- ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΟΥ ΒΙΟΥ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ.
- ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΕΝΔΥΣΕΩΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
- ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ/ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΠΡΩΙΜΗ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ.
1) Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ενιαία χρονολογική αφετηρία. Το πολιτικό έτος διέφερε από το φυσικό που ονομαζόταν Ενιαυτός. Συνήθως το έτος καθοριζόταν από τον χρόνο θητείας κάποιου πολιτικού ή θρησκευτικού Άρχοντος, ο οποίος του έδινε και το όνομά του.
Έτσι στην Αθήνα, κάθε έτος έφερε το όνομα τού Βασιλέα αρχικώς, και αργότερα ενός εκ των Εννέα Αρχόντων, ο οποίος ονομαζόταν Επώνυμος.
Ομοίως στη Σπάρτη, έφερε το όνομα τού κυριοτέρου εκ των πέντε Εφόρων, ο οποίος και εκείνος εκκαλείτο Επώνυμος.
Στην Ήλιδα μόνον, μετρούσαν τον χρόνο με βάση τις Ολυμπιάδες, τρόπος χρονολόγησης που γενικεύτηκε από τους Αλεξανδρινούς συγγραφείς του 3ου π.Χ. αιώνος, οι οποίοι άρχισαν να απαριθμούν τα έτη με αφετηρία όχι την αρχή των Ολυμπιακών Αγώνων –η οποία χάνεται στα βάθη των αιώνων– αλλά την Ολυμπιάδα του 776 π.Χ. στην οποία αναδείχθηκε νικητής στον αγώνα δρόμου –το μοναδικό αγώνισμα που περιελάμβανε τότε το πρόγραμμα– ο Κόροιβος.
Οι γνώμες για το ποιος χρησιμοποίησε πρώτος αυτού του είδους τη χρονολόγηση, διίστανται. Άλλοι επιστήμονες το αποδίδουν στον ιστορικό Τιμαίο τον Σικελιώτη (352 – 256 π.Χ.) και άλλοι στον περίφημο Ερατοσθένη (275 – 195 π.Χ.).
Στο παρόν μυθιστόρημα η χρονολόγηση επιχειρείται με την αναφορά των Επωνύμων Αρχόντων (παρόλο που το έτος θητείας τους ήταν ακαθορίστου και συνήθως απροβλέπτου διαρκείας). Δυστυχώς, από τους σωζόμενους πίνακες απουσιάζουν κάποια –ελάχιστα– ονόματα Αρχόντων (σε κάποιες περιπτώσεις δεν εκλέχθηκαν ή ακόμη και διατήρησαν βιαίως την εξουσία για ακόμη δεκατέσσερεις μήνες), ως εκ τούτου η χρονολόγηση εκείνων των ετών θα παρουσιάζεται με το μεταγενέστερο, της περιόδου η οποία εξετάζεται, σύστημα της αναγωγής των προ Χριστού ετών σε Ολυμπιάδες.
Επειδή όμως, όπως ήδη γράφτηκε, η θητεία των Επωνύμων Αρχόντων εκτός από απρόβλεπτη διάρκεια παρουσίαζε και ένα άλλο πρόβλημα, εκείνο της έναρξης της Αρχής τους από τα μέσα του καλοκαιριού, γι’ αυτό η αναγωγή των προ Χριστού ετών σε Ολυμπιάδες και η σχέση τους με τη σύγχρονη χρονολόγησή τους, ίσως παρουσιάσει κάποιες φορές μια χρονική ανακολουθία μέχρι και έξι μηνών.
Εν προκειμένω, το έτος το οποίο στη σύγχρονη χρονολόγηση παρουσιάζεται απλώς ως 520 π.Χ., αφορά στην πραγματικότητα το έτος από τον Ιούλιο του 520 π.Χ. έως τον Ιούλιο 519 π.Χ.
15)
ΟΠΛΗΤΕΣ.
Οι Αθηναίοι ήταν πάντα αυτόχθονες. Καθώς η γη τους δεν ήταν εύφορη, ούτε από εισβολές υπέφεραν, ούτε από εσωτερικές αναστατώσεις.
Όταν μετά τον Τρωικό πόλεμο σε άλλες περιοχές άρχισαν εισβολές και μετακινήσεις, πολλά από τα παλιά φύλλα αναγκάστηκαν να εκτοπιστούν και κατέληξαν στην Αττική.
Ανάμεσα σε αυτούς τους πρόσφυγες ήταν και ο πατέρας του Ίωνος, ο Ξούθος, ο οποίος μάλιστα εξελέγη Πολέμαρχος αντιμετωπίζοντας μια εισβολή Θρακών.
Ο Ίων είναι ο μυθικός γενάρχης του έθνους των Ιώνων. Μέρος λοιπόν αυτού του έθνους εγκαταστάθηκε ειρηνικά στην Αττική (αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε τον μύθο), και αυτή, λοιπόν, αποτέλεσε τη βάση για τον αποικισμό της Ιωνίας.
Ένα έθνος μπορούσε να έχει αυτή τη οργάνωση, ακόμη και όταν, όπως έγινε και στην εν λόγω περίπτωση, εγκαθίστανται τμήματά του σε διαφορετικά μέρη χωρίς καμία επαφή μεταξύ τους.
Για παράδειγμα, οι Ίωνες διατήρησαν τις φυλές τους είτε ήταν εγκατεστημένοι στη Μίλητο, είτε στην Αττική, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι ο οποιοσδήποτε κάτοικος της Αθήνας άνηκε στην ίδια φυλή με οποιονδήποτε κάτοικο της Μιλήτου.
Ήταν ένα παραδοσιακό σχήμα το οποίο εφαρμοζόταν σε διαφορετικές περιοχές. Όσοι, εκ των Ιώνων, έμειναν στην Αττική, μαζί με τους αυτόχθονες κατοίκους σχημάτισαν τις 4 Ιωνικές Φυλές οι οποίες ήταν οι εξής: Γελέοντες (γεωργοί), Αιγικορείς (ποιμένες αιγών), Αργαδείς (τεχνίτες) και Όπλητες (πολεμιστές).
Οι ιδιότητες βέβαια είναι μεταγενέστερη επινόηση, αλλά δείχνουν τον διαχωρισμό σε Φυλές. Από αυτό το σύστημα ευνοούνταν οι αρχηγοί πλουσίων ηγετικών οικογενειών και γενών.
Με την πάροδο των ετών, από αυτούς προέκυψε η αριστοκρατία, την οποία θέλησε να χτυπήσει ο Κλεισθένης με τις μεταρρυθμίσεις του, το 507 π.Χ.
Το παλαιό φυλετικό σύστημα είχε ακόμα το κύρος της παράδοσης και της θρησκείας, αλλά μετά τον Κλεισθένη έπαψε να ρυθμίζει αποκλειστικά τη διοίκηση της πόλης των Αθηνών.
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ/ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΠΡΩΙΜΗ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ.
27) Η ΗΛΙΑΙΑ ήταν ένα από τα δικαστήρια της αρχαίας Αθήνας. Ήταν διαφορετικό από τα υπόλοιπα ποινικά δικαστήρια και ήταν εκείνο που έκανε την Αθήνα να διαφέρει απ’ όλες τις άλλες ελληνικές πόλεις. Επρόκειτο για ένα λαϊκό δικαστήριο το οποίο εκδίκαζε εκτός από τις δίκες φόνου, σχεδόν όλες τις άλλες υποθέσεις. Οι δικαστές της ονομάζονταν Ηλιασταί και ήταν έξι χιλιάδες.
Τα διάφορα τμήματα της Ηλιαίας αποτελούνταν από 501 ή 1001 ή 1501 ή 2001 πρόσωπα. Ο πιο συνηθισμένος αριθμός ήταν 501. Οι Ηλιαστές ήταν αιρετοί με ετήσια θητεία και λόγω του μεγάλου αριθμού τους ο κάθε Αθηναίος ήταν πολύ πιθανό να εκλεγεί σε αυτό το αξίωμα, εάν το επιθυμούσε. Για τη διανομή των Ηλιαστών, κάθε φορά, στα διάφορα τμήματα, λαμβάνονταν άπειρα προφυλακτικά μέτρα τα οποία είχαν σκοπό να μη γίνουν γνωστά τα ονόματα των δικαστών και υπάρξει υπόνοια ή γεγονός επηρεασμού τους με κάθε τρόπο.
Σήμερα μπορούμε να περιγράψουμε με απόλυτη ακρίβεια, την άκρως πολύπλοκη διαδικασία της κλήρωσης των Ηλιαστών κατά τμήμα, χάριν της εύρεσης και της ταύτισης των Κληρωτηρίων (μηχανών κλήρωσης) που βρέθηκαν στις ανασκαφές στην Ακρόπολη και οι οποίες μας βοήθησαν να κατανοήσουμε πλήρως τρία σχετικά κεφάλαια του έργου του Αριστοτέλους: «Αθηναίων Πολιτεία» των οποίων το κείμενο είχε διασωθεί σε έναν και μοναδικό πάπυρο, σε κακή κατάσταση, και πριν την ανακάλυψη αυτή δεν γνωρίζαμε πολύ καλά το νόημα των περιεχομένων τους.
30) Μετά τις Κλεισθένιες Μεταρρυθμίσεις, οι Φυλές των Αθηναίων αυξήθηκαν από τέσσερις σε δέκα. Η Πυθία εκλήθη να διαλέξει μεταξύ εκατό επωνύμων μυθικών ηρώων των Αθηνών, τους δέκα εκείνους οι οποίοι θα έδιναν και το όνομά τους σε κάθε Φυλή.
30) Μετά τις Κλεισθένιες Μεταρρυθμίσεις, οι Φυλές των Αθηναίων αυξήθηκαν από τέσσερις σε δέκα. Η Πυθία εκλήθη να διαλέξει μεταξύ εκατό επωνύμων μυθικών ηρώων των Αθηνών, τους δέκα εκείνους οι οποίοι θα έδιναν και το όνομά τους σε κάθε Φυλή.
Με αυτόν τον τρόπο ο νομοθέτης επεδίωξε να συμπεριλάβει σε κάθε Φυλή, πολίτες όλων των κοινωνικών στρωμάτων, επαγγελμάτων και περιοχών της Αττικής, ούτως ώστε κάθε μονάδα (Φυλή) να περιέχει όλες τις τάξεις των κατοίκων, με σκοπό να αμβλυνθούν οι διαχωρισμοί σε ανώτερους και κατώτερους και να υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή ισότητα πολιτών.
Έτσι ο Κλεισθένης δημιούργησε, ονόμασε και έταξε σε συγκεκριμένη και μόνιμη θέση, εξ αριθμήσεως, την κάθε Φυλή –ακόμη και στην φάλαγγα οπλιτών. Αυτή η θέση, ξεκινώντας από τα δεξιά της φάλαγγος προς τα αριστερά (από το δεξί κέρας προς το αριστερό) ήταν: Ερεχθηίς, Αιγηίς, Πανδιονίς, Λεοντίς, Ακαμαντίς, Οινηίς, Κεκροπίς, Ιπποθοωντίς, Αιαντίς, Αντιοχίς. Βάσει των πηγών και των νεωτέρων μελετών όμως, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι στη μάχη του Μαραθώνος αναφέρεται ρητά πως ο Πολέμαρχος των Αθηναίων, Καλλίμαχος, ετάχθη μαζί με τη Φυλή του στο τιμητικό δεξιό τμήμα (κέρας) της παρατάξεως, όπως ήταν και το πρέπον για τον αρχιστράτηγο (συνήθως και για το ικανότερο τμήμα των πολεμιστών) στις μάχες με το σύστημα της φάλαγγος στην αρχαία Ελλάδα.
Ο Καλλίμαχος όμως ανήκε στην Αιαντίδα Φυλή, άρα αυτή βρισκόταν στο άκρο δεξιό κέρας της παρατάξεως, πρώτη απ’ όλες, και όχι η Ερεχθηίς, όπως είχε ορίσει ο Κλεισθένης με τους νόμους του.
Οι επιστημονικές υποθέσεις, θέλουν η τάξη των Φυλών να γίνεται αναλόγως της μάχης και των αναγκών αυτής, και όχι με συγκεκριμένο και μόνιμο τρόπο ανεξαρτήτως των ιδιαιτεροτήτων κάθε σύγκρουσης. Ακόμη είναι αβέβαιο το τι συνέβαινε.
Πάντως για τη μάχη του Μαραθώνος, η επιστημονική έρευνα των ειδημόνων έχει καταλήξει στην εξής διάταξη των Φυλών (ξεκινώντας από το δεξί κέρας και καταλήγοντας στο αριστερό, δίπλα στις τάξεις των Πλαταιέων): Αιαντίς (Πολέμαρχος Καλλίμαχος), Ακαμαντίς, Ιπποθοωντίς, Οινηίς (Στρατηγός Μιλτιάδης Κίμωνος), Αντιοχίς (Στρατηγός Αριστείδης Λυσιμάχου), Λεοντίς (Στρατηγός Θεμιστοκλής Νεοκλέους), Πανδιονίς, Αιγηίς (αβέβαιον, ακόμη εξετάζεται η θέση της), Κεκροπίς, Ερεχθηίς (Nicholas Sekunda / A. Raubitschek 1956).
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι δύο εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 27 και 30 σημειώσεις.).
29) Η ΧΛΑΜΥΣ, ήταν ένα αποκλειστικά ανδρικό ένδυμα. Επρόκειτο για ένα κοντό ύφασμα το οποίο στερεωνόταν στον δεξιό ώμο με πόρπη ή περόνη, κατά τέτοιον τρόπο ώστε να καλύπτεται ο αριστερός βραχίονας από την κλειστή πλευρά του υφάσματος, ενώ ο δεξιός να μένει τελείως ακάλυπτος. Αν ήθελε κάποιος να έχει και τα δυο του χέρια ελεύθερα, μπορούσε να στρέψει τη χλαμύδα με τέτοιον τρόπο, ώστε η πόρπη να βρεθεί μπροστά, στο μέσον του στήθους. Ήταν ένδυμα κυρίως των εφήβων, των ταξιδιωτών και των στρατιωτικών.
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι δύο εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 27 και 30 σημειώσεις.).
29) Η ΧΛΑΜΥΣ, ήταν ένα αποκλειστικά ανδρικό ένδυμα. Επρόκειτο για ένα κοντό ύφασμα το οποίο στερεωνόταν στον δεξιό ώμο με πόρπη ή περόνη, κατά τέτοιον τρόπο ώστε να καλύπτεται ο αριστερός βραχίονας από την κλειστή πλευρά του υφάσματος, ενώ ο δεξιός να μένει τελείως ακάλυπτος. Αν ήθελε κάποιος να έχει και τα δυο του χέρια ελεύθερα, μπορούσε να στρέψει τη χλαμύδα με τέτοιον τρόπο, ώστε η πόρπη να βρεθεί μπροστά, στο μέσον του στήθους. Ήταν ένδυμα κυρίως των εφήβων, των ταξιδιωτών και των στρατιωτικών.
Οι Ιππείς φορούσαν χλαμύδα, αλλά από πιο χονδρό ύφασμα. Οι νέοι οι οποίοι λάμβαναν μέρος στη διετή στρατιωτική εκπαίδευση των Αθηναίων εφήβων, την ονομαζόμενη «Εφηβεία» (προαιρετική έως και τον 5ο π.Χ. αιώνα –αφορούσε κυρίως γόνους πλουσίων οικογενειών– αλλά υποχρεωτική για όλους τους ελευθέρους νέους των Αθηνών που βρίσκονταν στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών, από τον 4ο π.Χ. αιώνα και μετά), φορούσαν τη χλαμύδα μαύρου χρώματος, η οποία τους χαρακτήριζε.
33) Το ΕΠΙΣΗΜΑ (Έμβλημα ή Επίσημον), ήταν το χαρακτηριστικό σχέδιο με χρώμα (ή φιγούρα από φύλλο χαλκού η οποία στερεωνόταν πάνω στο μέτωπο της ασπίδος), με το οποίο διακοσμούσαν οι οπλίτες το εξωτερικό μέρος (μέτωπο/οθόνη) των ασπίδων τους και μέσω αυτού διακήρυσσαν την προσωπική τους ταυτότητα, διαφοροποιούμενοι από τους ομοίους τους.
33) Το ΕΠΙΣΗΜΑ (Έμβλημα ή Επίσημον), ήταν το χαρακτηριστικό σχέδιο με χρώμα (ή φιγούρα από φύλλο χαλκού η οποία στερεωνόταν πάνω στο μέτωπο της ασπίδος), με το οποίο διακοσμούσαν οι οπλίτες το εξωτερικό μέρος (μέτωπο/οθόνη) των ασπίδων τους και μέσω αυτού διακήρυσσαν την προσωπική τους ταυτότητα, διαφοροποιούμενοι από τους ομοίους τους.
Υπήρχε μεγάλη ποικιλία σχεδίων μεταξύ των οποίων ήταν: γεωμετρικά μοτίβα, μορφές ζώων, αναπαραστάσεις μυθικών σκηνών κ.α. Στη Σπάρτη, αυτή η πρακτική εφαρμοζόταν έως το 440/430 π.Χ. περίπου, όταν το προσωπικό επίσημα, αντικαταστάθηκε από το εθνικό –κοινό για όλους τους οπλίτες της– το οποίο ήταν το γράμμα «Λάμβδα» (Λ), το αρχικό δηλαδή της πόλης τους (Λακεδαίμων).
Ομοίως κατά τον 5ο και 4ο π.Χ. αιώνα, τα ιδιωτικά Επισήματα αντικαθίστανται από εθνικά σε όλες σχεδόν τις πόλεις. Έτσι οι Μαντινείς φέρουν την τρίαινα του Ποσειδώνος, οι Θηβαίοι την κορύνη του Ηρακλέους, οι Αργείοι ξεχωρίζουν από τις ολόλευκες ασπίδες τους, οι Σικυώνιοι φέρουν το γράμμα «Σίγμα» (Σ), οι Μεσσήνιοι το γράμμα «Μι» (Μ) κ.λπ.
Ομάδα επιστημόνων υποστηρίζει, ότι η πρακτική του εθνικού Επισήματος, ξεκίνησε από την Αθήνα, όπου ισχυρές και πολυάνθρωπες οικογένειες αριστοκρατών (Φιλαΐδες, Αλκμεωνίδες, Λυκομήδες κ.α.), για να ξεχωρίσουν από τους υπολοίπους είχαν υιοθετήσει κοινό Επίσημα, η κάθε μία ξεχωριστό από τις άλλες. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι η «Τρισκελίς» φερόταν ως το Επίσημα της οικογενείας των Αλκμεωνιδών. Όμως αυτός ο υπολογισμός ακόμη εξετάζεται και, προς το παρόν, παραμένει στα γενικά όρια της επιστημονικής υποθέσεως.
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι δύο εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 29 και 33 σημειώσεις.).
50) Ο ΚΥΛΩΝ, ανήκε στην τάξη των Ευγενών και επίσης ήταν Ολυμπιονίκης. Εκμεταλλευόμενος την δημοτικότητά που είχε αποκτήσει και έχοντας τη βοήθεια του πεθερού του, Τυράννου των Μεγάρων Θεαγένη, επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία στην Αθήνα.
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι δύο εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 29 και 33 σημειώσεις.).
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΟΥ ΒΙΟΥ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ.
50) Ο ΚΥΛΩΝ, ανήκε στην τάξη των Ευγενών και επίσης ήταν Ολυμπιονίκης. Εκμεταλλευόμενος την δημοτικότητά που είχε αποκτήσει και έχοντας τη βοήθεια του πεθερού του, Τυράννου των Μεγάρων Θεαγένη, επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία στην Αθήνα.
Στην προσπάθειά του αυτή κατέλαβε την Ακρόπολη το 632 π.Χ. Όμως ο Άρχων της Πόλης, ο Μεγακλής, ο οποίος ανήκε στην ισχυρή οικογένεια των Αλκμεωνιδών, αντέδρασε δραστήρια και πολιορκώντας την Ακρόπολη ανάγκασε τον Κύλωνα μαζί με τον αδελφό του να διαφύγουν στα Μέγαρα.
Τότε, οι οπαδοί του Κύλωνος κατέφυγαν ως ικέτες στον βωμό της Πολιάδος Αθηνάς. Οι άνθρωποι οι οποίοι κατέφευγαν τότε στους βωμούς, θεωρείτο ότι προστατεύονται απ’ τους θεούς και δεν τους έβλαπτε κανένας. Όμως οι οπαδοί του Μεγακλή, αφού υποσχέθηκαν στους ικέτες ότι εάν βγουν από το ιερό κανείς δεν θα τους πειράξει, παραβίασαν αυτόν τον ιερό κανόνα και τους εκτέλεσαν.
Εκτελεσθέντες οπαδοί του Κύλωνος από τις ανασκαφές στο Φαληρικό Δέλτα |
Το έγκλημα αυτό προκάλεσε φρίκη όχι μόνον στους Αθηναίους, αλλά και στους υπολοίπους Έλληνες. Οι Αλκμεωνίδες θεωρήθηκαν «Εναγείς» και προ αυτής της κατακραυγής, αποφάσισαν οικιοθελώς, να δικαστούν από τριακοσιομελές δικαστήριο το οποίο και τους επέβαλε την ποινή της εξορίας.
Τόσο μεγάλο ήταν το «Άγος», ώστε διετάχθη να εκταφούν τα οστά των νεκρών μελών της οικογενείας αυτής, και να ταφούν έξω από τα όρια της Αθηναϊκής Επικρατείας! Το «Κυλώνειον Άγος», όπως έμεινε γνωστό, έγινε αφορμή για να διχαστεί η πόλη των Αθηνών πολλές φορές και κατά το μέλλον, ακόμη και μέχρι τη μάχη του Μαραθώνος.
61) Κατά την αρχαϊκή περίοδο, συνέβη η κωδικοποίηση του δικαίου, όπως και της θρησκευτικής λατρείας. Στην Αθήνα, ο Σόλων, πέρα από τα μέτρα κοινωνικής υφής, έλαβε και αντίστοιχα πολιτικά. Διαχώρισε τους Αθηναίους πολίτες σε τέσσερις κατηγορίες (τιμοκρατικές τάξεις) ανάλογα με το εισόδημά τους τα λεγόμενα «τέλη» ή «τιμήματα» –τα οποία διατήρησε και ο Κλεισθένης στις μεταρρυθμίσεις του:
α) οι ΠΕΝΤΑΚΟΣΙΟΜΕΔΙΜΝΟΙ οι οποίοι αποτελούσαν την ανώτερη τάξη, και είχαν ετήσιο εισόδημα 500 μεδίμνων δημητριακών ή 500 δραχμών και άνω,
β) οι ΙΠΠΕΙΣ (η ονομασία αυτή ήταν κατάλοιπο των παλαιών αριστοκρατικών εποχών, κατά τις οποίες οι Ευγενείς διατηρούσαν ίππους) ή ΤΡΙΑΚΟΣΙΟΜΕΔΙΜΝΟΙ, οι οποίοι είχαν ετήσιο εισόδημα 300 μεδίμνων ή 300 δραχμών και άνω,
γ) οι ΖΕΥΓΙΤΑΙ (η ονομασία αυτή προκύπτει από το ότι οι εν λόγω πολίτες κατείχαν κλήρο ο οποίος ήταν δυνατό να καλλιεργηθεί με τη βοήθεια ενός ζεύγους βοδιών. Κατ’ άλλους επιστήμονες, η ονομασία προήλθε από τη θέση των πολιτών αυτών στους ζυγούς της φάλαγγας οπλιτών) ή ΔΙΑΚΟΣΙΟΜΕΔΙΜΝΟΙ, με εισόδημα 200 μεδίμνων ή 200 έως 300 δραχμών και
δ) οι ΘΗΤΕΣ, οι οποίοι ήταν ακτήμονες και είχαν ελάχιστο εισόδημα.
Ανάλογα με την κατάταξη του καθενός, με βάση πάντα το εισόδημά του, καθορίστηκε ο βαθμός συμμετοχής του στη διακυβέρνηση των κοινών και στη συγκρότηση του στρατού.
Το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, καθώς και οι διοικητικές θέσεις στις οποίες ήταν εκλόγιμοι οι πολίτες της κάθε μίας από τις παραπάνω τάξεις, τροποποιούταν αναλόγως με την περίοδο και την ισχύουσα πολιτικοστρατιωτική κατάσταση.
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι δύο εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 50 και 61 σημειώσεις.).
Ο ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
53) Η Κρηπίς, ήταν ένας ενδιάμεσος τύπος υποδήματος, μεταξύ σανδαλιού και ενδρομίδος. Δεν κάλυπτε τελείως το πόδι και αποτελούταν από ανθεκτική μετρίου πάχους σόλα, ένα δερμάτινο κομμάτι στο σημείο της φτέρνας γύρω από τους αστραγάλους, μια δερμάτινη λωρίδα πλάτους περίπου τεσσάρων εκατοστών, η οποία ενωνόταν στο μπροστινό μέρος της σόλας στο ύψος των δύο μεσαίων δακτύλων του ποδιού, διέτρεχε το μετατάρσιο και τελείωνε στο σημείο της κλειδώσεως του αστραγάλου.
Όλο αυτό το σύστημα συνδεόταν με το πόδι, με δερμάτινους ιμάντες που ανέβαιναν έως ψηλά στην κνήμη. Τη φορούσαν κυνηγοί, οδοιπόροι και κυρίως στρατιώτες. Στη Σπάρτη συνήθιζαν να την χρωματίζουν κόκκινη. Γενικότερα οι στρατιώτες φορούσαν υποδήματα κατά τη μάχη, αναλόγως την εποχή και τη μορφολογία του εδάφους τού πεδίου στο οποίο θα πολεμούσαν.
56) ΑΒΑΚΙΟ. Επρόκειτο για το «τετράδιο» του μαθητή εκείνης της εποχής. Ήταν μία ξύλινη πλάκα, η οποία είχε ένα πλαίσιο που το εσωτερικό ήταν καλυμμένο με κερί. Χάραζαν επάνω εκεί τα γράμματα με έναν άξονα, τη γραφίδα, η οποία ήταν από τη μία της πλευρά μυτερή και από την άλλη πεπλατυσμένη ή σφαιροειδής για να σβήνει ο μαθητής ό,τι θέλει. Οι πλάκες αυτές ήταν μονές, όμως άλλες φορές μπορεί να ήταν διπλές, τριπλές ή τετραπλές. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, τα διάφορα κομμάτια συνδέονταν μεταξύ τους με στρόφιγγες ή με κορδόνι που το περνούσαν μέσα από τρύπες.
62) Τα νομίσματα τα οποία είχαν κοπεί εκείνη την περίοδο στην Αθήνα είχαν στην μία όψη τους το ανάγλυφο μίας γλαύκας (κουκουβάγια). Αντιστοίχως, τα νομίσματα της Αίγινας είχαν μία χελώνα, της Ερέτριας ένα καλαμάρι, της Κορίνθου ένα ιππάριον (πουλάρι), της Θήβας την οκτώσχημη βοιωτική ασπίδα κ.λπ. Επίσης, ένα εξαιρετικά σημαντικό και διαδεδομένο νόμισμα, ήταν ο Δαρεικός, το περσικό χρυσό νόμισμα που έκοψε ο Βασιλέας Δαρείος.
Ονομάστηκαν έτσι επειδή είχαν παράσταση του ιδίου με τόξο. Είχε την ίδια αξία με τον περσικό στατήρα και βάρος 8,4 γραμμαρίων. Κόπηκαν χρυσοί και ασημένιοι δαρεικοί και χρησιμοποιήθηκαν όχι μόνο στην τεράστια επικράτεια του Περσικού κράτους, αλλά και στα γειτονικά κράτη.
63) Εκείνη την περίοδο (όπως και σε προηγούμενες αλλά και στις επόμενες) οι γυναίκες (κυρίως όμως οι πλούσιες εταίρες) συνήθιζαν να καλλωπίζονται με τεχνητά μέσα. Έβαφαν κόκκινα τα μάγουλά τους με την ερυθροβαφή η οποία εξαγόταν από τη ρίζα του φυτού Άγχουσα. Επίσης έβαφαν τα φρύδια και τα βλέφαρα των ματιών τους μαύρα ή καστανά. Χρησιμοποιούσαν το άσπρο χρώμα του ανθρακικού μολύβδου, και μάλιστα κάποιες φορές σε μεγάλη ποσότητα, για να πετυχαίνουν τη λευκότητα του δέρματος που επιθυμούσαν.
Γνώριζαν, επίσης, τη χρήση του στηθόδεσμου τον οποίο ονόμαζαν: Στρόφιον. Για τα μαλλιά τους χρησιμοποιούσαν βαφές για να τους δίνουν το ξανθό χρώμα, το οποίο εκτιμούσαν περισσότερο απ’ όλα, καθώς και πρόσθετα μαλλιά και περούκες (φενάκη). Συνήθιζαν, επίσης, να φορούν πάτους από φελλό στα υποδήματά τους, για να φαίνονται ψηλότερες, μιας και η χρήση τακουνιού ήταν ακόμη άγνωστη στους υποδηματοποιούς.
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι τέσσερις εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 53, 56, 62 και 63 σημειώσεις.).
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
(Οι ανωτέρω πληροφορίες περιλαμβάνονται στο ιστορικό μυθιστόρημα: "ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ", και είναι τέσσερις εκ των 135 παραπομπών/υποσελιδίων σημειώσεων τού εν λόγω έργου. Πρόκειται για τις υπ' αριθ. 53, 56, 62 και 63 σημειώσεις.).
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ