Εγχάρακτη κεραμίδα από τον οικισμό των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων της Κυπαρισσίας.

εικ. 1

Αποτελούσε την καλυπτήρια κεραμίδα κεραμοσκεπούς καλυβίτη τάφου.

Από την ανασκαφή του οικισμού της Κυπαρισσίας των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων προέρχεται ένα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον εύρημα (σημ. 1). Πρόκειται για μια κεραμίδα με χείλος, από την οποία σώζονται έξι συνανήκοντα και συγκολλούμενα τμήματα.

Έχει μέγιστο σωζόμενο μήκος 41,5 εκ., μέγιστο σωζόμενο πλάτος 24 εκ. και πάχος 2 εκ. Αποτελούσε την καλυπτήρια κεραμίδα κεραμοσκεπούς καλυβίτη τάφου, που εντοπίστηκε στη θέση του μεν, κατεστραμμένος δε (εικ. 1). Δεν διατηρήθηκαν ανθρώπινα οστά, ούτε καμία άλλη πληροφορία σχετικά με τον τάφο.
Η ιδιαιτερότητα της κεραμίδας έγκειται στο γεγονός ότι φέρει στο εσωτερικό της


ολόκληρη μία παράσταση/αφήγηση, η οποία έχει χαραχθεί μετά το ψήσιμο. Η χάραξη είναι σχετικά αδέξια, από άπειρο, όπως φαίνεται, χέρι με έναν αριθμό συμβόλων που απεικονίζονται στυλιζαρισμένα, θυμίζοντας ένα είδος «naïve» (εικ. 2).

εικ.2β 

Από τα αριστερά, διακρίνεται η προσπάθεια απόδοσης μιας ανθρώπινης μορφής κατά τομή προς τα αριστερά, ως προς το θεατή. Ολοφάνερα, λείπουν τα άνω και κάτω άκρα, αλλά έχει γίνει μια προσπάθεια απόδοσης τουλάχιστον των άνω άκρων. Η μορφή στέκεται πίσω από δόρυ και ασπίδα που απεικονίζονται αριστερότερα, στην αρχή της παράστασης. Δόρυ και ασπίδα χαρακτηρίζουν τη μορφή ως πολεμιστή. Στη συνέχεια, προς τα δεξιά, διακρίνεται όφις με λέπια, ο οποίος φαίνεται να αναδύεται από τη γη, υποδηλώνοντας τη χθόνια υπόστασή του. Επίσης, διακρίνεται να έχει τη γλώσσα του έξω. Συμβολικά το τελευταίο ερμηνεύεται ως ικεσία για βροχόπτωση, ζωτικής σημασίας για τη ζωή και τη γονιμότητα.

εικ. 2 

Δεξιότερα του όφεως υπάρχει ένα ζευγάρι αποτυπωμάτων σε ανάποδη θέση. Τα αποτυπώματα έχουν ερμηνευθεί ως θεία επιφάνεια ή ως αποτυπώματα πιστών οι οποίοι επιβεβαιώνουν την παρουσία τους σε έναν ιερό χώρο (σημ. 2).

Μέχρι στιγμής, η παράσταση θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως ικεσία ή εξευμενισμός προς τη θεότητα.

Σε ολόκληρο το σωζόμενο μήκος της παράστασης, κατά τόπους, διακρίνεται μια προσπάθεια αναπαράστασης συμβόλων σε σχήμα γραμμάτων που δεν σχηματίζουν καμία λέξη ή νόημα.

Οι αρές, στους γνωστούς καταδέσμους, είναι γραμμένες σε μόλυβδο και όχι σε κεραμικό, όπως στην περίπτωση του οικισμού της Κυπαρισσίας. Ένα κεραμίδι, όπως αναφέρεται σε κείμενο των αρχών του 19ου αιώνα, δίνει τη λύση στο πρόβλημα ενός ασθενή από την κεντρική Πελοπόννησο, που δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Η συμβουλή ήταν να πάρει ένα κεραμίδι από εκκλησία, να γράψει πάνω σε αυτό μια προσευχή και να το τοποθετήσει στο προσκεφάλι του. Επίσης, σημειώνεται να γράψει πάνω σε αυτό γράμματα που δεν σχηματίζουν κάποια λέξη ή κάποια άλλο νόημα. Το γεγονός πως δεν είναι αναγνώσιμα ‒σκοπίμως‒ τους προσδίδει μαγική δύναμη (σημ. 3). Επιπλέον, σε λατρείες εμφανίζονται συχνά μαγικά σύμβολα, όπως για παράδειγμα τρίγωνα με αποτροπαϊκή σημασία (σημ. 4). Κατά μήκος της κεραμίδας από την Κυπαρισσία υπάρχουν σύμβολα τα οποία θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως τέτοια.

Ωστόσο, η ασάφεια ορισμένων συμβόλων και η μοναδικότητα του αντικειμένου της Κυπαρισσίας, για την εποχή και την περιοχή του, επιτρέπουν και διαφορετικές αναγνώσεις. Αφενός, θα μπορούσε να είναι μια περίπτωση θεραπείας. Ο πολεμιστής ασθένησε και ο όφις έγινε ο θεραπευτής του. Αφετέρου, θα μπορούσε να ίσχυε η περίπτωση μαγείας στον πολεμιστή, με τον όφι να τον δηλητηριάζει.

Ένας κατάδεσμος του 4ου αιώνα μ.Χ., προερχόμενος από το νησί της Κω, είναι εικονογραφημένος με τις μορφές ενός δαίμονα και ενός ανθρώπου. Το κείμενο απευθύνεται στο θεό και αποσκοπεί στο να προκαλέσει το θάνατο στον άνθρωπο (σημ. 5).

Εφόσον ο τάφος στον οικισμό της Κυπαρισσίας βρέθηκε κατεστραμμένος, όπως ειπώθηκε παραπάνω, χωρίς ίχνη σχετικά με το περιεχόμενό του, δεν είναι δυνατή η σύνδεση της εγχάρακτης παράσταση της κεραμίδας με τον νεκρό του τάφου.


Γκέλυ Φράγκου
Αρχαιολόγος, ΜΑ


* Από παράλειψή μου δεν εξέφρασα τις οφειλόμενες ευχαριστίες στην Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων, Δρα Ξένη Αραπογιάννη, Προϊσταμένη της ΛΗ΄ ΕΠΚΑ Μεσσηνίας κατά το έτος διεξαγωγής της ανασκαφής, σε άρθρο στο περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνες» (βλ. εδώ σημ. 1), όπου παρουσιάστηκε ο οικισμός των ρωμαϊκών χρόνων της Κυπαρισσίας. Για τον λόγο αυτό θα ήθελα να την ευχαριστήσω από εδώ, για την άδεια μελέτης του υλικού, που προέκυψε από την ανασκαφή στo οικόπεδο Τσολαρίδη της Κυπαρισσίας το 2010, για την εμπιστοσύνη που έδειξε στο πρόσωπό μου, για την καθοδήγησή της και τις πολύτιμες συμβουλές της για την αναγνώριση και την ταύτιση του υπό συζήτηση αντικειμένου στο παρόν άρθρο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Για τη δημοσίευση τμήματος του οικισμού μαζί με τις ταφές που βρέθηκαν εντός των οικιών, βλ. Γκ. Φράγκου, «Αινιγματικές ταφές κρυμμένες σε σπίτια της Κυπαρισσίας», Αρχαιολογία 124 (2017), σ. 106-115.
2. K. Kourouniotes / H.A. Thompson, «The Pnyx in Athens», Hesperia 1 (1932), σ. 197. K.M.B. Dunbabin, «Ipsa deae vestigia: Footprints divine and human on Graeco-Roman monuments», Journal of Roman Archaeology 3 (1990), σ. 85-109. B. Forsen, «The Sanctuary of Zeus Hypsistos and the assembly place on the Pnyx», Hesperia 62/4 (1993), σ. 507-521. G. Petridou, «Artemidi to ichnos: Divine feet and hereditary priesthood in Pisidian Pogla», Anatolian Studies 59 (2009), σ. 81-93.
3. A. Τσελίκας, «Γητείες και εξορκισμοί. Σε δύο μεταβυζαντινά χειρόγραφα», Αρχαιολογία και Τέχνες 71 (1999), σ. 33.
4. A. Τσιλιπάκου, «Ιδιωτική Λατρεία», στο Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Ώρες Βυζαντίου. Έργα και Ημέρες στο Βυζάντιο: Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο, Υπουργείο Πολιτισμού, Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Καπόν, 2002, σ. 531, αρ. 734.
5. Ε. Σκέρλου, «Κοιμητήρια, ταφές και ταφικά έθιμα», στο Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Ώρες Βυζαντίου. Έργα και Ημέρες στο Βυζάντιο: Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο, Υπουργείο Πολιτισμού, Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Καπόν, 2002, σ. 551, αρ. 753.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kourouniotes K. / Thompson H.A., «The Pnyx in Athens», Hesperia 1 (1932), σ. 90-217.
Dunbabin K.M.B., «Ipsa deae vestigia: Footprints divine and human on Graeco-Roman monuments», Journal of Roman Archaeology 3 (1990), σ. 85-109.
Forsen B., «The Sanctuary of Zeus Hypsistos and the assembly place on the Pnyx», Hesperia 62/4 (1993), σ. 507-521.
Petridou G., «Artemidi to ichnos: Divine feet and hereditary priesthood in Pisidian Pogla», Anatolian Studies 59 (2009), σ. 81-93.
Σκέρλου Ε., «Κοιμητήρια, ταφές και ταφικά έθιμα», στο Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Ώρες Βυζαντίου. Έργα και Ημέρες στο Βυζάντιο: Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο, Υπουργείο Πολιτισμού, Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Καπόν, 2002, σ. 538-587.
Τσελίκας A., «Γητείες και εξορκισμοί. Σε δύο μεταβυζαντινά χειρόγραφα», Αρχαιολογία και Τέχνες 71 (1999), σ. 31-36.
Τσιλιπάκου A., «Ιδιωτική Λατρεία», στο Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιμ.), Ώρες Βυζαντίου. Έργα και Ημέρες στο Βυζάντιο: Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο, Υπουργείο Πολιτισμού, Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Καπόν, 2002, σ. 496-531.


ΠΗΓΗ: /www.archaiologia.gr














ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ