Οι Ιεροί Πόλεμοι των Δελφών



Με τον όρο Ιεροί Πόλεμοι στην αρχαία ελληνική ιστορία έχουν μείνει γνωστές τέσσερις διακριτές συγκρούσεις που έλαβαν χώρα μεταξύ του 6ου και του 4ου αιώνα προ Χριστού και αφορούσαν τον έλεγχο του Μαντείου των Δελφών και της γύρω περιοχής. Οι συγκρούσεις αυτές παρουσιάζουν έναν χαρακτήρα διττό.


Από τη μία πλευρά αναμφίβολα υφίσταται ο θρησκευτικός χαρακτήρας, μιας και οι συγκρούσεις γινόταν επ'ονόματι του θεού Απόλλωνος και παράλληλα η ηττημένη πλευρά καλούταν να πληρώσει το αντίτιμο της ασέβειας στον θεό.

 Από την άλλη όμως είναι κάθε φορά ξεκάθαρα και τα πολιτικά κίνητρα που σε κάθε σύγκρουση ωθούσαν τις εκάστοτε παρατάξεις στις ενέργειές τους, τη στιγμή μάλιστα που διαρκώς εξελισσόταν ένας ιδιότυπος αγώνας για το ποια παράταξη θα απολάμβανε τον έλεγχο πάνω στην Δελφική Αμφικτιονία και το κύρος που αυτός προσέφερε.

Στους ιερούς πολέμους είχαν εμπλακεί διαδοχικά ποικίλες φυλετικές ομάδες, ενώ τα συγκρουόμενα συμφέροντα διαρκώς δημιουργούσαν νέους συσχετισμούς δυνάμεων και συμμαχιών, στοιχεία που ατόνησαν μόλις στα τέλη του 4ου αιώνα, όταν η Δελφική Αμφικτιονία απώλεσε την προνομιακή θέση που απολάμβανε μέχρι τότε στον ελληνικό κόσμο κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες.


Τι ήταν όμως η Δελφική Αμφικτιονία; υπήρξε ένας από τους παλαιότερους διακρατικούς οργανισμούς της αρχαιότητας με έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, στον οποία συμμετείχαν από κοινού αντιπρόσωποι διαφορετικών φυλετικών ομάδων.
►Στο αμφικτυονικό συνέδριο συμμετείχαν με δικαίωμα ψήφου δώδεκα Ελληνικές φυλές: οι Θεσσαλοί, οι Βοιωτοί (με κυρίαρχη τη Θήβα), οι Δωριείς (με κυρίαρχη τη Σπάρτη), οι Ίωνες (με κυρίαρχη την Αθήνα), οι Μάγνητες, οι Λοκροί (με μια ψήφο για τους Οζολούς και μία για τους Οπούντιους Λοκρούς), οι Οιταίοι, οι Αχαιοί, οι Φωκείς, οι Μαλιείς, οι Περραιβοί και οι Δόλοπες.
Παράλληλα στο συνέδριο εκπροσωπούνταν δίχως δικαίωμα ψήφου και οι Αιτωλοί, οι Ακαρνάνες, οι Ηλείοι, οι Αρκάδες, οι κάτοικοι της Τριφυλλίας και οι Δρύοπες. Αρχικά το συνέδριο φαίνεται να είχε ως καθήκον του την φροντίδα του ιερού της Δήμητρας, το οποίο βρισκόταν στην πόλη Ανθήλη κοντά στις Θερμοπύλες. Εκεί κοντά βρισκόταν ιερό του Αμφικτύονος, ενώ και η θεά Δήμητρα αποκαλούταν Αμφικτυονίς.

Προς επίρρωση της θέσης αυτής προστίθεται και το γεγονός ότι οι σύνοδοι της Αμφικτυονίας και στις Θερμοπύλες και στους Δελφούς ονομαζόταν Πυλαίες (Πυλαία εαρινή και Πυλαία μεταπωρινή), ενώ και ο ένας από τους δύο αντιπροσώπους, αυτός που αντιπροσώπευε την πόλη του στην συζήτηση των θεμάτων στο συνέδριο, ονομαζόταν πυλαγόρας – ο άλλος αντιπρόσωπος ονομαζόταν ιερομνήμονας και είχε καθήκον του να ψηφίζει για τα ζητήματα έπειτα από τη συζήτηση.
 Οι ονομασίες αυτές αναδεικνύουν εύγλωττα τη σχέση της Αμφικτυονίας με την περιοχή των Θερμοπυλών. Αργότερα η Αμφικτυονία ανέλαβε την φροντίδα του ιερού του Απόλλωνος στους Δελφούς, εντάσσοντας παράλληλα στον κύκλο της τις περισσότερες φυλετικές ομάδες.





1ος Ιερός Πόλεμος

Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα τα τέσσερα φυλετικά κράτη των Θεσσαλών (Ισταιώτιδα, Θεσσαλιώτιδα, Πελασγιώτιδα και Φθιώτιδα) συνέπηξαν στενή συμμαχία επιθετικού χαρακτήρα και άρχισαν να ενσωματώνουν σταδιακά στο κράτος τους διάφορες γειτονικές περιοχές. Στα πλαίσια της πολιτικής τους αυτής υπέταξαν διαδοχικά τους Μάγνητες, τους Αινιάνες και τους Μαλιείς, ενώ κατάφεραν να επικρατήσουν και επί των Φωκέων, εντάσσοντας και τις ψήφους των τελευταίων στο θεσσαλικό μέτωπο που ήλεγχε τη Δελφική Αμφικτυονία.

Η μοναδική φωκική πόλη που αντιστεκόταν στους Θεσσαλούς ήταν η παραλιακή πόλη της Κίρρας (η ύπαρξη και δεύτερης πόλης με το όνομα Κρίσσα, της οποίας η Κίρρα ήταν επίνειο ή η ταύτιση των δύο πόλεων είναι ακόμα θέμα υπό συζήτηση, ελλείψει μάλιστα και σαφών αρχαιολογικών δεδομένων). Η πόλη ήλεγχε το μοναδικό λιμάνι που εξυπηρετούσε τους Δελφούς και πλούτιζε από τα τέλη που επέβαλλε στους προσκυνητές και στα διαμετακομιζόμενα προϊόντα.
  • Παράλληλα όμως ήταν και διαβόητο ορμητήριο πειρατών που λυμαίνονταν τον κορινθιακό κόλπο με θύματα κυρίως πλοία γειτονικών παραλιακών πόλεων και πιστούς που επιθυμούσαν να κατευθυνθούν προς τους Δελφούς. Η εισβολή του θεσσαλικού ιππικού σταμάτησε μπροστά στα τείχη της Κίρρας.
Η προκλητική όμως στάση των κατοίκων της Κίρρας προκάλεσε την σύμπηξη ενός διευρυμένου μετώπου εναντίον της (μάλλον κατά το έτος 595 π.Χ. ή κατ'άλλους το 592 π.Χ.). Το συμβούλιο των Αμφικτυόνων κήρυξε ιερό πόλεμο κατά της Κίρρας λόγω ασέβειας και όρισε ως στόχους του πολέμου την καταστροφή των γαιών, την πώληση των κατοίκων ως δούλων και την αφιέρωση της χώρας στον Απόλλωνα, την Άρτεμη, την Λητώ και την Αθηνά Προνοία. Έτσι ξέσπασε ο Α΄ Ιερός Πόλεμος.

Την κύρια ευθύνη διεξαγωγής του πολέμου από πλευράς Αμφικτυονίας ανέλαβαν οι Θεσσαλοί στην ξηρά, ενώ τον θαλάσσιο αποκλεισμό πραγματοποίησε ο τύραννος της Σικυώνας Κλεισθένης, παρόλο που η πόλη του δεν αποτελούσε μέλος της Αμφικτυονίας.
Πιθανότερη αιτία της πρωτοβουλίας του αυτής ήταν η θέληση του να τιμωρήσει του Κιρραίους για την πειρατική τους δράση, η οποία προκαλούσε ζημιά στο θαλάσσιο εμπόριο και στους κατοίκους των παραλιακών περιοχών της Σικυώνας. Με αυτούς συνέπραξαν και οι Αθηναίοι με στρατιωτικές δυνάμεις υπό της ηγεσία του Αλκμέωνος, του γιού του Μεγακλέους – άρχοντα στην Αθήνα της περίοδο των Κυλωνείων – σε μια αποστολή που ενδεχομένως ήταν αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, αν και η έκταση των γεγονότων οδήγησε και στην ανάμειξη του ονόματος του Σόλωνα στο όλο εγχείρημα.
  • Οι υπόλοιπες πόλεις της συμμαχίας φαίνεται να συμμετείχαν με μικρές στρατιωτικές δυνάμεις. Οι Κίρρα από την άλλη, σχετικά απομονωμένη, φαίνεται να απολάμβανε την στήριξη των Δρυόπων και ενδεχομένως του Άργους και της Κορίνθου (εχθρών του Κλεισθένη της Σικυώνας).
Για την ίδια την πολιορκία της Κίρρας και την πτώση της οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες. Είναι σίγουρο, όπως προειπώθηκε, ότι ο αποκλεισμός της πόλης από στεριάς πραγματοποιήθηκε από τους Θεσσαλούς, ενώ ο θαλάσσιος αποκλεισμός (κεφαλαιώδους απ'ότι φαίνεται σημασίας για την πτώση της πόλης) ήταν έργο των Σικυωναίων.



Η πόλη πολιορκήθηκε στενά για δέκα χρόνια και τελικά υπέκυψε (μία άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η άλωση της πόλης πραγματοποιήθηκε νωρίτερα – το 592 π.Χ., όταν τα πηγάδια της πόλης δηλητηριάστηκαν με εντολή του Σόλωνα με τη χρήση του φυτού ελλέβορο, αλλά ή αντίσταση των Κιρραίων συνεχίστηκε για αρκετά ακόμα χρόνια στις κοντινές κορυφογραμμές που είχαν καταφύγει μέχρι οι Θεσσαλοί να κατορθώσουν να τους καθυποτάξουν οριστικά). Χρειάστηκαν πάντως αρκετά χρόνια μέχρι να καταστείλουν οι Θεσσαλοί όλες τις εστίες αντίστασης των Κιρραίων στα βουνά της περιοχής.

Τελικά όμως η Κίρρα υπέκυψε. Οι διακηρύξεις της Αμφικτυονίας εκτελέστηκαν κατά γράμμα: Οι κάτοικοι της Κίρρας εξανδραποδίστηκαν, η χώρα τους πέρασε από φωτιά και σίδερο, με τρόπο μάλιστα τόσο συστηματικό ώστε ακόμα και σήμερα δεν έχουν βρεθεί τα ερείπια της ιστορικής Κίρρας, ενώ η ύπαιθρος αφιερώθηκε στο θεό και απαγορεύτηκε το χτίσιμο οικιών ή η καλλιέργεια της γης στο Κρισσαίο πεδίο. Ως ανάμνηση της νίκης αυτής θεωρήθηκαν οι πυθικοί αγώνες του 582 π.Χ., που ακολούθησαν την οριστική κάμψη της αντίστασης των Κιρραίων στα βουνά.

Στους αγώνες αυτούς κατήγαγε νίκη και βραβεύτηκε ο Κλεισθένης της Σικυώνας. Οι Θεσσαλοί απέκτησαν το έλεγχο της περιοχής προσωρινά, για να απομακρυνθούν αρχικά 20 χρόνια αργότερα, όταν και ηττήθηκαν από τους Βοιωτούς, ενώ στα 510 π.Χ. οι ενωμένοι πια Φωκείς εξεγέρθηκαν κατά των Θεσσαλών και κατόρθωσαν στην μάχη της Υάμπολης να εκδιώξουν τους Θεσσαλούς από τα εδάφη τους.

2ος Ιερός πόλεμος
Σε αντίθεση τόσο με τον πρώτο , όσο και με τους δύο επόμενους ιερούς πολέμους ο δεύτερος Ιερός πόλεμος δεν έχει να παρουσιάσει ούτε μεγάλη χρονική έκταση αλλά ούτε και γεγονότα ιδιαίτερης αξίας. 

Πηγές για τα λίγα αυτά γεγονότα αποτελεί πρωτίστως ο Θουκυδίδης (Ιστοριών Βιβλίο Α) και ο Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι Περικλής/ Φάβιος Μάξιμος).

Σύμφωνα με αυτές η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε με το πέρας του Α'ιερού πολέμου και απέκτησε μεγάλο κύρος και ευημερία. Στα 457 π.Χ. όμως οι Αθηναίοι, μετά τη νίκη τους κατά των Βοιωτών στα Οινόφυτα και έχοντας αποκτήσει τον έλεγχο της Βοιωτίας και την υποστήριξη των Φωκέων, προχώρησαν και απέσπασαν την πόλη των Δελφών από την Αμφικτυονία για να την παραχωρήσουν στους Φωκείς, αποκτώντας έτσι έμμεσα για τους ίδιους τον έλεγχο του μαντείου.


Η πράξη τους αυτή προκάλεσε την οργή της Σπάρτης, με αποτέλεσμα στα 448 π.Χ. να ξεσπάσει μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας σύγκρουση που ονομάστηκε Β΄ Ιερός Πόλεμος. Οι Λακεδαιμόνιοι εκστράτευσαν και απέδωσαν ξανά το μαντείο των Δελφών στους Αμφικτύονες, επαναφέροντας την προηγούμενη κατάσταση. Όμως λίγο αργότερα (η χρονολογία είναι ασαφής) ο Περικλής εκστράτευσε ξανά και έδωσε πάλι τον έλεγχο της πόλης στους Φωκείς.


3oς Ιερός πόλεμος
Ο τρίτος ιερός πόλεμος ήταν ο τρίτος κατά σειρά πόλεμος που έγινε στην αρχαία Ελλάδα με αφορμή τον έλεγχο του μαντείου των Δελφών. Ο πόλεμος ξέσπασε το 356 π.Χ., όταν οι Φωκείς αρνούμενοι να υποστούν τις συνέπειές της τιμωρίας που τους επιβλήθηκε από το αμφικτυονικό συνέδριο, κατέλαβαν το μαντείο των Δελφών. 

Εναντίον τους τότε σχηματίστηκε ένας αντίπαλος συνασπισμός κάτω από την ηγεσία της Θήβας αρχικά και της Μακεδονίας στην συνέχεια με αποτέλεσμα την οριστική υποταγή των Φωκέων δέκα χρόνια μετά. Ο πόλεμος αυτός αποτέλεσε αφορμή για την πρώτη εμπλοκή της Μακεδονίας στις εξελίξεις της νότιας Ελλάδας.
Το 362 π.Χ. οι Φωκείς, σύμμαχοι τότε των Θηβαίων, αθέτησαν την υποχρέωσή τους να ενισχύσουν τον Θηβαϊκό στρατό στην εκστρατεία του στην Πελοπόννησο. Την στάση τους αυτή αποφάσισαν να τιμωρήσουν οι Θηβαίοι, κατηγορώντας τους στο Αμφικτυονικό συνέδριο για ιεροσυλία επειδή είχαν καλλιεργήσει μέρος των ιερών κτημάτων των Δελφών.
Το Αμφικτυονικό συνέδριο αποφάσισε να τους επιβάλει βαρύ πρόστιμο το οποίο οι Φωκείς αδυνατούσαν να πληρώσουν. Σε συνέλευση που συγκάλεσαν οι Φωκείς ο Φιλόμηλος από την πόλη Λέδων έβγαλε ένα λόγο, πείθοντας τους Φωκείς ότι αυτό το ποσό ήταν υπέρογκο και ότι η μόνη τους επιλογή ήταν να αντισταθούν και να καταλάβουν τους Δελφούς.


  • Με τον τρόπο αυτό θα πετύχαιναν να ακυρώσουν την απόφαση εναντίον τους. Στο συνέδριο αυτό οι Φωκείς εξέλεξαν τον Φιλόμηλο στρατηγό ο οποίος στην συνέχεια αναζήτησε εξωτερική βοήθεια στους εχθρούς των Θηβαίων, Σπαρτιάτες.
 Οι Σπαρτιάτες ωφελούνταν από την ενίσχυση των Φωκέων αφού έτσι θα βρίσκονταν κοντά στην αντίπαλη Θήβα ασκώντας της πιέσεις. Έτσι προσέφεραν στους Φωκείς ένα ποσό 15 ταλάντων για να επανδρώσουν και να εξοπλίσουν στρατό. Οι Φωκείς κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα στρατό 5.000 αντρών με τον οποίο κατέλαβαν το μαντείο των Δελφών. Ο Φιλόμηλος τότε οχύρωσε τους Δελφούς ενώ κατέστρεψε την πέτρα στην οποία ήταν καταγεγραμμένη η απόφαση για την τιμωρία τους.

Αμέσως τα μέλη της Δελφικής Αμφικτυονίας κάτω από την ηγεσία της Θήβας κήρυξαν στον πόλεμο στους Φωκείς. Με τους Φωκείς συμμάχησαν οι Αθηναίοι, οι Σπαρτιάτες και οι τύραννοι των Φερών της Θεσσαλίας.
Τον πρώτο χρόνο του πολέμου οι Λοκροί της Άμφισσας προσπάθησαν να καταλάβουν το μαντείο αλλά απωθήθηκαν από τις δυνάμεις του Φιλόμηλου. Ένα χρόνο μετά ο Φιλόμηλος σκοτώθηκε στη μάχη που διεξήχθη στην πόλη Νέον της Φωκίδας, κοντά στην Τιθορέα σε μία σύγκρουση εναντίον των Βοιωτών. Τον διαδέχτηκε στην ηγεσία των Φωκέων ο Ονόμαρχος.

  • Ο Ονόμαρχος σύλησε τους θησαυρούς των Δελφών για να χρηματοδοτήσει έναν ισχυρό μισθοφορικό στρατό 20.000 πολεμιστών και 1000 ιππέων ενώ την ίδια περίοδο άρχισε να οχυρώνει τις Φωκικές πόλεις.

Με τον στρατό αυτό εκστράτευσε κατά των γειτονικών Επικνημίδιων Λοκρών καταλαμβάνοντας το Θρόνιο. Επίσης εκστράτευσε κατά της Δωρίδας αλλά και της Βοιωτίας καταλαμβάνοντας τον Ορχομενό.
 Στην συνέχεια στράφηκε εναντίον της Θεσσαλίας προκαλώντας για πρώτη φορά την παρέμβαση των Μακεδόνων.


  • Το 354 π.Χ. κινήθηκαν εναντίον τους οι Μακεδόνες του Φιλίππου, γεγονός που αποτέλεσε την πρώτη εμπλοκή των Μακεδόνων στα γεγονότα της νότιας Ελλάδας.
 Αρχικά οι Μακεδόνες ηττήθηκαν σε δύο μάχες από τους Φωκείς. Θεωρείται πως σημαντικό ρόλο στην νίκη των Φωκέων έπαιξε η χρήση καταπελτών που χτυπούσαν την Μακεδονική φάλαγγα.
Ο Φίλιππος κατάφερε να επιβληθεί των Φωκέων ένα χρόνο μετά το 353 π.Χ. στην μάχη του Κρόκιου Πεδίου κοντά στον Παγασητικό κόλπο. Στην μάχη αυτή σκοτώθηκε ο Ονόμαρχος και τον διαδέχτηκε στην συνέχεια ο Φάυλλος.
Στην συνέχεια ο Φίλιππος κινήθηκε κατά της Φωκίδας. Η κάθοδος των Μακεδόνων στην νότια Ελλάδα ανησύχησε τους Αθηναίους οι οποίοι έσπευσαν να αντιμετωπίσουν τους Μακεδόνες στις Θερμοπύλες και κατάφεραν να τους σταματήσουν. Την επόμενη χρονιά πέθανε ο Φάυλλος και στρατηγός των Φωκέων έγινε ο Φάλαιρος.

  • Τα επόμενα χρόνια οι Φωκείς εκστράτευσαν κατά της Βοιωτίας αλλά χωρίς επιτυχία. Κατόρθωσαν όμως στο διάστημα αυτό να διατηρήσουν τις κτήσεις τους.

Η Φιλοκράτειος ειρήνη που υπογράφτηκε μεταξύ Αθηναίων και Μακεδόνων απομόνωσε τους Φωκείς που έμειναν χωρίς συμμάχους. Τελικά το 346 π.Χ. οι Φωκείς αναγκάστηκαν να παραδοθούν.
Η ποινή που τους επιβλήθηκε ήταν πολύ σκληρή καθώς υποχρεώθηκαν να πληρώνουν 60 τάλαντα ετησίως για να ξεπληρώσουν τους θησαυρούς που αφαίρεσαν από τους Δελφούς ενώ τους αφαιρέθηκαν και οι δύο ψήφοι που είχαν στο Αμφικτυονικό συνέδριο, οι οποίοι δόθηκαν στους Μακεδόνες.


4ος Ιερός Πόλεμος
Ο Τέταρτος Ιερός Πόλεμος αποτελεί κατά κάποιον τρόπο συνέχεια του προηγουμένου. Οι παλαιές έχθρες συνεχίστηκαν να υφίστανται στην Δελφική Αμφικτυονία κατά το διάστημα της απουσίας του Φιλίππου στη Θράκη

Αργυρό νόμισμα Στατήρα 336 π.Χ  εκδοθέν στο όνομα του Αμφικτυονικού Συμβουλίου των Δελφών, από τον Φίλιππο Β’.

Κατά την εαρινή Πυλαία του 339 π.Χ. οι κάτοικοι της Άμφισσας (υποστηριζόμενοι από την Θήβα) πρότειναν ψήφισμα που καταδίκαζε την Αθήνα, διότι η πόλη είχε αφιερώσει ξανά στους Δελφούς τρόπαια των περσικών πολέμων, στα οποία είχε αναγράψει, σε μια κίνηση ελάχιστα διπλωματική, και το όνομα της Θήβας στην περσική παράταξη.
Την υπόθεση της Αθήνας υπερασπίστηκε ο Αισχύνης ως αντιπρόσωπος της πόλης και κατόρθωσε να μεταστρέψει την οργή των Αμφικτυόνων προς την πλευρά της Άμφισσας, κατηγορώντας τους Αμφισσείς ότι είχαν χτίσει εργαστήρια στο απαγορευμένο έδαφος της πόλης Κίρρας, που έπρεπε να μείνει έρημο.
Μάλιστα, πρωτοστατούντων των ιερέων, το κοινό κατήλθε στην Κίρρα και γκρέμισε τα εργαστήρια των κατοίκων της Άμφισσας. Αυτοί με τη σειρά τους εξοργίστηκαν και έστησαν ενέδρα, στην όποια σκότωσαν αρκετούς των Δελφών κατά την επιστροφή τους.

Άμεσα συγκλήθηκε νέο έκτακτο συνέδριο των Αμφικτυόνων στις Θερμοπύλες, με μειωμένη σύνθεση καθώς τόσο η Θήβα (που υποστήριξε τους Αμφισσείς) όσο και η Αθηναίοι (που ήθελαν να διατηρήσουν φιλικές σχέσεις με τη Θήβα, στα πλαίσια της εχθρότητας τους απέναντι στο Φίλιππο και πείστηκαν από το Δημοσθένη ότι μια απόφαση υπέρ του Φιλίππου θα ευνοούσε την κάθοδό του στην νότια Ελλάδα) δεν έστειλαν αντιπροσώπους.

Επειδή όμως ο Φίλιππος ήταν απασχολημένος στο βορρά (πολεμώντας κατά των Σκύθων) η Αμφικτυονία ανέθεσε την ευθύνη της διεξαγωγής του πολέμου στον πρόεδρο της Αμφικτυονίας Κόττυφο τον Φαρσάλλιο. Αυτός πέρασε με το στρατό της Αμφικτυονίας τις Θερμοπύλες, επέβαλλε πρόστιμο στους κατοίκους της Άμφισσας και εξεδίωξε τους υπαίτιους των ανοσιουργημάτων.

Αμφικτυονικός Νόμος των Δελφών 4ος αι. π.Χ σε μάρμαρο από την Αίγινα.   Μουσείο Λούβρου

Ενώ όμως η κατάσταση φαινόταν να βαίνει προς εκτόνωση, η Θήβα, ενθαρρυμένη και από την αθηναϊκή αποστασία, προχώρησε σε δραστικές κινήσεις. Κατέλαβε δηλαδή τη Νίκαια (αποκλείοντας έτσι την πρόσβαση μέσω Θερμοπυλών), ενώ και οι Αμφισσείς ανακάλεσαν τους εξόριστους και εξεδίωξαν όσους είχε επαναφέρει η Αμφικτυονία. Η αντίδραση του Φιλίππου ήταν πια αναμενόμενη.
Κατά την μεταπωρινή Πυλαία του 339 π.Χ. το συμβούλιο των Αμφικτυόνων ανέθεσε στο Φίλιππο τη διεξαγωγή ενός νέου ιερού πολέμου κατά της Άμφισσας. Πλέον ο Φίλιππος είχε νόμιμη αφορμή να βαδίσει στη Νότια Ελλάδα, αν και οι συσχετισμοί δυνάμεων δεν ήταν με το μέρος του, ειδικά με την ύπαρξη της προοπτικής συνασπισμού Αθήνας και Θήβας εναντίον του.

Για να εμποδίσει το συνασπισμό αυτό ο Φίλιππος κινήθηκε ταχύτατα νότια. Παρέκαμψε μέσω της Οίτης τα στενά των Θερμοπυλών, προωθήθηκε στην Ηράκλεια της Τραχίνας και από εκεί στο Κυτίνιο της Δωρίδας. Κατόπιν προχώρησε στη Φωκίδα και κατέλαβε την Ελάτεια.
Από εκεί έστειλε αντιπροσώπους στη Θήβα απαιτώντας δύο μόνο πράγματα : την παράδοση της Νίκαιας και την σύμπραξή των Θηβών ενάντια στην Αθήνα ή έστω την ελεύθερη διέλευση του από την Βοιωτία για να βαδίσει κατά της Αθήνας.
Όμως και οι Αθηναίοι δεν είχαν σταθεί νωθροί στην περίπτωση αυτή, αλλά είχαν αποστείλει πρεσβεία στη Θήβα με επικεφαλής τον Δημοσθένη, ο οποίος πλειοδότησε στον άτυπο διαγωνισμό και απέσπασε την συμμαχία της Θήβας για την αθηναϊκή πλευρά, προσφέροντας την αρχηγία της συμμαχίας στους Θηβαίους και υποσχόμενος ότι η Αθήνα θα καλύψει τα δύο τρίτα των στρατιωτικών δαπανών.
Ο Φίλιππος μετά από ένα διάστημα απραξίας αντέδρασε το Χειμώνα του ίδιου έτους. Με ένα τέχνασμα (το οποίο περιγράφει ο Πολύαινος στο έργο του) προσποιήθηκε πως αποχωρεί από το Κυτίνιο προς βορρά, και αφού η επαγρύπνηση των 10.000 μισθοφόρων που έλεγχαν τα περάσματα του Παρνασσού και των Παραποταμίων είχε ατονήσει, πέρασε τις διαβάσεις των στενών τη νύχτα και κατέλαβε την Άμφισσα, ανατρέποντας μεμιάς την γραμμή άμυνας των Αθηναίων και των Βοιωτών στα περάσματα του Παρνασσού και αναγκάζοντάς τους να συμπτυχθούν στη Χαιρώνεια, εντός του Βοιωτικού εδάφους.
Ο Φίλιππος εξεδίωξε τους Αμφισσείς από την πόλη τους και την παρέδωσε στους Δελφούς, ολοκληρώνοντας την αποστολή που του είχε αναθέσει το αμφικτυονικό συνέδριο και τερματίζοντας εμπράκτως τον Τέταρτο Ιερό Πόλεμο με την ενέργειά του αυτή. Κατόπιν προχώρησε στη Βοιωτία, εκεί όπου στην περίφημη μάχη της Χαιρώνειας κατανίκησε τους αντιπάλους του και εξασφάλισε την ηγεμονία του, με την σύμπηξη της συμμαχίας της Κορίνθου.

Ο τέταρτος ιερός πόλεμος αποτέλεσε και της τελευταία σύγκρουση γύρω από το μαντείο των Δελφών. Οι εκρηκτικές εξελίξεις που προκάλεσε η εκστρατεία του Αλεξάνδρου στην Ασία και η επέκταση του Ελληνισμού στον χώρο της Ασίας μείωσε την αξία της Δελφικής Αμφικτυονίας, καθώς μετατόπισε τα κέντρα των εξελίξεων πέρα από το στενό πεδίο της κεντρικής Ελλάδας και μετέβαλλε τον χαρακτήρα των συγκρούσεων, με τη σταδιακή απώλεια των τυπικά θρησκευτικών χαρακτηριστικών σε αυτές.
Απέμεινε έτσι η ανάμνηση των συγκρούσεων και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του Αμφικτιονικού συνεδρίου, ένας χαρακτήρας διακρατικός, την εποχή που οι τοπικισμοί στα πλαίσια της πόλης κράτους ήταν ο κανόνας στον ελληνικό κόσμο.

Χρήστος Αναγνώστου-01 Δεκεμβρίου 2013



      

Στρατηγός Ονόμαρχος: Νικώντας τη Μακεδονική Φάλαγγα με “μυστικά” όπλα…
Η μοίρα κάποιων ανθρώπων είναι να λάμπουν ως διάττοντες αστέρες για λίγο και κατόπιν να χάνονται στην αχλή της ιστορίας. Αυτό συνέβη και με τον Ονόμαρχο, τον μεγάλο στρατηγό των Φωκέων, ο οποίος κατάφερε, δύο φορές, να νικήσει τον Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας και τις αήττητες μακεδονικές του φάλαγγες.
Από τον Παντελή Καρύκα


Ο Ονόμαρχος ήταν σημαντικός πολιτικός και στρατηγός των Φωκέων που διακρίθηκε στον Γ΄ Ιερό Πόλεμο. Ήταν γιος του Ευθυκράτη και αδερφός του Φιλομένη. Μετά την ήττα των Φωκέων στο Νέον και το θάνατο του αδερφού του Φιλομένη, που ήταν ο στρατηγός των Φωκέων, συγκέντρωσε και έσωσε τα αποδεκατισμένα τμήματα του φωκικού στρατού και το 354 π.Χ. έπεισε τους συμπατριώτες του να συνεχίσουν τον πόλεμο και να του παραχωρήσουν έκτακτες εξουσίες, με την ανακήρυξή του σε στρατηγό αυτοκράτορα. Έχοντας αυτή την εξουσία ο Ονόμαρχος χρησιμοποίησε τους θησαυρούς από το ιερό των Δελφών για τον εξοπλισμό του φωκικού στρατού, για να αντιμετωπίσει το συνασπισμό Λοκρών και Θηβαίων.

Έκοψε νέα νομίσματα (με το όνομά του) τα οποία του επέτρεψαν τη στρατολόγηση περίπου 20.000 μισθοφόρων και τον καλύτερο εξοπλισμό του στρατού του.Μετά από αυτές τις προετοιμασίες εισέβαλε και υπέταξε την Άμφισσα και τον Ορχομενό, ενώ μετά από από πρόσκληση του τυράννου των Φερών Λυκόφρονος εισέβαλε 2 φορές στη Θεσσαλία (354-353 π.Χ.) και ανάγκασε ύστερα από ισάριθμες νίκες το Φίλιππο το Β΄να επιστρέψει στη Μακεδονία. Η επιτυχία του αυτή συνετέλεσε στο να θεωρείται ο Ονόμαρχος το 353 π.Χ. ως η σημαντικότερη προσωπικότητα της Ελλάδας.

Ωστόσο το 352 π.Χ η νέα εκστρατεία εναντίον του Φιλίππου, ύστερα από νέα πρόσκληση του Λυκόφρονος, είχε μοιραίο τέλος για τον Ονόμαρχο. Σε μάχη που έγινε στη θέση Κρόκιον πεδίον κοντά στον Παγασητικό κόλπο οι δυνάμεις των Φωκέων ηττήθηκαν και ο Ονόμαρχος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της μάχης. Μετά το τέλος της μάχης ο Φίλιππος διέταξε τη σταύρωση του πτώματος του Ονόμαρχου, ενώ επέδειξε ιδιαίτερη σκληρότητα και προς τους αιχμαλωτισθέντες Φωκείς στρατιώτες(περίπου 3.000), τους οποίους έπνιξε στη θάλασσα. Η δικαιολογία της τιμωρίας τους ήταν η ιεροσυλία που είχαν διαπράξει το 354 π.Χ., όταν και είχαν λεηλατήσει τους θησαυρούς στους Δελφούς.


Τρίτος Ιερός Πόλεμος
Ο Γ' Ιερός πόλεμος ξεκίνησε το 356 π.Χ. και κράτησε δέκα χρόνια (346 π.Χ) λόγω της απαγωγής μια πλούσιας Βοιωτής κόρης από τους Φωκαείς.
Τότε απειλήθηκαν με πόλεμο από το αμφικτιονικό συμβούλιο.
Έτσι οι Φωκείς με αρχηγούς τους Φιλόμηλο και Ονόμαρχο επιτέθηκαν στους Δελφούς και τους κατέλαβαν. Το 355 π.Χ. συγκλήθηκε αμφικτιονικό συμβούλιο όπου αποφασίστηκε η καταπολέμηση των Φωκαέων.

Το 354 π.Χ. όμως ο Φιλόμηλος νίκησε τους Λοκρούς και τους Θεσσαλούς σε μια μάχη. Αλλά τότε ήρθαν για βοήθεια οι Βοιωτοί, οι οποίοι έγειραν την πλάστιγγα της νίκης υπέρ του στρατού της Δελφικής Αμφικτυονίας. Ακόμα ο Φιλόμηλος τραυματίστηκε και αυτοκτόνησε και τη θέση του την πήρε ο Ονόμαρχος, ο οποίος δημιούργησε μεγάλο και ισχυρό μισθοφορικό στρατό.

Το 353 π.Χ. οι Φωκαείς κατέστρεψαν τον Ορχομενό και ο Ονόμαρχος επιτέθηκε κατά της Χαιρώνειας, όμως απωθήθηκε από τους Βοιωτούς. Οι Θεσσαλοί ζήτησαν τη βοήθεια του Φίλιππου, ο οποίος βρήκε την ευκαιρία να εμπλακεί στα θέματα της κεντρικής και της νότιας Ελλάδας, λόγω των επιθέσεων του Λυκόφρωνα, του τυράννου των Φερών. Όμως οι σύμμαχοι του τυράννου, οι Φωκαείς, με τον Ονόμαρχο με 20.000 μισθοφόρους απώθησαν το Φίλιππο, ο οποίος αποχώρησε και κατέκτησε τις Παγασές και έθεσε υπό έλεγχό του τον Παγασητικό κόλπο. Ακόμα ο Ονόμαρχος δέχθηκε βοήθεια από το Χάρη, έναν στρατηγό της Αθήνας.

Οι Φωκείς στο μεγαλύτερο ποσοστό τους ήταν Δωριείς στην καταγωγή τους. Ένας σημαντικός αριθμός Φωκικών πόλεων όμως είχε διαφορετική προέλευση. Παρόλα αυτά όλες οι πόλεις της Φωκίδας σταδιακά συνδέθηκαν στην συμπολιτεία λόγω κοινών συμφερόντων αλλά και κοινών εχθρών. Οι πόλεις που σύμφωνα με τις αναφορές δεν είχαν Δωρική καταγωγή σύμφωνα κυρίως με τον περιηγητή Παυσανία ήταν η Στείριδα, οι Άβες, η Υάμπολη, η Ελάτεια και ο Πανοπέας. Οι κάτοικοι της αρχαίας Στείριδας είχαν Αθηναϊκή καταγωγή, της αρχαίας Ελάτειας Αρκαδική, οι κάτοικοι του Πανοπέα ήταν Φλυγύες από τον γειτονικό Ορχομενό και οι κάτοικοι των Αβών ήταν Αργείοι.


Η αρχαία Τιθορέα


Η Φωκίδα περιλάμβανε έναν μεγάλο αριθμό πόλεων, οι περισσότερες εκ των οποίων ήταν καλά οχυρωμένες. Στον βορά στα σύνορα με την Δωρίδα υπήρχαν η Λιλαία, ο Έρωχος και η μικρότερη πόλη Χαράδρα. Γύρω από τον ποταμό Κηφισό που αποτελούσε την καρδιά της Φωκίδας βρίσκονταν οι περισσότερες αρχαίες Φωκικές πόλεις. Η Ελάτεια που ήταν και η πρωτεύουσα της συμπολιτείας, η Τιθορέα, η Αμφίκλεια, ή Δρυμαία, το Τεθρώνιο, οι Νέωνες, οι Παραποτάμιοι, η Τριταία, οι Πεδιείς, ο Λέδων και λίγο πιο ανατολικά οι Άβες και η Υάμπολη. Νοτιότερα στις κοιλάδες νότια του Παρνασσού, κοντά στα σύνορα με την Βοιωτία βρισκόταν η Δαυλίδα και ο Πανοπέας, ενώ λίγο δυτικότερα στις βόρειες πλαγιές του Ελικώνα βρισκόταν το Φλυγόνιο, η Στείριδα και η Άμβροσσος (ή Άμβρυσσος). Δυτικότερα στα σύνορα με του Οζολέους λοκρούς ήταν χτισμένες οι πόλεις Κρίσσα, Κυπάρισσος, Εχεδάμεια και Ανεμώρεια, ενώ η παραθαλάσσια Κίρρα κοντά στην σημερινή Ιτέα ήταν για μεγάλη περίοδο Φωκική πόλη και επίνειο της Κρίσσας.[1]. Άλλες παραθαλάσσιες πόλεις των Φωκέων ήταν η Αντίκυρα ο Μεδεώνας και η Βούλις (ή Βούλιδα) . Σε κάποιες περιόδους της ιστορίας οι Φωκείς ελέγχαν και την περιοχή των Δελφών.


Η αρχαία Λιλαία 

Ο Όμηρος στην Ιλιάδα, στον κατάλογο των Νεών αναφέρει συνολικά εννέα Φωκικές πόλεις που έλαβαν μέρος στην Τρωική εκστρατεία[3]. Αυτές ήταν η Λιλαία, ο Πανοπέας, η Δαυλίδα, η Υάμπολη, η Κυπάρισσος, η Κρίσσα, η Ανεμώρεια, οι Παραποτάμιοι[4] και η Πυθώ (Πυθώ είναι το Ομηρικό όνομα των Δελφών). Η Λιλαία, ο Πανοπέας, η Δαυλίδα και η Υάμπολη παρέμεναν ίσχυρές Φωκικές πόλεις για μεγάλη περίοδο της ιστορίας. 


Η αρχάια Δρυμαία

Η πόλη Κρίσσα ήταν η δυτικότερη Φωκική πόλη και βρισκόταν πάνω από τον κάμπο της Άμφισσας στην περιοχή που σήμερα είναι χτισμένο το χωριό Χρισσό (το οποίο φέρει παραφθαρμένο το αρχαίο όνομα). Κατά τον πρώτο ιερό πόλεμο (595-591 π.Χ.) καταστράφηκε η Κίρρα, το επίνειο της Κρίσσας και η Κρίσσα υπέστη μεγάλες καταστροφές και πέρασε στον έλεγχο των Δελφών. Η Κυπάρισσος και η Ανεμώρεια ήταν μικρότερες πόλεις με μικρό ρόλο τα μεταγενέστερα χρόνια. Πιστεύεται ότι βρίσκονταν στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Παρνασσού στην περιοχή της σημερινής Αράχωβας.




Το 356 π.Χ. η Ελλάδα για μια ακόμα φορά βρέθηκε στις φλόγες καθώς ξέσπασε ο λεγόμενος Τρίτος Ιερός Πόλεμος. Ο πόλεμος αυτός είχε τις ρίζες του στην αντιπαλότητα Θηβαίων και Φωκέων, με τους πρώτους να καταγγέλλουν τελικά τους δεύτερους στο Αμφικτιονικό συμβούλιο, το οποίο επέβαλε βαρύ πρόστιμο.

Αδυνατώντας να καταβάλουν το πρόστιμο οι Φωκείς πείστηκαν από τον στρατηγό Φιλόμηλο ότι η μόνη λύση ήταν να καταλάβουν τους Δελφούς και να πολεμήσουν. Αυτό και έκαναν. Επίσης συμμάχησαν με τους Σπαρτιάτες, τους Αθηναίους και τον τύραννο των Φερών και οχύρωσαν το ιερό των Δελφών.

Δελφοί : Η θέση του οχυρού του Φιλόμηλου με θέα πρός την Αράχωβα 

Σε μάχη κοντά στην Τιθορέα όμως ο Φιλόμηλος σκοτώθηκε. Ο αδελφός του Ονόμαρχος διοικούσε ένα τμήμα του στρατού στην εν λόγω μάχη. Μετά τον θάνατο του αδερφού του ανέλαβε ο ίδιος την ηγεσία. Ο Ονόμαρχος αποδείχθηκε πιο δυναμικός από τον αδερφό του. Γνωρίζοντας πως οι αντίπαλοι δεν επρόκειτο να δείξουν έλεος αποφάσισε να ξεπεράσει τα όρια.

Ο Ονόμαρχος επικεφαλής
«Δανείστηκε» τους θησαυρούς του δελφικού ιερού και με τα χρήματα συγκρότησε ισχυρό στρατό στρατολογώντας εμπειροπόλεμους μισθοφόρους. Δημιούργησε το πρώτο, στην ηπειρωτική Ελλάδα, ισχυρό σώμα «πυροβολικού», στρατολογώντας τεχνίτες και εκπαιδευμένους στη χρήση καταπελτών άνδρες. Επίσης δωροδόκησε τους Θεσσαλούς ώστε να εγκαταλείψουν τον αντίπαλο συνασπισμό.



Το 353 π.Χ. ο Ονόμαρχος εισέβαλε στη Λοκρίδα και κατέλαβε το Θρόνιο και κατόπιν την Άμφισσα και λεηλάτησε τα εδάφη της Δωρικής Τετράπολης, στην περιοχή της σημερινής Γραβιάς. Κατόπιν επιτέθηκε στους Βοιωτούς καταλαμβάνοντας τον Ορχομενό και πολιορκώντας τη Χαιρώνεια. Δεν κατέλαβε όμως την πόλη αυτή καθώς ζήτησε τη βοήθειά του ο τύραννος των Φερών Λυκόφρων που πιεζόταν από τον Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας.

Αυτό ήταν ίσως το μοιραίο λάθος του Ονόμαρχου καθώς έτσι έφερνε στο στρατόπεδο των αντιπάλων του το πανίσχυρο βασίλειο των Ελλήνων του Βορρά. Ο Ονόμαρχος έστειλε στην Θεσσαλία τον αδερφό του Φάυλλο με 7.000 άνδρες να ενισχύσει τον Λυκόφρωνα. Αυτός όμως ηττήθηκε από τους Μακεδόνες.


Νίκες κατά των Μακεδόνων
Έτσι ο Ονόμαρχος αποφάσισε να εκστρατεύσει ο ίδιος κατά του Φιλίππου. Ο Ονόμαρχος το 353 π.Χ. κινήθηκε προς τη Θεσσαλία επικεφαλής 20.000 πεζών, 1.000 ιππέων και πολλών καταπελτών. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την σύνθεση του στρατού του ή το είδος των καταπελτών που χρησιμοποίησε. Πιθανότατα επρόκειτο για ελαφρούς γαστρφέτες και οξυβελείς.

Εφοδιασμένος με τα πρωτοποριακά για την εποχή αυτά όπλα κατάφερε να νικήσει σε δύο συνεχόμενες μάχες τους Μακεδόνες (2η και 3η Μάχη Πελασγιώτιδας, πιθανότατα κοντά στις Φέρες). Οι καταπέλτες του ήταν το όπλο που του έδωσε τη νίκη απέναντι στις αήττητες, κατά τα άλλα, φάλαγγες των σαρισσοφόρων. Ο δικός του στρατός προφανώς περιελάμβανε οπλίτες και πελταστές. Προφανώς οι σε πυκνό σχηματισμό φαλαγγίτες θερίστηκαν από τα βέλη των καταπελτών κατά ζυγούς.

Ο Φίλιππος αποσύρθηκε ταπεινωμένος και ο Ονόμαρχος με τις νίκες αυτές έγινε ξακουστός σε όλη την Ελλάδα. Δεν εκμεταλλεύτηκε όμως τις νίκες του και επέστρεψε στη Βοιωτία όπου κυρίευσε την Κορώνεια. Σύντομα όμως ο Φίλιππος επανήλθε έχοντας μάλιστα πλέον εξασφαλίσει τη βοήθεια των Θεσσαλών και του περίφημου ιππικού τους. Ο Ονόμαρχος έσπευσε να τον συναντήσει στο πεδίο της μοίρας.

Κρόκιον Πεδίον 352 π.Χ.


Οι καταλυτική μάχη δόθηκε στο λεγόμενο Κρόκιον Πεδίον. Ο Ονόμαρχος περίμενε την άφιξη ενισχύσεων από την Αθήνα και τους Θεσσαλούς συμμάχους του, οι οποίες όμως δεν έφτασαν ποτέ. Έτσι βρέθηκε αντιμέτωπος με μόνο τις δικές του δυνάμεις έναντι αυτών του Φιλίππου. Αυτή τη φορά ο Φίλιππος είχε διδαχθεί και αντί να επιτεθεί μαζικά έριξε στη μάχη το υπερέχων αριθμητικά και ποιοτικά ιππικό του.


Αμφότερες οι αντίπαλες στρατιές διέθεταν 20.000 πεζούς, αλλά ο Φίλιππος διέθετε 3.000 επίλεκτους ιππείς έναντι μόλις 500 του Ονόμαρχου.
Μοιραία το ιππικών των Φωκέων ηττήθηκε και οι Μακεδόνες πλαγιοκόπησαν τους αντιπάλους τους κατακόπτοντάς τους. Οι μάχη έγινε κοντά στον Αλμυρό. Οι Αθηναίοι, υπό τον στρατηγό τους Χάρη έσπευδαν με τα πλοία να ενωθούν με τους Φωκείς.

Αλμυρού, πεδιάδα. Πεδιάδα της νοτιοανατολικής Θεσσαλίας. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού Μαγνησίας, μεταξύ των ορέων Όθρυος και Χαλκοδονίου και Α του Παγασητικού κόλπου. Αποτελεί νοτιοανατολική προέκταση της πεδιάδας της Λάρισας. Είναι πολύ εύφορη πεδιάδα και παράγει κυρίως βαμβάκι, αχλάδια, μήλα και δημητριακά. 
Στην αρχαιότητα, το βαθύπεδο ονομαζόταν Κρόκιον πεδίον. Αποτελούσε μέρος της Αχαΐας Φθιώτιδας και περιλάμβανε τις πόλεις Θήβα, Πυραίον και Ίτων. Στην πεδιάδα αυτή λάτρευαν τη Δήμητρα και την Περσεφόνη.

Όταν όμως έφτασαν στο πεδίο της μάχης όλα είχαν τελειώσει και οι ίδιοι αναμίχθηκαν με τους φυγάδες του στρατού του Ονόμαρχου και πανικόβλητοι έτρεψαν να επιβιβαστούν και πάλι στα πλοία τους υφιστάμενοι βαριές απώλειες.
Όσον αφορά τον στρατό του Ονόμαρχου αυτός διαλύθηκε. Τουλάχιστον 6.000 άνδρες έπεσαν στο πεδίο της μάχης και άλλες 3.000 αιχμαλωτίσθηκαν. Η τύχη του Ονόμαρχου δεν είναι ξεκάθαρη.
Το βέβαιο είναι ότι σκοτώθηκε αλλά οι αρχαίοι ιστορικοί διαφωνούσαν σχετικά με τον τρόπο. Ο Ευσέβιος αναφέρει ότι ο Ονόμαρχος πνίγηκε προσπαθώντας να φτάσει στα αθηναϊκά πλοία


Ο Διόδωρος Σικελιώτης όμως αναφέρει ότι αιχμαλωτίσθηκε από τον Φίλιππο ο οποίος τον σκότωσε. Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει ότι σκοτώθηκε από τους ίδιους του τους άνδρες και πως ο Φίλιππος σταύρωσε το πτώμα του, ενώ έπνιξε τους 3.000 αιχμαλώτους καθώς θεωρήθηκαν ιερόσυλοι.

Σε κάθε περίπτωση οι Φωκείς συνέχισαν τον πόλεμο ως το 346 π.Χ. οπότε και αναγκάστηκαν να καταθέσουν τα όπλα, αφού εγκαταλείφθηκαν και από τους Αθηναίους συμμάχους τους
  • Ο Φίλιππος γιόρτασε ιδιαίτερα την νίκη του στο Κρόκιον Πεδίον που συνέπεσε με τη γέννηση της κόρης του Θεσσαλονίκης…
Μετά τη μάχη ο Φίλιππος που αναδείχθηκε νικητής παρουσιάστηκε ως νικητής ενάντια της ιεροσυλίας των Φωκαέων και έγινε άρχοντας της Θεσσαλίας. Επίσης με αφορμή την πρόσφατη γέννηση της κόρης του, της έδωσε το όνομα Θεσσαλονίκη της Μακεδονίας, με την σημειολογία να είναι "νίκη των Θεσσαλών".

   3   

Η Θεσσαλία υπό την κυριαρχία του Φιλίππου της Μακεδονίας
[ΛAPIΣ AIΩN  ]356-342 π.Χ. η μορφή της Νύμφης Λάρισας από την περίοδο της μακεδονικής κυριαρχίας (350-320 π.Χ.) της πόλης της Λάρισας
Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου

Μετά την κυριαρχία του Φιλίππου στη Δυτ. Θεσσαλία, στην οποία αναφερθήκαμε σε προηγούμενο σημείωμά μας, και μετά την επακολουθείσα μάχη του Κρόκιου1, ο Μακεδόνας βασιλιάς ανέτρεψε την τυραννία του Δείνωνα στην Κραννώνα και τέλος κατέλυσε το κράτος των Φερών, υποτάσσοντας επίσημα τη Μαγνησία και την Περραιβία και ουσιαστικά ολόκληρη τη Θεσσαλία στη Μακεδονία (352 π.Χ.). Ο Φίλιππος επανέφερε την παλιά διαίρεση της χώρας σε τετραρχίες, δηλαδή Εστιαιώτιδα, Θεσσαλιώτιδα, Πελασγιώτιδα και Φθιώτιδα.


Στην Πελασγιώτιδα ο Φίλιππος τοποθέτησε στη διοίκηση το Αλευάδη Θρασύδαιο, ενώ φρόντισε να έχει υπό την κατοχή του αρκετές στρατηγικές θέσεις, εγκαθιστώντας μακεδονικές φρουρές στις Παγασές και αλλού. Μάλιστα στους Γόμφους έστειλε Μακεδόνες αποίκους, κάτι που πρέπει να έγινε την ίδια εποχή και στους Γόννους της Περραιβίας.

Αθήναιος: Ο Φίλιππος ορίζει τύραννο της Θεσσαλίας το Θρασυδαίο

« Ο Φίλιππος, λέει ο Θεόπομπος στην τεσσαρακοστή τετάρτη απ’ τις ιστορίες του, κατέστησε το Θρασύδαιο το Θεσσαλό τύραννο των ομοεθνών του, μικρό στην ευφυΐα, αλλά μεγάλο στην κολακεία.»

Αθήναιος: στ΄ 55, 249 (έμμεση πηγή)
Να αναφέρουμε ότι για λόγους σκοπιμότητας νυμφεύτηκε το 353, τη Λαρισαία Φίλιννα και το επόμενο έτος τη συγγενή του Ιάσονα των Φερών Νικησίπολη. Από την πρώτη απέκτησε τον Αρριδαίο και από τη δεύτερη τη Θεσσαλονίκη (που ονομάστηκε έτσι σε ανάμνηση της νίκης του στο Κρόκιο). Φερόμενος διαλλακτικά ο Φίλιππος, επέτρεψε στους Θεσσαλούς να έχουν την πρωτοκαθεδρία στη Δελφική Αμφικτυονία, ασκώντας συνάμα και την προεδρία της. Την περίοδο 346-339 καταγράφεται πρόεδρος της Αμφικτυονίας ο Κόττυφος ο Φαρσάλιος. Όμως, την ίδια περίοδο οι Αλευάδες της Λάρισας, με επικεφαλής το Σίμο, οργάνωσαν μια ανταρσία κατά του Φιλίππου. Το 345 π.Χ. ο Σίμος αυτοανακηρύχθηκε τύραννος. Επειδή ο Φίλιππος δεν αντέδρασε, λόγω των πολεμικών συγκρούσεών του στην Ιλλυρία και τη Δαρδανία (Σκόπια), βρέθηκαν μιμητές του Σίμου και σε άλλες θεσσαλικές πόλεις όπως στις Φερές. Όταν ο Μακεδόνας βασιλιάς επέστρεψε θριαμβευτής από τις εκστρατείες του και έμαθε τα καθέκαστα, αντέδρασε αστραπιαία. Οργάνωσε εκστρατεία κατά των στασιαστών, επικρατώντας με χαρακτηριστική άνεση. Οι συνέπειες ήταν δραματικές: εξόντωσε μέχρις ενός τους τυράννους των θεσσαλικών πόλεων, τοποθέτησε ισχυρές μακεδονικές φρουρές, σχεδόν παντού, απέσπασε από τη Θεσσαλία, εκτός από τη Μαγνησία, την Αχαΐα Φθιώτιδα, τη Μαλίδα, την Αινίδα, τη Δολοπία και τη χώρα των Οιταίων.

Το σοβαρότερο όμως μέτρο που επέβαλε ήταν ο ορισμός κυβερνήσεων που ονομάζονταν «δεκαρχίαι», τα μέλη των οποίων επιλέγονταν και διορίζονταν από τον ίδιο το Φίλιππο. Εκμεταλλευόμενος αυτά τα όντως σκληρά μέτρα, ο γνωστός Αθηναίος ρήτορας Δημοσθένης, έστειλε στη Θεσσαλία πρέσβεις για να τους υποκινήσει σε εξέγερση, προς όφελος φυσικά των Αθηναίων, που δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη δύναμη του Μακεδόνα ηγέτη (342 π.Χ.). Την ίδια χρονιά ο Φίλιππος επέβαλε στους Θεσσαλούς να «εκλέξουν» τον ίδιο «ισόβιο άρχοντα του Κοινού των Θεσσαλών». Έτσι, για πρώτη φορά, εμφανίζεται στην ιστορία ταγός στη Θεσσαλία κάποιος όχι Θεσσαλός. Μ’ αυτή την «εκλογή», ο Φίλιππος μπορούσε να εκμεταλλεύεται οικονομικά ολόκληρη την εύφορη πεδιάδα, μέσω εισφορών, και να επιστρατεύει, κατά το δοκούν, ομοσπονδιακό θεσσαλικό στρατό. Από τότε και μέχρι το θάνατο του Φιλίππου (336), η Θεσσαλία παρέμεινε πιστή σύμμαχος της Μακεδονίας και συμμετείχε στους πολέμους κατά των Βοιωτών και των Αθηναίων.

ΠΑΡΑΘΕΜΑ: Αθήναιος: Μια περιγραφή για τα ήθη των Θεσσαλών την εποχή του Φιλίππου: «Βλέποντας ο Φίλιππος τους Θεσσαλούς πόσο ακόλαστοι ήταν και πόσο «ασελγείς περί τον βίον», διοργάνωνε συμπόσια και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να γίνεται σ’ αυτούς αρεστός. «και γαρ ορχούμενος, και κωμάζων, και πάσαν ακολασίαν υπομένων (δε και φύσει βωμολόχος, και γαρ καθ’ εκάστην ημέραν μεθυσκόμενος, και χαίρων των επιτηδευμάτων τοις προς ταύτα συντείνουσι, και των ανθρώπων τοις ευφυέσι καλουμένοις, και τα γέλοια λέγουσι και ποιούσι), πλείους τε των Θετταλών των αυτώ πλησιαζόντων ήρει μάλλον εν ταις συνουσίαις ή ταις δωρεαίς (…).Φίλιππος τους μεν κοσμίους τα ήθη και τους των ιδίων επιμελουμένους απεδοκίμαζε, τους δε πολυτελείς και ζώντες εν κύβοις και πότοις επαίνων ετίμα.»
Αθήναιος: ΣΤ 76, 77




©ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ


Βιβλιογραφία  1ου Μέρους 

Πρωτογενείς πηγές
Αισχύνη, Κατά Κτησιφώντος
Παυσανία, Ελλάδος περιήγησις
Στράβων, Γεωγραφικά
Θουκυδίδης, Ιστοριών Βιβλίο Α
Πλούταρχος, βίοι Παράλληλοι Περικλής/Φάβιος Μάξιμος
Διόδωρος, Ιστορική Βιβλιοθήκη
Πολύαινος, Στρατηγήματα
Δευτερογενείς πηγές
Boardman John, The Oxford History of the classical world, Oxford, 1993
Raaflaub Kurt, A companion to Archaic Greece, Blackwell Publishing Ltd. 2009
A. Erskine, A companion to ancient History, Blackwell Publishing Ltd, 2009, U.K.
Schuller W., Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, μετάφραση Αφροδίτη Καμάρα, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2006
Wilcken U., Αρχαία Ελληνική Ιστορία, μετάφραση Ιωάννη Τουλουμάκου, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2006
Bengtson Η., Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, μετάφραση Ανδρέα Γαβρίλη, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα. 1991
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος Β, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, 1973
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος Γ1, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, 1973
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος Γ2, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, 1973
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος Δ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, 1973
The Cambridge Ancient History, volume III.3, Cambridge University press, Cambridge, 2006
The Cambridge Ancient History, volume IV, Cambridge University press, Cambridge, 2006
The Cambridge Ancient History, volume V, Cambridge University press, Cambridge, 2006
Διόδωρος, Ιστορική Βιβλιοθήκη 16.24
Διόδωρος, Ιστορική Βιβλιοθήκη 16.25
Διόδωρος, Ιστορική Βιβλιοθήκη 16.33
Φωτ αρχείο ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ





ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ