Δύο χρυσά νομίσματα της αυτοκρατορίας της Ανατολικής Ρώμης βρέθηκαν σε έναν κινέζο τάφο ηλικίας 1.500 χρόνων στην Xian City της Βορειοδυτικής Κίνας, δήλωσε την Πέμπτη το Επαρχιακό Ινστιτούτο Αρχαιολογίας του Shaanxi (SPIA).
Οι Κινέζοι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ένα από τα χρυσά νομίσματα κόπηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αναστάσιου Α, ο οποίος ήταν ο Ανατολικός Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 491 έως το 518.
Το άλλο χρυσό νόμισμα, ωστόσο, είναι πιο σπάνιο και φέρει στιλιστικές ομοιότητες με νομίσματα που κόπηκαν κατά την διάρκεια της βασιλείας τόσο του Αναστάσιου Α, όσο και του Ιουστινιανού Α, ο οποίος κυβέρνησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία από το 527 έως το 565.
Ο κινέζικος τάφος περιλάμβανε επίσης ένα ασημένιο νόμισμα που κόπηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Peroz I, ο οποίος ήταν ο βασιλιάς της αυτοκρατορίας των Σασσανιδών Sasanian μεταξύ 459 και 484.
"Η ανακάλυψη των χρυσών νομισμάτων της Ανατολικής Ρώμης -Κωνσταντινούπολης και το ασημένιο νόμισμα των Σασσανιδών Sasanian αποδεικνύει τη μακρά ιστορία του διεθνούς εμπορίου του «Δρόμου του Μεταξιού »Road Silk ", δήλωσε ο Xu Weihong, ερευνητής της SPIA.
Σύμφωνα με την επιγραφή στο δισκογραφικό δελτίο, ο τάφος ανήκε στον Lu Chou ο οποίος πέθανε το 538. Ο Lu ήταν μέλος της αριστοκρατίας στη δυτική Δυναστεία Wei (535-557). -Πηγή: GB Times
Η μεταξουργία ήταν γνωστή πριν από 4.500 χρόνια στην Κίνα, όπως αναφέρουν τα αρχαία κείμενα. Λέγεται ότι η αυτοκράτειρα Σι Λινγκ-τσι το 2650 π.Χ. ανακάλυψε την ιδιότητα και την αξία των κουκουλιών του μεταξοσκώληκα και κατασκεύασε μέσα στα ανάκτορα σηροτροφείο, μεταξουργείο και υφαντουργείο με εργάτες τις ευγενείς κυρίες της Αυλής. Από τότε η αυτοκράτειρα αυτή λατρεύτηκε ως θεά του μεταξοσκώληκα και οι Κινέζοι κράτησαν μυστικό τον τρόπο κατασκευής του μεταξιού, διατηρώντας έτσι το μονοπώλιο μέχρι τον 5ο αι. μ.Χ. που μεταδόθηκε στην Περσία και τον 6ο αι. στο Βυζάντιο.
Στην αρχαία Ελλάδα το μετάξι ήταν γνωστό ως "σήρ" και το μεταξωτό ύφασμα ως "σηρικός". [1] Ήταν γνωστό ότι παράγεται από τον μεταξοσκώληκα σε χώρα που ονόμαζαν "Σηρία" (Κίνα), ενώ τους κινέζους αποκαλούσαν "Σήρες".[2] Ο Αριστοτέλης (Ιστ. Ζώων, 5.55) αναφέρει ότι οι γυναίκες της Κω γνώριζαν την κατεργασία του. Το μετάξι ήταν γνωστό πριν από την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, αφού έχει βρεθεί στον Κεραμικό σε ταφή εγγονής του Αλκιβιάδη.
Σύμφωνα με πληροφορίες Βυζαντινών συγγραφέων, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός έστειλε στην Κίνα δύο μοναχούς, ειδικά για το μετάξι, το οποίο εκείνη την εποχή είχε διαδοθεί σε μεγάλο βαθμό (το χρησιμοποιούσε ακόμα και η εκκλησία) και ήταν συγχρόνως πανάκριβο. Οι δύο μοναχοί παρακολούθησαν όλη τη διαδικασία εκτροφής του μεταξοσκώληκα και παραγωγής του μεταξιού και φεύγοντας έκρυψαν μέσα στα κούφια μπαστούνια τους αρκετό μεταξόσπορο, που μετέφεραν στο Βυζάντιο.
Στα πρώτα χρόνια η βυζαντινή αυλή κρατούσε μυστικό τον τρόπο παραγωγής του μεταξιού από τον υπόλοιπο λαό, που πίστευε ότι το μετάξι προερχόταν από κάποια φυτική ουσία. Σιγά σιγά όμως η τεχνική ξέφυγε από τα ανάκτορα και η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ` όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο,[3] που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς. Τον 8ο αι. η μεταξουργία διαδόθηκε στους Άραβες, ύστερα από επιδρομή που έκαναν στην Πελοπόννησο, το 1130 μ.Χ. διαδόθηκε στη Σικελία και από εκεί στην Ιταλία, όπου δημιουργήθηκαν μεγάλα κέντρα βιοτεχνίας μεταξιού (Φλωρεντία, Βενετία, Γένουα, Λούκα, Μιλάνο). Στην Αβινιόν κατά το 14ο αι. η μεταξουργία υποστηρίχθηκε από τους πάπες και γενικά σ` όλα τα κράτη οι ηγεμόνες φρόντισαν να την αναπτύξουν με κάθε τρόπο.
Επιβεβαιώνει την ιστορία του μεταξιού στην Βυζαντινή αυτοκρατορία .
Το άλλο χρυσό νόμισμα, ωστόσο, είναι πιο σπάνιο και φέρει στιλιστικές ομοιότητες με νομίσματα που κόπηκαν κατά την διάρκεια της βασιλείας τόσο του Αναστάσιου Α, όσο και του Ιουστινιανού Α, ο οποίος κυβέρνησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία από το 527 έως το 565.
"Η ανακάλυψη των χρυσών νομισμάτων της Ανατολικής Ρώμης -Κωνσταντινούπολης και το ασημένιο νόμισμα των Σασσανιδών Sasanian αποδεικνύει τη μακρά ιστορία του διεθνούς εμπορίου του «Δρόμου του Μεταξιού »Road Silk ", δήλωσε ο Xu Weihong, ερευνητής της SPIA.
Σύμφωνα με την επιγραφή στο δισκογραφικό δελτίο, ο τάφος ανήκε στον Lu Chou ο οποίος πέθανε το 538. Ο Lu ήταν μέλος της αριστοκρατίας στη δυτική Δυναστεία Wei (535-557). -Πηγή: GB Times
Επιβεβαιώνει την ιστορία του μεταξιού στην Βυζαντινή αυτοκρατορία .
Η μεταξουργία ήταν γνωστή πριν από 4.500 χρόνια στην Κίνα, όπως αναφέρουν τα αρχαία κείμενα. Λέγεται ότι η αυτοκράτειρα Σι Λινγκ-τσι το 2650 π.Χ. ανακάλυψε την ιδιότητα και την αξία των κουκουλιών του μεταξοσκώληκα και κατασκεύασε μέσα στα ανάκτορα σηροτροφείο, μεταξουργείο και υφαντουργείο με εργάτες τις ευγενείς κυρίες της Αυλής. Από τότε η αυτοκράτειρα αυτή λατρεύτηκε ως θεά του μεταξοσκώληκα και οι Κινέζοι κράτησαν μυστικό τον τρόπο κατασκευής του μεταξιού, διατηρώντας έτσι το μονοπώλιο μέχρι τον 5ο αι. μ.Χ. που μεταδόθηκε στην Περσία και τον 6ο αι. στο Βυζάντιο.
Στην αρχαία Ελλάδα το μετάξι ήταν γνωστό ως "σήρ" και το μεταξωτό ύφασμα ως "σηρικός". [1] Ήταν γνωστό ότι παράγεται από τον μεταξοσκώληκα σε χώρα που ονόμαζαν "Σηρία" (Κίνα), ενώ τους κινέζους αποκαλούσαν "Σήρες".[2] Ο Αριστοτέλης (Ιστ. Ζώων, 5.55) αναφέρει ότι οι γυναίκες της Κω γνώριζαν την κατεργασία του. Το μετάξι ήταν γνωστό πριν από την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, αφού έχει βρεθεί στον Κεραμικό σε ταφή εγγονής του Αλκιβιάδη.
Σύμφωνα με πληροφορίες Βυζαντινών συγγραφέων, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός έστειλε στην Κίνα δύο μοναχούς, ειδικά για το μετάξι, το οποίο εκείνη την εποχή είχε διαδοθεί σε μεγάλο βαθμό (το χρησιμοποιούσε ακόμα και η εκκλησία) και ήταν συγχρόνως πανάκριβο. Οι δύο μοναχοί παρακολούθησαν όλη τη διαδικασία εκτροφής του μεταξοσκώληκα και παραγωγής του μεταξιού και φεύγοντας έκρυψαν μέσα στα κούφια μπαστούνια τους αρκετό μεταξόσπορο, που μετέφεραν στο Βυζάντιο.
Στα πρώτα χρόνια η βυζαντινή αυλή κρατούσε μυστικό τον τρόπο παραγωγής του μεταξιού από τον υπόλοιπο λαό, που πίστευε ότι το μετάξι προερχόταν από κάποια φυτική ουσία. Σιγά σιγά όμως η τεχνική ξέφυγε από τα ανάκτορα και η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ` όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο,[3] που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς. Τον 8ο αι. η μεταξουργία διαδόθηκε στους Άραβες, ύστερα από επιδρομή που έκαναν στην Πελοπόννησο, το 1130 μ.Χ. διαδόθηκε στη Σικελία και από εκεί στην Ιταλία, όπου δημιουργήθηκαν μεγάλα κέντρα βιοτεχνίας μεταξιού (Φλωρεντία, Βενετία, Γένουα, Λούκα, Μιλάνο). Στην Αβινιόν κατά το 14ο αι. η μεταξουργία υποστηρίχθηκε από τους πάπες και γενικά σ` όλα τα κράτη οι ηγεμόνες φρόντισαν να την αναπτύξουν με κάθε τρόπο.