Η κοιλάδα της Σούριζας, μία βιομηχανική περιοχή του αρχαίου μεταλλευτικού Λαυρίου-Την αρχαία εποχή ήταν ένα από τα σημαντικότερα βιομηχανικά κέντρα.
Η κοιλάδα της Σούριζαςείναι μία εντυπωσιακή αρχαιολογική περιοχή με αρχαία μεταλλευτικά επιφανειακά και υπόγεια εξορυκτικά έργα και κυρίως με συγκροτήματα εγκαταστάσεων πλυντηρίων υδρομηχανικού εμπλουτισμού μεταλλεύματος, που βρίσκεται μέσα στο πανέμορφο και καταπράσινο πευκόφυτο Εθνικό Δρυμό του Σουνίου μόλις 9 χλμ. από τη πόλη του Σουνίου πολύ εύκολα προσβάσιμη με συμβατικό αυτοκίνητο.
Περιλαμβάνονται δύο σημαντικοί επιμέρους αρχαιολογικοί μεταλλευτικοί χώροι που έχουν ανασκαφεί. Στα υψηλά επίπεδα της κοιλάδας αναπτύσσεται ο χώρος που ονομάζεται “Δρυμός” ή πιο συχνά “ανασκαφή Ε. Κακαβογιάννη”(επισκέψιμος) ενώ προς τα ΝΑ το “Ασκληπιακόν” ή αλλιώς “ανασκαφή Κ. Κονοφάγου”. Βέβαια υπάρχουν και άλλες περιοχές με διάσπαρτα πλυντήρια εμπλουτισμού στο αρχαίο Λαύριο όπως η γειτονική κοιλάδα Μπότσαρη, το Μπερτσέκο, τα Μεγάλα Πεύκα, η Αγριλέζα, το Δημολιάκι, η Συντερίνα κ.α., εντούτοις η κοιλάδα της Σούριζας λόγω της μεγάλης πυκνότητας των αρχαίων εγκαταστάσεων των πλυντηρίων αποτελούσε κατά την αρχαία εποχή και κυρίως κατά τους κλασικούς χρόνους ένα από τα σημαντικότερα βιομηχανικά κέντρα του αρχαίου Λαυρίου (Εικόνα 1).
Εικ.1. A.Ο αρχαιολογικός χώρος κοιλάδας Σούριζας (Δρυμού) η λεγόμενη “ανασκαφή Ε. Κακαβογιάννη”. Β. Αποτύπωση των εγκαταστάσεων εμπλουτισμού μεταλλευμάτων και μεταλλείων της κοιλάδας της Σούριζας. |
Οι αρχαίοι μεταλλευτές εξόρυσσαν μέσα από ένα δαιδαλώδες δίκτυο υπόγειων εργασιών το αργυρομολυβδούχο μετάλλευμα, που αποτελούνταν από κερουσίτη (PbCO3) και γαληνίτη (PbS) σε αναλογία 9:1.(Εικόνα 2).
Στη συνέχεια το εξορυγμένο μετάλλευμα περνούσε από το στάδιο της θραύσης και λειοτρίβησης (Εικόνα 3), προκειμένου να φθάσει σε διαστάσεις κόκκων < 1mm, οπότε και γίνονταν σαν σιμιγδάλι. Ο Κ. Κονοφάγος εκτιμά ότι οι αρχαίοι μεταλλευτές στο διάστημα 7ο αι. π.Χ. – 1ος αι. π.Χ. εξόρυξαν 13 εκατ. τόνους αργυρο-μολυβδούχου μεταλλεύματος.
Από τη ποσότητα αυτή 1 εκατ. τόνοι μεταλλεύματος ήταν πλούσιο και οδηγείτο κατευθείαν για τήξη στις καμίνους.
Το υπόλοιπο μετάλλευμα των 12 εκατ. τόνων λόγω χαμηλής σχετικά περιεκτικότητας σε μεταλλικά στοιχεία, δεν ήταν δυνατόν τεχνικά να κατεργασθεί περαιτέρω σε μεταλλουργικές καμίνους εάν δεν προηγείτο η διαδικασία του εμπλουτισμού προκειμένου να αυξηθεί η περιεκτικότητά του σε Pb και Ag.
Από τη ποσότητα αυτή 1 εκατ. τόνοι μεταλλεύματος ήταν πλούσιο και οδηγείτο κατευθείαν για τήξη στις καμίνους.
Το υπόλοιπο μετάλλευμα των 12 εκατ. τόνων λόγω χαμηλής σχετικά περιεκτικότητας σε μεταλλικά στοιχεία, δεν ήταν δυνατόν τεχνικά να κατεργασθεί περαιτέρω σε μεταλλουργικές καμίνους εάν δεν προηγείτο η διαδικασία του εμπλουτισμού προκειμένου να αυξηθεί η περιεκτικότητά του σε Pb και Ag.
Εικ.3. Σύστημα Θραύσης και Λειοτρίβησης του εξορυγμένου μεταλλεύματος. |
Κοντά στο πλυντήριο εμπλουτισμού υπήρε μία κυκλική στέρνα-δεξαμενή (Σ) ομβρίων (Εικόνες 4 και 5), που ήταν στεγασμένη με ένα ελαφρύ ξύλινο στέγαστρο για την μείωση της εξάτμισης. Το νερό της στέρνας (Σ) τροφοδοτούσε την δεξαμενή (Δ) του πλυντηρίου εμπλουτισμού (Εικ.6).
Σε μικρή απόσταση από τις στέρνες (Σ) υπήρχαν μικρότερες στέρνες τα “πρόστερνα” (Πσ), ώστε να κατακάθονται τα γεώδη προτού το βρόχινο νερό φθάσει με υπερχείλιση στη στέρνα (Σ).
Η τεχνική της διαχείρισης του νερού ήταν πολύ καλά μελετημένη. Για το λόγο αυτό οι εγκαταστάσεις των πλυντηρίων εμπλουτισμού αναπτύσσονταν στις βάσεις των κοιλάδων ώστε να αξιοποιείται το βρόχινο νερό της απορροής των πλαγιών. Δεδομένης μάλιστα της έλλειψης νερού στην περιοχή, κύριο μέλημα των αρχαίων μεταλλευτών ήταν να μην χάνεται νερό που ήταν απαραίτητο, για τη διαδικασία του εμπλουτισμού στα πλυντήρια. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι εσωτερικές επιφάνειες των δεξαμενών-στερνών (Σ) ομβρίων (Εικόνα 5) ήταν επενδεδυμένες με δύο στρώματα υδραυλικού κονιάματος (Κν).
Πως όμως λειτουργούσαν τα πλυντήρια υδρομηχανικού εμπλουτισμού;
Στην εικόνα 6 παρατηρούμε ένα καλοδιατηρημένο επίπεδο πλυντήριο υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλευμάτων στην κοιλάδα της Σούριζας που αποτελεί καλό παράδειγμα προκειμένου να μελετήσουμε και κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας των πλυντηρίων. Επίσης στην εικόνα 7 παρατίθεται αναπαράσταση της λειτουργίας των πλυντηρίων εμπλουτισμού από τον καθηγητή Κ. Κονοφάγο.
Εικ.4. Φωτογραφία με Drone των εγκαταστάσεων εμπλουτισμού του μεταλλεύματος στον αρχαιολογικό χώρο της κοιλάδας της Σούριζας (Δρυμός). |
Εικ.5.Στέρνα –δεξαμενή ομβρίων στη Σούριζα (Δρυμός). Φωτογραφία με Drone |
Πως όμως λειτουργούσαν τα πλυντήρια υδρομηχανικού εμπλουτισμού;
Στην εικόνα 6 παρατηρούμε ένα καλοδιατηρημένο επίπεδο πλυντήριο υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλευμάτων στην κοιλάδα της Σούριζας που αποτελεί καλό παράδειγμα προκειμένου να μελετήσουμε και κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας των πλυντηρίων. Επίσης στην εικόνα 7 παρατίθεται αναπαράσταση της λειτουργίας των πλυντηρίων εμπλουτισμού από τον καθηγητή Κ. Κονοφάγο.
Τo πλυντήρια εμπλουτισμού οι αρχαίοι μεταλλευτές τα ονόμαζαν “Κεγχρεών” ή “Καθαριστήριον”. Κοντά σε αυτά βρίσκονταν και τα τριβεία θραύσης και λειοτρίβησης. Τα συγκροτήματα αυτά (θραύσης- λειοτρίβησης και πλυντηρίων εμπλουτισμού) στο σύνολό τους τα ονόμαζαν “Εργαστήρια”.
Στις εικόνες 6 και 7, με το σύμβολο (Δ) βλέπουμε τη θέση της δεξαμενής νερού του πλυντηρίου και τμήματα του θωράκιου, δηλαδή του τοιχώματος της δεξαμενής (Δ) προς το εσωτερικό της εγκατάστασης, που φέρει κωνικά ακροφύσια (οπές εκροής) υδροδυναμικού χαρακτήρα για την εκροή του νερού με μεγάλη ορμή .
Εικ.6. Πλυντήριο υδρομηχανικού εμπλουτισμού μεταλλεύματος. στη Σούριζα (Δρυμός). Φωτογραφία με Drone. |
Εικ.7. Αναπαράσταση λειτουργίας του πλυντηρίου υδρομηχανικού εμπλουτισμού μεταλλεύματος |
Το σύμβολο (Ε) μας δείχνει το επίπεδο εμπλουτισμού. Το λειοτριβημένο μετάλλευμα το έριχναν σιγά-σιγά σε ξύλινα ρείθρα (Sluices) με κοιλότητες (όπως η πινακωτή), που τα τοποθετούσαν με κλίση ώστε το ένα τους άκρο να βρίσκεται κάτω από τα ακροφύσια της δεξαμενής (Δ), και το άλλο επί του επιπέδου (Ε), όπως δείχνει η εικόνα 8.
Με τη βοήθεια της ροής του νερού τα αργυρομολυβδούχα ορυκτά παγιδεύονταν στις πρώτες κοιλότητες των ρείθρων λόγω μεγαλύτερου ειδικού βάρους. Αντίθετα, τα φτωχά μεταλλεύματα και τα στείρα υλικά όπως ο χαλαζίας, ο ασβεστίτης κ.α. που είναι ελαφρύτερα, παρασύρονταν από το νερό. Με τον τρόπο αυτό οι αρχαίοι μεταλλευτές πετύχαιναν τον διαχωρισμό του χρήσιμου Pb-Ag μεταλλεύματος από τα φτωχά ή στείρα σε μεταλλικά στοιχεία υλικά.
Το χρήσιμο προϊόν της διαδικασίας του εμπλουτισμού αποτελούσε το εμπλούτισμα-συμπύκνωμα (“concentrate”) και περιείχε αργυρομολυβδούχο μετάλλευμα υψηλής περιεκτικότητας σε Pb-Ag το οποίο και αποτίθετο στο επίπεδο εμπλουτισμού (Ε). Οι αρχαίοι μεταλλευτές το ονόμαζαν “Κέγχρος” επειδή έμοιαζε με το κεχρί, κι αυτό διότι περιείχε κυρίως κερουσίτη που το χρώμα του ήταν κιτρινωπό.
Τα φτωχά και στείρα υλικά παρασύρονταν με το νερό, το οποίο μετά το επίπεδο εμπλουτισμού (Ε) κυκλοφορούσε κατά την αντίθετη φορά των δεικτών του ρολογιού, όπως τα μπλε τόξα της εικόνας 6, στα κανάλια (Κ) και στις λεκάνες καθίζησης (Λκ) όπου καθίζαναν τα στείρα υλικά σαν ίζημα. Ωστόσο αυτά το απορρίμματα που δεν ήταν εκμεταλλεύσιμα από τους αρχαίους μεταλλευτές, λόγω χαμηλής περιεκτικότητας σε μεταλλικά στοιχεία, απετέλεσαν αντικείμενο επιτυχούς αξιοποίησης από τους νεότερους μεταλλευτές του 19ου αι. και 20ου αι.., οι οποίοι μάλιστα ονόμαζαν το κλάσμα αυτό ως «πλυνίτες».
Μπορούμε να παρομοιάσουμε την κοιλάδα της Σούριζας ή και άλλες παρόμοιες περιοχές του αρχαίου Λαυρίου με τις Βιομηχανικές Περιοχές της σύγχρονης εποχής;
Στη σύγχρονη εποχή μία Βιομηχανική Περιοχή είναι ένας θεσμοθετημένος από τη νομοθεσία χώρος που οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται ως χώρος βιομηχανικής δραστηριότητας διαφόρων μονάδων στις οποίες για να λειτουργήσουν παρέχεται μία σειρά υποδομών όπως οδικά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης ομβρίων, ηλεκτροφωτισμός , τηλεφωνία κλπ.
Στην κοιλάδα της Σούριζας υπήρχαν πολλές μονάδες εργαστηρίων (εγκαταστάσεις θραύσης - λειοτρίβησης και πλυντήρια εμπλουτισμού) που ανήκαν σε διαφόρους ιδιοκτήτες καθώς και μεταλλεία που ήταν μισθωμένα από το κράτος σε παραχωρησιούχους. Τα εργαστήρια αυτά λειτουργούσαν στον ίδιο χώρο και ανταποκρίνονταν στον ίδιο λειτουργικό σκοπό, χρησιμοποιώντας βασικές υποδομές αλλά και χωροταξικούς κανόνες.
Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται από την ύπαρξη κοινού δικτύου υδραυλικών έργων -καναλιών, που τροφοδοτούσαν με νερό τις στέρνες των διαφόρων εργαστηρίων. Εξάλλου, η λειτουργία μεγάλου αριθμού εργαστηρίων εντός της κοιλάδας και η απασχόληση εκατοντάδων εργαζομένων όπως εξειδικευμένοι τεχνίτες, εργάτες πλυντηρίων, μεταλλωρύχοι υπογείτες, εργάτες –δούλοι, μεταφορείς κ.α. σε ένα σχετικά περιορισμένο χώρο όπως ήταν η κοιλάδα, απαιτούσε συντονισμένη οργάνωση συμβίωσης σε οικισμούς αλλά και αυστηρούς κανόνες λειτουργίας των εγκαταστάσεων (Εικόνα 9).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Κονοφάγος, Κ.Η.,1980: Το Αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική Τεχνική Παραγωγής του Αργύρου. Εκδοτική Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα, 458 σελ.
Μαρίνος, Γ.Π. & Petrascheck, W.E.,1956: Λαύριο. Γεωλογικαί και Γεωφυσικαί Μελέται, Τόμος IV, Νο. 1. Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους, Αθήνα, 247 σελ.
Papadimitriou, G., and Kordatos, J., 1995: The brown waterproofing plaster of the ancient cisterns in Laurion and its weathering and degradation. Asmosia III Athens: Transactions of the 3rd International Symposium of the Association for the Study of Marble and Other Stones used in Antiquity. Edited by Yannis Maniatis, Norman Herz and Yannis Basiakos. 270-284p.
Papadimitriou, G.,2017: Ore washeries and water cisterns in the mines of Laurion-Attica. In: Wellbrock, K. (ed.): Schriften der Deutschen Wasserhistorischen Gesell-schaft, Band 27-2, Siegburg, 2017, 395-416.
Τζεφέρης Π.. 2016 : Τα «πλυντήρια» του αρχαίου Λαυρίου. https://www.huffingtonpost.gr/petros-tzeferis/-_7603_b_12243972.html
Τσάιμου, Κ.Γ.,2007: Ορολογία τη αρχαίας μεταλλείας. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π.
Για τους μη γνωρίζοντες τα πλυντήρια ήταν μέσα υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων της περιοχής, ώστε αυτά να εμπλουτίζονται σε αργυρούχο μόλυβδο, δηλαδή το γαληνίτη (PbS) και τον κερουσίτη (PbCO3). Η μέθοδος αυτή ήταν μεν αποτελεσματική, αλλά απαιτούσε μεγάλες ποσότητες νερού, σε μία σχετικά άνυδρη περιοχή, όπως η Λαυρεωτική. Ετσι, οι σπουδαίοι μεταλλουργοί του Λαυρίου επινόησαν μία κατασκευή στην οποία το νερό που χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό του μεταλλεύματος, μπορούσε να αυτοκαθαρίζεται και να επανα-χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό.
Η επιστημονική μελέτη για τα αρχαία «πλυντήρια» του Λαυρίου είναι μια παλιά υπόθεση που προσέλκυσε πολλούς ερευνητές φέρνοντας κοντά τους μηχανικούς με τους αρχαιολόγους. Ασχολήθηκαν με αυτά ο A. Κορδέλλας (1869), ο Φ.Νέγρης (1881), ο Ε. Ardaillon (1897), οι Κ. Κονοφάγος και H. Mussche (1970), η Κ. Τσάιμου (2002-), ο E. Κακαβογιάννης (1990), ο C.Domerque (1998), ο Γ. Παπαδημητρίου (2013-) και πολλοί άλλοι.
Για τους μη γνωρίζοντες τα πλυντήρια ήταν μέσα υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων της περιοχής, ώστε αυτά να εμπλουτίζονται σε αργυρούχο μόλυβδο, δηλαδή το γαληνίτη (PbS) και τον κερουσίτη (PbCO3). Η μέθοδος αυτή ήταν μεν αποτελεσματική, αλλά απαιτούσε μεγάλες ποσότητες νερού, σε μία σχετικά άνυδρη περιοχή, όπως η Λαυρεωτική. Ετσι, οι σπουδαίοι μεταλλουργοί του Λαυρίου επινόησαν μία κατασκευή στην οποία το νερό που χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό του μεταλλεύματος, μπορούσε να αυτοκαθαρίζεται και να επανα-χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό. Πρόκειται για το λεγόμενο Πλυντήριο Μεταλλεύματος ή αλλιώς το Καθαριστήριον.
Τα πλυντήρια ήταν κυρίως επίπεδα, όπως εκείνο δίπλα στο αρχαίο θέατρο του Θορικού (βλ. φωτ). Εντούτοις, το 1965, ο καθηγητής ΕΜΠ Κ. Κονοφάγος παρατήρησε μια ελικοειδή κατασκευή στην θέση «Μεγάλα Πεύκα» την οποίο ερμήνευσε ως «ελικοειδές πλυντήριο» ενώ στη συνέχεια εντοπίστηκαν στη Λαυρεωτική άλλα δύο ελικοειδή πλυντήρια, ένα στην θέση Δημολιάκι και ένα στην θέση Μπερτσέκο. Τα «ελικοειδή πλυντήρια» ήταν μεταγενέστερα των επιπέδων, είχαν μεγάλο μήκος και σχετικά εύκολη ανακυκλοφορία του νερού, πιθανώς ως προσπάθεια μίμησης των ξύλινων ρείθρων των επίπεδων πλυντηρίων. Ερμηνεύτηκαν ως ειδικά πλυντήρια μικρής παραγωγής, αλλά καλής μεταλλικής απόδοσης για φτωχά μεταλλεύματα, πιθανώς απορρίμματα που ήταν λεπτομερή ή έπρεπε να λειοτριβηθούν περαιτέρω (Κ. Κονοφάγος, 1,2.
Μετά το 2002, η Κ. Τσάιμου, επίσης καθηγήτρια ΕΜΠ, εντόπισε και ανέσκαψε ορισμένα ακόμη μαρμάρινα «ελικοειδή πλυντήρια» στην κοιλάδα Αρύ της Λαυρεωτικής ανάμεσα σε Ανάβυσσο και Κερατέα (Αρύ Ι, ΙΙ και ΙΙΙ βλ. 3). Σύμφωνα με την Κ. Τσάιμου, τα ελικοειδή πλυντήρια δεν αποτελούσαν ανεξάρτητα συγκροτήματα εμπλουτισμού, αλλά εντάσσονταν μέσα σε ένα συγκρότημα επιπέδων πλυντηρίων, με τα οποία συνδυάζονταν κατατείνοντας στην καλύτερη οικονομία του εμπλουτισμού του μεταλλεύματος (βλ. 4). Επιπλέον στην θέση Αρύ, που σημειωτέον, η ανασκαφική έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, ανέσκαψε και ορισμένες ακόμη κατασκευές (οριζόντιες και όχι ελικοειδείς) που ερμηνεύτηκαν ως διατάξεις αναμεικτικές με σκοπό την πλινθοποίηση και την εν συνεχεία τροφοδοσία των μεταλλουργικών καμινιών.
Το 2013, ο Γ. Παπαδημητρίου, επίσης καθηγητής ΕΜΠ, έδωσε μια άλλη ερμηνεία (βλ. συν. διαλέξεις 5,6 στο τέλος του κειμένου) θεωρώντας ότι όλες οι (ανοικτές και κλειστές) ανασκαφείσες κατασκευές που ονομάστηκαν είτε ελικοειδή πλυντήρια είτε αναμεικτικές διατάξεις πλινθοποίησης, ήταν ουσιαστικά κυκλικά τριβεία με όρθια μυλόπετρα που κυλίεται μέσα στο αυλάκι και λειοτριβεί το εκεί τοποθετηθέν μετάλλευμα («edge runner mills»).
Στις παρατεθείσες πλέον πρόσφατες ανακοινώσεις μπορεί να μελετήσει κανείς τις επιμέρους ερμηνείες και την τεκμηρίωσή τους από κάθε πλευρά.
Κατά την άποψή μου, είναι όχι μόνο παρήγορο αλλά και εξαιρετικά θετικό, επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, ομότιμοι καθηγητές, να συνεχίζουν με επιμονή και πάθος την έρευνα, δίνοντας το παράδειγμα στους νεώτερους ερευνητές για την αναζήτηση της επιστημονικής γνώσης, τους κόπους, τα προβλήματα και τα δύσκολα μονοπάτια που πρέπει να διαβούν. Παράλληλα, σε κάθε περίπτωση, η μόνη κερδισμένη θα είναι η επιστημονική αλήθεια και η τεκμηρίωσή της από μια τέτοια φαινομενική αντιπαράθεση που σχετίζεται με το συγκεκριμένο εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα ερμηνείας των ευρημάτων στη Λαυρεωτική.
Μακάρι, σύντομα να συνεχιστεί η ανασκαφική έρευνα (ήδη γίνεται προσπάθεια ένταξης στο πλαίσιο προγραμμάτων του ΕΣΠΑ) ώστε να υπάρξουν νέα ευρήματα. Και μακάρι επίσης, νεώτεροι ερευνητές να έχουν την όρεξη και το απαιτούμενο σθένος, να μπούν στην διαδικασία να ερευνήσουν και να ερμηνεύσουν τα νέα αυτά ευρήματα, με το ίδιο πάθος και αμεροληψία, όπως έκαμαν οι προκάτοχοί τους. ΠΗΓΗ www.huffingtonpost.gr/
1 Κονοφάγος Κ., H. Mussche (1970). «Τα ελικοειδή πλυντήρια των αρχαίων Ελλήνων εις το Λαύριον. Μία απολεσθείσα αρχαία Ελληνική εφεύρεση», Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών.
2 Κονοφάγος, Κ., (1980). Το Αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική Τεχνική Παραγωγής Αργύρου, Αθήνα, σελ.458.
3 Κ. Τσάιμου: Συγκρότημα Κατεργασίας Αργυρούχων Μεταλλευμάτων στη θέση Αρύ Λαυρεωτικής, ΙΣΤ Επιστημονική Συνάντηση ΝΑ Αττικής, 2016
4Κ. Τσάιμου «Ο ρόλος του συνδυασμού επιπέδων και ελικοειδούς πλυντηρίου στο οικονομικό αποτέλεσμα της τήξης του αργυρίτη»
5Γ. Παπαδημητρίου: Μια νέα άποψη για τα ελικοειδή πλυντήρια του Λαυρίου, ΙΕ Επιστημονική Συνάντηση ΝΑ Αττικής, 2015
6 Γ. Παπαδημητρίου: Τριβεία και Μύλοι κατά την Κλασσική Περίοδο, ΕΜΑΕΤ, 2.12.2013
Τα φτωχά και στείρα υλικά παρασύρονταν με το νερό, το οποίο μετά το επίπεδο εμπλουτισμού (Ε) κυκλοφορούσε κατά την αντίθετη φορά των δεικτών του ρολογιού, όπως τα μπλε τόξα της εικόνας 6, στα κανάλια (Κ) και στις λεκάνες καθίζησης (Λκ) όπου καθίζαναν τα στείρα υλικά σαν ίζημα. Ωστόσο αυτά το απορρίμματα που δεν ήταν εκμεταλλεύσιμα από τους αρχαίους μεταλλευτές, λόγω χαμηλής περιεκτικότητας σε μεταλλικά στοιχεία, απετέλεσαν αντικείμενο επιτυχούς αξιοποίησης από τους νεότερους μεταλλευτές του 19ου αι. και 20ου αι.., οι οποίοι μάλιστα ονόμαζαν το κλάσμα αυτό ως «πλυνίτες».
Μπορούμε να παρομοιάσουμε την κοιλάδα της Σούριζας ή και άλλες παρόμοιες περιοχές του αρχαίου Λαυρίου με τις Βιομηχανικές Περιοχές της σύγχρονης εποχής;
Στη σύγχρονη εποχή μία Βιομηχανική Περιοχή είναι ένας θεσμοθετημένος από τη νομοθεσία χώρος που οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται ως χώρος βιομηχανικής δραστηριότητας διαφόρων μονάδων στις οποίες για να λειτουργήσουν παρέχεται μία σειρά υποδομών όπως οδικά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης ομβρίων, ηλεκτροφωτισμός , τηλεφωνία κλπ.
Εικ.9. Τοπογραφική αποτύπωση των πλυντηρίων εμπλουτισμού του μεταλλεύματος με τους οικισμούς, στον αρχαιολογικό χώρο “Ασκληπιακόν” στη Σούριζα η ονομαζόμενη και “ανασκαφή Κ. Κονοφάγου”. |
Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται από την ύπαρξη κοινού δικτύου υδραυλικών έργων -καναλιών, που τροφοδοτούσαν με νερό τις στέρνες των διαφόρων εργαστηρίων. Εξάλλου, η λειτουργία μεγάλου αριθμού εργαστηρίων εντός της κοιλάδας και η απασχόληση εκατοντάδων εργαζομένων όπως εξειδικευμένοι τεχνίτες, εργάτες πλυντηρίων, μεταλλωρύχοι υπογείτες, εργάτες –δούλοι, μεταφορείς κ.α. σε ένα σχετικά περιορισμένο χώρο όπως ήταν η κοιλάδα, απαιτούσε συντονισμένη οργάνωση συμβίωσης σε οικισμούς αλλά και αυστηρούς κανόνες λειτουργίας των εγκαταστάσεων (Εικόνα 9).
- Συνεπώς, θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την λειτουργία και οργάνωση της κοιλάδας των εργαστηρίων σαν μια βιομηχανική περιοχή των αρχαίων χρόνων. Υπενθυμίζεται ότι και άλλες περιοχές του Λαυρίου, όπως η περιοχή του Θορικού, απετέλεσαν ζώνες βιομηχανικής και ειδικότερα μεταλλευτικής-μεταλλουργικής ανάπτυξης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Κονοφάγος, Κ.Η.,1980: Το Αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική Τεχνική Παραγωγής του Αργύρου. Εκδοτική Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα, 458 σελ.
Μαρίνος, Γ.Π. & Petrascheck, W.E.,1956: Λαύριο. Γεωλογικαί και Γεωφυσικαί Μελέται, Τόμος IV, Νο. 1. Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους, Αθήνα, 247 σελ.
Papadimitriou, G., and Kordatos, J., 1995: The brown waterproofing plaster of the ancient cisterns in Laurion and its weathering and degradation. Asmosia III Athens: Transactions of the 3rd International Symposium of the Association for the Study of Marble and Other Stones used in Antiquity. Edited by Yannis Maniatis, Norman Herz and Yannis Basiakos. 270-284p.
Papadimitriou, G.,2017: Ore washeries and water cisterns in the mines of Laurion-Attica. In: Wellbrock, K. (ed.): Schriften der Deutschen Wasserhistorischen Gesell-schaft, Band 27-2, Siegburg, 2017, 395-416.
Τζεφέρης Π.. 2016 : Τα «πλυντήρια» του αρχαίου Λαυρίου. https://www.huffingtonpost.gr/petros-tzeferis/-_7603_b_12243972.html
Τσάιμου, Κ.Γ.,2007: Ορολογία τη αρχαίας μεταλλείας. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π.
Τα «πλυντήρια» του αρχαίου Λαυρίου
Πέτρος Τζεφέρης Διδάκτωρ ΕΜΠ, Συγγραφέας
Για τους μη γνωρίζοντες τα πλυντήρια ήταν μέσα υδρομηχανικού εμπλουτισμού των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων της περιοχής, ώστε αυτά να εμπλουτίζονται σε αργυρούχο μόλυβδο, δηλαδή το γαληνίτη (PbS) και τον κερουσίτη (PbCO3). Η μέθοδος αυτή ήταν μεν αποτελεσματική, αλλά απαιτούσε μεγάλες ποσότητες νερού, σε μία σχετικά άνυδρη περιοχή, όπως η Λαυρεωτική. Ετσι, οι σπουδαίοι μεταλλουργοί του Λαυρίου επινόησαν μία κατασκευή στην οποία το νερό που χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό του μεταλλεύματος, μπορούσε να αυτοκαθαρίζεται και να επανα-χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό.
Η επιστημονική μελέτη για τα αρχαία «πλυντήρια» του Λαυρίου είναι μια παλιά υπόθεση που προσέλκυσε πολλούς ερευνητές φέρνοντας κοντά τους μηχανικούς με τους αρχαιολόγους. Ασχολήθηκαν με αυτά ο A. Κορδέλλας (1869), ο Φ.Νέγρης (1881), ο Ε. Ardaillon (1897), οι Κ. Κονοφάγος και H. Mussche (1970), η Κ. Τσάιμου (2002-), ο E. Κακαβογιάννης (1990), ο C.Domerque (1998), ο Γ. Παπαδημητρίου (2013-) και πολλοί άλλοι.
Πλυντήριο μεταλλεύματος στον αρχαιολογικό χώρο του Δρυμού Λαυρεωτικής (Σούριζα), 4-5ος αι. πΧ (1) |
Επίπεδο πλυντήριο εμπλουτισμού μεταλλεύματος δίπλα στο Αρχαίο θέατρο Θορικού |
ο ελικοειδές πλυντήριο στη θέση Δημολιάκι Λαυρεωτικής |
Μέρος ελικοειδούς πλυντηρίου |
Το 2013, ο Γ. Παπαδημητρίου, επίσης καθηγητής ΕΜΠ, έδωσε μια άλλη ερμηνεία (βλ. συν. διαλέξεις 5,6 στο τέλος του κειμένου) θεωρώντας ότι όλες οι (ανοικτές και κλειστές) ανασκαφείσες κατασκευές που ονομάστηκαν είτε ελικοειδή πλυντήρια είτε αναμεικτικές διατάξεις πλινθοποίησης, ήταν ουσιαστικά κυκλικά τριβεία με όρθια μυλόπετρα που κυλίεται μέσα στο αυλάκι και λειοτριβεί το εκεί τοποθετηθέν μετάλλευμα («edge runner mills»).
Στις παρατεθείσες πλέον πρόσφατες ανακοινώσεις μπορεί να μελετήσει κανείς τις επιμέρους ερμηνείες και την τεκμηρίωσή τους από κάθε πλευρά.
Κατά την άποψή μου, είναι όχι μόνο παρήγορο αλλά και εξαιρετικά θετικό, επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, ομότιμοι καθηγητές, να συνεχίζουν με επιμονή και πάθος την έρευνα, δίνοντας το παράδειγμα στους νεώτερους ερευνητές για την αναζήτηση της επιστημονικής γνώσης, τους κόπους, τα προβλήματα και τα δύσκολα μονοπάτια που πρέπει να διαβούν. Παράλληλα, σε κάθε περίπτωση, η μόνη κερδισμένη θα είναι η επιστημονική αλήθεια και η τεκμηρίωσή της από μια τέτοια φαινομενική αντιπαράθεση που σχετίζεται με το συγκεκριμένο εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα ερμηνείας των ευρημάτων στη Λαυρεωτική.
Μακάρι, σύντομα να συνεχιστεί η ανασκαφική έρευνα (ήδη γίνεται προσπάθεια ένταξης στο πλαίσιο προγραμμάτων του ΕΣΠΑ) ώστε να υπάρξουν νέα ευρήματα. Και μακάρι επίσης, νεώτεροι ερευνητές να έχουν την όρεξη και το απαιτούμενο σθένος, να μπούν στην διαδικασία να ερευνήσουν και να ερμηνεύσουν τα νέα αυτά ευρήματα, με το ίδιο πάθος και αμεροληψία, όπως έκαμαν οι προκάτοχοί τους. ΠΗΓΗ www.huffingtonpost.gr/
1 Κονοφάγος Κ., H. Mussche (1970). «Τα ελικοειδή πλυντήρια των αρχαίων Ελλήνων εις το Λαύριον. Μία απολεσθείσα αρχαία Ελληνική εφεύρεση», Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών.
2 Κονοφάγος, Κ., (1980). Το Αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική Τεχνική Παραγωγής Αργύρου, Αθήνα, σελ.458.
3 Κ. Τσάιμου: Συγκρότημα Κατεργασίας Αργυρούχων Μεταλλευμάτων στη θέση Αρύ Λαυρεωτικής, ΙΣΤ Επιστημονική Συνάντηση ΝΑ Αττικής, 2016
4Κ. Τσάιμου «Ο ρόλος του συνδυασμού επιπέδων και ελικοειδούς πλυντηρίου στο οικονομικό αποτέλεσμα της τήξης του αργυρίτη»
5Γ. Παπαδημητρίου: Μια νέα άποψη για τα ελικοειδή πλυντήρια του Λαυρίου, ΙΕ Επιστημονική Συνάντηση ΝΑ Αττικής, 2015
6 Γ. Παπαδημητρίου: Τριβεία και Μύλοι κατά την Κλασσική Περίοδο, ΕΜΑΕΤ, 2.12.2013