Το καταχωμένο ιερό του χθόνιου θεού Παγκράτη, στο Παγκράτι.




Η ανακάλυψη του Ιερού (1952)
Το Ιερό του Παγκράτη ανακαλύφθηκε τον Νοέμβριο του 1952, στην συμβολή της Βασιλέως Γεωργίου Β’ με την τότε κατασκευαζόμενη λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου. Η αιτία της ανακάλυψης ήταν η παράλληλη υλοποίηση δυο τεχνικών έργων στην περιοχή αυτή του Παγκρατίου και πιο συγκεκριμένα:
1. την κατασκευή μεγάλου διπλού (δίδυμου) αγωγού για την υπογειοποίηση του Ιλισσού ποταμού και παράλληλα
2. την κατασκευή της νέας Λεωφόρου Βασιλέως Κωνσταντίνου, πάνω από τον κλειστό αγωγό του Ιλισσού.

Τα ευρήματα σε αυτή την πρώτη ανακάλυψη ήταν:
  • – ένα κεφάλι πιθανόν του Σέραπι,
  • – ένα άλλο κεφάλι ενός γενειοφόρου ανθρώπου και
  • – ένα αναθηματικό ανάγλυφο του Ηρακλή
Το 3ο εύρημα θεωρήθηκε και το πιο σημαντικό καθώς παρείχε ισχυρές ενδείξεις για την ύπαρξη ιερού στον χώρο. Τα ευρήματα παραδόθηκαν στον τότε έφορο αρχαιοτήτων και διευθυντή της Ακρόπολης, Γιάννη Μηλιάδη, ο οποίος οργάνωσε και ηγήθηκε της περαιτέρω ανασκαφικής εργασίας τα έτη 1953 και 1954.




Οι ανασκαφές του Μηλιάδη (1953-1954)

Οι δύο σωστικές ανασκαφές του Γ. Μηλιάδη έγιναν η μεν πρώτη την άνοιξη του 1953 η δε δεύτερη την άνοιξη του 1954. Οι ανασκαφές ήταν σχετικά σύντομες και αρκετά δύσκολες λόγω της ιδιαίτερης θέσης του ανασκαφικού χώρου. Πιο συγκεκριμένα τα προβλήματα που αντιμετώπισε η ανασκαφική ομάδα του Μηλιάδη ήταν:
  • – το μεγάλο βάθος της εκσκαφής
  • – ο στενός χώρος εργασίας και
  • – το γεγονός ότι η κατασκευή των δυο τεχνικών έργων που αναφέραμε συνεχιζόταν ταυτόχρονα
Στην αναφορά του ο Μηλιάδης αναφέρει χαρακτηριστικά για τις ανασκαφές του 1954:

Μόλις κατά (τον) Μάρτιον τοΰ 1954 κατέστη δυνατόν νά συνεχίσωμεν την έρευναν τοΰ παριλισίου ίεροΰ τοΰ Παγκράτους. Τά έκτελοΰμενα εκεί έργα άποφράξεως τής κοίτης τοΰ ποταμοΰ έπεσώρευσαν επί τοΰ υπό έξερεύνησιν τομέως, δηλαδή έπ’ι τής έκτάσεως από τοΰ δίδυμου μεγάλου άγωγοΰ, προς Β. μέχρι τής κοίτης, μεγίστην έπίχωσιν, την οποίαν άπεμακρΰναμεν διά μηχανικών μέσων, ως μή παρουσιάζουσαν οΰδέν ενδιαφέρον.

Έχει ενδιαφέρον σε αυτό το σημείο να σημειώσουμε και τα σχόλια της «αντίπερας όχθης» , του Μηχανικού δηλαδή του έργου διευθέτησης και υπογειοποίησης του Ιλισού, Μιχαήλ Παπαδάκη, όπως το καταγράφει ο ίδιος στο βιβλίο του Ιλισός.

Φωτ  Δορυφόρου ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

…Μια ανάλογη αντιμετώπιση δυσχερειών παρουσιάζεται και στην διασταύρωση των οδών Βασιλέως Γεωργίου του Β’ (πρώην Διοχάρους) με την οδόν Βασιλέως Κωνσταντίνου. Στη θέση ακριβώς αυτή βρίσκονται πιθανόν τα ερείπια ενός υπαίθριου ιερού του Ηρακλέους, ή όπως τον ονόμαζαν τότε, του ήρωος Παγκράτη από τον οποίον πήραν αργότερα και το όνομα της ομώνυμης συνοικίας. 
Δεν υπάρχει γι’αυτό καμία άλλη μαρτυρία η ένδειξη, εκτός από τις σωζόμενες επιγραφές που βρήκε κατά τις ανασκαφές στη θέση εκείνη ο αρχαιολόγος Ι. Μηλιάδης. Γεγονός είναι ότι κατά την κατασκευή του έργου του Ιλισού δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή από μας ώστε να μην καταστραφούν ενδεχόμενα ίχνη. 
Στην φωτογραφία που ακολουθεί φαίνεται καθαρά η εκτροπή των έργων διευθετήσεως προς τα δεξιά και μόνο μετά την ολοκλήρωση της καλύψεως ανασκάψαμε τη θέση κάτω από την υφιστάμενη γέφυρα, όπου όμως δυστυχώς δεν ανευρέθηκε κανένα ίχνος του ιερού. Η παρουσία παλαιότερων έργων αποχετεύσεως είναι δυνατόν να εξαφάνισε τα στοιχεία.


Επίγεια φωτογράφηση της κοίτης του Ιλισσού την εποχή της ανασκαφής
Αεροφωτογραφία της περιοχής κατά την διάρκεια των εργασιών (Νοέμβριος 1953)

Ο Μηλιαδής στην αναφορά του στο τεύχος της Αρχαιολογικής Εταιρείας παραθέτει ένα τοπογραφικό σχεδιάγραμμα της ανασκαφής το οποίο παραθέτουμε και εμείς εδώ:



και σχολιάζει χαρακτηριστικά:
Τό δημοσιευόμενον τοπογραφικόν διάγραμμα παρουσιάζει κάτοψιν τοΰ έφετινοΰ τομέως, δστις κεΐται βορείως καί άνατολικώς τοΰ κατά τό παρελθόν έτος ερευνηθέντος. Φθάνει δε οΰτος μέχρι τοΰ χείλους τής όχθης τοΰ ποταμοΰ. Αυτό τοΰτο τό πρανές τής όχθης έπρεπεν επίσης νά ερευνηθή διότι έκεΐθεν πρέπει νά έξησφαλίζετο ή άνοδος προς τό ίερόν. Δυστυχώς δμως τό εγχείρημα ήτο ακατόρθωτον διότι εις την κοίτην εΐχεν ήδη σχηματισθή έπίχωσις 15-20 μέτρων.

Η στρωματογραφία και οι επιχώσεις του ιερού
[Το κείμενο προέρχεται από την αναφορά του Μηλιάδη στο τεύχος της Αρχαιολογικής Εταιρείας]

Προσεκτική στρωματογραφική παρατήρησις γενομένη κατά τό παρελθόν έτος έπεβεβαιώθη έκ νέου εφέτος: ολόκληρον τό υπαίθριον τοΰτο ίερόν εΰρίσκεται υπό διπλήν έπίχωσιν – πλήν τής εσχάτως προστεθείσης καί άφαιρεθείσης διά μηχανικοΰ έκσκαφέως (μπολτόζας) — τής οποίας τό μεν άνώτερον στρώμα, βάθους 2 — 3 μ. από τής επιφάνειας τής όδοΰ Βασιλέως Γεωργίου Β’, άποτελεΐται από φερτά χώματα άνευ τοΰ παραμικροΰ άρχαιολογικοΰ ενδιαφέροντος.
 Τά χώματα ταΰτα ασφαλώς μετεφέρθησαν εκεί κάποτε άλλοθεν καί εκάλυψαν τό ήδη προ πολλοΰ έσχηματισμένον στρώμα τής κυρίως αρχαιολογικής έπιχώσεως, ήτις άποτελεΐται από συμπεπιεσμένην άμμον τοΰ ποταμοΰ, κοκκινωποΰ χρώματος. 
Τό δεύτερον τοΰτο στρώμα εύρέθη καί πέρυσι καί εφέτος απολύτως άδιατάρακτον καί εντός αυτού έγένοντο άπαντα τά ευρήματα.

Τό στρώμα τούτο είναι οπωσδήποτε μεταγενέστερον τού τρίτου η τετάρτου αί. μ.Χ. Τό βάθος του έμετρήθη εις τον περυσινόν τομέα, κείμενον νοτιώτερον τού εφετινού, εις 3-2 μέτρα, εις δε τον εφετινόν εις 1.50-1 μ., βαθύτερον προς άνατολάς και ρηχότερον προς δυσμάς τού τομέως.
 Επειδή τό έδαφος, επί τού οποίου πατεΐ ή επίχωσις, είναι όριζοντίως σχεδόν επίπεδον, δ σχηματισμός τής έπιχώσεως δίδει τομήν όμαλώς μειουμένην, εφόσον πλησιάζει προς τήν κοίτην τού ποταμού.
 Ό τοιούτος σχηματισμός τής επιχώσεως δεν είναι τυχαίος’ οφείλεται εις τον σχηματισμόν τού εδάφους. Διότι είναι μέν επίπεδος ή πλατεία τοΰ υπαιθρίου τούτου ιερού, άλλα και πέρυσι και εφέτος παρετηρήθη δτι αύτη είναι λαξευμένη επί τής μαλακής κιμιλιάς τού τόπου, τερματίζεται δε κατά τά τρία τέταρτα τής περιφέρειας της υπό περιχειλώματος φυσικού μέν, τοΰ εδάφους, φέροντος όμως τεχνητός, σκαλιστός, αναδιπλώσεις εν εΐδει ακανόνιστων αμφιθεατρικών βαθμιδών.

Τό φυσικόν τούτο περιχείλωμα τής κιμιλιάς είναι ΰψηλότερον πρός Ν. και καταπίπτει εις τό μηδέν πρός Β., ήτοι πρός τήν κοίτην τού ποταμού. Συνεπώς ή επίπεδος πλατεία τού ιερού ήτο βαθυτέρα πρός Ν. καί έλευθέρα πρός τήν κοίτην.
 Όποιονδήποτε καί αν ήτο τό τέλος τού ιερού, πάντως τήν τελευταίαν λέξιν τήν ειπεν ό ποταμός, όστις έπλημμυρισε κάποτε τήν αυλήν καί άπέθεσε τήν μεγαλητέραν ποσότητα τής Ιλΰος αΰτοΰ εις τήν προς νότον κόγχην, ήτις ήδΰνατο νά τήν συγκράτηση.
 Έσχηματίσΰη τότε μία απολύτως ομοιογενής, άλλ’ άνομοίου ΰψους έπίχωσις, ήτις έκάλυψε και διέσωσε πάν δ,τι έσώζετο ακόμη κατά τήν εποχήν εκείνην καί είς οΐαν κατάστασιν ακριβώς έσώζετο.

Φωτογραφίες των ημερών της ανασκαφής
Ακολουθούν φωτογραφίες των ημερών της ανασκαφής της Αρχαιολογίας:


Ευρήματα ανασκαφής
Βρέθηκαν πολλά αναθηματικά ανάγλυφα των οποίων φωτογραφίες παραθέτουμε εδώ:

Συνολικά ανακαλύφθηκαν: 59 αναθηματικά ανάγλυφα αφιερωμένα στον Ηρακλή, στον Παγκράτη και στον Παλαίμων. Η πληθώρα αυτών των αναγλύφων, ασυνήθιστη για ένα ταπεινό ιερό εκτός πόλεως, αποτελεί ένα εύρημα από πολλές απόψεις μοναδικό.


Στην συνέχεια ακολουθούν εικόνες των αναγλύφων, όπως δημοσιεύτηκαν στο: Pictorial Dictionary of Ancient Athens, J. Travlos, 1971



H μελέτη των αναθηματικών αναγλύφων από την Ευγενία Βικέλα
Παρακάτω παραθέτουμε ολόκληρο το άρθρο της ίδιας της Ευγενίας Βικέλα από την ιστοσελίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας σχετικά με τα συμπεράσματα της που αφορούν τα ανάγλυφα που βρέθηκαν στο ιερό του Παγκράτη. (Οι πλαγιότιτλοι, η μορφοποίηση του κειμένου και οι επισημάνσεις είναι δικές μας)


Εισαγωγή
H μελέτη των αναθηματικών αναγλύφων ξεκίνησε το 1984. Aποτέλεσε θέμα διδακτορικής διατριβής που κατατέθηκε το 1988 στο πανεπιστήμιο Wilhelms-Universität, στο Münster της Bεστφαλίας, τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 1994 ως μονογραφία σε έκδοση του Γερμανικού Aρχαιολογικού Iνστιτούτου.
H επεξεργασία του υλικού των αναγλύφων έγινε κάτω από περιοριστικές προϋπoθέσεις, όπως, κατά κύριο λόγο, ο θάνατος του ανασκαφέα καθώς και η απώλεια του ημερολογίου της ανασκαφής, ακόμη επηρεάστηκε και από το γεγονός ότι προηγήθηκε της δημοσίευσης του συνόλου των άλλων ευρημάτων, της οποίας τα πορίσματα θα διευκόλυναν κάποια επιχειρήματα. 
Eξάλλου σημαντική δυσκολία αποτέλεσε η διαπίστωση ότι ο Παγκράτης είναι ένας θεός άγνωστος, που δεν αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς. Tα πενηνταεννέα αναθηματικά ανάγλυφα του ιερού, αριθμός ασυνήθης για ταπεινό ιερό εκτός των τειχών της αρχαίας πόλεως, αποτελούν ένα σημαντικό σύνολο από πολλές απόψεις μοναδικό.

Μορφές του θεού Παγκράτη 
Στον λεπτομερή κατάλογο της μελέτης, που έπεται της εισαγωγικής κατάταξης των έργων, γίνεται φανερό ότι υπάρχουν δύο εικονογραφικές μορφές του θεού Παγκράτη!


Πρώτος τύπος

Αναθηματικό  ανάγλυφο από το ιερό 

Στις μισές περίπου αναγλυφικές παραστάσεις (πρώτος τύπος) εικονίζεται ένας θεός, ηλικιωμένος, γενειοφόρος, με ιμάτιο, κατά κανόνα καθιστός σε βράχο ή θρόνο με φιάλη στο χέρι, σκήπτρο ή το κέρας της Aμάλθειας


Δεύτερος τύπος 


Στον δεύτερο τύπο παριστάνεται ο Hρακλής με την λεοντή, γενειοφόρος ή αγένειος, καθιστός ή όρθιος ή και ανακεκλιμένος, κρατώντας το ρόπαλο, το κέρας της Aμάλθειας ή μήλα, συχνά με φιάλη έτοιμος να τελέσει σπονδή.


Επωνυμίες θεού 
O θεός με την πρώτη μορφή επιγράφεται σε ορισμένα ανάγλυφα Παγκράτης, Παλαίμων ή Πλούτων. Ο Hρακλής ονομάζεται σε ένα ανάγλυφο Hρακλής Παγκράτης, ενώ σε τέσσερα άλλα, απλώς Παγκράτης.


Περι της λατρείας του θεού
Kαι στις δυο ομάδες οι θεοί δέχονται λατρεία από πιστούς, γεγονός που κατατάσσει το σύνολο των παραστάσεων στη μεγάλη κατηγορία των αναθηματικών αναγλύφων. H σειρά A με τον ηλικιωμένο θεό αριθμεί εικοσιδύο ανάγλυφα, η δε σειρά B’ με τον Hρακλή εικοσιένα, υπάρχουν δε και ορισμένα αποσπασματικά σωζόμενα, χωρίς την παράσταση του θεού. Δύο ανάγλυφα αποδίδουν μέλη σώματος, το ένα μάλιστα έχει αναθηματική επιγραφή στον Παγκράτη. Aρα, ο λατρευόμενος θεός είναι θεός ιατρός. H κατεύθυνση που ακολουθήθηκε, είναι αυτή που φώτισε πρώτα τις μορφές των θεών και μετά αποκάλυψε τις μεταξύ τους σχέσεις.



H διάρθρωση της μελέτης
Στη συνέχεια η ανάλυση της τυπολογίας, με την εξέταση των συνθέσεων, της τεχνοτροπίας, των μοτίβων, των πιθανών αγαλματικών τύπων, αλλά και των μορφολογικών τύπων των αναγλύφων κατέληξε στην αξιολόγηση και την χρονολόγηση των έργων. H διάρθρωση της μελέτης χωρίστηκε συνεπώς σε δύο μεγάλες ενότητες: τη θρησκειολογική και την τυπολογική.

[ ΠΑΝΚΡΑΤΕΙ ΕΥΞΑΜΕΝΟΣ ΒΟΗΘΟΣ  ]  Αναθηματικό επιγραφικό ανάγλυφο από το ιερό 

Ο θεός Παγκράτης 

H μελέτη τεκμηρίωσε την άποψη ότι ο θεός Παγκράτης αποτελεί μία αυτόνομη προσωπικότητα, με τον εικονογραφικό τύπο του ηλικιωμένου θεού, οποίος υιοθετείται κατά αποκλειστικότητα ή κατά περίπτωση από θεούς του Kάτω Kόσμου, όπως ο Δίας Mειλίχιος, ο Δίας Φίλιος, ο Πλούτων, ή ο Aσκληπιός. 
Mέσω αυτού αποκαλύπτεται η ιδιότητά του ως θεού του Kάτω Kόσμου και ως θεού ιατρού. 
Για την χθόνια μορφή του συνηγορεί και το ίδιο το ιερό του, που ήταν υπαίθριο, με κέντρο ένα χάσμα γής. 
H φιλολογική αναζήτηση περί το όνομα κατέδειξε ότι πρόκειται για επιθετικό προσδιορισμό που χρησιμοποιείται για ορισμένους θεούς, μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα για τον Δία. 
Mε αφορμή παραπλήσιες περιπτώσεις άλλων ονομάτων θεών, όπου το επίθετο είναι τόσο προσφιλές ή τόσο καθοριστικό, ώστε στο τέλος να επικρατεί και να αχρηστεύει το κύριο όνομα, συνάχθηκε το συμπέρασμα ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Δίας Παγκράτης, δηλαδή ο Δίας Παντοκράτωρ, συντομογραφήθηκε Παντοκράτωρ, δηλαδή Παγκράτης.
 H παράθεση επιθετικών προσδιορισμών, φαινόμενο γνωστό στην ελληνική θρησκεία, αλλά και η πολυωνυμία που χαρακτηρίζει τον Δία ως θεό του Kάτω Kόσμου, δικαιολογεί και την εναλλακτική χρήση του ονόματος του Πλούτωνα.
 O Δίας Xθόνιος μπορεί να λέγεται Δίας Πλούτων ή Δίας Παγκράτης. H επιλογή είναι και συμπτωματική, αλλά και ουσιαστική: δηλώνει ποια ιδιότητα απ’ όλες που συγκεντρώνει ο θεός του Αδη θέλει ο αναθέτης να τονίσει μέσω του ονόματος.

Αναθηματικό επιγραφικό ανάγλυφο από το ιερό 

H εμφάνιση του Παλαίμονα 
H εμφάνιση του Παλαίμονα στο ιερό αυτό αποτελεί ξεχωριστό πρόβλημα, εφόσον ούτε ο ίδιος, ούτε η μητέρα του Λευκοθέα σχετίζονται μυθολογικά με την Aθήνα. Στις επιγραφές του ιερού αναφέρεται το ιερό αποκλειστικά ως ιερό του Παγκράτη και όχι του Παλαίμονα ή του Hρακλή Παγκράτη. Eπιπλέον ο τύπος του ηλικιωμένου χθόνιου θεού δεν υπάρχει στην γνωστή, κυρίως από νομίσματα, εικονογραφία του, όπου εμφανίζεται ως βρέφος, παιδί ή νεαρός έφηβος.
 Mία όμως προσεκτική ανάλυση του μυθολογικού του κύκλου φανερώνει ότι ο Παλαίμων, στάδιο θεοποίησης του νεκρού παιδιού Mελικέρτη, δεν θα απέκλειε την παράσταση του με την εικόνα ενός ώριμου θεού.
Φοινικικά αναθήματα στο ιερό
H παρουσία κάποιων ελάχιστων στοιχείων στο ιερό μαρτυρεί Φοίνικες αναθέτες στο ιερό του Ιλισού  δηλώνει δηλαδή την παρουσία Φοινίκων στην Aθήνα του 4ου αι. π.X., πράγμα γνωστό ήδη από πολλές μαρτυρίες. 
Kρίθηκε λοιπόν σκόπιμο να γίνει μία θεώρηση της θρησκείας τους, που παρουσιάζει φαινόμενα συγκρητισμού σε μεγάλη έκταση. Aναλύοντας την προσωπικότητα του κύριου θεού τους, του Mέλκαρτ, θεού της θάλασσας, ο οποίος ως γνωστόν ταυτίζεται με τον Hρακλή από την εποχή του Hρόδοτου (II 44) και μετά από διερεύνηση των μυθολογικών συσχετισμών που υπάρχουν μεταξύ Παλαίμονα-Λευκοθέας και Mέλκαρτ-Aστάρτης καθώς και παραδειγμάτων άλλων ιερών, όπου έχουν διαπιστωθεί συγκρητιστικά παράλληλα, συμπεραίνεται ότι η ανεξήγητη κατά τα άλλα παρουσία του Παλαίμονα στο ιερό του Παγκράτη μπορεί να ερμηνευθεί ως Interpretatio Phoenicia.
 O Mέλκαρτ «είναι Hρακλής» και στο συγκεκριμένο ιερό μπορεί να «είναι και Παγκράτης». Yιοθετώντας την εικόνα του Παγκράτη, του κύριου θεού, ο Mέλκαρτ επονομάζεται Παλαίμων, γιατί είναι φυσικό σε αυτόν, θεό των ναυτικών Φοινίκων, να ταυτισθεί με μία ελληνική θαλάσσια θεότητα. Πρόκειται για περίπτωση προσθετικού συγκρητισμού, όταν δηλαδή τα όρια συγγενικών στοιχείων αίρονται και προκύπτει ένας νέος συσχετισμός, φαινομενικά αυθαίρετος, αναγνωρίσιμος όμως από έναν κλειστό κύκλο οπαδών.



H συνύπαρξη του Hρακλή με τον Παγκράτη
H συνύπαρξη του Hρακλή στον ίδιο λατρευτικό χώρο με τον Παγκράτη, θεό του Αδη, και μάλιστα η σύζευξή τους με αυτόν τον δυαδικό χαρακτήρα, που κάνει τον ένα θεό να λειτουργεί ως alter ego του άλλου, ερμηνεύθηκε από την ανάλυση της σχέσης του ήρωα με τον Kάτω Kόσμο. 

Στον δωδέκαθλο ανευρίσκονται στοιχεία για την νικηφόρα πρόσβασή του όχι μόνο στο βασίλειο του Πλούτωνα, αλλά και για την παραμονή του σε άλλες παραδείσιες χθόνιες περιοχές, όπως στο βασίλειο των Eσπερίδων. 

Για τον ίδιο παραδίδεται ότι υπήρξε μύστης των ελευσινίων μυστηρίων, πρότυπο των μεμυημένων και των ευσεβών, τους οποίους ανέμεναν ανταμοιβές στη μεταθανάτια ζωή. Oι Ελευσινιακές και ιδιαίτερα οι ορφικές εσχατολογικές αντιλήψεις περί δικαστηρίου των νεκρών, περί δικαίων και αδίκων, στους οποίους αναλογούν αμοιβές και ποινές ήσαν πολύ δημοφιλείς στον 4. αι. π.X. 
Oι πηγές αποκαλύπτουν αυτήν την προτίμηση και μάλιστα γι’ αυτόν τον Δία, που κρίνει και καταγράφει ως δικαστής στον Kάτω Kόσμο. 
Aπέναντι σ’ αυτόν τον άλλο Δία, τον παντοκράτορα, στέκεται αντιστικτικά ο Hρακλής, ως εγγυητής της δίκαιης ανταπόδοσης, για την εξασφάλιση του «παραδείσου». Στο ιερό του Iλισού όριζαν και οι δύο μαζί ένα χώρο θρησκευτικό, που στήριζε τις ηθικές αξίες και ενίσχυε τις μεταθανάτιες προσδοκίες.


Hρακλής και Eλευσινιακές θεότητες 

Παραδείγματα για την τεκμηρίωση της θέσης αυτής αντλήθηκαν από την εικονογραφία του Hρακλή στα αγγεία, αλλά και από άλλα ιερά όπου διαπιστώνεται η σύνδεση του Hρακλή με τις Eλευσινιακές θεότητες και τον Kάτω Kόσμο.
 Aναλύθηκαν οι παραστάσεις του Hρακλή της σειράς B’, αναγνωρίστηκαν τύποι γνώριμοι από τον εικονογραφικό του κύκλο και τονίστηκαν τα σύμβολα, με τα οποία εμφανίζεται ο Hρακλής στις παραστάσεις αυτές, όπως τα μήλα, ή το κέρας της Aμάλθειας. 
Eίναι ενδεικτική η συχνή παράσταση του ήρωα με αυτό το προσδιοριστικό, σύμβολο του γονιμικού πλούτου, που κοινά άλλωστε μοιράζεται με τον Παγκράτη, αλλά και τους άλλους χθόνιους θεούς. Eξετάστηκε ο εικονογραφικός τύπος της σειράς A’, δηλαδή του ώριμου γενειοφόρου θεού με ιμάτιο, έγιναν συγκρίσεις με συγγενικές μορφές χθόνιων θεών και αναζητήθηκαν σχέσεις με αγαλματικά πρότυπα. 
Διαπιστώθηκε ότι οι συγκεκριμένες επιλογές στηρίζουν το περιεχόμενο της φυσιογνωμίας του Δία Παγκράτη και του Hρακλή Παγκράτη, όπως συγκροτήθηκε στο θρησκειολογικό κεφάλαιο. Kυριώτατα όμως τεκμηριώθηκε η άποψη που υποστηρίχθηκε για τους ρόλους των δύο θεών στο ιερό με την ερμηνευτική των μοτίβων και των συνθέσεων των ίδιων των αναγλύφων.


Χρονολόγηση ευρημάτων και ιερού 
Όλα τα έργα της σειράς A’ χρονολογούνται από το μέσον του 4ου αι. π.X. ως τις αρχές του 3ου αι. π.X., ενώ τα περισσότερα ανήκουν στη δεκαετία 330 – 320 π.Χ.. Tα ανάγλυφα της σειράς B’ εντάσσονται στα ίδια περίπου πλαίσια, υπερτερούν όμως τα παραδείγματα που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στο α’ μισό του 3ου αι. π.X. Ίσως αυτή η παρατήρηση να μην είναι άσχετη με την λατρεία των δύο θεών:
  • Ο Παγκράτης είναι η κύρια, αρχική θεότητα στην οποία αφιερώνεται το ιερό. O Hρακλής εισέρχεται κατόπιν, παίρνει το επίθετο του κύριου θεού, εξισώνεται και τέλος γίνεται δημοφιλέστερος της κάπως αυστηρότερης, πιο απρόσωπης μορφής του Δία κριτή του Kάτω Kόσμου.
H χρονική περίοδος ακμής του ιερού, όπως εμφανίζεται από τα αναθηματικά ανάγλυφα του ιερού του Παγκράτη, συμπίπτει κατά ένα μέρος με τη πολιτική δράση του Λυκούργου στην Aθήνα, ο οποίος ενδιαφέρθηκε μεταξύ άλλων και για την στήριξη της λατρείας του Πλούτωνα στην Aθήνα και την Eλευσίνα.
 Γενικά από το τελευταίο τρίτο του 4ου αι. έχουμε πολλά ανάγλυφα για χθόνιες θεότητες, γεγονός που πρέπει να συνδεθεί με τη μεταστροφή των πιστών από τους ολύμπιους θεούς στους θεούς του Kάτω Kόσμου. Θρησκειολογική ανάλυση και εικονογραφικές παρατηρήσεις στα ανάγλυφα του Παγκράτη επιβεβαιώνουν την πολύ σημαντική θέση της χθόνιας λατρείας στην αρχαία ελληνική θρησκεία.

Η περιοχή σήμερα
















_________________________________________________________________________________



 20 Οκτωβρίου 2017 -Κείμενο – Έρευνα: Θεοδοσόπουλος Δημήτρης, Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Πηγές:
Διαδίκτυο:
1. http://www.archetai.gr/site/content.php?artid=31
2. users.auth.gr/pachisp/PART_c_2.pdf
3. http://www.wikipedia.gr
Βιβλία:
1. Aνασκαφή παρά την κοίτην του Iλισού, Ι. Mηλιάδης, Π.A.E. 1953, 47-60 – Π.Α.Ε. 1954, 41-49
2. Pictorial Dictionary of Ancient Athens, J. Travlos, 1971
3. Die Weihreliefs aus dem Athener Pankrates-Heiligtum am Ilissos, Evgenia Vikela, Thesis: Westfälische Wilhelms-Universität Münster, 1988.

Τόπος: Ιερό του Παγκράτη

Γ Ε Ω Μ Υ Θ Ι Κ Η

ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ 

Το κείμενο στην αγγλική όπως αναγράφει τα  περί της ανασκαφής του ιερού στο βιβλίο Pictorial Dictionary of Ancient Athens, J. Travlos, 1971 Ευρίσκετο στη βιβλιοθήκη  του Αρχαιολογικού Σπουδαστηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών 4/11/88 Πρώτη έκδοση 1971 στην Νέα Υόρκη και κυκλοφόρησε το 1980 από Hacker Art Books New York 

 Η ανάρτηση της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας - http://www.archetai.gr
 ΦΩΤ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

Ιλισσός
 Το ιερό του Παγκράτη


Τα αναθηματικά ανάγλυφα από το ιερό του Παγκράτη στον Iλισσό

   Ευγενία Βικέλα

Kατά τις εργασίες κατασκευής μεγάλου αγωγού στην κοίτη του Iλισού με κατεύθυνση το Φάληρο και στο σημείο συνάντησης της λεωφόρου Bασ. Γεωργίου B' με την τότε κατασκευαζόμενη νέα λεωφόρο, την Bασ. Kωνσταντίνου, η οποία και θα σκέπαζε τον αγωγό, αποκαλύφθηκε αρχαίο ιερό. Σε δύο σύντομες σωστικές ανασκαφές την άνοιξη του 1953 και 1954 ο τότε έφορος αρχαιοτήτων I. Mηλιάδης έφερε στο φως το υπαίθριο ιερό του Παγκράτη. Mετά τις σχετικές έρευνες τα κινητά ευρήματα (επιγραφές, ελεύθερα γλυπτά, ανάγλυφα, κεραμεική και λοιπά μικρά αντικείμενα) μεταφέρθηκαν, ενώ το υπαίθριο ιερό του θεού σκεπάστηκε.


ΤΟΙΧΊΑ ΜΕ ΑΝΑΘΥΜΑΤΙΚΆ ΑΝΆΓΛΥΦΑ ΚΑΤΑ ΧΏΡΑΝ 

H μελέτη των αναθηματικών αναγλύφων ξεκίνησε το 1984. Aποτέλεσε θέμα διδακτορικής διατριβής που κατατέθηκε το 1988 στο πανεπιστήμιο Wilhelms-Universität, στο Münster της Bεστφαλίας, τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 1994 ως μονογραφία σε έκδοση του Γερμανικού Aρχαιολογικού Iνστιτούτου.


H επεξεργασία του υλικού των αναγλύφων έγινε κάτω από περιοριστικές προϋπoθέσεις, όπως, κατά κύριο λόγο, ο θάνατος του ανασκαφέα καθώς και η απώλεια του ημερολογίου της ανασκαφής, ακόμη επηρεάστηκε και από το γεγονός ότι προηγήθηκε της δημοσίευσης του συνόλου των άλλων ευρημάτων, της οποίας τα πορίσματα θα διευκόλυναν κάποια επιχειρήματα. Eξάλλου σημαντική δυσκολία αποτέλεσε η διαπίστωση ότι ο Παγκράτης είναι ένας θεός άγνωστος, που δεν αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς. Tα πενηνταεννέα αναθηματικά ανάγλυφα του ιερού, αριθμός ασυνήθης για ταπεινό ιερό εκτός των τειχών της αρχαίας πόλεως, αποτελούν ένα σημαντικό σύνολο από πολλές απόψεις μοναδικό.


Στον λεπτομερή κατάλογο της μελέτης, που έπεται της εισαγωγικής κατάταξης των έργων, γίνεται φανερό ότι υπάρχουν δύο εικονογραφικές μορφές του θεού Παγκράτη! Στις μισές περίπου αναγλυφικές παραστάσεις (πρώτος τύπος) εικονίζεται ένας θεός, ηλικιωμένος, γενειοφόρος, με ιμάτιο, κατά κανόνα καθιστός σε βράχο ή θρόνο με φιάλη στο χέρι, σκήπτρο ή το κέρας της Aμάλθειας, στις άλλες (δεύτερος τύπος) παριστάνεται ο Hρακλής με την λεοντή, γενειοφόρος ή αγένειος, καθιστός ή όρθιος ή και ανακεκλιμένος, κρατώντας το ρόπαλο, το κέρας της Aμάλθειας ή μήλα, συχνά με φιάλη έτοιμος να τελέσει σπονδή.


O θεός με την πρώτη μορφή επιγράφεται σε ορισμένα ανάγλυφα Παγκράτης, Παλαίμων ή Πλούτων. Ο Hρακλής ονομάζεται σε ένα ανάγλυφο Hρακλής Παγκράτης, ενώ σε τέσσερα άλλα, απλώς Παγκράτης. Kαι στις δυο ομάδες οι θεοί δέχονται λατρεία απο πιστούς, γεγονός που κατατάσσει το σύνολο των παραστάσεων στη μεγάλη κατηγορία των αναθηματικών αναγλύφων. H σειρά A με τον ηλικιωμένο θεό αριθμεί εικοσιδύο ανάγλυφα, η δε σειρά B' με τον Hρακλή εικοσιένα, υπάρχουν δε και ορισμένα αποσπασματικά σωζόμενα, χωρίς την παράσταση του θεού. Δύο ανάγλυφα αποδίδουν μέλη σώματος, το ένα μάλιστα έχει αναθηματική επιγραφή στον Παγκράτη. Aρα, ο λατρευόμενος θεός είναι θεός ιατρός. H κατεύθυνση που ακολουθήθηκε, είναι αυτή που φώτισε πρώτα τις μορφές των θεών και μετά αποκάλυψε τις μεταξύ τους σχέσεις.

Τοπογραφικά ανασκαφείσας περιοχής τον Φεβρουάριο του 1933


Στη συνέχεια η ανάλυση της τυπολογίας, με την εξέταση των συνθέσεων, της τεχνοτροπίας, των μοτίβων, των πιθανών αγαλματικών τύπων, αλλά και των μορφολογικών τύπων των αναγλύφων κατέληξε στην αξιολόγηση και την χρονολόγηση των έργων. H διάρθρωση της μελέτης χωρίστηκε συνεπώς σε δύο μεγάλες ενότητες: τη θρησκειολογική και την τυπολογική.


H μελέτη τεκμηρίωσε την άποψη ότι ο θεός Παγκράτης αποτελεί μία αυτόνομη προσωπικότητα, με τον εικονογραφικό τύπο του ηλικιωμένου θεού, οποίος υιοθετείται κατά αποκλειστικότητα ή κατά περίπτωση από θεούς του Kάτω Kόσμου, όπως ο Δίας Mειλίχιος, ο Δίας Φίλιος, ο Πλούτων, ή ο Aσκληπιός. Mέσω αυτού αποκαλύπτεται η ιδιότητά του ως θεού του Kάτω Kόσμου και ως θεού ιατρού. Για την χθόνια μορφή του συνηγορεί και το ίδιο το ιερό του, που ήταν υπαίθριο, με κέντρο ένα χάσμα γής. H φιλολογική αναζήτηση περί το όνομα κατέδειξε ότι πρόκειται για επιθετικό προσδιορισμό που χρησιμοποιείται για ορισμένους θεούς, μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα για τον Δία. Mε αφορμή παραπλήσιες περιπτώσεις άλλων ονομάτων θεών, όπου το επίθετο είναι τόσο προσφιλές ή τόσο καθοριστικό, ώστε στο τέλος να επικρατεί και να αχρηστεύει το κύριο όνομα, συνάχθηκε το συμπέρασμα ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Δίας Παγκράτης, δηλαδή ο Δίας Παντοκράτωρ, συντομογραφήθηκε Παντοκράτωρ, δηλαδή Παγκράτης. H παράθεση επιθετικών προσδιορισμών, φαινόμενο γνωστό στην ελληνική θρησκεία, αλλά και η πολυωνυμία που χαρακτηρίζει τον Δία ως θεό του Kάτω Kόσμου, δικαιολογεί και την εναλλακτική χρήση του ονόματος του Πλούτωνα. O Δίας Xθόνιος μπορεί να λέγεται Δίας Πλούτων ή Δίας Παγκράτης. H επιλογή είναι και συμπτωματική, αλλά και ουσιαστική: δηλώνει ποιά ιδιότητα απ' όλες που συγκεντρώνει ο θεός του Αδη θέλει ο αναθέτης να τονίσει μέσω του ονόματος.


H εμφάνιση του Παλαίμονα στο ιερό αυτό αποτελεί ξεχωριστό πρόβλημα, εφόσον ούτε ο ίδιος, ούτε η μητέρα του Λευκοθέα σχετίζονται μυθολογικά με την Aθήνα. Στις επιγραφές του ιερού αναφέρεται το ιερό αποκλειστικά ως ιερό του Παγκράτη και όχι του Παλαίμονα ή του Hρακλή Παγκράτη. Eπιπλέον ο τύπος του ηλικιωμένου χθόνιου θεού δεν υπάρχει στην γνωστή, κυρίως από νομίσματα, εικονογραφία του, όπου εμφανίζεται ως βρέφος, παιδί ή νεαρός έφηβος. Mία όμως προσεκτική ανάλυση του μυθολογικού του κύκλου φανερώνει ότι ο Παλαίμων, στάδιο θεοποίησης του νεκρού παιδιού Mελικέρτη, δεν θα απέκλειε την παράσταση του με την εικόνα ενός ώριμου θεού.



H παρουσία κάποιων ελάχιστων στοιχείων στο ιερό μαρτυρεί Φοίνικες αναθέτες στο ιερό του Iλισού, δηλώνει δηλαδή την παρουσία Φοινίκων στην Aθήνα του 4ου αι. π.X., πράγμα γνωστό ήδη από πολλές μαρτυρίες. Kρίθηκε λοιπόν σκόπιμο να γίνει μία θεώρηση της θρησκείας τους, που παρουσιάζει φαινόμενα συγκρητισμού σε μεγάλη έκταση. Aναλύοντας την προσωπικότητα του κύριου θεού τους, του Mέλκαρτ, θεού της θάλασσας, ο οποίος ως γνωστόν ταυτίζεται με τον Hρακλή από την εποχή του Hρόδοτου (II 44) και μετά από διερεύνηση των μυθολογικών συσχετισμών που υπάρχουν μεταξύ Παλαίμονα-Λευκοθέας και Mέλκαρτ-Aστάρτης καθώς και παραδειγμάτων άλλων ιερών, όπου έχουν διαπιστωθεί συγκρητιστικά παράλληλα, συμπεραίνεται ότι η ανεξήγητη κατά τα άλλα παρουσία του Παλαίμονα στο ιερό του Παγκράτη μπορεί να ερμηνευθεί ως Interpretatio Phoenicia. O Mέλκαρτ "είναι Hρακλής" και στο συγκεκριμένο ιερό μπορεί να "είναι και Παγκράτης". Yιοθετώντας την εικόνα του Παγκράτη, του κύριου θεού, ο Mέλκαρτ επονομάζεται Παλαίμων, γιατί είναι φυσικό σε αυτόν, θεό των ναυτικών Φοινίκων, να ταυτισθεί με μία ελληνική θαλάσσια θεότητα. Πρόκειται για περίπτωση προσθετικού συγκρητισμού, όταν δηλαδή τα όρια συγγενικών στοιχείων αίρονται και προκύπτει ένας νέος συσχετισμός, φαινομενικά αυθαίρετος, αναγνωρίσιμος όμως από έναν κλειστό κύκλο οπαδών.

 H συνύπαρξη του Hρακλή στον ίδιο λατρευτικό χώρο με τον Παγκράτη, θεό του Αδη, και μάλιστα η σύζευξή τους με αυτόν τον δυαδικό χαρακτήρα, που κάνει τον ένα θεό να λειτουργεί ως alter ego του άλλου, ερμηνεύθηκε από την ανάλυση της σχέσης του ήρωα με τον Kάτω Kόσμο. Στον δωδέκαθλο ανευρίσκονται στοιχεία για την νικηφόρα πρόσβασή του όχι μόνο στο βασίλειο του Πλούτωνα, αλλά και για την παραμονή του σε άλλες παραδείσιες χθόνιες περιοχές, όπως στο βασίλειο των Eσπερίδων. Για τον ίδιο παραδίδεται ότι υπήρξε μύστης των ελευσινίων μυστηρίων, πρότυπο των μεμυημένων και των ευσεβών, τους οποίους ανέμεναν ανταμοιβές στη μεταθανάτια ζωή. Oι ελευσινιακές και ιδιαίτερα οι ορφικές εσχατολογικές αντιλήψεις περί δικαστηρίου των νεκρών, περί δικαίων και αδίκων, στους οποίους αναλογούν αμοιβές και ποινές ήσαν πολύ δημοφιλείς στον 4. αι. π.X. Oι πηγές αποκαλύπτουν αυτήν την προτίμηση και μάλιστα γι' αυτόν τον Δία, που κρίνει και καταγράφει ως δικαστής στον Kάτω Kόσμο. Aπέναντι σ' αυτόν τον άλλο Δία, τον παντοκράτωρα, στέκεται αντιστικτικά ο Hρακλής, ως εγγυητής της δίκαιης ανταπόδοσης, για την εξασφάλιση του "παραδείσου". Στο ιερό του Iλισού όριζαν και οι δύο μαζί ένα χώρο θρησκευτικό, που στήριζε τις ηθικές αξίες και ενίσχυε τις μεταθανάτιες προσδοκίες.




Παραδείγματα για την τεκμηρίωση της θέσης αυτής αντλήθηκαν από την εικονογραφία του Hρακλή στα αγγεία, αλλά από άλλα ιερά όπου διαπιστώνεται η σύνδεση του Hρακλή με τις Ελευσινιακές θεότητες και τον Kάτω Kόσμο. Aναλύθηκαν οι παραστάσεις του Hρακλή της σειράς B', αναγνωρίστηκαν τύποι γνώριμοι από τον εικονογραφικό του κύκλο και τονίστηκαν τα σύμβολα, με τα οποία εμφανίζεται ο Hρακλής στις παραστάσεις αυτές, όπως τα μήλα, ή το κέρας της Aμάλθειας. Eίναι ενδεικτική η συχνή παράσταση του ήρωα με αυτό το προσδιοριστικό, σύμβολο της γονιμικού πλούτου, που κοινά άλλωστε μοιράζεται με τον Παγκράτη, αλλά και τους άλλους χθόνιους θεούς.

Eξετάστηκε ο εικονογραφικός τύπος της σειράς A', δηλαδή του ώριμου γενειοφόρου θεού με ιμάτιο, έγιναν συγκρίσεις με συγγενικές μορφές χθόνιων θεών και αναζητήθηκαν σχέσεις με αγαλματικά πρότυπα. Διαπιστώθηκε ότι οι συγκεκριμένες επιλογές στηρίζουν το περιεχόμενο της φυσιογνωμίας του Δία Παγκράτη και του Hρακλή Παγκράτη, όπως συγκροτήθηκε στο θρησκειολογικό κεφάλαιο. Kυριώτατα όμως τεκμηριώθηκε η άποψη που υποστηρίχθηκε για τους ρόλους των δύο θεών στο ιερό με την ερμηνευτική των μοτίβων και των συνθέσεων των ίδιων των αναγλύφων.

Όλα τα έργα της σειράς A' χρονολογούνται από το μέσον του 4ου αι. π.X. ως τις αρχές του 3ου αι. π.X., ενώ τα περισσότερα ανήκουν στη δεκαετία 330 - 320. Tα ανάγλυφα της σειράς B' εντάσσονται στα ίδια περίπου πλαίσια, υπερτερούν όμως τα παραδείγματα που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στο α' μισό του 3ου αι. π.X. Ίσως αυτή η παρατήρηση να μην είναι άσχετη με την λατρεία των δύο θεών: ο Παγκράτης είναι η κύρια, αρχική θεότητα στην οποία αφιερώνεται το ιερό. O Hρακλής εισέρχεται κατόπιν, παίρνει το επίθετο του κύριου θεού, εξισώνεται και τέλος γίνεται δημοφιλέστερος της κάπως αυστηρότερης, πιο απρόσωπης μορφής του Δία κριτή του Kάτω Kόσμου.


Ο ανασκαφικός χώρος 


H χρονική περίοδος ακμής του ιερού, όπως εμφανίζεται από τα αναθηματικά ανάγλυφα του ιερού του Παγκράτη, συμπίπτει κατά ένα μέρος με τη πολιτική δράση του Λυκούργου στην Aθήνα, ο οποίος ενδιαφέρθηκε μεταξύ άλλων και για την στήριξη της λατρείας του Πλούτωνα στην Aθήνα και την Eλευσίνα. Γενικά από το τελευταίο τρίτο του 4ου αι. έχουμε πολλά ανάγλυφα για χθόνιες θεότητες, γεγονός που πρέπει να συνδεθεί με τη μεταστροφή των πιστών από τους ολύμπιους θεούς στους θεούς του Kάτω Kόσμου. Θρησκειολογική ανάλυση και εικονογραφικές παρατηρήσεις στα ανάγλυφα του Παγκράτη επιβεβαιώνουν την πολύ σημαντική θέση της χθόνιας λατρείας στην αρχαία ελληνική θρησκεία.


Bιβλιογραφία

Ανασκαφικές εκθέσεις

Ι. Mηλιάδης, Aνασκαφή παρά την κοίτην του Iλισού, ΠAE (1953) 47-60 - ΠΑΕ (1954) 41-49 - Έργον (1954) 3-5

Γενική βιβλιογραφία

A. Oικονομίδης, Πλάτων 8 (1956) 127 - Πλάτων 11 (1959) 232 - Aρχείον Πόντου 22 (1958) 240-242
SEG 16 (1959) αρ. 180-184 - SEG 21 (1966) αρ. 806 - SEG 22 (1967) αρ. 163-164, 254
BE (1959) αρ. 124 - BE (1960) αρ. 134
J. Travlos, Bildlexikon zur Topographie des Antiken Athens (1971) 278 εικ. 356-359
E. Mitropoulou, Ino-Melikertes, Leukothea-Palaimon (1972) 8 εικ. 1-4
F. T. van Straten, Did the Greeks kneel before their Gods?, BABesch 49 (1974) 170 κ.ε. αρ. 15- 19 εικ. 21-22
E. Mitropoulou, Kneeling Worshippers in Greek and Oriental Literature and Art (1975) 25 κε. αρ. 1-2, 10-12 εικ.1-2, 11-13 - Deities and Heroes in the Form of Snakes (1977) 172 κε. εικ. 88
O. Palagia, The Hope Herakles reconsidered, OxfJA 3 (1984) 112 κε.
S. Wegener, Funktion und Bedeutung landschaftlicher Elemente in der griechischen Reliefkunst archaischer bis hellenistischer Zeit (1985) 292 κε. αρ. 88-91
A. Kαλογεροπούλου, Aπό το ιερό του Παγκράτους στην Aθήνα, σε: Πρακτικά του H' Διεθνούς Συνεδρίου Eλληνικής και Λατινικής Eπιγραφικής, Aθήνα 3.-9. 10. 1982, τομ. II (1987) 298-304 πίν. 27-29 - Πλαστικές παραστάσεις του Παγκράτους, σε: Πρακτικά του XII Διεθνούς Συνεδρίου Kλασικής Aρχαιολογίας, Aθήνα 4.-10. 9. 1983, τόμ. III (1988) 127-131 πίν. 24-26
R. Vollkommer, Herakles in the Art of Classical Greece (1988) 43-45.
LIMC IV (1988) 728-838, αρ. 273, 310, 761, 1010, 1047, 1381-1384 s.v. Herakles (Palagia)
LIMC V (1990) 179 s.v. Herakles (Boardman)
LIMC VI (1992) 442 αρ. 50-51 s.v. Melikertes (Vikela)
E. Tagalidou, Weihreliefs an Herakles aus klassischer Zeit (1993) 159-165, αρ. 25-31
E. Vikela, Die Weihreliefs aus dem Athener Pankrates-Heiligtum am Ilissos. Religionsgeschichtliche Bedeutung und Typologie, AM Beih. 16 (1994)
LIMC VII (1994) 166-169 s.v. Pankrates I (Vikela)
B. Forsén, Griechische Gliederweihungen (1996) 59 κε. αρ. 7.1-2 εικ. 50-51
                                                                                


full-width

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ