«ορεσσιγόνοισι νύμφαις κρηνιάσιν κυδραίσι θεαίσιν αγείρω Ινάχου
Αργείου ποταμού παισίν βιοδώροις»
Αισχύλου «Ξάντριαι»
Στα μισά της διαδρομής από το Κουτσοπόδι στο Άργος, ο δρόμος διασταυρώνεται με τη σχεδόν μόνιμα ξερή, χωμάτινη και στενή κοίτη ενός χειμάρρου, που δεν είναι άλλος από τον παλαίφατο Ίναχο. Ο Παυσανίας, περιγράφοντας τη διαδρομή Μυκηνών – Άργους, συνάντησε τον ποταμό κάπου εδώ κοντά, ανάμεσα σε ιερό της Δήμητρας και βωμό του Ηλίου [1]. Ο σημερινός ταξιδιώτης πρέπει να διαθέτει πολύ δυνατή φαντασία, για να υποψιασθεί τι κρύβεται πίσω από το ταπεινό αυτό υδάτινο λίκνο. Ίσως γι αυτό ο Λουκιανός θεώρησε τον Ίναχο ένα καλό παράδειγμα πεθαμένου ποταμού. Συγκεκριμένα παρουσιάζει τον Ερμή μιλώντας στο Χάροντα να λέει: Αποθνήσκουσι γάρ ώ πορθμεύ και πόλεις ώσπερ άνθρωποι και το παραδοξότατον και ποταμοί όλοι. Ινάχου γούν ουδέ τάφος έτι εν Άργει καταλείπεται[2]. Ο Γεωγράφος και Ιστορικός μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος (1661-1714), στη «Γεωγραφία» του, διστάζει να δεχτεί ότι αυτός είναι ο πολυθρύλητος ποταμός: Λέγουσι τινές να είναι το ποτάμι του Άργους, αλλ’ αυτό είναι χείμαρρος και όχι ποτάμι, όθεν κρείττον φαίνεται να είναι ο Μαστός [3]. Ο Άγγλος περιηγητής Mure που τον διάβηκε κι αυτός στην ίδια περιοχή σχολιάζει: Αυτός είναι ο περίφημος Ίναχος, τώρα Μπάνιτσα, ένα μικρό ρέμα με λασπώδες νερό, περιορισμένο ανάμεσα σε δυο χαμηλές χαλικώδεις όχθες.
Γενάρχης ποταμός
«επόμενος στη σειρά φαίνεται ο πατέρας Ίναχος
γέρνοντας αριστερά πάνω στο ανάχωμα καλαμώδους όχθης
κι αφήνοντας την νερόγεμη στάμνα να τρέχει ελεύθερα»
Στάτιου «Θηβαΐς» VI, 275.
Κατά μία εκδοχή της αρχαίας παράδοσης, ο Ίναχος ήταν άνθρωπος, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος. Αυτός βρήκε μια πηγή και διοχέτευσε τα νερά της στο κανάλι που μόνος του άνοιξε [4]. Γιος του ποταμού Ινάχου από την Ωκεανίδα Μελία ή από την Αργία, ήταν ο Φορωνέας, ο πρώτος βασιλιάς πάνω στη Γη και στην Αργολίδα, ευεργέτης των ανθρώπων, τους οποίους δίδαξε να κατοικούν σε πόλεις. Έτσι ο ποταμός εμφανίζεται Γενάρχης των Αργείων και της πανάρχαιης δυναστείας των Ιναχιδών, που βασίλεψαν στους πρώτους κατοίκους της χώρας τους Πελασγούς.
Λέγεται Φορωνέα εν τη γη ταύτη γενέσθαι πρώτον, Ίναχον δε,
ουκ άνδρα αλλά τον ποταμόν, πατέρα είναι Φορωνεί.
Ωκεανός και Τηθύς. Μέρος από μωσαϊκό ρωμαϊκής περιόδου στην ελληνική πόλη Ζεύγμα στην Συρία, 1ος – 2ος αιώνας μ.Χ. -Μουσείο Gaziantep, Μ.Ασία.
Mερικοί [5] όμως θεωρούν τον ίδιο τον Ίναχο, πρώτο βασιλιά του Άργους, αρχαιότερο του πανάρχαιου Ωγύγου, μυθολογούμενου ιδρυτή των Θηβών της Αιγύπτου, ή της Ελευσίνας, ή πρώτου κάτοικου της Βοιωτίας [6]. O Πλούταρχος μάλιστα αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο Ίναχος κατέβασε τους πρώτους ανθρώπους από τα βουνά στις πεδιάδες. Αυτό φαίνεται πιθανότερο, αφού ανταποκρίνεται στη βιωματική σχέση της χώρας με τον ποταμό της. Bασιλιάς ή όχι, ο Ίναχος γέννησε πολλούς απογόνους. Εκτός από τον Φορωνέα, «η γενιά του αρχαίου Ίναχου» [7], περιλαμβάνει και άλλα παιδιά του, τη διασημότατη Ιώ, τη Μυκήνη [8], την Ισμήνη, τον Αιγιαλέα [9], τον Άργο[10], τον Πελασγό, τον Φηγέα [11] και τον Κάσο [12]. Φαίνεται πως οι κόρες του φημολογούνταν όμορφες, αν κρίνουμε από το γεγονός πως ο Προπέρτιος τις χρησιμοποιεί ως πρότυπα κάλλους, προκειμένου να επαινέσει την καλλονή της ερωμένης ενός φίλου του:
Είναι τα θέλγητρά της ακόμη ανώτερα
από αυτά των θυγατέρων του Ινάχου[13].
Χρονολογικά ο Ίναχος θεωρείτο σύγχρονος του ιδρυτή των Ελευσινίων μυστηρίων Ευμόλπου [14] και αναφέρεται ότι επί της εποχής του, έγινε η υπό τον Μωυσή έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Αυτό τουλάχιστον ισχυριζόταν ο Απίων [15], θεωρώντας τον Αργείο βασιλιά σύγχρονο του φαραώ Άμωσι ή Άχμωσι, που έζησε τον 16ο π.Χ. αιώνα «κατά τον Αργείον γενόμενος Ίναχον». H ανάδυσή του από τα βάθη της αρχαιότητας κάνει τον Οράτιο να διερωτάται:
Πες μου πόσο μακριά απ’ τον Ίναχο,
ήταν στα χρόνια ο Κόδρος;[16]
Προϊστορικός οικισμός, που ανασκάφτηκε στη δεξιά όχθη του παραπόταμου Χάραδρου ανατολικά του Άργους, αποδόθηκε στη λογιζόμενη από τους αρχαίους ως πρώτη πόλη του κόσμου, το «Φορωνικό Άστυ». Μάλιστα, ο ίδιος ο ποταμός Ίναχος, αποκαλείται από τον Σενέκα «Φορωνικό ποτάμι» [17].
Η σύνδεση του ποταμού με τη χώρα, τη στενή αλλά και την ευρύτερη, είναι διάχυτη σε πολλούς συγγραφείς και ποιητές. Σε δυο επιγράμματα, του Σιμωνίδη του Κείου [18] και του Νίκανδρου του Κολοφώνιου [19], στα οποία εξυμνείται ο Σπαρτιάτης Οθρυάδης και οι 300 του, που χάρισαν τη νίκη στην πατρίδα τους, το 546 π.Χ. πολεμώντας με τους Αργείους στην Θυρέα, οι τελευταίοι αναφέρονται ως «Ιναχίδες». Η κόρη του ποταμού Ιώ κατέφυγε στην Αίγυπτο και ο απόγονός της Δαναός ξαναγύρισε στο Άργος και «ώκισε Ινάχου πόλιν». Ο τραγωδός [20] ονομάζει την Αργεία, δια στόματος του αγγελιαφόρου, «γη Ινάχου». Ο φτωχός γεωργός, εκπροσωπώντας τη λαϊκή συνείδηση, λέει: «Της χώρας μου πανάρχαιο Άργος, νερά του Ινάχου..» [21]. Ο Βιργίλιος αποκαλεί το Άργος «Ινάχιο» και μιλάει για τις «πόλεις του Ινάχου» [22]. Ο Μελέτιος, μιλώντας για τις διαδοχικές ονομασίες της Πελοποννήσου, λέει αντλώντας και από το Μέγα Ετυμολογικό [23]: «Αύτη η χερσόννησος εκαλείτο πρότερον Αιγιαλεία από του Αιγιαλέως τού υιού τού Ινάχου και Μελίας της θυγατρός του Ωκεανού». Ο Αιγιαλέας αυτός ονομάτισε και την μετέπειτα Αχαΐα, ενώ στην Σικυώνα λατρευόταν ως ιδρυτής της πόλης. O Στ. Βυζάντιος στο λήμμα Ιναχία εξηγεί ότι έτσι ονομαζόταν όχι μόνο το Άργος αλλά ολόκληρη η Πελοπόννησος: «…από Ινάχου του ποταμού» και ο Νόννος ο Πανοπολίτης λέει: Ο Ίναχος, ο ονομαστός οικιστής της Ινάχιας γης [24].
Αλλά η επιρροή του Ινάχου, επεκτείνεται και στην Ιταλία. Το να αντλεί κάποιος την καταγωγή του από τη γενιά του Ίναχου, ήταν εξόχως τιμητικό, γι αυτό ο Λατίνος ποιητής λέει:
Αν σύ’σαι πλούσιος
κι απ’τον αρχαίο Ίναχο έρχεσαι,
ή κατοικείς κάτω απ’του ουρανού τη σκέπη
φτωχός και γέννα ταπεινή[25].
O Βιργίλιος θεωρεί τον Ίναχο πρόγονο του μυθικού βασιλιά της Αρδέας Τούρνου, πόλης που ίδρυσε στο Λάτιο, η Δανάη «η Ιναχίδα τ’Ακρίσιου κόρη» [26]:
Και στον Τύρνο, αν στην πρώτη ρίζα της γενιάς του ανατρέξεις,
τον Ίναχο και τον Ακρίσιο θα βρεις προγόνους[27].
Η αίσθηση μιας τέτοιας καταγωγής των Λατίνων ήταν πολύ ισχυρή. Άλλωστε, υπήρχε η αντίληψη πως οι Τυρρηνοί προέρχονται από τους Πελασγούς. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσέας [28] διασώζει ένα απόσπασμα από το χαμένο δράμα του Σοφοκλή «Ίναχος», όπου ο τραγικός ποιητής έλεγε:
Γεννήτορα Ίναχε,
γιε του πατέρα των πηγών Ωκεανού,
πρώτε μέσα στου Άργους τους αγρούς
και στους λόφους της Ήρας
και στους Τυρρηνούς Πελασγούς[29].
Σε κάποιους όμως αυτή η καταγωγή έφερνε προβλήματα. Ο ερωτοχτυπημένος Προπέρτιος διαμαρτύρεται σε ένα ποίημά του για τις γιορτές της αγνότητας που χώριζαν υποχρεωτικά τους εραστές, γιορτές που θεωρείτο ότι έφερε η Ιώ:
Καταραμένη ας είναι η λατρεία
που απ’ τις ακτές του Νείλου,
του Ινάχου η κόρη διέδωσε
στης Αυσονίας τις γυναίκες[30].
Όλη η πλουσιότατη μυθοπλασία γύρω από τον Ίναχο, της οποίας παρακάτω παραθέτουμε μικρή περίληψη, αποπνέει γεωκεντρικές αντιλήψεις [31]. Ο Γάλλος ταξιδευτής Κινέ επαναλαμβάνει μια παρατήρηση, που έκανε και στην κοιλάδα του Ευρώτα: «Η πεδιάδα, όπως κι οι περισσότερες στην Ελλάδα, είναι σκεπασμένη από βότσαλα.
Αυτό η μυθολογία το εξηγούσε με το να θέλει την Αργολίδα να γεννιέται από τον Ίναχο». Ο ποταμός πατέρας [32], ο ποταμός Κριτής, ο ποταμός τροφοδότης. Είναι εντελώς αναμενόμενη η προσωποποίηση και η θεοποίηση του μεγαλύτερου σε μήκος και εύρος ποταμού της Αργολίδας, αφού φυσικό είναι να ερέθιζε με την ισχυρή του παρουσία – και σήμερα οι πλημμύρες του είναι καταστροφικές – τη δυσειδαίμονα φαντασία των αρχαίων κατοίκων, πολύ περισσότερο που με τα νερά του συντελούσε στην ευημερία του λαού της και με τις προσχώσεις του στην επέκταση της χώρας.
Το πιθανότερο είναι σε απώτερους καιρούς η κοίτη του να ήταν γεμάτη νερό, όπως άλλωστε μαρτυρεί και η παράδοση, αλλά η βαθμιαία αποψίλωση του Αρτεμισίου, του βουνού της θεάς των δασών, και του Λύρκειου [33] επέφεραν μοιραία και την υποβάθμισή του σε χείμαρρο.
Φαίνεται ότι αντίθετα με τα άλλα ποτάμια που γενικά στην αρχαιότητα είχαν νερό, ο Ίναχος ήταν ξερός, αφού είχε την ατυχία να είναι διαιτητής μαζί με τους Αργολικούς ποταμίσκους Αστερίωνα και Κηφισό, στη διαμάχη ανάμεσα στην Ήρα και τον Ποσειδώνα για την κατοχή της χώρας [34].
Είναι αναμενόμενο τους προληπτικούς και διψασμένους κατοίκους της Αργείας, να ταλάνιζε το ερώτημα, πώς γινόταν ένας τέτοιου μεγέθους ποταμός, που κατέβαινε από τα αργολικά βουνά να μην έχει νερό, όταν άλλοι γειτονικοί του πολύ μικρότεροι (Ερασίνος, Αμυμώνη, Ποντίνος, Ελευθέριος) είχαν; Ποιος άλλος λοιπόν από τον κύριο των υδάτων, ή από τον πατέρα των θεών θα μπορούσε να τον είχε ξεράνει; Οι βάσεις του μύθου είχαν ήδη στηθεί…
Γιατί ο Ίναχος είναι ξερός. Το δράμα της Ιούς.
Φαίνεται ότι αντίθετα με τα άλλα ποτάμια που γενικά στην αρχαιότητα είχαν νερό, ο Ίναχος ήταν ξερός, αφού είχε την ατυχία να είναι διαιτητής μαζί με τους Αργολικούς ποταμίσκους Αστερίωνα και Κηφισό, στη διαμάχη ανάμεσα στην Ήρα και τον Ποσειδώνα για την κατοχή της χώρας [34].
Η απονομή του επάθλου στην πρώτη εξόργισε το θεό της θάλασσας, που «επεί λάχεν Ίναχον Ήρη» [35], εξαφάνισε τα νερά τους. Γι αυτό ο Απουλήιος εμφανίζει την Ψυχή να λέει στην Ήρα μπρος στον βωμό της: …τα ποτάμια του ρέματος του Ινάχου τιμάνε σε, που κυβερνάς τα φημισμένα τείχη του Άργους [36].
Τοπογραφικός χάρτης του Άργους Δεξιά της εικόνας ο Ίναχος ποταμός .1841-ALDENHOVEN, Ferdinand. Itineraire descriptif de l'Attique et du Péloponèse, avec cartes et plans topographiques, Αθήνα, Adolphe Nast, Rodolphe Bund et l'auteur,
Άλλοι αποδίδουν την ανυδρία του Ίναχου στον πατέρα των Θεών, που τον ξέρανε επειδή ο ποταμός τον καταριόταν γιατί του έκλεψε την κόρη Ιώ: έστι πόλις, κλυτόν Άργος…ένθα δε κούρην θηλυτόκοις έσπειρε γοναίς ευπάρθενον ανήρ Ίναχος, Ιναχίης ονομάκλητος αυτός αρούρης, νηοπόλος… [37]. Ο Ψευδοπλούταρχος πάλι, επικαλείται τον Αγαθοκλή τον Μιλήσιο [38] και ισχυρίζεται ότι ο ποταμός ξεράθηκε κεραυνωμένος από τον Δία.
Πάνω σε αυτό υπάρχει και η παραλλαγή ότι ο Ζεύς, θυμωμένος από τις διαμαρτυρίες του πατέρα, έστειλε την Ερινύα Τισιφόνη να σπρώξει τον άντρα Ίναχο στον αργολικό ποταμό Αλιάκμονα, ο οποίος από τότε πήρε το όνομα του πνιγμένου.
Το δράμα της «αγελάδας του Ινάχου» [43] συγκίνησε τους ποιητές. Έτσι ο Σοφοκλής αποκαλεί το Άργος: τον τόπο της παράφορης του Ινάχου κόρης [44]. Ο Οβίδιος μιλάει για την «Ιναχίδα αγελάδα» [45] και αλλού περιγράφει τον σπαραγμό του ποταμού, εξ αιτίας του οποίου ήταν ο μόνος από τα ποτάμια [46] που δεν μπόρεσε να παρηγορήσει το θεσσαλικό Πηνειό, για την απώλεια και της κόρης του τελευταίου, που μεταμορφώθηκε σε δάφνη, που άλλοι τη θέλουν θυγατέρα του αρκαδικού ποταμού Λάδωνα. Αυτός είναι ένας μύθος που φούντωσε τη φαντασία πολλών δυτικών ζωγράφων, στα πλαίσια του ρεύματος του «αρκαδισμού».
Στο ίδιο έργο η δύστυχη Ιώ διηγείται πως ο Ίναχος εκβιάστηκε με χρησμό θεϊκό να διώξει ο ίδιος το παιδί του:
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης [48] εμφανίζει τον Ίναχο να μην υποτάσσεται στη μοίρα του, αλλά να στέλνει τον εξέχοντα αξιωματούχο Κύρνο, επικεφαλής στόλου, με την εντολή να ψάξει παντού, για να βρει τη χαμένη Ιώ.
Τοπίο στον ποταμό Ίναχο κοντά στο Άργος. 1882 WORDSWORTH, Christopher.
Άλλοι πάλι κατηγορούν την απατημένη Ήρα, την «άγρια του Δία σύζυγο» [39]. Ο Δίας, για να ευχαριστήσει την Ιώ, είχε γεμίσει τον ποτάμιο πατέρα της με νερό τόσο, που έδωσε πλούσια σοδιά στην Αργολική γη. Η ζηλότυπη θεά όμως οργισμένη ξέρανε τον Ίναχο για να εκδικηθεί την αντεράστριά της. Επιπλέον η εκδικητική θεά, μεταμόρφωσε την «Ινάχου ροδοδάκτυλα κόρα» [40] σε δαμάλα και εξαπέλυσε στο κατόπι της μια φοβερή αλογόμυγα, που καταδίωξε την οιστρόπληχτη παρθένα από την Μικρά Ασία μέχρι την Αίγυπτο.
Η απεγνωσμένη διέλευσή της από το στενό πέρασμα που ενώνει την Μαιώτιδα λίμνη με τον Εύξεινο, εκεί που κατοικούσαν οι Κιμμέριοι, έδωσε στον πορθμό το όνομα του «βοός πόρου Ιναχιώνης» [41]. Την ίδια ετυμολογία, διεκδικεί και ο Βόσπορος της Κωνσταντινούπολης. Νύξη γι’ αυτό κάνει ένα αδέσποτο Ελληνικό επίγραμμα, μιλώντας εξ ονόματος της αγελάδας που ήταν στημένη στην ασιατική όχθη της Χρυσούπολης, απέναντι από την Πόλη και διευκρινίζοντας:
Δεν είμαι της Ιναχίδας δαμάλας η εικόνα,
ούτε από μένα ονομάζεται Βοσπόριο
το πέλαγος που μ’αντικρύζει[42].
Το δράμα της «αγελάδας του Ινάχου» [43] συγκίνησε τους ποιητές. Έτσι ο Σοφοκλής αποκαλεί το Άργος: τον τόπο της παράφορης του Ινάχου κόρης [44]. Ο Οβίδιος μιλάει για την «Ιναχίδα αγελάδα» [45] και αλλού περιγράφει τον σπαραγμό του ποταμού, εξ αιτίας του οποίου ήταν ο μόνος από τα ποτάμια [46] που δεν μπόρεσε να παρηγορήσει το θεσσαλικό Πηνειό, για την απώλεια και της κόρης του τελευταίου, που μεταμορφώθηκε σε δάφνη, που άλλοι τη θέλουν θυγατέρα του αρκαδικού ποταμού Λάδωνα. Αυτός είναι ένας μύθος που φούντωσε τη φαντασία πολλών δυτικών ζωγράφων, στα πλαίσια του ρεύματος του «αρκαδισμού».
Κρυμμένος στην πιο βαθειά σπηλιά, δυναμώνει τα νερά του με δάκρυα, και σε ακραία αθλιότητα θρηνεί την κόρη του Ιώ σαν χαμένη. Δεν ξέρει αν αυτή ζει ακόμη, ή αν είναι μεταξύ των σκιών. Αλλά αφού δεν μπορεί να την βρει πουθενά, πιστεύει ότι πουθενά δεν βρίσκεται, και η ανήσυχη ψυχή του βλέπει τα πράγματα χειρότερα κι από τον θάνατο.Ο Αισχύλος εξιστορεί πως κυνηγημένο το «Ινάχειον σπέρμα» έφτασε μέχρι τον Καύκασο, όπου διηγείται τα παθήματά της στο μαρτυρικό Προμηθέα, που τη δέχεται με συμπόνια:
Πώς μπορώ να μην ακούσω
την τρελαμένη από οίστρο κόρη του Ινάχου,
που την καρδιά του Δία φλόγισε με έρωτα
και τώρα από την βαριά της Ήρας έχθρα,
τρέχει σ’ ατέλειωτους δρόμους;
Στο ίδιο έργο η δύστυχη Ιώ διηγείται πως ο Ίναχος εκβιάστηκε με χρησμό θεϊκό να διώξει ο ίδιος το παιδί του:
Τέλος στον Ίναχο χρησμός καθάριος ήρθε,
λέγοντας και προστάζοντάς τον,
αλάργα απ’ τα παλάτια και τη χώρα να μ’ αποδιώξει [47].
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης [48] εμφανίζει τον Ίναχο να μην υποτάσσεται στη μοίρα του, αλλά να στέλνει τον εξέχοντα αξιωματούχο Κύρνο, επικεφαλής στόλου, με την εντολή να ψάξει παντού, για να βρει τη χαμένη Ιώ.
Ο Οβίδιος[49] περιγράφει με πολύ συναίσθημα το δράμα της Ιναχίδας:
Ήλθε επίσης στην όχθη του ποτάμιου πατέρα της, όπου συνήθιζε να παίζει, αλλά όταν είδε να καθρεπτίζονται στα νερά τα χαίνοντα σαγόνια της και τα φυτρωμένα κέρατά της, έτρεξε τρομοκρατημένη με τον εαυτό της. Οι Ναϊάδες αδελφές της δεν ξέρανε ποια ήτανε, ούτε ακόμα ο πατέρας της ο ίδιος o Ίναχος. Αλλά τον ακολούθησε αυτόν και τις αδελφές της και πρόσφερε τον εαυτό της σε χάδια και θαυμασμό. Ο γερο- Ίναχος ξερίζωσε λίγο γρασίδι και της πρόσφερε. Αυτή έγλειψε τα χέρια του πατέρα της και προσπάθησε να τα φιλήσει…
Ο Λουκιανός αναφέρεται στην Ιώ, στο διάλογο Νότου και Ζέφυρου: Ναι, ω Νότε, ου δάμαλις δε τότε, αλλά παις ην του ποταμού Ινάχου [50]. Ο Παρθένιος διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους, εισάγοντας μια λογική εκδοχή, όπου εμφανίζεται η Ιώ να πέφτει θύμα απαγωγής ληστών και ο πατέρας της Ίναχος να στέλνει άντρες για να τη βρουν, ανάμεσά τους και το Λύρκο του Φορωνέα [51]. Ο Παλαίφατος εμφανίζει την Ιώ ιέρεια της Ήρας να μένει έγκυος και να δραπετεύει στην Αίγυπτο με τη βοήθεια εμπόρων [52].
Κατά τον Ηρόδοτο [53], οι Πέρσες ιστορικοί εξηγούσαν την εχθρότητα των βαρβάρων με τους Έλληνες, με το να αποδίδουν στους Φοίνικες την απαγωγή της Ιούς κόρης του Ινάχου από το Άργος. Οι Ασιάτες έμποροι, αφού είχαν ξεπουλήσει την πραμάτεια τους, άρπαξαν με τη βία την κόρη του βασιλιά που κατέβηκε στην παραλία του Άργους. Οι Έλληνες ανταπάντησαν με την αρπαγή της Ευρώπης, κόρης του βασιλιά της Τύρου, και την Μήδεια της Κολχίδας.
Ο Πάρις της Τροίας θεώρησε σωστό να απαγάγει την Ελένη. Οι Φοίνικες, συνεχίζει ο πατέρας της Ιστορίας, ισχυρίζονται πως η μετάβαση της Ιούς στην Αίγυπτο έγινε εκούσια, επειδή είχε μείνει έγκυος με τον πλοίαρχο του Φοινικικού καραβιού. Ο Έφορος [54], πάλι, λέει πως η Ιώ αρπάχτηκε από τους Φοίνικες και μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο.
Ο βασιλιάς της χώρας, αντί να στείλει την κόρη στον Ίναχο, του έστειλε έναν ταύρο. Σίγουρα όλες αυτές οι μυθολογικές απαγωγές γυναικών, είτε έχουν κάποια επαφή με την πραγματικότητα, είτε επινοήθηκαν για να εξηγήσουν γεγονότα που είχαν συμβεί.
Ο μύθος πάντως της Ιούς εμφανίζεται με πολλές παραλλαγές, που όλες τους αποδίδουν σημαντικούς συμβολισμούς.
Η Ιώ άφησε τα χνάρια της στην Αίγυπτο, αφού η θεά Ίσις ταυτιζόταν από τους Έλληνες μαζί της. Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους, ένας από τους οποίους είναι αυτό που αναφέρει ο Ηρόδοτος [55], πως δηλαδή η θεά παρίσταται ως γυναίκα με κέρατα αγελάδας, όπως και η Ιώ. Έτσι ο Καλλίμαχος μιλάει για «Ιναχία Ίσιδα» [56].
Το παραμύθι της Ιούς αναπαραστάθηκε σε θρόνους και, αν πιστέψουμε τους ποιητές, σε ασπίδες και πανέρια: Ο Μόσχος ισχυρίζεται πως στο χρυσό πανέρι της Ευρώπης απεικονιζόταν «χρυσοίο τετυγμένη Ιναχίς Ιώ» [57]. Ο Παυσανίας περιγράφει το θρόνο του Αμυκλαίου Απόλλωνα, έργο του Βαθυκλή από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Ανάμεσα στις άλλες παραστάσεις υπάρχει και μια, όπου η Ήρα κοιτάζει: «προς Ιώ την Ινάχου βουν ήδη ούσαν» [58]. Ο ίδιος, αναφερόμενος στα εικαστικά έργα της Αθηναϊκής Ακρόπολης, επισημαίνει έργο του Δεινομένη «Ιώ την Ινάχου» [59]. Ανάλογη ήταν και η ζωγραφιά του Νικίου, που αναφέρεται από τον Πλίνιο [60]. O Bιργίλιος περιγράφει την ασπίδα του βασιλιά της Αρδέας Τούρνου, αρχηγού των Ρουτούλων, που τον σκότωσε ο Ανείας σε μονομαχία:
Ο αναφερόμενος εδώ Άργος, είναι ο πανόπτης μυριωπός γίγαντας φρουρός της αγελάδας, εντεταλμένος από την Ήρα να την παρακολουθεί, χάνοντας όμως τη ζωή του από τον Διόσταλτο Ερμή, «γύρω απ’ του Ινάχου τα νερά»[62].
Οι Βυζαντινοί λόγιοι γνώριζαν για την Ιώ. Ο Νικηφόρος Βασιλάκης αναφέρεται στην Ήρα που «μεταμόρφωσε την κόρη του Ινάχου σε αγελάδα» [63]. Ο Ιωάννης Μαλάλας, παρουσιάζει μια ιδιαίτερη εκδοχή. Ο Ίναχος, γιος του Ιαπετού και βασιλιάς του Άργους, ίδρυσε την Ιώπολη και ονόμασε την κόρη του Ιώ, για να τιμήσει την σελήνη, που λατρευόταν στο Άργος με το όνομα αυτό. Ο βασιλιάς της Δύσης Ζευς Πίκος άρπαξε την κόρη και τη βίασε, με αποτέλεσμα να γεννηθεί η Λιβύη. Η Ιώ δραπέτευσε στην Αίγυπτο και στη Συρία, όπου πέθανε από μαρασμό.
Η Μεταμόρφωση της Ιούς σε αγελάδα. Ο Αbbe de Marolles δημοσίευσε το 1655 ένα in-folio με 60 χαρακτικά που είχαν φιλοτεχνήσει σημαντικοί καλλιτέχνες της εποχής και με τίτλο «πίνακες του ναού των μουσών» που ήταν παρμένοι από την συλλογή του αποθανόντος βασιλικού συμβούλου Mr Favereau. Την συλλογή αυτή, των ελληνικών μύθων αφιέρωσε στην βασίλισσα της Πολωνίας Μαρία – Λουΐζα, δεύτερη σύζυγο του Βασιλιά Βλαδίσλαου. «Ο Ναός του Μουσών» επανεκδόθηκε κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα. Το χαρακτικό που δημοσιεύουμε προέρχεται από την τελευταία γαλλική έκδοση που έγινε στο Άμστερνταμ το 1733.
Το παραμύθι της Ιούς αναπαραστάθηκε σε θρόνους και, αν πιστέψουμε τους ποιητές, σε ασπίδες και πανέρια: Ο Μόσχος ισχυρίζεται πως στο χρυσό πανέρι της Ευρώπης απεικονιζόταν «χρυσοίο τετυγμένη Ιναχίς Ιώ» [57]. Ο Παυσανίας περιγράφει το θρόνο του Αμυκλαίου Απόλλωνα, έργο του Βαθυκλή από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Ανάμεσα στις άλλες παραστάσεις υπάρχει και μια, όπου η Ήρα κοιτάζει: «προς Ιώ την Ινάχου βουν ήδη ούσαν» [58]. Ο ίδιος, αναφερόμενος στα εικαστικά έργα της Αθηναϊκής Ακρόπολης, επισημαίνει έργο του Δεινομένη «Ιώ την Ινάχου» [59]. Ανάλογη ήταν και η ζωγραφιά του Νικίου, που αναφέρεται από τον Πλίνιο [60]. O Bιργίλιος περιγράφει την ασπίδα του βασιλιά της Αρδέας Τούρνου, αρχηγού των Ρουτούλων, που τον σκότωσε ο Ανείας σε μονομαχία:
Την γυαλιστερή ασπίδα του στόλιζε χρυσαφένια η Ιώ
μ’ανορθωμένα κέρατα δασύτριχη πια, δαμάλα πια,
κι ο φύλακας της παρθένας Άργος κι ο πατέρας της Ίναχος,
χύνοντας ποτάμι από πλουμιστή στάμνα[61].
Οι Βυζαντινοί λόγιοι γνώριζαν για την Ιώ. Ο Νικηφόρος Βασιλάκης αναφέρεται στην Ήρα που «μεταμόρφωσε την κόρη του Ινάχου σε αγελάδα» [63]. Ο Ιωάννης Μαλάλας, παρουσιάζει μια ιδιαίτερη εκδοχή. Ο Ίναχος, γιος του Ιαπετού και βασιλιάς του Άργους, ίδρυσε την Ιώπολη και ονόμασε την κόρη του Ιώ, για να τιμήσει την σελήνη, που λατρευόταν στο Άργος με το όνομα αυτό. Ο βασιλιάς της Δύσης Ζευς Πίκος άρπαξε την κόρη και τη βίασε, με αποτέλεσμα να γεννηθεί η Λιβύη. Η Ιώ δραπέτευσε στην Αίγυπτο και στη Συρία, όπου πέθανε από μαρασμό.
Ο Ίναχος έστειλε τα αδέλφια της Ιούς να τη βρούνε. Ψάχνοντας συνάντησαν στο βουνό Σίλπιο το φάντασμα μιας αγελάδας, που τους αποκαλύφθηκε ως Ιώ. Τότε αυτοί ίδρυσαν εκεί μια άλλη Ιώπολη, η οποία αργότερα ονομάστηκε Αντιόχεια. Ο ίδιος αναφέρει πως οι φιλόσοφοι της εποχής του Πλάτωνα θεωρούσαν τη μεταμορφωμένη σε δαμάλα Ιώ ως ένα από τα παραδείγματα μετεμψύχωσης [64].
Ο απόηχος της περιπέτειας της Ιούς έφτασε στον αιώνα μας, για να εμπνεύσει τον μεγάλο Αλεξανδρινό, που εξυμνώντας την Αντιόχεια του Ορόντη, θεωρεί ύψιστο καύχημα για την πόλη, την καταγωγή της από τον Ίναχο:
Οι πηγές του Ίναχου ερέθισαν τη φαντασία των αρχαίων. Οι Αργείτες πίστευαν ότι ο ποταμός τους ήταν προέκταση του ομώνυμου παραπόταμου του Αχελώου στην Αθαμανία [66], που περνώντας κάτω από τη θάλασσα έβγαινε στην Αργολίδα. Με το όνομα Ίναχος αναγνωρίζεται σήμερα δεξιός παραπόταμος του Αχελώου, γνωστός και ως Μπιζάκος ή Ψάκος, που διασχίζει την αρχαία Αγραΐδα [67], Β.Α. της Αμφιλοχίας, προερχόμενος από την Αθαμανία. Ο Σοφοκλής γράφει σχετικά:
Ο Στράβων [70] τα καταγράφει, αλλά δεν τα πιστεύει: τον εν τοις Αμφιλόχοις Ίναχον εκ του Λάκμου ρέοντα, έτερον είναι του Αργολικού. Χαρακτηρίζει τα σχετικά με τις πηγές επινοήσεις ποιητών. Ο Εκαταίος επίσης, θεωρούσε πως ο Ίναχος του Λάκμου είναι διαφορετικός από τον ποταμό του Άργους [71]. Στον Εκαταίο παραπέμπει και ο Στ. Βυζάντιος στο λήμμα Λάκμων: άκρα του Πίνδου όρους, εξ ης ο Ίναχος και Αίας ρέει ποταμός ως Εκαταίος εν πρώτω.
Τέτοιες υποθαλάσσιες διαδρομές ποταμών, καθόλου ασυνήθιστες στη Μυθολογία μας [72], υποδηλώνουν συνήθως σχέσεις και μετακινήσεις ανάμεσα στους λαούς των περιοχών. Ο Wordsworth σχολιάζει: Οι Έλληνες ποιητές απολάμβαναν να ενώνουν μακρινές περιοχές μεταξύ τους με τη βοήθεια ποταμών και που επομένως δεν δίσταζαν να δίνουν σ’ αυτές τη διαδρομή, που ήταν κατάλληλη για ένα τέτοιο σκοπό… Το Άργος της Αμφιλοχίας κατοικήθηκε και πήρε το όνομά του από το Άργος της Πελοποννήσου.
Ο απόηχος της περιπέτειας της Ιούς έφτασε στον αιώνα μας, για να εμπνεύσει τον μεγάλο Αλεξανδρινό, που εξυμνώντας την Αντιόχεια του Ορόντη, θεωρεί ύψιστο καύχημα για την πόλη, την καταγωγή της από τον Ίναχο:
Μα πιο πολύ ασυγκρίτως απ’όλα,
η Αντιόχεια καυχιέται
που είναι πόλις παλαιόθεν Ελληνίς,
του Άργους συγγενής:
από την Ιώνη που ιδρύθη υπό Αργείων αποίκων
προς τιμήν της κόρης του Ινάχου[65].
Από πού έρχεται ο ποταμός
Ρέει από της Πίνδου τα ύψη
και από τους Περραιβούς του Λάκμου[68],
σε Αμφιλοχία και σε Ακαρνανία,
σμίγοντας τα νερά του με του Αχελώου,
από κει φτάνει το κύμα
στο Άργος, στους ανθρώπους του Λύρκειου[69].
Ο Στράβων [70] τα καταγράφει, αλλά δεν τα πιστεύει: τον εν τοις Αμφιλόχοις Ίναχον εκ του Λάκμου ρέοντα, έτερον είναι του Αργολικού. Χαρακτηρίζει τα σχετικά με τις πηγές επινοήσεις ποιητών. Ο Εκαταίος επίσης, θεωρούσε πως ο Ίναχος του Λάκμου είναι διαφορετικός από τον ποταμό του Άργους [71]. Στον Εκαταίο παραπέμπει και ο Στ. Βυζάντιος στο λήμμα Λάκμων: άκρα του Πίνδου όρους, εξ ης ο Ίναχος και Αίας ρέει ποταμός ως Εκαταίος εν πρώτω.
Η κοίτη του ποταμού Ινάχου στην Αιτωλοακαρνανία.-LEAKE, William Martin. Travels in Northern Greece, τ. IV, Άμστερνταμ, Adolf M. Hakkert, 1967.
Τέτοιες υποθαλάσσιες διαδρομές ποταμών, καθόλου ασυνήθιστες στη Μυθολογία μας [72], υποδηλώνουν συνήθως σχέσεις και μετακινήσεις ανάμεσα στους λαούς των περιοχών. Ο Wordsworth σχολιάζει: Οι Έλληνες ποιητές απολάμβαναν να ενώνουν μακρινές περιοχές μεταξύ τους με τη βοήθεια ποταμών και που επομένως δεν δίσταζαν να δίνουν σ’ αυτές τη διαδρομή, που ήταν κατάλληλη για ένα τέτοιο σκοπό… Το Άργος της Αμφιλοχίας κατοικήθηκε και πήρε το όνομά του από το Άργος της Πελοποννήσου.
Πράγματι, μια ερμηνεία για τη συνωνυμία των δύο ποταμών, είναι η – κατά μία παράδοση – μετακόμιση του μάντη Αμφίλοχου, ήρωα του Τρωϊκού πολέμου από το Άργος, στην περιοχή της σημερινής Αμφιλοχίας, όπου ίδρυσε το Αμφιλοχικό Άργος, οπότε τι φυσικότερο; ονόμασε Ίναχο τον τοπικό ποταμό.
Την ερμηνεία αυτή υποστηρίζει ο Στράβων, αποδίδοντάς την στον Εκαταίο. Αλλά και ο Έφορος [73] φέρεται από τον Στράβωνα να υποστηρίζει πως ο Ίναχος του Αχελώου ονομάστηκε από τον ποταμό του Άργους. Η πράξη αυτή ήταν πολύ συνηθισμένη στους αρχαίους αποίκους, που η νοσταλγία και η ανάμνηση της αφετηρίας τους, τους οδηγούσε στην απόδοση μητρο-πολιτικών ονομάτων στα ποτάμια της νέας τους πατρίδας [74].
Ερμής και Άργος Πανόπτης - Jacob Jordaens (1593–1678)
Ο Ίναχος της Αθαμανίας εμφανίζεται κατά μια παραλλαγή του μύθου ως πατέρας της Θεμιστούς, μητέρας του Αρκάδος. Η Ινώ η Λευκοθέα, σύζυγος του βασιλιά Αθάμαντα, που άλλοτε εμφανίζεται ως μοχθηρή μητριά, άλλοτε ως συμπαθής καταδιωγμένη, δεν είναι άλλη από την Ιναχώ, κόρη του Ινάχου, με συντμημένο όνομα. Στην Κρήτη, όπως μαρτυρεί ο Ησύχιος, ετελούντο προς τιμήν της τα Ινάχεια [75]: «Ινάχεια: εορτή Λευκοθέας εν Κρήτη από Ινάχου».
Πού είναι όμως οι πηγές του Ινάχου;
Ο Παυσανίας [76] τις τοποθετεί στο όρος Αρτεμίσιο (Mαλεβός) και ο Στράβων στο Λύρκειο. Ο πρώτος λέει: Πάνω από την Οινόη υπάρχει όρος Αρτεμίσιο, με ιερό της Αρτέμιδος στην κορυφή. Σ’αυτό το όρος είναι οι πηγές του Ινάχου, γιατί πράγματι έχει πηγές, το νερό όμως δεν προχωράει σε μεγάλη απόσταση. Πράγματι, η κύρια ρεματιά του ξεκινά κοντά στο αρχαίο πέρασμα του Πρίνου [77], δηλαδή στο δρόμο Καρυάς – Νεστάνης, Β.Α. της τελευταίας, διασχίζει μικρό φαράγγι και δέχεται δύο πηγές Ν. Α. της κορυφής Τούρλα, σχηματίζοντας μικρή εποχική λίμνη.
Από τους ελάχιστους περιηγητές που έφτασαν ως εδώ, οι Ιταλοί Couze και Michaelis, εντόπισαν τις πηγές του ποταμού. Συγκεκριμένα μιλούν για νερό διαυγές από πολλές πηγές, που σχηματίζουν ρυάκια που ενώνονται με άλλα όπως αυτό της Καρυάς, για να χαθούν κάτω από τη γη. Σχολιάζοντας τα όσα λέει ο Παυσανίας, παρατηρούν πως μόλις τον χειμώνα, ο Ίναχος παρουσιάζει κάποια ποσότητα νερού στην κυψέλη του, την πεδιάδα του Άργους. Πράγματι, σπάνια τα νερά έχουν τη δύναμη να προχωρήσουν περισσότερο από λίγα χιλιόμετρα, παρ’ όλο που πιο κάτω δέχονται και τα νερά της άφθονης πηγής του Καπαρελίου, χωριού στο Λύρκειο, γι αυτό και ο ποταμός απεκαλείτο Λύρκειον ή Λυρκήιον ύδωρ [78]. Άλλωστε, ένας άλλος κλάδος του Ινάχου, ο παραπόταμος Κηφισός, πηγάζει από το χωριό Κεφαλόβρυσο του Λύρκειου (τ. Άνω Μπέλεσι). Ο Στράβων, που είχε κι αυτός δίκιο για τις πηγές στο Λύρκειο, χαρακτηρίζει τον Ίναχο ως ποταμό χαραδρώδη και επιμένει ότι το Άργος είχε νερό, διορθώνοντας τον ποιητή [79] που το θέλει πολυδίψιον. O Φίλιππσον ασχολείται εκτεταμένα με την ξηρασία των ποταμών του Άργους και γράφει (υπερβάλλοντας άθελά του) πως σε καμιά χρονική περίοδο δεν βρήκε μια σταγόνα νερού σ’ αυτά: Αλλά όταν δυνατές βροχές πέφτουν στα βουνά, η πλατιά χαλικώδης κοίτη γεμίζει με εκπλήσσουσα ταχύτητα με μια μαινόμενη μάζα νερού, η οποία συχνά σκορπίζει πέτρες και άμμο πάνω στα καρποφόρα λειβάδια.
Ακολουθώντας τα κατάντη* του Ίναχου
Ίναχος (Καρμάνωρ, Αλιάκμων, Πάνιτσα) – Ποταμός Αργολίδας
*Η κοίτη ενός ποταμού είναι μια στενή αύλακα που διοχετεύει τη ροή της υδάτινης μάζας του ποταμού προς τα κατάντη...
H συνολική διαδρομή του Ίναχου από το Αρτεμίσιο έως την εκβολή του είναι περίπου 38 χμ. Στον άνω ρου του ρέει παράλληλα στο αρχαίο μονοπάτι της Κλίμακας [80], μιας από τις εξόδους στην Αρκαδία, διαγράφοντας τα όρια Αργείων και Μαντινέων [81]. Η κοίτη του ευρεία και στο μεγαλύτερο τμήμα της γεμάτη κροκάλες, διασχίζει ελαιώνες μέσα σε βαθειά κοιλάδα.
Στο ύψος του χωριού Λύρκεια (τ. Κάτω Μπέλεσι) στην αριστερή του όχθη, πάνω σε λόφο, βρίσκονται ερείπια, ίσως της αρχαίας Λύρκειας, με πανοραμική θέα στην κοιλάδα του Ίναχου. Άλλα αρχαία ερείπια υπάρχουν στην αριστερή του όχθη, στη θέση Παλαιοκαστράκι, δεκατέσσερα χιλιόμετρα από το Άργος και στη Σκάλα. Στο Σχοινοχώρι υπάρχει πέτρινη γέφυρα. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε αρκετά σημεία της κοίτης του, ιδίως δε δέκα χιλιόμετρα από το Άργος στη θέση Σκάλα και για διάστημα χιλίων πεντακοσίων μέτρων περίπου, αναβλύζει νερό προερχόμενο από τα γύρω νοτιοδυτικά υψώματα, όχι πάντοτε όμως και σίγουρα ποτέ το καλοκαίρι. Η κατάρα του Ποσειδώνα πλανιέται ακόμη πάνω απ’ το ποτάμι. Λίγο έξω από το Άργος ενώνεται διαδοχικά, με το ρέμα Δερβένι και με τον παραπόταμό του Χάραδρο.
Πλατύς, διασχίζει περιοχή τελματώδη, καταλήγοντας κοντά στο αρχαίο Τημένιο και τον Ερασίνο στην παραλία της Νέας Κίου στον Αργολικό. Στην Τουρκοκρατία λειτουργούσε εδώ ο μύλος του Μπερμπέρ Αλή [82], ενώ τα στάσιμα νερά του ποταμού πρέπει να δημιουργούσαν εκτεταμένους υγρότοπους.
Πλατύς, διασχίζει περιοχή τελματώδη, καταλήγοντας κοντά στο αρχαίο Τημένιο και τον Ερασίνο στην παραλία της Νέας Κίου στον Αργολικό. Στην Τουρκοκρατία λειτουργούσε εδώ ο μύλος του Μπερμπέρ Αλή [82], ενώ τα στάσιμα νερά του ποταμού πρέπει να δημιουργούσαν εκτεταμένους υγρότοπους.
Ο γεμάτος λάθη χάρτης του βάνδαλου αββά.
Ο βάνδαλος αββάς Fourmont ισχυρίζεται πως για να δώσει μια ακριβή περιγραφή του Ίναχου, τον ακολούθησε ελπίζοντας πως θα οδηγηθεί στη θάλασσα, αλλά αυτός χανόταν στα έλη του, που απείχαν μισή λεύγα (2χμ.) από την ακτή. Αυτά τα έλη απεικονίζει και στον γεμάτο λάθη χάρτη του της πεδιάδας του Άργους.
Το ίδιο κάνει και ο Anville σε δικό του χάρτη, για τον οποίο όμως ο Bocage θεωρεί ότι είναι αντιγραφή κάποιου χάρτη του Fourmont [83]. Όμως κι έτσι αν είναι, ο βασιλικός ιερωμένος εδώ έλεγε την αλήθεια. Άλογα έβοσκαν και στις δυο πλευρές του Ίναχου στις όχθες των ελών του, οδηγημένα ως εδώ από τα αφεντικά τους. Την πληροφορία μας δίνει ο Γάλλος παπάς, που χαρακτηρίζει τα μέρη αυτά ως «τους ωραιότερους βοσκότοπους».
Δεδομένης της σημασίας του για τους αρχαίους, φυσικό ήταν να γίνει χώρος τελετών. Στις Χοηφόρες του Αισχύλου[84], ο Ορέστης του προσφέρει την κόμη του: «…πλόκαμον Ινάχω θρεπτήριον» [85]. Η ετυμολογία που προτείνει ο Carolus Keilius για την αρχαιότερη ονομασία Καρμάνωρ – παρακάτω θα ξαναπούμε γι αυτήν – θεωρώντας την σύντμηση του Καθαρμάνωρ (καθαρμός+ανήρ), οδηγεί στη σκέψη ότι στον ποταμό γινόντουσαν καθαρτήριες ιεροπραξίες των αντρών. Μια φορά το χρόνο, ανήμερα της γιορτής των λουτρών της Παλλάδος οι Αργείτισσες έλουζαν το άγαλμα της Αθηνάς [86] και την ασπίδα του Διομήδη στον Ίναχο.
Ένας τέτοιος ποταμός, που κατέβαζε νερό ανάμικτο με λουλούδια και χρυσάφι, ασφαλώς είχε και τις νύμφες του, που και η Ήρα ακόμη, παρ’ όλο που είχε όπως είδαμε ανοιχτούς λογαριασμούς με το ποτάμι, παινεύει:
Ο Ψευδοπλούταρχος αναφέρει ότι υπήρχε στο ποτάμι βότανο αποκαλούμενο Κύουρα, που προκαλούσε αποβολή στις έγκυες, και λίθος σαν ζαφείρι, που όταν τον κρατήσουν οι ψευδομάρτυρες, γινόταν μαύρος. Για το βότανο αυτό προσθέτει [90] ότι ήταν σαν απήγανος και στις ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες το έβαζαν βρεγμένο με κρασί στον ομφαλό της γυναίκας, για να προκαλέσει ακίνδυνη άμβλωση. Πολλοί τέτοιοι λίθοι εξάλλου ήταν αφιερωμένοι στο τέμενος της Προσυμναίας Ήρας. Παρόμοια γράφει και ο Στοβαίος [91]. Σήμερα πάντως η κοίτη του Ίναχου στον άνω ρου του, βρίθει από κροκάλες, κλασικές ποταμόπετρες δηλαδή, άσπρες και στρογγυλεμένες από τις διαρκείς τριβές, που προκαλούνται όταν τα νερά τις κατρακυλούν με ορμή.
Συχνές είναι οι αναφορές της αρχαίας Γραμματείας στον Ίναχο. Στις Ικέτιδες του Αισχύλου [92]: «Νείλος γαρ ουχ όμοιον Ινάχω γένος τρέφει». Στις Φοίνισσες [93] του Ευριπίδη «..και σκύλα γράψεις πώς επ’ Ινάχου ροαίς;». Ο Στάτιος, όπως είδαμε στον πρόλογο της Αργολίδας, τον αποκαλεί «πελώριο» – προφανώς δεν τον είχε δει ποτέ – και απευθύνεται προς τον ποταμό με ζηλευτή έξαρση:
Ο Ευφορίων [95] έγραψε επύλλιο που δεν σώζεται με τον τίτλο Ίναχος. Ομότιτλο έργο, που όλα δείχνουν ότι ασχολείται με την Ιώ, έγραψε και ο Σοφοκλής. Αποσπάσματα σώθηκαν στους παπύρους της Οξυρρύγχου [96]. O Σενέκας, διεκτραγωδώντας το δράμα των αιχμαλώτων γυναικών της Οιχαλίας, θεωρεί πως η γη του Ινάχου είναι πιο υποφερτός τόπος αιχμαλωσίας και βάζει στο στόμα του χορού τα παρακάτω λόγια:
Αλλά και η τέχνη απαθανάτισε το ποτάμι αυτό. Σε ερυθρόμορφη υδρία του 5ου π.Χ. αιώνα, που βρίσκεται στο μουσείο Καλών τεχνών της Βοστώνης, απεικονίζεται η αγελάδα Ιώ, φρουρούμενη από τον εντεταλμένο από την Ήρα ροπαλοφόρο πανόπτη Άργο, τη στιγμή που ο Ερμής ξιφουλκεί για να την ελευθερώσει σταλμένος από τον Δία, ενώ παρακολουθούν η ιέρεια της Ήρας και οι γονείς της Ιούς Ίναχος και Μελία. Το ίδιο θέμα συγκίνησε τον Προπέρτιο, που εξιστορεί ότι κοιτούσε ασάλευτος την αγαπημένη του, «καθώς επέβλεπε άγρυπνος την κόρη του Ινάχου ο Άργος»[98].
Ο Ψευδοπλούταρχος [99], για όποιον τον παίρνει στα σοβαρά, έχει τη δική του πολύπλοκη ερμηνεία σχετικά με την ονομασία του ποταμού: Το αρχικό όνομα του ποταμού ήταν Καρμάνωρ [100]. Κάποιος Τιρύνθιος ποιμένας, ονόματι Αλιάκμων [101], που έβοσκε το κοπάδι του στο όρος Κοκκύγιο (Λύρκειο), τρελάθηκε, βλέποντας τον Δία σε ερωτική συνεύρεση με την Ρέα και πνίγηκε στον Καρμάνορα, δίνοντάς του έτσι το όνομά του. Με τη σειρά του ο Ίναχος κυριευμένος από μανία που του προκάλεσε η Ερινύα Τισιφόνη πνίγηκε στον Αλιάκμονα κι έτσι ο ποταμός πήρε την τελική του ονομασία. Αντίστοιχους αλλεπάλληλους πνιγμούς και ανάλογες μετονομασίες αναφέρει, όπως θα δούμε, και για τους Ευρώτα και Αλφειό. Δεν μπορεί όμως κανείς να απορρίψει απόλυτα την πιθανότητα να υπάρχει πυρήνας αλήθειας σ’αυτές τις ιστορίες, αφού ακούγεται αληθοφανές το να δίνει κάποιος πνιγμένος το όνομά του σε κάποιο ποτάμι. Για τους δεισιδαίμονες προγόνους μας, τι φυσικότερο από το να πλανάται το πνεύμα του νεκρού στο ρέμα, ένα είδος στοιχειού του νερού.
H λέξη Ίναχος-Ο Albert Joris Van Windekens θεωρεί την ονομασία πελασγική, που σημαίνει το ύδωρ που αναβλύζει. Παραπέμπει στο ρήμα ινέω=αδειάζω.Τέλος, το όνομα δείχνει κρητική επίδραση στην Αργολίδα [102].
Υποσημειώσεις
[1] 2, 18, 3.
[2] Χάρων, 523.
[3] Μαστός είναι η Αμυμώνη, ενώ ποτάμι του Άργους είναι ο Χάραδρος. Κανένα από αυτά δεν είναι βέβαια ο Ίναχος.
[4] Απολλόδωρος 2, 1, 1. Αντίστοιχη παράδοση υπάρχει με τον Ευρώτα. Ίσως πίσω από αυτές να κρύβονται πανάρχαια αντιπλημμυρικά έργα.
[5] Παυσανίας, 2,15,4. Πλούταρχος «Αίτια Ελληνικά» 51.
[6] Ακουσίλαος FHG 1, 13.
[7] Σενέκα, «Θυέστης», 337.
[8] Ησίοδος «Μεγάλαι Ηοίαι».
[9] Τζέτζη, σχόλια στον Λυκόφρονα.
[10] Φερεκύδης, FHG I, 74.
[11] Βλ. Διόδωρο, 5.60.
[12] Ι. Μαλάλας. Ο Κάσος, είχε παντρευτεί την Κύπρια Αμύκη (Κιτία) και είχε επιτρέψει σε Κρήτες αποίκους να κατοικούν στην ακρόπολη της Αντιγόνειας του Ορόντη.
[13] I, 13, 31.
[14] Σχολ. Ισοκρ. Ευαγ. 6.
[15] Διαπρεπής Αλεξανδρινός Γραμματικός και πολυΐστωρ, του 1ου μ.Χ. αιώνα. Τα ίδια ισχυρι-ζόταν και ο Πτολεμαίος ο Μενδήσιος. Απίων, FHG, iii, σ. 509. Επίσης ο Θράσυλλος. (Thrasyllos, 253. F.Jacoby F.G.H.)
[16] Ωδές, III, xix, 1.
[17] «Θυέστης», 115.
[18] 556-468 π.Χ. Bergk “Poetae Lyr. Gr.”, τ. Γ΄.
[19] 2ος π.Χ. αιώνας. Schneider.
[20] Ευρυπίδη «Ορέστης» 932.
[21] Ευρυπίδη «Ηλέκτρα» 1.
[22] «Αινειάδα» VII, 286 και II, 286 αντίστοιχα.
[23] Από το λήμμα Απία. Το λεξικό αυτό συντάχθηκε περί τα τέλη του 10ου αιώνα και θα το επικαλεστούμε πολλές φορές. Η πρώτη έκδοσή του έγινε στη Βενετία το 1499 από το Μάρκο Μουσούρο. Η συλλογή των λέξεων έγινε από έναν ή περισσότερους αγνώστους συγγραφείς, οι οποίοι βασίστηκαν σε πολλούς προγενέστερους και άριστους γραμματικούς. Παρά την ασημαντότητα των ετυμολογιών του, διασώζει αποσπάσματα συγγραμμάτων, που διαφορετικά θα είχαν χαθεί.
[24] «Διονυσιακά», III, 261.
[25] Ωδές, II, iii, 21.
[26] Catalepton, IX, 33. Oι Ιταλικοί μύθοι θέλουν τη λάρνακα με τη Δανάη και τον μικρό Περσέα να φτάνει στις ακτές του Λάτιου, όπου η Ιναχίδα παντρεύεται τον Πίλουμνο και ιδρύουν την πόλη των Αρδεατών.
[27] «Αινειάδα», VII, 372. O βασιλιάς του Άργους Ακρίσιος θεωρείτο απόγονος του Ινάχου.
[28] I, 25, 4.
[29] Nauck, απ. 248.
[30] II, 33, 3. Aυσονία είναι η Ιταλία.
[31] Στη μυθολογία αυτές οι αντιλήψεις είναι πολύ συνηθισμένες, στην Πελοπόννησο τη βρίσκουμε και στη μυθολογία του Ευρώτα. Στην Τροία οι ποταμοί Σκάμανδρος, Σιμόεις και Σαγγάριος έχουν γεναρχικό ρόλο στις γενεαλογίες της.
[32] Pater Inachus, Στάτιος-Θηβαϊς- Β.5. 748.
[33] Ο Οβίδιος (Μετ. I, 598), μιλάει για τις πεδιάδες του Λύρκειου με τα πυκνά τους δάση.
[34] Παυσανίας, 2, 15, 5.
[35] Καλλίμαχου «Ύμνοι», 4, 74.
[36] «Χρυσός όνος», VI, 4.
[37] Νόννου «Διονυσιακά», 3, 258-262.
[38] Αναφέρει στο 18, 3, έργο του που δεν διασώζεται «Περί ποταμών».
[39] Βιργίλιου «Αινειάδα», 7, 286.
[40] Βακχυλίδη Διθύραμβος V, «Ιώ» 18.
[41] Καλλίμαχου , 3, 254. Πρόκειται για τον λεγόμενο Κιμμέριο Βόσπορο, τον πορθμό του Κερτς στην Αζοφική θάλασσα.
[42] «Παλατινή Ανθολογία», VII, 169.
[43] Βιργίλιος στα «Γεωργικά». 3, 153.
[44] «Ηλέκτρα» 4-5.
[45] «Ημερολόγιο», III, 657.
[46] «Μεταμορφώσεις», 1, 583. Το θλιμμένο Πηνειό πήγαν να παρηγορήσουν οι Σπερχειός, Ενιπέας, Απιδανός, Άμφρυσος και Αίας.
[47] «Προμηθέας Δεσμώτης», 715, 599 & 674.
[48] V, 60, 4.
[49] «Μεταμορφώσεις», I 639.
[50] Ενάλιοι διάλογοι «Νότος…», 1. Επίσης στο «Περί ορχήσεως», 43.
[51] «Περί ερωτικών παθημάτων» Α΄Περί Λύρκου. Η ιστορία παρά Νικαινέτω έν τώ Λύρκω και Απολλονίω Ροδίω Καύνω.
[52] 42.
[53] Α΄, 1-5.
[54] Ιστοριογράφος από την Κύμη της Αιολίδας (4ος π.Χ. αιώνας). Περιηγήθηκε την Ευρώπη, και συνέγραψε σε 30 βιβλία το έργο «Ιστορίαι» του οποίου σώθηκαν αποσπάσματα και όπου περιγράφονται γεγονότα από την κάθοδο των Ηρακλειδών μέχρι το 340 π.Χ. Συνέδεσε την Ιστορία με τη Γεωγραφία. Fr.H.Gr. Ephori, I, 79. Aπό τα σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο II, 168.
[55] Β΄, 41.
[56] «Ελληνική Ανθολογία», VI, 150.
[57] Συρακούσιος του 2ου π.Χ. αιώνα. «Ευρώπη», 44.
[58] 3, 18, 13. Τμήματα του θρόνου (6ου αιώνα π.Χ.), χρησιμοποιήθηκαν για να κτιστεί το εκκλησάκι της Αγ. Κυριακής του ομώνυμου λόφου, Ν.Δ. των σημερινών Αμυκλών της Λακωνίας.
[59] 1, 25, 1.
[60] Φ. Ιστορία, XXXV, 32.
[61] «Αινειάδα», I, 792.
[62] Κόιντος ο Σμυρναίος, X, 190.
[63] Hans Georg Beck, «Η Βυζαντινή χιλιετία. Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης – Αθήνα 1992.
[64] 2, 7 & 7, 16 αντίστοιχα.
[65] Από το ποίημα «Παλαιόθεν Ελληνίς», γραμμένο το 1927. Εδώ ο Καβάφης βασίζεται στην εκδοχή ότι ο Σέλευκος ο Νικάτορας μετονόμασε την πόλη σε Αντιόχεια από Ιώνη, αποικία των Αργείων.
[66] Ν.Α. τμήμα Ηπείρου.
[67] Περιοχή στα σύνορα Αιτωλίας-Ακαρνανίας.
[68] Η Περραιβία ήταν τμήμα της Θεσσαλίας μεταξύ Ολύμπου και Καμβουνίων και ο Λάκμος είναι βουνό της Ηπείρου. Η αναφερόμενη τοπογραφία είναι εξωπραγματική.
[69] Απόσπασμα 249-250; Nauck.
[70] 6, 271 & 8, 370 ή και 6, 417.
[71] Ο Μιλήσιος (545-475 π.Χ.) Λογογράφος. Σώζονται αποσπάσματα της Περιόδου γής . Απ. 70-72, FHG I,5.
[72] Στην Πελοπόννησο: Ευρώτας, Ασωπός Σικυώνιος, Αλφειός.
[73] Muller F.H.Gr I, 28 Ephori.
[74] Σε αποικίες βρίσκουμε ως τοπικό ποτάμι ξανά τον ποταμό της πατρίδας ή και το όνομα της ίδιας δοσμένο στο ποτάμι: Ευρώτας, Σελινούς, Κράθις, Πηνειός, Ενιπέας, Πάμισος, Μηνίος, Λάρισος, Χαλκίς,.
[75] Ησύχιος.
[76] 2, 25, 3.
[77] Παυσανίας 8, 6 4. Συνέδεε την Αργολίδα με την Αρκαδία, διασχίζοντας το Αρτεμίσιο.
[78] Σχολ. Απολλόδωρου Ρόδιου 1, 125.
[79] Ιλιάς Δ 171.
[80] Παυσανίας, 8, 6, 4.
[81] Παυσανίας, 8, 6, 6.
[82] Ι. Ρ. Ραγκαβής, «Τα Ελληνικά», τόμος 2ος, Εν Αθήναις, 1853.
[83] Βλ. Μichel Seve «Οι Γάλλοι…». Ο Ιωάννης Βαπτιστής Μπουργκινιόν ντε, (1697-1782), υπήρξε σοβαρός γεωγράφος, η δε «Αρχαία Γεωγραφία» του εκδόθηκε το 1815. Αντιπαραβολή του χάρτη του με τον συγκεκριμένο του Φουρμόντ, παρουσιάζει ομοιότητες αλλά λιγώτερα λάθη. Ο λίγες δεκαετίες μεταγενέστερος Jean Denis Barbie du Bocage σχεδίασε δικό του χάρτη της Αργολίδας.
[84] 6-7
[85] Συνηθισμένο έθιμο σ’ όλους τους Έλληνες, όπως σημειώνει και ο Παυσανίας (1, 37, 3), με αφορμή το άγαλμα της Μνησιμάχης στην όχθη του Αττικού Κηφισού, στον οποίο ο γιος της αφιέρωσε τα μαλλιά του. Ο Ίδιος αναφέρεται και στην περίπτωση του Πηλέα, που μνημονεύει ο Όμηρος (Ιλ. Ψ 141), ο οποίος έταξε στον Σπερχειό ποταμό να κόψει την κόμη του γιου του Αχιλλέα, αν επέστρεφε σώος από την Τροία.
[86] Aνάλογη τελετή γινόταν και στην Αθήνα, τα λεγόμενα Πλυντήρια, όπου το ξόανο της Αθηνάς πολιάδος πλενόταν στη θάλασσα του Φαλήρου.
[87] Πηγές της Αργολίδας, που πήραν το όνομά τους από τις κόρες του Δαναού που τις βρήκαν πρώτες.
[88] 5ος ύμνος του Καλλιμάχου του Κυρηναίου «Εις λουτρά της Παλλάδος» στ. 36 και 45-50
[89] Αισχύλου «Σεμέλη», απόσπασμα.
[90] Βασιζόμενος στα «Αργολικά» του Τιμόθεου και στο Β΄ «Περί ποταμών» του Αγάθωνα του Σαμίου.
[91] Δ, 36, 12. Ο Ιωάννης από τους Στόβους της Μακεδονίας ήταν Γραμματικός του 5ου μ.Χ. αιώνα. Το 4τομο έργο του περιλαμβάνει συμπεράσματα σταχυολογημένα από περισσότερους των 500 συγγραφέων, που πολλών τα έργα δεν σώζονται. Εδώ βασίζεται στο Β΄ «Περί ποταμών» κάποιου Σάμιου Αγάθωνα.
[92] στ.486.
[93] 574.
[94] «Θηβαΐς», IV, 118. Για τα προηγούμενα αυτού του αποσπάσματος, βλ. π. Αργ. Κηφισός. Ο Ταύρος, παραπέμπει στη βροχή, ενώ οι Πλειάδες βρίσκονται κι αυτές στον αστερισμό του Ταύρου. Γη του Περσέα είναι η Αργεία.
[95] Χαλκιδαίος του 3ου π.Χ. αιώνα.
[96] Πόλη της Κάτω Αιγύπτου, φημισμένη για τους παπύρους της. Το 1933, δημοσιεύτηκε το περιεχόμενο παπύρων του 2ου π.Χ. αιώνα, που περιλάμβανε 80 στίχους του “Ινάχου”(The Tebtunis Papyri 692). To 1956 o Lobel εξέδωσε 23 τόμους Οξυρρυγχιανών παπύρων, όπου ο 2369 πάπυρος του τέλους 1ου π.Χ.-αρχές 1ου μ.Χ, αιώνα, ταυτίστηκε με τον “Ίναχο” (Βλ. Ι.Θ.Κακριδή «Μελέτες…»: Ο Ίναχος του Σοφοκλή).
[97] «Ηρακλής επί της Οίτης», 139.
[98] Ι, 3, 20.
[99] 18,2-3
[100] Όνομα που είχε Κρητικός ιερέας – εξορκιστής, που έκανε καθαρμό στον Απόλλωνα για τον φόνο του Πύθωνα (Παυσανίας 2, 7, 7 & 10,7,2). Η Κρητική προέλευση του ονόματος είναι προφανής.
[101] Αυτός που ακμαία τρέχει προς την άλα (θάλασσα). Ίσως, επίσης, αυτός που έχει μεγάλη ακμή-απόσταση-από τη θάλασσα, ονομασία που δικαιολογείται από το μεγάλο-σε σχέση με τους υπόλοιπους ποταμούς της Αργολίδας-μήκος του Ίναχου. Το όνομα έχει και ο επιμηκέστατος (μέσα στα ελληνικά όρια) ομώνυμος Μακεδονικός ποταμός.
[102] Το ίδιο και τα ονόματα Μυκήνες, Δαναΐδες κ.ά. αλλά και το Καρμάνωρ.
[103] Αθ. Σταγειρίτη «Ωγυγία», τ. Δ΄, Μέρος Στ΄, Βίβλος Γ΄. Ο συγγραφέας, καταγόμενος από την Μακεδονία, χρημάτισε καθηγητής της Ελληνικής στην Καισαροβασιλική Ακαδημία Ανατολικών Γλωσσών της Βιέννης. Πάντως, το όνομα Ενάχ ή Ενάκ, είναι όνομα γίγαντα στην Π. Διαθήκη, από τον οποίο κατάγονται οι Ενακίτες ή γενεαί Ενάχ ή Ενακείμ, γίγαντες επίσης, που εξοντώθηκαν από τον Ιησού του Ναυή. Όσοι σώθηκαν, συγχωνεύθηκαν με τους Φιλισταίους.
[104] Βλ. και Αναγνωστόπουλου Θ., «Ίναχος ο ποταμός…».
[105] Πλούταρχος «Αίτια Ελληνικά», 13.
[106] Πλούταρχος «Αίτια Ελληνικά» 41. Είναι ο σημερινός Βυθισιάκουλας.
[107] Φαλμεράυερ, Vasmer.
[108] Oνομασία που αναφέρεται και σε τίτλο χαλκογραφίας των Cox και Radclyffe βασισμένης σε σχέδιο του Herve και δημοσιευμένης στην πρώτη έκδοση του 1839 του βιβλίου Ελλάδα του Wordsworth. Επίσης, έτσι γράφεται και σε χάρτες του 1683 (G.Delisle) και του 1685 (Maure Cerigo), σε άλλο λίγο μεταγενέστερο, του Mattheus Seutter (Peloponnesus Hodie MOREA) και στους χάρτες των Μ.Α.Βaudrand La Grece, 1716 και La Moree, autrefois le Peloponnese, 1729. Ο Vasmer το συσχετίζει με το σλαβικό Plavbnica.
[109] «Φ. Ιστ.», IV, 17.
[110] Σκωτσέζος διπλωμάτης.
[111] Πρόκειται αντίστοιχα για μικρό ποταμό της Θήβας, παραπόταμο του Θεσπιού, που καταλήγει στην Υλίκη και για τον παραπόταμο (στην αρχαιότητα) του αττικού Κηφισού.
Κωνσταντίνος Π. Δάρμος
Τελετές και θεραπείες στο ποτάμι
Δεδομένης της σημασίας του για τους αρχαίους, φυσικό ήταν να γίνει χώρος τελετών. Στις Χοηφόρες του Αισχύλου[84], ο Ορέστης του προσφέρει την κόμη του: «…πλόκαμον Ινάχω θρεπτήριον» [85]. Η ετυμολογία που προτείνει ο Carolus Keilius για την αρχαιότερη ονομασία Καρμάνωρ – παρακάτω θα ξαναπούμε γι αυτήν – θεωρώντας την σύντμηση του Καθαρμάνωρ (καθαρμός+ανήρ), οδηγεί στη σκέψη ότι στον ποταμό γινόντουσαν καθαρτήριες ιεροπραξίες των αντρών. Μια φορά το χρόνο, ανήμερα της γιορτής των λουτρών της Παλλάδος οι Αργείτισσες έλουζαν το άγαλμα της Αθηνάς [86] και την ασπίδα του Διομήδη στον Ίναχο.
Σήμερα, ω υδροφόροι, μη βυθίστε τα κανάτια σας,
Άργος πιες απ’τις πηγές και όχι απ’ το ποτάμι,
σήμερα υπηρέτριες φέρτε τα κανάτια σας,
στη Φυσάδεια ή την Αμυμώνα [87], τις κόρες του Δαναού.
Γιατί αναμιγνύοντας το νερό του με χρυσό και λουλούδια
ο Ίναχος θα κατεβεί από τους βουκολικούς του λόφους,
φέρνοντας καλό νερό για το λουτρό της Αθηνάς [88].
Ένας τέτοιος ποταμός, που κατέβαζε νερό ανάμικτο με λουλούδια και χρυσάφι, ασφαλώς είχε και τις νύμφες του, που και η Ήρα ακόμη, παρ’ όλο που είχε όπως είδαμε ανοιχτούς λογαριασμούς με το ποτάμι, παινεύει:
Νύμφες που την αλήθεια λέτε μόνο,
λαμπρές θεές, ζωοδότρες θυγατέρες
του Αργείτη ποταμού, του Ινάχου,
τριγύρω συναχτείτε που σας κράζω[89].
Ο Ψευδοπλούταρχος αναφέρει ότι υπήρχε στο ποτάμι βότανο αποκαλούμενο Κύουρα, που προκαλούσε αποβολή στις έγκυες, και λίθος σαν ζαφείρι, που όταν τον κρατήσουν οι ψευδομάρτυρες, γινόταν μαύρος. Για το βότανο αυτό προσθέτει [90] ότι ήταν σαν απήγανος και στις ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες το έβαζαν βρεγμένο με κρασί στον ομφαλό της γυναίκας, για να προκαλέσει ακίνδυνη άμβλωση. Πολλοί τέτοιοι λίθοι εξάλλου ήταν αφιερωμένοι στο τέμενος της Προσυμναίας Ήρας. Παρόμοια γράφει και ο Στοβαίος [91]. Σήμερα πάντως η κοίτη του Ίναχου στον άνω ρου του, βρίθει από κροκάλες, κλασικές ποταμόπετρες δηλαδή, άσπρες και στρογγυλεμένες από τις διαρκείς τριβές, που προκαλούνται όταν τα νερά τις κατρακυλούν με ορμή.
Ο Ίναχος στην ποίηση και στη τέχνη
Συχνές είναι οι αναφορές της αρχαίας Γραμματείας στον Ίναχο. Στις Ικέτιδες του Αισχύλου [92]: «Νείλος γαρ ουχ όμοιον Ινάχω γένος τρέφει». Στις Φοίνισσες [93] του Ευριπίδη «..και σκύλα γράψεις πώς επ’ Ινάχου ροαίς;». Ο Στάτιος, όπως είδαμε στον πρόλογο της Αργολίδας, τον αποκαλεί «πελώριο» – προφανώς δεν τον είχε δει ποτέ – και απευθύνεται προς τον ποταμό με ζηλευτή έξαρση:
…Ίναχε, πρίγκηπα των αχαϊκών ρεμάτων,
αφού κανείς πιο τρικυμισμένος ποταμός
δεν τρέχει μπρος από του Περσέα τη γη,
όπως αυτός, όταν βαθιά έχει πιει από τον Ταύρο
ή απ’ τις υγρές Πλειάδες,
αφρίζοντας ψηλά και φουσκωμένος από το Δία,
της κόρης του τον εραστή…[94]
Ο Ευφορίων [95] έγραψε επύλλιο που δεν σώζεται με τον τίτλο Ίναχος. Ομότιτλο έργο, που όλα δείχνουν ότι ασχολείται με την Ιώ, έγραψε και ο Σοφοκλής. Αποσπάσματα σώθηκαν στους παπύρους της Οξυρρύγχου [96]. O Σενέκας, διεκτραγωδώντας το δράμα των αιχμαλώτων γυναικών της Οιχαλίας, θεωρεί πως η γη του Ινάχου είναι πιο υποφερτός τόπος αιχμαλωσίας και βάζει στο στόμα του χορού τα παρακάτω λόγια:
Μα αν τύχη πιο καλή, κάποιες αιχμάλωτες καλέσει
τότε ο γρήγορος ο Ίναχος αυτές θα μεταφέρει…[97]
Αλλά και η τέχνη απαθανάτισε το ποτάμι αυτό. Σε ερυθρόμορφη υδρία του 5ου π.Χ. αιώνα, που βρίσκεται στο μουσείο Καλών τεχνών της Βοστώνης, απεικονίζεται η αγελάδα Ιώ, φρουρούμενη από τον εντεταλμένο από την Ήρα ροπαλοφόρο πανόπτη Άργο, τη στιγμή που ο Ερμής ξιφουλκεί για να την ελευθερώσει σταλμένος από τον Δία, ενώ παρακολουθούν η ιέρεια της Ήρας και οι γονείς της Ιούς Ίναχος και Μελία. Το ίδιο θέμα συγκίνησε τον Προπέρτιο, που εξιστορεί ότι κοιτούσε ασάλευτος την αγαπημένη του, «καθώς επέβλεπε άγρυπνος την κόρη του Ινάχου ο Άργος»[98].
Ο Ίναχος παρακολουθεί την απελευθέρωση της Ιούς. Ερυθρόμορφη υδρία. Γύρω στο 460 π.Χ. Museum of Fine Arts, Boston.
Μύθοι και πραγματικότητα γύρω από το όνομά του
Ο Ψευδοπλούταρχος [99], για όποιον τον παίρνει στα σοβαρά, έχει τη δική του πολύπλοκη ερμηνεία σχετικά με την ονομασία του ποταμού: Το αρχικό όνομα του ποταμού ήταν Καρμάνωρ [100]. Κάποιος Τιρύνθιος ποιμένας, ονόματι Αλιάκμων [101], που έβοσκε το κοπάδι του στο όρος Κοκκύγιο (Λύρκειο), τρελάθηκε, βλέποντας τον Δία σε ερωτική συνεύρεση με την Ρέα και πνίγηκε στον Καρμάνορα, δίνοντάς του έτσι το όνομά του. Με τη σειρά του ο Ίναχος κυριευμένος από μανία που του προκάλεσε η Ερινύα Τισιφόνη πνίγηκε στον Αλιάκμονα κι έτσι ο ποταμός πήρε την τελική του ονομασία. Αντίστοιχους αλλεπάλληλους πνιγμούς και ανάλογες μετονομασίες αναφέρει, όπως θα δούμε, και για τους Ευρώτα και Αλφειό. Δεν μπορεί όμως κανείς να απορρίψει απόλυτα την πιθανότητα να υπάρχει πυρήνας αλήθειας σ’αυτές τις ιστορίες, αφού ακούγεται αληθοφανές το να δίνει κάποιος πνιγμένος το όνομά του σε κάποιο ποτάμι. Για τους δεισιδαίμονες προγόνους μας, τι φυσικότερο από το να πλανάται το πνεύμα του νεκρού στο ρέμα, ένα είδος στοιχειού του νερού.
H λέξη Ίναχος-Ο Albert Joris Van Windekens θεωρεί την ονομασία πελασγική, που σημαίνει το ύδωρ που αναβλύζει. Παραπέμπει στο ρήμα ινέω=αδειάζω.Τέλος, το όνομα δείχνει κρητική επίδραση στην Αργολίδα [102].
Αργολική ακτή παρά τον Ινάχο. Christopher Wordsworth, « Greece Pictorial, Descriptive and Historical», London 1844.
Αξίζει εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση, αφού η αναζήτηση της ρίζας της ονομασίας του ποταμού, με τη βοήθεια των μύθων και της γεωλογικής ιστορίας, συνθέτουν ένα ενδιαφέρον σενάριο: Ο Ίναχος ήταν κάποιος Αιγύπτιος πρίγκηπας, που έφτασε ως εδώ, ίδρυσε πόλη περιμαζεύοντας τους ντόπιους που ζούσαν σκορπισμένοι στα βουνά, αποστράγγισε το λιμνάζον πεδίο, γνωρίζοντας από τον Νείλο την τεχνική των υδραυλικών έργων, έδωσε το όνομά του στον ποταμό που διευθέτησε και έγινε πρώτος βασιλιάς της περιοχής, τροφοδοτώντας με τον απόηχο της δόξας του τη μυθοπλαστική φαντασία των επιγενομένων. Ο μύθος της Ιούς υποδηλώνει την απαγωγή κάποιας ωραίας πριγκίπισσας από τους παλιούς συμπατριώτες του Ίναχου, με τους οποίους είχε εμπορικές σχέσεις. Η μύγα που κυνηγάει μέχρι την Αίγυπτο την κόρη του βασιλιά, συμβολίζει την εκδίκηση των ελών που αποξηράνθηκαν και των βλαβερών εντόμων που αποδεκατίστηκαν, εξ αιτίας της δράσης του Αιγύπτιου πρίγκηπα [104].
To νεώτερο όνομά του Πάνιτσα ή Μπάνιτσα είναι σλάβικο [107] και καταγράφεται ήδη πολύ νωρίς από τον Σοφιανό. Αργότερα πρέπει να παραφθάρθηκε, γιατί οι Coronelli, Pacifico, Σκροφάνι, Πουκεβίλ, Κούμας, Μάγνης, καθώς και ο Ρήγας στη Χάρτα του το γράφουν Πλάνιτζα ή Πλάνιτσα [108]. Μεταγενέστερα πάντως μέχρι και σήμερα, αποκαλείται ξανά Πάνιτσα. (Μ)Πάνιτσα είναι η ονομασία χωριών του Γυθείου (τώρα Μυρσίνη), των Τρικάλων, δυο χωριών του νομού Σερρών (τώρα Καρυαί και Συμβολή), της Φλώρινας (τώρα Βεύη) και τοπωνύμιο της Τριφυλλίας. Ο Vasmer, αναφέρει Banjica, ρυάκι στην περιοχή της Λίκα στην Κροατία.
Ο Πλίνιος [109] γράφει πως το Άργος κείται μεταξύ των ποταμών Ινάχου – πιο σωστό θα ήταν Χαράδρου – και Ερασίνου. Ο Ιταλός Γεωγράφος της Βενετίας και του Λουδοβίκου IIX Coronelli, μιλώντας για το Άργος στην «Description» του (1686), λέει πως είναι χτισμένο στις όχθες της Πλάνιτσας που οι Λατίνοι ονομάζουν Ίναχο. Αναπόφευκτο λάθος, αφού η πόλη, αν και παρόχθια του Χάραδρου, συνδέθηκε μυθολογικά με τον Ίναχο. Στην πλάνη αυτή, περιέπεσαν πολλοί.
Ένας από αυτούς, ο θρασύς αββάς Φουρμόντος, κάνει και κριτική στους υπόλοιπους: …Προχωρήσαμε κατ’ ευθείαν προς τη Δύση, αναζητώντας τον ποταμό Ίναχο. Οι γεωγράφοι που δεν είναι σωστά πληροφορημένοι, τον τοποθετούν ανατολικά του Άργους, ενώ βρίσκεται στα δυτικά. Στα δεξιά μας είχαμε έναν από τους μικρούς λόφους…και αριστερά αμπελώνες…. Βγαίνοντας από τους αμπελώνες, μετά από τρία τέταρτα της ώρας δρόμο, βρεθήκαμε στις όχθες του Ίναχου…!.
Ίναχος λεγόταν, εκτός από τον αθαμανικό παραπόταμο του Αχελώου, και η νεότερη σλαβική Βιστρίτσα, δεξιός παραπόταμος του Σπερχειού. Στην κοιλάδα του ποταμού αυτού, εγκαταστάθηκαν οι Αινιάνες, προερχόμενοι από την Μολοσσία της Ηπείρου. Μάλιστα, οι κάτοικοι της κοιλάδας ονομάζονταν Ιναχιείς [105]. Το ίδιο όνομα είχε και ο Ηπειρωτικός ποταμός Λούρος. Είναι προφανές ότι όλη αυτή η ακολουθία των Ινάχων, συνδέεται με την Ήπειρο και το Άργος με τον τρόπο που είδαμε. Τέλος το Ίναχος φέρεται και ως παλιότερο όνομα του δεξιού παραπόταμου του βοιωτικού Ασωπού Σκάμανδρου [106], κοντά στην Τανάγρα.
To νεώτερο όνομά του Πάνιτσα ή Μπάνιτσα είναι σλάβικο [107] και καταγράφεται ήδη πολύ νωρίς από τον Σοφιανό. Αργότερα πρέπει να παραφθάρθηκε, γιατί οι Coronelli, Pacifico, Σκροφάνι, Πουκεβίλ, Κούμας, Μάγνης, καθώς και ο Ρήγας στη Χάρτα του το γράφουν Πλάνιτζα ή Πλάνιτσα [108]. Μεταγενέστερα πάντως μέχρι και σήμερα, αποκαλείται ξανά Πάνιτσα. (Μ)Πάνιτσα είναι η ονομασία χωριών του Γυθείου (τώρα Μυρσίνη), των Τρικάλων, δυο χωριών του νομού Σερρών (τώρα Καρυαί και Συμβολή), της Φλώρινας (τώρα Βεύη) και τοπωνύμιο της Τριφυλλίας. Ο Vasmer, αναφέρει Banjica, ρυάκι στην περιοχή της Λίκα στην Κροατία.
Οι Ευρωπαίοι μιλούν για τον Ίναχο
Ο Πλίνιος [109] γράφει πως το Άργος κείται μεταξύ των ποταμών Ινάχου – πιο σωστό θα ήταν Χαράδρου – και Ερασίνου. Ο Ιταλός Γεωγράφος της Βενετίας και του Λουδοβίκου IIX Coronelli, μιλώντας για το Άργος στην «Description» του (1686), λέει πως είναι χτισμένο στις όχθες της Πλάνιτσας που οι Λατίνοι ονομάζουν Ίναχο. Αναπόφευκτο λάθος, αφού η πόλη, αν και παρόχθια του Χάραδρου, συνδέθηκε μυθολογικά με τον Ίναχο. Στην πλάνη αυτή, περιέπεσαν πολλοί.
Ένας από αυτούς, ο θρασύς αββάς Φουρμόντος, κάνει και κριτική στους υπόλοιπους: …Προχωρήσαμε κατ’ ευθείαν προς τη Δύση, αναζητώντας τον ποταμό Ίναχο. Οι γεωγράφοι που δεν είναι σωστά πληροφορημένοι, τον τοποθετούν ανατολικά του Άργους, ενώ βρίσκεται στα δυτικά. Στα δεξιά μας είχαμε έναν από τους μικρούς λόφους…και αριστερά αμπελώνες…. Βγαίνοντας από τους αμπελώνες, μετά από τρία τέταρτα της ώρας δρόμο, βρεθήκαμε στις όχθες του Ίναχου…!.
O Urquhart [110], που προφανώς είχε διαβάσει τη Θηβαΐδα του Στάτιου, φεύγοντας από το Άργος, μπέρδεψε τον Ίναχο με τον Χάραδρο, που κυλάει κάτω από την αργολική ακρόπολη και διηγείται: Περάσαμε κάτω από τον απότομο και μοναχικό βράχο που ορθώνεται το παλιό οχυρό της Λάρισας και μετά τσαλαβουτώντας στο γλίσχρο ρυάκι του “Πατέρα Ινάχου”, μπήκαμε στον υπέροχο κάμπο, που έχει ακόμα το όνομα της πόλης του Αγαμέμνονα.
Ο επίσκοπος του Λίνκολν Wordsworth επισημαίνει (1839) ότι ο ποταμός σπάνια φτάνει στη θάλασσα εκτός όταν φουσκώνει από βροχή.
Άποψη του Άργους με την ακρόπολη του τη Λάρισα και τον ποταμό Ίναχο με το πολύτοξο γεφύρι. Ανιστόρητη χαλκογραφία, Johann Friedrich Gronovius,17ος αιώνας.
Ο επίσκοπος του Λίνκολν Wordsworth επισημαίνει (1839) ότι ο ποταμός σπάνια φτάνει στη θάλασσα εκτός όταν φουσκώνει από βροχή.
Στο ίδιο πνεύμα ο ακόλουθος του Όθωνα αρχαιολόγος Ρος, αναφέρει ότι ενώ περνάς την κοίτη του «αβρόχοις ποσίν», ύστερα από καταρρακτώδη βροχή φούσκωσε και αναποδογύρισε ένα αμάξι, καθώς περνούσε το ποτάμι.
Ο Άγγλος αρχαιολόγος W. Gell (1806) απορεί πώς ο Καλλίμαχος εξυμνεί τα νερά του Ινάχου και δίνει την ερμηνεία ότι ή δεν τα είδε ποτέ ή ίσως μιλούσε για τις πηγές του, γιατί στην πεδιάδα όποτε έχει νερό είναι λασπώδες όπως οποιουδήποτε εποχικού ρέματος.
Ο φλογερός Φιλέλληνας και Δημοκράτης Εντγκάρ Κινέ περιγράφει μια σκηνή της αγροτικής ζωής, διηγούμενος πως «τα βότσαλα του Ινάχου πληγώνουν τα πόδια μιας νέας κοπέλας που λυγίζει, κουβαλώντας ένα φορτίο από πράσινο κριθάρι».
Ο Κλαρκ (1858) περιγράφει έναν νερόμυλο στο ορεινό χωριό Καρυά του Αρτεμίσιου, απ’όπου κατηφορίζει μια ρεματιά στον Ίναχο: Ένα ισχυρό αντέρεισμα ενός τοίχου είναι χτισμένο κόντρα στην λοφοπλαγιά και στην κορυφή του μια σειρά από ξύλινα αυλάκια μεταφέρει ένα ρεύμα νερού στην κατάλληλη γωνία ως προς την ρόδα. Ο τείχος που στάζει είναι φουντωμένος από τις φτέρες και όλα τα είδη λαμπρών χόρτων.
Ένας Ρώσος, ο Κονσταντίν Μπαζίλι, επισκέφθηκε το Άργος μετά την απελευθέρωση, συνάντησε τον ποταμό στο κατώτερο τμήμα του και γράφει ενθουσιασμένος: Αφού περάσαμε τους κήπους του Δαλαμανάρα, χαιρέτησα την κοίτη του ένδοξου Ίναχου….
Ο Dodwell διάβηκε τον Ίναχο κοντά στο Κουτσοπόδι, θεωρώντας τον ένα ανώνυμο ρυάκι και εξέλαβε τον πλατύ και κοντά στο Άργος παραπόταμο Ξεριά, σαν Ίναχο. Και μελαγχολικά σημειώνει απογοητευμένος από την πεζή πραγματικότητα, ότι όπως και ο Ισμηνός και ο Ιλισός [111], έτσι και ο Ίναχος οφείλει τη φήμη του στο μύθο της ποίησης παρά στην πραγματικότητα της ύπαρξης.
ΔΕΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
Ο Dodwell διάβηκε τον Ίναχο κοντά στο Κουτσοπόδι, θεωρώντας τον ένα ανώνυμο ρυάκι και εξέλαβε τον πλατύ και κοντά στο Άργος παραπόταμο Ξεριά, σαν Ίναχο. Και μελαγχολικά σημειώνει απογοητευμένος από την πεζή πραγματικότητα, ότι όπως και ο Ισμηνός και ο Ιλισός [111], έτσι και ο Ίναχος οφείλει τη φήμη του στο μύθο της ποίησης παρά στην πραγματικότητα της ύπαρξης.
ΔΕΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
Ίναχος
(μυθολογία)
Υποσημειώσεις
[1] 2, 18, 3.
[2] Χάρων, 523.
[3] Μαστός είναι η Αμυμώνη, ενώ ποτάμι του Άργους είναι ο Χάραδρος. Κανένα από αυτά δεν είναι βέβαια ο Ίναχος.
[4] Απολλόδωρος 2, 1, 1. Αντίστοιχη παράδοση υπάρχει με τον Ευρώτα. Ίσως πίσω από αυτές να κρύβονται πανάρχαια αντιπλημμυρικά έργα.
[5] Παυσανίας, 2,15,4. Πλούταρχος «Αίτια Ελληνικά» 51.
[6] Ακουσίλαος FHG 1, 13.
[7] Σενέκα, «Θυέστης», 337.
[8] Ησίοδος «Μεγάλαι Ηοίαι».
[9] Τζέτζη, σχόλια στον Λυκόφρονα.
[10] Φερεκύδης, FHG I, 74.
[11] Βλ. Διόδωρο, 5.60.
[12] Ι. Μαλάλας. Ο Κάσος, είχε παντρευτεί την Κύπρια Αμύκη (Κιτία) και είχε επιτρέψει σε Κρήτες αποίκους να κατοικούν στην ακρόπολη της Αντιγόνειας του Ορόντη.
[13] I, 13, 31.
[14] Σχολ. Ισοκρ. Ευαγ. 6.
[15] Διαπρεπής Αλεξανδρινός Γραμματικός και πολυΐστωρ, του 1ου μ.Χ. αιώνα. Τα ίδια ισχυρι-ζόταν και ο Πτολεμαίος ο Μενδήσιος. Απίων, FHG, iii, σ. 509. Επίσης ο Θράσυλλος. (Thrasyllos, 253. F.Jacoby F.G.H.)
[16] Ωδές, III, xix, 1.
[17] «Θυέστης», 115.
[18] 556-468 π.Χ. Bergk “Poetae Lyr. Gr.”, τ. Γ΄.
[19] 2ος π.Χ. αιώνας. Schneider.
[20] Ευρυπίδη «Ορέστης» 932.
[21] Ευρυπίδη «Ηλέκτρα» 1.
[22] «Αινειάδα» VII, 286 και II, 286 αντίστοιχα.
[23] Από το λήμμα Απία. Το λεξικό αυτό συντάχθηκε περί τα τέλη του 10ου αιώνα και θα το επικαλεστούμε πολλές φορές. Η πρώτη έκδοσή του έγινε στη Βενετία το 1499 από το Μάρκο Μουσούρο. Η συλλογή των λέξεων έγινε από έναν ή περισσότερους αγνώστους συγγραφείς, οι οποίοι βασίστηκαν σε πολλούς προγενέστερους και άριστους γραμματικούς. Παρά την ασημαντότητα των ετυμολογιών του, διασώζει αποσπάσματα συγγραμμάτων, που διαφορετικά θα είχαν χαθεί.
[24] «Διονυσιακά», III, 261.
[25] Ωδές, II, iii, 21.
[26] Catalepton, IX, 33. Oι Ιταλικοί μύθοι θέλουν τη λάρνακα με τη Δανάη και τον μικρό Περσέα να φτάνει στις ακτές του Λάτιου, όπου η Ιναχίδα παντρεύεται τον Πίλουμνο και ιδρύουν την πόλη των Αρδεατών.
[27] «Αινειάδα», VII, 372. O βασιλιάς του Άργους Ακρίσιος θεωρείτο απόγονος του Ινάχου.
[28] I, 25, 4.
[29] Nauck, απ. 248.
[30] II, 33, 3. Aυσονία είναι η Ιταλία.
[31] Στη μυθολογία αυτές οι αντιλήψεις είναι πολύ συνηθισμένες, στην Πελοπόννησο τη βρίσκουμε και στη μυθολογία του Ευρώτα. Στην Τροία οι ποταμοί Σκάμανδρος, Σιμόεις και Σαγγάριος έχουν γεναρχικό ρόλο στις γενεαλογίες της.
[32] Pater Inachus, Στάτιος-Θηβαϊς- Β.5. 748.
[33] Ο Οβίδιος (Μετ. I, 598), μιλάει για τις πεδιάδες του Λύρκειου με τα πυκνά τους δάση.
[34] Παυσανίας, 2, 15, 5.
[35] Καλλίμαχου «Ύμνοι», 4, 74.
[36] «Χρυσός όνος», VI, 4.
[37] Νόννου «Διονυσιακά», 3, 258-262.
[38] Αναφέρει στο 18, 3, έργο του που δεν διασώζεται «Περί ποταμών».
[39] Βιργίλιου «Αινειάδα», 7, 286.
[40] Βακχυλίδη Διθύραμβος V, «Ιώ» 18.
[41] Καλλίμαχου , 3, 254. Πρόκειται για τον λεγόμενο Κιμμέριο Βόσπορο, τον πορθμό του Κερτς στην Αζοφική θάλασσα.
[42] «Παλατινή Ανθολογία», VII, 169.
[43] Βιργίλιος στα «Γεωργικά». 3, 153.
[44] «Ηλέκτρα» 4-5.
[45] «Ημερολόγιο», III, 657.
[46] «Μεταμορφώσεις», 1, 583. Το θλιμμένο Πηνειό πήγαν να παρηγορήσουν οι Σπερχειός, Ενιπέας, Απιδανός, Άμφρυσος και Αίας.
[47] «Προμηθέας Δεσμώτης», 715, 599 & 674.
[48] V, 60, 4.
[49] «Μεταμορφώσεις», I 639.
[50] Ενάλιοι διάλογοι «Νότος…», 1. Επίσης στο «Περί ορχήσεως», 43.
[51] «Περί ερωτικών παθημάτων» Α΄Περί Λύρκου. Η ιστορία παρά Νικαινέτω έν τώ Λύρκω και Απολλονίω Ροδίω Καύνω.
[52] 42.
[53] Α΄, 1-5.
[54] Ιστοριογράφος από την Κύμη της Αιολίδας (4ος π.Χ. αιώνας). Περιηγήθηκε την Ευρώπη, και συνέγραψε σε 30 βιβλία το έργο «Ιστορίαι» του οποίου σώθηκαν αποσπάσματα και όπου περιγράφονται γεγονότα από την κάθοδο των Ηρακλειδών μέχρι το 340 π.Χ. Συνέδεσε την Ιστορία με τη Γεωγραφία. Fr.H.Gr. Ephori, I, 79. Aπό τα σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο II, 168.
[55] Β΄, 41.
[56] «Ελληνική Ανθολογία», VI, 150.
[57] Συρακούσιος του 2ου π.Χ. αιώνα. «Ευρώπη», 44.
[58] 3, 18, 13. Τμήματα του θρόνου (6ου αιώνα π.Χ.), χρησιμοποιήθηκαν για να κτιστεί το εκκλησάκι της Αγ. Κυριακής του ομώνυμου λόφου, Ν.Δ. των σημερινών Αμυκλών της Λακωνίας.
[59] 1, 25, 1.
[60] Φ. Ιστορία, XXXV, 32.
[61] «Αινειάδα», I, 792.
[62] Κόιντος ο Σμυρναίος, X, 190.
[63] Hans Georg Beck, «Η Βυζαντινή χιλιετία. Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης – Αθήνα 1992.
[64] 2, 7 & 7, 16 αντίστοιχα.
[65] Από το ποίημα «Παλαιόθεν Ελληνίς», γραμμένο το 1927. Εδώ ο Καβάφης βασίζεται στην εκδοχή ότι ο Σέλευκος ο Νικάτορας μετονόμασε την πόλη σε Αντιόχεια από Ιώνη, αποικία των Αργείων.
[66] Ν.Α. τμήμα Ηπείρου.
[67] Περιοχή στα σύνορα Αιτωλίας-Ακαρνανίας.
[68] Η Περραιβία ήταν τμήμα της Θεσσαλίας μεταξύ Ολύμπου και Καμβουνίων και ο Λάκμος είναι βουνό της Ηπείρου. Η αναφερόμενη τοπογραφία είναι εξωπραγματική.
[69] Απόσπασμα 249-250; Nauck.
[70] 6, 271 & 8, 370 ή και 6, 417.
[71] Ο Μιλήσιος (545-475 π.Χ.) Λογογράφος. Σώζονται αποσπάσματα της Περιόδου γής . Απ. 70-72, FHG I,5.
[72] Στην Πελοπόννησο: Ευρώτας, Ασωπός Σικυώνιος, Αλφειός.
[73] Muller F.H.Gr I, 28 Ephori.
[74] Σε αποικίες βρίσκουμε ως τοπικό ποτάμι ξανά τον ποταμό της πατρίδας ή και το όνομα της ίδιας δοσμένο στο ποτάμι: Ευρώτας, Σελινούς, Κράθις, Πηνειός, Ενιπέας, Πάμισος, Μηνίος, Λάρισος, Χαλκίς,.
[75] Ησύχιος.
[76] 2, 25, 3.
[77] Παυσανίας 8, 6 4. Συνέδεε την Αργολίδα με την Αρκαδία, διασχίζοντας το Αρτεμίσιο.
[78] Σχολ. Απολλόδωρου Ρόδιου 1, 125.
[79] Ιλιάς Δ 171.
[80] Παυσανίας, 8, 6, 4.
[81] Παυσανίας, 8, 6, 6.
[82] Ι. Ρ. Ραγκαβής, «Τα Ελληνικά», τόμος 2ος, Εν Αθήναις, 1853.
[83] Βλ. Μichel Seve «Οι Γάλλοι…». Ο Ιωάννης Βαπτιστής Μπουργκινιόν ντε, (1697-1782), υπήρξε σοβαρός γεωγράφος, η δε «Αρχαία Γεωγραφία» του εκδόθηκε το 1815. Αντιπαραβολή του χάρτη του με τον συγκεκριμένο του Φουρμόντ, παρουσιάζει ομοιότητες αλλά λιγώτερα λάθη. Ο λίγες δεκαετίες μεταγενέστερος Jean Denis Barbie du Bocage σχεδίασε δικό του χάρτη της Αργολίδας.
[84] 6-7
[85] Συνηθισμένο έθιμο σ’ όλους τους Έλληνες, όπως σημειώνει και ο Παυσανίας (1, 37, 3), με αφορμή το άγαλμα της Μνησιμάχης στην όχθη του Αττικού Κηφισού, στον οποίο ο γιος της αφιέρωσε τα μαλλιά του. Ο Ίδιος αναφέρεται και στην περίπτωση του Πηλέα, που μνημονεύει ο Όμηρος (Ιλ. Ψ 141), ο οποίος έταξε στον Σπερχειό ποταμό να κόψει την κόμη του γιου του Αχιλλέα, αν επέστρεφε σώος από την Τροία.
[86] Aνάλογη τελετή γινόταν και στην Αθήνα, τα λεγόμενα Πλυντήρια, όπου το ξόανο της Αθηνάς πολιάδος πλενόταν στη θάλασσα του Φαλήρου.
[87] Πηγές της Αργολίδας, που πήραν το όνομά τους από τις κόρες του Δαναού που τις βρήκαν πρώτες.
[88] 5ος ύμνος του Καλλιμάχου του Κυρηναίου «Εις λουτρά της Παλλάδος» στ. 36 και 45-50
[89] Αισχύλου «Σεμέλη», απόσπασμα.
[90] Βασιζόμενος στα «Αργολικά» του Τιμόθεου και στο Β΄ «Περί ποταμών» του Αγάθωνα του Σαμίου.
[91] Δ, 36, 12. Ο Ιωάννης από τους Στόβους της Μακεδονίας ήταν Γραμματικός του 5ου μ.Χ. αιώνα. Το 4τομο έργο του περιλαμβάνει συμπεράσματα σταχυολογημένα από περισσότερους των 500 συγγραφέων, που πολλών τα έργα δεν σώζονται. Εδώ βασίζεται στο Β΄ «Περί ποταμών» κάποιου Σάμιου Αγάθωνα.
[92] στ.486.
[93] 574.
[94] «Θηβαΐς», IV, 118. Για τα προηγούμενα αυτού του αποσπάσματος, βλ. π. Αργ. Κηφισός. Ο Ταύρος, παραπέμπει στη βροχή, ενώ οι Πλειάδες βρίσκονται κι αυτές στον αστερισμό του Ταύρου. Γη του Περσέα είναι η Αργεία.
[95] Χαλκιδαίος του 3ου π.Χ. αιώνα.
[96] Πόλη της Κάτω Αιγύπτου, φημισμένη για τους παπύρους της. Το 1933, δημοσιεύτηκε το περιεχόμενο παπύρων του 2ου π.Χ. αιώνα, που περιλάμβανε 80 στίχους του “Ινάχου”(The Tebtunis Papyri 692). To 1956 o Lobel εξέδωσε 23 τόμους Οξυρρυγχιανών παπύρων, όπου ο 2369 πάπυρος του τέλους 1ου π.Χ.-αρχές 1ου μ.Χ, αιώνα, ταυτίστηκε με τον “Ίναχο” (Βλ. Ι.Θ.Κακριδή «Μελέτες…»: Ο Ίναχος του Σοφοκλή).
[97] «Ηρακλής επί της Οίτης», 139.
[98] Ι, 3, 20.
[99] 18,2-3
[100] Όνομα που είχε Κρητικός ιερέας – εξορκιστής, που έκανε καθαρμό στον Απόλλωνα για τον φόνο του Πύθωνα (Παυσανίας 2, 7, 7 & 10,7,2). Η Κρητική προέλευση του ονόματος είναι προφανής.
[101] Αυτός που ακμαία τρέχει προς την άλα (θάλασσα). Ίσως, επίσης, αυτός που έχει μεγάλη ακμή-απόσταση-από τη θάλασσα, ονομασία που δικαιολογείται από το μεγάλο-σε σχέση με τους υπόλοιπους ποταμούς της Αργολίδας-μήκος του Ίναχου. Το όνομα έχει και ο επιμηκέστατος (μέσα στα ελληνικά όρια) ομώνυμος Μακεδονικός ποταμός.
[102] Το ίδιο και τα ονόματα Μυκήνες, Δαναΐδες κ.ά. αλλά και το Καρμάνωρ.
[103] Αθ. Σταγειρίτη «Ωγυγία», τ. Δ΄, Μέρος Στ΄, Βίβλος Γ΄. Ο συγγραφέας, καταγόμενος από την Μακεδονία, χρημάτισε καθηγητής της Ελληνικής στην Καισαροβασιλική Ακαδημία Ανατολικών Γλωσσών της Βιέννης. Πάντως, το όνομα Ενάχ ή Ενάκ, είναι όνομα γίγαντα στην Π. Διαθήκη, από τον οποίο κατάγονται οι Ενακίτες ή γενεαί Ενάχ ή Ενακείμ, γίγαντες επίσης, που εξοντώθηκαν από τον Ιησού του Ναυή. Όσοι σώθηκαν, συγχωνεύθηκαν με τους Φιλισταίους.
[104] Βλ. και Αναγνωστόπουλου Θ., «Ίναχος ο ποταμός…».
[105] Πλούταρχος «Αίτια Ελληνικά», 13.
[106] Πλούταρχος «Αίτια Ελληνικά» 41. Είναι ο σημερινός Βυθισιάκουλας.
[107] Φαλμεράυερ, Vasmer.
[108] Oνομασία που αναφέρεται και σε τίτλο χαλκογραφίας των Cox και Radclyffe βασισμένης σε σχέδιο του Herve και δημοσιευμένης στην πρώτη έκδοση του 1839 του βιβλίου Ελλάδα του Wordsworth. Επίσης, έτσι γράφεται και σε χάρτες του 1683 (G.Delisle) και του 1685 (Maure Cerigo), σε άλλο λίγο μεταγενέστερο, του Mattheus Seutter (Peloponnesus Hodie MOREA) και στους χάρτες των Μ.Α.Βaudrand La Grece, 1716 και La Moree, autrefois le Peloponnese, 1729. Ο Vasmer το συσχετίζει με το σλαβικό Plavbnica.
[109] «Φ. Ιστ.», IV, 17.
[110] Σκωτσέζος διπλωμάτης.
[111] Πρόκειται αντίστοιχα για μικρό ποταμό της Θήβας, παραπόταμο του Θεσπιού, που καταλήγει στην Υλίκη και για τον παραπόταμο (στην αρχαιότητα) του αττικού Κηφισού.
Κωνσταντίνος Π. Δάρμος
- https://argolikivivliothiki.gr/
- http://el.travelogues.gr/
- ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
- Κωνσταντίνος Π. Δάρμος, «Οι Αρχαίοι Ποταμοί της Αργολίδας». Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Δεκέμβριος, 2013.
Ίναχος
(μυθολογία)
Ανιχνεύοντας τις πρώτες γενεαλογικές ρίζες του Ινάχου, μπαίνουμε όλο και βαθύτερα στα σκοτεινά μονοπάτια του χρόνου, μέχρι που αγγίζουμε τις απαρχές της εθνοφυλετικής μας γενέσεως.
Ο Ίναχος είναι γενάρχης της βασιλικής δυναστείας των Ιναχιδών, που πρώτη εγκαθίδρυσε την βασιλεία στο Άργος και από αυτόν ξεκινά η μυθολογία του Άργους.
Από τον Ίναχο αρχίζει η μυθολογική παράδοση, αλλά και η πανάρχαια ιστορική διαδρομή της Ιναχίας γης, όπως ήταν η αρχική ονομασία του τόπου, αλλά και όλης της Πελοποννήσου κατά τον τραγικό ποιητή Σοφοκλή[1].
Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας, «στην ονομαζομένη σήμερα Ἀργολίδα δέν ὑπάρχουν μνñμες παλαιότερες ἀπό τόν Ἴναχο».
Η συνύφανση ιστορίας και μύθου που αναφέρονται στις απαρχές του αρχαίου Άργους και της πρώτης βασιλικής γενιάς του, ξεκινούν από το απώτατο παρελθόν, από την δυναστεία του Ουρανού – της φύτρας των θεών – και της Γαίας, οι οποίοι «᾽Ωκεανόν…καί Τηθύν ἐποίησαν τñς γενέσεως πατέρας».
« Αλλά κατόπιν (η γη) με τον Ουρανό επλάγιασε και γέννησε τον βαθυστρόβιλο Ωκεανό…και την γλυκόθωρη Τηθύα˙και η Τηθύς εγέννησε στον Ωκεανό τους Ποταμούς με τα νερά τα γοργοστρόβιλα…Είναι πολύ κοπιαστικό τα ονόματα όλων να αραδιάση ανθρώπου γνώση˙ξέρουνε τον καθένα αυτοί που ολόγυρά τους κατοικούνε»[2]
Άποψη του Άργους. Ο Ίναχος με ένα γεφύρι του .Στο βάθος η ακρόπολη της Λάρισας. 1837
Ο ποταμός Ίναχος
Παιδί του Ωκεανού και της Τιτανίδας Τηθύος μητέρας των ποτάμιων θεών, ήταν και ο Ίναχος, από τον οποίο πήρε το όνομά του ο ποταμός του Άργους. Κατά τους αρχαίους ιστορικούς εγκατέστησε την βασιλεία του στο Άργος πολλές γενεές προ του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος[3].
Ένας παλαιότερος κατακλυσμός που συνέβη στα χρόνια του, πλημμύρισε την αργολική πεδιάδα, μετατρέποντάς την σε μιαν απέραντη λίμνη, καθώς τα νερά της ενώθηκαν με αυτά του γειτονικού Αργολικού κόλπου.
Η Λάρισα, η κατοπινή ακρόπολη του Άργους, ο γιγάντιος βράχος που ορθωνόταν νότια (το Παλαμήδι), η Τίρυνθα, και πιο απόμακρα οι Μυκήνες, πρόβαλαν μοναχικά βραχονήσια μέσα στο θολό, απέραντο, υγρό στοιχείο. Οι λιγοστοί κάτοικοι τρομαγμένοι, άφησαν τον κάμπο και ζήτησαν σωτηρία ψηλά, στα σπήλαια των γύρω βουνών.
Όταν σταμάτησε ο κατακλυσμός κι άρχισαν να αποτραβιούνται τα νερά, πρόβαλαν λίγες οάσεις στεριάς, ανάμεσα σε αμέτρητα μικρά και μεγάλα ποτάμια. Ο Ίναχος κατέβασε τους ανθρώπους στα πεδινά και τους οδήγησε να μαζέψουν τα νερά των μικρών ποταμών στην κοίτη του μεγαλύτερου, που είχε βρει διέξοδο στη θάλασσα.
Τοπίο στο Άργος.WILLIAMS, Hugh William. Select Views in Greece with Classical Illustrations, τ. ΙI, Λονδίνο, Longman, Rees, Orme, Brown, and Green / Εδιμβούργο, Adam Black, M.DCCC.XXIX [=1829].
Η πεδιάδα ξανάπαιρνε σιγά σιγά ζωή. Για να τιμήσουν οι Αργείοι τον ευεργέτη τους Ίναχο, έδωσαν το όνομά του σ’ αυτό το ποτάμι που συγκέντρωσε όλα τα νερά και τα έστρεψε στον Αργολικό κόλπο[4].
Προηγουμένως – γράφει ο Απολλόδωρος – ονομαζόταν Καρμάνωρ και κατόπιν Αλιάκμων, ονομασίες που κατά την τοπική παράδοση σήμαιναν «ο ακαταπονήτως και μετά σπουδής ρέων προς την θάλασσαν».[5]
Ο ποταμός Ίναχος υπήρξε αντικείμενο λατρείας για τους πανάρχαιους κατοίκους της περιοχής και καθιερώθηκε ως ποτάμια θεότητα, γιατί σ’ αυτόν οφειλόταν όχι μόνο η ευφορία αλλά και η δημιουργία της ποταμογενούς αργολικής πεδιάδας, που ο Όμηρος ονομάζει «ούθαρ αρούρης», μαστάρι της γης. Καθώς έρεε αδιάκοπα από τα κατάφυτα και χιονοσκεπή αρκαδικά όρη και γονιμοποιούσε την πεδιάδα, της έδινε μια μεγαλοπρεπή και μαγευτική εικόνα.
Μετά από εξήντα χρόνια βασιλείας του Ινάχου, του οποίου η επικράτεια εκτεινόταν σε όλη σχεδόν την Βαλκανική χερσόνησο, ακολούθησαν άλλοι οκτώ Ιναχίδαι με πρώτο τον γιο του Φορωνέα που τον διαδέχθηκε:
Πελασγός: Κι όλα τα μέρη που ο αγνός περνάει Στρυμόνας
κι αφήνει δυτικά, στην εξουσία μου έχω.
Κι ακόμα ορίζω και των Περραιβών τη χώρα
και τα κείθ’ απ’ τον Πίνδο προς την Παιονία,
και της Δωδώνης τα βουνά, ως εκεί που κόβει
της θάλασσας το σύνορο˙ αυτούς τους τόπους ορίζω κάτω ίσαμ’ εδώ.[6]
ΤΕΛΟΣ
Υποσημειώσεις
[1] Ηλέκτρα, 1
[2] Ησιόδου Θεογονία, από 125, μετ. Π. Λεκατσά
[3] Αθ. Σταγειρίτου Ωγυγία τομ. Δ’ σελ.443
[4] Παυσανίου Κορινθιακά, 15,5: « Ίναχον δε βασιλεύοντα τον τε ποταμόν αφ’ αυτού λέγουσιν ονομάσαι και θύσαι τη Ήρα».
[5] Αλιάκμων:άλς (=θάλασσα) + ακμαίνω (χτυπώ) > ο χτυπών με τα ορμητικά νερά του τη θάλασσα.
[6] Αισχύλου Ικέτιδες, στιχ. 255-260, μετ. Ι. Γρυπάρη, εκδ. Εστίας:
Πελασγός: Στρυμών, το προς δύνοντος ηλίου κρατώ
«Ορίζομαι δε την Περραιβών χθόνα πέλας,
όρη τε Δωδωναία συντέμνει δ’ όρος
υγράς θαλάσσης των δε επί τόδε κρατώ».
Βλέπε επίσης Ιωάν. Κοφινιώτη:
«Όταν δε εβασίλευεν ο Ίναχος εν τω Άργει, εξουσίαζε και όλην την χώραν δι ής ο Άλγος (Αξιός) και ο Στρυμών ρεί.
Ώστε ο Ίναχος ήρχε και της Ηπείρου ήτις τότε Περραιβών εκαλείτο χώρα και είχεν εν εαυτή τα Κεραύνια (Δωδωναία) όρη παρά τα οποία τότε ευρίσκοντο οι Παίονες, και επομένως των Πελασγών το κράτος ορίζετο επί Ινάχου βορείως διά της σειράς του Αίμου, κατά δε τα επίλοιπα κύκλωθι μέρη υπό θαλάσσης, δηλαδή της από Ευξείνου μέχρι του Αδρίου εκτεταμένης θαλάσσης». (Ιστορία του Άργους σελ. 124)
Σημ. Ο τραγικός ποιητής Σοφοκλής είχε γράψει έργο με τίτλο «Ίναχος», αποσπάσματα του οποίου βρέθηκαν σε παπύρους της αρχαίας Αιγυπτιακής πόλης Οξυρρύγχου και φυλάσσονται στην Οξφόρδη. (Βλέπε Ελένης Νικολαΐδου Σοφοκλής ο μεγάλος τραγικός, εκδ. Σαββάλα, σελ.88).
Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης», Προοδευτικός Σύλλογος Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», Ναύπλιο, 2003.