Ο Αλέξιος βασίλευσε στην Τραπεζούντα από το 1417-1446, γιος του Μανουήλ Γ’ και της Γεωργιανής πριγκίπισσας Ευδοκίας ανέβηκε στον θρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1417. Περιστοιχισμένος από εχθρούς και αντιμετωπίζοντας συνεχείς απειλές από τις ορδές των τούρκων ήταν ανίκανος να δράσει περιβαλλόμενος από ένα διεφθαρμένο περιβάλλον.
Ο Αλέξιος είχε ονομάσει τον πρωτότοκο γιο του Ιωάννη συμβασιλέα. Ο Ιωάννης, όμως, πιστεύοντας ότι είχε την υποστήριξη της αριστοκρατίας, προσπάθησε να καταλάβει τον θρόνο παραμερίζοντας τον πατέρα του. Η προσπάθεια αυτή τελικά απέτυχε και ο ίδιος κατέφυγε στην αυλή του βασιλιά της Γεωργίας Αλέξανδρου, του οποίου παντρεύτηκε την κόρη του. Ο Αλέξιος ονόμασε τότε συμβασιλέα τον δευτερότοκο γιο του, Αλέξανδρο και τον πάντρεψε με μια Γενουάτισσα ευγενή από τη Χίο.
Εν τω μεταξύ ο Ιωάννης ζήτησε
τη βοήθεια των Γενουατών, οι οποίοι επίσημα αρνήθηκαν, όμως του ναύλωσαν ένα πλοίο για να τον υποστηρίξει στον σκοπό του.
Αποβιβάστηκε στον Άγιο Φωκά, όπου έσπευσε αμέσως ο Αλέξιος να τον αντιμετωπίσει. Τελικά, ο Ιωάννης προσεταιρίστηκε κάποια μέλη της βασιλικής φρουράς (τους λεγόμενους «καβασιτάνας»), οι οποίοι και δολοφόνησαν τον Αλέξιο.
Ο ίδιος ο Ιωάννης (που πήρε αργότερα την προσωνυμία «Καλογιάννης») αρνήθηκε να παραδεχτεί ότι είχε διατάξει την θανάτωση του πατέρα του, παρά μόνο τη σύλληψή του.
Τραπεζούς 1840 |
Αρχικά τον έθαψε με αυτοκρατορικές τιμές στη μονή της Θεοσκεπάστου και αργότερα του έφτιαξε μαυσωλείο πίσω από το Άγιο Βήμα της μητρόπολης Τραπεζούντας.
Το εσωτερικό του παρεκκλησίου της Παναγίας Θεοσκεπάστου στην Τραπεζούντα το 1906 |
Μονή Θεοσκεπάστου, Τραπεζούς Φ: pontos- news |
Το 1916 την Τραπεζούντα καταλαμβάνουν οι Ρώσοι και ο Ρώσος αρχαιολόγος Θόδωρος Ουσπένσκι αποκατέστησε το μνημείο αφαιρώντας τα πρόσθετα υλικά και το επανέφερε στην αρχική του μορφή. Μέσα στο μνημείο υπήρχαν δυο λάρνακες με οστά του Αλεξίου και του τούρκου.
Τα οστά του Αλεξίου μετά από επιμονή της εκκλησίας παραδόθηκαν λίγο πριν την αναχώρηση των ρώσων από την Τραπεζούντα.
Τα κειμήλια του τάφου μπήκαν σε τέσσερα μεγάλα κιβώτια και στάλθηκαν στην Ρωσία.
Το 1918 τα οστά θάφτηκαν στον ναό του αγίου Γρηγορίου Νύσσης.
Το 1923 ανασκάφτηκε ο τάφος ξανά από τους Τούρκους και ο Γεώργιος Κανδηλανάπτης τα έφερε μαζί του στην Ελλάδα κάνοντας αγώνα δρόμου και καταβάλλοντας τεράστιες προσπάθειες να τα φέρει στην κατοχή του. Αρχικά φυλάσσονταν στην Παναγία Σουμελά, στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στο Βυζαντινό μουσείο Αθηνών.
Η περιπέτεια των οστών έλαβε τέλος με τη μεταφορά τους ξανά στην Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο. Η παραλαβή των οστών, η μεταφορά και η υποδοχή στο Βέρμιο έγινε με μεγάλες τιμές. Μεταφέρθηκαν αεροπορικώς στη Θεσσαλονίκη και παρέμειναν για προσκύνηση στον ναό μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Καλαμαριά στις 25 Μαΐου 1980.
Την επομένη με τιμές αρχηγού κράτους και σύσσωμο τον ποντιακό ελληνισμό μεταφέρθηκαν στο Βέρμιο και τοποθετήθηκαν σε ειδικό χώρο εκεί. Για μας τους Πόντιους είναι μεγάλη συγκίνηση να έχουμε κοντά μας έστω και πεθαμένο μετά από πέντε αιώνες έναν από τους αυτοκράτορες της άλλοτε κραταιής Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας με έμβλημά της τον μονοκέφαλο αετό.-www.schooltime.gr/
Γιώτα Ιωακειμίδου
Φιλόλογος
ΦΩΤ: ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
Ο Αλέξιος Δ' Μέγας Κομνηνός (1382 - Οκτώβριος 1429), υπήρξε Αυτοκράτορας της Τραπεζούντας από τις 5 Μαρτίου 1417 ως τον Οκτώβριο του 1429. Ήταν ο γιος του προκατόχου του Μανουήλ Γ' και της Γεωργιανής πριγκίπισσας Ευδοκίας. Κατά την περίοδο της βασιλείας του, ήταν έντονη η συνεχής επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, παρ'όλα αυτά οι εμφύλιες διαμάχες δεν έλειψαν.
Το 1417 με τον θάνατο του πατέρα του, ο Αλέξιος ανέλαβε τον θρόνο. Την εποχή εκείνη οι Γενουάτες, ζητούσαν αποζημιώσεις για τις καταστροφές που είχαν υποστεί οι εγκαταστάσεις τους. Ο Αλέξιος μπροστά στην απειλή γενουατικής επίθεσης δέχτηκε να καταβάλει τις αποζημιώσεις που απαιτούσαν. Για να κατευνάσει τους Τουρκομάνους συνέχισε την πολιτική των επιγαμιών που είχαν ακολουθήσει οι προκάτοχοί του. Με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, οι σχέσεις ενδυναμώθηκαν με το γάμο της κόρης του Μαρίας με τον Ιωάννη Η' Παλαιολόγο, το 1428.
Ο Αλέξιος είχε ονομάσει τον πρωτότοκο γιο του Ιωάννη συμβασιλέα. Ο Ιωάννης, όμως, πιστεύοντας ότι είχε την υποστήριξη της αριστοκρατίας, προσπάθησε να καταλάβει τον θρόνο παραμερίζοντας τον πατέρα του. Η προσπάθεια αυτή τελικά απέτυχε και ο ίδιος κατέφυγε στην αυλή του βασιλιά της Γεωργίας Αλέξανδρου, του οποίου παντρεύτηκε την κόρη του. Ο Αλέξιος ονόμασε τότε συμβασιλέα τον δευτερότοκο γιο του, Αλέξανδρο και τον πάντρεψε με μια Γενουάτισα ευγενή από τη Χίο.
Εν τω μεταξύ ο Ιωάννης ζήτησε την βοήθεια των Γενουατών, οι οποίοι επίσημα αρνήθηκαν, όμως του ναύλωσαν ένα πλοίο για να τον υποστηρίξει στον σκοπό του. Αποβιβάστηκε στον Άγιο Φωκά, όπου έσπευσε αμέσως ο Αλέξιος να τον αντιμετωπίσει. Τελικά, ο Ιωάννης προσεταιρίστηκε κάποια μέλη της βασιλικής φρουράς (τους λεγόμενους «καβασιτάνας»), οι οποίοι και δολοφόνησαν τον Αλέξιο. Ο ίδιος ο Ιωάννης (που πήρε αργότερα την προσωνυμία «καλογιάννης») αρνήθηκε να παραδεχτεί ότι είχε διατάξει την θανάτωση του πατέρα του, παρά μόνο τη σύλληψή του.
Το 1395 ο Αλέξιος Δ' παντρεύτηκε την Θεοδώρα Καντακουζηνή και είχαν τουλάχιστον πέντε παιδιά, τους:
Ιωάννη Δ' (1403-1459).
Μαρία (1404-1439), που παντρεύτηκε τον Ιωάννη Η' Παλαιολόγο.
Αλέξανδρο, συμβασιλέα το τελευταία χρόνια της βασιλίας του.
Δαυίδ (1408-1462).
Μία ακόμη κόρη που δεν διασώζεται το όνομά της, που παντρεύτηκε κάποιον Τουρκομάνο εμίρη.
Από διάφορες πηγές έχει υποστηριχθεί ότι το ζευγάρι είχε άλλες δυο κόρες, τις:
Θεοδώρα, που παντρεύτηκε κάποιο αρχηγό των Ασπροπροβατάδων Τουρκομάνων.
Ευδοκία, που παντρεύτηκε τον Λατίνο άρχοντα της Σύρου Νικολό Κρίσπο και μετονομάστηκε σε Valenza.[1] Η κόρη τους Φλορέντσα παντρεύτηκε τον Μάρκο Κορνάρο και είχαν κόρη την Αικατερίνη Κορνάρο, βασίλισσα της Κύπρου.
«Σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρύζεις πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας θα 'ναι».