Στο έλεος φύσης και κράτους ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα


Ο εντυπωσιακός ναός στις αρχαίες Βάσσες της Αρκαδίας ήταν στα «SOS» της σχολής, καθώς συνδυάζει τους τρεις αρχιτεκτονικούς ρυθμούς της αρχαιότητας σε ένα μνημείο με πολλές κατασκευαστικές απαιτήσεις για την εποχή.

 Η ολοκλήρωση του ναού ήταν έργο του Ικτίνου, σύμφωνα με τον Παυσανία, μας λέει η κ. Αραμπατζόγλου, καθώς ανεβαίνουμε τον φιδογυριστό δρόμο από την Ανδρίτσαινα, ο οποίος κλήθηκε να δώσει αρχιτεκτονικές λύσεις αντάξιες του Παρθενώνα.




Από την εποχή της σχολής η κ. Αραμπατζόγλου έχει διανύσει πάμπολλες φορές τη δύσκολη διαδρομή, για να οδηγήσει Έλληνες και ξένους τουρίστες στον ναό.

Το πρώτο που αντικρίζουν, όπως κι εμείς, είναι το στέγαστρο που αγκαλιάζει ασφυκτικά το μνημείο από το 1987 με σκοπό να φρενάρει τη φθορά του από τα στοιχεία της φύσης. «Καταλαβαίνουν ότι έχει μπει για την προστασία του μνημείου όσο διαρκούν οι εργασίες, αλλά το πρώτο που με ρωτούν είναι πότε θα βγει. Και εγώ χαριτολογώντας τους απαντώ “μόλις μπήκε”», λέει γελώντας η κ. Αραμπατζόγλου.

Φυσική φθορά

Το στέγαστρο, μια αντικεραυνική εγκατάσταση και ένα αντισεισμικό ικρίωμα, ειδικά σχεδιασμένο για τον ναό, θεωρήθηκαν «άμεσες σωστικές ενέργειες» για την προστασία του μνημείου και σχεδιάστηκαν από τον αρχιτέκτονα Ιάκωβο Ρήγο.
Η φθορά του δεν είναι αφύσικη, καθώς έχει περάσει κατά 15 χρόνια την εγγυημένη διάρκεια ζωής του, όπως βεβαιώνει ο κ. Ρήγος σε τηλεφωνική επικοινωνία μας. Η αντικατάσταση της μεμβράνης ζητείται εδώ και χρόνια από τους αρχαιολόγους που κατά καιρούς εργάστηκαν στο μνημείο.
Ο σχετικός διαγωνισμός που διενεργήθηκε πριν από μερικά χρόνια οδηγήθηκε σε ματαίωση και χάθηκαν οι πόροι που είχαν εξασφαλιστεί για την αντικατάστασή του.

Το μνημείο, που μετά τον Παυσανία πέρασε στη λήθη και αναφέρεται ξανά από τους περιηγητές του 18ου και 19ου αιώνα, είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.130, στην καρδιά του όρους Κοτύλιον, και εκτεθειμένο σε ακραία καιρικά φαινόμενα.
Το νερό της βροχής, το χιόνι και ο παγετός, οι εδαφικές ιδιαιτερότητες, αλλά και η απόσπαση μεταλλικών και μολύβδινων στοιχείων κατά τον 19ο αιώνα, που αποτελούσαν τη «συγκολλητική ουσία» ορισμένων αρχιτεκτονικών μελών, συνέβαλαν στους μηχανισμούς φθοράς του μνημείου το οποίο είναι κατά βάση φτιαγμένο από ασβεστόλιθο.
Η κ. Αραμπατζόγλου μας δείχνει τα προβληματικά μέρη του ναού που είναι ορατά δια γυμνού οφθαλμού, όπως οι αποκλίσεις των κιόνων, τα κιονόκρανα που έχουν αποκτήσει πρασινωπό χρώμα από την υγρασία, το δάπεδο που έχει «κάτσει», τα σπασίματα στις πλάκες των σκαλιών και η διαφορά ύψους στη βάση του ναού από τη δυτική πλευρά του.

Την ύπαρξη ορισμένων προβλημάτων στατικότητας στα σημεία όπου δεν έχουν γίνει εργασίες αποκατάστασης επιβεβαιώνει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηλείας, Ερωφίλλη Κόλια, σημειώνοντας ωστόσο ότι «δεν υπάρχουν κίνδυνοι» κατάρρευσης τμημάτων του ναού.

Μια ματιά να ρίξει κανείς στο αποκατεστημένο βόρειο τμήμα του μνημείου, όπου βρίσκεται η κύρια είσοδος του ναού, γίνεται εμφανής η ανάγκη να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι εργασίες αναστήλωσης, οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν κατά βάση από ευρωπαϊκά προγράμματα.
 Μετά τα έργα παθητικής συντήρησης του ’80 (στέγαστρο, ικρίωμα, αντικεραυνική εγκατάσταση) ακολούθησαν οι μελέτες αποκατάστασης που εγκρίθηκαν από το ΚΑΣ στα μέσα του ’90 χωρίζοντας το έργο σε δύο μεγάλα τμήματα: την αποκατάσταση της περίστασης και του σηκού (εσωτερικό δωμάτιο) του ναού.
Το έργο της περίστασης, δηλαδή της περιμετρικής κιονοστοιχίας, διαιρέθηκε σε μικρότερα έργα με πρώτο αυτό του βόρειου τμήματος. Οι εργασίες για το βόρειο τμήμα του ναού ξεκίνησαν στις αρχές του 2000 με το Γ΄ ΚΠΣ και ολοκληρώθηκαν με το ΕΣΠΑ 2007-2013.
 Όσοι γνωρίζουν και παρακολούθησαν από κοντά τις εργασίες μιλούν για ένα τιτάνιο αλλά αφανές επιστημονικό έργο που γινόταν για πρώτη φορά στον ελλαδικό χώρο, καθώς εκτός από τα ορατά αποκατεστημένα τμήματα του ναού (κίονες, κιονόκρανα) οι αρχαιολόγοι έπρεπε να δουλέψουν στη θεμελίωση του ναού αποκαθιστώντας εκατοντάδες κατακερματισμένους λίθους. Η τεχνογνωσία που έχει αποκτηθεί μπορεί να συντομεύσει τον χρόνο εργασιών για τις επόμενες φάσεις του έργου εφόσον δεσμευτούν τα απαραίτητα κονδύλια.

ΕΣΠΑ και UNESCO

Για την εύρεση της απαιτούμενης χρηματοδότησης το ΥΠΠΟ στοχεύει και πάλι στο ευρωπαϊκό ταμείο. Το νέο ΕΣΠΑ προβλέπει τη χρηματοδότηση έργων για μνημεία που είναι υπό την προστασία της UNESCO και, όπως σημειώνει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηλείας, γίνονται οι ενέργειες για την ένταξη του ναού στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα.

O ναός του Επικούριου Απόλλωνα είναι το πρώτο ελληνικό μνημείο που εντάχθηκε στον κατάλογο της UNESCO το 1986. Η διαχείριση του μνημείου γίνεται απευθείας από το αρμόδιο υπουργείο, ενώ σε αρκετές χώρες του εξωτερικού οι εθνικές επιτροπές της UNESCO διαδραματίζουν πιο ενεργητικό ρόλο στη διαχείριση και αξιοποίηση των ενταγμένων μνημείων. Στελέχη της ελληνικής επιτροπής της UNESCO εκφράζουν στην «Κ» την ανησυχία τους για ολιγωρία στην αξιοποίηση του μνημείου, ενώ το 2018 έχει θεσπιστεί ως Ευρωπαϊκό Ετος Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Ο ναός συγκεντρώνει ορισμένες ιδιαιτερότητες που συνθέτουν τη μοναδικότητά του. Ο βόρειος προσανατολισμός του έρχεται σε αντίθεση με τον συνηθισμένο ανατολικό προσανατολισμό των αρχαιοελληνικών ναών, ενώ αρχιτεκτονικά συνδυάζονται ο δωρικός με τον ιωνικό και κορινθιακό ρυθμό στο μνημείο. Το βασικότερο διακοσμητικό στοιχείο του θεωρείται η εσωτερική μαρμάρινη ιωνική ζωφόρος που σήμερα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο.

Το βίντεο με την τεκμηρίωση της αναστήλωσης που παίζει σε μια μονότονη λούπα στο εσωτερικό του ναού είναι η μόνη υπόμνηση των εργασιών που έχουν σταματήσει εδώ και τρία χρόνια.
Η πρόθεση της αξιοποίησής του δηλώνεται από όλους τους εμπλεκομένους, τόσο από την πολιτεία όσο και από ιδιώτες όπως η Διεθνής Ένωση Φίλων του ναού.

Ο ναός αφιερώθηκε στον Απόλλωνα και εκτιμάται ότι ονομάστηκε Επικούριος επειδή ο θεός βοήθησε τους πιστούς να ξεπεράσουν μια επιδημία. Καμιά φορά η θεϊκή παρέμβαση μοιάζει απαραίτητη.

kathimerini.gr - του ΣΑΚΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ





ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ