Aγαθαρχίδης ο Kνίδιος


Μπορεί το όνομά του σήμερα και με τα δικά μας (δια)μορφωτικά, αισθητικά ή γλωσσικά κριτήρια να μην είναι τόσο … «εύηχο», όμως ο άνθρωπος αυτός υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς ιστορικούς της εποχής του, ενώ ο Πατριάρχης Φώτιος αλίευε από το έργο του «Περί της Ερυθράς Θαλάσσης» εκτεταμένα απανθίσματα με λεπτομερείς περιγραφές ακτών – και όχι μόνο!...Από τις αρχαίες Ελληνικές λέξεις 'αγαθός"=καλός και 'άρχω''=διοικώ, κυβερνώ και σημαίνει τον καλό αρχηγό, κυβερνήτη.
Ο Αγαθαρχίδης με το έργο του αναβάθμισε τον ρόλο της εθνογραφίας, την οποία θεωρούσε βάση της Ιστορίας και όχι εργαλείο της Γεωγραφίας.

 Aγαθαρχίδης ο Kνίδιος, περί το 160 π.Χ. (πιθανόν 200 π.Χ.-132/1). Ιστορικός και γεωγράφος, τον οποίον ενίοτε φώναζαν Αγάθαρχον (Μυριόβιβλος του Φωτίου, Bibl. 213). Διατέλεσε γραμματέας και προσωπικός φίλος του Ηρακλείδη από τη Λέμβο, όταν αυτός δίδασκε στην Αλεξάνδρεια, όπου κυρίως έζησε και έδρασε κυρίως κατά την εποχή του Πτολεμαίου ΣΤ΄ τον επονομαζόμενο Φιλομήτορα (181-146 π.Χ.), στη συνέχεια του Πτολεμαίου Ζ΄ (του Ευπάτορα) που βασίλευσε λίγους μήνες στη συνέχεια, (γιατί δολοφονήθηκε από τον επόμενο Πτολεμαίο) και του Πτολεμαίου Η΄ του Φύσκωνα2, (δηλαδή του βασιλιά της Αιγύπτου με την κοιλίτσα), που βασίλεψε 29 ολόκληρα χρόνια από το 145 μέχρι το 116 π.Χ.


Χαρακτηριζόταν στις περιγραφές του λογοδαίδαλος και ως Έλλην αιγυπτιάζων. Ο Φώτιος στη Μυριόβιβλο (βιβλίο 213), μας πληροφορεί ότι ο αυλικός Ηρακλείδης ο Λέμβος τον είχε προσλάβει ως παιδαγωγό (υπογραφέα τον αποκαλούσαν τότε, κάτι σαν γραμματέα και αναγνώστη μαζί) του Πτολεμαίου ΣΤ΄ του Φιλομήτορα, ο οποίος από το 180 μέχρι το 173 κηδεμονευόταν από τη μητέρα του Κλεοπάτρα μέχρι να ενηλικιωθεί, χρονιά που πέθανε.


Γεννήθηκε εδώ στην Κνίδο,στην Μ.Ασία αλλά μετέβη νωρίς στην Αλεξάνδρεια, είτε για να σπουδάσει είτε για να εργαστεί,2 και συνδέθηκε με την πτολεμαϊκή αυλή. 

Τη χρονολογία γέννησης του ιστορικού και γεωγράφου πρέπει να την τοποθετήσουμε γύρω στο 200 π.Χ., γνωρίζοντας από τη Μυριόβιβλο του Φωτίου (250) την προσωπική μαρτυρία του Αγαθαρχίδη σύμφωνα με την οποίαν το 132 με 131 π.Χ. βρισκόταν σε βαθιά γηρατειά (ας σημειώσουμε ότι ο Πτολεμαίος ο ΣΤ΄ βασίλεψε μέχρι το 145 π.Χ.).

ΠΑΡΕΝΘΕΤΙΚΑ 
    Ο Πτολεμαίος ΣΤ΄ο Φιλομήτωρ (180-145 π.Χ.).

  • Ο Πτολεμαίος ΣΤ΄ ο Φιλομήτωρ ήταν γιος και διάδοχος του Πτολεμαίου Ε΄ του Επιφανούς και της Κλεοπάτρας Α΄, θυγατέρας του Αντίοχου του Γ΄, του Μέγα, βασιλιά των Σελευκιδών. Βασίλεψε στην Αλεξάνδρεια από το 181 π.Χ. μέχρι το 145. Η βασιλεία του διακρίνεται σε τρεις περιόδους, την πρώτη που χρέη αντιβασιλιά είχε η σώφρων μητέρα του, και ξεκίνησε όταν ήταν ηλικίας 6 χρονών, από το 180, μέχρι το 176, που πέθανε η Κλεοπάτρα Α΄ και η δεύτερη από το 176 μέχρι το 170, ουσιαστικά έχοντας την πρωτοβουλία της χάραξης της πολιτικής της Αιγύπτου δύο αυλικών, βαρβαρικής καταγωγής του Ευλαίου και του Λεναίου. Το 176 στέφεται φαραώ στην Μέμφιδα (Κάιρο) και το 172 παντρεύεται την αδελφή του Κλεοπάτρα Β΄. Την εποχή εκείνη η Κοίλη Συρία ήταν μήλο έριδας διεκδίκησης μεταξύ των Πτολεμαίων και Σελευκιδών, με αποτέλεσμα τα δύο συγγενή βασίλεια να σπαράσσονται και η Ρώμη να εκμεταλλεύεται τη χρόνια διαμάχη. Ίσως ήταν και ένα βασικό ζήτημα της επικράτησης της ρωμαιοκρατίας, τα δεινά της οποίας πληρώνουμε μέχρι σήμερα. Μία μάχη του Ευλαίου και Λεναίου με τον Αντίοχο Γ΄ για την επικράτηση στη χώρα αυτή το 170 π.Χ., έφερε νικητή τον Αντίοχο και την αιχμαλωσία του Πτολεμαίου ΣΤ΄, ο οποίος σύρθηκε μπροστά στον θείο του. Ταυτόχρονα επανάσταση στην Αλεξάνδρεια ανέτρεψε την εξουσία του Ευλαίου και του Λεναίου, ανακήρυξε βασιλιά το αδελφό του Πτολεμαίου ΣΤ΄ τον Πτολεμαίο Η΄ με συμβασιλέα την Κλεοπάτρα Β΄ και η πόλη αρνήθηκε να παραδοθεί στον Αντίοχο, που κράταγε τον Πτολεμαίο ΣΤ΄ στην Μέμφιδα. 


  • Το 169 ο Αντίοχος αποσύρθηκε μετά από πιέσεις των Ρωμαίων (Ποπίλιος, στρατηγός), αφήνοντας μία φρουρά στο Πηλούσιο, το ανατολικότερο επίνειο του Δέλτα του Νείλου και το βασίλειο με δύο βασιλείς. Το 168 π.Χ. η Κλεοπάτρα Β΄ συμφιλιώνει τα δύο αδέλφια για να βρεθεί δίπλα στο σύζυγό της Πτολεμαίο ΣΤ΄. Έτσι λήγει η δεύτερη περίοδος. Η Τρίτη περίοδος ξεκινά με το πέρασμα της Κοίλης Συρίας στους Ιουδαίους, μιας συμβασιλείας για πέντε χρόνια που έφερε μεγάλα δεινά στην Αίγυπτο. Ο νεότερος αδελφός του ΣΤ΄, ο Πτολεμαίος Η΄, ήταν πολύ φιλόδοξος και κρυφά εξόπλισε έναν Αιγύπτιο, τον Διόνυσο, που είχε διακριθεί στη μακροχρόνια διαμάχη με τους Σελευκίδες, να στραφεί στρατιωτικά εναντίον του αδελφού του. 
  • Ο Πτολεμαίος ΣΤ΄ συνέτριψε τον Διόνυσο καταλαμβάνοντας το τελευταίο οχυρό του την Πανόπολη και μετά εισήλθε θριαμβευτικά στην Αλεξάνδρεια. Όμως ο λαός της Αλεξάνδρειας τον θεωρούσε υποχείριο της Ρώμης και το 164 αναγκάστηκε να αποχωρήσει. Μετέβη στη Ρώμη. Οι Ρωμαίοι βρήκαν την ευκαιρία να διαιρέσουν το βασίλειο της Αιγύπτου, με τον ΣΤ΄ να βασιλεύει στην Αίγυπτο και τον Η΄ ή Ευεργέτης Β΄ την Κυρηναϊκή. Από το 163 έγινε αυτή η διαίρεση. 
Ο Πτολεμαίος Η΄ Ευεργέτης Β΄ Φύσκων

  • Η βασιλεία του Πτολεμαίου ΣΤ΄ κράτησε μέχρι το 145 π.Χ. που απεβίωσε. Τότε ήταν που ο Πτολεμαίος Η΄, γνωστός ως Φύσκων που τον διαδέχτηκε, σκοτώνοντας την Κλεοπάτρα Β΄ και τον γιο του, τον Πτολεμαίο Ζ΄, ο οποίος ανήκει στη δυναστεία των Πτολεμαίων, ο τίτλος του δόθηκε μετά τη δολοφονία του και δεν βασίλεψε ποτέ. Επί Πτολεμαίου Η΄ ή και Ευεργέτη Β΄, όπως τον αποκαλούσαν οι αυλοκόλακες, ή του Πτολεμαίου του Φύσκωνα (Πτολεμαίου με την κοιλάρα ή και Κακεργέτη αντί Ευεργέτη), όπως ο λαός τον υποτιμητικά τον φώναζε, έζησε προς το τέλος της ζωής του ο Αγαθαρχίδης. Ο Πτολεμαίος αυτός, ήταν μικρότερος αδελφός του βασιλιά Πτολεμαίου ΣΤ΄ του Φιλομήτωρα. 

Ο Πτολεμαίος ΣΤ΄ Φιλομήτωρ (186 – 145 π.Χ.)



  • Ο Φιλομήτωρ βασίλεψε 35 χρόνια, 11 ως ανήλικος υπό την επιτροπείαν της μητέρας του, 6 συμβασίλεψε με τον Φύσκωνα και 18 μόνος. Δίνοντας τη βασιλεία της Κυρήνης στον Φύσκωνα. Ο Φιλομήτωρ είχε συζευχθεί με την αδελφή του Κλεοπάτρα κι είχε από αυτήν δύο θυγατέρες και έναν γιο, τον Πτολεμαίο Απίωνα, που πρόλαβε να βασιλέψει ανήλικος μόλις λίγες μέρες, ως Πτολεμαίος Ζ΄ ο νέος Φιλοπάτωρ ή Φιλοπάτωρ Β΄, πριν σφαγεί από το θείο του. Το 145 π.Χ. ο Φιλομήτωρας τραυματίστηκε στη μάχη με Αντίοχο, τον οποίον νίκησε μαζί με τον Δημήτριο τον Νικάνωρα και πέθανε. Βρήκε την ευκαιρία τότε ο Φύσκων να αδράξει την εξουσία. Ήταν ένα τέρας με μεγάλη κοιλιά, όχι νόμιμος διάδοχος του Φιλομήτωρα και αδελφός της Κλεοπάτρας, βασίλισας και γυναικαδελφής του Φιλομήτωρα,. που έπνιξε σε λουτρό αίματος τους αντιπάλους του, σκοτώνοντας τον νόμιμο ανήλικο βασιλιά, γιο του Πτολεμαίου ΣΤ΄ του Φιλομήτωρα και της Κλεοπάτρας, την πρώτη μέρα του γάμου του με τη χήρα Κλεοπάτρα. Όλα αυτά τα πέτυχε με την αρωγή των Ρωμαίων. 
  • Η ακόλαστη ζωή του και οι αυθαιρεσίες του δημιούργησαν ερήμωση της Αλεξάνδρειας. Στο Μουσείο υπήρξαν μέλη την εποχή εκείνη ο Αγαθαρχίδης ο Κνίδιος, ο Αρτεμίδωρος, ο Διόδωρος, ο Πτολεμαίος ο Μεγαλοπολίτης, ο Πανάρετος ο φιλόσοφος, ο Σωσίθεος ο τραγωδοποιός, ως ο « Όμηρος ο νεότερος», ο Μενέλαος ο μαθηματικός, και ο Ίππαρχος, ο οποίος όμως βίωνε στη Ρόδο. 

  • Στην πρώτη περίοδο της βασιλείας του κατεδίωξε όλους αυτούς τους λογίους του Μουσείου και δημιούργησε, χωρίς να το θέλει, περιφερειακές σχολές στα μέρη όπου εγκαταστάθηκαν αυτοί για να γλυτώσουν τη μανία του. Το πλήγμα όμως στην Αλεξάνδρεια ήταν τρομερό. Τότε οι Ιουδαίοι (ήταν ελληνόφωνες και έγραφαν στα ελληνικά) της συνοικίας Ε της Αλεξάνδρειας είχαν συμμαχήσει μαζί του και βρήκαν την ευκαιρία να καταδιώξουν κι αυτοί τους Έλληνες λογίους και να επιβάλουν τα ιουδαϊκά τους ιδεολογήματα. 

  • Το 132 π.Χ. οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας εξεγέρθηκαν και τον εκδίωξαν στην Κύπρο κι ανέβασαν στο θρόνο την σύζυγό του Κλεοπάτρα. Αυτός όμως για να κηρύξουν το γιο του Μεμφίτη βασιλιά οι εξεγερμένοι Αλεξανδρινοί, τον σκότωσε και έστειλε το κεφάλι του και τα χέρια του στην Κλεοπάτρα, την ημέρα των γενεθλίων της. Στη συνέχεια κινήθηκε με στρατό, νίκησε το στρατό της βασίλισσας και επανήλθε στο θρόνο. 

  • Στη δεύτερη αυτή θητεία του στην Αλεξάνδρεια συνέβη κάτι το ιστορικά παράδοξο, το κτήνος, ο ακόλαστος, ο ωμός κι απάνθρωπος παιδοκτόνος μεταμορφώθηκε τελείως. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι υπήρξε μαθητής του Αρίσταρχου, άρα είχε παιδεία κι ήταν καλά καταρτισμένος. Έγινε ένθερμος οπαδός των Μουσών και προστάτης των λόγιων ανδρών. Έδειξε ιδιαίτερο ζήλο στην επάνδρωση του Μουσείου, που ο ίδιος είχε ερημώσει, προσκαλώντας πολλούς λόγιους της εποχής, ακόμα και τον ιστορικό Πολύβιο κι αυξάνοντας τους ρολούς της μεγάλης βιβλιοθήκης. 
  • Η φιλομάθεια του, η φιλομουσία του και ο ιδιαίτερος ζήλος στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του επαύξησε τη δόξα του Μουσείου και της Βιβλιοθήκης. Ο ίδιος συμμετείχε στις συζητήσεις για τη διόρθωση του Ομήρου κι έγραψε υπομνήματα του Ομήρου σε σύγγραμμα από 24 βιβλία, όπως και ποικίλα ιστορικά υπομνήματα, ένα εκ των οποίων είχε περιεχόμενο την αρμονία σε 3 βιβλία. 

    Ακολουθώντας τον Ηρακλείδη στις διαπραγματεύσεις του με τον Αντίοχο για τη σύναψη ειρήνης, ο Αγαθαρχίδης έζησε από κοντά σημαντικά πολιτικά γεγονότα της εποχής. Λόγω της θέσης του είχε μάλλον πρόσβαση στα βασιλικά αρχεία.3 Ο Φώτιος αναφέρει ότι ήταν «θρεπτός Κινναίου». Πίσω από την ασαφή αυτή μαρτυρία μπορεί να κρύβεται η πληροφορία ότι ο Αγαθαρχίδης είχε υπάρξει θρεπτός του Κινέα, ενός από τους φίλους του Πτολεμαίου Στ΄.

  • Από την άλλη πλευρά οργάνωσε μεγάλες ερευνητικές αποστολές στην Ινδία και Αιθιοπία, όπως αυτή του Ευδόξου του Κυζικηνού. Επαύξησε το ζωολογικό Μουσείο που είχε συσταθεί από τον Πτολεμαίο Β΄ με ζώα της Αφρικής και της Ασίας, γράφοντας και ένα σχετικό φυσιολογικό σύγγραμμα, για το οποίον λίγα αποσπάσματα περιεσώθηκαν από τον Πλούταρχο. Τότε του αποδόθηκε και το ένδοξο όνομα «φιλόλογος». Τη δεύτερη αυτή περίοδο της βασιλείας του ήλθαν στην Αλεξάνδρεια και θήτευσαν στο Μουσείο ο Εύδοξος «μέγας» γεωγράφος και ερευνητής, ο πληθωρικός ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης, μία κινητή βιβλιοθήκη, ο ιστορικός Πτολεμαίος ο Μεγαλοπολίτης, ο Όμηρος ο νεότερος, τραγικός ποιητής από την Ιεράπολη της Καρίας κι ο Μενέλαος.


Ο θεός της Αιγύπτου Μεντθου (Menthu) και ο Πτολεμαίος Δ'

~~{*}~~

Όλοι οι έγκριτοι γεωγράφοι, περιηγητές και ιστοριογράφοι που έζησαν στους ρωμαϊκούς χρόνους, θεωρούσαν πολύ αξιόπιστη πηγή τον Αγαθαρχίδη, του οποίου οι πληροφορίες αφορούσαν έναν θαλάσσιο δρόμο πολύ αποδοτικό μέχρι και σήμερα. Όταν ο δρόμος προς τις Ινδίες διακόπηκε, λόγω του μουσουλμανικού τόξου που είχε αναπτυχθεί, οι θαλάσσιες μεταφορές μπαχαρικών, πολυτίμων μετάλλων, λίθων, ελεφαντόδοτου, μεταξιού και άλλων υλικών, πολύ κερδοφόρες, ατρόφησαν, οι εμπορικοί σταθμοί έπεσαν σε μαρασμό και με τη διακοπή των χερσαίων μεταφορών (δρόμος του μεταξιού), η Εσπερία, Δυτική Ευρώπη, ξεκίνησε τις σταυροφορίες για να μπορέσει μερικώς να ελέγξει τους εμπορικούς δρόμους αυτούς. Οι σταυροφορίες είχαν ισχνό αποτέλεσμα, το οποίον όμως ξεπεράστηκε από τους νέους δρόμους των Ισπανών και Πορτογάλων εξερευνητών.


Ο Αγαθαρχίδης λόγω θέσης απέκτησε τα μέσα για να κάνει τα ερευνητικά του ταξίδια, ιδίως σε έναν πολύ πρόσφορο εμπορικό θαλάσσιο δρόμο που περιλαμβάνει τα λιμάνια του κόλπου της Ερυθράς θάλασσας (ή Ηρωοπολιτικού κόλπου ή Αραβικού).
Περιέγραψε τον δρόμο μέχρι την Άδουλη, τελευταίο λιμάνι προτού βγεις από τον κόλπο της Ερυθράς προς τα νερά του έξω Ωκεανού (συγκεκριμένα των νερών του Ινδικού Ωκεανού) με προοπτική πλόα μακράς χρονικής διάρκειας της ακτογραμμής της αραβικής χερσονήσου μέχρι την είσοδο του Περσικού κόλπου και τη συνέχεια προς τις Ινδίες ακολουθώντας την αφιλόξενη ακτογραμμή της Καρμανίας και Γεδρωσίας της Περσίδος. 




Άλλη επιλογή είναι η πλεύση στα ανοιχτά νερά του ωκεανού προς την Νότια Ινδία και Ταπροβάνη (Κεϋλάνη ή Σρι Λάνκα) ή νότια της ακτογραμμής της Αφρικής προς την Πρασώδη θάλασσα.
  • Το δρόμο στα ανοιχτά του ωκεανού τόλμησε, εκμεταλλευόμενος τους μουσώνες (ιππάλιους ανέμους), ο κυβερνήτης Ίππαλος με τα γιγάντια της εποχής πλοία της πτολεμαϊκής περιόδου, εκτελώντας τη διαδρομή από την Άδουλη στη νότια Ινδία και Ταπροβάνη σε χρόνο μόλις ενός μηνός. 
Ο Αγαθαρχίδης συνέχισε την περιγραφή με τη Μαλαό, λιμάνι πριν από το κέρας της Αιθιοπίας, που ανήκε στο βασίλειο της Αξούμης και μετά τα μικρολίμανα στο κέρας προς την Αιθιοπία. Αναφέρεται για τις χώρες πέραν των στενών … των συγκλειόντων την τε Αραβίαν, απέναντι των οποίων κείνται νήσοι ταπειναί πάσαι, μικραί τω μεγέθε, το πλήθος αμύθητοι, καρπόν ουδένα γεννώσαι προς τον βίον, ούτε ήμερον, ούτε άγριονι.




  • Πέραν του πελάγους συναντάμε τη Γεδρωσία (νότια Περσία, σημερινό νότιο Ιράν) και την Ινδικήν χερσόνησο. Περιγράφει για τα λιμάνια που συναντούμε, όταν κατεβαίνουμε τον αραβικό κόλπο, το δεξιό της Αρσινόης, το κατοπινό του Μυός όρμου, που μετονομάστηκε σε όρμο Αφροδίτης, στη συνέχεια την Οφιώδη νήσο, γνωστή για τους πολύτιμους λίθους: λίθος διαφαινόμενος, υάλω προσεμφερής, ηδείαν εν χρυσώ θεωρίαν αποδιδούς, συνεχίζει φθάνοντας μέχρι τη χώρα των Μιναίων και των Σαβαίων στο νοτιοδυτικό άκρο της αραβικής χερσονήσου. 

Το έργο του Αγαθαρχίδη πρέπει να είχε ευρεία διάδοση στην Αρχαιότητα, αφού επηρέασε σημαντικά άλλους συγγραφείς της εποχής. Το γεωγραφικό του έργο και ο τρόπος με τον οποίο χειριζόταν το υλικό του επηρέασε το Διόδωρο Σικελιώτη,5 ενώ η μέθοδος με την οποία εξέθετε τις απόψεις του και άφηνε να διεισδύσει η φιλοσοφία στα ιστορικά κείμενα επηρέασε, όπως προαναφέρθηκε, τον Ποσειδώνιο. Τέλος, τη γλαφυρότητα του λόγου του θαύμασε και ο Φώτιος, ο οποίος έβρισκε το ύφος του μεγαλοπρεπές αλλά και ενδιαφέρον, αφού πλαισίωνε και πρόβαλλε καλύτερα τις απόψεις του Αγαθαρχίδη

Αποσπάσματα αυτού του ταξιδιού του Αγαθαρχίδη, που λόγω γεραμάτων πρέπει να διέκοψε και να μην το συνέχισε, όπως αρχικά το είχε προγραμματίσει, διασώζονται στη Μυριόβιβλο του Φωτίου. Τα αποσπάσματα προέρχονται από το έργο του Περί της Ερυθράς θαλάσσης, αποτελούμενο από 5 βιβλία και γράφτηκε κατά το 132 π.Χ.

Στο ίδιο έργο περιγράφεται η χώρα των Τρωγλοδυτών, η άλλη των ιχθυοφάγων και πολλών άλλων ομάδων πληθυσμού με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως ακριδοφάγων ή κυναμολγών (αρμέγουν μεγάλες σκύλες, όπως αυτές της Υρκανίας, περιοχής κυρίως της νότιας Κασπίας θάλασσας). Έργα του: Περί της Ερυθράς θαλάσσης (περιγραφή της Ερυθράς θαλάσσης, μέχρι τον Περσικό κόλπο κι από εκεί μέχρι την Ινδική χερσόνησο σε 5 βιβλία), Ιστορικά (49 βιβλία), τα κατά την Ασίαν εγνωσμένα σε 10 βιβλία. 




Το μεγαλύτερο έργο του Αγαθαρχίδη ήταν μία εκτεταμένη πραγματεία από 49 βιβλία, τα Ευρωπαϊκά, το έργο στο οποίον περιέχεται εκτεταμένη η ευρωπαϊκή ιστορία της εποχής των διαδόχων του Mεγάλου Aλεξάνδρου. Το έργο αυτό είναι συμπλήρωμα ενός πρωθύστερου αποτελούμενου από 10 βιβλία και επιγράφεται Ασιατικά ή Τα κατά την Ασίαν, στα οποία περιέχεται η ασιατική ιστορία των διαδόχων μαζί με τη γεωγραφία των περιοχών της ηπείρου.

Της ιστορίας αυτής σώζονται κάποια πολύ λιγοστά αποσπάσματα, για τα οποία έχουμε κάποιες σκόρπιες υπομνήσεις σε έργα άλλων μεταγενέστερων συγγραφέων. Εκτός των άλλων, ο Αγαθαρχίδης έγραψε μία Επιτομή της Αντιμάχου Λύδης, υπομνηματίζοντας ένα επικό ποίημα του Αντιμάχου του Κολοφώνιου, πιθανόν την Θηβαΐδα. Το έργο αυτό, περιείχε μια συλλογή από αποτυχημένους έρωτες και σταχαστικές πραγματείες, μια προσπάθεια να αποκτήσει φιλοσοφικό περιεχόμενο, μια συλλογή στην οποία θίγονται πολλά κλιματολογικά θέματα. 

Στο 5ο βιβλίο περιγράφεται η ζωή των Σαβαίων της Αραβίας και των Ιχθυοφάγων της Ανατολικής Αφρικής, τον τρόπο με τον οποίο οι ελεφαντοφάγοι έπιαναν τους ελέφαντες.Επίσης περιγράφεται η εργασία των εργατών στα χρυσωρυχεία των Ορέων της Αιγύπτου, κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα.Τα περί Ιχθυοφάγων και χρυσωρύχων έχουν επίσης παρατεθεί από τον Διόδωρο Σικελιώτη[4].Ανάμεσα στα άλλα αξιοπερίεργα ζώα, αναφέρει την καμηλοπάρδαλη, την οποία τοποθετεί στη χώρα των Τρωγλοδυτών, και τον ρινόκερο. Υλικό από αυτό το βιβλίο έχουν επίσης παραθέσει, απευθείας είτε έμμεσα, οι Αθήναιος ο Τακτικός[1], Στράβων, Πλίνιος ο πρεσβύτερος, Αιλιανός, Ιώσηπος[5] και άλλοι συγγραφείς.

Άλλα έργα του3, που μνημονεύει ο Φώτιος, είναι: Επιτομή των συγγεγραφότων περί ανέμων, Συναγωγή θαυμασίων, Εκλογαί ιστοριών, Περί της προσφιλούς ομιλίας, ο ανώνυμος βίος Πυθαγόρα. Ως προς το φιλοσοφικό ρεύμα που ακολουθούσε, γνωρίζουμε ότι ήταν οπαδός των Περιπατητικών (του Αριστοτέλη): «Αγαθαρχίδης ο εκ των περιπάτων», όπως τον χαρακτηρίζει ο Στράβωνας.

  • Γνωρίζουμε επίσης ότι ήταν σφοδρός πολέμιος του ασιανισμού, δηλαδή της υπόκλισης στις ασιατικές (Περσικές, Ιουδαϊκές και Ινδικές) δοξασίες και παραδοξολογίες, που συνοδεύονται από κρούσματα μαγείας, αποκρυφισμού και ψευδομαντείας, επιδεικνύοντας ένα σπουδαίο ορθολογιστικό τρόπο σκέψης. 
  • Είχε μία κριτική στάση απέναντι στους αποδεχόμενους μύθους, που πρόβαλαν διάφοροι κύκλοι διανοουμένων, ενώ ως προς τη μεθοδολογία του και την ιστορική έρευνα είχε ως πρότυπο τον Θουκυδίδη. Η έρευνά του στηριζόταν στη αριστοτελική σχέση αιτίου-αιτιατού και της απόπειρας να δοθεί μία ορθολογική, φυσική ερμηνεία των φαινομένων.
Τα βιβλία του για την Ασία αποτέλεσαν πηγή για το Διόδωρο Σικελιώτη. Από το πολύτομο έργο του για την Ευρώπη διασώθηκαν μόνο κάποια αποσπάσματα από τον Αθήναιο. Τέλος ο Περίπλους, τον οποίο σύμφωνα με μαρτυρία του χρειάστηκε να διακόψει λόγω της προχωρημένης του ηλικίας, εκτεινόταν σε πέντε βιβλία, αποσπάσματα των οποίων διέσωσε ο Φώτιος και –τουλάχιστον σε μία περίπτωση– ο Διόδωρος Σικελιώτης.Το βασικό χαρακτηριστικό του έργου του είναι ότι αναβάθμισε το ρόλο της εθνογραφίας, την οποία δεν έβλεπε ως εργαλείο της γεωγραφίας αλλά ως υπόβαθρο της ιστορίας. Πίστευε ότι ο πολιτισμός έβλαπτε τους γηγενείς λαούς στους οποίους επιβαλλόταν και ο ίδιος εναντιωνόταν έμμεσα στην πτολεμαϊκή πολιτική. Επίσης ήταν αντίθετος στην επεκτατική πολιτική της Ρώμης.

  • Το έργο του Αγαθαρχίδη χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα από τον Διόδωρο το Σικελιώτη, τον Αρτεμίδωρο το γεωγράφο, τον Αιλιανό και τον Στράβωνα, ήταν δηλαδή ένα έργο αναφοράς και κύρους. 
Ως προς την ονομασία της Ερυθράς θάλασσας δίνει όλες τις τότε εκδοχές. 
  • Η πρώτη εκδοχή αιτιολογεί την ονομασία από το χρώμα της θάλασσας, το οποίον προσδίδεται από το χρώμα της άμμου, των θινών και των λόφων που γειτονεύουν με τη θάλασσα αυτή κατά την αυγή του ήλιου.
  • Μια δεύτερη εκδοχή του ονόματος της Ερυθράς θάλασσας αναφέρεται σε κάποιον Βόξο, Πέρση στην καταγωγή, που μίλαγε ελληνικά κι έγραφε στη γλώσσα αυτή και γενικά ζούσε όπως οι Έλληνες.
Μάλιστα, από όσα γνωρίζουμε, πέθανε στην Αθήνα, σπουδαίο πνευματικό κέντρο για πολλούς αιώνες. Ο Βόξος υποστήριζε ότι η ονομασία της θάλασσας αυτής οφείλεται σε κάποιον Ερύθρα, γένους Περσικού, γιος του Μυοζαίου, που ζούσε όχι μακριά από τα νερά της θάλασσας αυτής σε μιαν εποχή που η περιοχή ήταν κάτω από την ηγεμονία των Μήδων.
  • Για τις διαφορές των εκδοχών αυτών, τις οποίες παραθέτει όλες, ο Αγαθαρχίδης βγάζει συμπέρασμα, καταλήγοντας ότι, η ονομασία της θάλασσας αυτή προκύπτει από τη φύση της: «Τὰ μὲν οὖν αἴτια τῆς κλήσεως ἔχοντα διαφοράν (μέγα γὰρ τὸ παραλλάττον, Ἐρύθρα θάλατταν4 εἰπεῖν θάλατταν ἐρυθράν· τὸ μὲν γὰρ  -τὸν κυριεύσαντα σημαίνει τῆς θαλάττης ἄνδρα, τὸ δὲ τὴν πυρρότητα δηλοῖ τῆς ῥηθείσης φύσεως) ἐν τούτοις». Τα έργα του Αγαθαρχίδη όπως αναφέρονται από τον Φώτιο από τον πρώτο τόμο των Geographi Graeci Minores στη σελίδα LIX.

3 «Ἀ γ ρ ο ί τ α ς δὲ ἐν πρώτῳ Λιβυκῶν, ὑπὸ Ἀπόλλωνος εἰς Κρήτην αὐτὴν (τὴν Κυρήνην) κομισθῆναι, ἐκεῖθεν δὲ εἰς Λιβύην. Ἀδελφὴ δὲ Κυρήνης Λάρισσα· ἧς ὁμώνυμος πόλις ἐν Θεσσαλίᾳ. Τινὲς δέ φασι τὴν Κυρήνην Πηνειοῦ θυγατέρα γενέσθαι, κακῶς. Ἔνεμεν γὰρ παρ’ αὐτῷ θρέμματα, οὐκ ἔτι δὲ καὶ θυγάτηρ αὐτοῦ ἦν».

Σύμφωνα με τον ιστορικό Stanley Burstein, «η σχετική σοβαρότητα της εργασίας του Αγαθαρχίδου, όταν αυτή συγκρίνεται με προηγούμενα έργα, και ο όγκος των πληροφοριών που μας παραδίδει οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το έργο του ήταν πολύτιμη σύνοψη των αποτελεσμάτων των Πτολεμαϊκών εξευρενητικών αποστολών.»[3] Στο πρώτο βιβλίο του έργου του αυτού γίνεται συζήτηση για την προέλευση του ονόματος της Ερυθράς θάλασσας.

4 Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Ερυθρά θάλασσα επίσης όχι μόνο τα νερά του Αράβιου (Αραβικού) κόλπου αλλά και αυτά του Περσικού. Μάλιστα από την υπάρχουσα αρχαία ελληνική γραμματεία, ο Περσικός κόλπος ονομαζόταν κατά τους προϊστορικούς χρόνους Ερυθρά θάλασσα. Από την περιοχή αυτή λέγεται ότι προέρχονται οι Φοίνικες και μετακινήθηκαν προς τις ακτές του Λιβάνου κι όχι από τις ανατολικές ακτές του Αράβιου κόλπου, μία σύγχυση που διακρίνεται σε πολλούς σημερινούς μελετητές.



[FGH, 86, Geographi Graeci Minores, I, III, του εκδότη Κ. Müller, Παρίσι 1855-1861, ανατυπ. 1965, FHG, 3ος σ. 190, F. Jacoby, Die Fragmente der griechischen Historiker (FGrH) 86. Leiden: Brill, 1923-1958 (repr. 1954-1969): 2A: σ. 205-206, H. Leopoldi, De Agatharchides Cnidio, διδ. Διατρ. 1892, D. Woelk, Über das Rote Meer, διδ. Διατρ. 1966 με πολλά σχόλια]

Προς τιμήν του Αγαθαρχίδη έχει ονομαστεί κρατήρας στη Σελήνη.

Κυρίως κείμενα :Χηνιάδης Δημήτρης - από το βιβλίο του «Αρχαίοι ιστοριογράφοι και γεωγράφοι»


ΑΝΑΦΟΡΕΣ -ΠΗΓΕΣ

1. Φώτ., Βιβλ. 7, κώδ. 245-256• Müller, C., Geographi Graeci Minores I (Paris 1855), σελ. 111-195.

2. Οι απόψεις για το πότε ο Αγαθαρχίδης πήγε στην Αλεξάνδρεια διίστανται. Η Gozzoli, S., “Etnografia e politica in Agatharchide”, Athenaeum 56 (1978), σελ. 54-79, θεωρεί ότι σπούδασε στην Αλεξάνδρεια, κάτι που ίσως ενισχύει την άποψη ότι μπορεί να είχε υπάρξει θρεπτός του Κινέα. Ο Verdin, H., "Agatharchide de Cnide et les fictions des poètes", Studia Hellenistica 30 (1990) από την άλλη, που βασίζεται στο Strasburger, αναφέρει ότι στην Αλεξάνδρεια ο Αγαθαρχίδης ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του.

3. Διόδ. Σ. 3.38.1.

4. Διόδ. Σ. 3.12.48.

5. Η σχέση μεταξύ του Αγαθαρχίδη και του Διοδώρου Σικελιώτη αποτελεί το αντικείμενο του άρθρου του Peremans, W., “Diodore de Sicile et Agatharchide de Cnide”, Historia 16 (1967), σελ. 432-455.

Παραπομπές
  •  W. Smith, Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology,"Agatharchides", τομ. I, σελ. 61. Ancient library
  • -- Müller, Fragmenta historicorum graecorum (1841), "Agatharchides Samius", τόμ. III, σελ. 197-198. Internet Archive

  • 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 Αγαθαρχίδης ο Κνίδιος στην Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού. - 06/01/2014.
  •  Χηνιάδης Δημήτρης - αρχαίοι ιστοριογράφοι και γεωγράφοι / Αγαθαρχίδης, σελ. 11: Έργα του:Περί της Ερυθράς θαλάσσης (περιγραφή της Ερυθράς θαλάσσης, μέχρι τον Περσικό κόλπο και από εκεί μέχρι την Ινδική χερσόνησο σε 5 βιβλία). http://www.academia.edu/
  •  Stanley M. Burstein, translator and editor. Works Issued by the Hakluyt Society: Agatharchides of Cnidus, On the Erythraean Sea. Second series, no. 172. London: Hakluyt Society, 1989.
  •  Διόδωρος Σικελιώτης, iii.12-18.
  •  Ιώσηπος, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, βιβλίο XII, κεφ. 1, 5-6; Κατά Απίωνος, βιβλίο I, κεφ. 22.
  • Διόδωρος Σικελιώτης, i. 41.


       Αρχείο ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ


full-width

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ