Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το πρώτο ελληνικό Μουσείο, ιδρύθηκε το 1829, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από την Οθωμανική κυριαρχία και τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους, ενώ το σημερινό κύριο κτίριο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου θεμελιώθηκε στις 3 Οκτωβρίου 1866, σε σχέδια των αρχιτεκτόνων E. Ziller και L. Lange.
Εκτενείς εργασίες επανέκθεσης όλων των Συλλογών του Μουσείου, σύμφωνα με τα σύγχρονα μουσειολογικά δεδομένα, πραγματοποιήθηκαν από το 2002 και ολοκληρώθηκαν το 2009, με διευθυντή του Μουσείου τον Δρ Νίκο Καλτσά.
Οι Συλλογές Αγγείων και Χαλκών άνοιξαν με τη σύγχρονή τους μορφή στο κοινό το 2005. Η Δρ. Μαρία Χιδίρογλου, αρχαιολόγος – επιμελήτρια στο Τμήμα Συλλογών Αγγείων, Μικροτεχνίας και Έργων Μεταλλοτεχνίας και στο Φωτογραφικό Αρχείο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, μίλησε για τα αρχαία ελληνικά αγγεία και επέλεξε δέκα από τα σημαντικότερα που μπορεί να δει σήμερα ο επισκέπτης.
Αρχαία ελληνικά αγγεία
Τα πήλινα αγγεία είναι τα κατάλοιπα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, τα οποία έχουν διασωθεί σε μεγαλύτερο αριθμό από άλλα αρχαία έργα. Κατά την αρχαιότητα τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής κεραμικών προϊόντων ήταν η Αττική, η Κόρινθος, ενώ άλλα, συχνά πιο βραχύβια, κέντρα εντοπίζονται στη Βοιωτία, στην Εύβοια, στις Κυκλάδες, στην ανατολική Ελλάδα και στη Λακωνία. Προϊόντα των αττικών κυρίως εργαστηρίων κλασικών χρόνων έχουν βρεθεί στην Ετρουρία, καθώς και σε θέσεις της νότιας Ιταλίας και Σικελίας.
Τα πήλινα αγγεία είναι τα κατάλοιπα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, τα οποία έχουν διασωθεί σε μεγαλύτερο αριθμό από άλλα αρχαία έργα. Κατά την αρχαιότητα τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής κεραμικών προϊόντων ήταν η Αττική, η Κόρινθος, ενώ άλλα, συχνά πιο βραχύβια, κέντρα εντοπίζονται στη Βοιωτία, στην Εύβοια, στις Κυκλάδες, στην ανατολική Ελλάδα και στη Λακωνία. Προϊόντα των αττικών κυρίως εργαστηρίων κλασικών χρόνων έχουν βρεθεί στην Ετρουρία, καθώς και σε θέσεις της νότιας Ιταλίας και Σικελίας.
Ακόσμητη χρηστική κεραμική για την αποθήκευση, τη μεταφορά υγρών, τη μαγειρική και άλλους οικιακούς σκοπούς, θα παραγόταν σχεδόν σε όλες τις περιοχές του αρχαίου κόσμου. Με τον όρο γεωμετρικός ρυθμός, χαρακτηρίζεται ο τρόπος διακόσμησης των αρχαίων ελληνικών αγγείων κατά την περίοδο από το 900 μέχρι το 700 π.Χ.
Στο γεωμετρικό ρυθμό κυριαρχούν τα γεωμετρικά μοτίβα και οι γεωμετρικά αποδοσμένες μορφές ανθρώπων και ζώων.
Η μελανόμορφη τεχνική, στην οποία οι μορφές αποδίδονται με «σκιαγραφία» και οι λεπτομέρειες με εγχάραξη και επίθετα χρώματα, αναπτύχθηκε αρχικά στην Κόρινθο από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., αλλά γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της στην Αθήνα και την Αττική από τον ύστερο 7ο έως και τον 5ο αιώνα π.Χ.
Αττική λήκυθος λευκού βάθους, με παράσταση επίσκεψης σε ταφικό μνημείο |
Τα πρώτα αττικά μελανόμορφα αγγεία παράγονταν σύμφωνα με προγενέστερα κορινθιακά και άλλα πρότυπα, ενώ στη συνέχεια η αττική παραγωγή εξελίχθηκε με αυτονομία και δημιουργικότητα, γνωρίζοντας μεγάλη εμπορική διάδοση στο χερσαίο ελλαδικό χώρο, στο νησιωτικό Αιγαίο και σε θέσεις της ανατολικής Μεσογείου.
Κορινθιακές επιδράσεις συναντάμε στο έργο του Σοφίλου, του πρώτου αττικού αγγειογράφου που είναι γνωστός με το όνομά του, η καλλιτεχνική δραστηριότητα του οποίου τοποθετείται μεταξύ των ετών 630 και 570 π.Χ. (πρώιμη φάση του μελανόμορφου ρυθμού).
Γύρω στα τέλη της επόμενης εικοσαετίας 570-550 π.Χ. (μέση φάση του μελανόμορφου ρυθμού), ανάμεσα σε άλλους σημαντικούς αγγειογράφους, ο Λυδός και ο Νέαρχος ξεχωρίζουν με την ποιότητα του σχεδίου τους και την επιμελή απόδοση των λεπτομερειών των σκηνών που απεικονίζουν.
Ο Εξηκίας που δραστηριοποιείται κατά τα έτη 550-530 π.Χ. (ώριμη περίοδος μελανόμορφου ρυθμού) είναι άλλος ένας από τους σημαντικότερους αγγειογράφους μελανόμορφων αγγείων που παρέμεινε γνωστός με το όνομά του, καθώς συχνά υπέγραφε τα έργα του. Όταν σώζονται υπογραφές -ονόματα- κεραμέων συνήθως συνοδεύονται από τα ρήματα ἔγραφσεν (ζωγράφισε) και ἐποίησεν (κατασκεύασε).
Το ρήμα ἐποίησεν μπορεί επίσης να αναφέρεται στον ιδιοκτήτη του κεραμικού εργαστηρίου που κατασκεύασε το αγγείο. Τα περισσότερα αρχαία ελληνικά αγγεία είναι ανυπόγραφα. Πολλά από αυτά έχουν αποδοθεί σε αγγειογράφους, ομάδες ή εργαστήρια αγγειογράφων από την έρευνα, μετά από συστηματικές συγκριτικές μελέτες των λεπτομερειών της εικονογραφίας, των μορφών και των σχεδίων τους.
Αγγειογράφοι που δεν υπέγραφαν έργα τους είναι γνωστοί από ένα συμβατικό όνομα που τους έχει δοθεί από την έρευνα, λ.χ. ο Ζωγράφος του Νέσσου για τον μελανόμορφο ρυθμό, ο Ζωγράφος του Πανός και ο Ζωγράφος της Ερέτριας για τον ερυθρόμορφο, καθώς και ο Ζωγράφος του Bosanquet, εδώ ως ζωγράφος ληκύθου λευκού βάθους.
Γύρω στα 530 π.Χ., ο μελανόμορφος ρυθμός φαίνεται ότι έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του και οι Αθηναίοι κεραμείς πειραματίζονται ήδη σε άλλες τεχνικές. Κατά την περίοδο αυτή, γεννιέται ο ερυθρόμορφος ρυθμός,
Αττικός μελανόμορφος αμφορέας. στον οποίο οι μορφές και γενικότερα η διακόσμηση αφήνονται στο χρώμα του πηλού, ενώ η υπόλοιπη επιφάνεια του αγγείου γεμίζει με μαύρο χρώμα (γάνωμα).
Η αττική ερυθρόμορφη αγγειογραφία κυριάρχησε για περισσότερα από 200 χρόνια (530-320 π.Χ.) στον ελλαδικό χώρο και στην ανατολική Μεσόγειο και η στυλιστική εξέλιξή της υποδιαιρείται σε περιόδους. Ανάμεσα στους επώνυμους αγγειογράφους και αγγειοπλάστες του πρώτου μισού του 5ου αιώνα π.Χ. ξεχωρίζει μεταξύ άλλων ο Δούρις.
Κατά την κλασική περίοδο της ερυθρόμορφης αγγειογραφίας (450-415 π.Χ.), συναντάμε επιμέλεια και έμπνευση στην απόδοση των μορφών, της πλαστικότητας των σωμάτων και αντικειμένων, καθώς και απόπειρες απόδοσης της φωτοσκίασης και του τρισδιάστατου χώρου. Σε μνημειακές συνθέσεις και σε έργα αγγειογραφίας, όπως σε αγγεία του Ζωγράφου Πολυγνώτου, συχνά συναντάμε επίδραση από τις μορφές του πλαστικού διακόσμου του κλασικού Παρθενώνα.
Γενικά η μελέτη των αρχαίων ελληνικών αγγείων και της εικονογραφίας τους προσφέρει στοιχεία για την έρευνα της ιστορίας, της ιστορίας της τέχνης, της μυθολογίας, της θρησκείας, των πολιτικών και εμπορικών σχέσεων μεταξύ των αρχαίων πόλεων-κρατών, του δημόσιου και του ιδιωτικού βίου στον ελλαδικό χώρο και, κατά περίπτωση, ευρύτερα στη Μεσόγειο, κατά την αρχαιότητα.
10 σημαντικά αγγεία
Δέκα σημαντικά αγγεία του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου επελέγησαν για αυτή την παρουσίαση, α) ως αντιπροσωπευτικά των σημαντικότερων περιόδων της αρχαίας ελληνικής αγγειογραφίας, β) λόγω των παραστάσεων τους από τον κόσμο του μύθου ή από την αρχαία ελληνική λογοτεχνία, ή και γ) ως έργα επώνυμων αγγειογράφων ή των εργαστηρίων τους.
1 Αρ. ευρ: 804 Προθήκη: Έκθεση Γλυπτών, Βάθρο Περιγραφή: Μεγάλος επιτάφιος αττικός γεωμετρικός αμφορέας (μεγάλο κλειστό αγγείο με δύο κάθετες λαβές για τη μεταφορά ή την αποθήκευση υγρών ή στερεών προϊόντων), με σκηνή πρόθεσης νεκρού και θρηνωδούς. Του Ζωγράφου του Διπύλου. Από τον Κεραμεικό της Αθήνας. 760-750 π.Χ. Το κύριο θέμα, η πρόθεση νεκρού, ο θρήνος στο νεκροκρέβατο και η προετοιμασία για την κηδεία (πιθανότατα γυναίκας), ανάμεσα στους θρηνωδούς, με τις χαρακτηριστικές τους στάσεις και χειρονομίες, καταλαμβάνει τη ζώνη ανάμεσα στις λαβές και στις δύο πλευρές του αγγείου. Στο κάτω μέρος του ψηλού λαιμού εικονίζεται σειρά από αιγάγρους, ενώ πιο πάνω, σειρά από ζαρκάδια που βόσκουν, και τα δύο θέματα εμπνευσμένα από την Ανατολή. Όλο το υπόλοιπο αγγείο καλύπτεται από ζώνες με γεωμετρικά μοτίβα, όπως ο μαίανδρος. Το αγγείο τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο, ως ταφικό σήμα. Ζωγράφος του Διπύλου έχει ονομαστεί συμβατικά ο ανώνυμος αγγειογράφος, από τον τόπο εύρεσης του αγγείου στο Δίπυλο Αθηνών. Θεωρείται ως ο πρώτος, ή ένας από τους πρώτους μεγάλους αγγειογράφους του αττικού Κεραμικού των πρώιμων ιστορικών χρόνων.
2 Αρ. ευρ: 1002 Προθήκη: Έκθεση Οδύσσειες Περιγραφή: Αττικός μελανόμορφος αμφορέας (μεγάλο κλειστό αγγείο με δύο κάθετες λαβές για τη μεταφορά ή την αποθήκευση υγρών ή στερεών προϊόντων). Στο λαιμό, ο Ηρακλής σκοτώνει τον κένταυρο Νέσσο. Στην κοιλιά, δύο Γοργόνες κυνηγούν τον Περσέα που έχει αποκεφαλίσει την αδελφή τους Μέδουσα, η οποία καταρρέει αιμόφυρτη πίσω τους. Του Ζωγράφου του Νέσσου. Από την Αθήνα. 615-605 π.Χ. Σύμφωνα με το μύθο (ενδεικτικά: Σοφοκλής, Τραχίνιαι, 555 κ.ε., Διόδωρος 4, 36, 3, Οβίδιος, Μεταμορφώσεις, 9, 98-134) όταν ο Ηρακλής με τη σύζυγό του Δηιάνειρα και το γιο τους Ύλλο θέλησαν να διαβούν τον ποταμό Εύηνο, στο δρόμο τους από την Καλυδώνα προς την Τίρυνθα, ο Κένταυρος Νέσσος προσφέρθηκε να τους μεταφέρει στην πλάτη του, όπως έκανε για όλους τους διαβάτες του περάσματος. Όταν όμως ο Νέσσος αποπειράθηκε να βιάσει την Δηιάνειρα, ο Ηρακλής του επετέθη και τον φόνευσε. Ο Κένταυρος πεθαίνοντας συμβούλεψε την Δηιάνειρα να μαζέψει το αίμα του, το οποίο ενεργώντας ως δηλητήριο, οδήγησε αργότερα στον οδυνηρό θάνατο του Ηρακλή. Σύμφωνα με το μύθο (ενδεικτικά: Ησίοδος, Θεογονία, 270-281. Ησίοδος, Ἀσπίς, 216-248. Πίνδαρος, Πυθιόνικος 10, 44-48 και 12, 7-17) ο ήρωας Περσεύς, γιός του Δία και της Δανάης, αποκεφάλισε την τερατόμορφη Μέδουσα, με τη βοήθεια της Αθηνάς και του Ερμή. Οι Γοργόνες, αδελφές της, ετράπησαν σε φυγή.
3 Αρ. ευρ: 15499 Προθήκη: Έκθεση Αγγείων, Προθήκη 43 Περιγραφή: Τμήμα από αττικό μελανόμορφο λέβη (ή δίνο) (μεγάλο ανοικτό ημισφαιρικό αγγείο χωρίς λαβές, που συνήθως στερεωνόταν πάνω σε ψηλό υπόστατο και το χρησιμοποιούσαν για την ανάμειξη του κρασιού με το νερό), με παράσταση αρματοδρομίας των επιτάφιων αγώνων που οργάνωσε ο Αχιλλέας για να τιμήσει το νεκρό φίλο του Πάτροκλο. Έργο του Σοφίλου, όπως μαρτυρεί επιγραφή, που προσδιορίζει και το θέμα της παράστασης. Από τα Φάρσαλα Θεσσαλίας. 580-570 π.Χ. Σύμφωνα με την Ιλιάδα, σε κρίσιμη καμπή του Τρωικού πολέμου, ο Πάτροκλος παρεμβαίνει στη μάχη, με τα όπλα και την αρματωσιά του Αχιλλέα και, αφού σκοτώσει πολλούς Τρώες, φονεύεται από τον Απόλλωνα, σύμμαχο των Τρώων (Ἰλιάς, Π). Ο Αχιλλέας για να τιμήσει το νεκρό φίλο του οργανώνει αγώνες γύρω από τον τύμβο του τάφου του (Ἰλιάς, Ψ).
4 Αρ. ευρ: 15166 (Ακρ 611) Προθήκη: Έκθεση Αγγείων, Προθήκη Ακρόπολης Περιγραφή: Τμήμα αττικού μελανόμορφου κάνθαρου (αγγείο πόσεως, με δύο συνήθως υψηλές, κάθετες λαβές, που έχει συνδεθεί με το Διόνυσο, θεό του κρασιού, ως τυπικό κρασοπότηρό του) του ζωγράφου Νεάρχου, με παράσταση του Αχιλλέα που ζεύει και αποχαιρετά τα άλογά του, Ξάνθο (Χαίτο) και Ευθοία, πριν επιστρέψει στη μάχη για να εκδικηθεί για το χαμό του Πατρόκλου, και να σκοτωθεί. Από την Ακρόπολη Αθηνών. Γύρω στα 560 π.Χ. Η σκηνή περιγράφεται στην Ιλιάδα (Ἰλιάς, Τ).
5 Αρ. ευρ: 26746 Προθήκη: Έκθεση Οδύσσειες Περιγραφή: Αττικός μελανόμορφος καλυκωτός κρατήρας (μεγάλο ανοικτό αγγείο, για τη μείξη του κρασιού με το νερό. Οι αρχαίοι έπιναν το κρασί ανάμικτο με νερό. Ανάλογα με το σχήμα τους και το σχήμα των λαβών τους, διακρίνονται σε κιονωτούς, ελικωτούς και κωδωνόσχημους κρατήρες). Σκηνή «ομηρικής» μάχης. Δύο αντίπαλες ομάδες ή φάλαγγες πολεμιστών μάχονται πάνω από το άψυχο σώμα ενός συμπολεμιστή τους, πιθανόν του Πατρόκλου. Με την τεχνοτροπία του Εξηκία. Από τα Φάρσαλα Θεσσαλίας. Γύρω στο 530 π.Χ. Σύμφωνα με την Ιλιάδα, ο Πάτροκλος μπαίνει στη μάχη με τα όπλα και την αρματωσιά του Αχιλλέα και, αφού σκοτώσει Τρώες, φονεύεται από τον Απόλλωνα, σύμμαχο των Τρώων (Ἰλιάς, Π). Πάνω από το νεκρό σώμα του ήρωα φουντώνει η μάχη των αντιπάλων στρατών (Ἰλιάς, Ρ).
6 Αρ. ευρ: 15375 Προθήκη: Έκθεση Αγγείων, Προθήκη 90 Περιγραφή: Αττικός ερυθρόμορφος αρύβαλλος (μικρό, συχνά σφαιρικό αγγείο, με στενό στόμιο, για το λάδι που χρησιμοποιούσαν οι αθλητές για να αλείφουν τα σώματά τους). Νέος ιματιοφόρος, με ταινία στην κεφαλή, τρέχει προς τα δεξιά, καταδιωκόμενος από δύο φτερωτούς Έρωτες. Ο Έρωτας στα αριστερά κρατά μάστιγα με το δεξί χέρι, ενώ ο Έρωτας στα δεξιά απλώνει τα χέρια προστατευτικά προς το νέο. Παράλληλα προς τα φτερά του Έρωτα με τη μάστιγα, η επιγραφή: Ἀσωποδώρῳ ἡ λήκυθος. Πάνω από τον νέο η επιγραφή: Δόρις ἐποίησεν. Του ζωγράφου και αγγειογράφου Δούριδος. Από την Αθήνα, περιοχή σημερινής οδού Σταδίου. 480-470 π.Χ. Ο Δούρις είναι από τους σημαντικότερους επώνυμους αγγειογράφους και αγγειοπλάστες του πρώτου μισού του 5ου αιώνα π.Χ. Η παράσταση του αρυβάλλου αποτελεί σχολιασμό για τη δύναμη και κυριαρχία του Έρωτα, που επιδρά ως θετική ή αρνητική δύναμη πάνω στα θύματά του, ειδικότερα στους νέους.
7 Αρ. ευρ: 9683 Προθήκη: Έκθεση Οδύσσειες Περιγραφή: Αττική ερυθρόμορφη πελίκη (είδος αμφορέα, με ευρύ κάτω μέρος, που χρησίμευε για την αποθήκευση πολύτιμων ελαίων). Ο Ηρακλής παλεύει και φονεύει το Βούσιρι, μυθικό βασιλιά της Αιγύπτου και τους ιερείς του, που επεδίωκαν να τον θυσιάσουν για να απαλλαγεί η χώρα τους από λοιμό. Του Ζωγράφου του Πανός. Από τις Θεσπιές Βοιωτίας. Γύρω στα 470 π.Χ. Σύμφωνα με το μύθο (ενδεικτικά: Ηρόδοτος, 2, 45 κ.ε., Φερεκύδης, FGrHist 3, F17, Απολλόδωρος 2, 116) ο βασιλιάς Βούσιρις, γιός του Ποσειδώνα και της Λυσιάνασσας, κόρης του Έπαφου, παλιού βασιλιά των Αιγυπτίων, συλλάμβανε κάθε ξένο που ερχόταν στη χώρα του, τον οδηγούσε στο ιερό του Δία στη Μέμφιδα και με τη βοήθεια των ιερέων, τον σκότωνε, ακολουθώντας μαντική συμβουλή για την απαλλαγή της χώρας του από ανομβρία και λοιμό. Ο Ηρακλής στο δρόμο για τα μήλα των Εσπερίδων έφτασε στην Αίγυπτο, συνελήφθη για τον ίδιο σκοπό, σκότωσε το Βούσιρι και την ακολουθία του και συνέχισε το ταξίδι του.
8 Αρ. ευρ: 1935 Προθήκη: Έκθεση Αγγείων, Προθήκη 109 Περιγραφή: Αττική λήκυθος λευκού βάθους (ελαιοδόχο αγγείο, με στενό λαιμό και μία κάθετη λαβή), με παράσταση επίσκεψης σε ταφικό μνημείο. Αγένειος νεαρός άνδρας, που νοείται ως ο νεκρός, όρθιος στα αριστερά, αντικρίζει την επιτύμβια στήλη του. Από τη δεξιά πλευρά ανεβαίνει στις βαθμίδες της στήλης μία γυναικεία μορφή με κάνιστρο (ρηχό σκεύος) γεμάτο με στεφάνια για να στολίσει το ταφικό μνημείο. Ο νεκρός άνδρας φορά πορπωμένη χλαμύδα, πέτασο (είδος καπέλου) ριγμένο στους ώμους και κρατά δόρυ. Η γυναίκα φορά χιτώνα και ιμάτιο και έχει τα μαλλιά μαζεμένα σε κρωβύλο (κότσο) στο πίσω μέρος της κεφαλής. Στη βάση και πίσω από το ταφικό μνημείο έχουν εναποτεθεί ταφικές προσφορές: λήκυθοι, στεφάνια, καρποί και ταινίες. Η στήλη διακοσμείται με ταινία και το αέτωμά της με ανθέμιο. Πίσω από τη στήλη διακρίνεται το ωοειδές περίγραμμα του ταφικού τύμβου, η κορυφή του οποίου επιστέφεται με κλαδιά. Από την Ερέτρια. Του Ζωγράφου του Bosanquet. Γύρω στο 440 π.Χ. Στις αρχαίες ελληνικές πόλεις, επισκέψεις, προσφορές και τελετουργίες πραγματοποιούνταν στους τάφους σε τακτά χρονικά διαστήματα κατά τον πρώτο χρόνο μετά την ταφή, καθώς και σε εορτές για την απόδοση τιμών στους νεκρούς, όπως τα Γενέσια, Ἐπιτάφια, Νεκύσια και άλλες.
9 Αρ. ευρ: 18063 Προθήκη: Έκθεση Γλυπτών, Αίθουσα 15 Περιγραφή: Αττικός ερυθρόμορφος στάμνος (μεγάλο ανοικτό αγγείο με χαμηλό λαιμό και δύο μικρές οριζόντιες λαβές στο επάνω μέρος του σώματος, που χρησίμευε για την αποθήκευση υγρών ή για τη μείξη κρασιού με νερό). Η πρώτη αρπαγή της Ελένης, από το Θησέα, σε άρμα που ετοίμασε ο Πειρίθους. Η αδελφή της Φοίβη την αποχαιρετά. Του αγγειογράφου Πολυγνώτου. Πιθανόν από το Μαραθώνα. Δωρεά Κυριαζή. Γύρω στο 430 π.Χ. Σύμφωνα με το μύθο (ενδεικτικά: Ησίοδος, Πειρίθου Κατάβασις, απόσπασμα 280 κ.ε., Ηρόδοτος 9, 73, 2, Διόδωρος, 4, 63, 1, Πλούταρχος, Θησεύς, 31 κ.ε.), ο Θησέας μετά το θάνατο της συζύγου του Φαίδρας και ο φίλος του Πειρίθους, αποφάσισαν να παντρευτούν κόρες θεών. Πήγαν στη Σπάρτη και άρπαξαν την ωραία Ελένη, νεαρό τότε κορίτσι, που την είδαν να χορεύει με τις φίλες της στο ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας. Τα αδέλφια της ηρωίδας, οι Διόσκουροι, την διέσωσαν και την έφεραν πίσω στην πατρίδα της.
10 Αρ. ευρ: 1629 Προθήκη: Έκθεση Αγγείων, Προθήκη 118 Περιγραφή: Αττικό ερυθρόμορφο επίνητρο (ειδικό σκεύος, όχι αγγείο, πάνω στο οποίο οι γυναίκες έτριβαν μαλλί για το γνέσιμο). Α: η νύφη Άλκηστις και οι φίλες της στολίζουν με κλαδιά μυρτιάς γαμικούς λέβητες και λουτροφόρο. Β: η νύφη Αρμονία και οι φίλες της. Γ: Καταδίωξη της Θέτιδας από τον Πηλέα. Από την Ερέτρια. Του Ζωγράφου της Ερέτριας. Γύρω στο 425 π.Χ. Οι παραστάσεις που διακοσμούν το επίνητρο προβάλλουν τις ιστορίες και το γάμο μυθικών ζευγαριών. Σύμφωνα με το μύθο, η Άλκηστις, κόρη του Πελία και της Αναξιβίας ή της Φιλομάχης, ήταν σύζυγος του Αδμήτου και πρόσφερε τη ζωή της για αυτόν (Ἰλιάς, Β, 715, Αισχύλος, Εὐμενίδες 723 κ.ε.). Η Αρμονία, κόρη του Άρη και της Αφροδίτης, ήταν σύζυγος του Κάδμου, βασιλιά της Θήβας (ενδεικτικά: Αισχύλος, Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας, 105, 140). Ο Πηλέας καταδίωξε τη Θέτιδα, που μεταμορφωνόταν διαρκώς, πριν αυτή δεχτεί τελικά να τον παντρευτεί και αποκτήσουν τον Αχιλλέα ως γιο τους (Πίνδαρος, Νεμεόνικος 4, 62 και 66. Σοφοκλής, απόσπασμα 150 κ.ε. και 618 κ.ε.).
ΤΕΛΟΣ
- Ενδεικτική βιβλιογραφία Από τους Καταλόγους Περιοδικών Εκθέσεων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, 1989-2016, βλ. πρόσφατα: Λαγογιάννη-Γεωργακαράκου Μ. (επιμ.), Οδύσσειες, Κατάλογος Έκθεσης, Αθήνα 2016.
- Ενδεικτική βιβλιογραφία για την αρχαία ελληνική αγγειογραφία Beazley J.D., Attic Black-Figure Vase-Painters, Oxford 1956. Beazley J.D., Attic Red-Figure Vase-Painters, Oxford 1963. Coldstream J.N., 1968. Greek Geometric Pottery. A Survey of Ten Local Styles and their Chronology, London. Cook R.M., 1960. Greek Painted Pottery, London. Coulié, A., 2013. La céramique grecque aux époques géométrique et orientalisante (XIe-VIe siècle av. J.-C.), Paris. Heinrich, F., 2006. Das Epinetron. Aspekte der weiblichen Lebenswelt im Spiegel eines Arbeitsgerats, Rahden. Κακριδής Ι.Θ. (επιμ.), 1986. Ελληνική Μυθολογία, τόμοι Ι–V, Αθήνα. Καββαδίας Γ., 2010. Ἆθλα ἐπὶ Πατρόκλῳ. Έπος και αττική εικονογραφία, στο Walter-Karydi E. (επιμ.), Μύθοι, κείμενα, εικόνες. Πρακτικά ΙΑ΄ Διεθνούς Συνεδρίου για την Οδύσσεια, Ιθάκη, 15-19 Σεπτεμβρίου 2009, Ιθάκη, 153-189. Τιβέριος Μ., 1996. Ελληνική Τέχνη. Αρχαία αγγεία, Αθήνα.
- Πηγή: www.lifo.gr
- ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
- Φωτογραφημένα εκ νέου για το LIFO.gr ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΠΑΡΙΣ ΤΑΒΙΤΙΑΝ