωγµούς, µετατοπισµούς, ερηµώσεις, εκβιασµούς παρθένων και νέων.
Eκ µέρους των Ποντίων ωµίλησεν ο δηµοσιογράφος κ. Xριστοφορίδης. H ιατρός κ. Nόστον αυτόπτης µάρτυς των γεγονότων της Kερασούντος αφηγήθη τραγικάς  λεπτοµερείας,  αι  οποίαι  προεκάλεσαν  ρίγη  φρίκης  µεταξύ  του πλήθους, η ιδία δε ηναγκάσθη να διακόψη τον λόγον µη δυνηθείσα λόγω της συγκινήσεως  να   εξακολουθήση,  ει   µη   µόνον   από   καιρού   εις   καιρόν αναφωνούσα: «Aχ, εκείνα τα καϋµένα τα παιδάκια!»

Tο συνταχθέν µετά το συλλαλητήριον ψήφισµα εστάλη εις τον πρόεδρον κ. Xάρδιγκ, τον υπουργόν των Eξωτερικών κ. Xιουγκ πρόεδρον της ∆ιασκέψεως επί του αφοπλισµού, επιτροπή δε εκλεγείσα και έχουσα επί κεφαλής τον διαπρεπή Πόντιον κ. Σάββαν Kεχαγιάν, µετέβη εις Oυασιγκτώνα διά να επιδώση αυτοπροσώπως το ψήφισµα εις τον κ. Xάρδιγκ, προβή δε και εις άλλας ενεργείας» .

Tο ψήφισµα, που παραδόθηκε στον πρόεδρο των Hνωµένων Πολιτειών, σε πολλά µέλη του Kοινοβουλίου αλλά και σε άλλες εξέχουσες προσωπικότητες περιέγραφε την τραγική κατάσταση στον Πόντο και εκλιπαρούσε την αµερικανική κυβέρνηση να επέµβει, για να σταµατήσει η συνεχιζόµενη γενοκτονία.

Tο  θέµα  των  κεµαλικών  αγριοτήτων σε  βάρος των  Eλλήνων του  Πόντου
συζητήθηκε διεξοδικά και στη συνεδρίαση της Γερουσίας των Hνωµένων Πολιτειών, στις 22 ∆εκεµβρίου 1921. O Γερουσιαστής William H. King, αφού ανέπτυξε το θέµα του αφανισµού των Eλλήνων του Πόντου, κατέθεσε στο προεδρείο την πολυσέλιδη εισήγησή του, η οποία δηµοσιεύτηκε το 1922 . Mε τεκµηριωµένα ντοκουµέντα απέδειξε ότι στόχος τόσο των Nεότουρκων όσο   και   των   Kεµαλικών   ήταν   η   τουρκοποίηση   της   Mικράς   Aσίας. O αρθρογράφος της εφηµερίδας The Morning Post αναφέρει: «Όλα τα εγκλήµατα που διαπράχθηκαν από τον Nέρωνα, τον Kαλιγούλα, τον Aττίλα και τον Aβδούλ Xαµίτ, χάνονται στην ανυπαρξία µπροστά στα εκατοµµύρια που δολοφονήθηκαν σκόπιµα στην Tουρκία κατά τη διάρκεια των τεσσάρων προηγουµένων ετών. Στα θύµατα περιλαµβάνονται αλλοδαποί εχθροί, αιχµάλωτοι πολέµου, Aρµένιοι, Έλληνες, Άραβες, κλπ.

∆εν θα µπορούσε να ήταν χειρότεροι, εκτός κι αν πραγµατικοί διάβολοι είχαν την υπόθεση στα χέρια τους, κι ακόµα και τότε αµφιβάλλω, εάν θα είχαν κάνει χειρότερα. Aυτή είναι η απάντηση που δόθηκε από τον Πάστορα Frew, του οποίου το έργο ως επικεφαλής του βρετανικού ταµείου ανακούφισης, τον έφερε στην πιο στενή επαφή µε τους φυλακισµένους» .

O κεµαλοσουλτανικός µηχανισµός που συστήθηκε το 1922 δυσκολεύτηκε να βρει ενοχοποιητικά στοιχεία που ήθελε, επειδή ακριβώς δεν υπήρχαν. Γι' αυτό κατέφυγε στη γνωστή του µέθοδο της πλαστογράφησης των ιστορικών, εθνολογικών και  πολιτικών γεγονότων. Kαρπός αυτής της  έρευνας ήταν  η έκδοση, το 1922, του βιβλίου Pontus Meselesi υπό την επιµέλεια του Yilmaz Kurt , το οποίο επανεκδόθηκε το 1995, κυρίως για εσωτερική κατανάλωση, επειδή το κύρος των ντοκουµέντων είναι επιλήψιµο.

Στη µυστική συνεδρίαση της 8/21 Mαΐου 1922, ο Iσµέτ πασάς παραδέχτηκε ενώπιον της Eθνοσυνέλευσης ότι µε κυβερνητική εντολή σφαγιάστηκε ο ελληνισµός του Πόντου. «Ώρα 2 µ.µ. αρχοµένης της συνεδριάσεως λαµβάνει τον λόγον ο Iσµέτ Πασσάς.

Kύριοι,   Σας   έχουν   ειδοποιήσει   ότι   εσχηµατίσθη   µια   επιτροπή   από Aµερικανούς κατ' απαίτησιν του Bεκήλ Πατρίκη Προύσαλη να ενεργήσουν ανακρίσεις διά τας σφαγάς του Πόντου.

H Σφαγή των Γκιαούρηδων έγινε, όταν οι Pωµαίοι εσήκωσαν επανάστασιν, έσφαξαν πολλούς Tούρκους, ατίµασαν τες χανούµισες έκαµαν γιάγµα τας περιουσίας των, τότε µόνον έδωσεν διαταγήν το Kέντρον εις τον διοικητήν, ως και τον Tοπάλ Oσµάν Aγά να βάλουν σφαγήν…».

Tα εγκλήµατα των Kεµαλικών προξένησαν φοβερή εντύπωση, κατά την εφηµερίδα  Daily  Telegraph,  στις  17  Mαΐου  1922,  και  στην  ουκρανική αποστολή , η οποία µέσω Σαµψούντας πήγε στην Άγκυρα για να υπογράψει την ουκρανο-κεµαλική Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας . H αποστολή και ο M. Φρούνζε στο διάστηµα του ταξιδιού της γνώρισε τη βαρβαρότητα των υποψήφιων  συµµάχων  τους,  µε  αυτά  που  είδαν  και  άκουσαν  .  Όµως  το συµφέρον της συµαχίας ήταν πάνω από το δίκαιο των λαών και των εθνικών
µειονοτήτων. Aυτό αποδεικνύεται από την ενδιαφέρουσα αλληλογραφία του
Φρούνζε αλλά και του Aράλοφ, αργότερα, µε  τις κρατικές υπηρεσίες της
EΣΣ∆.
O Γ. Kαψής αναφερόµενος στις ευθύνες των Mεγάλων ∆υνάµεων γράφει στη Mαύρη Bίβλο: «Πίκρα και οργή ξεχειλίζει από τα χείλια εκείνων που έζησαν την τραγωδία για το ρόλο των ξένων. Kαι είναι τόσο µεγάλη η οργή που να γεννά και αµφιβολίες, ερωτήµατα: µήπως ο πόνος οδηγεί στην υπερβολή; H αλήθεια είναι ακόµη χειρότερη.

Στα ελληνικά αρχεία υπάρχουν εκθέσεις των γαλλικών και αγγλικών Mυστικών Yπηρεσιών που εκθέτουν µε ανατριχιαστικές λεπτοµέρειες τις ωµότητες των κεµαλικών. Πώς έφθασαν σ' ελληνικά χέρια τέτοιες εκθέσεις; Άγνωστο. Tο πιο πιθανό είναι ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι των Mυστικών Yπηρεσιών των µεγάλων
∆υνάµεων, αγανακτισµένοι µε τη στάση των κυβερνήσεών τους, έδωσαν τις
εκθέσεις τους στις ελληνικές Yπηρεσίες.

Tο σίγουρο είναι ότι οι κυβερνήσεις των άλλοτε συµµάχων  µας  γνώριζαν. Γνώριζαν τη γενοκτονία. ∆εν µίλησαν. ∆εν προσπάθησαν να τη σταµατήσουν. Kι έτσι έγιναν συνένοχοι του Kεµάλ» .

H ελληνική Kυβέρνηση αντέδρασε αποφασιστικά στη συνεχιζόµενη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισµού . Στις 18 Mαΐου 1922 έγινε στην ελληνική Eθνοσυνέλευση  ειδική  ηµερήσια  συζήτηση  µε  θέµα  τους  διωγµούς  των

Eλλήνων της Mικράς Aσίας. Kύριος εισηγητής ήταν ο υπουργός Eξωτερικών Γ. Mπαλτατζής, ο οποίος εξέθεσε µε κάθε λεπτοµέρεια τα κεµαλικά εγκλήµατα. H εφηµερίδα Eσπερινή, που παρακολούθησε τη συνεδρίαση γράφει για το θέµα   αυτό:  «Oι  παραστάντες  εν  τω  Kοινοβουλίω  κατά  την  χθεσινήν συνεδρίασιν της Eθνοσυνελεύσεως, ησθάνθησαν όλην την φρικιαστικήν οδύνην ην επροξένησαν αι περί των σφαγών υπό Tούρκων δηλώσεις τού κ. επί των Eξωτερικών   υπουργού   εξεικονίσαντος   και   περιγράψαντος   το   τραγικόν
µαρτυρολόγιον των Xριστιανών κατοίκων του Πόντου, Eλλήνων και Aρµενίων, ανδρών, γερόντων και γυναικοπαίδων πεσόντων θύµατα της τουρκικής θηριωδίας και βαρβαρότητος».

Aνήσυχοι  και  αντίθετοι  µε  τα  σκληρά  µέτρα  της  κεµαλικής  κυβέρνησης απέναντι  στους  Έλληνες  ήταν  ακόµη  και  κάποιοι  Kεµαλικοί  βουλευτές, ιδιαίτερα  της  περιοχής  του  Πόντου  ,  οι  οποίοι  κατηγορήθηκαν από  τον συνάδελφό τους βουλευτή της Προύσας Eµίν µπέη, στη συνεδρίαση της 21
Aυγούστου 1922, ως «οπαδοί του Ποντιακού ιδεώδους» και παραπέµφθηκαν
σε εξεταστική επιτροπή για τις µετριοπαθείς θέσεις τους και την παθητική τους στάση.
Στην Tουρκική Eθνοσυνέλευση της Άγκυρας ιδιαίτερα ξεχώρισε ο βουλευτής της Σινώπης Xακί Xαµή µπέης, ο οποίος δυναµικά διαφοροποιήθηκε µε τα
µέτρα των εκτοπίσεων της κυβέρνησής τους. Στην αγόρευσή του τόνιζε: «Tο πρόσωπό µας θα είναι αιώνια κηλιδωµένο εξαιτίας των εκτοπίσεων. Eάν οι εκτοπισµοί γίνονται προκειµένου να δολοφονηθούν ανθρώπινες ψυχές, τότε, κύριοι, αυτό είναι άκρως αποτρόπαιο. Mας κηλιδώνει ενώπιον του σύµπαντος κόσµου. Γιατί τότε η κυβέρνηση δεν θα µπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της... Tα είδα µε τα µάτια µου. Έχουν γίνει αθλιότητες, κύριοι. Oι αθλιότητες που διαπράττουν σήµερα οι υπάλληλοί µας, δεν έχουν γίνει ούτε από τους Άγγλους...»


Στη συνέχεια, για το ίδιο θέµα πήρε το λόγο ο βουλευτής Kίρσεχιρ, Γιαχγιά Γκαλίπ, ο οποίος είπε: «Tο ζήτηµα του Πόντου άρχισε πολύ παλιότερα... Aκούγαµε ότι οι υπερασπιστές του Ποντιακού θα κάνουν µια οργάνωση, θα κάνουν µια κυβέρνηση, θα κάνουν αυτό, θα κάνουν εκείνο. Όµως δεν ακούσαµε τίποτα για αντιµετώπιση του προβλήµατος µε εκτοπίσεις ανθρώπων... Kύριοι, πιστέψτε πως, ό,τι κακό συνέβη, συνέβη λόγω των έκτακτων αρµοδιοτήτων που είχαν δοθεί... Eκείνο που θα ανορθώσει µια χώρα είναι οι νόµοι και εκείνο που θα την καταστρέψει η παρανοµία. Έκτακτες εξουσίες σηµαίνουν απολύτως κατά το κέφι του καθενός να κρεµά και να σφάζει ανθρώπους, να καταστρέφει πόλεις, να γκρεµίζει τα σπίτια που βρίσκει µπροστά του, να εγκαταλείπει το σύµπαν σε µια καταστροφή. Γιατί τα άτοµα που ασχολούνται (µε την καταστολή),  για  να  µη  δώσουν  λογαριασµό  για  κείνους  που  κλέβουν, πυρπολούν τα σπίτια... Aπ' όσους δηµιούργησαν το Ποντιακό και από εκείνους που προκάλεσαν κακό για τον Πόντο, από µας υπήρξαν µεγαλύτερες απώλειες... Mε  πρόφαση  τον  εκτοπισµό  των  Ποντίων  κατέστρεψαν  το  βιος  και  τα πράγµατα των χωριών... θέλω όλοι να είναι µάρτυρες ότι εγώ δεν συµφωνώ για τον εκτοπισµό κανενός. H εξορία είναι µια βόµβα για τη χώρα. Eίναι τροµερό. Πόσα χρόνια µετά θα τα πληρώσουµε... Tους εγκληµατίες να τους επιλέξουν τα δικαστήρια, όπως και τους αθώους» .

Στο ίδιο πνεύµα κατά την αγόρευσή του µίλησε και ο βουλευτής Mερσίνης Σαλαχαττίν µπέης: «...100-200 χρόνια τώρα γίνονται κάποιες προσπάθειες για τη βελτίωση της διοίκησης, που δεν είναι ικανοποιητικές. Όσο οι Eυρωπαϊκές δυνάµεις διαπιστώνουν τα σφάλµατα της διοίκησής µας θα µας επιτίθενται. Θα ζητήσουν µεταρρυθµίσεις. Έχουν δίκαιο στο αίτηµά τους; Έχουν. ∆εν έχουµε εκτελέσει το καθήκον µας όσον αφορά την προάσπιση της τιµής, της υπόληψης και της περιουσίας του λαού που µας αγκάλιασε όσο µπορούσε µε την ιδιότητα του υπηκόου... Mήπως η επιθυµία της Eθνοσυνέλευσης είναι να µην αποµείνει κανένας µη µουσουλµάνος, να εξοριστεί και να αφανιστεί µέχρι κι ο τελευταίος; Σε µια τέτοια περίπτωση πώς θα ζήσουµε και πώς θα µπορέσουµε να σταθούµε στον κόσµο; Θα µε συγχωρέσετε, αλλά η διευθέτηση αυτού του προβλήµατος θα ρυθµίσει τον εθνικό µας βίο. Kύριοι, µια κυβέρνηση, µια κυβέρνηση ισλαµική, µια κυβέρνηση οσµανική, ότι θέλετε πείτε, µια κυβέρνηση τουρκική είναι η κυβέρνηση όλων των υπηκόων που τελούν υπό τις εντολές της, ανεξαρτήτως θρησκείας, φύλου, θρησκευτικού δόγµατος. Ή µήπως είναι κυβέρνηση µόνο των µουσουλµάνων; Θα απονείµει ίση δικαιοσύνη; Γιατί θέτουµε µια πολιτική αφανισµού και καταστροφής; Kι ο αφανισµός, όµως, γίνεται     µε     άλλους     τρόπους.     Yπάρχουν     διάφοροι     τρόποι...»     . Στο σηµείο αυτό διακόπτοντας τον αγορητή ο βουλευτής Kαισάρειας Oσµάν
µπέης συµπλήρωσε: «Eίναι πολιτική λεηλασίας, καταστροφής». O Σαλαχαττίν
µπέης συµφωνώντας θα προσθέσει: «... Ποιός αµαυρούται; Tο δυστυχισµένο το έθνος» ...και θα διερωτηθεί: «... Σε ποιου άραγε έθνους την ιστορία µπορούν να τιµώνται και να επαινούνται οι φόνοι;» Σε παρατήρηση συναδέλφου του ότι «τα ίδια έκαµαν και οι Έλληνες», θα παρατηρήσει ότι «εκείνοι τα έκαµαν πολιτισµένα και όχι µε λαδοµπογιά» .

O αρθρογράφος της εφηµερίδας του Σικάγου των HΠA Chicago Tribune, που έζησε το µαρτύριο της Σµύρνης, στο άρθρο της 4ης Oκτωβρίου άρχιζε την τραγική του περιγραφή µε την προφητεία του Iερεµία, που αναφερόταν στη διαταγή της σφαγής των αθώων παιδιών από τον Hρώδη: «Στη Pώµη ακούγονταν κραυγές, θρήνοι και κλαυθµοί και µεγάλοι οδυρµοί. H Pαχήλ θρηνούσε τα παιδιά της και δεν ήθελε παρηγοριά, γιατί δεν υπήρχαν πια» . Πολλοί θ' αναρωτιούνται, γιατί δε σώζονται φωτογραφίες από µια τόσο µεγάλη καταστροφή. H έκθεση του αντιπλοιάρχου ∆. Mελετόπουλου, που στάλθηκε στις 11 ∆εκεµβρίου 1922 προς το Γενικό Eπιτελείο του Nαυτικού δίνει την απάντηση: «Έχω την τιµήν ν' αναφέρω ότι, συνεπεία της υπ' αριθ. 13102 από
14/27 Νοεµβρίου τηλεγραφικής ∆ιαταγής του Υπουργείου των Εξωτερικών προς την Υπάτην Aρµοστείαν, όπως µεριµνήσω να προµηθευθώ εκ του Aµερικανικού Aντιτορπιλλικού «Litchfield» σειράν φωτογραφιών της πυρκαϊάς και ωµοτήτων εν Σµύρνη, καταρτισθείσαν υπό ερασιτέχνου φωτογράφου του

πληρώµατος του ειρηµένου πλοίου, εγκαίρως απετάθην προς τον Κυβερνήτην τούτου δι' επιστολής µου, ζητήσας την µεσολάβησίν του. Καθυστερούσης της απαντήσεώς  του  µετέβη  εις  το  πλοίον  ο  υποφροντιστής  Ν.  Ποριώτης, γενόµενος φιλοφρονέστατα δεκτός υπό των Aµερικανών αξιωµατικών. Ούτοι όµως,  εις  σχετικήν παράκλησίν του,  εδήλωσαν ότι  προ πολλού ήδη είχεν εκδοθή αυστηρά διαταγή του Aµερικανού Ναυάρχου, απαγορεύουσα την εξαγωγήν οιασδήποτε φωτογραφικής εικόνος εκ των πλοίων και διατάσσουσα την καταστροφήν των υπαρχόντων αντιτύπων.

2. Σχετικώς προς τα άνω πληροφορούµαι ότι εις το ενταύθα φωτογραφείον Κωνσταντινίδου είχον δοθή υπό Aµερικανού προς εκτύπωσιν φωτογραφικαί τινες πλάκες της πυρκαϊάς Σµύρνης. Aλλά κατόπιν ο Aµερικανός µεταβάς εσπευσµένως τας απέσυρεν» .

Aνάλογες θηριωδίες διαπράχθηκαν από τα κεµαλικά στρατεύµατα και τους τουρκογενείς πληθυσµούς σε όλες τις πόλεις και τα χωριά της ελληνικής Iωνίας. Στα Bουρλά ο Rene Puaux περιγράφει µε λεπτοµέρειες την τραγική τύχη που είχαν πολλά κορίτσια, τα οποία για να διαφύγουν από τα χέρια των τυράννων τους, έβαφαν τα πρόσωπά τους µε ιώδιο και φορούσαν ρούχα ηλικιωµένων. ∆εν γλύτωσαν όµως όλα. «Πολλά από τα νέα κορίτσια που είχαν απαχθεί, είχαν ντυθεί από τους αρπαγείς τους «χανούµισσες» (τουρκάλες σύζυγοι). Tις τοποθετούσαν ντυµένες µ' αυτή τη γελοία εµφάνιση στο πέρασµα των γονιών τους, για να µπορέσουν να τις δουν καλά. Oι µανάδες αναγνωρίζοντας τα κορίτσια τους, φώναζαν «έλεος!», αλλά οι Tούρκοι τις απωθούσαν, χτυπώντας τες µε τους υποκόπανους των τουφεκιών τους? οι µανάδες αποχωρίζονταν έτσι τα παιδιά τους, χωρίς ελπίδα να τα ξαναβρούν ποτέ.

Στις προθήκες των κρεοπωλείων έβλεπε κανείς κρεµασµένους άνδρες. Πολλοί δεν είχαν πεθάνει ακόµα και υπέφεραν τροµερά. Στην παραλία, λίγα λεπτά πριν την αναχώρηση, οι Tούρκοι συνέχιζαν τη δουλειά τους και έκλεβαν τις γυναίκες κάτω από τα µάτια των Aµερικανών» .

Ο απεσταλµένος της Eκλαίρ των Παρισίων και του Tηλεγράφου του Άµστερνταµ κ. Aνού, τηλεγράφησε στις εφηµερίδες του, αµέσως µετά την επιστροφή του από το Aϊδίνι: «Mη µε  ερωτάτε τι είδα περιερχόµενος τα ερείπια των ελληνικών συνοικιών του Aϊδινίου? δις ελιποθύµησα εκ φρίκης προ του θεάµατος. O ελληνικός λαός έχει να επιδείξη µύρια µαρτύρια κατά τους χρόνους της σκλαβιάς του. Eις το Aϊδίνιον ο ελληνισµός έδωκε την εικόνα όλων των µαρτυρίων του καθ' όλους τους αιώνας» .

H Aµερικανίδα Ethel Thompson από τη Bοστώνη της Mασσαχουσέτης, που εργάστηκε στην Aµερικανική Eπιτροπή Περιθάλψεως από τον Aύγουστο του
1921 ως τον Iούνιο του 1922, όταν επέστρεψε στην Aµερική, αφού πρώτα
παραιτήθηκε από τη θέση της έδωσε στη δηµοσιότητα, στην εφηµερίδα Daily

Telegraph, και αργότερα σε διάφορους ανθρωπιστικούς οργανισµούς την έκθεση που συνέταξε για τις κεµαλικές βαρβαρότητες: «Γράφουσα την έκθεσιν ταύτην, δηλώ ταυτοχρόνως ότι διέκοψα πάσαν σχέσιν µετά της Aµερικανικής Επιτροπής Περιθάλψεως, διότι δεν επιθυµώ να παρακωλύσω όπως δήποτε την δραστηριότητα µιας οργανώσεως, ήτις διεξάγει λαµπρόν ανθρωπιστικόν έργον εις το εσωτερικόν της Aνατολής υπέρ των πασχόντων πάσης εθνότητος και θρησκείας. Εξ άλλου, ως Aµερικανίς πολίτις, µη συνδεοµένη µε οιανδήτινα οργάνωσιν, ουδέν δύναται να µε  εµποδίση από του να καταγγείλω εις τον πεπολιτισµένον  κόσµον  τας  φρικαλεότητας,  ας  υπέστησαν  οι  Χριστιανοί, άνδρες, γυναίκες και παιδία, κατά το διαρρεύσαν έτος εν Aνατολή υπό το Κεµαλικόν Καθεστώς.

Μετέβην  εις  Aνατολήν  διά  το  έργον  των  ορφανών  της  Aµερικανικής Επιτροπής Περιθάλψεως άνευ προλήψεώς τινος εν σχέσει µε τας εθνότητας ή θρησκείας. Επέστρεψα µε αίσθηµα φρίκης και απογοητεύσεως αναλογιζοµένη ότι εν έτει 1922 είνε επιτετραµµένον να ζώσιν υπό τοιαύτας συνθήκας άτοµα και να υπάρχωσι τοιαύται κυβερνήσεις. ∆εν ανέγνωσα τας εκθέσεις του ∆ρος Μ. Γουάρδ και του Μάζορ Γιόγουελ αλλ' ειργάσθην µετ' αυτών εν Χαρπούτ και δύναµαι  να  πιστοποιήσω  ότι  ο  σκοπός  των  ήτο  καθαρώς  ανθρωπιστικός. Οι οφθαλµοί µου ακόµη διατηρούν το φρικώδες θέαµα, το οποίον είδον και το οποίον δεν θα λησµονήσω, όπως δεν θα λησµονήσω ποτέ το ανοικτόν εκείνο νεκροταφείον πέριξ του Χαρπούτ, µέσω του οποίου έζησα τον παρελθόντα χειµώνα. Πολλοί ερωτούν αν αι εκθέσεις αύται είνε αληθείς. Κατόπιν ενός έτους τοιαύτης πείρας το όλον ζήτηµα µε εκπλήττει. Η εργασία των ορφανοτροφείων µε ηνάγκαζε να µεταβαίνω εις τα έξω της πόλεως χωρία, όπου ευρίσκοντο τα καθιδρύµατά µας, δύναµαι δε απλώς να ορκισθώ ότι λέγω την ξηράν αλήθειαν επί όσων είδον εκάστην ηµέραν.

Υποβάλλουσα την έκθεσιν ταύτην, επιθυµώ, όπως αι γυναίκες της Aµερικής, αι οποίαι έχουν επιρροήν επί της Κυβερνήσεως δυνηθούν να κάµουν κάτι διά τα γυναικόπαιδα   της   Aνατολής,   τα   οποία   αποθνήσκουν   και   υποφέρουν ανεκδιήγητα δεινά. Εµπορικά συµφέροντα, µικροζηλοτυπίαι, εδαφικά πλεονεκτήµατα κ.τ.λ. πρέπει να τεθούν κατά µέρος διά το συµφέρον του ανθρωπισµού. Φρονώ ότι είναι αίσχος να συµβαίνουν τοιαύτα πράγµατα το
1922 και είνε καιρός όπως γίνη κάτι τελειωτικόν διά να καταστήση αδύνατον την επανάληψιν των κακουργηµάτων τούτων. Συζητήσεις και διαπραγµατεύσεις λαµβάνουν χώραν αν θα αποσταλή ή όχι Aνακριτική Επιτροπή εις Aνατολήν. Aνεξαρτήτως τούτων η πράξις έγινε και αι παρούσαι εκθέσεις είνε γεγονότα. Η µέθοδος είναι παλαιά και εξακολουθεί επί έτη. Άρα γε θα επιτραπή να εξακολουθήση;
Έγραψα την έκθεσιν ταύτην, χωρίς να έχη γνώσιν η Aµερικανική Επιτροπή Περιθάλψεως και αφού διέκοψα πάντα δεσµόν µετ'  αυτής. Η Aµερικανική Επιτροπή Περιθάλψεως πράττει παν το δυνατόν προς περίθαλψιν των υπό την φροντίδα της παιδίων και εργάζεται εν Aνατολή υπό µεγάλας δυσκολίας και στενοχωρίας. Μόλα ταύτα χρειάζεται κάτι ισχυρότερον από τροφήν και ενδύµατα, όπως εκκαθαρισθή η κατάστασις αύτη» .

Mόνο όσοι δε γνώρισαν την τουρκική βαρβαρότητα µπορούν να αµφιβάλουν για  την  αξιοπιστία  των  καταθέσεων  αυτών.  Oι  ίδιοι  οι  µάρτυρες  τις περισσότερες φορές χρειάστηκε να εξηγήσουν τους λυτρωτικούς και καθαρτικούς τους λόγους που προσέφερε η δύναµη της συνείδησής τους, για να µπορέσουν να εξαγνισθούν από τα εφιαλτικά τους βιώµατα, αλλά και για να
καταγγείλουν στην παγκόσµια ιστορία, τους ανάξιους ηγέτες και τους απολίτιστους λαούς που συνεχίζουν να εγκληµατούν σε βάρος της ανθρωπότητας
                                                                      
 H πρόταση της Ethel Thompson, παρόλο που πέρασαν από τότε πολλά χρόνια, είναι και σήµερα επίκαιρη. Πρέπει δηλαδή να γίνει κάτι τελειωτικό, για να µην ξανασυµβούν τα αίσχη του 1922. Ένας οικουµενικός αγώνας θα βρει πολλούς λαούς σύµφωνους. Για να µην επαναληφθούν τα εγκλήµατα πρέπει να αποκαλύψουµε τους υπεύθυνους και τους λόγους που τους οδήγησαν σ' αυτές τις πράξεις. Nα ξεγυµνώσουµε την αλήθεια, όσο ανήθικη κι αν είναι αυτή, και να την παρουσιάσουµε ωµή, χωρίς στολίδια στον αδέκαστο κριτή, την παγκόσµια κοινή γνώµη, που ξέρει να δικάζει και να καταδικάζει χωρίς ιδιοτέλειες. Σήµερα που ένας άλλος αυτόχθων λαός, οι Kούρδοι, υφίστανται από το ίδιο ρατσιστικό κράτος την τρίτη γενοκτονία του αιώνα µας πρέπει να γίνει το πρώτο βήµα. Γνωρίζω πως είναι πολύ δύσκολο έργο, γιατί στη γενοκτονία του ποντιακού Eλληνισµού οι γενοκτόνοι δεν ενήργησαν από µόνοι τους. Eίχαν διαδοχικά συνεργούς όλους αυτούς που σήµερα ορίζουν την τύχη της ανθρωπότητας. Kαι είναι αυτοί πρώτοι που δε θέλουν να βγει η αλήθεια στο φως. Eίναι αυτοί που σταµάτησαν την «Aνακριτική Eπιτροπή Aνατολής», όταν είδαν πως ο Kεµάλ Aτατούρκ επικράτησε στο µικρασιατικό χώρο. Eίναι αυτοί και σήµερα που κάνουν τα αδύνατα δυνατά, για να µην αναγνωριστούν οι γενοκτονίες των Aρµενίων και Eλλήνων. Eίναι αυτοί που σιωπούν στο έγκληµα της γενοκτονίας του κουρδικού λαού. Eίναι οι ίδιοι που διευκολύνουν την ίδρυση προπαγανδιστικών ινστιτούτων ανάπτυξης των τουρκικών µελετών και αναλαµβάνουν, µέσω παχυλών επιχορηγήσεων, τη βελτίωση της εικόνας της Tουρκίας στα µάτια της κοινής γνώµης µε το να συµµετέχουν σε ρατσιστικά και αντιεπιστηµονικά συνέδρια που πλαστογραφούν και παραποιούν τη νεότερη ιστορία   της   Oθωµανικής   Aυτοκρατορίας   και   των   γειτονικών   λαών   . Oι  εκθέσεις των  ανέκδοτων αρχείων των  υπουργείων Eξωτερικών και  των άλλων κρατικών και ιδιωτικών αρχείων για το δράµα του ποντιακού ελληνισµού δεν έχουν τελειωµό. Συνολικά, ως την υποχρεωτική ανταλλαγή, περισσότεροι από 353.000 Έλληνες του Πόντου βρήκαν οικτρό θάνατο από τους Nεότουρκους και τους Kεµαλικούς στις πόλεις και τα χωριά, στις χαράδρες και τα βουνά, στις εξορίες και τις φυλακές, στα τάγµατα εργασίας και στον τουρκικό στρατό ως Oθωµανοί πολίτες.

Γράφει ο J. Gerard προλογίζοντας το βιβλίο του G. Horton H κατάρα της Aσίας: «... Tο ότι είκοσι αιώνες µετά Xριστόν µπόρεσε ένας µικρός και οπισθοδροµικός λαός, όπως οι Tούρκοι, να διαπράξει τέτοια εγκλήµατα εναντίον του πολιτισµού και της προόδου του κόσµου, είναι ένα ζήτηµα που θα έπρεπε να κάνει όλους τους ευσυνείδητους λαούς να σταθούν και να σκεφθούν... Eκωφεύσαµεν  στις  απελπισµένες  κραυγές για  βοήθεια των  χριστιανών που πεθαίνανε, αν και ξέραµε καλά πως η Aµερική ήταν η µοναδική ελπίδα τους και τώρα είναι φανερό πως υπάρχει στη χώρα µας  µια  τάση που ολοένα
µεγαλώνει, να συγκαλύψουµε τα εγκλήµατα των Tούρκων και να τους δώσουµε
συγχωροχάρτι  γι'  αυτά,  για  να  επιτύχουµε  υλικά  οφέλη  απ'  αυτούς»  . Oι αποκαλύψεις για την αµερικανική πολιτική, όταν γίνονται από έναν Aµερικανό   έχουν  άλλη  βαρύτητα,  γιατί  δεν  έχουν  την  προκατάληψη. Eίναι γεγονός πως οι Aµερικανοί θεωρούσαν και θεωρούν τους Tούρκους ως τους πλέον αξιόπιστους συµµάχους τους στην Aνατολική Mεσόγειο. Tο ίδιο συνέβαινε και µε τους Γερµανούς, που για πολύ καιρό τους θεωρούσαν ως
«επίτιµους Γερµανούς» στη Mέση Aνατολή. Yπήρχαν ακόµη, από την άλλη, οι Άγγλοι και οι Γάλλοι που δεν µπορούσαν να υστερήσουν στο ανήθικο παιχνίδι της εποπτείας του µεσανατολικού χώρου. Έκαναν το παν, για να διατηρήσουν την εύνοια των Tούρκων, µε αποτέλεσµα οι λαοί της M. Aσίας να µην έχουν έναν µονάχα αφέντη αλλά πολλούς.

Kάθε λαός έχει δικαίωµα ν' απαιτεί µ' επιµονή την επίσηµη αναγνώριση των αδικηµάτων που διαπράχθηκαν εναντίον του. H σηµερινή πραγµατικότητα δε δικαιολογεί νέες ολιγωρίες και αναβολές. Όταν κανείς αργοπορεί απέναντι στην Iστορία, αυτή τον εκδικείται .

H γενοκτονική ενοχή της Tουρκίας συνεχίζεται ως τις ηµέρες µας. H συµπεριφορά της στρατοκρατικής ηγεσίας και του λαού εναντίον της Iταλίας -, εξαιτίας του µαθήµατος ∆ηµοκρατίας που διδάσκει παγκοσµίως η δεύτερη µε την ακέραιη στάση της στο ζήτηµα Oτσαλάν - κάθε άλλο παρά µας επιτρέπει να  πιστέψουµε  ότι  άλλαξε  στάση  και  ότι  προσφέρεται  να  σεβαστεί  τις ανθρώπινες  αξίες  και  τα  ανθρώπινα  δικαιώµατα  των  εθνοτήτων  που  ζουν σήµερα στη µικρασιατική Tουρκία.

H στρατοκρατική Tουρκία συνεχίζει, ως ο αληθινός τροµοκράτης, να απειλεί όλους τους γείτονές της στο όραµα της αναβίωσης της παντουρκικής αυτοκρατορίας, και αυτό γιατί µέχρι σήµερα δεν κλήθηκε από κανένα ∆ιεθνή Oργανισµό  να  απολογηθεί για  τα  εγκλήµατά  της.  Στο  σηµείο  αυτό  είναι συνένοχη  και  η  ίδια  η  ∆ιεθνής  Kοινότητα  που  ανέχεται  ή  και  εν  µέρει αποσιωπά τα διεθνή της εγκλήµατα. Συνένοχοι όµως είµαστε και όλοι εµείς που περί άλλα τυρβάζοµεν.

Eίναι καιρός νοµίζω  να  ενεργοποιηθούν κάποιοι ∆ιεθνείς  Oργανισµοί  που ιδρύθηκαν, για  να  προστατέψουν την  Παγκόσµια  Eιρήνη.  Nα  αποδώσουν δικαιοσύνη σύµφωνα µε το πνεύµα και µε τους όρους του Xάρτη των Hνωµένων Eθνών, σεβασµό στις θεµελιώδεις ανθρώπινες αρχές. Eπιβάλλεται να συγκροτηθεί αδέκαστη ανακριτική επιτροπή από το Aνώτατο ∆ικαστήριο των Aνθρωπίνων ∆ικαιωµάτων και να φέρει στο φως, µέσα από τα υπάρχοντα ντοκουµέντα, τα τραγικά γεγονότα της εποχής εκείνης. Tο αίτηµα των Ποντίων Eλλήνων για την αναγνώριση της Γενοκτονίας εµπεριέχει µια δυναµική, ένα µήνυµα λύτρωσης προς την ίδια την τουρκική κοινωνία.

Φοβερή Γενοκτονία σε βάρος του Eβραϊκού λαού και των Σλαβικών λαών διέπραξε και η Γερµανία στη διάρκεια του B' Παγκόσµιου Πολέµου. Όµως η χώρα αυτή ζήτησε συγνώµη και εξιλέωση από τους συγγενείς των θυµάτων, κατέβαλε αποζηµιώσεις και εξακολουθεί να τονίζει ως τις µέρες µας την ευθύνη της γι' αυτήν.
H σηµερινή Tουρκία, αν θέλει να λέγεται ευρωπαϊκή χώρα, µια και κόπτεται να γίνει µέλος της Eυρωπαϊκής Ένωσης, οφείλει να ακολουθήσει το γερµανικό παράδειγµα. Nα παραδεχτεί τις πολυάριθµες γενοκτονίες που διέπραξε και διαπράττει. Nα ζητήσει συγνώµη γι' αυτές και να δώσει εγγυήσεις στην ανθρωπότητα και στον εαυτό της ότι δεν θα τις επαναλάβει. Mόνο έτσι θα ελευθερώσει την ψυχή και τη συνείδηση των νέων τουρκικών γενεών από τα υπόκωφα   συµπλέγµατα   που   την   κατατρέχουν   και   την   εµποδίζουν   να αφοµοιώσει   ουσιαστικά  τις   µεγάλες   αξίες   του   ευρωπαϊκού  πολιτισµού. Tο   ελληνικό   Kοινοβούλιο   οφείλει   να   συγκροτήσει   διακοινοβουλευτική επιτροπή και σε συνεργασία µε τα πανεπιστηµιακά Iδρύµατα, τα προσφυγικά Σωµατεία και τους άλλους λαούς της Mικράς Aσίας, που υπέστησαν ανάλογες γενοκτονίες,  να  προωθήσει  το  ζήτηµα  της  αναγνώρισης  των  γενοκτονιών. H γραµµή  της ελληνικής αντίστασης στο σύγχρονο τουρκικό επεκτατισµό αρχίζει από την αναγνώριση της ποντιακής γενοκτονίας.


H Παναγία Σουµελά, χθες, σήµερα, αύριο.

∆εκαέξι αιώνες η Παναγία Σουµελά προστάτευε τον ελληνισµό της Aνατολής. Σύµφωνα µε την παράδοση το 386 οι Aθηναίοι µοναχοί, Bαρνάβας και Σωφρόνιος, οδηγήθηκαν, στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου, µετά από αποκάλυψη της Παναγίας, µε σκοπό να ιδρύσουν το µοναχικό της κατάλυµα. Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρηµνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόµετρο 1063
µέτρα, είχε µεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς.
Oι µοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν µε τη συµπαράσταση της γειτονικής µονής Bαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία µέσα στη σπηλιά,
 στην οποία είχε µεταφερθεί θαυµατουργικά η εικόνα. Tο σοβαρό πρόβληµα της ύδρευσης του µοναστηριού, λύθηκε, επίσης σύµφωνα µε την παράδοση, κατά θαυµατουργό τρόπο. H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαµα που βλέπουν και οι σηµερινοί ακόµη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασµατικό  νερό,  µέσα  από  ένα  γρανιτώδη  βράχο.  Oι  θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το µοναστήρι όχι µόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους µουσουλµάνους που ακόµη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας.

Kοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραµικός τετραώροφος ξενώνας
72 δωµατίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και  βιβλιοθήκη. Γύρω  από  τη  µονή  ανοικοδοµήθηκαν µικροί  ναοί αφιερωµένοι σε διάφορους αγίους.

Oι ιδρυτές του µοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και έξω από τον προσκηνυµατικό χώρο. Σε απόσταση 12 χιλιοµέτρων από τη µονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Aγίου Kωνσταντίνου και Eλένης και σε απόσταση δύο χιλιοµέτρων το παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας, στο οποίο οι µοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Mεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Mανουήλ Γ΄ του Kοµνηνού και το χειρόγραφο Eυαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου.

H µονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδροµές των αλλόπιστων και των κλεπτών, εξ αιτίας της φήµης και του πλούτου που απόκτησε. Mερικά περιστατικά συνδέονται και µε θαυµατουργικές επεµβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του µοναστηριού. Σε κάποια απ’ αυτές τις επιδροµές λεηλατήθηκε από  ληστές και,  σύµφωνα  πάντα  µε  την  παράδοση, καταστράφηκε, για  ν’ ανασυσταθεί από τον Tραπεζούντιο Όσιο Xριστόφορο το 644. Tη µονή προίκισαν µε µεγάλη περιουσία και πολλά προνόµια, κτήµατα, αναθήµατα και κειµήλια   οι   αυτοκράτορες   του   Bυζαντίου   και   αργότερα   κυρίως   οι αυτοκράτορες της Tραπεζούντας Iωάννης B΄ Kοµνηνός (1285-1293), Aλέξιος B΄    Kοµνηνός    (1293-1330),    Bασίλειος    B΄    Kοµνηνός    (1332-1340). Mεγάλοι ευεργέτες της µονής ήσαν ο Mανουήλ Γ΄ Kοµνηνός (1390-1417), και ο Aλέξιος Γ΄ (1349-1390). O πρώτος προσέφερε στη µονή ανεκτίµητης αξίας Σταυρό  µε  τιµιόξυλο,  ο  οποίος  σήµερα  µετά  από  πολλές  περιπέτειες, βρίσκεται µαζί  µε  τα  άλλα κειµήλια  της  µονής  στο νέο της  θρόνο, στην Kαστανιά της Bέροιας. O Aλέξιος Γ΄ (1349-1390), τον οποίο έσωσε η Mεγαλόχαρη από µεγάλη τρικυµία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωµοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσµατα. Tης χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40
µόνιµους φρουρούς για την ασφάλειά της. Γενικά προσέφερε τόσα πολλά ώστε να ανακηρυχθεί από τους µοναχούς ως “νέος Kτήτωρ”.

Mέχρι το 1650 σωζόταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαµβική επιγραφή “Kοµνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστός Bασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 µ.X.) IN∆ IΓ΄”. Πολλά από τα προνόµια που χορήγησαν οι Kοµνηνοί στη µονή επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν επί Tουρκοκρατίας µε σουλτανικά φιρµάνια και πατριαρχικά σιγίλλια.  Oι  σουλτάνοι  Bάγιατζιτ  B΄,  Σελήψ  ∆΄,  Mουράτ  Γ΄,  Σελήµ  B΄, Iµπραήµ A΄, Mωάµεθ ∆΄, Σουλεϊµάν Γ΄, Mουσταφάς B΄, Aχµέτ Γ΄, αναγράφονται στους κώδικες της µονής ως ευεργέτες.

H εύνοια την οποία σε πολύ µεγάλο βαθµό έδειξαν οι αυτοκράτορες προς τη
µονή  δεν  είναι  απόρροια  µόνον  θρησκευτικότητας, αλλά  και  προσωπικής
αντίληψης της θείας επέµβασης. Xαρακτηριστική είναι, όπως προαναφέραµε, η θαυµατουργική διάσωση του Aλεξίου Γ΄, από φοβερό ναυάγιο. Aλλά και οι σουλτάνοι οι οποίοι ευεργέτησαν τη µονή είχαν προσωπικές εµπειρίες των θαυµάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουµελά. Aναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήµ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια µε τη βοήθεια του αγιάσµατος της µονής.

Πολύτιµα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του µοναστηριού, µέχρι τον ξεριζωµό. Mέσα στη βιβλιοθήκη της µονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του
∆ιγενή Aκρίτα.

Tα   µοναστήρια   του   Πόντου   υπέφεραν   από   τη   βάρβαρη   και   ασεβή συµπεριφορά των Nεότουρκων και των Kεµαλικών, οι οποίοι φανάτιζαν τις άγριες και ληστρικές µουσουλµανικές οµάδες. Πολλές φορές έπεσαν θύµατα ληστειών  και  καταστροφών. Aπό  την  εφηµερίδα  Aργοναύτης του  Bατούµ δανείζοµαι   το   προτελευταίο   πάθηµα   της   µονής   Παναγίας   Σουµελά.
∆ηµοσιεύτηκε στις 3 Iουλίου 1916. "H Iερά Mονή Σουµελά µετά την εκ της περιφερείας της υποχώρησιν των Tούρκων έµεινεν εκτός της υπό των Pώσσων κατεχοµένης γραµµής εις απόστασιν 4 ωρών από Λιβεράς, 5 ωρών από του ∆ζεβιζλίκ, άλλων τόσων από της Σάντας.

Όταν οι Tούρκοι µετά την υπό των Pώσσων κατάληψιν του ∆ζεβιζλίκ υπεχώρησαν προς την Zύγανα και τον Άγιον Zαχαρίαν, απόσπασµα Kοζάκων, διελθόν δια του χωρίου Σκαλίτα εις απόστασιν µιας ώρας από την Mονήν διηυθύνθη προς την Γαλλίαιναν. Tην Mονήν µας επεσκέφθη πρώτον εις Kοζάκος επ' ονόµατι Π. Σ. Tσουσώφ κατόπιν δε και άλλοι. Oριστική όµως κατοχή δεν έγινε και, επειδή εν τω µεταξύ αι επιχειρήσεις διεκόπησαν εις το τµήµα  µας,  οι  Tούρκοι  επανήλθον  και  κατέλαβον  τα  άνωθι  της  Mονής υψώµατα, κατόπιν δε και τα χωρία της περιφερείας Λαραχανής και Kουσπιδή, τοιουτοτρόπως δε η Mονή απεµονώθη εντελώς.

Oυδεµίαν είχοµεν είδησιν περί της πορείας των Tούρκων, όταν την Πέµπτην
14 Aπριλίου είδοµεν κατερχοµένους από µέρους της Σάντας µερικούς στρατιώτας? παρευθύς, νοµίζοντες ότι είνε Pώσσοι απεστείλαµεν εις προϋπάντησίν των τον ιεροµόναχον Bαρνάβαν µετά του κ. Kώστη Σιδηροπούλου. Oποία όµως ήτο η έκπληξίς µας όταν τους είδοµεν επιστρέφοντας  µόνους.  Oι  στρατιώται,  ως  διέκρινον  ούτοι  καλώς,  ήσαν Tούρκοι. Eισήλθοµεν ευθύς όλοι ανήσυχοι εντός της Mονής και εκλείσαµεν την βαρείαν αυτής θύραν. Tο τουρκικόν απόσπασµα εµφανισθέν µετ' ολίγον προ της Aγ. Bαρβάρας (παράρτηµα της Mονής) παρέλαβε µεθ' εαυτού τον εργαζόµενον αυτόθι αρχιµ. Θεοδόσιον, µετά του οποίου και προσελθόν έκρουσε την θύραν της Mονής. Iδόντες όµως οι Tούρκοι ότι µαταιοπονούν, εγκατέλειψαν αβλαβή τον αρχιµ. Θεοδόσιον και παραλαβόντες πέντε αγελάδας της Mονής, απεχώρησαν προς το δάσος Kαρά-οσµάν, όπου ευρίσκοντο οι καταυλισµοί του όλου σώµατος. Mετ' ολίγον προ της θύρας της Mονής παρουσιάσθη ο 12ετής Kωνσταντίνος Aϊτίνογλου, Σανταίος υπηρετών εν τη Mονή και απουσιάζων κατά την έλευσιν των στρατιωτών. Έσωθεν εδόθη εις αυτόν να εννοήση το διατρέξαν, παρεκλήθη δε ούτος όπως καταβή εις Σκαλίτα όπως ειδοποιήση περί του κινδύνου. Tο παιδίον εδίστασε κάπως κατ' αρχάς, κατόπιν όµως ανεχώρησεν. Tην επαύριον ενεφανίσθη και πάλιν προ της θύρας ο αρχιµ. Θεοδόσιος µετά των 2 γραιών αίτινες επεριποιούντο τας αγελάδας της Mονής. ∆εν ετολµήσαµεν όµως να τους ανοίξωµεν φοβούµενοι ενέδρας? διετάξαµεν λοιπόν τας γυναίκας όπως παραλαµβάνουσαι τα ζώα της Mονής κατέλθουν εις Σκαλίτα, όπερ και έπραξαν αύται την εποµένην. O αρχιµ. Θεοδόσιος διενυκτέρευσεν και πάλιν εν Aγ. Bαρβάρα, εισήχθη δε την επαύριον
µετά πολλών προφυλάξεων εις την Mονήν.

Aπό της ηµέρας εκείνης όλοι οι εν τη Mονή (49 εν όλω άτοµα) ευρισκόµεθα ως εν πολιορκία. Tα τρόφιµά µας ήσαν πολύ ολίγα και τα όπλα µας ατελή. Πλην τούτου εστερούµεθα και πολεµοφοδίων. Eυθύς εκαθαρίσθη το ποσόν της διανοµής άρτου εις έκαστον άτοµον και συνεζητήθησαν τα µέτρα της αµύνης. Tαυτοχρόνως δυο µοναχοί απεστάλησαν εις Λιβεράν, όπως ζητήσωσι µέσον του Mητροπολίτου βοήθειαν από τας ρωσσικάς στρατιωτικάς αρχάς. Oι Tούρκοι επανήλθον επανηλειµµένως ζητούντες δι' απειλών, ή δια παρακλήσεων να τους ανοίξωµεν. Έκαστοι όµως  επέστρεφον άπρακτοι. Tο Σάββατο 16
Aπριλίου, απόσπασµα τουρκικού στρατού εισήλθεν εις Σκαλίτα και ήρπασεν αγελάδας και πρόβατα? επιστρέφον δε καθ' οδόν συνήντησεν παρά το Kορντέν τους  αγωγιάτας  της  Mονής,  οίτινες  µετά  του  αναφερθέντος Kωνσταντίνου Aϊτίνογλου κατεγίνοντο εις το να αλέσουν τον εκ Tραπεζούντος κοµισθέντα αραβόσιτον. Eκ της Mονής διεκρίναµεν ότι οι Tούρκοι παρέλαβον µεθ' εαυτών τους αγωγιάτας µετά του παιδίου, εκ των ακουσθέντων δε µετ' ολίγον τουφεκισµών υπεθέσαµεν κακούργηµα, γενόµενον επί των δυστυχών τούτων. Πράγµατι οι επιστρέψαντες την Kυριακήν εκ Λιβεράς µοναχοί, επιβεβαίωσαν τας υποθέσεις µας, διηγηθέντες ότι προ του ποταµού είδον το πτώµα ενός εκ των αγωγιατών. Πλην τούτου οι µοναχοί διηγήθησαν ότι ο Mητροπολίτης

Pοδοπόλεως υπεσχέθη να ενεργήση, αλλ' ότι δεν υπήρχεν µεγάλη ελπίς ταχείας βοηθείας. Eν τω µεταξύ οι Tούρκοι δεν έπαυον τας επιθέσεις, ενεφανίσθησαν δε και αξιωµατικοί και ελήφθησαν διάφορα µέτρα προς παραβίασιν της θύρας. Όπως επιτύχωµεν την προσωρινήν έστω αποµάκρυνσίν των εθέσαµεν και ηµείς εις  ενέργεια  απειλάς,  βλέποντες  όµως   το  αδύνατον  της  µέχρι   τέλους αντιστάσεως απεφασίσαµεν να επωφεληθώµεν της στιγµής της αποµακρύνσεως των Tούρκων και να φύγωµεν. Nα φύγωµεν όµως εγκαταλείποντες την θύραν της Mονής εντελώς ανοικτήν? τούτο δεν ηδυνάµεθα ν' αποφασίσωµεν. Eπί τέλους εις των µοναχών ανέλαβε να κλείση την θύραν µετά την έξοδον, αυτός δε να κατέλθη κατόπιν δια σχοινίου. Tούτο και έγινεν. Aπό τα έπιπλα και τα λοιπά κινητά της Mονής εκρύψαµεν ότι ήτο δυνατόν την δε εικόνα του Λουκά και το τίµιον ξύλον συµπεριλάβοµεν µεθ' ηµών και εξήλθοµεν περί την 11 ώραν τουρκιστί, αποστείλαντες δυο µοναχούς ως προφυλακήν και άλλους ως οπισθοφυλακήν δια παν ενδεχόµενον. Tοιουτοτρόπως δε µε τα γυναικόπαιδια εις το κέντρον και τους άνδρας ως σωµατοφύλακες κατωρθώσαµεν µε πολλούς κόπους να φτάσωµεν την 6 ώραν της νυκτός εις το χωρίον Aγουρτσινού, ένθα παρέµενον αι προφυλακαί του ρωσσικού στρατού. Eκείθεν την επαύριον διηυθύνθηµεν εις Λιβεράν όπου εφιλοξενήθηµεν υπό του Mητροπολίτου Kυρίλλου. Eκεί συνετάχθη και έκθεσις εκτενής περιλαµβάνουσα λεπτοµερώς τα ανωτέρω εκτεθέντα ήτις και εδόθη εις τον αρχηγόν της ρωσσικής στρατιάς. O   ρηθείς   αρχηγός   εδήλωσεν   ότι   η   έκθεσις   θα   ληφθή   υπ'   όψιν. Eις των εν τη Mονή".

Tο 1922 οι Tούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το µοναστήρι, διαπράττοντας το
µεγάλο έγκληµα της πολιτισµικής γενοκτονίας. Aφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιµα αντικείµενα που υπήρχαν µέσα στη µονή µετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη των εγκληµάτων τους ή για να ικανοποιήσουν το µίσος τους εναντίον των Eλλήνων.

Oι  µοναχοί  πριν  την  αναγκαστική  έξοδο  το  1923  έκρυψαν  µέσα  στο παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και  τον  σταυρό του  αυτοκράτορα της  Tραπεζούντας Mανουήλ Kοµνηνού. Mε ενέργειες του πρωθυπουργού της Eλλάδας Eλ. Bενιζέλου,  το  1930,  όταν  στα  πλαίσια  της  υποτιθέµενης  ελληνοτουρκικής φιλίας  ο  Tούρκος  πρωθυπουργός  Iσµέτ  Iνονού  επισκέφτηκε  την  Aθήνα, δέχτηκε µια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύµβολα της ορθοδοξίας και του ελληνισµού.

Tο 1930 ζούσαν µόνο δύο καλόγεροι του πανάρχαιου ιστορικού µοναστηριού. O υπέργηρος Iερεµίας στον Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος αρνήθηκε να πάει γιατί δεν τον άκουγαν τα πόδια του, ή γιατί δεν ήθελε να ξαναζήσει τις εφιαλτικές σκηνές της τουρκικής βαρβαρότητας και ο πανέµορφος, ζωηρός και ζωντανός Aµβρόσιος Σουµελιώτης, προϊστάµενος στην εκκλησία του Aγίου Θεράποντα της Tούµπας στη Θεσσαλονίκη. Aπό τον µοναχό Iερεµία έµαθε ο

Aµβρόσιος την κρύπτη των ανεκτίµητων κειµηλίων. Στις 14 Oκτωβρίου έφυγε ο Aµβρόσιος, εφοδιασµένος µε ένα κολακευτικό συστατικό έγγραφο της τουρκικής πρεσβείας για την Kωνσταντινούπολη και από εκεί για την Tραπεζούντα, µε προορισµό την Παναγία Σουµελά. Λίγες µέρες αργότερα επέστρεφε στην Aθήνα όχι µόνο µε τα σύµβολά µας, αλλά και µε τον Πόντο, όπως  είχε  γράψει  τότε  ο  υπουργός  Προνοίας  της  κυβέρνησης  του  Eλ. Bενιζέλου  Λεων.  Iασωνίδης:  "Eν  Eλλάδι  υπήρχαν  οι  Πόντιοι,  αλλά  δεν υπήρχεν ο Πόντος. Mε την εικόνα της Παναγίας Σουµελά ήλθε και ο Πόντος". H  εικόνα  φιλοξενήθηκε  20  χρόνια  στο  Bυζαντινό  Mουσείο  της  Aθήνας. Πρώτος  ο  Λεων.  Iασωνίδης  πρότεινε  το  1931  τον  επανενθρονισµό  της Παναγίας Σουµελά σε κάποια περιοχή της Eλλάδας. Συγκεκριµένα έγραψε στην εφηµερίδα Πατρίς των Aθηνών: "Aναζητήσωµεν εν ταις Nέαις Xώραις παλαιάν τινά Σταυροπηγιακήν Mονήν, βραχώδη και ερυµνήν, παρεµφερή προς την εν Πόντω ερηµωθείσαν, θα µετωνοµάσωµεν αυτήν εις "Nέαν Παναγίαν Σουµελά" και θα δώσωµεν αυτήν εις ψυχικήν ανακούφισιν και παρηγορίαν εις τας τριακοσίας πενήντα χιλιάδας των Ποντίων, δι' ους δεν είνε προσιταί αι Aθηναι!
Kαι θα δίδεται ούτω και πάλιν η ευκαιρία εις τον γενναιόψυχον τούτον Λαόν να συγκροτή τας πανηγύρεις και να συνεχίζη τας τελετάς και να εµφανίζη τας αλησµονήτους  εκείνας  κοσµοσυρροάς  κατά  τας  επετείους  της  Παρθένου εορτάς, ασπαζόµενος την εικόνα των δεκαπέντε Ποντιακών αιώνων, αισθανόµενος τα παλαιά της συγκινήσεως ρίγη, αναβαπτιζόµενος εις την προς την πατρίδα πίστιν και τραγουδών εν συνοδεία της Ποντιακής λύρας το αλησµόνητο τραγούδι:

Eµέν Kρωµναίτε λένε µε
Kανέναν κι φογούµαι.
Ση Σουµελάς την Παναγιάν
θα πάγω στεφανούµαι! "

Kαι ήρθε ο Kρωµναίος οραµατιστής και κτήτωρ Φίλων Kτενίδης κι έκανε πράξη στα 1951 την επιθυµία όλων των Ποντίων, έκανε πράξη το χθες µε το σήµερα. Έστησε τη γέφυρα που µας ενώνει µε την παλαίφατη ιστορική µονή,
µε τον αλησµόνητο Πόντο, που µας επιφυλάσσει, 75 χρόνια µετά τον ξεριζωµό,
πολλές ευχάριστες εκπλήξεις.
Πολλοί ελλαδίτες συµπατριώτες µας µας µέµφονται ως αθεράπευτους νοσταλγούς κι ανεδαφικούς ονειροπόλους ενός παρελθόντος που έχει διαγραφεί πια από την ιστορία.

Προσωπικά, και  πιστεύω ότι  εκφράζω την  πλειοψηφία των  ελληνοποντίων, είµαστε υπερήφανοι και αθεράπευτοι νοσταλγοί της πατρώας γης, µε την έννοια ότι η σκέψη µας θα µένει πάντα προσηλωµένη στον τόπο εκείνο όπου γεννήθηκαν  και  άφησαν  τα  κόκαλά  τους  οι  παππούδες  µας,  δέσµιοι  των
παραδόσεων, των ηθών, των εθίµων και της περήφανης ιστορίας. Όλων εκείνων που είναι τόσο ωραία, τόσο ελληνικά και τόσο ζυµωµένα µε το "είναι" µας, ώστε   η   απάρνησή   τους   θα   ήταν   και   απάρνηση   του   εαυτού   µας. Tέλος οι Πόντιοι δεν είναι ανεδαφικοί ονειροπόλοι, ούτε επειδή διατηρούν άσβεστη στην ψυχή τους τη φλόγα του µεγαλοϊδεατικού ονείρου της επαναλειτουργίας της  παλαιάς  µονής,  ενός  ονείρου  που  ανανεώνεται  κάθε χρόνο το ∆εκαπενταύγουστο µε το υπέρτατο χρέος του προσκυνήµατος της Σεπτής   εικόνας   της   Παναγίας   Σουµελά.   Γιατί   δεν   είναι   ανεδαφικός οραµατισµός η σκέψη πως κάποια µέρα, όπως έλεγε και ο Eυριπίδης Xειµωνίδης,  η  Mεγαλόχαρη θα  ξαναγυρίζει στον  παλιό,  τον  ιστορικό της θρόνο. Aς µη βιαστούν κάποιοι να µε φακελώσουν κοµµατικά. Aυτό το έκαναν κάποιοι στην αστυνοµία όταν ήµουν µαθητής, όµως σήµερα ντρέπονται. H σκέψη δεν  αναφέρεται στη  σηµερινή  ή  την  επόµενη  γενιά. Tο µέτρο  της εκτίµησης  µεταφέρεται  από  τη  µια  γενιά  στις  πολλές  γενεές,  από  το χειροπιαστό σήµερα στο άδηλο µέλλον, από τη ζωή των ατόµων στη ζωή των λαών. Tότε το µέτρο αλλάζει και ένα σηµερινό ανεδαφικό όνειρο µπορεί να
µπει στην περιοχή της πιθανής πραγµάτωσης, µε κάποιο τρόπο που δεν είναι
απαραίτητο να είναι πολεµικός, φτάνει να υπάρχει το Όνειρο.



Πόντος και Θρησκεία

Από εργασία του
Κετετζίδη Νικόλαου

Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν από τους πρώτους αυτοκράτορες που διέγνωσαν την ιδιαίτερη σηµασία του Πόντου ως προπύργιου του Βυζαντίου στην περιοχή. Στις µέρες του το δυτικό µέρος του Πόντου ονοµάστηκε για χάρη της χριστιανής µητέρας του Ελένης, Ελενόποντος. Μέσα στον πολυάριθµο χώρο του Πόντου, µε τις ελληνικές πόλεις και τα χωριά, τους Έλληνες και τους εξελληνισµένους κατοίκους του, οι Πατέρες της εκκλησίας βρήκαν πρόσφορο έδαφος  και  πολιτισµένα  ήθη,  ώστε  να  κηρύξουν  και  να  διαδώσουν  το Ευαγγέλιο. Οι περισσότερες φυλές, ελληνικές και εξελληνισµένες, ασπάσθηκαν εύκολα τη νέα θρησκεία, η οποία έχοντας σαν όργανο την ελληνική γλώσσα και την ελληνική φιλοσοφία, διαδόθηκε πλατιά και κάλυψε το µεγαλύτερο µέρος του Πόντου.

Ο χριστιανισµός πάλι απ΄ την πλευρά του, πρόσθεσε ένα καινούργιο συνδετικό στοιχείο στην ελληνική παράδοση του τόπου, προωθώντας την αφοµοίωση των ποντιακών πληθυσµών, ντόπιων και παλιών αποίκων, σε µια ενιαία εθνική ενότητα, σε έναν ενιαίο πολιτισµό µε  επένδυση το ορθόδοξο θρησκευτικό δόγµα. Έτσι, η ελληνική πολιτιστική παράδοση στην περιοχή µέσω και του

χριστιανισµού, εδραιώθηκε πιο πολύ και διατηρήθηκε για όλους τους κατοπινούς αιώνες, µέχρι τη βίαιη διακοπή της το 1922 και τον ξεριζωµό των ποντιακών πληθυσµών από την αρχέγονη πατρίδα τους. Κι αυτό γιατί, από τον πρώτο κήρυκα του Ευαγγελίου, τον Απόστολο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο, αλλά και κατοπινά τον 3ο αιώνα, από τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Νεοκαισάρειας, στον τόπο τούτο όπως και σ΄ όλη την αυτοκρατορία, διαδιδόταν µαζί µε τον χριστιανισµό και η ελληνική σκέψη. Ιδιαίτερα ο Γρηγόριος θεωρούσε απαραίτητο το  µπόλιασµα  του  χριστιανισµού  µε  την  ελληνική  φιλοσοφία, επηρεασµένος σίγουρα από τις συµβουλές του µεγάλου δασκάλου της Εκκλησίας, του Ωριγένη. Αλλά µ΄ αυτόν τον τρόπο και η ελληνική παράδοση της φιλοσοφίας διασώθηκε από τον χριστιανισµό, λόγω της ανάγκης που είχε ο δεύτερος από την πρώτη.

Εξάλλου oι δυο µεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, ο Βασίλειος ο Μέγας και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έζησαν και µόνασαν στον Πόντο, συνέταξαν τους κανόνες του µοναχικού βίου µε βάση το ελληνικό µέτρο, αποβάλλοντας τις ασιατικές υπερβολές γιατί και οι ίδιοι είχαν πάρει ελληνική παιδεία. Οι κανόνες αυτοί   αποτέλεσαν   τα   θεµέλια   της   µοναχικής   ζωής   στην   Ανατολική Εκκλησία.Το ίδιο πνεύµα µετέδωσε αργότερα, τον 10ο αιώνα, στο Άγιο Όρος και ο Τραπεζούντιος Όσιος Αθανάσιος o Αθωνίτης, που ίδρυσε το κοινόβιο της  Αγίας  Λαύρας  και  έγινε  νοµοθέτης  της  µοναστικής  ζωής  στον  Άθω. Ωστόσο, για να γυρίσουµε πίσω τον 3ο ή αρχές του 4ου αιώνα στον Πόντο και σ΄ όλη τη Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία, η πάλη του εθνικισµού και της ειδωλολατρίας  µε   το   χριστιανισµό   πήρε  οξεία  µορφή   και   προκάλεσε αναρίθµητα  δεινά  στους  πιστούς  της  νέας  θρησκείας.  Συγκεκριµένα  ο
∆ιοκλητιανός  (284-310)  και ο  Μαξιµιανός  (286-310)  κήρυξαν σε  όλη την
Ανατολή, και ιδιαίτερα στον Πόντο, φοβερό διωγµό.

Αλλά, όπως και αλλού, έτσι και στον Πόντο, οι διωγµοί αντί να φοβίσουν τους χριστιανούς, τους έκαναν πιο επιθετικούς, όπως συνέβη στην Τραπεζούντα, όπου  ο  Άγιος  Ευγένιος  και  οι  σύντροφοί  του  Ουαλεριανός και  Κανίδιος ερήµωσαν το ναό του Μίθρα µε αποτέλεσµα να βρουν µαρτυρικό θάνατο από το ∆ούκα Λυσία. Τον ίδιο καιρό σφαγιάσθηκαν και οι σαράντα µάρτυρες της Σεβάστειας.
Τους διωγµούς ακολούθησε η αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας από το Μέγα Κωνσταντίνο. Στην Α΄ Οικουµενική Σύνοδο που συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα το 325 στη Νίκαια, πήρε µέρος  ο επίσκοπος Τραπεζούντας ∆όµνος, µαζί µε πέντε άλλους επισκόπους των εκκλησιών Αµάσειας, Κοµάνων, Ζήλων, Νεοκαισάρειας και Πιτυούντας.

Κατά τα τέλη του 4ου αιώνα ιδρύθηκε το µεγάλο µοναστήρι της Παναγίας Σουµελά σ΄ ένα βουνό της περιοχής Τραπεζούντας. Το ίδρυσαν δυο καλόγεροι από την Αθήνα, ο Βαρνάβας και ο Σοφρώνιος που πήγαν στον Πόντο παρακινηµένοι από ένα όνειρο που είδαν. Η παράδοση λέει ότι η εικόνα της

Παναγίας Σουµελά ήταν ζωγραφισµένη από τον ευαγγελιστή Λουκά και πριν τοποθετηθεί από τους δυο µοναχούς στο όρος Μελά (εξού και Σουµελά) της Τραπεζούντας, βρισκόταν στην Αθήνα, γι αυτό και λεγόταν αρχικά Παναγία Αθηνιώτισσα. Το µοναστήρι χτισµένο το 386 περίπου, σ΄ ένα γιγάντιο βράχο στο βάθος της δασωµένης κοιλάδας του Πυξίτη ποταµού, έπαιξε σπουδαίο ρόλο όχι µόνο στη συντήρηση του χριστιανισµού, αλλά και στην καλλιέργεια των γραµµάτων, καθώς και στην περίθαλψη των Ποντίων κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας.
Στο γειτονικό ορεινό όγκο του Βαζελώνα, δυτικά από το βουνό Μελά, υπήρχε
το µοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόµου, η Ιερά Μονή Βαζελών ή Ζαβουλών, όπως λεγόταν. Η παράδοση λεει ότι χτίστηκε το έτος 270. Τον 6ο αιώνα καταστράφηκε από τους Πέρσες, αλλά ξαναχτίστηκε µε δαπάνες του Ιουστινιανού    και    µε    φροντίδα    του    στρατηγού    του    Βελισσάριου. Το τρίτο σπουδαίο µοναστήρι του Πόντου, η µονή του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα ή Περιστερά, όπως τον ονόµαζαν, χτίστηκε πολύ αργότερα, το έτος 752. Σηµαντικά ήταν και τα µοναστήρια της περιοχής Χαλδίας (Αργυρούπολης), όπως ο Άγιος Γεώργιος Χαλιναράς, η Παναγία Γουµερά και το σπουδαιότερο απ΄ όλα, του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά, το οποίο ιδρύθηκε το 14ο αιώνα από τον Αλέξιο Γ΄ Κοµνηνό.

Το 680 σε σύνοδο της Κωνσταντινούπολης επί Κωνσταντίνου ∆΄ Πωγωνάτου, αναφέρεται ότι προεδρεύει ο επίσκοπος Τραπεζούντας Θεόδωρος, ενώ ο επίσκοπος της  ίδιας  πόλης Χριστόφορος προεδρεύει στη  Ζ΄  Οικουµενική Σύνοδο που συνήλθε στη Νίκαια το 787 εναντίον των εικονοµάχων. Και στη συνέχεια ο επίσκοπος Τραπεζούντας Νήφων προεδρεύει στη σύνοδο του 1351 που καταδικάζει τους οπαδούς του Βαρλαάµ, ενώ ο Θεοδόσιος, µε τον τίτλο "υπέρτιµος και έξαρχος πάσης Λαζικής", προεδρεύει στη σύνοδο του 1370. Ακολουθούν άλλοι δυο Τραπεζούντιοι που διακρίθηκαν, ο Ιλαρίων που προεδρεύει στη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 1394 και ο Ακρόθεος που προεδρεύει στις Συνόδους της Φερράρας το 1438 και της Φλωρεντίας το 1439 για την ένωση της Ανατολικής µε τη ∆υτική Εκκλησία. Ας σηµειωθεί ότι έπειτα από τις γνωστές συζητήσεις και την αποδοχή της επίµαχης φράσης "και εκ του Υιού", σχηµατίζεται επιτροπή από τον ∆ωρόθεο Τραπεζούντας, τον Ισίδωρο Κιέβου  ή  Ρωσίας,  τον  Πόντιο  Βησσαρίωνα  Νικαίας  και  το  ∆ωρόθεο Μυτιλήνης, η οποία πηγαίνει στις 10 Ιουνίου 1493 στον Πάπα, να συζητήσει για τα υπόλοιπα ζητήµατα, δηλ. το καθαρτήριο πυρ και την αρχή της πρώτης καθέδρας, για το ένζυµο και άζυµο του άρτου, καθώς και για τον καθαγιασµό των τιµίων δώρων στη λειτουργία, για τα οποία ζητήµατα τελικά δεν κατορθώθηκε συµφωνία, µολονότι η Κωνσταντινούπολη κινδύνεψε από τους Τούρκους.

Από όλα τα παραπάνω καταφαίνεται ότι οι µητροπολίτες του Πόντου και ιδιαίτερα της Νεοκαισάρειας και της Τραπεζούντας έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στα  οικουµενικά  ζητήµατα  της  Ανατολικής Εκκλησίας και  της  Βυζαντινής

Αυτοκρατορίας. Αλλά  και  οι  άλλοι  µητροπολίτες,  που  δεν  αξιώθηκαν  να προεδρεύσουν σε οικουµενικές ή τοπικές συνόδους, αφιέρωσαν τη δύναµη και τη ζωή τους στο θρησκευτικό τους έργο και πολλοί από αυτούς διακρίθηκαν, σε διάφορες περιστάσεις, σε ειρηνικούς και πολεµικούς αγώνες. Λόγου χάρη αναφέρεται σε µια επιγραφή της Τραπεζούντας του 542 η υπεύθυνη φροντίδα και επιµέλεια για την ανανέωση δηµοσίων κτισµάτων που έγινε, µε ανάθεση του Ιουστινιανού, από τον Επίσκοπο Ειρηναίο :"Εν ονόµατι του δεσπότου ηµών Ιησού Χριστού Θεού ηµών (ο) Αυτοκράτωρ Καίσαρ, Φλάβιος, Ιουστινιανός, Αλαµανικός, Γοτθικός, Φραγκικός, Αλανικός, Ουανδαλικός. Αφρικανός, Ευσεβής,  Ευτυχής,  Ένδοξος,  Νικητής,  Τροπαιούχος,  Αεισέβαστος, Αύγουστος, ανανέωσε εν φιλοτιµία τα δηµόσια κτίσµατα της πόλεως, σπουδή και επιµελεία Ειρηναίου Θεοφιλεστάτου".

Στα νεότερα χρόνια µορφές που κόσµησαν τις µητροπόλεις του Πόντου ήταν ο Χρύσανθος Τραπεζούντας και µετ΄ έπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο Γερµανός Καραβαγγέλης Μητροπολίτης Αµάσειας (25η Μαρτίου
1908), προερχόµενος από την Μητρόπολη Καστοριάς όπου έδρασε για 7 περίπου χρόνια κατά το Μακεδονικό Αγώνα, και εδιώχθη κατ΄ απαίτηση του Μέγα Βεζύρη Φερήτ Πασά. Αλλά και στην Αµάσεια συνέχισε το εθνικό του έργο, οργανώνοντας την εκπαίδευση, τη διοίκηση και τη µέριµνα των απόρων. Το 1914  όταν ξέσπασε ο  πρώτος παγκόσµιος πόλεµος  και αρχίζοντας οι Νεότουρκοι τη  γενοκτονία των  Αρµενίων  οργάνωσε σχέδιο  σωτηρίας των παιδιών, που διαµοιράσθησαν σε ποντιακές οικογένειες και τα µεγαλύτερα εξ αυτών εστάλησαν στα βουνά του Πόντου όπου ανθούσε το αντάρτικο κίνηµα για την αυτοδιάθεση του Πόντου.

Το 1916 όταν άρχισε η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, παρεµβαίνοντας τόσο προς την υψηλή πύλη, όσο και προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έσωσε χιλιάδες κατοίκων από σφαγή. Παράλληλα, δε σταµάτησε ποτέ να χρηµατοδοτεί και να ενισχύει τα αντάρτικα σώµατα του Πόντου.




Από το µύθο στην Ιστορία

Από εργασία του
Κετετζίδη Νικόλαου

Η αφετηρία της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισµού βυθίζεται µέσα στην οµίχλη του θρύλου της Αργοναυτικής εκστρατείας, και ο θρύλος αυτός έχει την αρχή του στο µύθο του Φρίξου και της Έλλης. Ο Φρίξος, γιος της Νεφέλης και του Αθάµαντα, βασιλιά του Ορχοµενού στη Βοιωτία, συκοφαντηµένος βαριά από τη δεύτερη γυναίκα του πατέρα του, την Ινώ, οδηγείται στον τόπο της θυσίας. Ξαφνικά όµως,  και ενώ η αδελφή του η Έλλη κλαίει για τον

επικείµενο χαµό του, ένα χρυσόµαλλο κριάρι κατεβαίνει από τον ουρανό και στέκεται µπροστά…  Τα  δύο  παιδιά πηδάνε στη  ράχη του  και  το  κριάρι ξανανεβαίνει στον  ουρανό, τραβώντας προς  την  ανατολή… Όταν περνάνε ωστόσο πάνω από µια στενή θάλασσα, η Έλλη ζαλίζεται και πέφτει µέσα! Και από τότε η θάλασσα αυτή λέγεται Ελλήσποντος, γιατί πόντος στα αρχαία σήµαινε θάλασσα.

Μόνος του, λοιπόν, ο Φρίξος συνεχίζει το ταξίδι του, προχωράει στον Εύξεινο Πόντο, και τερµατίζει σε µια παραλιακή πόλη, την Κολχίδα. Εκεί θυσιάζει το κριάρι στο ∆ία για να τον ευχαριστήσει που τον έσωσε και χαρίζει το δέρµα του ζώου στον τοπικό βασιλιά Αιήτη. Το δέρµα αυτό, που είχε χρυσά µαλλιά, ο Αιήτης το κρεµάει σε µια βελανιδιά και βάζει να το φυλάει ένας ακοίµητος δράκοντας.
Αυτή είναι η πρώτη επαφή του µητροπολιτικού ελληνισµού µε τον Πόντο, µε
τη µυθική της βέβαια, έκφραση, που κρύβει φιλότιµα τον ιστορικό πυρήνα της. Η δεύτερη επαφή, πιο δυναµική και προγραµµατισµένη, έστω και µυθολογική και όχι τυχαία, όπως η πρώτη, έγινε µε  την Αργοναυτική εκστρατεία. Το θρυλικό γεγονός ότι κάπου µακριά στην Ανατολή, στη χώρα της Κοχλίδας, υπήρχε ένα χρυσόµαλλο δέρµα, αποµεινάρι του κριαριού του Φρίξου, αναστάτωνε  τη  φαντασία  και  τα  όνειρα  κάθε  χρυσοθήρα  της  εποχής. Και  το  κοινό  µυστικό,  ότι  στα  παράλια  της  µακρινής  Κολχίδας  υπάρχει χρυσάφι,  αποκαλύφθηκε,  πάλι  σαν  παραµύθι,   από  τη  θεά   Ήρα  στον ευνοούµενό της Ιάσονα, γιο του βασιλιά της Ιωλκού Αίσονα. Τη στιγµή της αποκάλυψης όµως, ο Αίσονας δεν ήταν βασιλιάς. Προ πολλού τον είχε εκθρονίσει βίαια ο αδελφός του Πελίας. Ο Ιάσονας παρουσιάστηκε µπροστά στο σφετεριστή θείο και του ζήτησε να φύγει από το θρόνο για ν' ανέβει σ' αυτόν ο νόµιµος βασιλιάς, ο πατέρας του Αίσονας. Ο Πελίας τον καλόπιασε και  του  πρότεινε  να  κάνει  κάποιο  κατόρθωµα,  µε  την  ελπίδα  να  τον αποµακρύνει από κοντά του και να τον εξοντώσει. Ο Ιάσονας δέχτηκε την πρόταση και είπε ότι θα πάει να φέρει από την Κολχίδα το Χρυσόµαλλο δέρας. Μ' αυτόν τον τρόπο άρχισε η Αργοναυτική εκστρατεία, που ονοµάστηκε έτσι από το πλοίο Αργώ, το οποίο κατασκεύασε ο ξακουστός ναυπηγός Άργος, γιος του Φρίξου, µε τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς. Πενήντα µυθικοί ήρωες πήραν
µέρος σ' αυτήν την εκστρατεία που ξεκίνησε από την Ιωλκό, µια πόλη κοντά
στο σηµερινό Βόλο. Ανάµεσά τους περιλαµβάνονταν ο πατέρας του Αχιλλέα Πηλέας, ο Ηρακλής, ο Ορφέας, ο Τίφης, ο Θησέας, ο Εύφηµος, ο Μελέαγρος, οι ∆ιόσκουροι Κάστορας και Πολυδεύκης, ο Ζήτης, ο Καλάης, ο Πειρίθοος, ο πατέρας του Αίαντα Τελαµώνας, ο Αµφίαρχος, ο πατέρας του Οδυσσέα Λαέρτης, ο  Οϊλέας, ο  Άδµητος  και άλλοι, ανάµεσά  στους οποίους και η µοναδική γυναίκα Αταλάντη.
Πρόκειται για την πρώτη οµαδική συλλογική ενέργεια των Ελλήνων, πριν από την άλλη αποικιστική εκστρατεία τον Τρωικό πόλεµο και, όπως βλέπουµε, σ' αυτήν εδώ παίρνουν µέρος οι γονείς των Τρωικών ηρώων, δηλαδή µια γενιά παλαιότερη.  Ο  στόχος  ήταν  ίδιος,  η  κατάκτηση  της  Ανατολής  και  ο αποικισµός της. Η δεύτερη εκστρατεία, όµως, βρήκε µεγάλη αντίσταση από τις ακµάζουσες  πόλεις  της  Τροίας,  ενώ  τούτη,  η  πρώτη,  στάθηκε  κάπως  πιο εύκολη και πιο παραµυθένια.
Έτσι ξεκινάει ο µύθος της έλευσης των πρώτων Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο, για να καταλήξει 2600 χρόνια µετά στον τραγικό ξεριζωµό και την επιστροφή στην προαιώνια πατρίδα.

Αποικισµός Εύξεινου Πόντου.


Όταν οι Έλληνες πέτυχαν την εγκατάσταση τους στις ακτές του Ευξείνου Πόντου κατά τη διάρκεια του 8ου αιώνα, µια σειρά από ελληνικές αποικίες ξεφυτρώνουν στις παραλίες του τόπου. Πρώτη η Ηράκλεια αποικία των Μεγαρέων, έπειτα η Σινώπη, αποικία των Ιώνων της Μιλήτου, κατόπιν τα Κοτύωρα (η σηµερινή Ορντού), η Κερασούντα, η Τραπεζούντα, αποικίες των Σινωπέων δηλαδή, Ιωνικές κι αυτές και στη συνέχεια, πιο πέρα, µια αλυσίδα από  ελληνικές πόλεις όπως η  Φάσις, η  ∆ιοσκουριάς,  το  Παντικάπαιον, η Όλβια, η Θεοδοσία, η Οδησσός κλπ. Τέλος το 562 π.χ. οι Ίωνες της Φώκαιας ίδρυσαν την Αµισό (Σαµψούντα).
Μ' αυτόν τον τρόπο, η ελληνική φυλή απόχτησε µια δεσπόζουσα παρουσία
ανάµεσα στις άλλες φυλές του τόπου, τις ντόπιες, τις "βαρβαρικές" όπως τις ονοµάζουν οι άποικοι, και η ελληνική δραστηριότητα ρίζωσε στη µακρινή χώρα της βόρειας Μ. Ασιας.
Στα   κατοπινά   χρόνια,   οι   άποικοι   συνέχισαν   να   επικοινωνούν   µε   τη
µητροπολιτική Ελλάδα, ιδιαίτερα µε το Ιωνικό στοιχείο της Μιλήτου, από όπου καταγόταν. Συνέχισαν να τροφοδοτούνται πνευµατικά από τη µητέρα πατρίδα και, σε αντάλλαγµα οι ίδιοι πρόσφεραν σ΄ αυτήν τον πλούτο τον υλικό και  την  άνεση  της  ναυσιπλοΐας, τα  κέρδη  της  ναυτιλίας  και  τις  ωφέλιµες εµπορικές συναλλαγές. Στο µεταξύ, δούλεψαν σκληρά, πολέµησαν µε  τους ντόπιους στον περίγυρό τους, έχτισαν οικοδοµήµατα, ναούς, πρόκοψαν και αναπτύχθηκαν. Επιπλέον ως ξενιτεµένοι που ήταν, είχαν κουβαλήσει µαζί τους ολόκληρο κόσµο  από παραδόσεις, θρύλους, έθιµα,  θεσµούς,  θρησκεία και πολιτισµό. Η νοσταλγία, όπως συµβαίνει  σ' όλους τους ξενιτεµένους, τους έφερνε νοερά πιο κοντά στην παλιά πατρίδα και, καθώς διέστελλαν τον εαυτό τους από τους ντόπιους, δηµιουργούσαν έντονη συνείδηση της ελληνικότητάς τους και της εθνικής τους ενότητας µε τους ελλαδίτες, συνείδηση που παρέµεινε αναλλοίωτη, αν όχι επαυξηµένη, σ' όλη τη διάρκεια των κατοπινών αιώνων ως την ύστερη ώρα του ξεριζωµού, το 1922.
Έτσι γεννήθηκαν οι πρώτοι Πόντιοι. Έτσι δηµιουργήθηκε ο Ποντιακός Ελληνισµός των 26 αιώνων ζωής στη Μαύρη Θάλασσα. Έτσι το ελληνικό δαιµόνιο  έβαλε τα  θεµέλια  µιας  καινούριας Ελλάδας στην  ανατολή, όπως συνέβηκε να δηµιουργήσει µε τις αποικίες στη Σικελία και κάτω Ιταλία, τη Μεγάλη Ελλάδα στη ∆ύση. Έτσι µεταφέρθηκε στην Ανατολή, εκτός από τα

ήθη και έθιµα των Ελλήνων, το ελληνικό πνεύµα, η ελληνική σκέψη, η ελληνική δηµοκρατική οργάνωση των πόλεων-κρατών, οι ελληνικοί νόµοι, η ελληνική γλώσσα και θρησκεία.
Για  αιώνες  ολόκληρους,  οι  ελληνικές  αποικίες  στον  Εύξεινο  Πόντο  θα ακµάζουν και θα ανθούν, χωρίς να επηρεάζονται ακόµη και από την Περσική κυριαρχία που θα έχει επιβληθεί στην περιοχή από τον 6ο αιώνα π.χ. Κι αυτό γιατί η κυριαρχία των Αχαιµενίδων θα είναι χαλαρή και ασθενική, και οι ελληνικές πόλεις θα είναι αυτόνοµες, αυτοδιοικούµενες και ανεξάρτητες. Σ' αυτή την κατάσταση θα τις συναντήσουν το 401 π.χ. οι Μύριοι του Ξενοφώντα, έπειτα από πολύµηνη, πολύµοχθη και πολύπαθη πορεία στο εσωτερικό της εχθρικής Μικρασίας. Εκεί στην Τραπεζούντα, καθώς και στις άλλες ελληνικές πόλεις του Εύξεινου Πόντου, θα βρουν φιλοξενία και ανακούφιση. Εκεί θα αναπνεύσουν µε ασφάλεια και θα δεχτούν για ένα περίπου µήνα την περιποίηση των  πατριωτών  τους,  θα  κάνουν  θυσίες  στους  κοινούς  Θεούς,  και  θα οργανώσουν αθλητικούς αγώνες, θα ξεκουραστούν, θα νιώσουν σα στο σπίτι τους, θα κινηθούν ελεύθερα σαν να πατάνε σε ελληνικό έδαφος, και θα εφοδιαστούν µε τρόφιµα και πλωτά µέσα, για να µπορέσουν να γυρίσουν στην πατρίδα.
Αλλά και αντίστροφα, µε τις αποικίες στον Εύξεινο Πόντο οι Έλληνες εκτός
από τα οικονοµικά, δηµογραφικά και κοινωνικά οφέλη, είχαν και πνευµατικά. Εκεί  γνώρισαν  τους  µεγάλους  πολιτισµούς  της  Aνατολής,  πήραν  πολλές γνώσεις απ' αυτούς, άνοιξε ο ορίζοντας τους και αγκάλιασε καινούργιους κόσµους. Με την αφοµοίωση των στοιχείων αυτών, ο ελληνισµός δηµιούργησε
µια νέα πολιτιστική σύνθεση, που θα βάλει σε λίγο τα θεµέλια του κλασικού ελληνικού πολιτισµού µε τη φιλοσοφία, την ιστορία, τις τέχνες, την ποίηση και το θέατρο.

Ρωµαϊκή και Βυζαντινή εποχή

Οι κατοπινοί αιώνες θα κυλήσουν στον Πόντο οµαλά. Ανάµεσα στο 363-302 π.χ. ιδρύεται ανεξάρτητο κράτος µε ισχυρές ελληνικές επιρροές υπό των Περσών σατραπών Αριοβαρζάνη και Μιθριδάτη Α', σύγχρονου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Το κράτος αυτό έφτασε στη µεγαλύτερη ακµή του κατά τους χρόνους του
Μιθριδάτη ΣΤ' του Ευπάτορα (120-63 π.χ.). Στην εποχή του, Πόντος επικράτησε να σηµαίνει ποντιακή επαρχία, µε τη διοικητική και κρατική έννοια της λέξης, και το ποντιακό κράτος κατοχυρώθηκε στη διεθνή πολιτική. Ο Μιθριδάτης ΣΤ' εκτός από τις πολεµικές του επιτυχίες, συντέλεσε και στη διάδοση του ελληνικού πολιτισµού. Ο ίδιος είχε ελληνική παιδεία, και περιστοιχιζόταν από Έλληνες διανοούµενους, ποιητές, φιλόσοφους, πολιτικούς, ιστορικούς, υπουργούς και αξιωµατούχους, όπως οι περίφηµοι στρατηγοί Νεοπτόλεµος και Αρχέλαος. Άλλωστε είχε µητέρα ελληνίδα, τη Λαοδίκη, που τον επιτρόπευε ως τα 12 χρόνια του, και ο ίδιος παντρεύτηκε ελληνίδα. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του προσπάθησε να εξελληνίσει το κράτος του, να

συνενώσει τον ελληνικό µε τον περσικό πολιτισµό, την ελληνική µε την περσική θρησκεία,  όπως  είχε  επιχειρήσει  να   κάνει  και  ο   Μέγας  Αλέξανδρος. Ο Μιθριδάτης ΣΤ' διεξήγαγε εκστρατείες κατά των Ρωµαίων, και κατάφερε να απελευθερώσει την Αθήνα και τον Πειραιά. Από το 88 - 63 π.χ. διεξήχθησαν τρεις Μιθριδατικοί πόλεµοι, οπότε και καταδιωκώµενος σε ηλικία 69 ετών και ενώ ετοίµαζε νέα εκστρατεία κατά της Ρώµης, έχασε τη ζωή του στο Παντικάπαιο της Ταυρικής χερσονήσου, προδοµένος από την αποστασία του Φαρυάκη.
Από τότε αρχίζει η Ρωµαϊκή κυριαρχία, που όµως δεν εµποδίζει την πρόοδο
του  Ποντιακού Ελληνισµού.  Αποτέλεσµα  της  επιφανειακής διοίκησης  που ασκούν οι Ρωµαίοι τοπάρχες, είναι η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και θρησκείας, και η ανάπτυξη της περιοχής, που ανακόπτεται το 257 µ.χ., όταν Γότθοι και Βορανοί, εξορµώντας από την Κριµαία κατακτούν την περιοχή. Την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου ο Πόντος αποκτά ιδιαίτερη σηµασία για το ανατολικό κράτος και για ολόκληρο τον ελληνισµό, παίζοντας τον ρόλο του προπυργίου και του φάρου της Ανατολής.

Ο   Ιουστινιανός   χωρίζοντας   τη   Βυζαντινή   Αυτοκρατορία   σε   Θέµατα (διοικητικές επαρχίες), δηµιουργεί και το Θέµα της Χαλδίας, µε πρωτεύουσα την Τραπεζούντα. Έτσι ο Πόντος γίνεται η ασπίδα του Βυζαντίου από τις βαρβαρικές επιδροµές των Περσών, των Αράβων και αργότερα των Τούρκων. Εκεί έδρασαν οι Ακρίτες, δηµιουργώντας τους θρύλους της λαϊκής παράδοσης του Πόντου, µε κορωνίδα όλων το λόγιο έπος του "Βασίλειου ∆ιγενή Ακρίτα", που αποτελεί το νεότερο έπος του ελληνισµού, το πρώτο χειρόγραφο του οποίου ανακαλύφθηκε το 1873 στο µοναστήρι της Παναγίας Σουµελά.

Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας

Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ιδρύθηκε το 1204 από τους Κοµνηνούς Αλέξιο  και  ∆αβίδ,  όταν  οι  Φράγκοι  της  ∆'  Σταυροφορίας κατέλυσαν  το Βυζαντινό κράτος. Πολύτιµη βοηθός τους στάθηκε η θεία τους, βασίλισσα των Ιβήρων  (Γεωργία)  Θάµαρ  (1184-1212),  σε  συνεργασία  µε   Σχολάριους άρχοντες που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και ντόπιων τιµαριούχων. Οι Κοµνηνοί έφεραν τον τίτλο "Πιστός Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ Ρωµαίων", που ανήκε αποκλειστικά στους βασιλιάδες της Κωνσταντινούπολης, και τον αντικατέστησαν µόνο όταν ο Μιχαήλ Η' ο Παλαιολόγος (1261-1282), ανασύστησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1261, µε νέο τίτλο "Πιστός Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής Ιβήρων και Περατείας". Ιβηρία λεγόταν η χώρα των Ιβήρων, σηµερινή Γεωργία, και Περατεία η σηµερινή Κριµαία.  Οι  Μεγάλοι Κοµνηνοί  της  Τραπεζούντας ως  έµβληµα  είχαν  το Μονοκέφαλο Αετό, σε διαστολή µε το ∆ικέφαλο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Το Ποντιακό κράτος, αν και έζησε 257 χρόνια χωριστά από τα άλλα ελληνικά κρατίδια, αναδείχθηκε σ' ένα προπύργιο του ελληνισµού και διατηρήθηκε ως το 1461, δηλαδή 8 χρόνια µετά  την άλωση της Πόλης. Η υπηρεσία που πρόσφερε στους Έλληνες κατοίκους του τόπου και γενικότερα στον ελληνισµό στάθηκε τεράστια. Όχι µόνο διατήρησε τον ελληνικό πολιτισµό του, αλλά τον ανέπτυξε και τον στέριωσε, ώστε ν' αντέξει στην επόµενη δοκιµασία του κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας.

Η περιοχή της "Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κοµνηνών", όπως ονοµαζόταν κι  αλλιώς, περιελάµβανε  εκτός από  την  πρωτεύουσα Τραπεζούντα, πολλές άλλες πόλεις, όπως τα Σούρµενα, τη Ριζούντα, τα Πλάτανα, την Τρίπολη, την Κερασούντα, την Οινόη, την Αµισό (Σαµψούντα), την Ινέπολη, τη Σινώπη, την Αργυρούπολη (Κάνη), τη Σεβάστεια, τη Νικόπολη, τη Θεοδοσιούπολη (Ερζερούµ), τη Νεοκαισάρεια, την Τοκάτη, την Αµάσεια, ενώ οι κτήσεις της συχνά έφταναν ως τον Καύκασο και την Κριµαία.

Στο ποντιακό αυτό κράτος άνθησαν οι τέχνες και οι επιστήµες. Αξιόλογη είναι η αρχιτεκτονική που αναπτύχθηκε στις διάφορες πόλεις και ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα, µε το χτίσιµο πολλών φρουρίων, εκκλησιών, δηµοσίων κτιρίων και ανακτόρων. Μεγάλη ανάπτυξη παρουσίασαν η αστρονοµία, η φυσική, και τα µαθηµατικά. Στη σχολή της Τραπεζούντας των θετικών επιστηµών σπούδαζαν µαθητές  που έρχονταν ακόµα  και από την Κωνσταντινούπολη, όπως και από την Αρµενία. Η ζωγραφική πάλι έφτασε σε µεγάλη ακµή, όπως δείχνουν ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας, η οποία αποτελεί µικρογραφία της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης. Στην εποχή των Μεγάλων Κοµνηνών χτίστηκαν στον Πόντο 3000 χριστιανικές εκκλησίες περίπου. Μικροί και µεγάλοι ναοί είχαν ωραίες τοιχογραφίες, αγιογραφίες και διακόσµηση, µωσαϊκά και καλλιτεχνικές
µικρογραφίες. Πολλά από τα εικονογραφηµένα χειρόγραφα ποντιακής τέχνης σώζονται στο Άγιο Όρος, σε διάφορα ελληνικά και ξένα µουσεία, και ιδιαίτερα στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών και στο Μουσείο Μπενάκη. Η µικρογραφική τέχνη ιδιαίτερα στον Πόντο, έφτασε κατά το 14ο αιώνα σε τέτοια ακµή, ώστε ο ξένος µελετητής Strzygowski να τη συγκρίνει µε τη µικρογραφική τέχνη των
µαθητών της σχολής του Giotto στην Ιταλία, και µάλιστα να τη βρίσκει και
ανώτερη.
Τα µοναστήρια του Πόντου εξάλλου τον 13ο και 14ο αιώνα ήταν σχολεία
σοφίας.  Εκεί  καλλιεργούνταν  τα  µαθηµατικά  και  η  αστρονοµία,  γιατί  η εκκλησία θεωρούσε τις επιστήµες αυτές, πριν ακόµη από την αναγέννηση στη
∆ύση, βοηθητικές στη θεολογία και τη φιλοσοφία.
Άραβες γεωγράφοι ακόµη από το 10ο αιώνα όπως ο Μασουντί και ο Ισταχρί, αναφέρουν την Τραπεζούντα ως ένα από τα µεγαλύτερα εµπορικά κέντρα της Ανατολής.

Οι  Έλληνες  του  Πόντου  κάτω  από  τον  τουρκικό  ζυγό  1461-1924

Η  άλωση  της  Τραπεζούντας από  τους  Τούρκους  σήµανε  βέβαια  για  τον Ελληνισµό του Πόντου το τέλος της πολιτικής ελευθερίας και ανεξαρτησίας του, αλλά όχι και της εθνικής του συνείδησης. Η τελευταία δε χάθηκε, δεν έσβησε, γι αυτό και ο Ποντιακός Ελληνισµός δεν εξαφανίστηκε, όπως συνέβη
µε δεκάδες φυλές και εθνότητες της Μικρασίας που τούρκεψαν, που εξισλαµίσθηκαν και  έλειψαν για  πάντα  από  το  πρόσωπο της  ιστορίας. Οι Έλληνες του Πόντου συντηρώντας τη λαϊκή και λόγια παράδοσή τους, µόλο που είχαν χάσει την εθνική τους ανεξαρτησία, συνέχισαν να διατηρούν, κάτω από  την  οθωµανική  κατάκτηση  τη  συνείδηση  της  ελληνικότητάς  τους.
∆ιατήρησαν  τη  γλώσσα  και  τη  θρησκεία  τους:  Στον  ανατολικό  και  στον
κεντρικό Πόντο, ιδίως στον παραλιακό, φύλαξαν στη µεγάλη πλειοψηφία τους, την ορθόδοξη πίστη τους. Τη διαφύλαξαν είτε κατά το πλείστον, θαρραλέα και φανερά, είτε σε µικρή σχετικά κλίµακα, στα κρυφά, µε την προσποίηση του διπλού θρησκευτικού προσώπου. Το δεύτερο το έκαναν σε δύσκολες καταστάσεις και περιόδους, οπότε στα φανερά παρίσταναν το µουσουλµάνο, ενώ στα κρυφά παρέµεναν χριστιανοί.

Κι αυτό το πετύχαιναν έχοντας δύο ονόµατα: ένα µουσουλµανικό (ψεύτικο), κι ένα   χριστιανικό   (το   βαφτιστικό   τους)   κρυφά.   Επίσης   βαφτίζονταν, παντρεύονταν και κηδεύονταν, µε δύο τελετές: µια φανερή, µουσουλµανική, και µια χριστιανική, κρυφή. Κι αυτό για δύο και παραπάνω αιώνες, διατηρώντας κρυφές εκκλησίες, κρυφά εικονίσµατα, µυστικούς παπάδες και κρυµµένα ευαγγέλια. Ώσπου κάποτε όταν ήρθαν πιο ελεύθεροι καιροί, φανερώθηκαν οµαδικά.  Οι  κρυπτοχριστιανοί, όπως  ονοµάστηκαν,  πήραν  τότε  το  όνοµα "κλωστοί", επειδή θεωρήθηκε από τους Τούρκους ότι άλλαξαν πίστη και από µωαµεθανοί   έγιναν   χριστιανοί,   ενώ   ποτέ   δεν   υπήρξαν   πραγµατικοί µουσουλµάνοι.

Στο δυτικό Πόντο, ένα µεγάλο µέρος του Ελληνισµού δεν άντεξε στη βία και την καταπίεση και εξαφανίσθηκε για πάντα από τον κορµό του Έθνους, εκτός από µερικές νησίδες στις πόλεις και τα µεγάλα χωριά. Έτσι, οι µεγάλοι πληθυσµοί που σώθηκαν ήταν αυτοί του ανατολικού Πόντου. Κι αυτό γιατί συγκεντρώθηκαν γύρω από τα µεγάλα µοναστήρια, όπως της Παναγίας Σουµελά, του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα και του Αγίου Ιωάννη Βαζελών, και κυρίως γύρω από τα µεγάλα µεταλλεία, όπως της Αργυρούπολης και της Νικόπολης, στα οποία ο Σουλτάνος έδωσε ειδικά προνόµια για να µπορούν να χρησιµοποιούνται οι µοναδικοί και αναντικατάστατοι Πόντιοι µεταλλουργοί. Γενικά ο ελληνισµός του Πόντου διατήρησε τις παραδόσεις του, τους θρύλους του, τα παραµύθια του, τα τραγούδια του, τους χορούς του, τα ήθη και τα έθιµά του. ∆ιατήρησε την έφεση για µάθηση και παιδεία, ιδρύοντας σχολεία και γυµνάσια, διατήρησε την κοινοτική του αυτοδιοίκηση. Όλα αυτά, µαζί µε τα  διάφορα  προνόµια  που  παραχώρησαν  οι  κατά  καιρούς  Σουλτάνοι, επέτρεψαν στον ελληνισµό του Πόντου να επιβιώσει και να προοδεύσει. Συγκεκριµένα όπως ο Πατριάρχης, έτσι και οι κατά καιρούς Μητροπολίτες αναγνωρίσθηκαν από τους Τούρκους, από τα πρώτα κιόλας χρόνια έπειτα από την άλωση της Τραπεζούντας ως εθνάρχες, µε την έννοια αρχηγών θρησκευτικού έθνους, του Έθνους των Ρούµ ή Ρωµαίων, όπως ονοµάζονταν όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί στην Ανατολή.

Έτσι µετά την κατάλυση του ελληνικού κράτους της Τραπεζούντας, απέµεινε να συγκρατεί και να διατηρεί την ελπίδα για την εθνική επιβίωση και την ενότητα των ορθοδόξων η θρησκεία.
Αξίζει να σηµειωθεί ότι, τη θρησκευτική και κοινοτική οργάνωση, που υπήρχε επί   Βυζαντίου   την   αναγνώρισε   ο   Μωάµεθ   Β'   προσθέτοντας   µάλιστα περισσότερα προνόµια και δικαιώµατα στην εκκλησία. Κι αυτά τα προνόµια και τα δικαιώµατα δεν τα έδωσε ο Πορθητής από µεγαλοψυχία ή από ευλάβεια όπως µας εξηγεί ο ιστορικός Φραντζής, αλλά για να κατοικήσουν µέσα στις ερηµωµένες από τον πόλεµο πόλεις.

Έτσι η ορθόδοξη εκκλησία µε την οργάνωσή της έγινε κράτος εν κράτει, και
µάλιστα  µε  την  ανοχή  του  Σουλτάνου.  Τα  προνόµια  της  εκκλησιαστικής
αυτονοµίας  επέτρεπαν  στους  ιεράρχες  και  στα  µέλη  της  εκκλησίας,  την απόλυτη ελευθερία στη διοργάνωση του πολιτεύµατός της, στη διοίκηση και την ανεξέλεγκτη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Τα προνόµια της θρησκευτικής αυτονοµίας επέτρεπαν στην εκκλησία την πλήρη ελευθερία στην άσκηση  της  λατρείας  και  της  σχετικής  µ'  αυτή  φιλανθρωπίας.  Επίσης επέτρεπαν την ελεύθερη χρήση και καλλιέργεια της γλώσσας και της παιδείας, καθώς και  τη  δικαστική αυτονοµία.  Οι  κατά τόπους Μητροπολίτες, όπως συνέβαινε και µε το Οικουµενικό Πατριαρχείο, είχαν το δικαίωµα να δικάζουν τις προσωπικές υποθέσεις των οµοεθνών τους, όσες σχετίζονταν µε το γάµο, τα διαζύγια, τη διατροφή, την προίκα, την κληρονοµιά, αλλά και να ερµηνεύουν το θρησκευτικό νόµο που τα ρύθµιζε όλα αυτά. Και ο οποίος νόµος ήταν το Βυζαντινό ∆ίκαιο. Απ' την άλλη πλευρά οι χριστιανοί σύµφωνα µε την παράδοση που κληρονόµησαν από το Βυζάντιο, αναφέρονταν στους αρχιερείς για όλες τις υποθέσεις του ενοχικού δικαίου, ακόµα και του ποινικού. Τέλος, η εκκλησία είχε το δικαίωµα και της φυλάκισης του ενόχου, γι αυτό µέσα σε κάθε Μητρόπολη υπήρχαν και φυλακές. Και συνέβαινε και τούτο το παράδοξο. Όσοι χριστιανοί φοβόταν τη δικαιοσύνη του εκκλησιαστικού δικαστηρίου και προσέφευγαν στον Τούρκο Καδή και στα "πολιτικά" ή δηµόσια δικαστήρια των Τούρκων, τιµωρούνταν από την εκκλησία µε "εξωεκκλησιασµό", δηλαδή µε αποκλεισµό από την εκκλησία. Κάποτε συνέβαινε και το πλέον παράδοξο: µουσουλµάνοι και Αρµένιοι της Τραπεζούντας όταν είχαν διαφορές µε χριστιανούς, προσέφευγαν στο ορθόδοξο εκκλησιαστικό δικαστήριο της Μητρόπολης και όχι στο Τουρκικό πολιτικό, και συµµορφώνονταν  µε  τις αποφάσεις του.

Ως εφετείο και Άρειος Πάγος για τις υποθέσεις που είχαν δικαστεί στις Μητροπόλεις, χρησιµοποιούνταν το Οικουµενικό Πατριαρχείο, το οποίο ήταν και   το   κέντρο   κάθε   κίνησης   και   ζωής   του   υπόδουλου   ελληνισµού. Αλλά, και η κοινοτική αυτοδιοίκηση έπαιξε τον εθνικό συσπειρωτικό ρόλο της. Γιατί, όπως τον καιρό του Βυζαντίου έτσι και στην Τουρκοκρατία, τα χωριά της κάθε εκκλησιαστικής επαρχίας, οι κωµοπόλεις και οι πόλεις, είχαν τους προϊσταµένους τους, τους "πρωτόγερους" ή "δηµογέροντες". Είχαν τα συµβούλια της δηµογεροντίας που τα αποτελούσαν ο µουχτάρης (πρόεδρος του χωριού) και οι σύµβουλοι (αζάδες), οι οποίοι όλοι είναι αιρετά πρόσωπα. Εξάλλου, οι "χωρίτες" πλήρωναν τους φόρους είτε αµέσως στο δηµόσιο εισπράκτορα,  είτε  το  πιο  συχνά,  µε  τη  µεσολάβηση  των  δηµογερόντων. Για τα εκκλησιαστικά και εκπαιδευτικά πράγµατα της κοινότητας κάθε χωριού, υπεύθυνος ήταν ο επίτροπος της εκκλησίας, οι έφοροι του σχολείου και ο παπάς, οι οποίοι ενισχύονταν και από τους δηµογέροντες. Και αυτοί όλοι ήταν επίσης αιρετοί. Ανώτατος άρχοντας και εδώ ήταν ο Μητροπολίτης της επαρχίας, ο οποίος και έκανε έλεγχο, έδινε οδηγίες και συµβίβαζε τις διαφορές επί τόπου, κάνοντας ετήσιες περιοδείες στα χωριά.

Είναι τελικά τόσο µεγάλη και µακραίωνη η ιστορία αυτού του τόπου και του λαού, ώστε δε φτάνουν πολλές σελίδες για να καταγραφεί. Σ' αυτήν την παρουσίαση επιχειρήσαµε µια συνοπτική αναφορά, µιας και η "επίσηµη" ιστορία της πατρίδας µας, αρνείται πεισµατικά να µας δώσει τις ελάχιστες πληροφορίες, εξυπηρετώντας άραγε πιο απατηλό όνειρο ελληνοτουρκικής φιλίας.



Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ  ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΟ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟ ΠΟΝΤΟ

Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙ∆Η

Το 1914 ξεκίνησαν οι µεγάλες διώξεις κατά των Ελλήνων της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης. Το 1915 έγινε η γενοκτονία των Αρµενίων µε ενάµισι εκατοµµύριο νεκρούς, ενώ το 1916 άρχισε η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο µε 353.000 νεκρούς ως το 1923. Η σφαγή των Αρµενίων τροµοκράτησε τους Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι κατάλαβαν ότι θα  ήταν τα επόµενα θύµατα. Συγκλονιστική είναι η µαρτυρία του Στάθη Χριστοφορίδη που υπήρξε, το 1915, ακούσιος µάρτυρας της σφαγής των αρµενοπαίδων της Τραπεζούντας. Αναφέρει ότι οι σφαγείς φώναζαν: "Αµποτε και ς' σού Ρωµανίων! Ατουνούς πα' αέτς' θα 'φτάµε!" (Αµποτε και στων Ελλήνων! Και αυτούς έτσι θα κάνουµε). Και τελείωνει την αφήγηση του ο Χριστοφορίδης "Υστερνά ασ' έναν χρόνον, εµάς πα' εκατάστρεψαν".
Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν µε την επιστράτευσή όλων από 15 έως
45 ετών και την αποστολή τους στα Τάγµατα Εργασίας. Η πλειονότητά τους
στάλθηκε στις περιοχές µεταξύ Σεβάστειας και Βαν για την κατασκευή δρόµων. Παράλληλα αµφισβήτησαν το δικαίωµα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλµατά τους και επί πλέον απαγόρευσαν τους µουσουλµάνους να συνεργάζονται επαγγελµατικά µε τους Έλληνες µε την ποινή της τιµωρίας από τις  στρατιωτικές  Αρχές.  Κατ'  αρχάς  οι  άτακτες  ορδές  των  Τούρκων επιτίθονταν στα αποµονωµένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας τα νέα κορίτσια και καίγοντάς τα. Οι διαπιστώσεις αυτές έγιναν στις 4 Σεπτεµβρίου 1917 από το 2ο Γραφείο του γαλλικού Γενικού Επιτελείου Στρατού και δηµοσιεύτηκαν από τον ερευνητή Χ. Τσιρκινίδη.

Εκτοπίσεις πληθυσµού

Σε έγγραφο του αυστριακού υπουργού Εξωτερικών προς το Βερολίνο αναφέρονται τα εξής για την πολιτική των συµµάχων τους: "Η πολιτική των Τούρκων  είναι  µέσω µιας γενικευµένης καταδίωξης  του  ελληνικού  στοιχείου,  να εξοντώσει τους Έλληνες ως εχθρούς του Κράτους, όπως πριν τους Αρµένιους. Οι Τούρκοι εφαρµόζουν τακτική εκτόπισης των πληθυσµών, δίχως διάκριση και δυνατότητα επιβίωσης, απ' τις ακτές στο εσωτερικό της χώρας, ώστε οι εκτοπιζόµενοι να είναι εκτεθειµένοι στην αθλιότητα και τον θάνατο από πείνα. Τα εγκαταλειπόµενα σπίτια των εξοριζοµένων λεηλατούνται από τα τούρκικα τάγµατα τιµωρίας ή καίονται και καταστρέφονται. Και όλα τα άλλα µέτρα τα οποία εις τους διωγµούς των Αρµενίων ευρίσκοντο εις ηµερησίαν διάταξιν, επαναλαµβάνονται τώρα εναντίον των Ελλήνων."
Το σύνολο των διπλωµατικών εγγράφων από τη Βιέννη και το Βερολίνο που αφορούν τη γενοκτονία των Ελλήνων στο µικρασιατικό Πόντο µέχρι το
1918 δηµοσιεύτηκαν σ από τον ιστορικό Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, µε  τίτλο
"Γενοκτονία στον Εύξεινο Πόντο. ∆ιπλωµατικά Έγγραφα από τη Βιέννη (1909-
1918)" και εκδόθηκαν από την Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης το 1995. Στο έγγραφα αυτά φαίνεται καθαρά ότι οι  Αυστρογερµανοί διαπίστωναν ότι  η πολιτική της γενικευµένης εθνικής εκκαθάρισης υπογορεύτηκε από την παντουρκιστική ιδεολογία που  τότε  κυριαρχούσε στους  τουρκικούς πληθυσµούς, καθώς και από "... τη βουλιµία των Τούρκων για την πλούσια ελληνική περιουσία."
Οι Τούρκοι χρησιµοποίησαν πρωτοφανείς µεθόδους για την εξόντωση των Ελλήνων, όπως την εκτόπιση των πληθυσµών µέσα στο χειµώνα, χωρίς να επιτρέψουν τους εκτοπιζόµενους να  πάρουν µαζί  τους ούτε τρόφιµα,  ούτε στρώµατα. ∆εν επέτρεπαν τη στάθµευση των εκτοπιζόµενων σε κατοικηµένα
µέρη, αλλά µόνο σε µέρη έρηµα και εκτεθειµένα στις χειµερινές συνθήκες, µε βασικό στόχο την εξόντωσή τους, εφ' όσον θα ήταν αναγκασµένοι να διαµένουν στην υπαιθρο και επιπλέον δεν θα  µπορούσαν  να  προµηθευτούν τρόφιµα.

Απαγόρευαν στους εκτοπιζόµενους να δώσουν βοήθεια στους γέρους γονείς ή στα  ανήλικα παιδιά  και  στους  αρρώστους, οι  οποίοι  εγκαταλείπονταν στα φαράγγια και στα δάση και πέθαιναν από την πείνα ή αποτελειώνονταν από τους στρατιώτες. Τα κυβερνητικά και αστυνοµικά όργανα που οδηγούσαν τους
µετατοπιζόµενους  σε  ειδικούς  λουτρώνες,  οι  οποίοι  ιδρύθηκαν  δήθεν  για
στρατιωτικούς λόγους. Εκεί τους εξανάγκαζαν να λουσθούν µε την επίκληση λόγων υγιεινής. Έβαζαν κατά εκατοντάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά στα λουτρά, γυµνούς µε θερµοκρασία 40 βαθµών. Τα ενδύµατά τους εν τω µεταξύ λεηλατούνταν. Όταν έβγαιναν από το λουτρό, τους εξανάγκαζαν να παρατάσσονται στο  χιόνι  και  µε  θερµοκρασία  κάτω  του  µηδενός  και  να περιµένουν επίσκεψη του αστυνόµου για καταµέτρηση, ο οποίος ποτέ δεν ερχόταν πριν από µία ώρα. Επειτα άλλη µία ώρα περίµεναν το γιατρό για ιατρική  επιθεώρηση. Κατά  την  επιθεώρηση χαρακτηρίζονταν άρρωστοι  οι νεώτεροι και  υγιέστεροι, οι  οποίοι  θανατώνονταν κατά  την  αποστολή στο νοσοκοµείο.
Ήταν τέτοια η ένταση και η έκταση των διωγµών, ώστε ακόµη και οι σύµµαχοι   των  Τούρκων  διατύπωσαν  εγγράφως  τις  αντιρήσεις  τους.  Ο
µαρκήσιος  Pallavicini έγραφε τον Ιανουάριο του 1918:  "Είναι σαφές ότι οι εκτοπισµοί του ελληνικού στοιχείου δεν υπαγορεύονται ουδαµώς από στρατιωτικούς λόγους και επιδιώκουν κακώς εννοουµένως πολιτικούς σκοπούς." Την ίδια άποψη εξέφραζαν και σώφρονες Τούρκοι, όπως ο Βεχήπ πασάς, ο οποίος υποστήριζε ότι  ο  εκτοπισµός  των  Ελλήνων  ήταν  περιττός  από  στρατιωτικής  άποψης. Σχεδόν συγχρόνως ο Αυστριακός πρόξενος της Αµισού Κviatofski ανέφερε σε υπηρεσιακή του επιστολή ότι ο εκτοπισµός των Ελλήνων της ποντιακής παραλίας βρισκόταν στα πλαίσια του προγράµµατος των Νεοτούρκων, µε το οποίο επεδιώκετο η εξασθένηση του χριστιανικού στοιχείου. Θεωρούσε ο ίδιος ότι η καταστροφή αυτή θα είχε µεγαλύτερη απηχήση στην Ευρώπη απ' ότι η σφαγές που είχαν διαπράξει κατά των Αρµενίων. Oι φόβοι του Κviatofski εδράζονταν  στη  διαπίστωσή του  ότι  η  καθολική  εξόντωση  του  ελληνικού στοιχείου ήταν επιθυµία του τουρκικού λαού. Εξ άλλου του είχε ειπωθεί από ανώτερους Τουρκους ότι: "Τελικά πρέπει να κάνουµε µε τους Έλληνες ό,τι κάναµε
µε τους Αρµένιους... Πρέπει µε τους Έλληνες, τώρα να τελειώνουµε."
Στην  πρώτη  αυτή  περίοδο  της  γενοκτονίας  έχασαν  τη  ζωή  τους
περισσότεροι από διακόσιες χιλιάδες Έλληνες. Μέχρι το 1923,είχαν εξοντωθεί περσσότεροι από τριακόσιες πενήντα χιλιάδες Έλληνες στο µικρασιατικό Πόντο.

Οι ευθύνες του Κεµάλ

H δεύτερη φάση της γενοκτονίας πραγµατοποιήθηκε την περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέµου και διαπράχθηκε µε την απόλυτη ευθύνη της κεµαλικής  ηγεσίας. Σε αναφορά που έγραψε το 1921  ο  Gemal Mousket, νοµικός σύµβουλος του σουλτάνου, πριν την τελική επικράτηση του Κεµάλ Ατατούρκ, αναφέρονται τα εξής: "Η κυβέρνηση της Άγκυρας αποφάσισε ότι αρχικά οι Έλληνες των περιοχών Αντάπαζάρ και Κάλτρα, και µετέπειτα οι Έλληνες του Πόντου  θα  σφαγιαστούν  και  θα  εξολοθρευτούν. Ανέθεσε  (ο  Κεµάλ Πασά)  στον Γιαβούρ Αλί να κάψει ολοκληρωτικά το ελληνικό χωριό που βρίσκεται κοντά στο Γκεϊβ και να σκοτώσει όλους τους κατοίκους του. Η τραγωδία διήρκεσε δύο ηµέρες. Το χωριό
µε τα δώδεκα εργοστάσια και τα ωραία κτίρια έγινε σκουπιδότοπος. Το 90% των
κατοίκων, είτε σφαγιάστηκε, είτε κάηκε. Οι λίγοι που κατάφεραν να δραπετεύσουν για να σωθούν έφυγαν στα βουνά. Για να διατηρήσει τους τσέτες του, ο Μουσταφά Κεµάλ αναγκάστηκε να βρει κάποια άλλη περιοχή που θα έκαναν επίθεση. Γι' αυτό το σκοπό, πήγε στην περιοχή του Πόντου. Οι σφαγές, οι λεηλασίες και η γενική εξολόθρευση των κατοίκων της περιοχής αυτής  κράτησε από το Φεβρουάριο µέχρι τον Αύγουστο. Οι εκτοπίσεις και οι δολοφονίες διαπράχτηκαν µε την ηµιεπίσηµη συµµετοχή του στρατού και του διοικητικού προσωπικού…."



Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ  ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

(ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ)


Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙ∆Η  


"Οι πασάδες διέπραξαν απερίγραπτα εγκλήµατα, που δεν µπορεί να συλλάβει η φαντασία του ανθρώπου. Εγκαθίδρυσαν ένα τυραννικό καθεστώς, οργάνωσαν εκτοπίσεις και σφαγές, έκαψαν µε πετρέλαιο βρέφη   που ακόµα θήλαζαν, βίασαν γυναίκες και
µικρά κορίτσια µπροστά στα µάτια των γονιών τους, προβαίνοντας σε κάθε είδους ωµότητα. Επιβίβασαν  σε  πλοία  χιλιάδες  αθώους  και  τους  πέταξαν  στη  θάλασσα. Οδήγησαν γυναίκες σε οίκους ανοχής. Γεγονότα που δεν έχουν προηγούµενο στην ιστορία οποιουδήποτε λαού".
∆ιαβάζοντας την παραπάνω αναφορά είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κάποιος ότι αυτά είναι λόγια του Κεµάλ Ατατούρκ. Κι όµως, όταν στα µέσα της δεκαετίας του '20 η τουρκική πολιτική σκηνή χαρακτηρίστηκε από τη διαπάλη για την εξουσία, µε τα παραπάνω λόγια ο Κεµάλ κατηγόρησε και έσυρε   σε   δίκη   τους   πολιτικούς   του   αντιπάλους,   οι   οποίοι   είχαν πρωταγωνιστήσει στο νεοτουρκικό κίνηµα. Τα εγκλήµατα που διέπραξαν οι νεότουρκοι εθνικιστές κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσµίου Πολέµου, έγιναν πολιτικό όπλο στα χέρια του Κεµάλ Ατατούρκ.

Μαρτυρίες Αυστριακών και Γερµανών

Η γενοκτονία κατά των Ελλήνων του Πόντου υπήρξε µέρος της ευρύτερης γενοκτονίας κατά των Ελλήνων και των άλλων χριστιανικών οµάδων της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας. Η πολιτική για εξόντωση των χριστιανών είχε αποφασιστεί σε συνέδριο των Νεοτούρκων εθνικιστών τον Οκτώβριο του
1911. Οι Νεότουρκοι είχαν αναριχηθεί στην εξουσία µε πραξικόπηµα από το
1908.
Η συµµαχία τους µε τη Γερµανία του Κάιζερ, που αναζητούσε µερίδιο στις  παγκόσµιες  αγορές  και  το  πλαίσιο  του  Α'  Παγκοσµίου  Πολέµου, επέτρεψαν την υλοποίηση της απόφασης για τις γενοκτονίες. Τα προξενικά έγγραφα  εκείνης  τη  περιόδου  αποτελούν  τον  αδιάψευστο  µάρτυρα  της πολιτικής που ακολουθήθηκε.Ειδικά όταν προέρχονται από χώρες συµµαχικές τότε προς την Τουρκία.
Σε έγγραφο του αυστριακού υπουργού Εξωτερικών προς το Βερολίνο
το 1916 αναφέρονται τα εξής:
"Η  πολιτική των  Τούρκων είναι  µέσω µιας γενικευµένης καταδίωξης του
ελληνικού στοιχείου, να εξοντώσει τους Έλληνες ως εχθρούς του Κράτους, όπως πριν τους Αρµένιους. Οι Τούρκοι εφαρµόζουν τακτική εκτόπισης των πληθυσµών, δίχως διάκριση και δυνατότητα επιβίωσης, απ' τις ακτές στο εσωτερικό της χώρας, ώστε οι εκτοπιζόµενοι να είναι εκτεθειµένοι στην αθλιότητα και τον θάνατο από πείνα. Τα εγκαταλειπόµενα σπίτια  των  εξοριζοµένων λεηλατούνται από  τα  τούρκικα τάγµατα τιµωρίας ή καίονται και καταστρέφονται. Και όλα τα άλλα µέτρα τα οποία εις τους διωγµούς των Αρµενίων ευρίσκοντο εις ηµερησίαν διάταξιν, επαναλαµβάνονται τώρα εναντίον των Ελλήνων."

Σε προξενικό αυστριακό έγγραφο που συντάχθηκε στις 13 Ιανουαρίου
1917 και φέρει τον τίτλο "Σύλληψη και εκτόπιση Ελλήνων" διαβάζουµε:
"Το κτύπηµα που σχεδιαζόταν εδώ και πολύ καιρό κατά των ντόπιων  Ελλήνων
εκτελέστηκε στις 9 αυτού του µηνός… Την ίδια µέρα έγινε στρατιωτική κατοχή των χωριών Αϊλάσκιοϊ και Κατίκιοϊ της Σαµψούντας. Τους τρεις έως τέσσερεις χιλιάδες κατοίκους τους κάλεσαν να συγκεντρωθούν τη νύχτα µε την πρόφαση ότι θα τους
µιλήσει δήθεν ο µουτεσαρίφης και τους πήγαν βίαια στο εσωτερικό της χώρας, χωρίς να τους επιτρέψουν να παραλάβουν µαζί τους τρόφιµα και ρούχα. Με το σκληρό χειµώνα που  επικρατεί  τώρα,  την  έλλειψη  καταλυµάτων και  τροφίµων, πολλούς  από  τους δυστυχείς αυτούς περιµένει σύντοµα ο θάνατος."
Ο Αυστριακός πρόξενος στην Αµισό  Κβιατόφσκι σε έγγραφο του
1918 αναφέρει:  "Οπως επανειληµένως ετόνισα, θεωρώ τον εκτοπισµόν των Ελλήνων της  ποντιακής  παραλίας  εν  τω  πλαισίω  της  εκτελέσεως  του  προγράµµατος των Νεοτούρκων, το οποίον επιδιώκει την εξασθένησιν του Χριστιανικού στοιχείου ως µίαν καταστροφήν  µεγίστης  απηχήσεως,  ήτις  θα  έχη  εις  την  Ευρώπην  ζωηρότερον αντίκτυπον από τας αγριότητας εναντίον των Αρµενίων".
Εξ άλλου του είχε ειπωθεί από ανώτερους Τουρκους ότι: "Τελικά πρέπει να
κάνουµε µε τους Έλληνες ό,τι κάναµε µε τους Αρµένιους... Πρέπει µε τους Έλληνες, τώρα να τελειώνουµε."
 Ο  Αυστριακός πρέσβης Παλαβιντσίνι αναφέρει τον  Ιανουάριο του
1918:  "Είναι σαφές ότι οι εκτοπισµοί του ελληνικού στοιχείου δεν υπαγορεύονται ουδαµώς από στρατιωτικούς λόγους και επιδιώκουν κακώς εννοουµένως πολιτικούς σκοπούς."
Η   καταστολή   του   ποντιακού   αντάρτικου   υπήρξε   ένα   από   τα
επιχειρήµατα των τουρκικών αρχών για τη γενοκτονία που πραγµατοποίησηαν. Όµως, στο επιχείρηµα αυτό απαντά ο πρόξενος Κβιατόφσκι σε µια µυστική του  αναφορά: "Όσο κι αν κρίνει κανείς δριµύτατα τη µακρά σειρά εκτρόπων εκ
µέρους του ελληνικού στοιχείου, δεν επιτρέπεται ωστόσο να µη σκεφτεί κανείς το µεγάλο αριθµό αθώων, τη συχνή καταπίεση των Ελλήνων, ιδιαίτερα του αγροτικού πληθυσµού, τη βουληµία των Τούρκων για την πλούσια ελληνική περιουσία, καθώς και την πίεση του ρεύµατος του παντουρκισµού που επιδιώκει την παραγκώνιση κάθε χριστιανικής επιρροής."

Ατέλειωτες  είναι  οι  αναφορές  στα  διπλωµατικά  έγγραφα  που έφερε πρώτος στο φως ο, οµότιµος σήµερα, καθηγητής στο πανεπιστήµιο της Βιέννης Πολυχρόνης Ενεπεκίδης. Τα έγγραφα αυτά πρωτοδηµοσιεύτηκαν το 1962 σε ανάτυπο του συλλόγου Αργοναύτες-Κοµνηνοί και επανεκδόθηκαν σε συµπληρωµένη  µορφή το 1995 από την Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης το
1995.

Μαρτυρίες Σοβιετικών

Αν η πρώτη φάση της γενοκτονίας πραγµατοποιήθηκε από τους Νεότουρκους µέχρι την ήττα τους το Νοέµβριο του 1918, η δεύτερη φάση της γενοκτονίας ξεκινά µε τη συγκρότηση του κεµαλικού στρατού µετά την απόβαση του ιδίου του Κεµάλ στη Σαµψούντα στις 19 Μαϊου του 1919. Την περίοδο  αυτή,  οι  καλύτεροι  σύµµαχοι  του  τουρκικού  εθνικισµού αναδεικνύονται οι σοβιετικοί, οι οποίοι ενισχύουν µε κάθε τρόπο το κεµαλικό κίνηµα. Όπλα, χρυσάφι και επίλεκτοι άνδρες αποστέλλονται για να βοηθήσουν τους  Τούρκους  εθνικιστές  να  αντιµετωπίσουν  τον  ελληνικό  στρατό  στο µικρασιατικό µέτωπο και να καταστείλουν τα ένοπλα κινήµατα των λαών της περιοχής, των Ελλήνων του Πόντου και των Αρµενίων.

Οι µαρτυρίες των σοβιετικών απεσταλµένων έχουν ιδιαίτερη σηµασία. Καταρχάς, λόγω της συµµαχικής τους προς τους κεµαλικούς ιδιότητας, έχουν πλήρη γνώση των ωµοτήτων κατά των Ελλήνων.   Στις αναφορές τους δεν κρύβουν   τον αποτροπιασµό τους για  τα  εγκλήµατα  των συµµάχων  τους. Μεταξύ των άλλων, στοιχεία για τη γενοκτονία στον Πόντο υπάρχουν στο βιβλίο που εξέδωσε ο σοβιετικός πρέσβυς στη Αγκυρα Σ. Ι. Αράλοφ το 1960 στη Μόσχα µε τον τίτλο "Vospominaniya Sovietskogo Diplomata 1922-1923". Ο Αράλοβ, ενηµερώνεται στην Σαµψούντα από τον αρχιστράτηγο Μ. Φρούνζε. Ο Φρούνζε είχε αποσταλεί από τον Λένιν, µαζί µε γενναία στρατιωτική και οικονοµική βοήθεια. Ο σοβιετικός αρχιστράτηγος πληροφορεί τον Αράλοφ
 ότι  είχε  δει  πλήθος  Ελληνες  που  είχαν  σφαγιαστεί:  "βάρβαρα σκοτωµένους Ελληνες - γέρους, παιδιά, γυναίκες".  Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ για το τι πρόκειται να συναντήσει: "...πτώµατα σφαγιασµένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει πάνω στους δρόµους."
O  Φρούνζε δίνει  µερικές  συγκλονιστικές εικόνες  από  την  ποντιακή
τραγωδία: "Συναντήσαµε µια µικρή οµάδα από 60-70 Ελληνες, οι οποίοι µόλις είχαν
καταθέσει τα όπλα. Ολοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο... Αλλοι έµοιαζαν κυριολεκτικά µε σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέµονταν από τους ώµους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της οµάδας βρίσκονταν ένας ψηλός κι' αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυµαύχι του... Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η οµάδα κάτω από τα σπρωξίµατα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν µε πηδηµατάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν µας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή µάλλον να ουρλιάζουν, µια και  ο  ήχος  που  ξέφευγε  από  τα  στήθη  τους,  έµοιαζε περισσότερο  µε ουρλιαχτό κυνηγηµένου ζώου".
Ο Φρούνζε περιγράφει και άλλο ένα περιστατικό. Οταν περνούσαν δίπλα από   µια  οµάδα  αιχµαλώτων Ελλήνων στη Μερζιφούντα, ένας από αυτούς φώναξε στην σοβιετική αντιπροσωπεία ότι είναι και αυτοί ένοχοι γιατί ενισχύουν τον Κεµάλ και τους Τούρκους. Το θέµα της κακοµεταχείρησης των ελληνικών πληθυσµών από τους κεµαλικούς, ο Αράλοβ το έθεσε -µαταίως όπως
µας πληροφορεί στη συνέχεια- στον ίδιο τον Κεµάλ. Όπως γράφει: "Του είπα
(του Κεµάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούντζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Εχοντας υπ' όψη µου τη συµβουλή του Λένιν να µην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιµία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις µου..."


ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ

Η ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

 Με  αφορµή   την  ηµέρα   µνήµης   για  τη  γενοκτονία  του  ποντιακού ελληνισµού

Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙ∆Η 

Στις 19 Μαϊου συµπληρώθηκαν 81 χρόνια, από τη στιγµή που ο Μουσταφά Κεµάλ Πασά, ο οποίος ονοµάσθηκε Ατατούρκ, δηλαδή "Πατέρας των Τούρκων", αποβιβάστηκε στη Σαµψούντα του Πόντου για να οργανώσει τον  εθνικιστικό  τουρκικό  στρατό  και  να  ολοκληρώσει τη  Γενοκτονία  των Ελλήνων της Μικράς Ασίας που είχαν αρχίσει οι Νεότουρκοι σύντροφοί του.


Τόσο η Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισµού, όσο και η γενοκτονία στην υπόλοιπη Μικρά Ασία, αποτελούν τα δραµατικά αποτελέσµατα της προσπάθειας του τουρκικού εθνικισµού για µετατροπή του πολυεθνικού οθωµανικού χώρου σε εθνικό τουρκικό. Η πορεία του Κεµάλ Ατατούρκ που άρχισε  στις  19  Μαϊου  του  1919,  ολοκληρώθηκε µε  την  καταστροφή της Σµύρνης - της "γκιαούρ Ιζµίρ" - στις 14 Σεπτεµβρίου 1922.
Το  ενδιαφέρον  που  παρουσιάζει  η  παλιά  αυτή  ιστορία,  είναι  η
δυνατότητα των Τούρκων να προσεγγίσουν αντικειµενικά τα γεγονότα και να
«γυρίσουν σελίδα» στις σχέσεις τους µε τα έθνη-θύµατα. Και λυδία λίθος για
αυτό θα αποτελεί, τόσο η αναγνώριση των αρνητικών πλευρών της ιστορίας της, όσο η αντιµετώπιση των διαφόρων εθνικών και εθνοτικών οµάδων που ζουν στην επικράτειά της.

Οι εθνικές εκκαθαρίσεις και το State Department

Η απόφαση για τις εθνικές εκκαθαρίσεις των χριστιανικών εθνών της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας και ο  βίαιος µετασχηµατισµός  της σε  εθνικό τουρκικό κράτος, πάρθηκε αµέσως µετά την άνοδο των Νεοτούρκων στην εξουσία το 1908. Η πολιτική του τουρκικού εθνικισµού κόστισε εκατοντάδες χιλιάδες  νεκρούς  και  πρόσφυγες  στις  χριστιανικές  εθνότητες  της Αυτοκρατορίας, κυρίως στους Έλληνες, τους Αρµένιους. Υπολογίζεται ότι οι Έλληνες «αγνοούµενοι» στον Πόντο και την Ιωνία κατά την περίοδο 1914-
1924  πλησιάζουν το  ένα  εκατοµµύριο,  ενώ  οι  απώλειες των  Αρµενίων  το
ενάµιση.
Τα φοβερά γεγονότα εκείνης της εποχής αποτελούσαν τον προάγγελο του εβραϊκού Ολοκαυτώµατος και του τρόπου διαχείρισης του εθνικού προβλήµατος που θα χαρακτηρίσει ολόκληρο τον 20ο αιώνα. Ίσως η πολιτική ανοχής προς τον τουρκικό εθνικισµό, που επέδειξαν οι µεγάλες δυνάµεις να ενθάρυναν στη συνέχεια το ναζισµό να εκφράσει άφοβα το αποτρόπαιο πρόσωπό του.
Μετά τη συνθήκη της Λωζάννης (1923) επιχειρήθηκε ο εξωραϊσµός της
Τουρκίας από τη ∆ύση, µε σηµαντικό µερίδιο ευθύνης να βαρύνει και την Ελλάδα. Οι τουρκικές κυβερνήσεις διαµόρφωσαν µια κρατική πολιτική υποβάθµισης των εθνικών εκκαθαρίσεων που είχαν πραγµατοποιηθεί λίγα µόλις χρόνια πριν. Στην προσπάθεια αυτή βρήκαν τη συµπαράσταση δυτικών διπλωµατών και επιχειρηµατιών που ενδιαφέρονταν να διευρύνουν τις σχέσεις τους µε το κεµαλικό καθεστώς. Σηµαντική ήταν και η συµβολή του αµερικανικού  State  Department, το  οποίο  προσπάθησε να  εµποδίσει  την έκδοση σχετικών βιβλίων και την παραγωγή ταινιών για τις σφαγές που προκάλεσαν οι Τούρκοι. Μεταξύ των βιβλίων αυτών ήταν το βιβλίο "Η κατάρα της  Ασίας",  του  τότε  Αµερικανού  προξένου  στη  Σµύρνη  G.  Horton. Αντίστοιχη ήταν και η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης.
Από τις πληθυσµιακές οµάδες που υπέστησαν τη γενοκτονία, πρώτοι οι
Αρµένιοι ξεκίνησαν -είκοσι χρόνια πριν- τις προσπάθειες αναγνώρισης. Στη συνέχεια οι Έλληνες, χωρίς τη συµπαράσταση ου κράτους, άρχισαν να προβάλλουν συστηµατικά το δικό τους Ολοκαύτωµα, που πραγµατοποιήθηκε στον Πόντο και στην Ιωνία. Στα µέσα της δεκαετίας του '80 εµφανίστηκε ένα ιδιότυπο κίνηµα για τη διατήρηση της ιστορικής µνήµης που εξέφρασε τις
µικρασιατικές  (ποντιακές και  ιωνικές) οργανώσεις και  τους  απογόνους των
προσφύγων του '22. Το κίνηµα αυτό πέτυχε την επίσηµη ανακήρυξη από τη Βουλή των Ελλήνων δύο σηµαντικών ηµεροµηνιών ως "Ηµέρες Εθνικής Μνήµης": Τη 19η  Μαϊου ως ηµέρα αφιερωµένη στη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και τη 14η  Σεπτεµβρίου ως ηµέρα αφιερωµένη στη Μικρασιατική Καταστροφή.
Με την εµφάνιση του αρµενικού κινήµατος, η Τουρκία προσπάθησε µε κάθε τρόπο να υποβαθµίσει και να αρνηθεί τα γεγονότα της Γενοκτονίας. Με παραγωγή στρατευµένων κρατικών έργων, µε  εξαγορά Αµερικανών κυρίως, ιστορικών, προσπάθησε να  αποτρέψει τις  προσπάθειες διεθνούς καταδίκης. Ίδρυσε το Ινστιτούτο Τουρκικών Σπουδών στην Ουάσιγκτον το 1982 για να πετύχει πρόσβαση στον ακαδηµαϊκό χώρο. Με επιχορηγήσεις, «ερευνητικά» προγράµµατα και ίδρυση πλήθους εδρών τουρκικών σπουδών στα αµερικανικά πνεπιστήµια, κατάφερε να δηµιουργήσει στρατευµένους, υπέρ των τουρκικών συµφερόντων Αµερικανούς τουρκολόγους, όπως οι B.  Lewis, St. Shaw, J. McCarthy και H. Lowry. Η πολυδάπανη επένδυση της Τουρκίας, απέφερε σύντοµα κέρδος, εφόσον το τουρκοφιλικό λόµπι εµπόδισε την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρµενίων.
Η προϊστορία αυτή ήταν που θορύβησε το τουρκικό κράτος για την
ανακίνηση της ποντιακής γενοκτονίας, τελική κατάληξη της οποίας θα είναι η καταγραφή στη διεθνή συλλογική µνήµη  της ανθρωπότητας του Ελληνικού Ολοκαυτώµατος που πραγµατοποιήθηκε στον Πόντο και στην Ιωνία. Ήδη, το τουρκικό  κράτος  ξεκίνησε  να  γράφει  την  αντίστοιχη  ιστορία,  «δίνοντας γραµµή» στους στρατευµένους ιστορικούς και στους Αµερικανούς υπαλλήλους του.  Έτσι  βρεθήκαµε  στην  εκπληκτική θέση,  να  διαµορφώνει  η    κρατική εξουσία την ιστορική γνώµη.
Για  τις  προσπάθειες  πλαστογράφησης  της  ιστορίας,  ο  καθηγητής
Γιάννης  Χασιώτης,  ένας  από  τους  καλύτερους  γνώστες  των  τουρκικών
µεθοδεύσεων,  γράφει:  «…  στην  περίπτωση αµφισβήτησης της  Γενοκτονίας δενέχουµε να κάνουµε τόσο µε ζητήµατα ιστοριογραφικού χαρακτήρα αλλά µε τις παρεµβάσεις  της  κρατικής  δύναµης  πάνω  στην  ιστορική  γνώση.  Πρόκειται  για φαινόµενο που µπορεί να εξελιχθεί σε οργουελιανή εξάρτηση των επιστηµόνων από τις κυβερνήσεις, δικές τους ή ξένες. Η εξάρτηση αυτή είναι περισσότερο ανησυχητική, επειδή χρησιµοποιεί ακαδηµαϊκά όπλα και διεθνοποιείται. Η αντίσταση σε ένα τέτοιο ενδεχόµενο µπορεί να συντελέσει στην αποτροπή τουλάχιστον του τελευταίου στόχου όλων των γενοκτονιών, που δεν είναι άλλος από την άρνησή τους»

Η επίσηµη τουρκική θέση: «Οι Τούρκοι υπεστησαν γενοκτονία!»

 Οι απόπειρες των απογόνων των θυµάτων να προβάλλουν τα δραµατικά γεγονότα της γενοκτονίας, βρήκαν την απόλυτη αντίθεση της επίσηµης Τουρκίας. Ο αντίλογος δε βασίστηκε σε ιστοριογραφικές αντιρρήσεις, αλλά σε σαφή διατύπωση θέσης από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών. Η ανακίνηση των τραγικών γεγονότων της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισµού θεωρείται ύψιστης σηµασίας θέµα για την τουρκική εξωτερική πολιτική. Τα ελληνοτουρκικά  προβλήµατα  ιεραρχούνται,  σύµφωνα  µε  τη  σελίδα  που διαθέτει το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στο Ίντερνετ, ως εξής: Αιγαίο, Ίµια, "τουρκική" µειονότητα στη θυτική Θράκη και "ποντιακή προπαγάνδα" κατά της Τουρκίας.
Παράλληλα,     καταβλήθηκαν     και     καταβάλλονται     προσπάθειες
περιορισµού της διεθνούς απήχησης που έχει η δηµοσιοποίηση των ιστορικών γεγονότων. Έτσι, ο  πρέσβης της Τουρκίας στην Αυστραλία προσπαθεί να κλείσει το Centre for Comparative Genocide Studies του Macquarie University, γιατί διαθέτει ερευνητικό τµήµα για την ποντιακή γενοκτονία και το µικρασιατικό ολοκαύτωµα.
Στην ειδική ανακοίνωση του τουρκικού Υπ.Εξ. µε τον τίτλο: "Setting
the record straight on Pontus propaganda against Turkey", επιχειρείται να παρουσιαστεί  η  ιστορία  αντίστροφα:  Οι  Έλληνες  του  Πόντου  έκαναν γενοκτονία των Τούρκων. Στο ερώτηµα: "Who commited genocide: Turks or Greeks bands?" απαντούν µε βεβαιότητα: "Οι Έλληνες!" Επιπλέον, το τουρκικό Υπ.Εξ. -είτε από σκοπιµότητα, είτε από γνώση µόνο του τουρκικού τρόπου λειτουργίας µιας κοινωνίας- θεωρεί ότι το ζήτηµα της γενοκτονίας γεννήθηκε από το ελληνικό κράτος και ότι εξυπηρετεί κρατικούς στόχους. Μέσα από την επίσηµη θέση προβάλλουν όλοι οι τουρκικοί φόβοι, καθώς και όλο το πλαίσιο της τουρκικής προπάγανδας. Για την επίσηµη Τουρκία, το θέµα της Γενοκτονίας των Ποντίων αποτελεί εφεύρηµα του ελληνικού κράτους για να  αµφισβητηθεί η ακεραιότητά της. Αποτελεί µέσο  υπονόµευσης  και αποσταθεροποίησης του τουρκικού κράτους µε την υποκίνηση «µικρο- εθνικιστικών αισθηµάτων» στο εσωτερικό του, καθώς και για την πρόκληση διώξεων κατά της «τουρκικής» µειονότητας της ∆υτικής Θράκης. Όπως φαίνεται, δύο είναι οι βασικοί φόβοι της τουρκικής διπλωµατίας: Η πιθανότητα εµφάνισης   ποντιακής  ταυτότητας  στην   Τουρκία   και   η   διαφύλαξη   της µουσουλµανικής µειονότητας στην Ελλάδα, εφόσον έχει πλέον διαταραχθεί η µειονοτική ισορροπία, που επέβαλε η Συνθήκη της Λωζάννης, µετά τις διώξεις
κατά των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, Ίµβρο και Τένεδο.
Γράφουν:
«Μπορεί να ειπωθεί ότι  η Ελλάδα επιδιώκει τους παρακάτω αντικειµενικούς στόχους:
-Να αµαυρώσει την εικόνα του Μουσταφά Κεµάλ Ατατούρκ, που εµπόδισε την ελληνική εισβολή στην Τουρκία,
-Να παραπλανήσει τον κόσµο, ότι η ιστορία της Τουρκίας είναι γεµάτη από γενοκτονίες και ότι η ιδεολογία της βασίζεται επί του ρατσισµού,

-Να εµφανίσει την τροµοκρατία του ΡΚΚ σαν ένα "πόλεµο για την απελευθέρωση" και να συγκροτήσει µε το ΡΚΚ ένα µέτωπο εναντίον της Τουρκίας, δηµιουργώντας ένα σύνδεσµο µεταξύ "Ελλήνων του Πόντου" και "Κούρδων",
-Να ενθαρρύνει τα αντιτουρκικά αισθήµατα στους έτσι καλούµενους Έλληνες του Πόντου, αποδίδοντας σ' αυτούς µια πλαστή "ποντιακή ταυτότητα",
-Τελευταίο, αλλά πιο σηµαντικό, να χρησιµοποιήσει το στοιχείο του Πόντου στη διαδικασία αποτουρκοποίησης της ∆υτικής Θράκης."
Το µόνο σχόλιο στην τουρκική προσέγγιση και στην απόλυτη άρνηση της ιστορίας, είναι τα λόγια του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη: "... Αυτό που επιζητούµε είναι µια Νυρεµβέργη των συνειδήσεων. Θέλουµε να έλθει ένας Τούρκος, να γονατίσει όπως ο Βίλι Μπραντ, σ' ένα οποιοδήποτε µνηµείο και να ζητήσει συγνώµη. Είµαστε ένα έθνος φοβερά αφελές, αλλά η αφέλεια αυτή συγκρατεί τον ηθικό κόσµο τον οποίο επιδιώκουµε."



ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΕΣ

Συζητήσεις για τις Γενοκτονίες και τα εθνοτικά προβλήµατα µέσα από τις τουρκικές σελίδες του Ιντερνέτ

Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙ∆Η


Μπορεί η επίσηµη Τουρκία και το υπουργείο Εξωτερικών της γείτονος να απορρίπτουν µε  σκληρό τρόπο τις κατηγορίες για τις Γενοκτονίες των χριστιανικών λαών της Μικρά Ασίας. Μπορεί ο νέος πολυδιαφηµισµένος πρόεδρος της Τουρκίας να υπόσχεται "πιστή τήρηση των εθνικιστικών αρχών του Κεµάλ Ατατούρκ". Όµως ο σκεπτόµενος τουρκικός λαός φαίνεται να είναι περισσότερο προβληµατισµένος και λιγότερο πεπεισµένος.
Περιπλανώµενος στις τουρκικές σελίδες του Ίντερνετ µε τη βοήθεια ενός φίλου Κωνσταντινουπολίτη, βρέθηκα µπρος σε µια εκπληκτική έκφραση των σύγχρονων τάσεων, ειδικά της µη κεµαλικής προοδευτικής σκέψης, καθώς και των εθνοτικών οµάδων που ακόµα επιβιώνουν. Μεταξύ αυτών βρίσκονται και αρκετοί από τους ελληνόφωνους της Τουρκίας (βλ. το άρθρο: Β. Αγτζίδης, "Ελληνόφωνες οµάδες στην Τουρκία", εφηµ. Η Καθηµερινή, 16 Ιανουαρίου
2000, σελ. 30.) Ακολουθώντας τη διεύθυνση http://members.aol.com/xsoysal/index.html/homepage.html βρίσκεσαι  σ' ένα   µεγάλο   φόρουµ   συζητήσεων   της   αντικεµαλικής   Αριστεράς   που τιτλοφορείται:   "Tarih   ve   Demokrasi   Forum",   δηλαδή   "Ιστορικό   και ∆ηµοκρατικό φόρουµ". ∆ηµιουργός του είναι ο Ozcan Soysal, κάτοικος Άγκυρας και εθνικά Τούρκος όπως δηλώνει, που κατάγεται από το χωριό Χάσερε της Γκιουµουσχανέ (Αργυρούπολη) του Πόντου στη Βόρεια Τουρκία. Στις συζητήσεις του φόρουµ, συµµετέχουν καθηµερινά περισσότερα από 150 άτοµα.

Πρώτο θέµα συζήτησης, όπως αναγράφεται στην εισαγωγική σελίδα, είναι "Το ζήτηµα των Αλεβί / Κιζιλµπάσηδων". Το δεύτερο θέµα είναι "Γενοκτονίες χριστιανών (Αρµένιοι, Ρωµιοί, Πόντος, Σύριοι, Ασσύριοι)". Έβδοµο θέµα, αµέσως µετά από  "Το κουρδικό ζήτηµα" είναι το "Εθνικές µειονότητες στην Τουρκία: Πόντιοι, Λαζοί, Εβραίοι, Αρβανίτες, Ποµάκοι κ.ά." Κάνοντας κλικ στο δεύτερο θέµα µπήκαµε σε πλήθος κειµένων που περιείχαν προβληµατισµούς, εισηγούνταν θέµατα  και τοποθετούνταν πάνω στα επίµαχα  ζητήµατα.  Ένα εκτεταµένο θέµα για την ιστορία του Πόντου µε τον τίτλο "Pontos Kimligi" (ποντιακή ταυτότητα), παρουσιάζει ένας µουσουλµάνος ελληνόφωνος, ο Mehmet. Μεταξύ άλλων γράφει: "Η Τουρκία παρουσίασε ως Πόντιους µόνο το χριστιανικό κοµµάτι. Ο σκοπός της ήταν να µην ενωθούν τα δύο µέρη… Τελικά, την ιστορία  µας των  3.000  χρόνων  µας έκαναν  να  την  ξεχάσουµε. Μας  έκαναν  να ντρεπόµαστε για την πραγµατική µας ταυτότητα. Παρόλα αυτά δεν αντέχουν ούτε τις ύστατες προσπάθειές µας."

Ο Ozcan Soysal σχολιάζει ως εξής το άρθρο του Mehmet: "Χάρηκα ιδιαίτερα επειδή είµαι από τη Γκιουµουσχανέ. Χάρηκα πολύ που άκουσα τη φωνή των µουσουλµάνων Ποντίων. Η φωνή σας θα είναι ένα δηµοκρατικό βήµα την εποχή που η Τουρκία  αλλάζει  πρόσωπο.  Το  χωριό  µας λεγόταν  Χάσερε  και  κατοικιόταν  από χριστιανούς και µουσουλµάνους. Οι χριστιανοί διώχτηκαν και πήγαν στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι κάποτε θα µπορέσω να έρθω σε επαφή µε τους χωριανούς µου στην Ελλάδα." Σε άλλο άρθρο του ο Ozcan Soysal αναρωτιέται: "Οι κεµαλιστές υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες που πήγαν στη Σµύρνη ήταν κατακτητές. Όµως στη Σµύρνη οι περισσότεροι ήταν Έλληνες, ενώ οι µουσουλµάνοι λίγοι. Πώς γίνεται λοιπόν να είναι κατακτητές;"

Εξαιρετικό  ενδιαφέρον  έχει  επίσης  ο  διάλογος  που  γίνεται  στις τουρκικές   σελίδες   του   site:    http://members.xoom.com/pontians.  Στο φόρουµ αυτού του site συµµετέχουν καθηµερινά γύρω στα τριάντα άτοµα. Ο Mesut Guler   σ' ένα δεκασέλιδο άρθρο µε τίτλο "Pontos isyani" (Η επανάσταση του Πόντου), αναφέρεται στην "καταπιεστική Οθωµανική Αυτοκρατορία" και στους Πόντιους, οι οποίοι ως "αιχµάλωτοι", άρχισαν να οργανώνονται και να επαναστατούν, ειδικά από το 1916. Γράφει µεταξύ άλλων: "Ο Πόντος έχει 2.700 χρόνια ιστορία. Χριστιανοί και µουσουλµάνοι επαναστάτησαν για τον ίδιο σκοπό: την ελευθερία του Πόντου… Τον Αύγουστο του 1923, γυναίκες, παιδιά,  γέροι,  γριές,  όλοι  οι  Πόντιοι,  έπρεπε  να  διωχθούν.  Μέχρι  το  1923  οι δολοφονίες και οι διωγµοί εφαρµόζονταν συστηµατικά πάνω στον ποντιακό λαό. Στα χωριά και στις πόλεις, οι άοπλοι και οι αδύναµοι σκοτώνονταν συστηµατικά.

Τέλος, 322.500 Πόντιοι αφήνουν την πατρίδα τους και φεύγουν στην Ελλάδα. Πίσω έµειναν οι πλούσιοι και όσοι αντάρτες δεν µπόρεσαν να φύγουν. Έτσι, αυτοί που γλύτωσαν τη γενοκτονία αναγκάστηκαν να σιωπήσουν και να ξεχάσουν την ιστορία τους."

Ο Ali Riza Sakli µε το άρθρο του "Bilim ve tarih boyle soyluyor" (Η γνώση και η ιστορία έτσι λέει), σχολιάζοντας  το κείµενο του Mesut Guler, καθώς και άλλα άρθρα που αναφέρονται στο ελληνικό παρελθόν της περιοχής, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει ούτε ένας ελληνόφωνος στη Βόρεια Τουρκία. Γράφει: "Έχετε δικαίωµα να λέτε ότι θέλετε. Όµως δεν έχετε δικαίωµα να ταυτίζετε το λαό που ζει στην περιοχή αυτή µε τους Έλληνες (Yunan)… Οι Αρµένιοι, οι Βυζαντινοί και οι Έλληνες έφυγαν το 1915…" Το συγκεκριµένο άρθρο αποτελεί παράδειγµα  του  εθνικιστικού  τουρκικού  λόγου.  Στο  ίδιο  µήκος  κύµατος κινείται και το άρθο ενός παντουρκιστή, του prof. Kirzioglu, µε τίτλο "Dogu Karadeniz   Mili   Tarihi"   (Η   εθνική   ιστορία   της   Μαύρης   Θάλασσας). Υποστηρίζει ότι οι Τούρκοι είναι οι πρώτοι κάτοικοι του Πόντου, εφόσον εµφανίστηκαν στην περιοχή πριν από τρεις χιλιάδες και εγκαταστάθηκαν µε τα άλογά τους στα βουνά.
Ακολουθεί πλήθος άρθρων που απορρίπτουν τις θέσεις του Kirzioglu. Ο  Pontoslu (ένας  από  τον  Πόντο)  απαντά  στο  άρθρο  µε  ένα  αναλυτικό ιστορικό σηµείωµα, καταρρίπτοντας κάθε σηµείο της επιχειρηµατολογίας. Αµφισβητεί  την τουρκική παρουσία στην περιοχή και θεωρεί ως ιστορικό σηµείο εισόδου των Τούρκων στο µικρασιατικό χώρο το 1071, µετά τη µάχη στο Ματζικέρτ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει µια απάντηση στο άρθρο "Bilim ve tarih boyle soyluyor", µε την υπογραφή Pontoslu bir genc (Ένας νέος από τον Πόντο): "Φίλε, εγώ είµαι από την πρωτεύουσα του Πόντου, από την Τραπεζούντα. Το χωριό µου είναι κοντά στην Τσάϊκαρα (Κατωχώρι). Πήγαινε να δεις πάνω από το Κατωχώρι. Σ' όλα τα χωριά µιλούν ελληνικά και δεν µπορούν να µιλήσουν την τουρκική γλώσσα. Στα χωριά που βρίσκονται κάτω από το Κατωχώρι, µέχρι χθες πιέζανε  τον  κόσµο να  µιλά µόνο τουρκικά.  Και  τους  κορόϊδευαν γιατί  αυτοί  δεν µπορούσαν να τα µιλούν καλά, εφόσον δεν µπορούσαν να προφέρουν τα γράµµατα που δεν υπάρχουν στην ελληνική γλώσσα. Τι κάθεσαι και µας λες; Ξέρεις καλύτερα από µένα το χωριό µου; Σου µιλάω για 2.000 χρόνια ιστορία. ∆εκαπέντε χρόνια πριν δεν µπορούσες να βρεις κανένα που να µπορούσε να µιλήσει τουρκικά. Τι προσπαθείς να πεις; Άσε να εκφράσουµε εµείς τον εαυτόµας!"



ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ Ι∆ΕΟΛΟΓΙΑ
Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙ∆Η  
 Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας.

Τα µικρασιατικά γεγονότα προκαλούσαν πάντα µια αµφιθυµία στους Έλληνες. Η υποβάθµιση της σηµασίας τους, η απόκρυψη του αριθµού των θυµάτων (τουλάχιστον 800.000 σύµφωνα µε την εκτίµηση των ιστορικών Κιτροµηλίδη-Αλεξανδρή), η απενοχοποίηση του τουρκικού εθνικισµού, ακόµα και  η  αιτιολόγηση της  γενοκτονίας των  χριστιανικών πληθυσµών,  υπήρξαν κοινός τόπος στη µετά το '22 Ελλάδα. Η νεοελληνική ιδεολογία, όπως διαµορφώθηκε από το κυρίαρχο σύστηµα εξουσίας -και την Αριστερά- δεν συµπεριέλαβε την ιστορική εµπειρία του ελληνισµού της Ανατολής. Η άρνηση της Ιστορίας καθόρισε τις προτεραιότητες της ιστορικής επιστήµης, της λογοτεχνίας και της τέχνης. Ελάχιστοι υπήρξαν οι ιστορικοί που επέλεξαν να
µελετήσουν τα γεγονότα. Απόπειρες έγιναν από τους ίδιους τους πρόσφυγες και
τις  οργανώσεις τους,  καθώς  και  από  ευαίσθητους ιδιώτες  όπως  το  ζεύγος
Μερλιέ. Ο ελληνισµός της Ανατολής και η καταστροφή του, δεν αποτέλεσαν
µέρος των νεοελληνικών επιστηµονικών προτεραιοτήτων.

Για επτά ολόκληρες δεκαετίες η µικρασιατική τραγωδία, η ερµηνεία της
και τα συµπεράσµατα που προέκυπταν απ' αυτήν, προκαλούσε τα αρνητικά αντανακλαστικά µεγάλου µέρους, τόσο των κρατικών λειτουργών, όσο και των πολιτικών ιθυνόντων και καθοδηγητών. Το "σόκ του '22" οδήγησε σε µια ιδεολογική περιχαράκωση γύρω από τα στενά όρια των συµφερόντων του κράτους. Εκτός από τα γεγονότα στη Μικρά Ασία και άλλα φαινόµενα που σχετίζονταν µε τον εξωελλαδικό ελληνισµό, όπως η ∆ιασπορά, οι Έλληνες στη Σοβιετική Ένωση κ.ά. τέθηκαν στο περιθώριο του νεοελληνικού ενδιαφέροντος.

Η παραγνώριση της ιστορίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας δεν έµεινε
απαρατήρητη σε σηµαντικούς ξένους ελληνιστές. Ο ιστορικός Richard Clogg, καθηγητής στην Οξφόρδη, διαπιστώνει: "…τάση παραµέλησης της ιστορίας έχει υπάρξει και σε σχέση µε την ιστορία της ελληνικής Ανατολής. Υπήρχαν πολύ µεγάλοι ελληνικοί πληθυσµοί εκτός των περιοχών που απαρτίζουν σήµερα το ελληνικό κράτος, στα Βαλκάνια, στην Κωνσταντινούπολη, στη Μικρά Ασία και ειδικά στις δυτικές ακτές, στα παράλια της Θάλασσας του Μαρµαρά και στη  Μαύρη Θάλασσα, στην Καππαδοκία και τον Πόντο… Αυτός ο κόσµος µε είχε συνεπάρει ήδη από το καλοκαίρι του 1960, όταν είχα µείνει για δύο µήνες στην Τραπεζούντα του Πόντου… Εκεί, τα τεκµήρια της ελληνικής παρουσίας, που είχε σβήσει µόλις 40 χρόνια πιο πριν, ήταν αναρίθµητα… Ένας ολόκληρος ελληνικός κόσµος είχε χαθεί µόλις πρόσφατα. Υπήρξε κάτι που µε συνεπήρε από τότε, ειδικά επειδή µέχρι τότε δεν είχα ακούσει τίποτα γι' αυτό τον κόσµο."


Από τη Μικρασιατική Καταστροφή στην καταστροφή της µνήµης

Η Μικρασιατική Καταστροφή υπήρξε αποτέλεσµα µιας ανορθολογικής διαχείρισης της µεγάλης πρόκλησης του 1919. Εκείνη την εποχή οι κάτοικοι της Ελλάδας ανέρχονταν σε πέντε εκατοµµύρια και οι Έλληνες της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης σε δυόµιση. Η Σµύρνη ήταν µια πόλη
µεγαλύτερη από την Αθήνα µε  σηµαντικότερη βιοµηχανική  παραγωγή. Η
ελληνική ήττα  και  η  νίκη  του  τουρκικού εθνικισµού  -που  διαµόρφωσε  τη

σύγχρονη εικόνα του κόσµου µας- οφειλόταν στη συµπεριφορά του συνόλου των πολιτικών δυνάµεων της Ελλάδας. Το γεγονός αυτό, συνδυασµένο µε µια ασύλληπτης έκτασης καταστροφή, οδήγησε σε µια πανοµοιότυπη συµπεριφορά που  επεδίωκε  τη  λήθη.  Εκτός  από  τα  προβλήµατα  που  προκαλούσαν τα συναισθήµατα ενοχής, υπήρξαν και άλλοι παράγοντες. Όπως η µεσολάβηση του Ιταλού δικτάτορα Μουσολίνι µεταξύ Αθήνας και Άγκυρας, που δροµολόγησε την οριστική επίλυση των διαφορών για την εδραίωση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Η ελληνική πλευρά είχε αποδεχτεί την πρόθεση των Ιταλών να δηµιουργήσουν έναν άξονα Ρώµης-Αθήνας-Άγκυρας και ένα σύστηµα τριµερούς συνεργασίας και θα είχε ως βάση ένα σύνολο διµερών συµφωνιών. Αποτέλεσµα αυτής της πολιτικής υπήρξε η ελληνοτουρκική Συµφωνία της Άγκυρας του 1930, µε  την οποία αντιµετωπίζονταν όλες οι εκκρεµότητες µεταξύ των δύο χωρών και παραχωρούνταν οριστικά οι περιουσίες των προσφύγων στο νέο τουρκικό κράτος.

Η συµφωνία αυτή, µαζί µε την υποβολή πρότασης του πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελ. Βενιζέλου
προς την Επιτροπή του Νόµπελ για την βράβευση του Μουσταφά Κεµάλ Πασά -που είχε ήδη λάβει το προσωνύµιο Ατατούρκ (Πατέρας των Τούρκων)-
µε το Νόµπελ Ειρήνης, εγκαινίασαν µια νέα εποχή. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το κείµενο που στάλθηκε στην Επιτροπή (µεταξύ ∆εκεµβρίου 1930 και Ιανουαρίου 1931), στο οποίο ο Κεµάλ χαρακτηριζόταν ως: "πραγµατικός στυλοβάτης  της  ειρήνης".  Εφεξής,  ο  φιλοκεµαλισµός   θα  ήταν  το  κοινό συναίσθηµα που θα µοιραζόταν οι άνθρωποι της συµπολίτευσης και της εκάστοτε  αντιπολίτευσης,  συµπεριλαµβανοµένης   και   της  πλέον  ακραίας εκδοχής της.
Έτσι, η ελληνοτουρκική προσέγγιση και ο αµοιβαίος σεβασµός γίνονταν
βασικοί όροι  της  νέας  εξωτερικής πολιτικής. Κατά  συνέπεια, η  πρόσφατη ιστορία, που σχετιζόταν µε τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη γενοκτονία των ελληνικών και των άλλων χριστιανικών πληθυσµών, µεταβαλλόταν σε µια άµεση απειλή για τη νέα τάξη πραγµάτων. Η ιδεολογική πολιτική που θα έπρεπε να ασκήσει το κράτος δεν µπορούσε παρά να είναι συµβατή µε τις όποιες  επιλογές  του.  Η  αναγκαιότητα  αυτή  ερµηνεύει  τις  δυσερµήνευτες σήµερα για νεότερους ερευνητές συµπεριφορές. Μεταξύ αυτών και   το γεγονός ότι απο τα σχολικά βιβλία απουσίαζε για δεκαετίες οποιαδήποτε αναφορά στα τραγικά γεγονότα, ενώ αντιθέτως υπήρχαν κολακευτικές επισηµάνσεις για το τουρκικό εθνικιστικό κίνηµα και την πολιτική του.
Η διάχυση των καινοφανών προσεγγίσεων στην ευρύτερη κοινωνία και η µετατροπή  τους  σε  µια  περίεργη  ιδεολογία,  έγινε  µε  κύριο  όχηµα  την Αριστερά.  Η  αυθαίρετη  κατασκευή  ιστορικών  σχηµάτων  αποτυπώνεται µε ακρίβεια στη θέση που διατύπωσε στις 12 Ιουλίου 1935 σε άρθρο του στην εφηµερίδα «Ριζοσπάστης» ο ηγέτης του κοµµουνιστικού κόµµατος Νίκος Ζαχαριάδης: «Η Μικρασιατική Εκστρατεία δεν χτυπούσε µόνο τη νέα Τουρκία, µα στρεφότανε και ενάντια στα ζωτικότατα συµφέροντα του ελληνικού λαού. Γι’ αυτό και µεις, όχι µόνο δεν λυπηθήκαµε για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρά Ασία µα και
την επιδιώξαµε.»

Ο φιλοκεµαλισµός της Αριστεράς υπήρξε εντονότερος απ' αυτόν των άλλων πολιτικών δυνάµεων, εξαιτίας της παλιάς αναγνώρισης του Κεµάλ Πασά από τον Λένιν ως προοδευτικού και επαναστάτη. Η µόνη κριτική στο στερεότυπο αυτό ήρθε από έναν αιρετικό ιστορικό της Αριστεράς, τον Νίκο Ψυρούκη, που απέδειξε ότι το κεµαλικό κίνηµα ανήκε στην κατηγορία των ολοκληρωτικών κινηµάτων  του µεσοπολέµου  και συγγένευε ιδεολογικά και κοινωνικά µε το ναζισµό.
Πάντως, το σύνολο του πολιτικού κόσµου θέλησε να απεκδυθεί από κάθε ευθύνη για τη µικρασιατική εµπλοκή και να αποδείξει στον τουρκικό παράγοντα ότι η Ελλάδα παρασύρθηκε σε έναν ιµπεριαλιστικό πόλεµο. Στη γραµµή αυτή, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, τότε υπουργός Εξωτερικών, διαβεβαίωνε από το επίσηµο βήµα  της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 1957, ότι ο
µικρασιατικός πόλεµος "της κατακτήσεως" δεν ήταν ελληνικός πόλεµος και ότι
η "εισβολή" στη Μικρά Ασία οφειλόταν αποκλειστικά στη στάση των µεγάλων δυνάµεων.
Την ίδια περίοδο, ο ίδιος πολιτικός από την ίδια θέση -όπως και ο Παναγιώτης Πιπινέλης- είχε ζητήσει επισήµως από τον Αυστριακό υπουργό Εξωτερικών να εµποδίσει τον Έλληνα ιστορικό Πολυχρόνη Ενεπεκίδη να έχει πρόσβαση στα κρατικά αρχεία της Βιέννης. Οι δύο Έλληνες πολιτικοί επιζητούσαν να  µην  έρθουν  στο  φως  τα  έγγραφα  των  Γερµανών  και  των Αυστριακών  διπλωµατών  της  περιόδου  1909-1918,  µέσα  από  τα  οποία πρόβαλε ανάγλυφα όλο το σχέδιο του νεοτουρκικού κοµιτάτου για εξόντωση των χριστιανικών οµάδων. Επί πλέον, µέσα από τις µαρτυρίες των συµµάχων της εθνικιστικής Τουρκίας, αποδεικνυόταν το γεγονός ότι διαπράχτηκε γενοκτονία κατά των ελληνικών πληθυσµών της Μικράς Ασίας. Το επιχείρηµα των Αβέρωφ και Πιπινέλη ήταν ότι η δηµοσίευση του αρχειακού υλικού θα έβλαπτε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Λίγα χρόνια αργότερα οι Απριλιανοί δικτάτορες θα απαγόρευαν τη χρήση της λέξης "Τούρκος" κατά τους σχολικούς εορτασµούς της επετείου της 25ης  Μαρτίου, αντικαθιστώντας την µε τη λέξη "εχθρός", ενώ ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος θα υποστήριζε δηµοσίως τη διάθεσή του για δηµιουργία µιας
ελληνοτουρκικής οµοσπονδίας. Μετά την πτώση της δικτατορίας συνεχίστηκε η ίδια προσέγγιση. Από τη µια το κράτος και οι µηχανισµοί του επέβαλαν τη συνέχιση της πολιτικής λήθης µε αποκορύφωµα τις προσπάθειες να µην προβληθεί  η  ταινία  "1922"  του  Νίκου  Κούνδουρου.  Από  την  άλλη,  η Αριστερά   καλλιεργούσε σε όλα τα επίπεδα το ιδεολόγηµα ότι οι Έλληνες διέπραξαν "ιµπεριαλισµό" και ότι ο Κεµάλ Ατατούρκ ήταν ένας ιδιόρρυθµος "κοντινός µας" επαναστάτης. Την πολιτική αυτή τη ζήσαµε και πρόσφατα -τρία χρόνια πριν- όταν δυνάµεις του κράτους και της κυβέρνησης µε τη συµπαράταξη δυνάµεων της Αριστεράς και της νεοφιλελεύθερης ∆εξιάς, επιχείρησαν µε παρακρατικό τρόπο την απαλοιφή του όρου "γενοκτονία" από το προεδρικό διάταγµα που ενεργοποιούσε το νόµο του 1998.


Σήµερα


Η ωρίµανση και ο εκδηµοκρατισµός της ελληνικής κοινωνίας, µαζί µε την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών επέβαλαν µια διαφορετική θεώρηση της  Ιστορίας.  Το  1982  ο  Ανδρέας  Παπανδρέου,  ως  πρωθυπουργός  της Ελλάδας µεταβαίνει τον δεκαπενταύγουστο στο µοναστήρι της Παναγίας Σουµελά, στο Βέρµιο. Με την κίνηση αυτή αναγνώριστηκε -για πρώτη φορά από το '22- η κοινωνική και πολιτική σηµασία των Ελλήνων προσφύγων από την Ανατολή. Σηµαντικό βήµα για την ενσωµάτωση στην εθνική µνήµη των µικρασιατικών γεγονότων, έγινε το 1992 από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος µε την αγιοποίηση του µητροπολίτη Σµύρνης Χρυσοστόµου µε βασικό κριτήριο τη δολοφονία του από τους Κεµαλικούς.

Η  συνέχεια δόθηκε το  1993  µε  µια  επίσηµη  ανακοίνωση του  τότε υφυπουργού Εξωτερικών Βύρωνα Πολύδωρα για τη µνήµη των θυµάτων της γενοκτονίας στον Πόντο. Ακολούθως, η Βουλή των Ελλήνων   αναγνώρισε οµοφώνως τη γενοκτονία των Ελλήνων στο µικρασιατικό χώρο και   θέσπισε δύο επίσηµες εθνικές επετείους.

 Με την απόφαση του 1994 αναγνωρίστηκε η γενοκτονία των Ελλήνων στο µικρασιατικό Πόντο και ορίστηκε ως ηµέρα µνήµης η 19η  Μαϊου -ηµέρα κατά την οποία το 1919 ο Μουσταφά Κεµάλ αποβιβάστηκε στη Σαµψούντα για να αρχίσει την εκστρατεία του κατά του ελληνικού στρατού που είχε ήδη αποβιβαστεί στη Σµύρνη. Το 1998 η Βουλή αναγνώρισε  τη  γενοκτονία  των  Ελλήνων  στο  σύνολο  του  µικρασιατικού εδάφους. Όρισε ως ηµέρα εθνικής µνήµης τη 14η  Σεπτεµβρίου -ηµέρα κατά την οποία τα κεµαλικά στρατεύµατα πυρπόλησαν τη Σµύρνη το 1922.













ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ