Γάδαρα:Η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.



Γάδαρα ,το Δυτικό θέατρον 

Τα Γάδαρα  είναι πόλη της σημερινής Ιορδανίας, (Αραβικά:  Umm Qais, ) μεταξύ του ποταμού Ιορδάνη και της Αραβικής ερήμου.
Η πόλη -βάσει μαρτυριών και ανασκαφών- πρωτοϊδρύθηκε από τον Μεγάλο Αλέξανδρο, την εποχή που κατέλαβε την Παλαιστίνη (333/2 π.Χ.). Τα Γάδαρα ήταν αρχικά ελληνικός  στρατιωτικός συνοικισμός του μακεδονικού στρατού που με την πάροδο του χρόνου μεταβλήθηκε σε πόλη.




Ο κεντρικός δρόμος της πόλης  Decumanus Maximus .Αυτό στην πολεοδομία της εποχής ήταν ο δρόμος Ανατολής -Δύσης και οδηγούσε κυρίως προς την κεντρική πύλη το στράτευμα της πόλεως  και που ήταν πλησιέστερα στον εχθρό .

Δείγμα για το πόσο προχώρησε ο ελληνισμός στα μέρη εκείνα, είναι το ότι η πόλη λεγόταν Ατθίς εν Ασσυρίοις ναιομένα Γαδάροις. Ως προς την ετυμολογία του ονόματος επικρατέστερο είναι : Από την πόλη Γάδαρα της Μακεδονίας, πράγμα το οποίο αναφέρεται από τον Στέφανο τον Βυζάντιο.[Στέφανος Βυζάντιος Εθνικά στο λήμμα Γάδαρα: Γάδαρα, πόλις Κοίλης Συρίας, ήτις και Αντιόχεια και Σελεύκεια εκλήθη. Το εθνικόν Γαδαρεύς, και Γαδαρίς και η γυνή και η χώρα. Εντεύθεν ήν Μένιππος ο σπουδογελοίος. Έστι και Γάδαρα κώμη Μακεδονίας.] Αυτός ο  ισχυρισμός επικυρώνεται από τα μακεδονικά ονόματα των γύρω πόλεων της Δεκαπόλεως (π.χ. Πέλλα, Δίον, Πιερία).

Μετά τον θάνατο του Μακεδόνα στρατηλάτη, η πόλη περιήλθε στην σφαίρα εξουσίας των Λαγιδών της Αιγύπτου. Κατά την διάρκεια του τετάρτου Συριακού πολέμου (219-217 π.Χ.), ο βασιλιάς της Συρίας Αντίοχος Γ' ο Μέγας κατά την εκστρατεία του κατά του Πτολεμαίου Δ΄ στην Κοίλη Συρία, διήλθε από τη Δεκάπολη. Μόλις έφθασε έξω από τα Γάδαρα έστησε τις πολιορκητικές του μηχανές, με αποτέλεσμα οι τρομοκρατημένοι Γαδαρηνοί να του παραδώσουν αμαχητί την πόλη τους (218 π.Χ.).


Μετά την ήττα των σελευκιδικών δυνάμεων στην Ραφία το 217 π.Χ., τα Γάδαρα -όπως και οι άλλες πόλεις της Κοίλης Συρίας- κατελήφθησαν με έφοδο των πτολεμαϊκών στρατευμάτων. Τελικά η πόλη περιήλθε στη συριακή κυριαρχία μετά τη νίκη του Αντιόχου επί του Αιτωλού στρατηγού του Πτολεμαίου Ε΄, Σκόπα, στο Πάνειον, επί των πηγών του Ιορδάνη (198 π.Χ.). Δεν αποκλείεται τότε η πόλη να έλαβε και τις επιπλέον ονομασίες Αντιόχεια και Σελεύκεια, τουλάχιστον αν όχι από τον Αντίοχο Γ΄, τότε από τον Αντίοχο Δ΄.
Μετά από 120 χρόνια το 83/2 π.Χ. ο Ιουδαίος βασιλιάς Αλέξανδρος Ιανναίος απέσπασε τα Γάδαρα από τους Σελευκίδες και τα κατέστρεψε.
Κατόπιν μετά από 18 χρόνια, το 64/3 π.Χ. ο στρατηγός Πομπήιος κατέλαβε την πόλη και την ανοικοδόμησε για χάρη του φίλου του Δημητρίου του Γαδαρηνού που ήταν απελεύθερος και είχε αποκτήσει δύναμη στη Ρώμη.

Νόμισμα από τα Γάδαρα με τις τις τρεις Χάριτες 

Το 30 π.Χ. ο Οκταβιανός Αύγουστος προσέφερε την πόλη -που ήταν ως τότε αυτόνομη και έκοβε δικό της νόμισμα- στον βασιλιά Ηρώδη. Τότε οι Γαδαρηνοί έστειλαν πρεσβεία στη Λέσβο και διαμαρτυρήθηκαν στον εκπρόσωπο του αυτοκράτορα Αγρίππα το 29 π.Χ., γεγονός το οποίο επανέλαβαν εμπρός στον αυτοκράτορα το 28 π.Χ. όταν επισκέφτηκε τη Συρία.




Μετά τον θάνατο του Ηρώδου, το 4 π.Χ., τα Γάδαρα ενώθηκαν με τη ρωμαϊκή επαρχία της Συρίας. Από την Αγία Γραφή μάλιστα διαβάζουμε ότι ο Ιησούς Χριστός θεράπευσε στην πόλη έναν δαιμονισμένο, από τον οποίο έδιωξε τα δαιμόνια σε μια αγέλη χοίρων που κρημνίστηκαν στην Τιβεριάδα λίμνη. Με την αρχή του Ρωμαιο-Ιουδαϊκού πολέμου το 66 μ.Χ. η περιοχή γύρω από τα Γάδαρα ερημώθηκε, όταν ο Βεσπασιανός εισέβαλε στην πόλη και αφάνισε τον ανθό της.
Τότε οι Γαδαρηνοί συνέλαβαν τους πιο τολμηρούς Ιουδαίους, από τους οποίους άλλοι θανατώθηκαν και άλλοι φυλακίστηκαν. Άλλοι παραδόθηκαν στον Βεσπασιανό που τοποθέτησε φρουρά στην πόλη.

Νόμισμα από τα Γάδαρα επί Αυτοκράτορα Καρακάλλα 198-217 μ.Χ 

Τον 2ο αιώνα μ.Χ. το υδραγωγείο της πόλεως παρείχε πόσιμο νερό σε απόσταση 170 χιλιομέτρων. Το μεγαλύτερο τμήμα της σήραγγας του υδραγωγείου είναι για 94 χιλιόμετρα κάτω από το έδαφος και είναι η μακρύτερη γνωστή σήραγγα της αρχαιότητος. Την εποχή εκείνη γνωστές ήταν και οι θέρμες της πόλεως (Hammath Gader), στις οποίες προσέρχονταν επιφανείς Ρωμαίοι.

Η Είσοδος στις Θέρμες των Γαδάρων 

Δεξαμενή των λουτρών

Η δεξαμενή των λουτρών σήμερα με ύδωρ.



Η κεντρική  αίθουσα αναμονής στις θέρμες των Γαδάρων μπροστά της εικόνας 





Στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους τα Γάδαρα συνέχιζαν να υπάρχουν σαν μια σημαντική πόλη στην Δεκάπολη. Το 303 μ.Χ. μαρτύρησαν εκεί οι άγιοι Ζαχαρίας και Αλφειός επί Διοκλητιανού. Ο επίσκοπος της πόλεως Σαβίνος συμμετείχε στη Σύνοδο της Νίκαιας το 325 μ.Χ.

Νόμισμα με ελληνική γραφή από τα Γάδαρα 

Μετά τη μάχη της Πέλλας (635 μ.Χ.) και την αποφασιστική μάχη στον παραπόταμο του Ιορδάνη, Γιαρμούκ, (636 μ.Χ.), οι Άραβες νίκησαν τους Βυζαντινούς και εξασφάλισαν τον έλεγχο της νοτίου Συρίας.

Ψηφιδωτό από χριστιανικό ελληνικό τάφο στα Γάδαρα 

Οι Γαδαρηνοί διατήρησαν την χριστιανική τους πίστη και την περιουσία, έναντι υψηλού φόρου που θα πλήρωναν στους κατακτητές. Κατά τον σεισμό που σημειώθηκε το 749 στο όρος Ερμών τα Γάδαρα οδηγήθηκαν σε βαθμιαία παρακμή, ώστε στην εποχή των Σταυροφοριών να αναφέρονται ως ένα απλό χωριό.

Μία  επιγραφή στα Ελληνικά από τις θέρμες των Γαδάρων  [...Στις ημέρες του δούλου του Θεού Mu'āwiya (Αμπντάλα Maavia), ο διοικητής  των πιστών αυτά εδώ τα θερμά λουτρά εκεί που οι  άνθρωποι σώθηκαν  ξαναχτίστηκαν από τον 'Abd Αλλάχ γιο του Αμπού Χασίμ (Abouasemou), το κυβερνήτη, την πέμπτη του μηνός Δεκεμβρίου, τη δεύτερη ημέρα (της εβδομάδας), το 6ο έτος  ινδικτιώνος , (κατά το έτος 726 της αποικίας, σύμφωνα με τους Άραβες )για τη θεραπεία των ασθενών, με τη φροντίδα του Ιωάννη, υπαλλήλου της Γάδαρα....]

Καταστήματα στον κεντρικό δρόμο της πόλεως 

Άποψη μέρους της πόλεως των Γαδάρων σήμερα Τα κτίσματα στο υψηλότερο σημείο έγιναν με υλικά της αρχαίας πόλεως την οθωμανική περίοδο 

Μεγάλα ονόματα του πνεύματος είχαν πατρίδα τους τα Γάδαρα Οι κυνικοί φιλόσοφοι από τα Γάδαρα ήταν Μένιππος,ο Μελέαγρος, ο Οινόμαος Άλλοι φιλόσοφοι ο Φιλόδημος από τα Γάδαρα, ο Ιάμβλιχος Χαλκίδας της Συρίας . Ρήτορες από τα Γάδαρα ,ο Θεόδωρος ,ο Απψάνης ,επίσης ο Φίλων .
Ο Φιλόδημος λοιπόν ήταν από τα Γάδαρα της Κοίλης Συρίας που ήταν επίσης πατρίδα του Μελέαγρου  όπου έζησε στο µεταίχµιο µεταξύ ελληνιστικής και αυτοκρατορικής εποχής (2ος-1ος αι. π.Χ.) και ανάµεσα σε άλλες ποιητικές δραστηριότητες δηµοσίευσε µια ανθολογία µε επιγράµµατα άλλων ποιητών καθώς και µε 130 επιγράµµατα δικά του, στην οποία έδωσε τον τίτλο Στέφανος

Πάνω -κάτω φωτογραφίες -  Ο κεντρικός μέγας  δρόμος στα Γάδαρα Dacumanus Maximus


ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ
τέλη 2ου αιώνα π.Χ. - 60 π.Χ.

Ήταν κυνικός φιλόσοφος και ποιητής. Γεννήθηκε στα Γάδαρα της Κοίλης Συρίας. Έγινε ένδοξος με την περίφημη συλλογή του «Στέφανος». Ήταν έξοχος ερωτικός ποιητής, τραγούδησε το πάθος του για την Ηλιοδώρα, την τρυφερότητά του για την Ζηνοφίλα καθώς και τον έρωτά του για αρκετές ακόμα γυναίκες. Στον Στέφανό του περιέλαβε και 124 δικά του επιγράμματα. Η συλλογή του αυτή αποτέλεσε μιαν από τις σπουδαιότερες συνεισφορές στην Παλατινή Ανθολογία.

Μερικά από τα «ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ» (Παλατινή Ανθολογία)

Αρχαίο κείμενο:
V 172
῎Ορθρε, τί μοι, δυσέραστε, ταχὺς περὶ κοῖτον ἐπέστης,
ἄρτι φίλας Δημοῦς χρωτὶ χλιαινομένῳ;
εἴθε πάλιν στρέψας ταχινὸν δρόμον ῞Εσπερος εἴης,
ὦ γλυκὺ φῶς βάλλων εἰς ἐμὲ πικρότατον.
Ἤδη γὰρ καὶ πρόσθεν ἐπ᾿ ᾿Ακλμήνην Διὸς ἦλθες ἀντίος•
οὐκ ἀδαὴς ἐσσὶ παλινδρομίης.
Μετάφραση:
V 172
Χάραμα, εχθρέ των εραστών, γιατί γοργά μου ήρθες στο στρώμα,
η σάρκα της Δημώς γλυκά που με ζεσταίνει;
Μακάρι ν’ άλλαζες ευθύς, σούρουπο να γινόσουν,
ω φώς γλυκό που γίνεσαι πικρότατο για μένα.
Και την νυχτιά που πέρασεν ο Δίας μέ την Αλκμήνη έκανες πίσω,
έμαθες τού γυρισμού τον δρόμο.
(μετάφραση Κλήτος Χατζηθεόκλητος)

Αρχαίο κείμενο:
XII 48
Κεῖμαι• λὰξ ἐπίβαινε κατ᾿ αὐχένος, ἄγριε δαῖμον• οἶδά σε,
ναὶ μὰ θεούς, καὶ βαρὺν ὄντα φέρειν•
οἶδα καὶ ἔμπυρα τόξα• βαλὼν δ᾿ ἐπ᾿ ἐμὴν φρένα πύρσους οὐ φλέξεις•
ἤδη πᾶσα γάρ ἐστι τέφρη.
Μετάφραση:
XII 48
Εδώ κείμαι, με το πόδι σου ανέβα στον αυχένα μου, άγριε δαίμονα, σε γνώρισα,
ναι μα τους θεούς, σε φέρνω, αν και είσαι βαρύς
γνώρισα και τα φλογισμένα βέλη σου, αν τα ρίξεις πάνω μου,
δεν θα ανάψεις πυρσούς στα φρένα μου, γιατί ήδη όλα μου είναι στάχτη.

Αρχαίο κείμενο:
V 147
πλέξω λευκόιον, πλέξω δ᾽ ἁπαλὴν ἅμα μύρτοις
νάρκισσον, πλέξω καὶ τὰ γελῶντα κρίνα,
πλέξω καὶ κρόκον ἡδύν· ἐπιπλέξω δ᾽ ὑάκινθον
πορφυρέην, πλέξω καὶ φιλέραστα ῥόδα,
ὡς ἂν ἐπὶ κροτάφοις μυροβοστρύχου Ἡλιοδώρας
εὐπλόκαμον χαίτην ἀνθοβολῇ στέφανος.
Μετάφραση:
V 147
Άσπρο θα πλέξω μενεξέ και νάρκισσο απαλό κι ακόμη
μυρτιά θα πλέξω και μαζί κρίνο αναγαλλιασμένο
και κρόκο ηδυπαθή θα πλέξω κι από τα άλλα θα διαλέξω
υάκινθο πορφυρό με ρόδο ερωτικό να πλέξω.
Και στης μυρόπνοης Ηλιοδώρας τους κροτάφους αφημένο
με άνθη θα ραίνει το στεφάνι την ωραία της κόμη.



Καταστήματα Ταβέρνες στον εμπορικό δρόμο Cardo των Γαδάρων με κατεύθυνση προς Νότον 

Τραπεζίτης, λοιπόν, ο πρώην δούλος και «σπουδαιογέλοιος» Μένιππος από τα Γάδαρα;

του Άγγελου Σακκέτου 

Επίκαιρο επάγγελμα έκανε ο Μένιππος από τα Γάδαρα αφού, όπως λένε οι αρχαίοι συγγραφείς, ήταν «ημεροδανειστής». Τι σημαίνει «ημεροδανειστής»; Τραπεζίτης!!.. Ποιοι αρχαίοι κάνουν λόγο στον Μένιππο, τον προπαγανδιστή του λογοτεχνικού Κυνισμού; Διαβάστε το κείμενο που ακολουθεί!..

Ανάγλυφος διάκοσμος από το Νυμφαίον της πόλεως 

ΟΠΩΣ είναι γνωστό, ο Μένιππος από τα Γάδαρα (Παλαιστίνη: Γαδαρεύς), ήταν ένας φιλόσοφος και συγγραφέας του 3ου αι. π.Χ., Κυνικός. Δούλος αρχικά στη Σινώπη, έγινε αρ­γότερα τραπεζίτης (ημεροδανειστής) και τελικά πολίτης της Θήβας, ο οποίος τέλειωσε τη ζωή του με αυ­τοκτονία (θρύλοι και διαδόσεις). Εκτεταμένη ήταν η επίδραση που άσκησαν τα έργα του (ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει μια συλλογή 13 βιβλίων). 
Ο Μένιππος επέλεξε για τη διάδοση των φι­λοσοφικών του ιδεών, που του άρεσε να τις πα­ρουσιάζει σε σατιρική ευτράπελη μορφή, μια καινούργια μεικτή μορφή πεζού και ποιητικού (σε διάφορα μέτρα) λόγου, όπου χρησιμοποιού­σε στοιχεία από άλλα λογοτεχνικά είδη: τον μο­νόλογο, τον διάλογο, την αφήγηση, τον κηρυγματικό-προτρεπτικό λόγο, το εγκώμιο, το σκώμμα, την παρωδία, την επιστολή και τη σκηνική παρουσίαση. 
Με αυτή την καινούργια μορ­φή, με τα ανάμεικτα αστεία και σοβαρά στοι­χεία («σπουδαιογέλοιον»), ο Μένιππος πέτυχε να έχει με­γάλη απήχηση, έγινε ο προπαγανδιστής του λο­γοτεχνικού Κυνισμού με τις απόψεις του για τη μωρία του όχλου, αλλά και εναντίον της υπερο­ψίας των «επαγγελματιών φιλοσόφων» και υπέρ της λιτότητας και ολιγάρκειας μιας απλής ζωής. 
Από τα ίδια τα έργα του δεν μας σώθηκε τίποτε· μόνο τίτλοι μάς έχουν παραδοθεί: Άρκεσίλαος (εναντίον της Ακαδημίας), «Νέκυια» (ταξίδι στον Κάτω κόσμο, κριτική των λαϊκών αντιλήψεων για τον άλλο κόσμο, προφανώς μια παρωδία του Ομήρου), Διαθήκαι (πλαστές διαθήκες, παρω­δίες), «Επικούρου γοναί» (γέννηση του Επίκου­ρου, εναντίον της προσωπολατρείας των Επι­κούρειων), Διογένους πρασις (πώληση του Διο­γένη), Συμπόσιον (προφανώς μια από τις παρω­δίες του έργων του Πλάτωνα), επίσης επιστολές θεών κ.ά.

Αριστερά: Το σχετικό απόσπασμα χειρογράφου των «Νεκρικών Διαλόγων» του Λουκιανού που βάζει τον Μένιππο (δεξιά) να αρνείται να δώσει τον οβολό του στον βαρκάρη που θα τον περάσει απέναντι στην Αχερουσία λίμνη με τη γνωστή φράση του: «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος».

Το καινούργιο ύφος το ακολούθησε στον ελληνικό χώρο ο Μελέαγρος από τα Γάδαρα και αργότερα ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα. Ιδιαίτερα στους «Νεκρικούς Διαλόγους» ο Λουκιανός βάζει τον Μένιππο να αρνείται να πληρώσει τον οβολό της μεταφοράς του στην Αχερουσία λίμνη λέγοντας το περίφημο εκείνο: «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος» (η γνωστή «ένστασις του Μενίππου»)!
Αλλά και στον ρωμαϊκό χώρο υπήρξαν συγγραφείς που ακολούθησαν το ύφος του Μένιππου, όπως ήσαν ο Terentius Varro (Satura Menippea), ο Σενέκας ο νεότερος (Apocolocynthosis), ο Οράτιος (;), ο Πετρώνιος, ο Απουλήιος (Metamorphoses), ακόμη και ο Βοήθιος (Consolatio)· το μεικτό είδος συνέχισε τη ζωή του και μετά την αρχαιότητα (Βοκκάκιος) ως το επιφυλλιδογραφικό ύφος των νεότερων χρόνων (στη Γαλλία «Satire Menippee»). Πορ­τρέτο του: Richter 185 (1)www.sakketosaggelos.gr


Μαρμάρινο άγαλμα της θεάς Τύχης από τα Γάδαρα που αρχικά βρισκόταν στο Δυτικό θέατρο 
Ο επικούρειος φιλόσοφος και ποιητής Φιλόδημος

Ο λόγιος αυτός διέδωσε, όσον κανείς άλλος, την επικούρεια κοσμοαντίληψη στον Ρωμαϊκό κόσμο κατά τον 1ον αιώνα π.Χ. Γεννήθηκε γύρω στο 110 π.Χ. στα Γάδαρα της Συροπαλαιστίνης και πέθανε στην Ηρακλεία (Herculaneum) της Καμπανίας, στην Ιταλία, κατά το 35 π.Χ.  Ήταν μαθητής του Ζήνωνος του Σιδωνίου. 
Ως οπαδός και διδάσκαλος της Επικούρειας βιοθεωρίας και φιλοσοφίας, μαζί με τον Σείρωνα, ίδρυσαν στην Νεάπολη (σημερινή Napoli) φιλοσοφική Σχολή, ένας από τους σπουδαστές της οποίας, υπήρξε και ο μεγάλος επικός ποιητής Βιργίλιος. (Ο Κικέρων φαίνεται πως εκτιμούσε πολύ τον Φιλόδημο. Βλ. έργο του «in pisoner», αρ. 70- και επιστολή του). 

Από τα νεανικά χρόνια του, ο Φιλόδημος, έγγραφε ποιήματα. Σώθηκαν στην περίφημην «Παλατινήν Ανθολογία» (ή «Ελληνικήν») κάποια επιγράμματά του, τα περισσότερα από τα οποία έχουν μεγάλην καλλιτεχνικήν αξία και δείχνουν πλούτον ιδεών και εμπνεύσεως… Τα περισσότερα από τα ποιήματά του είναι δείγματα ερωτικής ποίησης, αρκετά τολμηρά.

Ο Φιλόδημος άσκησε, μ’ αυτά ισχυρήν επίδραση στη ρωμαϊκή λυρική ποίηση των αυτοκρατορικών χρόνων (1ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ.) Ιδιαίτερα στους ποιητές Βεργίλιο, Οράτιο, Λουκρήτιο και Οβίδιο. Κατά τη δεκαετία 80-70 π.Χ., ο Φιλόδημος πήγε στη Ρώμη, όπου συνδέθηκε με φιλία ισχυρή και έγινε προστατευόμενος του Λευκίου Καλπουρνίου Πείσωνος (Lucius Calpurnius Piso). 

Ο ισχυρός αυτός άνδρας έγινε, μάλιστα, consul (=ύπατος), το 58 π.Χ., και κάλεσε τον Φιλόδημο να εγκατασταθεί –μόνιμα!- στην έπαυλή του, στην Ηράκλεια της Καμπανίας, όπου εικάζεται ότι πέθανε, αργότερα, ο Φιλόδημος! (Ο λόγιός μας έμεινε, κυρίως, γνωστός για τις ιδέες του για την τέχνη, που ερχόντουσαν σε αντίθεση με τις κρατούσες, στην εποχή του, αισθητικές αντιλήψεις). 
Πάντως, ως φιλόσοφος, ο Φιλόδημος δεν ξεχωρίζει τόσο, όσο ως λογοτέχνης (ποιητής, κυρίως). 

Εγχάρακτο υπέρθυρο πάνω από την πόρτα στο «Τάφο του Μόδεστου»

Εγχάρακτη επιγραφή στα ελληνικά  με απόληξη τον κόμβο του Ηρακλέους  υπέρθυρο πάνω από την πόρτα στο «Τάφο του Μόδεστου»-Γάδαρα.
Από βασάλτη υπέρθυρο πάνω από την πόρτα στο «Τάφο του Γερμάνη »  με ανθέμια και  σκαλισμένους ιωνικούς ως κίονες  στην ανατολικότατο νεκροταφείο της πόλεως 
Η «Λέσχη του Ηρακλή»  από το υπέρθυρο σε τάφο

Τα σωζόμενα έργα του Φιλοδήμου είναι -μάλλον- συμπιλήματα, που αναφέρονται σε διάφορες περιοχές της γνώσης: την θεολογία, τη λογική, την ποιητική, τη μουσική, τη ρητορική… Τα έργα του Φιλοδήμου βρέθηκαν σε παπύρινους «κυλίνδρους», στην περίφημη «Villadei Papiri» («Έπαυλη των Παπύρων»), στο Herculaneum, σχεδόν απανθρακωμένα, ύστερα από την καταστροφική έκρηξη του ηφαιστείου του Βεζούβιου, το 79 μ.Χ. (Εικάζεται ότι ήταν η έπαυλη του Πείσωνος!) Μαζί με τα έργα του Φιλοδήμου βρέθηκαν έργα και άλλων επικουρείων στοχαστών, όπως λ.χ. του Δημητρίου του Λάκωνος, του Καρνεΐσκου, του Ερμάρχου, του Πολυστράτου! (Ο Φιλόδημος, παρότι ως φιλόσοφος δεν ήταν ανεξάρτητο πνεύμα, παρέθετε, συχνά στα  έργα του, εκτεταμένα αποσπάσματα –παραθέματα- από φιλοσοφικούς του αντιπάλους. Έτσι, τα κατάλοιπά του γίνονται πιο ενδιαφέροντα!) 
Σε γενικές γραμμές, ο Φιλόδημος είχε αναλάβει να υπερασπιστεί την Επικούρεια διδασκαλία έναντι, κυρίως, της Στοάς (=των Στωικών φιλοσόφων). Έγραψε και έναντι της ρητορικής τέχνης. Όλα τα έργα του απευθύνονταν στο ευρύ κοινό των μορφωμένων Ρωμαίων και Ελλήνων. 

Ελληνικά σφραγίσματα σε λαβές από αμφορείς που βρέθηκαν στα Γάδαρα.

Έργα του (στην ημιτελή μορφή, που σώζονται,) είναι: «Περί Ρητορικής» (5 βιβλία), με κριτική ανάλυση και απόρριψη της «τέχνης» αυτής από φιλοσοφικήν άποψη. «Περί Ποιημάτων» και «Περί Μουσικής», σε 4 βιβλία (εδώ υποστηρίζει μόνον την αισθητικήν αξία –όχι την παιδαγωγική!). Ακόμη τα «Περί Θεών», «Προς Σοφιστάς», «Περί Οργής», «Περί Ευσεβείας», «Περί θανάτου», «Περί Οικονομίας», «Περί Παρρησίας», και άλλα… Το έργο του «Φιλοσόφων Σύνταξις» πραγματευόταν θέματα από την ιστορίαν της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. 


Σαρκοφάγος και μια  ελληνική επιγραφή 

Σώζονται, σ’ αυτό, κατάλογοι Ελλήνων φιλοσόφων με πολύτιμα παραθέματα, λ.χ. ολόκληρο λόγο του «δασκάλου» του Φιλοδήμου, του Επικούρου! Ως υποκατάστατα χαμένων έργων τα κατάλοιπα, του Φιλοδήμου έχουν, πραγματικά, μεγάλην αξία, κυρίως ως μαρτυρίες για την (άγνωστη, έως σήμερα!) επίδραση, που άσκησε η Επικούρεια διδασκαλία… (Οι Πάπυροι, του Φιλοδήμου, βρέθηκαν στα 1752 και διαβάστηκαν τις τελευταίες, μόλις δεκαετίες!)

Ελληνική επιγραφή από τα Γάδαρα χαραγμένη σε βασάλτη . 


Τα Γάδαρα

Με το όνομα αυτό υπάρχουν πόλεις της Παλαιστίνης, η σπουδαιότερη από αυτές είναι τα ιστορικά Γάδαρα, που ήσαν κτισμένα στα νοτιοανατολικά της λίμνης Τιβεριάδος. Η αρχαία αυτή πόλη, που αρχικά ήταν εβραϊκή, εξελληνίστηκε, βαθμηδόν και αποτέλεσε τμήμα (μέλος) της περίφημης «Ελληνιστικής Δεκαπόλεως», μαζί με τα Γέρασα και άλλες πόλεις των Διαδόχων («Επιγόνων») του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με ακμή κατά τους αιώνες 3ο π.Χ. -1ο μ.Χ. (και αργότερα…) 

Εικόνες από το Νυμφαίον της πόλεως 

Από την πόλη που κατάγονταν, εκτός από τον Επικούρειο φιλόσοφο και ποιητή επιγραμμάτων Φιλόδημο, που εδίδαξε στη Ρώμη και την Καμπανία της Ιταλίας, ακόμη οι: α) ο Μένιππος, κυνικός φιλόσοφος του 3ου αιώνα π.Χ., γνωστός και ως ευρετής ενός νέου είδους σάτιρας, που ονομάστηκε «μενίππεια», επηρεάζοντας πολλούς Έλληνες και Ρωμαίους συγγραφείς. β) ο Μελέαγρος, ποιητής λεπταίσθητων μικρών ποιημάτων και επιγραμμάτων, ο πρώτος εκδότης επιγραμμάτων της αρχαιότητας. (Με την περίφημη συλλογή του «Στέφανος» (ενν. ανθέων), που αποτέλεσε τη βάση για την ευρύτερη «Παλατινή» ή «Ελληνική» Ανθολογία ποιημάτων). 



Κατά τον ιστορικόν (εβραϊκής καταγωγής, Ρωμαίο πολίτη, αργότερα, και εξελληνισμένον, όσον αφορά τη γλώσσα και τον πολιτισμό!) Ιώσηπον («Ιουδαϊκή Αρχαιολογία», XIV, 21, 4), η πόλη των Γαδάρων ήταν «πόλις ελληνίς», και «μητρόπολις κρατερά της Περαίας».
 Ο ίδιος ιστορικός αναφέρει ότι τα Γάδαρα της Παλαιστίνης καταστράφηκαν κατά τους απελευθερωτικούς πολέμους των Ιουδαίων, εναντίον της καταπιεστικής πολιτικής ορισμένων ηγεμόνων των Επιγόνων, που επιθυμούσαν τον βίαιον εξελληνισμόν των Εβραίων. (Το περίφημο κίνημα των Μακκαβαίων). 
Το 218 π.Χ., λοιπόν, κατέλαβε τα Γάδαρα ο Αντίοχος Γ' ο Μέγας . Αργότερα, όμως, την ανεκατέλαβε, την πόλη, ο Ιουδαίος Αλέξανδρος Ιανναίος… Τα Γάδαρα ανακαινίστηκαν, αργότερα, με την οικοδόμηση θαυμάσιων δημόσιων κτιρίων από τον ύπατο και στρατηγό των Ρωμαίων Πομπήιο, όπως και άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας και Συρίας.

Ο Ρωμαίος ανθύπατος (proconsul) της Συρίας Gabinius (100-47 π.Χ.), όρισε τα Γάδαρα ως «Έδρα (διοικητική) των Πέντε Συνεδρίων», αναβαθμίζοντάς τα…
Αργότερα, ο Οκταβιανός Αύγουστος (πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας), προσέφερε την πόλη των Γαδάρων , μαζί με την ευρύτερη περιοχή της Σαμάρειας στον βασιλέα της Ιουδαίας Ηρώδη, ενώ, ο ίδιος αυτοκράτορας, λίγο μετά, το 4 π.Χ ανακήρυξε, τα Γάδαρα, «ελεύθερη πόλη». 





Τα Γάδαρα, όμως, γνώρισαν, κατά το 66 μ.Χ., μία νέα άλωση και καταστροφή, κατά τον Ιουδαϊκόν Πόλεμο, και την καταστολή της εβραϊκής εξέγερσης, από τους Ρωμαίους, μ’ επικεφαλής τον μετέπειτα αυτοκράτορα των Ρωμαίων Βεσπασιανό (7-79 μ.Χ.). Στα Γάδαρα, κατά τις διηγήσεις 3 από τους 4 Ευαγγελιστές, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός πραγματοποίησε ένα από τα (πολλά) θαύματά του: την θεραπείαν των κατατρυχομένων από τα δαιμόνια. (Κατά Ματθαίον Η’, 28, κατά Μάρκον, Ε’, 1-20, κατά Λουκάν Η΄, 26-29). 

Μεταξύ των ειδικών ερευνητών και των αρχαιολόγων δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία για την ακριβή θέση των αρχαίων Γαδάρων, τουλάχιστον την αρχική τους θέση: οι περισσότεροι, όμως συμφωνούν ότι η αρχαία πόλη ταυτίζεται με την περιοχή της σημερινής Ιορδανίας, την Urnm Queis. 


Εδώ σώζονται πολλά αρχαιολογικά κατάλοιπα και ερείπια αρχαίων κτισμάτων: κυριαρχούν κιονοστοιχίες δημοσίων κτιρίων, υδραγωγείων, τμήματα ελληνορωμαϊκού θεάτρου, κ.α ….







ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ