1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η θάλασσα προκαλεί και μαγεύει τον άνθρωπο. Τον προκαλεί να παίξει μαζί της, να κολυμπήσει, να εξερευνήσει αυτόν τον γαλάζιο κόσμο που είναι ορατός και προσιτός απ’ οποιαδήποτε γωνιά της Ελλάδος. Τον προκαλεί να εξερευνήσει τις ακτογραμμές και βουνοκορφές που βλέπει στον ορίζοντα, αλλά και ακόμα πιό μακριά, μέρη άγνωστα, περίεργα, μακρινά, χαμένα στην αχλή της θάλασσας. Τον μαγεύει, και σαν πλανεύτρα που είναι, τον κρατάει κοντά της, τον κάνει να αψηφά τον κίνδυνο. Τον προκαλεί, την δαμάζει, αλλά την σέβεται κιόλας, για να είναι κι εκείνη καλή μαζί του. Αυτή είναι η σχέση του ανθρώπου με τη θάλασσα, στο πέρασμα του χρόνου, και έτσι θα είναι πάντα: σχέση αγάπης και μίσους, σχέση καλοσύνης και θυμού, σχέση ψυχαγωγίας και ανάγκης. Την εξευμενίζει για να είναι ευγενική με τους δικούς του ανθρώπους, αλλά και με τον ίδιο, στην αρχή κάθε ταξιδιού – κοντινού ή μακρινού -, θυμώνει μαζί της και την μαλώνει όταν του κάνει κακό. Αλλά πάντα ξαναγυρνάει κοντά της, από περιέργεια και ανάγκη.
Η περιέργεια και η ανάγκη ήταν οι δύο αιτίες που έκαναν τον άνθρωπο να κατασκευάσει τα πρώτα πλωτά μέσα. Περιέργεια να γνωρίσει άλλα μέρη και ανάγκη υλικών αγαθών για να επιζήσει και να δημιουργήσει. Οι πρώτοι θαλάσσιοι δρόμοι θα ακολουθούσαν τις δαντελωτές ακτογραμμές του Αιγαίου και του Ιονίου (εικ. 1), οι προορισμοί θα ήταν κοντινοί, και τα ταξίδια θα γίνονταν μέρα. Σιγά – σιγά, οι πρώτοι αυτοί θαλασσοπόροι εξοικειώθηκαν με το υγρό στοιχείο, τις απότομες αλλαγές των καιρικών συνθηκών, τον έναστρο ουρανό. Έμαθαν από τα λάθη τους και τις αποτυχίες τους και κατασκεύασαν γερά σκαριά, σταθερά και λίγο μεγαλύτερα, κατάλληλα για πιο μακρινά ταξίδια.
Εικ. 1. Χάρτης της Ελλάδος ,που αφορά την έρευνα |
Ομοίωμα σκάφους όπου είναι σαφές το υλικό κατασκευής του, έχει βρεθεί σε στρώμα της Ubaid 2/3 περιόδου 3, η οποία τοποθετείται στην έκτη-πέμπτη (6η-5η) χιλιετία π.Χ., στην Νεολιθική θέση H3 As-Sabiyah του Κουβέιτ (εικ. 3). Με τη βοήθεια της πειραματικής αρχαιολογίας, αποδεικνύεται πια ότι τα σκάφη αυτά ήταν αξιόπλοα, και ικανά να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις, και σε θάλασσες που ακόμα και στις μέρες μας θεωρούνται δύσκολες.
Ο Thor Heyerdahl, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, κατασκεύασε ένα σκάφος από καλαμοειδή, και έκανε επιτυχώς το ταξίδι από το Ιράκ στην Ερυθρά Θάλασσα 4. Σκοπός και στόχος του ήταν να αποδείξει ότι τα σκάφη που εικονίζονται σε σφραγίδες της τρίτης (3ης) χιλιετίας π.Χ από την Μεσοποταμία, έχουν τις δυνατότητες να διανύσουν αποστάσεις μεγάλες, φορτωμένα με πλήρωμα και προμήθειες (εικ. 4).
Κάποιοι ερευνητές θεωρούν πολύ πιθανό, οι πρόγονοί μας να έκαναν το ταξίδι από και προς τη Μήλο, για να προμηθευτούν οψιανό για τις ανάγκες των κατοίκων της ηπειρωτικής χώρας, αλλά και των νησιών, σε τέτοιου τύπου πλοία 5.
Σταδιακά, τα πλωτά μέσα του Αιγαίου και του Ιονίου εξελίχθηκαν: υλικό κατασκευής πια ήταν το ξύλο, το οποίο αφθονεί στον Ελλαδικό χώρο, απέκτησαν πλώρη και πρύμνη, λαγουδέρα, διατήρησαν τα κουπιά, αλλά από το πρώτο μισό της δεύτερης χιλιετίας, εάν όχι νωρίτερα, εκινούντο και με τη βοήθεια του ανέμου.
Εικ. 2. Η «παπυρέλλα» του Χ. Τζάλλα |
Εικ. 3. Πήλινο ομοίωμα σκάφους από καλάμια |
Εικ. 4. Το πρότυπο από σφραγίδα της Μεσοποταμίας & το πειραματικό σκάφος του Thor Heyerdahl, στα ανοιχτά του Ομάν |
Η ανάπτυξη και εξέλιξη της ναυπηγικής και της ναυσιπλοϊας, και κατ’ επέκταση της τεχνολογίας, είναι παράγοντες που συνέβαλλαν στη μετάδοση αγαθών και ιδεών από τη μία κοινωνία στην άλλη, για χιλιάδες χρόνια. Η παγκοσμιοποίηση – ένα πολύ παλιό φαινόμενο που επανήλθε στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια – έχει ως πυρήνα μία από τις αρχαιότερες ασχολίες του ανθρώπου: το εμπόριο.
Την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, ιδεών και υπηρεσιών μεταξύ κοινωνιών που τις ενώνει, ενώ ταυτόχρονα προάγει και την ευημερία τους. Ίσως η παλαιότερη ένδειξη σχέσεων μεταξύ κατοίκων απομακρυσμένων περιοχών, και εμπορίου – η καλύτερη της μεταφοράς αγαθών δια της θαλάσσιας οδού – είναι ο οψιδιανός που έχει βρεθεί σε νεολιθικές θέσεις της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Πελοποννήσου. Τα εργαλεία από οψιανό που βρέθηκαν στο σπήλαιο Φράγχθι, στην νοτιοανατολική ακτή της Πελοποννήσου, είναι κατασκευασμένα από μηλιακό οψιδιανό, προέρχονται από στρώματα της Μέσης Εποχής του Λίθου, και χρονολογούνται περίπου το 11.000 π.Χ., γεγονός που οδηγεί στη σκέψη ότι ταξίδια διακοσίων (200) χιλιομέτρων ήταν συνηθισμένα την περίοδο εκείνη 6 .
Η προσπάθεια και ο αγώνας για να κατακτήσει και να εξερευνήσει ο άνθρωπος τη θάλασσα, χάνονται στα βάθη των αιώνων. Στο κείμενο αυτό, θα παρουσιαστούν απεικονίσεις πλοίων σε αγγεία, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πολεμικές.
Στις παραστάσεις που χρονολογούνται στην προϊστορική περίοδο, η άποψη αυτή είναι μία απλή υπόθεση. Αντίθετα, στις παραστάσεις που χρονολογούνται στη γεωμετρική περίοδο, η άποψη αυτή θα μπορούσε ίσως να τεκμηριωθεί.
Έγινε μία προσπάθεια να απομονωθούν οι παραστάσεις εκείνες, όπου τα πλοία φαίνεται να παίρνουν μέρος σε πολεμικές πράξεις.
- Ο χαρακτηρισμός των σκαφών αυτών ως «πολεμικά», είναι υποκειμενικός, καθώς τα δεδομένα σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν και σε άλλες ερμηνείες, που μπορεί να μην έχουν καμμία σχέση με απόδοση εχθροπραξιών μέσω της τέχνης.
Οι παραστάσεις των πλοίων που αποτελούν τον κορμό της εργασίας, είναι ένα μικρό δείγμα από την πληθώρα του γνωστού υλικού που υπάρχει με κεντρικό θέμα το καράβι, αντικείμενο ανεξάντλητο.
Επιλέχθηκαν αγγεία ή όστρακα που φέρουν πλοία ως μέρος της διακόσμησης, από μεγάλα κέντρα της Μεσοελλαδικής και Υστεροελλαδικής Περιόδου, και από την Αττική των Πρώϊμων Ιστορικών Χρόνων. Τον κατάλογο και την ανάλυση των πολεμικών παραστάστεων, ακολουθεί συζήτηση για την εξέλιξη της ναυπηγικής, με στοιχεία που υποδηλώνουν την επιβίωση της παράδοσης, αλλά και πρόοδο στη κατασκευή των πλοίων.
Στο τμήμα αυτό του κειμένου, γίνεται μνεία σε παραστάσεις καραβιών από περιοχές μακριά από τον Ελλαδικό χώρο αλλά σχετικά κοντά χρονολογικά, όπου όμως παρατηρούνται παρόμοια χαρακτηριστικά τις ίδιες περίπου χρονολογικές περιόδους, ναυάγια, ομοιώματα πλοίων, τοιχογραφίες, τηγανόσχημα σκεύη που προέρχονται από τα νησιά των Κυκλάδων, παραστάσεις σε αγγεία καθώς και άλλα σκεύη μη χρηστικά.
Οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο, ακολουθούν την ροή του κειμένου.
Έχουν τοποθετηθεί μετά τα σχετικά κείμενα, ώστε να διευκολυνθεί ο αναγνώστης.
. 2. ΤΕΧΝΗ – ΠΟΛΕΜΟΣ – ΠΛΟΙΟ
Σε όλες τις κοινωνίες και σε όλη την διάρκεια της εξέλιξης της ιστορίας του ανθρώπου, αντανακλώνται στην τέχνη οι συνθήκες που επικρατούν την συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Οι ανακατατάξεις, οι καταστροφές, ο φόβος επικείμενων επιδρομών, υποδηλώνονται στις απεικονίσεις των πλοίων σε αγγεία της Γεωμετρικής Περιόδου, από τις οποίες οι περισσότερες έχουν χαρακτήρα πολεμικό.
Αντίθετα, πολεμικές παραστάσεις της Εποχής του Χαλκού υπάρχουν πολύ λίγες, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι δεν υπήρχαν διενέξεις και συρράξεις. Ίσως η εποχή αυτή να ήταν πιο ειρηνική, και επομένως οι άνθρωποι πιο αισιόδοξοι, κάτι που είναι εμφανές σε όλες τις μορφές τέχνης της χαλκοκρατίας.
Ίσως οι λίγες αυτές παραστάσεις μαχών, εκστρατειών, πολιορκιών ή ναυμαχιών, να αποτελούν απεικονίσεις γεγονότων που συνέβησαν σε άλλες περιοχές ή εποχές. Εν τούτοις, ένα γεγονός το οποίο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, είναι ότι κοινό στοιχείο μεταξύ των ναυτικών όλων των εποχών που αλωνίζουν τις θάλασσες της υφηλίου, ήταν, είναι και θα είναι ο φόβος των πειρατών.
Επομένως, τα σκάφη της προϊστορικής περιόδου, ακόμα και αν οι μέχρι τώρα γνωστές παραστάσεις δεν βοηθούν στην τεκμηρίωση, θα είχαν τον κατάλληλο εξοπλισμό για να αντιμετωπίσουν πειρατικές επιδρομές, στις οποίες η Μεσόγειος έχει παράδοση. Ο σκοπός τους θα ήταν διττός: εμπόριο και «πόλεμος», ανάλογα με τις περιστάσεις και τις ανάγκες.
Στις παραστάσεις της Γεωμετρικής Περιόδου, αντίθετα, είναι εντονότερο το πολεμικό στοιχείο. Αυτό ισχύει για την θεματογραφία, καθώς επίσης και για τα κατασκευαστικά εκείνα στοιχεία των πλοίων, που διακρίνονται στις απεικονίσεις που τοποθετούνται χρονολογικά στην περίοδο αυτή. Το πολεμικό στοιχείο είναι επίσης εμφανές και στις ανθρώπινες μορφές που πλαισιώνουν τις παραστάσεις.
Γεγονός αδιαμφισβήτητο παραμένει ότι η τέχνη, σε οποιαδήποτε μορφή, συμβάλλει στο να κάνει τον θεατή κοινωνό στα γεγονότα της περιόδου που αντιπροσωπεύει, καθώς και στις συνθήκες που συνέβαλλαν στην διαμόρφωσή της. Κάθε έργο τέχνης κρύβει μία μεγάλη ιστορία. Το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας αυτής θα μείνει για πάντα άγνωστο σε όλους, εκτός από τον δημιουργό του.
Το μικρό εκείνο κομμάτι που μπορεί να αποκρυπτογραφηθεί, μας βοηθάει να πλησιάσουμε λίγο περισσότερο τους ανθρώπους εκείνους, των οποίων τα επιτεύγματα, έχουμε χρέος όχι μόνο να ερευνούμε, αλλά και να προστατεύουμε και να διατηρούμε.
Η μορφή των σκαφών που διέπλεαν το Αιγαίο της Εποχής του Λίθου μεταφέροντας αγαθά και ιδέες, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή. Αντιθέτως, η Εποχή του Χαλκού έχει να επιδείξει πληθώρα σκαριών, μέσα από τα ομοιώματα και τις παραστάσεις πλοίων σε αγγεία, τοιχογραφίες, σαρκοφάγους ή διάφορα άλλα μικροαντικείμενα.
Σκαριά που πιθανότατα κατασκευάζονταν για συγκεκριμένους σκοπούς: ψάρεμα, εμπόριο, εκστρατευτικές επιχειρήσεις, ναυτικές εορτές. Η πληθώρα και μόνο των διαφόρων τύπων πλοίων, που ο καθένας έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, και επομένως συγκεκριμένες κατασκευαστικές απαιτήσεις, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ναυπηγική στο Αιγαίο είχε ήδη εξελιχθεί αρκετά.
Και ασφαλώς, θα λαμβάνονταν ιδιαίτερα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ο ασφαλής πλους των καραβιών αυτών. Στις παραστάσεις της Εποχής του Χαλκού που αναφέρονται στον κατάλογο που ακολουθεί, ο πολεμικός χαρακτήρας των πλοίων δεν αποδεικνύεται, σε όλες τις περιπτώσεις. Μπορούν όμως να διατυπωθούν κάποιες υποθέσεις, με βάση τις λεπτομέρειες που ο αγγειογράφος επέλεξε να τονίσει – ή όχι – που οδηγούν σε διερευνητικά συμπεράσματα, προς αυτή την κατεύθυνση. Η κατάσταση όμως διαφοροποιείται από τον ενδέκατο (11ο ) αιώνα π.Χ. και μετά.
Η εικονογραφία του πλοίου κατά την διάρκεια της Εποχής του Χαλκού, είναι πλούσια και παρέχει πολλές πληροφορίες για την ναυπηγική της περιόδου αυτής. Οι παραστάσεις όμως με πολεμικό χαρακτήρα είναι λίγες, γεγονός που αλλάζει από τον όγδοο (8ο) αιώνα π.Χ. και μετά.
► ΔΕΣ ◄
Πλοία και ναυπηγική στο Αιγαίο της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου.
Το τέλος της ένδοξης μυκηναϊκής εποχής, με την παρακμή και εγκατάλειψη των ανακτορικών συγκροτημάτων, συνοδεύεται από ανακατατάξεις, αναταραχές και κοινωνικές αλλαγές. Παρά ταύτα, η κατάρρευση του μυκηναϊκού κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού συστήματος, δεν σήμανε το τέλος της ναυσιπλοϊας στο Αιγαίο.
► ΔΕΣ ◄
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΗΝ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ
Αντιθέτως, συνεχίζεται και ίσως αυξάνεται η κίνηση στις θάλασσες, αλλά με διαφορετικό χαρακτήρα. Όπως επίσης συνεχίζεται η κατοίκηση των παράλιων μυκηναϊκών κέντρων. Ακόμα, παρατηρείται κίνηση των κατοίκων της ηπειρωτικής Ελλάδος προς τα νησιά του Ιονίου και το ανατολικό Αιγαίο.
► ΔΕΣ ◄
Το Μυκηναϊκό ναυτικό
Ο δέκατος (10ος) και ο ένατος (9ος) αιώνας π.Χ., σηματοδοτούνται από μετακινήσεις πληθυσμών με σκοπό την ίδρυση αποικιών στις ακτές της Μικράς Ασίας, καθώς επίσης και από την παρακμή του εμπορίου. Τα γεγονότα αυτά, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ναυπήγηση πλοίων συνεχίστηκε, αλλά με διαφορετικές προδιαγραφές, αφού η χρήση τους πλέον είχε αλλάξει.
Το τέλος της Εποχής του Χαλκού χαρακτηρίζεται από πολλές αλλαγές σε όλη
την έκταση της μεσογειακής λεκάνης. Παρατηρείται μία έντονη αίσθηση παρακμής, καθώς και κινητικότητα των πληθυσμών του Αιγαίου. Οι αιτίες των μετακινήσεων δεν είναι ιδιαίτερα ξεκάθαρες, σαν τις κινήσεις της ίδιας της θάλασσας.
Την φωτεινότητα που συμβαδίζει με την ακμή, διαδέχεται το «σκοτάδι». Σκοτάδι που πολύ εύκολα, και ίσως αβασάνιστα μερικές φορές, συνδυάζεται με παρακμή. Το σκοτάδι όμως αυτό, είναι μόνο μία σκοτεινή περίοδος στην γνώση του σύγχρονου ανθρώπου για την εποχή αυτή και τις αιτίες που προκάλεσαν το τέλος του μηκυναϊκού κόσμου.
Τα ανακτορικά συγκροτήματα παρακμάζουν. Η ζωή στην ύπαιθρο δεν διαταράσσεται ιδιαίτερα, εκτός ίσως από το γεγονός ότι ανεξαρτητοποιείται από τις εξελίξεις στα ανάκτορα. Οι άνθρωποι ασχολούνται με την γεωργία, την κτηνοτροφία, το εμπόριο, θάβουν τους νεκρούς τους σύμφωνα με τα ίδια έθιμα όπως μέχρι τώρα, διατηρούν την πίστη τους στους θεούς των προγόνων τους – ορισμένους τουλάχιστον. Η πολυτέλεια της Εποχής του Χαλκού όμως, δεν διαπιστώνεται πια. Όπως επίσης δεν διαπιστώνεται και σαφής εικόνα της κοινωνικής οργάνωσης κατά την σκοτεινή και μεταβατική αυτή περίοδο. Επικρατεί κυρίως ανησυχία, απομόνωση και συγκέντρωση σε μικρές κοινότητες, ενώ η επικοινωνία στο εξωτερικό όπως και στο εσωτερικό της χώρας, έχει μειωθεί σημαντικά.
Διακοπή – σκοτάδι – παρατηρείται και στην τέχνη, που όμως οδηγεί σε ένα καινούργιο ύφος διακοσμητικό, νέα σχήματα στην κεραμεική, και την σταδιακή επικράτηση του σιδήρου για την κατασκευή όπλων και εργαλείων. Κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής, διαμορφώνονται, διαδίδονται και σταδιακά εμφανίζονται ως κυρίαρχα διακοσμητικά θέματα, «μύθοι» όπως του Μινώταυρου, του Λαβύρινθου και της Αριάδνης, οι περιπέτειες των Αχαιών στην Τροία και οι περιπλανήσεις του Οδυσσέα, η Αργοναυτική Εκστρατεία.
Τα ευρήματα που έχει αποκαλύψει η αρχαιολογική σκαπάνη, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι «μύθοι» αυτοί σχετίζονται με ιστορικά γεγονότα και ανάγκες, όπως η αναζήτηση εδαφών για κατοίκηση, καθώς και πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Οι σιτοβολώνες της σημερινής Ρωσσίας άλλωστε, αποτελούν πόλο έλξης σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ηπείρου.
- Ποιά είναι όμως τα γεγονότα αυτά που συνετέλεσαν στην δημιουργία των μύθων αυτών;
- Ποιές είναι αυτές οι αναταράξεις που παρατηρούνται στο Αιγαίο και τι τις προκάλεσε;
- Το προκάλεσε το τέλος του μυκηναϊκού κόσμου, αλλά και τι μέτρα πήραν οι Μυκηναίοι για να αντιμετωπίσουν την νέα τάξη πραγμάτων και την παρακμή;
Σύμφωνα με αναφορές στα αρχεία του Φαραώ Ραμσή ΙΙΙ (1194 – 1163 π.Χ.), η δράση των πειρατών στην Μεσόγειο του δωδέκατου (12ου) αιώνος π.Χ., ήταν η αιτία της παρακμής του εμπορίου. Οι πειρατές αυτοί, κατά τους Αιγυπτίους, ήταν οι «Λαοί της Θάλασσας».
Ένας από τους γραφείς στην υπηρεσία του Ραμσή ΙΙΙ, περιγράφει: «Τα έθνη του βορρά, εγκατεστημένα στα νησιά τους, είναι ταραγμένα. Έχουν κατακλύσει τις εισόδους των λιμανιών» 7.
Στην πραγματικότητα περιγράφει περισσότερο μία μετακίνηση πληθυσμιακή, παρά μία στρατιωτική εκστρατεία. Ίσως κάποιος του μετέφερε την εικόνα που επικρατούσε σε λιμάνι παράκτιας πόλης ή νησιού, όταν οι πρώτες ομάδες έφευγαν για αναγνωριστικά ταξίδια σε νέα εδάφη, ή κατά την διάρκεια των πρώτων μετακινήσεων των αποίκων προς τις νέες τους πατρίδες.
Οι αναταραχές αυτές, παρακίνησαν τους Μυκηναίους, που μέχρι στιγμής ταξίδευαν αποκλειστικά για το εμπόριο, να χρησιμοποιήσουν τη σχέση τους με τη θάλασσα αλλά και τις γνώσεις τους στην ναυσιπλοϊα και τη ναυπηγική, προς αναζήτηση νέων εδαφών για εγκατάσταση.
Τον ένατο (9ο) αιώνα π.Χ. πια άρχισε η χώρα να αναγεννάτε , το εμπόριο να ξανανθίζει και να ξεκινούν και πάλι δειλά – δειλά οι ανταλλαγές ανάμεσα στην Μικρά Ασία και την κυρίως Ελλάδα. Τον όγδοο (8ο) αιώνα π.Χ. τέλος, άρχισε η εποχή του οργανωμένου αποικισμού.
Μέχρι περίπου τον έκτο (6ο) αιώνα π.Χ., οι ναυτικές επιχειρήσεις των πληθυσμών του Αιγαίου ( ΣΣ Ελληνικών πληθυσμών ), είχαν, κυρίως, άμεση σχέση με την αποικιακή τους εξάπλωση. Άλλωστε, η διαδικασία της αποικιακής εξάπλωσης δεν είναι μία εύκολη διαδικασία. Είναι χρονοβόρα, χρειάζεται οργάνωση πριν την μετακίνηση, αλλά και κατά την άφιξη στα νέα εδάφη, και κοινωνική δομή τέτοια, η οποία να μπορέσει να ανταποκριθεί και να αντεπεξέλθει στις νέες συνθήκες και τα ερεθίσματα. Και κυρίως, απαιτεί πολλαπλά αναγνωριστικά ταξίδια από και προς τις νέες πατρίδες.
Η κίνηση στους θαλάσσιους δρόμους της Μεσογείου – ιδιαίτερα από τη Δύση προς την Ανατολή – όχι μόνο δεν σταμάτησε εξαιτίας των κοινωνικών αλλαγών που σηματοδοτούν το τέλος της Εποχής του Χαλκού, αλλά αυξήθηκε, με διαφορετικό όμως χαρακτήρα.
Οι «σκοτεινοί χρόνοι» μεταξύ του 1100 και του 900 π.Χ., έχουν να επιδείξουν λίγα παραδείγματα καραβιών. Ξεκινώντας όμως από τον όγδοο (8ο) αιώνα π.Χ. και μετά, το πλοίο γίνεται προσφιλές θέμα στην διακόσμηση αγγείων, ιστορώντας ναυάγια, ναυμαχίες, απαγωγές, αναχωρήσεις στόλου.
Οι παραστάσεις αγγείων της Γεωμετρικής Περιόδου, αποτελούν μαρτυρία για τη συνέχιση της ναυτικής παραδόσεως του Αιγαίου. Τα βασικά χαρακτηριστικά του σκαριού της Εποχής του Χαλκού είναι εμφανή, αλλά ο χαρακτήρας και ο προορισμός του καραβιού είναι τώρα διαφορετικός, γεγονός πολύ έντονο στην πλειοψηφία των παραστάσεων της περιόδου αυτής.
Η Εποχή του Χαλκού έχει να επιδείξει λίγα, αλλά πολύ ενδιαφέροντα είδη πλωτών μέσων, μέσω των παραστάσεων. Τα σκαριά που απεικονίζονται σε ακέραια αγγεία ή όστρακα που προέρχονται από βαρελόσχημα αγγεία με αμαυρόχρωμη διακόσμηση από την Κολόνα της Αίγινας (α/α κατ.1-3) έχουν χαρακτηριστεί ως πειρατικά 8. Χρονολογούνται στο τέλος της Μεσοελλαδικής Περιόδου, περίπου το 1600 π.Χ., στην Πόλη ΙΧ 9.
Τα σκάφη αυτά φαίνονται αρκετά ευέλικτα και κινούνται με κουπιά (α/α κατ.1). Τα κάθετα στη γάστρα στοιχεία, δεν είναι ιστοί, αλλά υποδοχές για τα δόρατα του πληρώματος (α/α κατ. 2). Στο όστρακο με α/α κατ. 3, διακρίνονται καθαρά ο πηδαλιούχος και οι κωπηλάτες, που είναι οπλισμένοι με δόρατα. Η παράσταση αυτή είναι η παλαιότερη μέχρι στιγμής γνωστή παράσταση πλοίου με πολεμικό χαρακτήρα στο Αιγαίο. Αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς στην ΜΕΙΙ χρονολογείται ο «Τάφος του Πολεμιστή», που περιείχε ως κτερίσματα, μεταξύ άλλων, εγχειρίδιο, περικεφαλαία, ξίφος και βέλη από οψιδιανό.
α/α 1. Παράσταση σε βαρελόσχημο αγγείο, Αίγινα ΜΕ |
α/α 2. Παράσταση σε όστρακο βαρελόσχημου αγγείου, Αίγινα ΜΕ |
α/α 3. Παράσταση σε όστρακο βαρελόσχημου αγγείου, Αίγινα ΜΕ |
Ενδιαφέρον εικονογραφικό, παρουσιάζει το όστρακο με α/α κατ. 4, που επίσης χρονολογείται στο τέλος της Μεσοελλαδικής Περιόδου, περίπου στο 1600 π.Χ. 10. Απεικονίζει ανδρική μορφή που στέκεται είτε πάνω σε πλώρη σκάφους με μορφή ψαριού (ακρόπρωρο;), είτε πάνω σε μεγάλο ψάρι
Η παράσταση παραπέμπει σε θέματα μυθολογικά: ναυαγοί που σώζονται από δελφίνια, ή παιδιά που ιππεύουν δελφίνια, όπως ο Μελικέρτης, ο Τάρας ή ο μικρός Έρωτας που κρατάει και μία σουπιά πάνω στο δελφίνι του 11.
Το δελφίνι αποτελεί πολύ προσφιλές μοτίβο διακοσμητικό, οπουδήποτε απεικονίζεται θαλάσσιο θέμα. Θα πρέπει να ήταν συχνό θέαμα στις παράκτιες περιοχές, και να αποτελούσε ευχάριστο σύντροφο των ναυτικών στα ταξίδια τους. Σύγχρονες, πιθανότατα, παραστάσεις λέμβων, διακρίνονται στα όστρακα αγγείων με α/α κατ. 5 από την Αίγινα, που βρέθηκαν στην Ασίνη 12.
α/α 4. Παράσταση σε όστρακο βαρελόσχημου αγγείου, Αίγινα ΜΕ |
α/α 5. Παράσταση σε όστρακα από την Αίγινα, Ασίνη ΜΕ |
α/α 6. Παράσταση σε όστρακα αμφορέα, Ιωλκός ΜΕΙΙ-ΥΕΙ [1800-1700 π.Χ.----1600-1500/1450 π.Χ.] |
Πολλοί μελετητές όμως θεωρούν το σκάφος πολεμικό και το συνδέουν με τα πλοία των Λαών της Θάλασσας, εξαιτίας του ακρόπρωρου 15. Ολόκληρη η πλώρη – από την καρίνα έως το ψηλότερό της σημείο – είναι σαν πουλί με ψηλόλιγνο λαιμό που κινείται με χάρη, όπως και το όμορφο αυτό σκαρί σκίζει την επιφάνεια της θάλασσας. Η απόληξη του ακρόπρωρου όμως εάν απομονωθεί, θυμίζει έντονα το μάτι που απαντάται σε πήλινο ομοίωμα σκάφους από την Φυλακωπή (εικ. 28), καθώς και σε μεταγενέστερες παραστάσεις πολεμικού χαρακτήρα, οι οποίες αναφέρονται πιο κάτω στο κείμενο.
α/α 7. Παράσταση σε ψευδόστομο αμφορέα, Σκύρος ΥΕΙΙΙΓ [1200-1100 π.Χ.] |
α/α 8. Παράσταση σε ψευδόστομο αμφορέα, Ασίνη ΥΕΙΙΙΓ [1200-1100 π.Χ.] |
α/α 9. Παράσταση σε όστρακο, Μυκηναϊκό Νεκροταφείο Βάρκιζας - Βάρης ΥΕΙΙΙΓ |
Φέρει ιστό και πηδάλιο, αλλά δεν διακρίνονται κουπιά. Δεν διακρίνονται επίσης, τα στοιχεία εκείνα τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν το πλοίο πολεμικό, ενώ θα μπορούσε να χρησιμεύει ως εμπορικό και πειρατικό παράλληλα.
Το ακρόπρωρο έχει σχήμα ψαριού, στοιχείο το οποίο απαντάται ήδη από την Πρωτοκυκλαδική Περίοδο στα «τηγανόσχημα» σκεύη της Σύρου. Ο συμβολισμός του; Θα μπορούσε να υποδηλώνει τον τύπο του σκάφους – ψαροκάϊκο - να χρησιμεύει ως ανεμούριο, ή να έχει αποτροπαϊκό χαρακτήρα: να επικαλείται την καλοσύνη των μεγαλύτερων «ψαριών», που θα μπορούσαν με τον όγκο τους και την δύναμή τους να του προκαλέσουν ζημιές. Να προσδίδει στο καράβι που το φέρει δικά του χαρακτηριστικά, όπως η ταχύτητα και η ευελιξία. Να «εξασφαλίζει» ασφαλή πλού, ή ακόμα και καλή ψαριά.
Στις μέρες μας, το ψάρι βρίσκεται συχνά στην πλώρη καϊκιών, μόνο που είναι χαραγμένο στην εξωτερική επιφάνεια της γάστρας, κάτω από την κουπαστή, και αποτελεί σύμβολο του καραβομαραγκού (εικ. σελίδας 2). Καθώς η παράσταση δεν έχει διατηρηθεί ακέραια, έχουν προταθεί τρεις διαφορετικές λύσεις για την αποκατάστασή της (α/α κατ. 10).
α/α 10. Παράσταση σε πυξίδα, Τραγάνα ΥΕΙΙΙΓ |
α/α 11. Παράσταση σε όστρακα κρατήρων, Κύνος ΥΕΙΙΙΓ |
α/α 12. Παράσταση σε όστρακο, Ελευσινιακή Νεκρόπολις ΥΕΙΙΙ |
Οι κοινωνικές αλλαγές και αναταραχές που προκάλεσαν την παρακμή του μυκηναϊκού κόσμου, ίσως είναι η αιτία για το μικρό αριθμό παραστάσεων πλοίων στην κεραμεική του ένατου (9ου ) αιώνα π.Χ., αλλά και για την πληθώρα των παραστάσεων πλοίων πολεμικού χαρακτήρα της Γεωμετρικής Περιόδου.
Παράσταση πλοίων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά απαντάται σε Πρωτογεωμετρικό κρατήρα (α/α κατ. 13) από την Κνωσσό. Χρονολογείται περίπου το 900 π.Χ. Φέρει τις αρχαιότερες – μέχρι τώρα γνωστές – παραστάσεις πλοίων του ελληνικού κόσμου μετά το τέλος της Εποχής του Χαλκού, διατηρώντας όλα τα χαρακτηριστικά των σκαφών της Εποχής του Χαλκού, εκτός από τις ψηλές απολήξεις σε σχήμα δρεπανιού στην πλώρη και την πρύμνη, στοιχείο καθαρά της Γεωμετρικής Περιόδου 22. Δεν υπάρχει σαφής ένδειξη για το ποιά είναι η πλώρη και ποιά η πρύμνη, όπως επίσης και για το τι αντιπροσωπεύει η απόληξη χαμηλά στο αριστερό τμήμα του σκάφους 23. Σύμφωνα με τον Basch πάντα, η προέκταση στο κατώτερο αριστερό μέρος της γάστρας και των δύο σκαφών, είναι το πηδάλιο στη πρύμνη. Θεωρεί το σκάφος μοναδικό παράδειγμα εμπορικού πλοίου, σε μία εποχή όπου απαντώνται κατ’ εξοχήν πολεμικά πλοία στις παραστάσεις.
Σημαντικό εύρημα της ανασκαφής στην Γεωμετρική Νεκρόπολη της Σάμου 24, αποτελεί κρατήρας του όγδοου (8ου) αιώνα π.Χ. (α/α κατ. 14), που φέρει και στις δύο όψεις του παράσταση πλοίου με πανιά, το οποίο έχει πολλές κατασκευαστικές ομοιότητες με το καράβι που κοσμεί το σώμα του ψευδόστομου αμφορέα από την Ασίνη (α/α κατ. 8).
Πλοία σε συμπλοκή, με πολύ έντονη την παρουσία νεκρών, απεικονίζονται σε αττικό κρατήρα (α/α κατ. 15), και όστρακα που επίσης προέρχονται από αττικούς κρατήρες Διπύλου (α/α κατ. 16 & 17). Χρονολογούνται στην Υστερογεωμετρική Ι περίοδο 25. Τα σκάφη είναι πλέον μεγαλύτερα, φέρουν έμβολο, αλλά δεν δηλώνεται η παρουσία πανιού ή κουπιών. Οι παραστάσεις αυτές κοσμούν την μία όψη κρατήρα, ενώ η άλλη κοσμείται με σκηνή εκφοράς νεκρού.
Όστρακα παρόμοιων κρατήρων Διπύλου, που χρονολογούνται στην Υστερογεωμετρική Ι περίοδο 26, φέρουν πλοία με ανοιχτό πανί (α/α κατ. 18α), και μία μόνο ανδρική μορφή πάνω στο σκάφος, τον πηδαλιούχο (α/α κατ. 18β). Ο κρατήρας που θεωρείται έργο του Ζωγράφου του Διπύλου (α/α κατ. 19), χρονολογείται επίσης στην Υστερογεωμετρική Ι περίοδο [760-700 π.Χ.] 27, και φέρει παράσταση πλοίου κάτω από την λαβή. Η παράσταση αυτή κοσμεί την μία όψη του κρατήρα, ενώ η άλλη κοσμείται με σκηνή εκφοράς νεκρού. Το σκαρί δεν διαφέρει από αυτά των προηγούμενων παραστάσεων. Είναι κωπήρες και οι κωπηλάτες έχουν αποδοθεί σε κίνηση. Ιστός και πανί δεν διακρίνονται, αλλά ίσως το σχήμα της λαβής δεν επέτρεψε την ζωγραφική τους απεικόνιση.
Το κεντρικό και κοινό στοιχείο στα παραδείγματα που ακολουθούν, τα οποία χρονολογούνται επίσης στην Υστερογεωμετρική Ι περίοδο 28, είναι οι κωπηλάτες (α/α κατ. 20-24). Στα όστρακα αττικού κρατήρα που βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου (α/α κατ. 20 α,β), το πλοίο κωπηλατείται προς τα αριστερά. Ο πηδαλιούχος – ορατός στο ένα από τα δύο όστρακα – φαίνεται να χειρίζεται κάποιο σχοινί, ίσως ο ζωγράφος τον απεικόνισε κατά την διάρκεια κάποιας μανούβρας με τα πανιά.
Παράσταση πλοίων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά απαντάται σε Πρωτογεωμετρικό κρατήρα (α/α κατ. 13) από την Κνωσσό. Χρονολογείται περίπου το 900 π.Χ. Φέρει τις αρχαιότερες – μέχρι τώρα γνωστές – παραστάσεις πλοίων του ελληνικού κόσμου μετά το τέλος της Εποχής του Χαλκού, διατηρώντας όλα τα χαρακτηριστικά των σκαφών της Εποχής του Χαλκού, εκτός από τις ψηλές απολήξεις σε σχήμα δρεπανιού στην πλώρη και την πρύμνη, στοιχείο καθαρά της Γεωμετρικής Περιόδου 22. Δεν υπάρχει σαφής ένδειξη για το ποιά είναι η πλώρη και ποιά η πρύμνη, όπως επίσης και για το τι αντιπροσωπεύει η απόληξη χαμηλά στο αριστερό τμήμα του σκάφους 23. Σύμφωνα με τον Basch πάντα, η προέκταση στο κατώτερο αριστερό μέρος της γάστρας και των δύο σκαφών, είναι το πηδάλιο στη πρύμνη. Θεωρεί το σκάφος μοναδικό παράδειγμα εμπορικού πλοίου, σε μία εποχή όπου απαντώνται κατ’ εξοχήν πολεμικά πλοία στις παραστάσεις.
α/α 13. Παράσταση σε κρατήρα, Κνωσσός ΠΓ [1050/1025-900 π.Χ.] |
Σημαντικό εύρημα της ανασκαφής στην Γεωμετρική Νεκρόπολη της Σάμου 24, αποτελεί κρατήρας του όγδοου (8ου) αιώνα π.Χ. (α/α κατ. 14), που φέρει και στις δύο όψεις του παράσταση πλοίου με πανιά, το οποίο έχει πολλές κατασκευαστικές ομοιότητες με το καράβι που κοσμεί το σώμα του ψευδόστομου αμφορέα από την Ασίνη (α/α κατ. 8).
α/α 14. Παράσταση σε κρατήρα, Νεκρόπολη Σάμου, 8ος αι. π.Χ. |
α/α 15. Παράσταση σε κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 16. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 17. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 18α. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 18β. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 19. Παράσταση σε κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓ Ι |
Το πλοίο στην επόμενη παράσταση (α/α κατ. 21), κωπηλατείται επίσης προς τα αριστερά, ενώ πάνω και κάτω από το σκάφος σε μία προσπάθεια αποδόσεως προοπτικής, απεικονίζονται νεκρές ανδρικές μορφές. Πρόκειται ίσως για προσπάθεια απόδοσης του ζωγράφου μάχης που διεξάγεται ταυτόχρονα και στην ξηρά και στη θάλασσα.
Τοξότης στην «πλώρη» πλοίου εικονίζεται σε όστρακο αττικού κρατήρα, ενώ στο κατώτερο μέρος του σκαριού, έχει ζωγραφιστεί οφθαλμός με την μορφή κύκλου με οκτώ ακτίνες (α/α κατ. 22). Το θέμα της επόμενης παράστασης, είναι μάχη στη θάλασσα (α/α κατ. 23).
Στο πλοίο επιβαίνουν τρεις μορφές που χειρίζονται τα πανιά, ο οφθαλμός εδώ έχει τέσσερις ακτίνες, ενώ διακρίνονται και τα κουπιά. Στο κέντρο της παράστασης, καθώς και στα δύο άκρα της, απεικονίζονται οι πεσόντες κατά την συμπλοκή.
Πλοίο που πλέει προς τα δεξιά, απαντάται κάτω από τη λαβή αττικού κρατήρα, που βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου (α/α κατ. 24). Η μοναδικότητα της παράστασης αυτής, έγκειται στην θέση των κωπηλατών, των οποίων οι κορμοί είναι σχεδόν ολόκληροι στραμμένοι προς τον θεατή, ενώ φαίνεται να κρατούν τα κουπιά έξω και μακριά από την κουπαστή, πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Πρόκειται για κάποια τελετή ή μανούβρα ναυτική;
Τα παραδείγματα που ακολουθούν, είναι μεταγενέστερα από αυτά της ομάδας του Διπύλου, της οποίας οι επιρροές όμως είναι έντονες, και χρονολογούνται στην Υστερογεωμετρική ΙΙ περίοδο 29 (α/α κατ. 25-28). Το κύπελλο με προέλευση από την περιοχή της Θήβας, που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο και είναι έργο πιθανότατα αττικού εργαστηρίου, φέρει παράσταση πολεμικού κωπήρους σκάφους με δύο σειρές κωπηλατών (α/α κατ. 25).
α/α 20α. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 20β. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 21. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 22. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 23. Παράσταση σε όστρακο κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
α/α 24. Παράσταση σε κρατήρα Διπύλου, Αττική, ΥΓΙ |
Τα παραδείγματα που ακολουθούν, είναι μεταγενέστερα από αυτά της ομάδας του Διπύλου, της οποίας οι επιρροές όμως είναι έντονες, και χρονολογούνται στην Υστερογεωμετρική ΙΙ περίοδο 29 (α/α κατ. 25-28). Το κύπελλο με προέλευση από την περιοχή της Θήβας, που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο και είναι έργο πιθανότατα αττικού εργαστηρίου, φέρει παράσταση πολεμικού κωπήρους σκάφους με δύο σειρές κωπηλατών (α/α κατ. 25).
Οι ερμηνείες που έχουν διατυπωθεί σχετικά με τις δύο μορφές που εικονίζονται αριστερά, είναι αρκετές: α) σκηνή απαγωγής της Ελένης από τον Πάρη ή της Αριάδνης από τον Διόνυσο, β) αποχαιρετισμός πριν την αναχώρηση για την Τρωϊκή ή την Αργοναυτική Εκστρατεία 30.
Ο αττικός κρατήρας του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης (α/α κατ. 26) , κοσμείται με παράσταση μάχης πάνω και γύρω από δύο πλοία. Το σκαρί δεν αλλάζει, ο οφθαλμός με οκτώ ακτίνες παραμένει και υποδηλώνεται και εδώ κατάστρωμα.
Οι μορφές πάνω στο πλοίο είναι οπλισμένες με τόξα, ενώ οι υπόλοιπες φέρουν οκτώσχημες ασπίδες. Η απόδοση όλων των στοιχείων της παράστασης, είναι ιδιαίτερα νατουραλιστική. Παραστάσεις μάχης, απαντώνται σε κύλικα από την «Ελευσινιακή Νεκρόπολη» (α/α κατ. 27).
Μάχη σε πλοίο κοσμεί την μία επιφάνεια του αγγείου, ενώ την άλλη κοσμεί μάχη στην ξηρά. Δύο μορφές κρατούν οκτώσχημη ασπίδα, ενώ οι υπόλοιπες, είναι οπλισμένες με τόξα.
Μία μόνο μορφή με τόξο βρίσκεται πάνω στο πλοίο, ενώ ο πηδαλιούχος είναι σε ετοιμότητα. Το ακρόπρωρο έχει μορφή πουλιού. Σκάφος παρόμοιου τύπου με αυτό που εικονίζεται στην κύλικα, απαντάται και στις δύο όψεις κυπέλλου από την Αγορά των Αθηνών (α/α κατ. 28).
Σκηνή «ναυαγίου» με πλοίο που έχει ανατραπεί, κοσμεί τον λαιμό αττικής οινοχόης (α/α κατ. 29), της Υστερογεωμετρικής ΙΙ περιόδου. Κοινό στοχείο μεταξύ αυτής της παραστάσεως και των επόμενων, εκτός από την χρονολόγησή τους στην ίδια περίοδο, είναι ότι τα ανοίγματα στις πλευρές του σκάφους – στο ύψος των θέσεων των κωπηλατών – είναι είτε τετράγωνα είτε στρογγυλά. Η διπλή σειρά κωπηλατών, δεν υποδηλώνει απαραίτητα δύο επίπεδα σε κάθε κουπαστή.
α/α 25. Παράσταση σε κύπελλο αττικού εργαστηρίου, Θήβα ΥΓΙΙ |
α/α 26. Παράσταση σε κρατήρα, Αττική ΥΓΙΙ |
α/α 26. Παράσταση σε κρατήρα, Αττική ΥΓΙΙ β ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ |
α/α 27. Παράσταση σε κύλικα, Ελευσίνα ΥΓΙΙ |
α/α 28. Παράσταση σε κύπελλο, Αττική ΥΓΙΙ |
Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι πιθανό να αποδίδεται η μη ορατή – στον θεατή– πλευρά του σκάφους. Σκηνή αναχώρησης που κοσμεί το αττικό κύπελλο του Πανεπιστημίου της Τασμανίας, υποδηλώνεται από τις μορφές που φαίνεται να επιβιβάζονται στο πλοίο (α/α κατ. 30).
Οι κωπηλάτες που διακοσμούν το όστρακο από την Ακρόπολη των Αθηνών (α/α κατ. 31), προστατεύονται από ασπίδες που θυμίζουν εκείνες που εικονίζονται στους κρατήρες του Διπύλου.
Περίεργη παράσταση: πως είναι δυνατόν να κωπηλατεί κάποιος φορώντας ασπίδα; Μπορεί η παράσταση να εξιστορεί κάποια ναυτική εορτή, ή ναυμαχία, ή απλώς να ήθελε ο ζωγράφος, να αποθανατίσει τους κωπηλάτες – πολεμιστές με όλη τους την εξάρτηση, ανεξάρτητα από το πόσο ρεαλιστικό θα κατέληγε το αποτέλεσμα! Ή να ήθελε να επισημάνει ότι οι κωπηλάτες και οι πολεμιστές στα «πολεμικά καράβια» ήταν οι ίδιοι άνθρωποι.
Η διπλή σειρά κωπηλατών σε δύο όστρακα από την Ακρόπολη των Αθηνών (α/α κατ. 32-33), ίσως υποδηλώνει δύο επίπεδα σε κάθε πλευρά του σκάφους 31, ενώ το πλοίο με α/α κατ. 32, φέρει επίσης και ιστό.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις παραστάσεις, μαρτυρούν τη σαφή εξέλιξη της ναυπηγικής, καθώς επίσης και την προσαρμοστικότητα των ανθρώπων στις συνθήκες κάθε εποχής.
α/α 29. Παράσταση στο λαιμό οινοχόης, Αττική ΥΓΙΙ |
α/α 30. Παράσταση σε κύπελλο, Αττική ΥΓΙΙ |
α/α 31. Παράσταση σε όστρακο, Ακρόπολη Αθηνών ΥΓΙΙ |
α/α 32. Παράσταση σε όστρακο, Ακρόπολη Αθηνών ΥΓΙΙ |
α/α 33. Παράσταση σε όστρακο, Ακρόπολη Αθηνών ΥΓΙΙ |
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις παραστάσεις, μαρτυρούν τη σαφή εξέλιξη της ναυπηγικής, καθώς επίσης και την προσαρμοστικότητα των ανθρώπων στις συνθήκες κάθε εποχής.
Τα σκάφη από απλά κωπήλατα στις αρχές της Εποχής του Χαλκού, κινούνται πια στην Γεωμετρική Περίοδο και με πανί, ανάλογα με την περίσταση. Από απλή ενασχόληση με τη θάλασσα και ψάρεμα για να εξασφαλιστεί η καθημερινή τροφή, η ναυτοσύνη γίνεται επάγγελμα και τέχνη, καθώς τα πλοία πια χρειάζονται μεγαλύτερο αριθμό προσωπικού, για να χειρίζεται το πηδάλιο, τα πανιά και τα κουπιά.
Τα σκαριά είναι μεγαλύτερα και πιο γερά, για να διανύουν μεγαλύτερες αποστάσεις και να αντιμετωπίζουν δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Να μεταφέρουν φορτία για εμπόριο και εμπόρους.
Τεχνίτες, ίσως και με τις πρώτες ύλες τους, οι οποίοι κατασκεύαζαν τα αντικείμενα που θα πουλούσαν κατά την διάρκεια του ταξιδιού, ή κατά παραγγελία στα λιμάνια όπου θα έπιανε το καράβι.
► ΔΕΣ ◄
Περί της γέννησης της «γαλέρας» στη Μυκηναϊκή Εποχή
Η έλλειψη μεγάλου αριθμού παραστάσεων πλοίων της Εποχής του Χαλκού δεν σημαίνει ότι η ναυτιλία δεν είχε ήδη αναπτυχθεί σημαντικά. Σταδιακά, έρχονται στο φως στοιχεία που μαρτυρούν εκτός από έντονη ναυτική και εμπορική κίνηση στο Αιγαίο, ανεπτυγμένη τεχνολογία και τεχνογνωσία στον τομέα της ναυπηγικής.
► ΔΕΣ ◄
Η Μεσόγειος, παρά το γεγονός ότι είναι κλειστή θάλασσα, δεν είναι εύκολη για την ναυσιπλοϊα. Ο βοριάς που δυναμώνει ξαφνικά, ή ο ακόμα πιο επικίνδυνος νοτιάς, δυσχεραίνουν και θέτουν σε κίνδυνο, ακόμα και στις μέρες μας τον πλού των σκαφών που κινούνται σε αυτή.
Πόσο μάλλον στην αρχαιότητα, όπου δεν υπήρχαν τα μέσα πρόβλεψης επικίνδυνων καιρικών φαινομένων.
Τα ναυάγια της Δοκού, του Ulu Burun, της Χελιδονίας Άκρας και του Ακρωτηρίου των Ιρίων, αποτελούν ένδειξη για το οργανωμένο εμπορικό δίκτυο που λειτουργούσε ήδη στην περιοχή.
Από την δυτική έως την ανατολική Μεσόγειο, από το βόρειο Αιγαίο έως τις ακτές της Αφρικής, και ίσως μέχρι την βόρεια Ευρώπη (εικ. 5), η Κύπρος προμήθευε με χαλκό, η Μικρά Ασία και η Ανατολία πιθανόν με κασσίτερο, η Αίγυπτος με χρυσό και αλάβαστρο, η Συρία με ελεφαντόδοντο, η Κρήτη με ξυλεία, ενώ μεταξύ των ευρημάτων του ναυαγίου του Ulu Burun, υπάρχει κεχριμπαρένια χάντρα από τη Βαλτική 32 .
Το φορτίο του – κεραμεική που προέρχεται από τις γύρω περιοχές – υποδηλώνει ότι το σκάφος αυτό, εκτελούσε κοντινές σχετικά διαδρομές, με σκοπό την διακίνηση και ανταλλαγή αντικειμένων. Οι ναυτικοί δρόμοι διευρύνονται σταδιακά, καθώς προϊόντα εμπορίου πια γίνονται και άλλα είδη, όπως αγγεία, τρόφιμα, αλλά και πρώτες ύλες για την κατασκευή χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων. Από την έρευνα δεν έχουν προκύψει μέχρι στιγμής, πολλά στοιχεία σχετικά με την κατασκευή του σκαριού, γεγονός που θα ενίσχυε σημαντικά τις γνώσεις μας για την ναυπηγική της Πρώϊμης Εποχής του Χαλκού. Ενδιαφέρον όμως, και ενδείξεις ίσως για τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά των πλοίων της περιόδου αυτής, παρουσιάζει η λαβή ΠΕ ΙΙ αμφορέα 35 που προέρχεται από το σύνολο των ευρημάτων του ναυαγίου. Φέρει εγχάρακτη παράσταση πλοιαρίου, η οποία παραπέμπει στην διακόσμηση των «τηγανόσχημων» αγγείων της Σύρου. Σκάφος με πανί που πλέει στο κύμα; Το περίεργο τραπεζοειδές σχήμα στο κέντρο της παραστάσεως, αποδίδει το σκαρί με τον ιστό και το πανί, ενώ το μοτίβο σε σχήμα ψαροκόκκαλου στη βάση της λαβής, το κοντό και μικρό κύμα του Αιγαίου (εικ. 7).
Εικ. 5. Το εμπόριο στη Μεσόγειο της Εποχής του Χαλκού
Το ναυάγιο της Δοκού, στην θαλάσσια περιοχή βορειοδυτικά της Ύδρας (εικ. 6), χρονολογείται περίπου στο 2.200-2.150 π.Χ. 33. Είναι, μέχρι στιγμής, το αρχαιότερο ναυάγιο όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά παγκοσμίως, και ίσως το μοναδικό κλειστό σύνολο που μπορεί να χρονολογηθεί στην Πρωτοελλαδική ΙΙ 34. Αποτελεί μαρτυρία για την ύπαρξη του εμπορικού δρόμου που συνέδεε τον αργολικό κόλπο και κυρίως την Λέρνα, με τα παράλια του Σαρωνικού και την νότια Εύβοια.
Εικ. 6. Ο Αργολικός κόλπος |
Εικ. 7. Παράσταση πλοίου με δύο ιστούς σε λαβή αμφορέα, ναυάγιο Δοκού ΠΕ ΙΙ |
Η περιοχή πλησίον του Kas, πρέπει να ήταν αρκετά επικίνδυνη για την ναυσιπλοΐα, καθώς δύο ναυάγια έχουν βρεθεί κατά μήκος της νοτιοανατολική ακτή της Τουρκίας, σε σχετικά μικρή απόσταση το ένα από το άλλο (εικ. 8).
Εικ. 8. Η νοτιοανατολική ακτή της Τουρκίας: το Kas και το Ακρωτήριο της Χελιδονίας Άκρας |
Το ναυάγιο του Ulu Burun στην πλησίον του Kas, χρονολογείται στο πρώτο μισό του δέκατου τέταρτου (14ου) αιώνα π.Χ. 36. Συγκεκριμένα, με βάση την κεραμεική που περιείχε το εμπορικό αυτό σκάφος, είτε ως φορτίο ανταλλάξιμο, είτε ως χρηστικά είδη καθημερινής χρήσεως για τις ανάγκες του πληρώματος, τοποθετείται νωρίς στην Υστεροελλαδική ΙΙΙ Α 2 37.
Η πορεία που ακολούθησε στο τελευταίο του ταξίδι, ήταν πιθανώτατα κυκλική, ξεκινώντας από τις Συροπαλαιστινιακές ακτές προς την Κύπρο, το Αιγαίο, ίσως την Σαρδηνία, επιστρέφοντας στο λιμάνι εκκίνησης μέσω των βορειοαφρικανικών ακτών και της Αιγύπτου 38. Το πλοίο είχε βάλει ρότα προς δυσμάς, όταν δυνατός νότιος άνεμος το έριξε πάνω στις βραχώδεις ακτές του Ulu Burun 39, στο ξεκίνημα του ταξιδιού του.
Το φορτίο του περιελάμβανε είδη χαρακτηριστικά πολλών περιοχών της ανατολικής Μεσογείου 40 . Κατά την ανασκαφή εντοπίστηκαν και μέρη της καρίνας του πλοίου, τα οποία σε συνδυασμό με την διασπορά του φορτίου στο βυθό, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το μήκος του ήταν περίπου πενήντα (50) πόδια. Μέρος της γάστρας έχει διατηρηθεί, από το οποίο εξάγονται συμπεράσματα σημαντικά για την ναυπηγική της εποχής, καθώς η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για να κατασκευαστεί, ήταν γνωστή μέχρι και την ανακάλυψη του ναυαγίου αυτού, από πολύ μεταγενέστερα πλοία 41.
Λίγο ανατολικότερα, στο ακρωτήριο της Χελιδονίας Άκρας, βρέθηκε άλλο ένα ναυάγιο. Φοινικικό εμπορικό πλοίο του τέλους του δέκατου τρίτου (13ου) αιώνα π.Χ., στο ταξίδι του από τις συροπαλαιστινιακές ακτές και την Κύπρο, προς τις νότιες ακτές της σημερινής Τουρκίας και ίσως το Αιγαίο, δυνατός αέρας το παρέσυρε στα βράχια και βυθίστηκε γύρω στο 1.200 π.Χ. 42. Η αρχική εκτίμηση του συγγραφέα ήταν ότι επρόκειτο για εμπορικό μυκηναϊκής προέλευσης.
Λίγο ανατολικότερα, στο ακρωτήριο της Χελιδονίας Άκρας, βρέθηκε άλλο ένα ναυάγιο. Φοινικικό εμπορικό πλοίο του τέλους του δέκατου τρίτου (13ου) αιώνα π.Χ., στο ταξίδι του από τις συροπαλαιστινιακές ακτές και την Κύπρο, προς τις νότιες ακτές της σημερινής Τουρκίας και ίσως το Αιγαίο, δυνατός αέρας το παρέσυρε στα βράχια και βυθίστηκε γύρω στο 1.200 π.Χ. 42. Η αρχική εκτίμηση του συγγραφέα ήταν ότι επρόκειτο για εμπορικό μυκηναϊκής προέλευσης.
Όμως η έρευνα των βαριδίων που ανήκαν στον έμπορο που ταξίδευε στο καράβι, έδειξε ότι ήταν κατασκευασμένα σύμφωνα με πρότυπα της Μέσης Ανατολής 43.[ΣΣ Βέβαια αυτό δεν αποκλείει οι μυκηναίοι να τα είχαν αγοράσει από την ανατολική περιοχή ] Το μήκος του είχε αρχικά υπολογιστεί στα δέκα (10) περίπου μέτρα 44, αλλά νεώτερα ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μάλλον ήταν μεγαλύτερο, καθώς και το ότι το φορτίο του ήταν βαρύτερο απ’ ότι είχε εκτιμηθεί αρχικά 45. Λίγα στοιχεία σχετικά με την κατασκευή του είναι γνωστά, γιατί ο πυθμένας του άνοιξε λίγο πριν βυθιστεί, το φορτίο άδειασε και διασκορπίστηκε στο βυθό, και στη συνέχεια το σκάφος χτύπησε στα βράχια. Μετέφερε χαλκό σε μορφή πρώτης ύλης, καλάθια με υπολείμματα επεξεργασίας χαλκού, κομμάτια ακατέργαστου κρυστάλλου, αγγεία με πολύχρωμες χάντρες, και πιθανώτατα μπαχαρικά. Ακόμα, βρέθηκαν βάρη ζυγαριάς, λίθινοι τριπτήρες και αμόνια, που οδηγούν στην υπόθεση, ότι στο πλοίο επέβαινε έμπορος ο οποίος κατασκεύαζε αντικείμενα κατά την διάρκεια του πλού, για να τα πουλήσει – ανάλογα με τη ζήτηση – στα λιμάνια όπου θα έπιανε το καράβι 46.
Στις ελληνικές ακτές, και βορειοδυτικά των Σπετσών, μέσα στον Αργολικό κόλπο, ναυάγησε γύρω στο 1.200 π.Χ. 47, το πλοίο που είναι γνωστό ως το ναυάγιο των Ιρίων. Εάν ο τελικός προορισμός του ήταν ο κόλπος της Ασίνης (εικ. 9), ο βορειοδυτικός άνεμος που έρχεται από την κοιλάδα, και τα θαλάσσια ρεύματα που είναι πολύ δυνατά στην περιοχή, έκαναν τις συνθήκες πλοήγησης ιδιαίτερα δύσκολες. Τόσο, ώστε το σκάφος να πέσει πάνω στα βράχια μόλις εκατό (100) μέτρα από την είσοδο του κόλπου όπου θα έβρισκε απάγγιο. Το ναυάγιο απέχει μόλις δεκαπέντε (15) μέτρα από την ακτή 48.
Τα στοιχεία που έχουν αναλυθεί μέχρι στιγμής, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πλοίο αυτό δεν θα μπορούσε να είναι μικρότερο των επτά (7) μέτρων, γιατί δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιήσει ταξίδι σε ανοιχτή θάλασσα, αλλά ούτε και πολύ μεγαλύτερο των εννέα (9) μέτρων 49. Ένα τόσο μικρό σκάφος είναι πιθανό να μην είχε κουβέρτα και το φορτίο στο αμπάρι να ήταν ορατό, ενώ εκινείτο κυρίως με τετράγωνο πανί και πηδάλιο στην πρύμνη (εικ. 10).
Η μεγάλη ποσότητα κεραμεικής κυπριακής προέλευσης που μετέφερε, οδηγεί στην υπόθεση ότι ξεκίνησε το τελευταίο του ταξίδι από την Κύπρο με τελικό προορισμό την Αργολίδα (εικ. 11). Γεγονός που υποδεικνύει, ότι ακόμα και προς το τέλος της Εποχής του Χαλκού, οι εμπορικές σχέσεις των μυκηναϊκών κέντρων με τις ανατολικές ακτές της Μεσογείου, ήταν τακτικές και συχνές 50.
Η έρευνα στα ναυάγια της περιόδου αυτής, δίνει στοιχεία πολύτιμα για την ναυπηγική της Εποχής του Χαλκού στην νοτιοανατολική Ευρώπη.
Στις ελληνικές ακτές, και βορειοδυτικά των Σπετσών, μέσα στον Αργολικό κόλπο, ναυάγησε γύρω στο 1.200 π.Χ. 47, το πλοίο που είναι γνωστό ως το ναυάγιο των Ιρίων. Εάν ο τελικός προορισμός του ήταν ο κόλπος της Ασίνης (εικ. 9), ο βορειοδυτικός άνεμος που έρχεται από την κοιλάδα, και τα θαλάσσια ρεύματα που είναι πολύ δυνατά στην περιοχή, έκαναν τις συνθήκες πλοήγησης ιδιαίτερα δύσκολες. Τόσο, ώστε το σκάφος να πέσει πάνω στα βράχια μόλις εκατό (100) μέτρα από την είσοδο του κόλπου όπου θα έβρισκε απάγγιο. Το ναυάγιο απέχει μόλις δεκαπέντε (15) μέτρα από την ακτή 48.
Εικ. 9. Δύο πιθανές διαδρομές του πλοίου που ναυάγησε στο Ακρωτήριο των Ιρίων |
Τα στοιχεία που έχουν αναλυθεί μέχρι στιγμής, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πλοίο αυτό δεν θα μπορούσε να είναι μικρότερο των επτά (7) μέτρων, γιατί δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιήσει ταξίδι σε ανοιχτή θάλασσα, αλλά ούτε και πολύ μεγαλύτερο των εννέα (9) μέτρων 49. Ένα τόσο μικρό σκάφος είναι πιθανό να μην είχε κουβέρτα και το φορτίο στο αμπάρι να ήταν ορατό, ενώ εκινείτο κυρίως με τετράγωνο πανί και πηδάλιο στην πρύμνη (εικ. 10).
Εικ. 10. Σχεδιαστική αναπαράσταση του σκάφους των Ιρίων |
Εικ. 11. Το τελευταίο ταξίδι του σκάφους των Ιρίων |
Η έρευνα στα ναυάγια της περιόδου αυτής, δίνει στοιχεία πολύτιμα για την ναυπηγική της Εποχής του Χαλκού στην νοτιοανατολική Ευρώπη.
Χωρίς την μεγάλη πρόοδο καθώς και την ολοένα αυξανόμενη τεχνογνωσία που υπήρχε στον τομέα αυτό, δεν θα μπορούσε να υποστηριχτεί το εκτεταμένο εμπόριο των μεσογειακών λαών.
Τα φορτία ποικίλλουν τόσο σε είδος και προέλευση, όσο και σε ποσότητα, δίνοντας μία αρκετά σαφή εικόνα για την κίνηση τους θαλάσσιους δρόμους της Μεσογείου καθώς και για την «χρονική» στιγμή που συνέβη το ναυάγιο.
Σκέψεις προκαλεί το γεγονός ότι ενώ έχουν βρεθεί ναυάγια εμπορικών πλοίων, δεν έχουν γίνει γνωστά ναυάγια πολεμικών πλοίων.
Σκέψεις προκαλεί το γεγονός ότι ενώ έχουν βρεθεί ναυάγια εμπορικών πλοίων, δεν έχουν γίνει γνωστά ναυάγια πολεμικών πλοίων.
Η σκηνή του πλοίου που έχει ανατραπεί και κοσμεί τον λαιμό της αττικής οινοχόης (α/α κατ. 29), ίσως περιγράφει κάτι πολύ σύνηθες για την εποχή: μπορεί το καράβι να αναποδογύρισε κατά την διάρκεια συμπλοκής, και κάποιοι από τους επιβαίνοντες να πνίγηκαν, όμως βλέπουμε «άνετα» καθισμένους στο αναποδογυρισμένο σκαρί τους «ναυαγούς», ενώ κάποιοι άλλοι είναι σαφές ότι κολυμπούν, και ίσως προσπαθούν να το ρυμουλκήσουν στην κοντινότερη ακτή. Τέτοια γεγονότα, τα οποία περιγράφονται από τους κλασσικούς συγγραφείς, δείχνουν ότι ίσως να μήν ήταν τόσο εύκολο να βουλιάξει ένα καράβι, και να βρεθεί στον πυθμένα της θάλασσας.
Εάν όντως συνέβαινε κάτι τέτοιο, η ναυπηγική της εποχής ήταν πολύ πιο εξελιγμένη απ’ ότι νομίζουμε.
Ίσως τελικά, οι γνώσεις και οι ικανότητες των ναυτικών της εποχής, να ήταν πολύ καλύτερες απ’οτι φανταζόμαστε: μήπως παρά τα ατυχήματα αυτού του είδους, κατάφερναν και ρυμουλκούσαν τα καράβια σε κοντινό αραξοβόλι και τα επισκεύαζαν, καθιστώντας τα αξιόπλοα ξανά?
Η μορφή των πλωτών μέσων που διέπλεαν το Αιγαίο από την Νεώτερη Νεολιθική έως και την Αρχαϊκή Περίοδο, έχει γίνει γνωστή από τοιχογραφίες, ομοιώματα σκαφών, παραστάσεις σε αγγεία διαφόρων τύπων και υλικών, καθώς και απεικονίσεις σε αντικείμενα των οποίων η χρήση παραμένει άγνωστη. Στοιχεία επίσης αντλούνται από τον Περσικό Κόλπο και την Αίγυπτο, που εκτός από τις στενές σχέσεις που είχε με τα μυκηναϊκά ανάκτορα, η σχέση της με το υγρό στοιχείο ξεκίνησε από πολύ νωρίς, αφού ο Νείλος αποτελούσε τον κύριο άξονα επικοινωνίας ολόκληρης της χώρας.
Η απεικόνιση πανιού σε κεραμεικό δίσκο από το Κουβέϊτ της έκτης-πέμπτης (6ης-5ης) χιλιετίας π.Χ., παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς στο Αιγαίο το πανί, στις παραστάσεις τουλάχιστον, εικονίζεται πολύ αργότερα.
Η μορφή των πλωτών μέσων που διέπλεαν το Αιγαίο από την Νεώτερη Νεολιθική έως και την Αρχαϊκή Περίοδο, έχει γίνει γνωστή από τοιχογραφίες, ομοιώματα σκαφών, παραστάσεις σε αγγεία διαφόρων τύπων και υλικών, καθώς και απεικονίσεις σε αντικείμενα των οποίων η χρήση παραμένει άγνωστη. Στοιχεία επίσης αντλούνται από τον Περσικό Κόλπο και την Αίγυπτο, που εκτός από τις στενές σχέσεις που είχε με τα μυκηναϊκά ανάκτορα, η σχέση της με το υγρό στοιχείο ξεκίνησε από πολύ νωρίς, αφού ο Νείλος αποτελούσε τον κύριο άξονα επικοινωνίας ολόκληρης της χώρας.
Η απεικόνιση πανιού σε κεραμεικό δίσκο από το Κουβέϊτ της έκτης-πέμπτης (6ης-5ης) χιλιετίας π.Χ., παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς στο Αιγαίο το πανί, στις παραστάσεις τουλάχιστον, εικονίζεται πολύ αργότερα.
Το αντικείμενο αυτό προέρχεται από την Νεολιθική θέση H3 As-Sabiyah, η οποία χρονολογείται στην περίοδο Ubaid 2/3 51. Ο δίσκος εικονίζει καράβι με διπλό ιστό (εικ. 12), και αποτελεί την παλαιότερη γνωστή απόδειξη για χρήση πανιού 52, καθώς και την τεχνογνωσία που αυτό συνεπάγεται.
Τρία αντικείμενα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον προέρχονται από την Αίγυπτο.Το πρώτο είναι ένα αγγείο που χρονολογείται το 4.000 π.Χ. 53, και φέρει παράσταση κωπήλατου πλοίου, με ιστό και ιστία (εικ. 13). Το δεύτερο είναι ένα εγχειρίδιο από το Gebel - el – Arak, προϊόν μη συστηματικής ανασκαφής.
Εικ. 12. Διπλός ιστός σε κεραμεικό δίσκο από το την περιοχή As-Sabiyah του Κουβέιτ |
Η λαβή είναι κατασκευασμένη από δόντι ιπποποτάμου, και φέρει και στις δύο επιφάνειες διακόσμηση (εικ. 14). Στην μία πλευρά εικονίζεται γενειοφόρος άνδρας με δύο λιοντάρια. Στην άλλη πλευρά, υπάρχουν δύο πολεμικές σκηνές, που εκτυλίσσονται η μία στην ξηρά και η άλλη στη θάλασσα.
Το εγχειρίδιο χρονολογείται στην προ- δυναστική περίοδο (3.400 π.Χ. περίπου) 54, και φέρει την παλαιότερη, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, γνωστή παράσταση ναυμαχίας.
Το πλοία στο κατώτερο τμήμα της παραστάσεως, δεν φαίνεται να έχουν καρίνα, ενώ δεν διαχωρίζεται η πλώρη από την πρύμνη, καθώς τα δύο άκρα είναι ιδιαίτερα χαμηλά και χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Το πλοίο που διακρίνεται πάνω από τους νεκρούς στρατιώτες, έχει υψηλά άκρα, και το ένα εκ των δύο (στην δεξιά πλευρά της λαβής) φέρει κάποιο σύμβολο αγνώστου σημασίας.
Εικ. 13. Παράσταση πλοίου σε αγγείο . |
Εικ. 14. Εγχειρίδιο από το Αιγυπτιακής προελεύσεως Gebel-el-Arak |
Στην ίδια περίοδο – την προ-δυναστική αλλά λίγο αργότερα γύρω στο 3.100 π.Χ. 55 – χρονολογείται το τρίτο αντικείμενο: ένα αγγείο που φέρει την γνωστότερη παράσταση σκάφους με πανί, από την περιοχή Naqada της Αιγύπτου.
Η αυθεντικότητα του αντικειμένου αυτού έχει αμφισβητηθεί πρόσφατα 56, και επομένως η «αξία» της παραστάσεως αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό.
Ο τύπος του πλοίου που εικονίζεται στο αγγείο αυτό (εικ. 15), μοιάζει αρκετά με τις εγχάρακτες παραστάσεις πλοίων στα λίγο μεταγενέστερα «τηγανόσχημα» σκεύη από τη Σύρο.
Το ένα του άκρο είναι ιδιαίτερα υπερυψωμένο – η πλώρη ίσως; - σε αντίθεση με το άλλο. Διακρίνεται κάποιο είδος ορθογώνιας κατασκευής κοντά στην πρύμνη, που παραπέμπει στις καμπίνες πολύ μεταγενέστερων παραστάσεων, ενώ το ιστίο που φέρει ανοικτό ορθογώνιο πανί, είναι τοποθετημένο κοντά στην πλώρη.
Εικ. 15. Αγγείο από την Naqada |
Κατά τον Renfrew 58 έχουν γίνει κατά λάθος. Ο καλλιτέχνης που φιλοτέχνησε την διακόσμηση του αγγείου αυτού, είναι φανερό ότι ακολούθησε κυκλαδικά πρότυπα, καθώς το σκαρί είναι όμοιο με αυτά των «τηγανόσχημων» σκευών της Σύρου. Μιμήθηκε ίσως απεικόνιση πλοίου που θα του έκανε εντύπωση σε σκεύος από τις Κυκλάδες, που έφτασε στον Ορχομενό ως προϊόν εμπορίου. Αιγαιακά αγγεία με παραστάσεις πλοίων, έχουν βρεθεί σε ανασκαφές στις Κυκλάδες, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Πρόκειται για τα λεγόμενα «τηγανόσχημα», που χρονολογούνται στην Πρωτοκυκλαδική ΙΙ περίοδο (2.600-2.300 π.Χ.) (εικ. 17). Η πλειονότητα των σκευών αυτών προέρχεται από τάφους, αλλά δεν είναι μικρός ο αριθμός των αγγείων που έχουν βρεθεί σε οικισμούς νησιωτικούς, καθώς και της ηπειρωτικής Ελλάδος. Η χρήση τους δεν είναι γνωστή.
Έχουν διατυπωθεί διάφορες ερμηνείες, σύμφωνα με τις οποίες τα «τηγανόσχημα» σκεύη θα μπορούσαν να χρησίμευαν ως κάτοπτρα 59, τύμπανα 60, αστρολάβοι 61, πώματα ή πυξίδες 62, πυροστιές ή βάσεις 63, «δοχεία για την παραγωγή και συσκευασία αλατιού» 64.
Κατασκευασμένα από σκούρο πηλό, φέρουν εγχάρακτα και εμπίεστα μοτίβα σπείρας, ακτινωτού δίσκου, ομόκεντρων κύκλων.σκαφών σε τηγανόσχημα σκεύη Εγχάρακτες παραστάσεις καραβιών φέρουν τα «τηγανόσχημα» σκεύη που προέρχονται από τη Σύρο 65 (εικ. 18).
Εικ. 16. Λαβή ασκού από τον Ορχομενό |
Εικ. 17. Σχεδιαστική αναπαράσταση |
Το σκαρί τους είναι μακρύ και στενό, με υπερυψωμένη – πιθανότατα – «πλώρη» που φέρει ακρόπρωρο σε σχήμα ψαριού, το οποίο ίσως να λειτουργούσε και σαν ανεμούριο. Η «πρύμνη» είναι ιδιαίτερα χαμηλή, με μία οριζόντια απόφυση – έμβολο ίσως; Κινούνταν με κουπιά, ενώ το πηδάλιο θα βρισκόταν στην πρύμνη.
Κατά την ανασκαφική περίοδο του 2010, ερευνήθηκαν άλλοι εικοσιτρείς (23) τάφοι στο νεκροταφείο της Χαλανδριανής, όπου και βρέθηκε άλλο ένα «τηγανόσχημο» σκεύος, με παράσταση κωπήλατου πλοίου 66 (εικ. 19).
Θα ήταν ίσως αρκετά ασφαλές να σκεφτούμε ότι οι κάτοικοι του οικισμού στον οποίου ανήκε το νεκροταφείο της Χαλανδριανής, είχαν αρκετά στενή σχέση με τη θάλασσα, καθώς σχεδόν όλα τα «τηγανόσχημα» σκεύη προέρχονται από τη συγκεκριμένη περιοχή.
Σε τι θα μπορούσε όμως να χρησιμεύει ένα τόσο μακρύ και στενό σκάφος στους Κυκλαδίτες της τρίτης (3ης) χιλιετίας π.Χ.; Η μεταφορά φορτίου, και ιδιαίτερα μεγάλου, φαίνεται αρκετά απίθανη, καθώς δεν θα έμενε αρκετός χώρος για τους κωπηλάτες.
Εικ. 18. Τηγανόσχημο σκεύος 2.800-2.300 π.Χ. |
Εικ. 19. Τηγανόσχημο σκεύος 2.800-2.300 π.Χ. |
Σε τι θα μπορούσε όμως να χρησιμεύει ένα τόσο μακρύ και στενό σκάφος στους Κυκλαδίτες της τρίτης (3ης) χιλιετίας π.Χ.; Η μεταφορά φορτίου, και ιδιαίτερα μεγάλου, φαίνεται αρκετά απίθανη, καθώς δεν θα έμενε αρκετός χώρος για τους κωπηλάτες.
Έχει διατυπωθεί η άποψη 67 ότι η χρήση των σκαφών αυτών ισοδυναμούσε με επιβολή δύναμης και κύρους μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών συνόλων που αναπτύσσονται στα νησιά του κεντρικού Αιγαίου.
Μικρός όγκος αγαθών δεν αποκλείεται να μεταφερόταν με τα πλοία αυτά. Πλέον, σύμφωνα με τον Broodbank 68, μπορεί να διατυπωθεί και μία αρκετά ασφαλής υπόθεση, σχετικά με τις αποστάσεις που διένυαν καθώς και το βάρος του φορτίου: με καλές καιρικές συνθήκες και μία μέση ημερήσια απόσταση περίπου σαράντα με πενήντα (40-50) χιλιομέτρων, θα χρειαζόταν τέσσερεις με έξι (4-6) ημέρες για το πιο μακρινό ταξίδι που έπρεπε να κάνουν. Φορτωμένοι με περίπου ένα (1) τόννο φορτίο, χωρίς να ξεχνάμε το πόσιμο νερό. Σκοπός των ταξιδιών τους όμως μήπως ήταν ο έλεγχος των εμπορικών δρόμων;
Τα ευρήματα από τον Πρωτολυκλαδικό ΙΙ οικισμό του Σκάρκου της Ίου, μαρτυρούν ότι τα καράβια της πρώϊμης εποχής του χαλκού, είχαν τη δυνατότητα να μεταφέρουν βαριά, αλλά και ευαίσθητα φορτία: πρώτες ύλες, όπως οψιανό από τη Μήλο και μόλυβδο από τη Σίφνο, γουδιά απο ανδεσίτη από τη Σαντορίνη, λίθινα αγγεία και λεπτά κεραμεικά σκεύη από την ηπειρωτική Ελλάδα, και αμφορείς για μεταφορά λαδιού και κρασιού από τα άλλα νησιά των Κυκλάδων 69.
► ΔΕΣ ◄
Πώς όμως ήταν τα πρώτα ποντοπόρα πλοιάρια, με τα οποία ο προϊστορικός άνθρωπος θέλησε να ανακαλύψει το άγνωστο; Η μορφή των σκαφών που διέπλεαν το Αιγαίο της Εποχής του Λίθου μεταφέροντας αγαθά και ιδέες, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή.
Τα ευρήματα από τον Πρωτολυκλαδικό ΙΙ οικισμό του Σκάρκου της Ίου, μαρτυρούν ότι τα καράβια της πρώϊμης εποχής του χαλκού, είχαν τη δυνατότητα να μεταφέρουν βαριά, αλλά και ευαίσθητα φορτία: πρώτες ύλες, όπως οψιανό από τη Μήλο και μόλυβδο από τη Σίφνο, γουδιά απο ανδεσίτη από τη Σαντορίνη, λίθινα αγγεία και λεπτά κεραμεικά σκεύη από την ηπειρωτική Ελλάδα, και αμφορείς για μεταφορά λαδιού και κρασιού από τα άλλα νησιά των Κυκλάδων 69.
► ΔΕΣ ◄
Ο ΚΡΗΤΟΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΙΒΗΡΙΚΗ
Πώς όμως ήταν τα πρώτα ποντοπόρα πλοιάρια, με τα οποία ο προϊστορικός άνθρωπος θέλησε να ανακαλύψει το άγνωστο; Η μορφή των σκαφών που διέπλεαν το Αιγαίο της Εποχής του Λίθου μεταφέροντας αγαθά και ιδέες, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή.
Η ναυπηγική και η ναυσιπλοϊα όπως τις γνωρίζουμε σήμερα, ήταν άγνωστες. Οι πρώτοι θαλασσοπόροι πειραματίστηκαν με τα υλικά, με τη θάλασσα, με την ασφάλειά τους, με τη ζωή τους, έμαθαν από τις καιρικές συνθήκες. Τα σκάφη εκείνα που έφεραν εις πέρας τη μεταφορά πρώτης ύλης για την κατασκευή εργαλείων από όψιανό από τη Μήλο προς την ηπειρωτική Ελλάδα, θα έμοιαζαν οπωσδήποτε με το ομοίωμα πλοιαρίου από το Τσαγγλί της Λάρισας (εικ. 20).
Από πορτοκαλόχρωμο πηλό και με λειασμένη επιφάνεια, χρονολογείται στην Νεώτερη Νεολιθική (5.400- 5.300π.Χ.) 70. «... η αρχαιότερη απεικόνιση πλοίου στην Ελλάδα, και ίσως και στην Ευρώπη...» 71.
Ανήκει στο μικρό σύνολο αντικειμένων που χρονολογούνται στο τέλος της Νεώτερης Νεολιθικής και στις αρχές της Εποχής του Χαλκού, και αναπαριστούν βάρκες. Προέρχονται, κατά μία περίεργη σύμπτωση, από περιοχές σχετικά απομακρυσμένες από τα παράλια: νότια σημερινή Βουλγαρία, Θεσσαλία, νότια σημερινή Γιουγκοσλαβία, νοτιοανατολική σημερινή Αλβανία 72. Σχήματος πενταγωνικού, με οξυκόρυφη υπερυψωμένη πλώρη και ορθογώνια πρύμνη. Το εσωτερικό της γάστρας είναι κοίλο, και διαιρείται σε δύο ίσα μέρη, με εγκάρσιο χώρισμα. Στη βάση, διακρίνεται εξωτερικά έξαρμα πεπλατυσμένο, το οποίο παραπέμπει σε απομίμηση καρίνας, που πιθανότατα θα υπήρχε στο σκάφος που απετέλεσε το πρότυπο του πλοιαρίου. Η ύπαρξη της καρίνας, καθώς και της οξυκόρυφης υπερυψωμένης πλώρης, είναι στοιχεία που μαρτυρούν τις ιδιαίτερα ανεπτυγμένες για την εποχή, γνώσεις ναυπηγικής.
Πήλινα ομοιώματα – τρία μέχρι στιγμής – πλοίων τα οποία χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙ Γ βρέθηκαν στον Κύνο των Λιβανάτων (εικ. 21), και προέρχονται από την ίδια ανασκαφή όπου βρέθηκαν τα όστρακα κρατήρων με τις μοναδικές στο είδος τους πολεμικές παραστάσεις (α/α 11). Τα ομοιώματα και τα όστρακα είναι σύγχρονα, γεγονός που οδήγησε την ανασκαφέα να ονομάσει το σύνολο αυτό των παραστάσεων και ομοιωμάτων «Στόλο του Κύνου»73 .
Ο Ωρωπός είναι ο τόπος προέλευσης του πήλινου ομοιώματος που χρονολογείται, με βάση τον πηλό και τη βαφή που φέρει σε ορισμένα σημεία της επιφανείας του, στην Υστεροελλαδική ΙΙΙ περίοδο 74. Το σκαρί του είναι επιμήκες, με υψηλή οξυκόρυφη «πλώρη», πάνω στην οποία προσδενόταν πιθανότατα το ακρόπρωρο, και χαμηλότερη στρογγυλεμένη «πρύμνη». Η βάση του ομοιώματος έχει μυτερή απόληξη κάτω από την πλώρη (εικ. 22). Θα μπορούσε όμως, η μυτερή απόληξη, να θεωρηθεί και ως προσπάθεια απόδοσης εκ μέρους του κατασκευαστή του αντικειμένου αυτού, το πρυμνού πηδαλίου.
Τα επόμενα δύο παραδείγματα, προέρχονται από την Πελοπόννησο. Το πήλινο ομοίωμα από τις Μυκήνες (εικ. 23), χρονολογείται στο μεταίχμιο μεταξύ της Υστεροελλαδικής ΙΙΙ Α και της Υστεροελλαδικής ΙΙΙ Β περιόδου 75. Λίγο μεταγενέστερο – τοποθετείται στην Υστεροελλαδική ΙΙΙ Γ 76 - είναι το πήλινο ομοίωμα λέμβου από την Ασίνη (εικ. 24), που φέρει ακρόπρωρο σε σχήμα πουλιού, γεγονός αρκετά σύνηθες στην τέχνη της μυκηναϊκής περιόδου.
Εικ. 20. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Τσαγγλί Λάρισας ΝΝ |
Πήλινα ομοιώματα – τρία μέχρι στιγμής – πλοίων τα οποία χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙ Γ βρέθηκαν στον Κύνο των Λιβανάτων (εικ. 21), και προέρχονται από την ίδια ανασκαφή όπου βρέθηκαν τα όστρακα κρατήρων με τις μοναδικές στο είδος τους πολεμικές παραστάσεις (α/α 11). Τα ομοιώματα και τα όστρακα είναι σύγχρονα, γεγονός που οδήγησε την ανασκαφέα να ονομάσει το σύνολο αυτό των παραστάσεων και ομοιωμάτων «Στόλο του Κύνου»73 .
Εικ. 21. Σχεδιαστική αναπαράσταση πήλινων ομοιωμάτων πλοιαρίων, Κύνος ΥΕΙΙΙΓ
Ο Ωρωπός είναι ο τόπος προέλευσης του πήλινου ομοιώματος που χρονολογείται, με βάση τον πηλό και τη βαφή που φέρει σε ορισμένα σημεία της επιφανείας του, στην Υστεροελλαδική ΙΙΙ περίοδο 74. Το σκαρί του είναι επιμήκες, με υψηλή οξυκόρυφη «πλώρη», πάνω στην οποία προσδενόταν πιθανότατα το ακρόπρωρο, και χαμηλότερη στρογγυλεμένη «πρύμνη». Η βάση του ομοιώματος έχει μυτερή απόληξη κάτω από την πλώρη (εικ. 22). Θα μπορούσε όμως, η μυτερή απόληξη, να θεωρηθεί και ως προσπάθεια απόδοσης εκ μέρους του κατασκευαστή του αντικειμένου αυτού, το πρυμνού πηδαλίου.
Εικ. 22. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Ωρωπός ΥΕΙΙΙ |
Εικ. 24. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Μυκήνες ΥΕΙΙΙΑ -1400-1300 π.Χ. |
Εικ. 23. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Ασίνη ΥΕΙΙΙΓ -1220-1100 πΧ. |
Η ποικιλία ομοιωμάτων πλοίων και παραστάσεων σε διαφόρων ειδών αντικείμενα από την Κρήτη, ενισχύουν την εικόνα της μινωϊκής θαλασσοκρατορίας στη Μεσόγειο της Εποχής του Χαλκού. Στο κείμενο αυτό, από την πληθώρα του υλικού που προέρχεται από την Κρήτη, θα αναφερθούν ενδεικτικά συγκεκριμένα παραδείγματα.
Το πήλινο ομοίωμα κωπήρους σκάφους από τον Μόχλο (εικ. 25), χρονολογείται στην Πρωτομινωϊκή ΙΙ περίοδο[.2600-2300 π.Χ.] 77. Έχει «πλώρη» και «πρύμνη» ισοϋψείς, και σκαλμούς στο μπρος και στο πίσω μέρος της κουπαστής. Οι γωνιώδεις απολήξεις χαμηλά κάτω από την πλώρη και την πρύμνη στη βάση του ομοιώματος, καθώς και το διπλό ζεύγος των σκαλμών, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πρότυπό του, θα εκινείτο και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Το πήλινο ομοίωμα σκάφους από το Παλαίκαστρο (εικ. 26), χρονολογείται επίσης στην Πρωτομινωϊκή ΙΙ περίοδο 78, και οι γραμμές του θυμίζουν τα σκάφη που εικονίζονται στα «τηγανόσχημα» σκεύη. Το σκαρί του είναι αρκετά φαρδύ για το μήκος του, έχει ιδιαίτερα υπερυψωμένη «πλώρη», «πρύμνη» επίπεδη όπως και οι πλευρές του, και «έμβολο». Στο εσωτερικό του σκάφους υποδηλώνονται δύο πάγκοι, πιθανότατα για τους κωπηλάτες.
Εικ. 24. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Μόχλος ΠΜΙΙ 2600-2300 π.Χ. |
Εικ. 25. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Παλαίκαστρο 2600-2300 π.Χ. |
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κηροφόρο πλοιάριο (εικ. 26) της Συλλογής Μητσοτάκη, το οποίο χρονολογείται στην Μεσομινωϊκή Ι περίοδο 79. Η βάση του είναι επίπεδη και στηρίζεται σε τέσσερα ποδαράκια, γεγονός που κατά τον Δαβάρα «φανερώνει καθαρά τον αναθηματικό σκοπό της κατασκευής του και δείχνει ότι δεν έχει καθόλου χαρακτήρα αθύρματος» 80.
Έχει ιδιαίτερα υπερυψωμένη πλώρη και χαμηλή επίπεδη πρύμνη, που προεξέχει ελαφρώς προς τα έξω. Τα ζεύγη των εξογκωμάτων στις κουπαστές, υποδηλώνουν τους σκαλμούς.
Δεν υπάρχει ένδειξη ιστού. Η παρουσία της κηρύθρας στο πλοιάριο είναι πιθανότατα συμβολική, και παραπέμπει σε αντιλήψεις σχετικά με το ταξίδι της ψυχής μετά θάνατον 81.
Το αλαβάστρινο ομοίωμα λέμβου από την Αγία Τριάδα (εικ. 27), χρονολογείται στην Υστερομινωϊκή Ι περίοδο 82. Ιδιαίτερα φαρδύ το σκαρί της λέμβου για το μήκος της, έχει υπερυψωμένη πλώρη και στρογγυλεμένη πρύμνη. Το σχήμα του ομοιώματος αυτού που θυμίζει μπανιέρα, είναι κατά τον Basch, μοναδικό στην περιοχή του Αιγαίου 83. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχήμα έχει και το ομοίωμα λέμβου από ελεφαντόδοντο (εικ. 27), που προέρχεται από το λόφο Ζαφέρ Παπούρα, κοντά στη Κνωσσό. Χρονολογείται στην Υστερομινωϊκή ΙΙΙ περίοδο, και το στενότερο άκρο της λέμβου έχει υπερυψωμένη απόληξη, που θυμίζει πουλί 84.
Το πήλινο ομοίωμα πλοίου από τη Φυλακωπή της Μήλου (εικ. 28), χρονολογείται στην Υστεροκυκλαδική ΙΙΙ περίοδο 85. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο του ομοιώματος αυτού, είναι το ζεύγος οφθαλμών, που βρίσκεται ζωγραφισμένο στην εξωτερική επιφάνεια της πλώρης και στις δύο πλευρές του σκάφους.
Εικ. 26. Σχεδιαστική αναπαράσταση κηροφόρου πλοιαρίου, και πήλινο ομοίωμα αυτού, ΜΜΙΙ |
Το αλαβάστρινο ομοίωμα λέμβου από την Αγία Τριάδα (εικ. 27), χρονολογείται στην Υστερομινωϊκή Ι περίοδο 82. Ιδιαίτερα φαρδύ το σκαρί της λέμβου για το μήκος της, έχει υπερυψωμένη πλώρη και στρογγυλεμένη πρύμνη. Το σχήμα του ομοιώματος αυτού που θυμίζει μπανιέρα, είναι κατά τον Basch, μοναδικό στην περιοχή του Αιγαίου 83. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχήμα έχει και το ομοίωμα λέμβου από ελεφαντόδοντο (εικ. 27), που προέρχεται από το λόφο Ζαφέρ Παπούρα, κοντά στη Κνωσσό. Χρονολογείται στην Υστερομινωϊκή ΙΙΙ περίοδο, και το στενότερο άκρο της λέμβου έχει υπερυψωμένη απόληξη, που θυμίζει πουλί 84.
Εικ. 27. Ομοιώματα πλοιαρίων, Αγία Τριάδα ΥΜΙ & Ζαφέρ-Παπούρα ΥΜΙΙ
Το πήλινο ομοίωμα πλοίου από τη Φυλακωπή της Μήλου (εικ. 28), χρονολογείται στην Υστεροκυκλαδική ΙΙΙ περίοδο 85. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο του ομοιώματος αυτού, είναι το ζεύγος οφθαλμών, που βρίσκεται ζωγραφισμένο στην εξωτερική επιφάνεια της πλώρης και στις δύο πλευρές του σκάφους.
Μοναδικό παράδειγμα και πρόδρομος του εθίμου να κοσμείται η πλώρη με μάτι φυλακτό, που όμως δεν φαίνεται να έχει διατηρηθεί στα ελληνικά νερά. Εικονογραφικά παράλληλα, πρωϊμότερα όμως, ίσως να αποτελούν δύο παραδείγματα, το ένα από το ναυάγιο της Δοκού, και το δεύτερο από τον Πάνορμο της Νάξου (εικ. 29, 30).
Όστρακο ασκού από το σύνολο κεραμεικής που ανεσύρθη από το ΠΕ ΙΙ ναυάγιο της Δοκού 86, φέρει ρομβοειδές χάραγμα – σύμβολο, ενώ το εγχάρακτο μοτίβο της ραμφόστομης πρόχου που χρονολογείται στην ΠΚ ΙΙ / ΙΙΙ περίοδο, χαρακτηρίζεται από τον Λαμπρινουδάκη ως περίγραμμα οφθαλμού αποτροπαϊκού χαρακτήρα 87 (εικ. 31).
Η συμβολική χρήση του ματιού, που εξασφαλίζει την προστασία του φέροντος από τις δυνάμεις του κακού, είναι ιδιαίτερα αγαπητή στους λαούς της Μεσογείου και στις μέρες μας. Μάτια ζωγραφίζονταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια στις βάρκες, όταν ακόμα λειτουργούσε το καρνάγιο στην πατρίδα του Γιώργου Σεφέρη, τα Βουρλά της Σμύρνης (εικ. 32).
Το έθιμο αυτό συνεχίζεται συστηματικά στις ψαρόβαρκες, κυρίως, της Μάλτας, όπου ζεύγος οφθαλμών με χρώματα κοσμεί και τις δύο πλευρές της πλώρης (εικ. 33). Ενδιαφέρον λαογραφικό έχει η συνήθειά τους να καλύπτουν την πλώρη, όταν η βάρκα είναι αγκυροβολημένη.
Η Μάλτα άλλωστε, θεωρείται η πατρίδα των αναθηματικών παραστάσεων με θέμα το καράβι, σε τόπους λατρείας 88. Στο μεγαλιθικό ναό Tarxien, σε δύο ορθοστάτες οι οποίοι χρονολογούνται περίπου το 2.400 π.Χ., βρίσκουμε πληθώρα σχεδιαστικών αναπαραστάσεων πλοίων, καθώς και ένα ομοίωμα λέμβου, μήκους δύο και πλέον μέτρων (2,75 μ.), σκαλισμένο σε ένα μοναδικό τεμάχιο πέτρας (εικ. 34, 35). Δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι άλλο από αναθήματα, με σκοπό την αναζήτηση προστασίας και βοήθειας από τους θεούς, στο δύσκολο αγώνα των ναυτικών της εποχής με τη θάλασσα.
Εικ. 28. Πήλινο ομοίωμα πλοιαρίου, Φυλακωπή ΥΚΙΙΙ |
Εικ. 29. Όστρακο ασκού, Δοκός ΠΕΙΙ |
Εικ. 30. Ραμφόστομη πρόχους, Νάξος ΠΚΙΙ/ΙΙΙ 2600-2000 π.Χ. |
Εικ. 31. Σχεδιαστική αναπαράσταση των εγχάρακτων συμβόλων στον ασκό & την πρόχου |
Εικ. 32. Εγκαταλελειμένο καρνάγιο, Βουρλά Σμύρνης 2011 (αναπαράσταση) |
Εικ. 33. Ψαροχώρι Marsaxlokk 1999 |
Οι ναυτικοί του απομονωμένου αυτού νησιού, συνεχίζουν ακόμα στις μέρες μας να «προστατεύουν» το μέσο επιβίωσής τους, με τους παραδοσιακούς τρόπους. Και ίσως έχουν δίκιο: για εμάς τους Έλληνες, που στεριά είναι ορατή από όποιο νησί και να βρεθούμε, κάποια πράγματα μάλλον θεωρούνται δυστυχώς δεδομένα, και δεν τους δίνουμε πια τόση σημασία. Οι Μαλτέζοι δεν έχουν αυτό το προνόμιο. Ακόμα και από το ψηλότερο σημείο του νησιού, ελάχιστες φορές το χρόνο την ημέρα, φαίνονται αχνά οι ακτές της Λιβύης. Το βράδυ δε, όπου στο Αιγαίο βλέπουμε φώτα από τα καράβια που περνούν στα ανοιχτά ή από τους οικισμούς των γειτονικών νησιών, εκεί κυριαρχεί το απόλυτο σκοτάδι. Και είναι πραγματικά τρομακτικό.
Μοναδικές πληροφορίες, πέρα από την αισθητική και καλλιτεχνική τους σημασία, παρέχουν οι βραχογραφίες και οι επίκρουστες σε λίθους εικονιστικές παραστάσεις, με κεντρικό θέμα το καράβι.
Εικ. 35. Λίθινο ομοίωμα λέμβου, Hal Tarxien Μάλτα 3.000 π.Χ.(;) |
Εικ. 34. Σχεδιαστικές αναπαραστάσεις χαραγμάτων πλοίων, Hal Tarxien Μάλτα 3.000 π.Χ.(;) |
Τα παραδείγματα που ακολουθούν προέρχονται από τις Κυκλάδες και την βόρεια Ευρώπη. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε όλες αυτές τις απεικονίσεις πλοίων, είναι ότι παρά την μεγάλη γεωγραφική τους απόσταση, τα βασικά κατασκευαστικά χαρακτηριστικά τους, ο τρόπος που αποδίδονται, καθώς και οι σκηνές της καθημερινής ζωής που εξιστορούν, είναι τόσο παρόμοια, που αν δεν γνωρίζαμε την προέλευσή τους, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε ότι προέρχονται αν όχι από το ίδιο μέρος, τουλάχιστον από όμορες περιοχές.
► ΔΕΣ ◄
Ο νεολιθικός οικισμός του Στρόφιλα της Άνδρου, φαίνεται πως είχε ιδιαίτερη σχέση με τη θάλασσα και τη ναυτιλία, αν κρίνουμε από τη πληθώρα -τριάντα επτά (37) έως τώρα- των απεικονίσεων πλοίων στις βραχογραφίες, στην επιφάνεια του βράχου, στην εξωτερική όψη του τείχους (εικ. 36), όσο και σε μεγάλη αίθουσα σημαντικού οικοδομήματος του οικισμού 89, καθώς και στον Προμαχώνα Β σε επιφάνεια επίπεδη 90.
Η επιφάνεια του βράχου, εκτός από τα άλλα θέματα, είναι διακοσμημένη με τουλάχιστον δώδεκα (12) διαφόρων τύπων και μεγεθών πλοία, ένα εκ των οποίων φαίνεται να φέρει πηδάλιο και κάποιο εξάρτημα στην πλώρη 91.
Ένα άλλο θυμίζει πολύ την δεύτερη πλάκα από τη Νάξο που αναφέρεται πιο κάτω, καθώς σε αυτό επιβαίνουν δύο ζώα. Στην εξωτερική όψη του τείχους, το πλοίο έχει εξέχουσα θέση, καθώς απεικονίζεται πολλές φορές, είτε σε ομάδες, είτε μεμονωμένο 92.
Σε ένα σημείο διακρίνεται πομπή, ενώ λίγο πιο πέρα, ψάρι κοντά σε καράβι. Στο δάπεδο μεγάλης αίθουσας, βρίσκονται στην μία πλευρά της παραστάσεως, συγκεντρωμένα πλοία, ένα εκ των οποίων φαίνεται να είναι φορτωμένο με ζώο, ενώ γύρω τους υπάρχουν πτηνά και σπείρες 93.
Το καράβι στον Προμαχώνα Β, φέρει εξάρτημα στην πρύμνη (εικ. 37), το οποίο χαρακτηρίζεται από την ανασκαφέα ως σημαία 94.
Η Κορφή τ’ Αρωνιού στη Νάξο, έδωσε δύο μοναδικές μαρμάρινες πλάκες που φέρουν παράσταση πλοίων. Χρονολογούνται στο μεταίχμιο της ΠΚ ΙΙ προς ΙΙΙ περιόδου 95.
Πρωτοκυκλαδική ΙΙ..........2600-2300 π.Χ.
Πρωτοκυκλαδική ΙΙΙ....... 2300-2100/2000 π.Χ.
Τα χαρακτηριστικά του σκαριού είναι παρόμοια με εκείνα των «τηγανόσχημων» της Σύρου, και κοινά και στις δύο πλάκες: πλοίο με ιδιαίτερα υπερυψωμένη «πλώρη» και πολύ χαμηλή «πρύμνη».
Εικ. 36. Το τείχος & σχεδιαστική αναπαράσταση ενός από τα πλοία, Στρόφιλας Άνδρου |
Εικ. 37. Σχεδιαστική αναπαράσταση ενός από τα πλοία του Προμαχώνα Β, Στρόφιλας Άνδρου |
Η Κορφή τ’ Αρωνιού στη Νάξο, έδωσε δύο μοναδικές μαρμάρινες πλάκες που φέρουν παράσταση πλοίων. Χρονολογούνται στο μεταίχμιο της ΠΚ ΙΙ προς ΙΙΙ περιόδου 95.
Πρωτοκυκλαδική ΙΙ..........2600-2300 π.Χ.
Πρωτοκυκλαδική ΙΙΙ....... 2300-2100/2000 π.Χ.
Τα χαρακτηριστικά του σκαριού είναι παρόμοια με εκείνα των «τηγανόσχημων» της Σύρου, και κοινά και στις δύο πλάκες: πλοίο με ιδιαίτερα υπερυψωμένη «πλώρη» και πολύ χαμηλή «πρύμνη».
Στο σκάφος της πρώτης πλάκας (εικ. 38) επιβαίνουν δύο ανθρώπινες μορφές. Η στάση σώματος των μορφών θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι βρίσκονται σε συμπλοκή. Πρόκειται άραγε για «καυγά» μεταξύ ναυτικών ή για μία πολύ πρώιμη απεικόνιση αθλήματος που διεξάγεται πάνω σε σκάφος; Το διακοσμητικό θέμα της δεύτερης πλάκας (εικ. 39), διαφέρει από αυτό της πρώτης, στο ότι στο πλοίο φαίνεται να επιβιβάζεται, με την βοήθεια κάποιου ανθρώπου, ένα ζώο.
Η παράσταση αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς απηχεί συνήθειες των ημερών μας: την μεταφορά ζώων από ένα νησί σε κάποιο άλλο, είτε για την διατροφική υποστήριξη του πληθυσμού σε κάποια δύσκολη περίοδο, είτε για εμπορικούς λόγους, είτε απλώς για τις ανάγκες βοσκής των ζώων.
Παραθαλάσσια περιοχή της μακρινής Σουηδίας, η οποία έχει ενταχθεί στις προστατευόμενες από την UNESCO περιοχές αρχαιολογικής σημασίας, συγκεντρώνει πάνω από τριακόσιες πενήντα (350) ομάδες βραχογραφιών. Απεικονίζονται χίλια πεντακόσια (1.500) μεμονωμένα αντικείμενα, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 1.800-500 π.Χ. 96. Οι λέμβοι του Tanum, με το ιδιαίτερα επιμήκες σκαρί και την υπερυψωμένη πλώρη και πρύμνη, αποδίδονται με πλήρωμα ή φορτωμένες με ανθρώπους, ενώ σε μία επιβαίνουν εννέα (9) άτομα τα οποία χειρονομούν (εικ. 40).
Πλούσια θεματογραφία με κεντρικό θέμα το καράβι, παρέχουν οι τοιχογραφίες των ανακτορικών κέντρων και των μεγάλων οικισμών. Στο παρόν κείμενο, ενδεικτικά θα αναφερθούν τρία παραδείγματα: το πρώτο από τον ΥΚ Ι οικισμό του Ακρωτηρίου Θήρας, το δεύτερο από τον οικισμό της Αγίας Ειρήνης στην Κέα, και το τρίτο από το Κτίριο Τ στην Ίκλαινα Μεσσηνίας.
Οι παραστάσεις πλοίων που απεικονίζονται στην Μικρογραφική Ζωφόρο της Δυτικής Οικίας (εικ. 41), τοποθετούνται πριν το 1628 π.Χ., σύμφωνα με τη νέα χρονολόγηση της εκρήξεως του ηφαιστείου της Θήρας 97. Τα εικονιζόμενα σκάφη είναι ιδιαίτερα μακρά, φέρουν υπερυψωμένη πλώρη με ακρόπρωρα, και χαμηλότερη πρύμνη, κάτω από την οποία διακρίνεται είδος εμβόλου.
Εικ. 38. Παράσταση πλοίου σε μαρμάρινη πλάκα, Κορφή τ΄Αρωνιού Νάξος ΠΚΙΙ/ΙΙΙ |
Εικ. 39. Παράσταση πλοίου σε μαρμάρινη πλάκα, Κορφή τ΄Αρωνιού Νάξος ΠΚΙΙ/ΙΙΙ |
Παραθαλάσσια περιοχή της μακρινής Σουηδίας, η οποία έχει ενταχθεί στις προστατευόμενες από την UNESCO περιοχές αρχαιολογικής σημασίας, συγκεντρώνει πάνω από τριακόσιες πενήντα (350) ομάδες βραχογραφιών. Απεικονίζονται χίλια πεντακόσια (1.500) μεμονωμένα αντικείμενα, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 1.800-500 π.Χ. 96. Οι λέμβοι του Tanum, με το ιδιαίτερα επιμήκες σκαρί και την υπερυψωμένη πλώρη και πρύμνη, αποδίδονται με πλήρωμα ή φορτωμένες με ανθρώπους, ενώ σε μία επιβαίνουν εννέα (9) άτομα τα οποία χειρονομούν (εικ. 40).
Εικ. 40. Η περιοχή του Tanum με τις βραχογραφίες |
Οι παραστάσεις πλοίων που απεικονίζονται στην Μικρογραφική Ζωφόρο της Δυτικής Οικίας (εικ. 41), τοποθετούνται πριν το 1628 π.Χ., σύμφωνα με τη νέα χρονολόγηση της εκρήξεως του ηφαιστείου της Θήρας 97. Τα εικονιζόμενα σκάφη είναι ιδιαίτερα μακρά, φέρουν υπερυψωμένη πλώρη με ακρόπρωρα, και χαμηλότερη πρύμνη, κάτω από την οποία διακρίνεται είδος εμβόλου.
Είναι όλα κωπήρη, ορισμένα όμως φέρουν ιστούς και ιστία, γεγονός που σημαίνει ότι η χρήση του πανιού, δεν απέκλεισε τη χρήση των κουπιών. Συνυπάρχουν, και ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες ή τις ανάγκες, οι ναυτικοί είχαν την τεχνογνωσία και την κρίση να επιλέξουν πως θα κινηθεί το σκάφος.
Οι μικρότερες λέμβοι της Μικρογραφικής Ζωφόρου, θυμίζουν τα πλοιάρια του Gebel – el – Arak. Στη ζωφόρο της Δυτικής Οικίας, διακρίνονται καθαρά οι πηδαλιούχοι, οι κωπηλάτες, καθώς και οι επιβάτες.
Σχετικά με την ερμηνεία του θέματος έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις: επιστροφή των Μινωϊτών από νικηφόρο εκστρατεία στη Λιβύη 98, θρησκευτική τελετή 99, συμβολική απεικόνιση των σχέσεων μεταξύ των διαφόρων πληθυσμών του Αιγαίου 100, ναυτική εορτή 101, γαμήλια τελετή 102.
Η σκηνή του ναυαγίου όμως (εικ. 42), θα μπορούσε να απηχεί ναυμαχία, αν και η πλαστικότητα στην κίνηση των ανδρικών μορφών στο νερό, παραπέμπει σε κινήσεις ανθρώπων εξοικειωμένων με το υγρό στοιχείο ή ακόμα και έμπειρων κολυμβητών.
Η σκηνή του ναυαγίου όμως (εικ. 42), θα μπορούσε να απηχεί ναυμαχία, αν και η πλαστικότητα στην κίνηση των ανδρικών μορφών στο νερό, παραπέμπει σε κινήσεις ανθρώπων εξοικειωμένων με το υγρό στοιχείο ή ακόμα και έμπειρων κολυμβητών.
Αυτό δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει, διότι αν θυμηθούμε τον Ηρόδοτο, οι Κυκλαδίτες είναι γνωστοί για τις επιδόσεις τους στη θάλασσα, με μακρά παράδοση και μεγάλη πείρα: «...φόρον μεν (Κάρες) ουδένα υποτελέσοντες, όσον και εγώ δυνατός είμι μακρότατον εξικέσθαι ακοή, οι δε, όκως Μίνως δέοιτο, επλήρουν οι τας νέας.» 103
► ΔΕΣ ◄
Σύγχρονες με του Ακρωτηρίου 104, είναι οι μικρογραφικές παραστάσεις του Νοτιοανατολικού Προμαχώνα, του οικισμού της Αγίας Ειρήνης στη Κέα. Τα σπαράγματα με αριθμούς 90-99, φαίνεται να απεικονίζουν κωπήρες σκάφος που μεταφέρει τριποδικές χύτρες. Τρείς ανδρικές μορφές βρίσκονται κοντά στις χύτρες ανακατεύοντας το περιεχόμενό τους, ενώ άλλες τρείς κωπηλατούν 105.
Το Κτίριο Τ στην Ίκλαινα της Μεσσηνίας, χρονολογείται από την κεραμεική στην ΥΕ ΙΙ-ΥΕ ΙΙΙΑ1 περίοδο 106. Αποτελείται από τρία δωμάτια, στις επιχώσεις των οποίων βρέθηκαν αποσπάσματα τοιχογραφιών, οι οποίες πιθανότατα κοσμούσαν τον όροφο. Το ένα φέρει παράσταση κωπήλατου πλοίου, το οποίο συνοδεύεται από δελφίνια (εικ. 43).
Τα επόμενα παραδείγματα παραστάσεων ή απεικονίσεων πλοίων, προέρχονται από αντικείμενα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Το καράβι στη σαρκοφάγο της Αγίας Τριάδας (εικ. 44), η οποία χρονολογείται στην ΥΜ ΙΙΙ Γ περίοδο 107, έχει χαρακτήρα καθαρά θρησκευτικό, και το σκαρί του έχει το ίδιο σχήμα μισοφέγγαρου με τα καράβια της Μικρογραφικής Ζωφόρου, δεν φέρει όμως ιστό, κουπιά ή πηδάλιο.
Εικ. 41. Η Μικρογραφική Ζωφόρος της Δυτικής Οικίας, Ακρωτήρι Θήρας |
► ΔΕΣ ◄
ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΜΙΝΩΙΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣ
Εικ. 42. Η σκηνή του ναυαγίου από την Μικρογραφική Ζωφόρο της Δυτικής Οικίας, Ακρωτήρι Θήρας |
Το Κτίριο Τ στην Ίκλαινα της Μεσσηνίας, χρονολογείται από την κεραμεική στην ΥΕ ΙΙ-ΥΕ ΙΙΙΑ1 περίοδο 106. Αποτελείται από τρία δωμάτια, στις επιχώσεις των οποίων βρέθηκαν αποσπάσματα τοιχογραφιών, οι οποίες πιθανότατα κοσμούσαν τον όροφο. Το ένα φέρει παράσταση κωπήλατου πλοίου, το οποίο συνοδεύεται από δελφίνια (εικ. 43).
Εικ. 43. Σπάραγμα τοιχογραφίας & σχεδιαστική αναπαράσταση κωπήλατου πλοίου, Ίκλαινα ΥΕΙΙ/ΥΕΙΙΙΑ1 |
Οι πιθανές θρησκευτικές αντιλήψεις που οδήγησαν στην δημιουργία της σκηνής αυτής, καθώς και στην κατασκευή και ανάθεση του κηριοφόρου πλοιαρίου της Συλλογής Μητσοτάκη, φαίνεται να έχουν παράλληλα στην θρησκεία των αρχαίων Αιγυπτίων, στα πιστεύω τους για τη μεταθανάτια ζωή, αλλά κυρίως στα ταφικά τους έθιμα, που αφορούν το ταξίδι της ζωής.
Πιθανή απεικόνιση πλοίου, φέρει το λίθινο αγγείο από την Επίδαυρο (εικ. 45), που χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙ περίοδο 108, καθώς και μορφές που περπατούν στην ξηρά, και ένα παιχνιδιάρικο δελφίνι.
Εικ. 44. Απεικόνιση πλοίου, Σαρκοφάγος Αγίας Τριάδας ΥΜΙΙΙΓ 1200-1100 π.Χ |
Το εικονογραφικό θέμα του αγγείου, είναι παρόμοιο με αυτό του Ρυτού Πολιορκίας των Μυκηνών (εικ. 46), το οποίο κοσμείται όμως, από παράσταση σαφώς πολεμικού χαρακτήρα.
Προέρχεται από τον Τάφο IV του Ταφικού Κύκλου Α των Μυκηνών, και χρονολογείται στην ΥΕ Ι Α περίοδο 109. Στο ρυτό απεικονίζεται πολιορκία παραθαλάσσιας πόλης.
Οι επιτεθέμενοι πιθανότατα έκαναν χρήση πλοίων για να προσεγγίσουν την πόλη, τα οποία όμως δεν σώζονται, καθώς δεν έχει διατηρηθεί η παράσταση σε όλη την επιφάνεια του αγγείου. Συμπεραίνεται όμως η παρουσία τους από μία ανδρική μορφή, που φορά κράνος και χιτώνα και κρατάει πηδάλιο ή κουπί.
Η μορφή αυτή, παραπέμπει στους πηδαλιούχους της Μικρογραφικής Ζωφόρου της Δυτικής Οικίας του Ακρωτηρίου Θήρας.
Οι ομοιότητες μεταξύ των τριών παραστάσεων είναι πολλές: θαλασσινό και χερσαίο τοπίο εικονίζεται και στα αγγεία και στη ζωφόρο, οι ανθρώπινες μορφές έχουν αποδοθεί με φυσιοκρατικό τρόπο, τα κτίρια της πόλης, οι γυναικείες μορφές στις οροφές των κτιρίων που παρακολουθούν τα γεγονότα που διαδραματίζονται στο λιμάνι, η ενδυμασία των ανδρικών μορφών.
Υπάρχει όμως και μία σημαντική διαφορά στο χαρακτήρα των παραστάσεων: η Μικρογραφική Ζωφόρος και το δελφίνι του λίθινου αγγείου αποπνέουν ατμόσφαιρα ειρηνική και εορταστική, ενώ η σκηνή της πολιορκίας στο ρυτό, είναι καθαρά πολεμική.
Αντικείμενα τα οποία κοσμούνται με παραστάσεις πλοίων υπάρχουν λίγα μεταξύ του δέκατου (10ου) και του έβδομου (7ου ) αιώνα π.Χ.
Εικ. 45. Λίθινο αγγείο, Επίδαυρος ΥΕΙΙ |
Εικ. 46. Ρυτό Πολιορκίας, Μυκήνες ΥΕΙΑ |
Αντικείμενα τα οποία κοσμούνται με παραστάσεις πλοίων υπάρχουν λίγα μεταξύ του δέκατου (10ου) και του έβδομου (7ου ) αιώνα π.Χ.
Και είναι το είδος των αντικειμένων τέτοιο, από τα οποία δεν είναι εφικτό να αντληθούν πληροφορίες σημαντικές είτε για είδος του καραβιού είτε για την ναυπηγική της εποχής. Έχουν όμως ενδιαφέρον αισθητικό και καλλιτεχνικό.
Το πήλινο ομοίωμα από το νεκροταφείο της Φορτέτσας Ηρακλείου (εικ. 47), χρονολογείται στην Πρωτογεωμετρική Περίοδο 110.
Το πήλινο ομοίωμα από το νεκροταφείο της Φορτέτσας Ηρακλείου (εικ. 47), χρονολογείται στην Πρωτογεωμετρική Περίοδο 110.
Το σχήμα του παραπέμπει σε λέμβο, η γραπτή διακόσμηση μιμείται τα ξύλινα στοιχεία του σκελετού της, και οι οπές που διακρίνονται στην κουπαστή χρησίμευαν για την στήριξη των κουπιών.
Η δε ανθρώπινη μορφή, ο πηδαλιούχος, αποτελεί ταυτόχρονα πλαστική απόδοση του πηδαλίου, αλλά και συνοδοιπόρο του θανόντος στο τελευταίο του ταξίδι.
Εικ. 47. Πήλινο ομοίωμα λέμβου, Φορτέτσα Κνωσσού ΠΓ |
Εικ. 48. Ανάγλυφο πλοίο, Τρίποδας, Ιδαίο Άνδρο 8ος-7ος αι. π.Χ. |
Εικ. 49. Σιδερένιοι κρατευτές με μορφή πλοίου, Άργος 8ος αι. π.Χ. |
Πολεμικά καράβια φαίνεται να εικονίζονται σε αντικείμενα εντελώς διαφορετικής χρήσης από αυτά που έχουν αναφερθεί μέχρι στιγμής στην παρούσα εργασία. Αναφέρονται όμως ενδεικτικά εδώ, διότι ενώ πρόκειται για κοσμήματα, όλα φέρουν παράσταση πολεμικού σκάφους, εκτός από το πρώτο.
Το πρώτο, προέρχεται από το νεκροταφείο του Κεραμεικού και χρονολογείται στον όγδοο (8ο) αιώνα π.Χ. 115, ενώ τα υπόλοιπα προέρχονται από την Βοιωτία και την Κρήτη.
Είναι λίγο μεταγενέστερα όμως, καθώς χρονολογούνται στον έβδομο (7ο) αιώνα π.Χ. 116. Στο χρυσό πλακίδιο από τον Κεραμεικό, εικονίζεται σκάφος με διπλό πηδάλιο, ιστό, ξάρτια, κεφαλή πτηνού στην πλώρη, και δεκαεννέα συνολικά γραμμές διαγώνια στη γάστρα, σε μία προσπάθεια απόδοσης των κουπιών και στις πλευρές της λέμβου (εικ. 50).
Σκάφη πολεμικά με υπερυψωμένη πλώρη, πρύμνη σε σχήμα πουλιού, έμβολο, ιστό και ξάρτια, γύρω από τα οποία βρίσκονται ψάρια, πτηνά και τοξότες, αποτελούν τη διακόσμηση αυτών των πανέμορφων χάλκινων περονών από την Βοιωτία και την Κρήτη (εικ. 51-53). Τα αντικείμενα αυτά συγκεντρώνουν πάνω τους όλα τα στοιχεία εκείνα που συναντούμε διάσπαρτα στα πλοία από την Νεολιθική Περίοδο έως και τις μέρες μας.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η Μεσολιθική θέση του Μαρουλά της Κύθνου, ενισχύει τις γνώσεις μας για την περίοδο αυτή, και οδηγεί στη σκέψη ότι τελικά η περίοδος αυτή γνώριζε μεγαλύτερη ανάπτυξη απ’ ότι ίσως νομίζαμε μέχρι τώρα.
Εικ. 50. Παράσταση πλοίου, χρυσό πλακίδιο, Αθήνα 8ος αι. π.Χ. |
Εικ. 51. Παράσταση πλοίου στη μία όψη μπρούτζινης περόνης. Η άλλη όψη κοσμείται από παράσταση αλόγου και πτηνού, Θήβα 7ος αι. π.Χ |
Εικ. 52. Παράσταση πλοίου, μπρούτζινη περόνη Θήβα 7ος αι. π.Χ. |
Εικ. 53. Παράσταση πλοίου, μπρούτζινη περόνη Ιδαίο Άνδρο 7ος αι. π.Χ. |
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η Μεσολιθική θέση του Μαρουλά της Κύθνου, ενισχύει τις γνώσεις μας για την περίοδο αυτή, και οδηγεί στη σκέψη ότι τελικά η περίοδος αυτή γνώριζε μεγαλύτερη ανάπτυξη απ’ ότι ίσως νομίζαμε μέχρι τώρα.
Ο οψιδιανός, αυτό το τόσο πολύτιμο ηφαιστειακό πέτρωμα που διέθετε η Μήλος από καταβολής κόσμου, ήταν η αιτία για να παίξει το νησί αυτό καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη της ναυσιπλοϊας ήδη από την Ανώτερη Παλαιολιθική και Μεσολιθική Περίοδο.
Αυτή καθεαυτή η παρουσία μηλιακού οψιανού στο σπήλαιο Φράχθι της Πελοποννήσου, φανερώνει βασικές γνώσεις και εμπειρία πλοήγησης και ναυπηγικής.
Η απόσταση των περίπου εξηνταπέντε (65) ναυτικών μιλίων που χωρίζουν τις δύο περιοχές, καθώς και η γνώση ότι υπήρχε στην Μήλο ένα χρήσιμο και πολύ βασικό για τους ανθρώπους της εποχής υλικό, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι κάτοικοι της περιοχής του Φράχθι, άλλων περιοχών της ηπειρωτικής Ελλάδος, καθώς και οι Κυκλαδίτες, είχαν ταξιδέψει ήδη αρκετά, ερευνώντας τις κοντινότερες στις ιδιαίτερες πατρίδες τους περιοχές.
Άλλωστε, οι συνθήκες ναυσιπλοϊας στο αιγαιακό αρχιπέλαγος είναι αρκετά δύσκολες, γιατί ακόμα και σε περιόδους καλοκαιρίας, οι δυνατοί άνεμοι είναι τόσο συνήθεις, όσο και ξαφνικοί. Τα σκάφη τους επομένως, θα πρέπει να ήταν γερά για να αντέξουν πιθανή κακοκαιρία και απότομο κυματισμό, ενώ ήταν φορτωμένα με πλήρωμα, φορτίο εμπορικών ανταλλαγών και προμήθειες για το ταξίδι.
Ο προϊστορικός άνθρωπος ξεκίνησε να κατασκευάζει πριάρια από ένα μεγάλο κορμό δέντρου, γρήγορα όμως πέρασε στον τύπο του σκάφους που εικονίζεται στα «τηγανόσχημα» σκεύη.
Ο προϊστορικός άνθρωπος ξεκίνησε να κατασκευάζει πριάρια από ένα μεγάλο κορμό δέντρου, γρήγορα όμως πέρασε στον τύπο του σκάφους που εικονίζεται στα «τηγανόσχημα» σκεύη.
Η υψηλή απόληξη της γάστρας στην μία πλευρά, δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα επεξεργασίας ενός ενιαίου κορμού. Υποδηλώνει τεχνογνωσία εξελιγμένη, γιατί το κάθετο κομμάτι ξύλου εφάρμοζε πιθανότατα σε υποδοχές, στο οριζόντιο κομμάτι.
Ασφαλώς, δεν θα το έδεναν γιατί δύσκολα θα κρατούσε. Επομένως, γνώριζαν πως να συνδέουν γερά διάφορα κομμάτια ξύλων. Ακόμα αναρωτιέται κανείς πως κυβερνούσαν σκάφος με τόσο υψηλή πλώρη, γεγονός που οδηγεί στη σκέψη ότι μάλλον τελικά πρόκειται για την πρύμνη.
Παρά τα όποια προβλήματα ερμηνείας που προκύπτουν, τα προϊστορικά αυτά πλοιάρια, είναι οι πρόδρομοι των μακρών σκαφών που απαντώνται στα νερά της Μεσογείου μέχρι και την Ρωμαϊκή Περίοδο.
Η λεπτομερής μελέτη των παραστάσεων και των ομοιομάτων, καταδεικνύει ότι οι καραβομαραγκοί της αρχαιότητος, προσαρμόζονταν στις συνθήκες και κατασκεύαζαν σκαριά ανάλογα με τις απαιτήσεις κα τις ανάγκες των πελατών τους: μεταφορά εμπορευμάτων, πολεμικές επιχειρήσεις, διάφοροι μέθοδοι ψαρέματος.
Η λεπτομερής μελέτη των παραστάσεων και των ομοιομάτων, καταδεικνύει ότι οι καραβομαραγκοί της αρχαιότητος, προσαρμόζονταν στις συνθήκες και κατασκεύαζαν σκαριά ανάλογα με τις απαιτήσεις κα τις ανάγκες των πελατών τους: μεταφορά εμπορευμάτων, πολεμικές επιχειρήσεις, διάφοροι μέθοδοι ψαρέματος.
Τα πρωτόγονα πλοιάρια είναι σχεδόν συμμετρικά και δεν έχουν ιδιομορφίες στην γάστρα ή διαφοροποιημένη πρύμνη από την πλώρη. Σταδιακά εξελίσσονται, και η εξέλιξη αυτή γίνεται αντιληπτή, παρατηρώντας τις λεπτομέρειες στις παραστάσεις.
Οι λεπτομέρειες αυτές υποδηλώνουν γνώση του αντικειμένου και εμπειρία. Διαπιστώνεται η παρουσία κωπηλατών και η χρήση διαφορετικών ειδών κουπιών ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του σκάφους 117.
Οι διαφορετικοί τύποι ιστών και ιστίων που οδηγούν στην εξειδίκευση και τον επιμερισμό εργασίας και εργατικού δυναμικού. Το λεγόμενο «έμβολο» επίσης, θα πρέπει να υποδηλώνει το έμπροσθεν τμήμα του πλοίου 118, και να είναι ο πρόδρομος της βολβοειδούς απολήξεως που συναντά κανείς στα σύγχρονα καράβια, στο κατώτερο ορατό τμήμα της πλώρης (εικ. 54).
Σκοπός του είναι να μειώσει την αντίσταση στο νερό: αυξάνοντας το μήκος του πλοίου στο ύψος της γραμμής πλεύσης, βελτιώνει την συμπεριφορά του στη θάλασσα. Ίσως αργότερα, το κατασκευαστικό αυτό στοιχείο, να απέκτησε και επιθετικές ιδιότητες στις θαλάσσιες ναυμαχίες.
Εντυπωσιακό όμως είναι το γεγονός, ότι απαντάται παντού ο ίδιος τύπος πλοίου. Με την εμπειρία και τις ολοένα αυξανόμενες γνώσεις των τεχνιτών στους τομείς της υδροδυναμικής και της αεροδυναμικής, το γωνιώδες σκαρί, εξελίχθηκε σε γάστρα με πιο στρογγυλεμένη μορφή.
Εικ. 54. Η βολβοειδής απόληξη στην πλώρη, στο ύψος της γραμμής πλεύσεως, σε σύγχρονα καράβια |
Οι μυκηναίοι με την σειρά τους, παρέδωσαν στις επόμενες γενεές, το επίμηκες αυτό πλοίο που είχε χάσει πια τις έντονες γωνίες στις γραμμές του. Ο τύπος αυτός διατηρήθηκε μέχρι την Ελληνιστική Περίοδο 119.
Σε αυτόν τον «μυκηναϊκό» τύπο σκάφους, αρχικά τοποθετήθηκαν εικοσιπέντε κωπηλάτες σε κάθε πλευρά 120.
Επειδή όμως δεν μπορούσαν να αυξήσουν την προωθητική του δύναμη αυξάνοντας το μήκος του, εγκατέστησαν πρόσθετες σειρές κωπηλατών πάνω και δίπλα στις αρχικές. Έτσι, από την μυκηναϊκή πεντηκόντορο, προέκυψε η διήρης αρχικά, και η τριήρης αργότερα 121.
Είναι ίσως αρκετά ασφαλές να υποθέσει κανείς ότι ο μικρός αριθμός αμιγώς πολεμικών παραστάσεων είναι τυχαίο γεγονός.
Είναι ίσως αρκετά ασφαλές να υποθέσει κανείς ότι ο μικρός αριθμός αμιγώς πολεμικών παραστάσεων είναι τυχαίο γεγονός.
Τα ερεθίσματα σαφώς υπήρχαν, όπως μαρτυρούν οι λίγες αυτές απεικονίσεις γεγονότων πολεμικού χαρακτήρα.
Δεν έχουν βρεθεί άλλα παραδείγματα, (2001) ή μελετηθεί ακόμα, ή η ερμηνεία τους γίνεται με βάση σύγχρονες αντιλήψεις, γεγονός που οδηγεί σε διαφορετικές υποθέσεις.
Ειδικά για τις περιόδους εκείνες της ιστορίας του ανθρώπου που δεν υπάρχουν γραπτές πηγές, η έρευνα βασίζεται στα ευρήματα και ότι συμπεράσματα μπορεί να εξάγει κανείς από αυτά.
Η αγάπη για τη ζωή και η φιλήσυχη και φιλειρηνική διάθεση που κυριαρχεί σε όλες τις μορφές της τέχνης, και αντανακλάται σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση των οικισμών, απηχεί την καθημερινότητα των μυκηναίων, των μινωϊτών, των κυκλαδιτών, των νησιωτών του βορειοανατολικού Αιγαίου. Μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες της Ύστερης Εποχής του Χαλκού όπου διαπιστώνονται αναταραχές, οι συρράξεις θα ήταν μεμονωμένες και ίσως ήταν μόνο περιορισμένης εκτάσεως πειρατικές επιδρομές.
Η κατάσταση όμως άλλαξε φανερά, με την αναζήτηση νέων εδαφών, και τον αποικισμό. Σαφώς και δεν θα επιτεύχθηκαν οι στόχοι με ειρηνικές μεθόδους, γι’ αυτό και πληθαίνουν οι παραστάσεις με έντονο πολεμικό χαρακτήρα.
Η κατάσταση όμως άλλαξε φανερά, με την αναζήτηση νέων εδαφών, και τον αποικισμό. Σαφώς και δεν θα επιτεύχθηκαν οι στόχοι με ειρηνικές μεθόδους, γι’ αυτό και πληθαίνουν οι παραστάσεις με έντονο πολεμικό χαρακτήρα.
Εκεί που σε ελάχιστες πρώϊμες απεικονίσεις σκαφών υπάρχουν ανθρώπινες μορφές, σταδιακά εμφανίζονται πηδαλιούχοι, κωπηλάτες, επιβάτες, και τελικά πολεμιστές με όλο τους τον εξοπλισμό.
Οι γραμμές των σκαριών δεν αλλάζουν πολύ, όμως τα πλοία γίνονται όλο και μεγαλύτερα και επομένως πιο γερά. Τα βασικά κατασκευαστικά χαρακτηριστικά επιβιώνουν στο πέρασμα των αιώνων, όμως βελτιώνονται και προσαρμόζονται στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις.
Το καράβι, έπαιξε σημαντικό ρόλο στο Αιγαίο των «Σκοτεινών Χρόνων». Οι τεχνίτες, όπως και ο πληθυσμός της χώρας, προσαρμόστηκαν στις νέες ανάγκες και συνθήκες.
Το καράβι, έπαιξε σημαντικό ρόλο στο Αιγαίο των «Σκοτεινών Χρόνων». Οι τεχνίτες, όπως και ο πληθυσμός της χώρας, προσαρμόστηκαν στις νέες ανάγκες και συνθήκες.
Οι μαζικές μετακινήσεις μεγάλων ομάδων προϋπέθεταν όχι μόνο γερά σκάφη, αλλά και εξοπλισμό κατάλληλο για να αντιμετωπιστούν οι πρώτες δυσκολίες, καθώς και οι κάτοικοι των περιοχών όπου θα εγκαθίσταντο οι έποικοι.
Οι ταραγμένοι αυτοί χρόνοι οδήγησαν στην εξέλιξη της ναυπηγικής. Τα πλοία, που ξαφνικά επανεμφανίζονται τον ένατο (9ο) αιώνα π.Χ., δεν είναι απλά καθαρές επιβιώσεις των μυκηναϊκών προγόνων τους, αλλά η εξελιγμένη μορφή αυτών 122.
Τα βασικά χαρακτηριστικά τους παραμένουν ίδια, ενώ οι βελτιώσεις που παρατηρούνται, αφορούν την ώθηση του σκάφους, την επάνδρωσή του, αλλά και την προστασία του, καθώς και του πληρώματος.
Ενώ είναι γνωστή η μορφή των αθηναϊκών πλοίων του όγδοου (8ου) αιώνα π.Χ., άγνωστο παραμένει το πως ήταν τα καράβια που ασφαλώς θα χρησιμοποιούσαν οι Μιλήσιοι, ή οι Κορίνθιοι, ενδεικτικά αναφερόμενοι, για να μετακινηθούν από και προς τις αποικίες τους.
Κοινό στοιχείο όμως σχεδόν σε όλες τις παραστάσεις του ογδόου (8ου) αιώνα π.Χ., είναι το αποτροπαϊκό μάτι, ζωγραφισμένο σχηματικά στην πλώρη, που συναντάται – ακολουθώντας την τεχνοτροπία της εποχής – μέχρι και τους ελληνιστικούς χρόνους.
Κοινό στοιχείο όμως σχεδόν σε όλες τις παραστάσεις του ογδόου (8ου) αιώνα π.Χ., είναι το αποτροπαϊκό μάτι, ζωγραφισμένο σχηματικά στην πλώρη, που συναντάται – ακολουθώντας την τεχνοτροπία της εποχής – μέχρι και τους ελληνιστικούς χρόνους.
Φαίνεται ότι οι αναταραχές, οι αλλαγές και τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν μετά την παρακμή και κατάρρευση του μυκηναϊκού κόσμου, οδήγησαν τους ναυτικούς και ταξιδιώτες, πιο κοντά στα θεία. Τώρα πιά, ίσως περισσότερο από πριν, δεν μπορούσαν να βασιστούν μόνο στις δυνάμεις τους και την καλή διάθεση της θάλασσας, αλλά για να εξασφαλίσουν τον ασφαλή πλού, χρειαζόταν και η βοήθεια και από ανώτερες δυνάμεις.
Το μάτι στην πλώρη, όχι μόνο προστάτευε, αλλά «έβλεπε» την πορεία και τους πιθανούς κινδύνους. Είναι απορίας άξιον γιατί στις μέρες μας δεν στολίζει τα καϊκια των Ελλήνων ναυτικών, οι οποίοι είναι αρκετά προληπτικοί, όπως όλοι οι ναυτικοί άλλωστε!
Οι λαοί του Αιγαίου, (ΣΣ Έλληνες) ξεκινώντας από τον περιορισμένο περίπλου των κοντινότερων στις εγκαταστάσεις τους ακτών, κατέκτησαν την αντίπερα όχθη της Μεσογείου, δάμασαν τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν ασφαλώς υπερπόντια ταξίδια. Η σχέση της Ελλάδος με τη θάλασσα, είναι σχέση που ξεκίνησε πριν από χιλιάδες χρόνια, και συνεχίζεται αδιάκοπα. Καλοαρμοσμένα πλοία πλέουν σε ελληνικά και ξένα νερά, μεταφέροντας αγαθά, ανθρώπους ιδέες.
Μα δεν τελειώναν τα ταξίδια....Οι ψυχές τους έγιναν ένα με τα κουπιά και τους σκαρμούς με σοβαρό πρόσωπο της πλώρης με τ’ αυλάκι του τιμονιού με το νερό που έσπαζε τη μορφή τους. Οι σύντροφοι τέλειωσαν με τη σειρά, με χαμηλωμένα μάτια. Τα κουπιά τους, δείχνουν το μέρος που κοιμούνται στ’ ακρογιάλι.......................Εδώ τελειώνουν τα έργα της θάλασσας τα έργα της αγάπης....Μυθιστόρημα Γεώργιος Σεφέρης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Abramovitz, K. 1980. “Frescoes from Ayia Irini, Keos Parts II-IV.” Hesperia XLIX : 57- 85.
Agouridis, C. 1997. “Sea Routes and Navigation in the Third Millennium Aegean.”OJA 16: 1-24.
Aksit, I. 1998. Lycia: The Land of Light. Istanbul.
Ammerman, A.J. 2010. “The First Argonauts: Towards the Study of the Earliest Seafaring in the Mediterranean.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 81-92, Cambridge.
Bachhuber, C. 2006. “Aegean Interest on the Uluburun Ship.” AJA 110: 345-63. Baines, J. και Malek, J.Q. 1984. Atlas of Ancient Egypt. Oxford.
Barber, R.L.N. 1987. The Cyclades in the Bronze Age. London. Basch, L. 1987. Le Musee Imaginaire de la Marine Antique. Athenes.1991. “Carenes egeennes a L’ Age du Bronze.” Στο Thalassa. L’ Egee Prehistorique et la Mer. Actes de la Troisieme Rencontre Egeenne Internationale de l’ Universite de Liege. Station de recherches sous marines et oceanographiques (Sta RE SO), Calvi, Corse 23-25 Avril 1990, edited by R. Laffineur and L. Basch, 43-54. Aegeum 7. Universite de Liege.
Bass, G.F. 1967. “Cape Gelidonya: A Bronze Age Shipwreck.” Στο Transactions of the American Philosophical Society 58, part 8. 65-67.1985. “The Construction of a Seagoing Vessel of the Late Bronze Age.” Στο Tropis I. 1st International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Piraeus 1985, edited by H. Tzalas, 25-35.1986. “A Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun (Kas): 1984 Campaign.”AJA 90: 269-95.1987. “Splendors of the Bronze Age.” Στο NGM Dec. 1987: 693-734.1998. “History Beneath the Sea. The Birth of Nautical Archaeology.” ΣτοArchaeology Nov.-Dec.: 49-53.2003. “Finding Artifacts is not Archaeology.” Στο Archaeology Jul.-Aug.: 14.
Bass, G.F., Pulak, C., Collon, D. και Weinstein, J. 1989. “The Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun (Kas): 1986 Campaign.” AJA 93: 1-29.
Bhacker, R. και Bhacker, B. 1997. “Digging in the Land of Magan” Στο ArchaeologyMay.-June.: 48-9.
Braudel, F. 2000. Οι Μνήμες της Μεσογείου – Προϊστορία και Αρχαιότητα. Αθήνα. Broodbank, C. 1989. “The Longboat and Society in the Cyclades.” AJA 93: 319-37.1993. “Ulysses without sails: trade, distance, knowledge and power in the Early Cyclades.” Στο World Archaeology vol. 24 no 3: 315-30.2000. An Island Archaeology of the Early Cyclades. Cambridge.2006. “The Origins and Early Development of Mediterranean Maritime Activity.” Στο Journal of Mediterranean Archaeology 19.2: 199-230.2010. “’Ships a-sail from over the rim of the sea’: Voyaging, Sailing and the Making of Mediterranean Societies c. 3500-800 BC.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 249-264, Cambridge.
Carter, R.A. 2006. “Boat remains and maritime trade in the Persian Gulf during the sixth and fifth millennia BC.” Στο Antiquity 80: 52-63.
2010. “The Social and Environmental Context on Neolithic Seafaring in the Persian Gulf.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 191-202, Cambridge.
Caskey, J.L. 1971. “Investigations in Keos Part I: Excavations and Explorations, 1966-1970.” Hesperia 40: 359-96. 1972. “Investigations in Keos Part II: A conspectus of the Pottery.”
Hesperia 41: 357-88.
Casson, L. 1975. “Bronze Age Ships. The Evidence of the Thera Paintings.” Στο IJNAUE 4.1: 3-10.
Coldstream, J.E. 1977. Η Γεωμετρική Ελλάδα. Αθήνα.
Coleman, J.E. 1974. “The Chronology and Interconnections of the Cycladic Islands in the Neolithic Period and the Early Bronze Age.” AJA 78: 333-444.1985.
“Frying Pans of the Early Bronze Age.” AJA 89: 191-219. Cosmopoulos, M. 1991. The Early Bronze 2 in the Aegean. Studies in MediterraneanArchaeology vol. XCVIII.
Crumlin-Pedersen, O. 2010. “Aspects of the Origin of Atlantic and Baltic Seafaring.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 109-127, Cambridge.
Dakoronia, F. 1987. “War-ships on Sherds of LH III Kraters from Kynos.” Στο Tropis II. 2nd International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Delphi 1987, edited by H. Tzalas, 117-22. 1995. “Kynos………..Fleet.” Στο Tropis IV. 4th International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Athens 1991, edited by H. Tzalas, 159-71.
Davis, D.L. 2003. “Sailing the Open Seas.” Archaeology Odyssey 6:01 Jan. /Feb.
2003 Online Archive.
Dawson, H. 2010. “A Question of Life or Death? Seafaring and Abandonment in the Mediterranean and Pacific Islands.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 203-212, Cambridge.
Delivorias, A. 1987. Greece and the Sea. Athens.
Demand, N.H. 2011. The Mediterranean Context of Early Greek History. Oxford.
Devetzi, A. 2000. “The ‘Imported’ Stone Vases at Akrotiri, Thera: A New Approach to the Material.” BSA vol. 95: 121-139.
Dickinson, O. 1984. The Aegean Bronze Age. Cambridge University Press. Dommelen, P.A.R. 2010. Material Connections in the Ancient Mediterranean. NewYork.
Doumas, C. 1982. “The Minoan Thalassocracy and the Cyclades.” AA 97: 5-14.1983. Thera-Pompeii of the Ancient Aegean. London.
1991. “What did the Argonauts seek in Colchis?” Στο Hermathena, A Trinity College Dublin Review : 31-41.
Fabre, D. 2004-5. Seafaring in Ancient Egypt. London.
Farr, R.H. 2010. “Island Colonization and Trade in the Mediterranean.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 179-189, Cambridge.
Faucounan, J. 1978. “La civilization de Syros et l’ origine du disque de Phaistos.” Στο
Κρητολογία VII: 101-13.
Frodin, O. και Persson, A. 1938. Asine. Stockholm.
Gaballa, G.A. 1976. Narrative in Egyptian Art. Mainz am Rhein.
Gessel, G.C. 1980. “The “Town Fresco” of Thera: A Reflection of Cretan Topography.” Στο Πεπραγμένα Δ΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου 1976, 197- 204.
Getz-Preziosi, P. 1989. Ταξίδι στις Προϊστορικές Κυκλάδες (3.000-2.000 π.Χ.).Αθήνα.
Giannopoulos, N. 1910. “Prahistorische Funde aus Thessalien.” Α.Μ. 35: 61-64.
Hood, S. 1987. Η Τέχνη στην Προϊστορική Ελλάδα. Αθήνα. Huyghe, R. 1981. Prehistoric and Ancient Art. London.
Immerwahr, S.A. 1977. “Mycenaeans in Thera, Greece and the Eastern Mediterranean in Ancient History and Prehistory.” Στο Studies Presented to Fritz Schamermeyz on the Occasion of his Eightieth Birthday, Berlin-New York, edited by K.H. Kinzl, 173-91.1990. Aegean Painting in the Bronze Age. The Pennsylvania State University.
Kirk, G.S. 1949. “Ships on Geometric Vases.” BSA 44: 93-153. Levi, P.Q. 1984. Atlas of the Greek World. Oxford.
Lolos, Y.G. 2003. “Cypro-Mycenaean Relations ca. 1200 B.C.: Point Iria in the Gulf of Argos and old Salamis in the Saronic Gulf.” Στο Sea
Routes…..Interconnections in the Mediterranean 16th-6th B.C. Proceedings of the International Symposium held at Rethymnon, Crete, September 29th-October 2nd 2002, edited by Stampolidis, N.Chr. και Karageorghis. V., 101-16.
Lucas, A. και Harris, J.R. 1962. Ancient Egyptian Materials and Industries. London.
Manning, S. 1988. “The Bronze Age Eruption of Thera. Absolute Dating, Aegean Chronology and Mediterranean Cultural Interrelations.” Στο JMA 1/1: 17-82.
1999. A Test of Time. The Volcano of Thera and the chronology and History of the Aegean and east Mediterranean in the mid second millennium BC. Oxford and Oakville.
Marangou, L. 1990. Cycladic Culture-Naxos in the 3rd Millennium BC. Athens.
Marangou, C. 1991. “Maquettes d’ embarkations: les debuts.” Στο Thalassa. L’ Egee Prehistorique et la Mer. Actes de la Troisieme Rencontre Egeenne Internationale de l’ Universite de Liege. Station de recherches sous marines et oceanographiques (Sta RE SO), Calvi, Corse 23-25 Avril 1990, edited by R.
Laffineur and L. Basch, 21-42. Aegeum 7. Universite de Liege.
1991. “Rowers Paddling Sailing Ships in the Bronze Age Aegean.” Στο Tropis IV. 4th International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Athens 1991, edited by H. Tzalas, 259-70.
Marcus, E. 2002. “Early Seafaring and Maritime Activity in the Southern Levant from Prehistory through the Third Millennium BCE.” Στο Egypt and the Levant: Interrelations from the 4th through the early 3rd millennium BCE, επ. Brink, van dev E. και Levy, T.E., 403-17, London – New York.
Marinatos, N. 1984. Art and Religion in Thera-Reconstructing a Bronze Age Society. Athens.
Marinatos, S. 1933. “La Marine Creto-Mycenienne.” BCH 57: 170-235.
1974 a. Excavations at Thera. Athens.
1974 b. “The ‘Libya’ Fresco from Thera.” AAA VII 1: 87-94.
McGeehan Liritzis, V. 1988. “Seafaring, craft and cultural contact in the Aegean during the 3rd millennium B.C.” IJNAUE 17.3.237: 237-55.
McGrail, S. 2004. Boats of the World. Oxford.
2010. “The Global Origins of Seagoing Water Transport.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 95-107, Cambridge.
McVey Erlandson, J. 2010. “Neptune’s Children: the Evolution of Human Seafaring.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett,
J.H. και Boyle, K.V., 19-27, Cambridge.
Ministry of Information and Culture 1979. Oman a Seafaring Nation. Oman.
Morgan-Brown, L.1978. “The Ship Procession in the Miniature Fresco.” Στο TAW: 628-40. London.
Morgan, L. 1983. “Theme in the West House Paintings at Thera.” ΑΕ: 85-105.Αθήνα.
1988. The Miniature Wall-Paintings of Thera. Cambridge.
Morrison, J.S. και Williams, R.T. 1968. Greek Oared Ships 900-322 B.C. Cambridge University Press.
Muckelroy, K. 1978. Maritime Archaeology. London.
Niemeier, W.D. 1992. “Iconography and Context: The Thera Frescoes.” Στο ΕΙΚΩΝ- AEGEAN BRONZE AGE ICONOGRAPHY. Shaping a Methodology. Proceedings of the 4th International Aegean Conference. University of Tasmania, Hobart,
Australia 6-9 April 1992, edited by R. Laffineur, 97-104. Aegeum 8. Annales d’ Archeologie Egeenne de l’ Universite de Liege.
Phaneuf, B., Dettweiler, A., Thomas, K. και Belthge, T. 2001. “The Deepest Wreck.” Στο Archaeology March-April: 26-7.
Phelps, W., Lolos, Y. και Vichos, Y. 1999. The Point Iria Wreck: Interconnections in the Mediterranean ca. 1.200 B.C. Proceedings of the International Conference, Island of Spetses, 19 September 1998. Athens.
Pulak, C. 1988. “The Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun, Turkey: 1985 Campaign.”
AJA 92: 1-37.
Raban, A. 1995. “The Sea People and Thera Ships.” Στο Tropis III. 3rd International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Athens 1989, edited by H. Tzalas, 353-66.
Reeves, N. και Wilkinson, R.H. 1996. The Complete Valley of Kings-Tombs and
Treasures of Egypt’s Greatest Pharaohs. London.
Renfrew, C. 1967. “Cycladic Metallurgy and the Aegean Early Bronze Age.” AJA 71: 1-20.1972. The Emergence of Civilization. London.
Renfrew, C. και Bahn, P. 1991. Archaeology-Theories, Methods and Practice. London.
Roaf, M. 1990. Cultural Atlas of Mesopotamia and the Ancient Near East. Oxford. Schachermeyer, F. 1978. “Akrotiri – First Maritime Republic?” Στο Thera and theAegean World II. Papers and Proceedings of the Second International Scientific Congress, Santorini, Greece, August 1978, επ. Doumas, C.G., 423-28. London.
Snodgrass, A.M. 1971. The Dark Age of Greece. Edinburgh.
Sotirakopoulou, P. 1996. “The Dating of the Late Phylakopi I as Evidenced at Akrotiri on Thera.” BSA vol. 91: 113-36.
Spathari, E. 1995. Sailing Through Time-The Ship in Greek Art. Athens.
Stager, L. 2003. “Phoenician Shipwrecks in the Deep Sea.” Στο Πλόες.. Sea Routes…..Interconnections in the Mediterranean 16th-6th B.C. Proceedings of the International Symposium held at Rethymnon, Crete, September 29th-October 2nd 2002, edited by Stampolidis, N.Chr. και Karageorghis. V., 233-47.
Televantou, C. 1992. “Theran Wall-Painting: Artistic Tendercies and Painters.” Στο ΕΙΚΩΝ-AEGEAN BRONZE AGE ICONOGRAPHY. Shaping a Methodology. Proceedings of the 4th International Aegean Conference. University of Tasmania, Hobart, Australia 6-9 April 1992, edited by R. Laffineur, 145-59. Aegeum 8. Annales d’ Archeologie Egeenne de l’ Universite de Liege.
2004. “Strofilas – A Neolithic Settlement on Andros.” Στο Ορίζων. A Colloquium on the Prehistory of the Cyclades, 25-28 March 2004, McDonald Institute for Archaeological Research, University of Cambridge, edited by Boyle,
K. και Gavalas, G., τ. ΙΙ, 1-18.
Terrell, J.E. 1998. “The Prehistoric Pacific.” Στο Archaeology Non.-Dec.: 56-63. Theocharis, D.A. 1958. “Iolcos, whence sailed the Argonauts.” Archaeology 11: 13-18.
Thubron, C. 1982. La Mer Antique. U.S.A.
Treuil, P., Darque, P., Poursat, J.-C. και Touchais, G. 1989. Les Civilisations Egeennes. Paris.
Trifoni, J. και Cattaneo, M. 2005. Παγκόσμια Κληρονομιά UNESCO, Προστατευόμενοι Αρχαιολογικοί Τόποι. Αθήνα.
Tzalas, H. 1995. “On the obsidian trail: with a papyrus craft in the Cyclades.” Στο Tropis ΙΙI. 3rd International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, edited by H. Tzalas, 441-71.
Vandier, J. 1964. Manuel d’ Archeologie Egyptienne-Tome IV. Vases, Reliefs et Peintures-Scenes de la Vie Quotidienne. Paris.
Vermeule, E. 1972. Greece in the Bronze Age. University of Chicago Press. Vermeule, E. και Karageorghis, V. 1992. Mycenaean Pictorial Vase Painting.
Harvard University Press.
Warren, P. 1979. “The Miniature Fresco from the West House at Akrotiri, Thera, and its Aegean Setting.” JHS vol. 99: 115-29.
Ασδραχάς, Σ., Τζαμτζής, Α. και Χαρλαύτη, Τ. (επ.) 2004. Ελλάδα της Θάλασσας. Αθήνα.
Βαρούχα, Ε. 1925/6 «Κυκλαδικοί Τάφοι Πάρου». Α.Ε. 1925-1926: 96-112.
Βήχος, Γ. 1989. «Αεροδυναμική και Υδροδυναμική των Πρωτοκυκλαδικών Πλοίων που εικονίζονται στα «τηγανόσχημα» σκεύη της Σύρου.» Στο Αρχαιολογία 32: 21-3.
Γιαννουλέλλης, Γ. 1994. Τα Καϊκια, το Σκαρί και η Αρματωσιά τους. Αθήνα.
Δαβάρας, Κ. 1984. «Μινωϊκό Κηριοφόρο Πλοιάριο της Συλλογής Μητσοτάκη.» Α.Ε.1984: 55-93.
Δεβετζή, Α. 1997. «Η παρουσία των λίθινων αγγείων ως ένδειξη των σχέσεων των νησιών του βορείου Αιγαίου με τον υπόλοιπο αιγαιακό χώρο.» Στο Η Πολιόχνη και η Πρώϊμη Εποχή του Χαλκού στο Βόρειο Αιγαίο, επ. Ντούμας, Χ.Γ. και La Rosa, V.: 556-68.
Δεληβοριάς, Α. 1985. Ελλάδα και Θάλασσα. Σύντομος Οδηγός Εκθέσεως. Αθήνα. Καμαρινού, Δ. και Μπάϊκα, Κ. 2005. «Ομηρικά και Μυκηναϊκά Πλοία.» Στο Αρχαιολογία & Τέχνες 94: 23-9.
Καρέτσου, Α. και Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, Μ. 2000. Κρήτη-Αίγυπτος. Πολιτισμικοί Δεσμοί Τριών Χιλιετιών. Ηράκλειο.
Κασσιανίδου, Β. 2005. «Η παραγωγή και η εξαγωγή κυπριακού χαλκού κατά την Ύστερη Χαλκοκρατία.» Στο Αρχαιολογία & Τέχνες 94: 39-44.
Κερένυϊ, Κ. 1966. Η Μυθολογία των Ελλήνων. Αθήνα.
Κορρές, Γ. 1977. «Εργασίαι, έρευναι και ανασκαφαί ανά την Πυλίαν.» ΠΑΕ: 238-41.
1989. «Νέαι Παρατηρήσεις επί της Παραστάσεως Πλοίου της ΥΕ ΙΙΙ Γ Πυξίδας εκ Τραγάνας Πύλου.» Στο Tropis I. 1st International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Piraeus 1985, edited by H. Tzalas, 177-202.
Κουρουνιώτης, Κ. 1914. «Πύλου Μεσσηνιακής Θολωτός Τάφος.» ΑΕ: 99-117.
Κουτελάκης, Χ. 2005. «Προϊστορικά Πλοία. Μία νέα πρόταση για τα ακροστόλια στα πλοία των προϊστορικών Κυκλάδων.» Στο Corpus Ιούνιος 2005: 56-63.
Μαραγκού, Λ. 1992. Μινωϊκός και Ελληνικός Πολιτισμός από την Συλλογή Μητσοτάκη. Αθήνα
Μαρθάρη, Μ. 1997. «Ο κυκλαδικός κόσμος στην πρώϊμη εποχή του χαλκού.» Στο Πολιόχνη. Λήμνω εν Αμιχθαλόεσση. Ένα κέντρο της πρώϊμης εποχής του χαλκού στο βόρειο Αιγαίο, επ. Μενδώνη, Λ., 29-34.
1999. Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ίου. Σύντομη περιήγηση στς αρχαιότητες της Ίου μέσω των εκθεμάτων του Μουσείου. Αθήνα.
Μιχαηλίδου, Α. 2005. «Τεχνολογία του μετάλλου και εμπόριο στην Εποχή του Χαλκού.» Στο Αρχαιολογία & Τέχνες 94: 30-8.
Ντούμας, Χ. 1965. «Κορφή τ’ Αρωνιού.» ΑΔ 20: 41-64.
1984. Κυκλαδική Τέχνη-Αρχαία Γλυπτική και Κεραμεική από την Συλλογή Ν.Π. Γουλανδρή. Αθήνα.
1992. Οι Τοιχογραφίες της Θήρας. Αθήνα.
1993. «Το Πρωτοκυκλαδικό Τηγανόσχημο Σκεύος: Σκέψεις για μία πιθανή χρήση του.» Στο Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος ΙΔ΄, Πρακτικά Α΄ Κυκλαδολογικού Συνεδρίου, Άνδρος 5-9 Σεπτεμβρίου 1991, Μέρος Α΄ 1991-1993, 299-317.
Ντούμας, Χ.Γ., Μαρθάρη, Μ. και Τελεβάντου, Χ. 1997. Μουσείο Προϊστορικής Θήρας. Συνοπτικός Οδηγός. Αθήνα.
Παπαθανασόπουλος, Γ. 1981. Νεολιθικά-Κυκλαδικά. Αθήνα.1983. «Η υποβρύχια αρχαιολογία και η σημασία της.» ΣτοΑρχαιολογία τ. 8: 16-23.1990. «Δοκός: Ανασκαφική Περίοδος 1990.» Στο ΕΝΑΛΙΑ τόμος ΙΙ τεύχη 3/4: 6-24.
1996. Νεολιθικός Πολιτισμός στην Ελλάδα. Αθήνα. Πετράκος, Β. 1974. «Εκ της μυκηναϊκής Ωρωπίας.» ΑΔ 29: 95-8.
Πετράκος, Β. 2011. Το Έργον της Αρχαιολογικής Εταιρείας κατά το 2010 : 24-28, 47- 55.
Πρωτόπαππας, Σ. 2005. «Ο Κασσίτερος και ο μπρούτζος κατά την αρχαιότητα.» Στο Corpus Ιούνιος 2005: 48-55.
Σακελλαράκης, Ι. 1971. «Ελεφάντινο Πλοίο εκ Μυκηνών.» ΑΕ 1971: 188-233. Σακελλαρίου, Α. 1980. “The West House Miniature Frescoes.” Στο Thera and the
Aegean World II. Papers and Proceedings of the Second International Scientific Congress, Santorini, Greece, August 1978, επ. Doumas, C.G.,147-54.
Σγουρίτσα, Ν. 1988. «Το Μυκηναϊκό Νεκροταφείο της Βάρκιζας-Βάρης.» ΑΔ Μελέτες Α 43: 1-108.
Σκιάς, Α. 1898. «Πανάρχαια Ελευσινιακή Νεκρόπολις.» ΑΕ 1898: 29-122. Σταμπολίδης, Ν.Χρ. και Σωτηρακοπούλου, Π. 2007. Αιγαίου Κύματα. Έργα του
Πρωτοκυκλαδικού Πολιτισμού στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης της Αθήνας. Αθήνα.
Τελεβάντου, Χ. 1994. Ακρωτήρι Θήρας. Οι Τοιχογραφίες της Δυτικής Οικίας. Αθήνα. Τελεβάντου, Χ. 2002. Αρχαιολογικό Μουσείο Παλαιοπόλεως. Η αρχαία πόλις της Άνδρου. Αθήνα.
2006. «Προϊστορική Άνδρος.» Στο Γενέθλιον. Αναμνηστικός Τόμος για την συμπλήρωση είκοσι χρόνων λειτουργίας του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, επ. Σταμπολίδης, Ν.Χρ., 1-16.
Τζάλλας, Χ. 1989. «Ο Δρόμος του Οψιδιανού με ένα παπυρένιο σκάφος στις
Κυκλάδες.» Στο Αρχαιολογία 32: 11-20.
Τσούντας, Χ. 1898. «Κυκλαδικά.» ΑΕ: 137-211.
Τσούντας, Χ. 1899. «Κυκλαδικά.» ΑΕ: 73-134.
Τσούχλος, Ν. 1983. «Αρχαία Ναυάγια και η ζωή τους μετά θάνατον.» Στο Αρχαιολογία τ. 8: 29-33.
Υπουργείο Πολιτισμού 1999. Το Έργο του Υπουργείου Πολιτισμού στον Τομέα της Πολιτιστικής Κληρονομιάς. 3/1999: 148.
Οι λαοί του Αιγαίου, (ΣΣ Έλληνες) ξεκινώντας από τον περιορισμένο περίπλου των κοντινότερων στις εγκαταστάσεις τους ακτών, κατέκτησαν την αντίπερα όχθη της Μεσογείου, δάμασαν τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν ασφαλώς υπερπόντια ταξίδια. Η σχέση της Ελλάδος με τη θάλασσα, είναι σχέση που ξεκίνησε πριν από χιλιάδες χρόνια, και συνεχίζεται αδιάκοπα. Καλοαρμοσμένα πλοία πλέουν σε ελληνικά και ξένα νερά, μεταφέροντας αγαθά, ανθρώπους ιδέες.
2001
Μα δεν τελειώναν τα ταξίδια....Οι ψυχές τους έγιναν ένα με τα κουπιά και τους σκαρμούς με σοβαρό πρόσωπο της πλώρης με τ’ αυλάκι του τιμονιού με το νερό που έσπαζε τη μορφή τους. Οι σύντροφοι τέλειωσαν με τη σειρά, με χαμηλωμένα μάτια. Τα κουπιά τους, δείχνουν το μέρος που κοιμούνται στ’ ακρογιάλι.......................Εδώ τελειώνουν τα έργα της θάλασσας τα έργα της αγάπης....Μυθιστόρημα Γεώργιος Σεφέρης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Abramovitz, K. 1980. “Frescoes from Ayia Irini, Keos Parts II-IV.” Hesperia XLIX : 57- 85.
Agouridis, C. 1997. “Sea Routes and Navigation in the Third Millennium Aegean.”OJA 16: 1-24.
Aksit, I. 1998. Lycia: The Land of Light. Istanbul.
Ammerman, A.J. 2010. “The First Argonauts: Towards the Study of the Earliest Seafaring in the Mediterranean.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 81-92, Cambridge.
Bachhuber, C. 2006. “Aegean Interest on the Uluburun Ship.” AJA 110: 345-63. Baines, J. και Malek, J.Q. 1984. Atlas of Ancient Egypt. Oxford.
Barber, R.L.N. 1987. The Cyclades in the Bronze Age. London. Basch, L. 1987. Le Musee Imaginaire de la Marine Antique. Athenes.1991. “Carenes egeennes a L’ Age du Bronze.” Στο Thalassa. L’ Egee Prehistorique et la Mer. Actes de la Troisieme Rencontre Egeenne Internationale de l’ Universite de Liege. Station de recherches sous marines et oceanographiques (Sta RE SO), Calvi, Corse 23-25 Avril 1990, edited by R. Laffineur and L. Basch, 43-54. Aegeum 7. Universite de Liege.
Bass, G.F. 1967. “Cape Gelidonya: A Bronze Age Shipwreck.” Στο Transactions of the American Philosophical Society 58, part 8. 65-67.1985. “The Construction of a Seagoing Vessel of the Late Bronze Age.” Στο Tropis I. 1st International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Piraeus 1985, edited by H. Tzalas, 25-35.1986. “A Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun (Kas): 1984 Campaign.”AJA 90: 269-95.1987. “Splendors of the Bronze Age.” Στο NGM Dec. 1987: 693-734.1998. “History Beneath the Sea. The Birth of Nautical Archaeology.” ΣτοArchaeology Nov.-Dec.: 49-53.2003. “Finding Artifacts is not Archaeology.” Στο Archaeology Jul.-Aug.: 14.
Bass, G.F., Pulak, C., Collon, D. και Weinstein, J. 1989. “The Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun (Kas): 1986 Campaign.” AJA 93: 1-29.
Bhacker, R. και Bhacker, B. 1997. “Digging in the Land of Magan” Στο ArchaeologyMay.-June.: 48-9.
Braudel, F. 2000. Οι Μνήμες της Μεσογείου – Προϊστορία και Αρχαιότητα. Αθήνα. Broodbank, C. 1989. “The Longboat and Society in the Cyclades.” AJA 93: 319-37.1993. “Ulysses without sails: trade, distance, knowledge and power in the Early Cyclades.” Στο World Archaeology vol. 24 no 3: 315-30.2000. An Island Archaeology of the Early Cyclades. Cambridge.2006. “The Origins and Early Development of Mediterranean Maritime Activity.” Στο Journal of Mediterranean Archaeology 19.2: 199-230.2010. “’Ships a-sail from over the rim of the sea’: Voyaging, Sailing and the Making of Mediterranean Societies c. 3500-800 BC.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 249-264, Cambridge.
Carter, R.A. 2006. “Boat remains and maritime trade in the Persian Gulf during the sixth and fifth millennia BC.” Στο Antiquity 80: 52-63.
2010. “The Social and Environmental Context on Neolithic Seafaring in the Persian Gulf.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 191-202, Cambridge.
Caskey, J.L. 1971. “Investigations in Keos Part I: Excavations and Explorations, 1966-1970.” Hesperia 40: 359-96. 1972. “Investigations in Keos Part II: A conspectus of the Pottery.”
Hesperia 41: 357-88.
Casson, L. 1975. “Bronze Age Ships. The Evidence of the Thera Paintings.” Στο IJNAUE 4.1: 3-10.
Coldstream, J.E. 1977. Η Γεωμετρική Ελλάδα. Αθήνα.
Coleman, J.E. 1974. “The Chronology and Interconnections of the Cycladic Islands in the Neolithic Period and the Early Bronze Age.” AJA 78: 333-444.1985.
“Frying Pans of the Early Bronze Age.” AJA 89: 191-219. Cosmopoulos, M. 1991. The Early Bronze 2 in the Aegean. Studies in MediterraneanArchaeology vol. XCVIII.
Crumlin-Pedersen, O. 2010. “Aspects of the Origin of Atlantic and Baltic Seafaring.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 109-127, Cambridge.
Dakoronia, F. 1987. “War-ships on Sherds of LH III Kraters from Kynos.” Στο Tropis II. 2nd International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Delphi 1987, edited by H. Tzalas, 117-22. 1995. “Kynos………..Fleet.” Στο Tropis IV. 4th International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Athens 1991, edited by H. Tzalas, 159-71.
Davis, D.L. 2003. “Sailing the Open Seas.” Archaeology Odyssey 6:01 Jan. /Feb.
2003 Online Archive.
Dawson, H. 2010. “A Question of Life or Death? Seafaring and Abandonment in the Mediterranean and Pacific Islands.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 203-212, Cambridge.
Delivorias, A. 1987. Greece and the Sea. Athens.
Demand, N.H. 2011. The Mediterranean Context of Early Greek History. Oxford.
Devetzi, A. 2000. “The ‘Imported’ Stone Vases at Akrotiri, Thera: A New Approach to the Material.” BSA vol. 95: 121-139.
Dickinson, O. 1984. The Aegean Bronze Age. Cambridge University Press. Dommelen, P.A.R. 2010. Material Connections in the Ancient Mediterranean. NewYork.
Doumas, C. 1982. “The Minoan Thalassocracy and the Cyclades.” AA 97: 5-14.1983. Thera-Pompeii of the Ancient Aegean. London.
1991. “What did the Argonauts seek in Colchis?” Στο Hermathena, A Trinity College Dublin Review : 31-41.
Fabre, D. 2004-5. Seafaring in Ancient Egypt. London.
Farr, R.H. 2010. “Island Colonization and Trade in the Mediterranean.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 179-189, Cambridge.
Faucounan, J. 1978. “La civilization de Syros et l’ origine du disque de Phaistos.” Στο
Κρητολογία VII: 101-13.
Frodin, O. και Persson, A. 1938. Asine. Stockholm.
Gaballa, G.A. 1976. Narrative in Egyptian Art. Mainz am Rhein.
Gessel, G.C. 1980. “The “Town Fresco” of Thera: A Reflection of Cretan Topography.” Στο Πεπραγμένα Δ΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου 1976, 197- 204.
Getz-Preziosi, P. 1989. Ταξίδι στις Προϊστορικές Κυκλάδες (3.000-2.000 π.Χ.).Αθήνα.
Giannopoulos, N. 1910. “Prahistorische Funde aus Thessalien.” Α.Μ. 35: 61-64.
Hood, S. 1987. Η Τέχνη στην Προϊστορική Ελλάδα. Αθήνα. Huyghe, R. 1981. Prehistoric and Ancient Art. London.
Immerwahr, S.A. 1977. “Mycenaeans in Thera, Greece and the Eastern Mediterranean in Ancient History and Prehistory.” Στο Studies Presented to Fritz Schamermeyz on the Occasion of his Eightieth Birthday, Berlin-New York, edited by K.H. Kinzl, 173-91.1990. Aegean Painting in the Bronze Age. The Pennsylvania State University.
Kirk, G.S. 1949. “Ships on Geometric Vases.” BSA 44: 93-153. Levi, P.Q. 1984. Atlas of the Greek World. Oxford.
Lolos, Y.G. 2003. “Cypro-Mycenaean Relations ca. 1200 B.C.: Point Iria in the Gulf of Argos and old Salamis in the Saronic Gulf.” Στο Sea
Routes…..Interconnections in the Mediterranean 16th-6th B.C. Proceedings of the International Symposium held at Rethymnon, Crete, September 29th-October 2nd 2002, edited by Stampolidis, N.Chr. και Karageorghis. V., 101-16.
Lucas, A. και Harris, J.R. 1962. Ancient Egyptian Materials and Industries. London.
Manning, S. 1988. “The Bronze Age Eruption of Thera. Absolute Dating, Aegean Chronology and Mediterranean Cultural Interrelations.” Στο JMA 1/1: 17-82.
1999. A Test of Time. The Volcano of Thera and the chronology and History of the Aegean and east Mediterranean in the mid second millennium BC. Oxford and Oakville.
Marangou, L. 1990. Cycladic Culture-Naxos in the 3rd Millennium BC. Athens.
Marangou, C. 1991. “Maquettes d’ embarkations: les debuts.” Στο Thalassa. L’ Egee Prehistorique et la Mer. Actes de la Troisieme Rencontre Egeenne Internationale de l’ Universite de Liege. Station de recherches sous marines et oceanographiques (Sta RE SO), Calvi, Corse 23-25 Avril 1990, edited by R.
Laffineur and L. Basch, 21-42. Aegeum 7. Universite de Liege.
1991. “Rowers Paddling Sailing Ships in the Bronze Age Aegean.” Στο Tropis IV. 4th International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Athens 1991, edited by H. Tzalas, 259-70.
Marcus, E. 2002. “Early Seafaring and Maritime Activity in the Southern Levant from Prehistory through the Third Millennium BCE.” Στο Egypt and the Levant: Interrelations from the 4th through the early 3rd millennium BCE, επ. Brink, van dev E. και Levy, T.E., 403-17, London – New York.
Marinatos, N. 1984. Art and Religion in Thera-Reconstructing a Bronze Age Society. Athens.
Marinatos, S. 1933. “La Marine Creto-Mycenienne.” BCH 57: 170-235.
1974 a. Excavations at Thera. Athens.
1974 b. “The ‘Libya’ Fresco from Thera.” AAA VII 1: 87-94.
McGeehan Liritzis, V. 1988. “Seafaring, craft and cultural contact in the Aegean during the 3rd millennium B.C.” IJNAUE 17.3.237: 237-55.
McGrail, S. 2004. Boats of the World. Oxford.
2010. “The Global Origins of Seagoing Water Transport.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett, J.H. και Boyle, K.V., 95-107, Cambridge.
McVey Erlandson, J. 2010. “Neptune’s Children: the Evolution of Human Seafaring.” Στο The global origins and development of seafaring, επ. Anderson, A., Barrett,
J.H. και Boyle, K.V., 19-27, Cambridge.
Ministry of Information and Culture 1979. Oman a Seafaring Nation. Oman.
Morgan-Brown, L.1978. “The Ship Procession in the Miniature Fresco.” Στο TAW: 628-40. London.
Morgan, L. 1983. “Theme in the West House Paintings at Thera.” ΑΕ: 85-105.Αθήνα.
1988. The Miniature Wall-Paintings of Thera. Cambridge.
Morrison, J.S. και Williams, R.T. 1968. Greek Oared Ships 900-322 B.C. Cambridge University Press.
Muckelroy, K. 1978. Maritime Archaeology. London.
Niemeier, W.D. 1992. “Iconography and Context: The Thera Frescoes.” Στο ΕΙΚΩΝ- AEGEAN BRONZE AGE ICONOGRAPHY. Shaping a Methodology. Proceedings of the 4th International Aegean Conference. University of Tasmania, Hobart,
Australia 6-9 April 1992, edited by R. Laffineur, 97-104. Aegeum 8. Annales d’ Archeologie Egeenne de l’ Universite de Liege.
Phaneuf, B., Dettweiler, A., Thomas, K. και Belthge, T. 2001. “The Deepest Wreck.” Στο Archaeology March-April: 26-7.
Phelps, W., Lolos, Y. και Vichos, Y. 1999. The Point Iria Wreck: Interconnections in the Mediterranean ca. 1.200 B.C. Proceedings of the International Conference, Island of Spetses, 19 September 1998. Athens.
Pulak, C. 1988. “The Bronze Age Shipwreck at Ulu Burun, Turkey: 1985 Campaign.”
AJA 92: 1-37.
Raban, A. 1995. “The Sea People and Thera Ships.” Στο Tropis III. 3rd International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Athens 1989, edited by H. Tzalas, 353-66.
Reeves, N. και Wilkinson, R.H. 1996. The Complete Valley of Kings-Tombs and
Treasures of Egypt’s Greatest Pharaohs. London.
Renfrew, C. 1967. “Cycladic Metallurgy and the Aegean Early Bronze Age.” AJA 71: 1-20.1972. The Emergence of Civilization. London.
Renfrew, C. και Bahn, P. 1991. Archaeology-Theories, Methods and Practice. London.
Roaf, M. 1990. Cultural Atlas of Mesopotamia and the Ancient Near East. Oxford. Schachermeyer, F. 1978. “Akrotiri – First Maritime Republic?” Στο Thera and theAegean World II. Papers and Proceedings of the Second International Scientific Congress, Santorini, Greece, August 1978, επ. Doumas, C.G., 423-28. London.
Snodgrass, A.M. 1971. The Dark Age of Greece. Edinburgh.
Sotirakopoulou, P. 1996. “The Dating of the Late Phylakopi I as Evidenced at Akrotiri on Thera.” BSA vol. 91: 113-36.
Spathari, E. 1995. Sailing Through Time-The Ship in Greek Art. Athens.
Stager, L. 2003. “Phoenician Shipwrecks in the Deep Sea.” Στο Πλόες.. Sea Routes…..Interconnections in the Mediterranean 16th-6th B.C. Proceedings of the International Symposium held at Rethymnon, Crete, September 29th-October 2nd 2002, edited by Stampolidis, N.Chr. και Karageorghis. V., 233-47.
Televantou, C. 1992. “Theran Wall-Painting: Artistic Tendercies and Painters.” Στο ΕΙΚΩΝ-AEGEAN BRONZE AGE ICONOGRAPHY. Shaping a Methodology. Proceedings of the 4th International Aegean Conference. University of Tasmania, Hobart, Australia 6-9 April 1992, edited by R. Laffineur, 145-59. Aegeum 8. Annales d’ Archeologie Egeenne de l’ Universite de Liege.
2004. “Strofilas – A Neolithic Settlement on Andros.” Στο Ορίζων. A Colloquium on the Prehistory of the Cyclades, 25-28 March 2004, McDonald Institute for Archaeological Research, University of Cambridge, edited by Boyle,
K. και Gavalas, G., τ. ΙΙ, 1-18.
Terrell, J.E. 1998. “The Prehistoric Pacific.” Στο Archaeology Non.-Dec.: 56-63. Theocharis, D.A. 1958. “Iolcos, whence sailed the Argonauts.” Archaeology 11: 13-18.
Thubron, C. 1982. La Mer Antique. U.S.A.
Treuil, P., Darque, P., Poursat, J.-C. και Touchais, G. 1989. Les Civilisations Egeennes. Paris.
Trifoni, J. και Cattaneo, M. 2005. Παγκόσμια Κληρονομιά UNESCO, Προστατευόμενοι Αρχαιολογικοί Τόποι. Αθήνα.
Tzalas, H. 1995. “On the obsidian trail: with a papyrus craft in the Cyclades.” Στο Tropis ΙΙI. 3rd International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, edited by H. Tzalas, 441-71.
Vandier, J. 1964. Manuel d’ Archeologie Egyptienne-Tome IV. Vases, Reliefs et Peintures-Scenes de la Vie Quotidienne. Paris.
Vermeule, E. 1972. Greece in the Bronze Age. University of Chicago Press. Vermeule, E. και Karageorghis, V. 1992. Mycenaean Pictorial Vase Painting.
Harvard University Press.
Warren, P. 1979. “The Miniature Fresco from the West House at Akrotiri, Thera, and its Aegean Setting.” JHS vol. 99: 115-29.
Ασδραχάς, Σ., Τζαμτζής, Α. και Χαρλαύτη, Τ. (επ.) 2004. Ελλάδα της Θάλασσας. Αθήνα.
Βαρούχα, Ε. 1925/6 «Κυκλαδικοί Τάφοι Πάρου». Α.Ε. 1925-1926: 96-112.
Βήχος, Γ. 1989. «Αεροδυναμική και Υδροδυναμική των Πρωτοκυκλαδικών Πλοίων που εικονίζονται στα «τηγανόσχημα» σκεύη της Σύρου.» Στο Αρχαιολογία 32: 21-3.
Γιαννουλέλλης, Γ. 1994. Τα Καϊκια, το Σκαρί και η Αρματωσιά τους. Αθήνα.
Δαβάρας, Κ. 1984. «Μινωϊκό Κηριοφόρο Πλοιάριο της Συλλογής Μητσοτάκη.» Α.Ε.1984: 55-93.
Δεβετζή, Α. 1997. «Η παρουσία των λίθινων αγγείων ως ένδειξη των σχέσεων των νησιών του βορείου Αιγαίου με τον υπόλοιπο αιγαιακό χώρο.» Στο Η Πολιόχνη και η Πρώϊμη Εποχή του Χαλκού στο Βόρειο Αιγαίο, επ. Ντούμας, Χ.Γ. και La Rosa, V.: 556-68.
Δεληβοριάς, Α. 1985. Ελλάδα και Θάλασσα. Σύντομος Οδηγός Εκθέσεως. Αθήνα. Καμαρινού, Δ. και Μπάϊκα, Κ. 2005. «Ομηρικά και Μυκηναϊκά Πλοία.» Στο Αρχαιολογία & Τέχνες 94: 23-9.
Καρέτσου, Α. και Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, Μ. 2000. Κρήτη-Αίγυπτος. Πολιτισμικοί Δεσμοί Τριών Χιλιετιών. Ηράκλειο.
Κασσιανίδου, Β. 2005. «Η παραγωγή και η εξαγωγή κυπριακού χαλκού κατά την Ύστερη Χαλκοκρατία.» Στο Αρχαιολογία & Τέχνες 94: 39-44.
Κερένυϊ, Κ. 1966. Η Μυθολογία των Ελλήνων. Αθήνα.
Κορρές, Γ. 1977. «Εργασίαι, έρευναι και ανασκαφαί ανά την Πυλίαν.» ΠΑΕ: 238-41.
1989. «Νέαι Παρατηρήσεις επί της Παραστάσεως Πλοίου της ΥΕ ΙΙΙ Γ Πυξίδας εκ Τραγάνας Πύλου.» Στο Tropis I. 1st International Symposium on Ship Construction in Antiquity. Hellenic Institute for the Preservation of Nautical Tradition, Piraeus 1985, edited by H. Tzalas, 177-202.
Κουρουνιώτης, Κ. 1914. «Πύλου Μεσσηνιακής Θολωτός Τάφος.» ΑΕ: 99-117.
Κουτελάκης, Χ. 2005. «Προϊστορικά Πλοία. Μία νέα πρόταση για τα ακροστόλια στα πλοία των προϊστορικών Κυκλάδων.» Στο Corpus Ιούνιος 2005: 56-63.
Μαραγκού, Λ. 1992. Μινωϊκός και Ελληνικός Πολιτισμός από την Συλλογή Μητσοτάκη. Αθήνα
Μαρθάρη, Μ. 1997. «Ο κυκλαδικός κόσμος στην πρώϊμη εποχή του χαλκού.» Στο Πολιόχνη. Λήμνω εν Αμιχθαλόεσση. Ένα κέντρο της πρώϊμης εποχής του χαλκού στο βόρειο Αιγαίο, επ. Μενδώνη, Λ., 29-34.
1999. Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ίου. Σύντομη περιήγηση στς αρχαιότητες της Ίου μέσω των εκθεμάτων του Μουσείου. Αθήνα.
Μιχαηλίδου, Α. 2005. «Τεχνολογία του μετάλλου και εμπόριο στην Εποχή του Χαλκού.» Στο Αρχαιολογία & Τέχνες 94: 30-8.
Ντούμας, Χ. 1965. «Κορφή τ’ Αρωνιού.» ΑΔ 20: 41-64.
1984. Κυκλαδική Τέχνη-Αρχαία Γλυπτική και Κεραμεική από την Συλλογή Ν.Π. Γουλανδρή. Αθήνα.
1992. Οι Τοιχογραφίες της Θήρας. Αθήνα.
1993. «Το Πρωτοκυκλαδικό Τηγανόσχημο Σκεύος: Σκέψεις για μία πιθανή χρήση του.» Στο Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος ΙΔ΄, Πρακτικά Α΄ Κυκλαδολογικού Συνεδρίου, Άνδρος 5-9 Σεπτεμβρίου 1991, Μέρος Α΄ 1991-1993, 299-317.
Ντούμας, Χ.Γ., Μαρθάρη, Μ. και Τελεβάντου, Χ. 1997. Μουσείο Προϊστορικής Θήρας. Συνοπτικός Οδηγός. Αθήνα.
Παπαθανασόπουλος, Γ. 1981. Νεολιθικά-Κυκλαδικά. Αθήνα.1983. «Η υποβρύχια αρχαιολογία και η σημασία της.» ΣτοΑρχαιολογία τ. 8: 16-23.1990. «Δοκός: Ανασκαφική Περίοδος 1990.» Στο ΕΝΑΛΙΑ τόμος ΙΙ τεύχη 3/4: 6-24.
1996. Νεολιθικός Πολιτισμός στην Ελλάδα. Αθήνα. Πετράκος, Β. 1974. «Εκ της μυκηναϊκής Ωρωπίας.» ΑΔ 29: 95-8.
Πετράκος, Β. 2011. Το Έργον της Αρχαιολογικής Εταιρείας κατά το 2010 : 24-28, 47- 55.
Πρωτόπαππας, Σ. 2005. «Ο Κασσίτερος και ο μπρούτζος κατά την αρχαιότητα.» Στο Corpus Ιούνιος 2005: 48-55.
Σακελλαράκης, Ι. 1971. «Ελεφάντινο Πλοίο εκ Μυκηνών.» ΑΕ 1971: 188-233. Σακελλαρίου, Α. 1980. “The West House Miniature Frescoes.” Στο Thera and the
Aegean World II. Papers and Proceedings of the Second International Scientific Congress, Santorini, Greece, August 1978, επ. Doumas, C.G.,147-54.
Σγουρίτσα, Ν. 1988. «Το Μυκηναϊκό Νεκροταφείο της Βάρκιζας-Βάρης.» ΑΔ Μελέτες Α 43: 1-108.
Σκιάς, Α. 1898. «Πανάρχαια Ελευσινιακή Νεκρόπολις.» ΑΕ 1898: 29-122. Σταμπολίδης, Ν.Χρ. και Σωτηρακοπούλου, Π. 2007. Αιγαίου Κύματα. Έργα του
Πρωτοκυκλαδικού Πολιτισμού στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης της Αθήνας. Αθήνα.
Τελεβάντου, Χ. 1994. Ακρωτήρι Θήρας. Οι Τοιχογραφίες της Δυτικής Οικίας. Αθήνα. Τελεβάντου, Χ. 2002. Αρχαιολογικό Μουσείο Παλαιοπόλεως. Η αρχαία πόλις της Άνδρου. Αθήνα.
2006. «Προϊστορική Άνδρος.» Στο Γενέθλιον. Αναμνηστικός Τόμος για την συμπλήρωση είκοσι χρόνων λειτουργίας του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, επ. Σταμπολίδης, Ν.Χρ., 1-16.
Τζάλλας, Χ. 1989. «Ο Δρόμος του Οψιδιανού με ένα παπυρένιο σκάφος στις
Κυκλάδες.» Στο Αρχαιολογία 32: 11-20.
Τσούντας, Χ. 1898. «Κυκλαδικά.» ΑΕ: 137-211.
Τσούντας, Χ. 1899. «Κυκλαδικά.» ΑΕ: 73-134.
Τσούχλος, Ν. 1983. «Αρχαία Ναυάγια και η ζωή τους μετά θάνατον.» Στο Αρχαιολογία τ. 8: 29-33.
Υπουργείο Πολιτισμού 1999. Το Έργο του Υπουργείου Πολιτισμού στον Τομέα της Πολιτιστικής Κληρονομιάς. 3/1999: 148.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1 Τζάλλας 1989, 12-13
2 Johnstone 1980, 58
3 Carter 2006, 5
4 Ministry of Information and Culture 1979, 15
5 Tzalas 1995, 442
6 Dawson 2010, 203
7 Thubron 1982, 17
8 Basch 1991, 48
9 Delivorias 1987, 146-147, Basch 1991, 43-54, πίν. XIIa, XIIIa, XIVa
10 Vermeule 1972, 81
11 Κερένυϊ 1966, 249
12 Frodin 1938, 300-301
13 Delivorias 1987, 147-148
14 Vermeule και Karageorghis 1992, 145, 225
15 Delivorias 1987, 153
16 Frodin 1938, 300
17 Σγουρίτσα 1988, 32-33
18 Κουρουνιώτης 1914, 109
19 Ο.π. 10
20 Dakoronia 1987, 118
22 Basch 1987, 159
23 Kirk 1949, 118-119
25 Morrison και Williams 1968, 18-19
26 Ο.π. 22
27 Ο.π. 22
28 Ο.π. 23-25
29 Ο.π. 28-36
30 Ο.π. 28
31 Ο.π. 37
32 Bass 1987, 698
33 Vichos, Tsouchlos, Papathanasopoulos. στο Laffineur, Basch (eds.) 1991, 149
34 Ο.π. 150
35 Παπαθανασόπουλος 1990, 13
36 Bass 1986, 270
37 Ο.π. 285
38 Bass 1987, 699
39 Bass 1985, 27
40 Bass 1986, 269
41 Pulak Phelps, Lolos, Vichos 1999, 213
42 Muckelroy 1978, 71
43 Bass 2003, 14
44 Muckelroy 1978, 192
45 Pulak στο Phelps, Lolos, Vichos 1999, 220
46 Muckelroy 1978, 70-71
47 Agouridis στο Phelps, Lolos, Vichos 1999, 29
48 Vichos στο Phelps, Lolos, Vichos 1999, 77
49 Ο.π. 83
50 Ο.π. 85
51 Carter 2010, 192
52 Carter 2006, 55
57. Το καράβι αυτό, έχει υπερυψωμένη «πλώρη» και ιδιαίτερα χαμηλή«πρύμνη»,
55 McGrail 2004, 18-19, 435
58 Renfrew 1967, 5
59 Τσούντας 1899, 92
60 Βαρούχα 1925-1926, 110
61 Faucounau 1978, 110
62 Treuill et al (eds.) 1989, 192
63 Wiencke 1980, 240
64 Ντούµας 1993, 313-314
65 Coleman 1985, 200
66 Πετράκος 2011, 47-51
67 Broodbank 1989, 336-337
68 Broodbank 2010, 253
69 Μαρθάρη 1999, 27
70 Giannopoulos 1910, 63
71 Παπαθανασόπουλο 1996, 330
72 Marangou 1991, 22
73 Dakoronia 1995, 160
74 Πετράκος 1974, 98
75 Basch 1987, 141
76 Spathari 1995, 34-36
77 Marinatos 1933, 215
78 Delivorias 1987, 132
79 Μαραγκού 1992, 107
80 ∆αβάρας 1984, 55
81 Boulotis στο Delivorias 1987, 33
82 Marinatos 1933, 217-218
83 Basch 1987, 136
84 Spathari 1995, 35
85 Marinatos 1933, 217-218
86 Παπαθανασόπουλος 1990, 13
87 Lambrinoudakis στο Marangou 1990, 109
88 Basch 1987, 395
89 Τελεβάντου 2006, 4-9
90 Πετράκος 2011, 53-54
91 Τελεβάντου 2006, 7
92 Ο.π.
93 Ο.π.
94 Πετράκος 2011, 53
95 Ντούµας 1965, 53
96 Trifoni και Cattaneo 2005, 16-17
97 Manning 1999, 34
98 Marinatos 1974, 93-94
99 Sakellariou 1980, 148
100 Immerwahr 1977, 183
101 Morgan 1983, 104-105
102 Gesell 1980, 204
103 Ηροδότου Ι, 1
104 Τελεβάντου 1994, 325
105 Abramovitz 1980, 62
106 Πετράκος 2011, 24
107 Spathari 1995, 34-36
108 Vermeule 1972, 111
109 Ο.π. 108
110 Basch 1987, 159
111 Spathari 1995, 68
112 Basch 1987, 173
113 Spathari 1995, 70
114 Basch 1987, 188
115 Basch 1987, 187
116 Spathari 1995, 68
117 Casson 1971, 46
118 Ο.π. 49
119 Basch 1987, 148
120 Casson 1971, 53
121 Basch 1987, 148
122 Ο.π. σελ. 157
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ - ΑΝΑΛΥΣΗ
α/α ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
1 Βαρελόσχημο αγγείο, Αίγινα ΜΕ
2 Όστρακο βαρελόσχημου αγγείου, Αίγινα ΜΕ
3 Όστρακο βαρελόσχημου αγγείου, Αίγινα ΜΕ
4 Όστρακο βαρελόσχημου αγγείου, Αίγινα ΜΕ
5 Όστρακα από την Αίγινα, Ασίνη ΜΕ
6 Όστρακα αμφορέα, Ιωλκός ΜΕΙΙ - ΥΕΙ
7 Ψευδόστομος αμφορέας, Σκύρος ΥΕΙΙΙ Γ
8 Ψευδόστομος αμφορέας, Ασίνη ΥΕΙΙΙ Γ
9 Όστρακο, Μυκηναϊκό Νεκροταφείο Βάρκιζας – Βάρης ΥΕΙΙΙ Γ
10 Πυξίδα, Τραγάνα ΥΕΙΙΙ Γ
11 Όστρακα κρατήρων, Κύνος ΥΕΙΙΙ Γ
12 Όστρακο, Ελευσινιακή Νεκρόπολις ΥΕΙΙΙ
13 Κρατήρας, Κνωσσός ΠΓ
14 Κρατήρας, Νεκρόπολις Σάμου, 8ος αι. π.Χ.
15 Κρατήρας Διπύλου, Αττική ΥΓΙ
16 Όστρακο, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
17 Όστρακο, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
18 α & β Όστρακα, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
19 Κρατήρας, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
20 α & β Όστρακα, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
21 Όστρακο, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
22 Όστρακο, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
23 Όστρακο, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
24 Κρατήρας, Δίπυλο, Αττική ΥΓΙ
25 Κύπελλο, Θήβα ΥΓΙΙ
26 Κρατήρας, Αττική ΥΓΙΙ
27 Κύλιξ, Ελευσίνα ΥΓΙΙ
28 Κύπελλο, Αττική ΥΓΙΙ
29 Οινοχόη, Αττική ΥΓΙΙ
30 Κύπελλο, Αττική ΥΓΙΙ
31 Όστρακο, Ακρόπολη Αθηνών ΥΓΙΙ
32 Όστρακο, Ακρόπολη Αθηνών ΥΓΙΙ
33 Όστρακο, Ακρόπολη Αθηνών ΥΓΙΙ
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΙΚΟΝΩΝ
Delivorias 1987
Τζάλλας 1989
Carter 2010
Ministry of Information and Culture 1979
Bass 1987
Phelps et al 1999
Παπαθανασόπουλος 1990
Τουριστικός χάρτης ΝΑ Τουρκίας
Phelps et al 1999
Ο.π.
Ο.π.
Carter 2010
McGrail 2010
Spathari 1995
Ο.π.
Delivorias 1987
Broodbank 1989
Delivorias 1987
Πετράκος 2011
Παπαθανασόπουλος 1986
Dakoronia 1995
Delivorias 1987
Spathari 1995
Ο.π.
Delivorias 1987
Μαραγκού 1992 & Δαβάρας 1984
Spathari 1995
Basch 1987 & Delivorias 1987
Παπαθανασόπουλος 1990
Marangou 1990
Παπαθανασόπουλος 1990
Προσωπικό αρχείο Α.Χ.
Προσωπικό αρχείο Μ.Φ.
Basch 1987
Ο.π.
Τελεβάντου 2006
Πετράκος 2011
Marangou 1990
Ο.π.
Trifoni & Cattaneo 2005
Ντούμας 1992
Ο.π.
Πετράκος 2011
Spathari 1995
Vermeule 1972
Delivorias 1987
Spathari 1995
Ο.π.
Ο.π.
Basch 1987
Spathari 1995
Ο.π.
Ο.π.
Προσωπικό αρχείο Α.Χ.
_Φωτογραφία σελ. 1 Προσωπικό αρχείο Μ.Φ.
_Φωτογραφία σελ. 75 Προσωπικό αρχείο Α.Χ.
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
α/α 1. Basch 1991
α/α 2. Ο.π.
α/α 3. Delivorias 1987
α/α 4. Ο.π.
α/α 5. Frodin 1938
α/α 6. Spathari 1995
α/α 7. Delivorias 1987
α/α 8. Spathari 1995 & Morrison & Williams 1968
α/α 9. Σγουρίτσα 1988
α/α 10. Κορρές 1989
α/α 11. Spathari 1995 & Dakoronia 1987
α/α 12. Σκιάς 1898
α/α 13. Morrison & Williams 1968
α/α 14. Ευχετήρια κάρτα Χριστουγέννων 2002 ΚΑ’ Ε.Π.Κ.Α. α/α 15. Morrison & Williams 1968
α/α 16. Ο.π.
α/α 17. Ο.π.
α/α 18. Ο.π.
α/α 19. Ο.π.
α/α 20. Ο.π.
α/α 21. Ο.π.
α/α 22. Ο.π.
α/α 23. Ο.π.
α/α 24. Ο.π.
α/α 25. Spathari 1995
α/α 26. Ο.π.
α/α 27. Ο.π.
α/α 28. Ο.π.
α/α 29. Ο.π.
α/α 30. Ο.π.
α/α 31. Ο.π.
α/α 32. Ο.π.
α/α 33. Ο.π.
ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ Α΄ ΚΥΚΛΟΥ ΤΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ- ΘΕΜΑ : Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 12ος-8ος ΑΙΩΝΑΣ π.Χ.-ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2001-ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΕΣ: Ν. ΚΟΥΡΟΥ-Ν. ΣΓΟΥΡΙΤΣΑ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2001-ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΠΛΟΙΩΝ 12ος – 8ος π.Χ.- ΜΑΡΙΑ Θ. ΦΩΤΙΑ
Οι Αρχάγγελοι
Με απλωμένα τα πανιά των έρχονται Κάθε φορά που τις καρδιές φουσκώνουν
οι πνοές του πόντου..............................Ανδρέας Εμπειρίκος
©ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ