ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΙΩΝ
Ο Διομήδης, έκπληκτος που στάθηκε αντίπαλος να τον αντιμετωπίσει, υποπτεύεται ότι έχει θεό απέναντί του και ζητάει να εξακριβώσει την ταυτότητα του αντιπάλου του. Ο Γλαύκος εξιστορεί πλατιά τη γενεαλογία του και ο Διομήδης αναγνωρίζει στο πρόσωπό του φίλο πατρικό. Ακολουθεί ενθουσιώδης απόφαση για ανανέωση της πατροπαράδοτης φιλίας, σφίξιμο χεριών και ανταλλαγή των όπλων. Ο ποιητής μάλιστα τονίζει τη συγκινησιακή έξαρση της στιγμής και δικαιολογεί μ' αυτήν το συναισθηματικό παρασυρμό του Γλαύκου να ανταλλάξει τα χρυσά όπλα του με τα χάλκινα του Διομήδη· χαρακτηριστική λεπτομέρεια που τονίζει και αυτή την ανθρωπιά της σκηνής, που στέκει πάνω από μίση και υλικές αξίες.