ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΦΑΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΝΑ

Στα 500 περίπου π.Χ. πάνω στα ερείπια παλιότερου ναού χτίστηκε ο καλύτερα διατηρημένος σήμερα στην Ελλάδα αρχαϊκός ναός, ο ναός της Αφαίας στην Αίγινα.
Οι πληροφορίες που έχουμε για τα ναό είναι ελάχιστες. Δε γνωρίζουμε ούτε τους αρχιτέκτονες ούτε ποιος επιμελήθηκε τη γλυπτή διακόσμηση ούτε ακόμη πόσα χρόνια χρειάστηκαν για την αποπεράτωσή του.

Ο προηγούμενος ναός, που ήταν κτισμένος στο ίδιο ακριβώς σημείο, είχε ανεγερθεί περίπου στο 600 π.Χ. και καταστράφηκε από πυρκαγιά γύρω στο 510 π.Χ. Ήταν ναός περίπτερος, δηλαδή είχε
γύρω γύρω μια σειρά κιόνων, και ήταν πώρινος. Στη στενή πλευρά είχε 6 κίονες και στη μακριά 12. Τα κατεστραμμένα από την πυρκαγιά μέλη του καταχώθηκαν για να κατασκευαστεί το άνδηρο πάνω στο οποίο ανεγέρθηκε ο νέος ναός.
Και οι δυο ναοί ήταν αφιερωμένοι στην Αφαία. Παλιότερα ο ναός πιστευόταν πως ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά ή τον Ηρακλή. Όταν όμως κατά τη διάρκεια ανασκαφικών εργασιών βρέθηκε αφιέρωση στην Άφα, τότε αποδόθηκε στην Αφαία.
Ο ναός θεωρείται ως κορυφαία δημιουργία της αρχαϊκής αρχιτεκτονικής και πιστεύεται ότι αποτέλεσε το ναό πρότυπο για τους αρχιτέκτονες του Παρθενώνα, Ικτίνο και Καλλικράτη.


Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΦΑΙΑΣ

 Η Άφα ή Αφαία δεν είναι άλλη από τη Βριτόμαρτη ή Δίκτυννα. Αυτή λοιπόν η Βριτόμαρτη ή Δίκτυννα ήταν κόρη του Δία και της Κάρμης. Η Κάρμη ήταν κόρη του Εύβουλου και εγγονή της Δήμητρας. Ο Δίας ενώθηκε με την Κάρμη στην Καινώ της Κρήτης κι έτσι γεννήθηκε η Βριτόμαρτη - Δίκτυννα. Αγαπημένη της απασχόληση ήταν να γυρνά μέσα στα δάση και είναι ευνόητο ότι αγαπούσε την Άρτεμη, γι' αυτό και την ακολουθούσε συνέχεια. Υπάρχει η άποψη ότι αυτή είχε επινοήσει το κυνηγετικό δίχτυ, γι' αυτό και ονομάστηκε Δίκτυννα.

Κάποτε την είδε ο Μίνωας, την ερωτεύτηκε και επειδή αυτή αρνήθηκε να ενωθεί μαζί του άρχισε να την κυνηγά. Εννιά μήνες την κυνηγούσε συνέχεια από βουνό σε βουνό κι από λαγκάδι σε ραχούλα. Κάποτε όμως την πρόφτασε πάνω σε κάποιο ακρωτήρι• όχι γιατί κουράστηκε η Βριτόμαρτη, αλλά γιατί πιάστηκε το φόρεμά της σε μια μυρτιά. Πριν προλάβει όμως ο Μίνωας να την κάνει δική του η Βριτόμαρτη πήδηξε στη θάλασσα και βρέθηκε στα δίχτυα των ψαράδων. Τότε οι παλιοί κάτοικοι της Κρήτης, οι Κύδωνες, την ονόμασαν Δίκτυννα και τη λάτρεψαν σαν θεά στο "Δικταίον όρος".
Υπάρχει όμως και παραλλαγή του μύθου που λέει τα εξής:
Η Βριτόμαρτη, κόρη του Δία και της Κάρμης, γεννήθηκε στη Φοινίκη. Επειδή ήθελε να διατηρήσει την αγνότητά της άφησε την πατρίδα της και ήρθε στο Άργος κοντά στις κόρες του Ερασίνου, τη Βύζη, τη Μελίτη, τη Μαίρα και την Αγχιρρόη. Από 'κει πήγε στην Κεφαλληνία, όπου οι ντόπιοι της έδωσαν το όνομα Λαφρία.
Αργότερα βρέθηκε στην Κρήτη όπου την είδε ο Μίνωας, την αγάπησε κι άρχισε να την κυνηγά. Τότε η Βριτόμαρτη κρύφτηκε στα δίχτυα κάποιων ψαράδων κι έτσι γλίτωσε απ' το Μίνωα. Ένας όμως απ' τους ψαράδες, ο Ανδρομήδης, την πήρε μαζί του και με το πλοίο του την έφερε στην Αίγινα. Εκεί προσπάθησε να την κάνει δική του, αλλά η Βριτόμαρτη για να ξεφύγει άρχισε να τρέχει γρήγορα μέχρι που έφτασε σε κάποιο άλσος. Όταν οι ντόπιοι έψαξαν να τη βρουν βρήκαν στη θέση της ένα άγαλμα κι όχι την ίδια. Τότε λοιπόν την ονόμασαν Αφαία (δηλαδή άφαντη), τη λάτρεψαν σαν θεά και στον τόπο εκείνο τής έκτισαν ιερό.


Σύμφωνα με την ανάλυση του μύθου από τον Ι. Θ. Κακριδή στη σελ. 273 του 3ου τόμου της Ελληνικής μυθολογίας, η Βριτόμαρτη είναι μια μινωική σεληνιακή θεότητα που τα δύο ονόματά της σηματοδοτούν τη συγχώνευση δυο κρητικών θεοτήτων της Βριτόμαρτης στην ανατολική Κρήτη και της Δίκτυννας στη δυτική. Πρότυπο ήταν η Αστάρτη της Γάζας. Στην ολυμπιακή θρησκεία, επειδή καλύπτεται από την αντίστοιχη Άρτεμη, ξέπεσε σε ηρωίδα. Εξάλλου η Άρτεμη αποκτά ως λατρευτικά τα ονόματα : Αφαία, Λαφρία, Βριτόμαρη, Δίκτυννα.
Η μυθοποιημένη παρετυμολογική σχέση με τα δίχτυα των κυνηγών ή των ψαράδων ευνοήθηκε από τα σεληνιακά γνωρίσματα της θεάς, μιας και τα δίχτυα θεωρούνται ως όργανο μαγείας.  Οι περιπλανήσεις της συσχετίζονται με τις φάσεις της Σελήνης.

ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Από τα ανασκαφικά ευρήματα διακρίνονται κάποια ειδώλια γυναικείας θεότητας που θηλάζει κι έτσι οι αρχαιολόγοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι στον τόπο υπήρχε λατρεία ήδη από τις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. Πιθανόν η λατρεία να συνδέεται και με παρακείμενο σπήλαιο στη βόρεια πλευρά του υψώματος.
Αρχικά είχε οικοδομηθεί μικρός ναός, του οποίου δε φαίνεται κανένα ίχνος.
Αργότερα στη ίδια θέση χτίστηκε ναός με πρόδομο, σηκό και οπισθόδομο. Στην κύρια όψη του ναού, στα ανατολικά, στήθηκε ένας επιμήκης βωμός. Ακόμη βρέθηκαν και ίχνη από ένα πρόπυλο κι ένα σύνολο από μικρά δωμάτια. Ο ναός αυτός καταστράφηκε από πυρκαγιά το 510 π.Χ.

Στα τέλη της αρχαϊκής περιόδου, γύρω στο 500 με 480 π.Χ., στα ερείπια του παλιότερου ναού, οικοδομείται ο τρίτος ναός, ο βωμός, το πρόπυλο και κάποια άλλα οικοδομήματα. Τα κατεστραμμένα από την πυρκαγιά μέλη του προηγούμενου ναού καταχώθηκαν, για να κατασκευαστεί το άνδηρο πάνω στο οποίο ανεγέρθηκε ο νέος ναός.





    ΔΕΙΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ   








ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ