Εξαιρετικής σημασίας ευρήματα αποτελούν οι εντυπωσιακοί αρχαίοι τάφοι που αποκαλύφθηκαν στην περιοχή του Αερινού, ανάγονται σε διάφορες χρονικές περιόδους και θα αποτελέσουν επισκέψιμα μνημεία, προσελκύοντας το ενδιαφέρον των απανταχού φίλων του πολιτισμού.
Οι εργασίες ανάδειξης θα ξεκινήσουν άμεσα με πόρους του ΕΣΠΑ, ενώ έχει ήδη πραγματοποιηθεί η σχετική προεργασία από τους ιθύνοντες της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Στην χορεία των πολύ σημαντικών αρχαίων μνημείων της περιοχής εντάσσονται, ειδικότερα, οι θολωτοί, λακκοειδείς αλλά και κιβωτιόσχημοι τάφοι που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή του Αερινού, στο πλαίσιο των έργων διαπλάτυνσης της εθνικής οδού, που πραγματοποιήθηκαν στην χρονική περίοδο 1995 - 1999. Τα εν λόγω μνημεία, που ανάγονται στην Μυκηναϊκή και την Πρωτογεωμετρική - Γεωμετρική εποχή, βρίσκονται στον αρχαιολογικό χώρο του Αερινού, στην περιοχή του κόμβου Αερινού και δίνουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για την μακραίωνη ιστορική πορεία της συγκεκριμένης περιοχής.
Από το σύνολο των ευρημάτων ..
που έχουν αποκαλυφθεί στο πλαίσιο του προαναφερθέντος έργου, πρόκειται να αναδειχθούν πέντε θολωτοί τάφοι στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΣΠΑ, προκειμένου να αποτελέσουν επισκέψιμα μνημεία της περιοχής. Σύμφωνα με τους ιθύνοντες της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, είναι πάρα πολύ σημαντικός τόσο ο αρχαιολογικός χώρος, όσο και τα συγκεκριμένα μνημεία τα οποία διατηρήθηκαν ορατά, προκειμένου να αναδειχθούν. Η πλειοψηφία των κτιστών θολωτών τάφων που ανασκάφηκαν στην περιοχή του Αερινού ανάγονται στην Μυκηναϊκή εποχή, ενώ τα πολυάριθμα ευρήματα που ήρθαν στο φως, κατέχουν περίοπτη θέση στην επανέκθεση του Μουσείου, καθώς κοσμούν την αίθουσα των μεγάλων έργων. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα «οι θολωτοί τάφοι του Αερινού ανήκουν στην κατηγορία των μικρών θολωτών μνημείων και πρόκειται προφανώς για οικογενειακούς τάφους, που χρησιμοποιούνταν για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, από μια οικογένεια.
Έχουμε πολλαπλές ταφές οι οποίες πραγματοποιούνταν διαδοχικά, με σκελετούς που βρέθηκαν στην θέση τους, αλλά και οστά από παλιότερες ταφές, που είχαν τοποθετηθεί σε λάκκους στο δάπεδο των τάφων, ή είχαν συγκεντρωθεί σε σωρούς, προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαραίτητος χώρος για να ακολουθήσουν νέες ταφές» αναφέρει η Πολυξένη Αραχωβίτη, αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Όπως επισημαίνει παράλληλα η ίδια «έχουν ανακαλυφθεί πολυάριθμα κτερίσματα, όπως αγγεία, όπλα, ειδώλια ζώων και ειδώλια γυναικών, χάντρες από περιδέραια, σκουλαρίκια, κοσμήματα που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες για να στολίζουν τα μαλλιά τους, κυρίως από χαλκό αλλά και χρυσό, δακτυλίδια και γενικά αντικείμενα που συνόδευαν τους νεκρούς».
Πολλά από τα παραπάνω ευρήματα εκτίθενται, όπως προαναφέρθηκε, στις προθήκες του Μουσείου Βόλου και είναι σημαντικά, διότι «σκιαγραφούν» ταφικά έθιμα και προσφιλείς συνήθειες που ανάγονται χιλιάδες χρόνια πριν.
Σημαντικός αρχαιολογικός χώρος
Ο αρχαιολογικός χώρος του Αερινού, όπου ανακαλύφθηκαν πολυάριθμοι αρχαίοι τάφοι, βρίσκεται στην περιοχή «Δερβίσι» ή «Γουρουνόσταυλος» της κοινότητας Αερινού και εκτείνεται στο ύψωμα «Κάστρο Αερινού» καθώς και στη γύρω πεδινή ζώνη, στο νοτιοανατολικό τμήμα μιας κλειστής εύφορης κοιλάδας που τροφοδοτείται από τα νερά του «Λαχανορέματος». «Ο χώρος αν και ήταν γνωστός από τις αρχές του εικοστού αιώνα, ανασκάφτηκε για πρώτη φορά στο διάστημα 1995-1999, στα πλαίσια της κατασκευής του αυτοκινητοδρόμου ΠΑΘΕ.
Τα αποτελέσματα των εκτεταμένων ανασκαφών που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή, επιβεβαίωσαν τις αρχικές παρατηρήσεις του Χρήστου Τσούντα και άλλων αρχαιολόγων για την συγκεκριμένη αρχαιολογική θέση. Παράλληλα, με το πλήθος των ευρημάτων που έφεραν στο φως κατέδειξαν τη διαχρονική παρουσία του ανθρώπου στο χώρο από την Μέση Νεολιθική μέχρι τη Μεταβυζαντινή περίοδο, καθώς και τον ιδιαίτερο δυναμισμό αυτού του οικισμού κατά την εποχή του Χαλκού και τα πρωτογεωμετρικά χρόνια» εξηγεί η κ. Αραχωβίτη, υπεύθυνη των ανασκαφών.
Ο αρχαίος οικισμός που δεν έχει αποκαλύψει ακόμη το όνομά του, ήταν πολύ σημαντικός, διότι βρισκόταν σε κομβικό οδικό άξονα κατά την αρχαιότητα.
Πρόχειρες κατασκευές, πιθανότατα υπόσκαφες καλύβες, αποδίδονται στην Χαλκολιθική περίοδο ή στις αρχές της πρώιμης εποχής του χαλκού (3.200 – 2.100 π.Χ.) στη διάρκεια της οποίας, ο οικισμός, κατά βάση γεωργοκτηνοτροφικός, παρουσιάζει σημαντική ανάπτυξη η οποία επαυξάνεται στην περίοδο που ακολουθεί, τη μέση εποχή του χαλκού (2.100 – 1.600 π.Χ.), όπως φανερώνουν τα σύνολα των κτηρίων με αψιδωτή κάτοψη που ερευνήθηκαν στις υπώρειες του λόφου «Κάστρο» αλλά κυρίως σε κοντινό του λόφο, στη θέση που καταλαμβάνει σήμερα ο οδικός κόμβος Αερινού της Εθνικής Οδού.
Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο, ο οικισμός, παρόλο που περιορίζει ή διαφοροποιεί τη χρήση του ζωτικού του χώρου, ακμάζει ιδιαίτερα μέσα στα χρονικά πλαίσια της γενικότερης άνθησης του μυκηναϊκού πολιτισμού δηλαδή κατά τον 14ο-13ο αι. π. Χ.
Στην πρωτογεωμετρική-γεωμετρική περίοδο (11ος - 8ος αι. π. Χ.) παρά την ασαφή εικόνα των οικιστικών καταλοίπων, πολλά στοιχεία για την κοινωνικοοικονομική οργάνωση και την ιδεολογία των κατοίκων παρέχονται από τους πέντε θολωτούς και πολλούς κιβωτιόσχημους ή λακκοειδείς τάφους που βρέθηκαν.
Οι λίγες ενδείξεις χρήσης του χώρου κατά την κλασική και ελληνιστική εποχή οδηγούν σε προβληματισμό για το ρόλο του οικισμού στην περιοχή, και τη σχέση του με τις γειτονικές ηγέτιδες πόλεις - κράτη και κυρίως τις Φερές. Η τελευταία περίοδος δραστηριότητας στο χώρο τοποθετείται στη μεσοβυζαντινή περίοδο, στην οποία χρονολογούνται τα ευρήματα νεκροταφείου που δημιουργήθηκε στην ίδια περιοχή, όπου βρέθηκαν και τα αρχαιότερα νεκροταφεία του Αερινού.
Στόχοι της παρέμβασης
Οι πέντε κτιστοί θολωτοί τάφοι που βρέθηκαν στην περιοχή του Αερινού, διατηρήθηκαν μετά από ορισμένες τροποποιήσεις, όπου ήταν δυνατόν, της χάραξης των παράπλευρων δρόμων του δικτύου της Εθνικής Οδού, ώστε να παραμείνουν ορατοί, ενώ οι υπόλοιποι διατηρούνται πλέον σε κατάχωση.
«Τροποποίηση όμως, της χάραξης ενός κλάδου του Κόμβου Αερινού έγινε και για να διατηρηθεί ο πολύ σημαντικός οικισμός της μέσης εποχής του χαλκού, που βρέθηκε να σώζεται σε καλή κατάσταση διατήρησης, με πολλά κτίσματα κυρίως αψιδωτής μορφής, ο οποίος είναι από τα λίγα δείγματα οικισμών αυτής της περιόδου που σώζεται σε τόσο μεγάλη έκταση σε όλο τον ελλαδικό χώρο» επισημαίνει η κ. Αραχωβίτη.
Στόχος των εργασιών που θα πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ είναι να αναδειχθούν οι πέντε θολωτοί τάφοι και να αποτελέσουν τα πρώτα επισκέψιμα μνημεία του πολύ σημαντικού αρχαιολογικού χώρου του Αερινού. Το σκεπτικό είναι οι παρεμβάσεις που θα γίνουν να βρίσκονται σε αρμονία με την μορφή των μνημείων και κατά συνέπεια προβλέπεται η δημιουργία στεγάστρων, τα οποία θα συμβάλουν στην προστασία των μνημείων, αντικαθιστώντας τα ήδη υπάρχοντα.
Σύμφωνα με την μελέτη ανάδειξης των θολωτών τάφων «θα τοποθετηθούν στέγαστρα με υλικά που θα δένουν με το περιβάλλον, συνδυάζοντας παραδοσιακά και σύγχρονα στοιχεία.
Παράλληλα θα αντιμετωπιστεί με τις ανάλογες παρεμβάσεις η διευθέτηση των ομβρίων, που δημιουργεί προφανή προβλήματα στην αρχιτεκτονική δομή των τάφων και παράλληλα θα δημιουργηθούν κιόσκια πληροφόρησης που θα δίνουν όλα τα στοιχεία για τις ανασκαφές στην περιοχή και ιδιαίτερα στην περιοχή των νεκροταφείων» υπογραμμίζει η αρχαιολόγος της ΙΓ΄ ΕΠΚΑ.
Στο πρόγραμμα ανάδειξης καταγράφεται επίσης, η δημιουργία σήμανσης, αλλά και διαδρόμων που θα επιτρέπουν στους επισκέπτες να προσεγγίζουν ευκολότερα τα μνημεία, καθώς και η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, ώστε να είναι ευχάριστη η επίσκεψη.
Όλα τα παραπάνω γίνονται με την προοπτική της σύνδεσής τους με τον αρχαίο οικισμό μέσα από την ανάδειξη και του οικισμού της μέσης εποχής του χαλκού που διατηρείται ορατός αλλά και μακροπρόθεσμα, με την ανάδειξη του κεντρικού πυρήνα του οικισμού πάνω στον λόφο «Δερβίσι», όπου σώζονται τμήματα της αρχαίας οχύρωσης, συνθέτοντας μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα, η οποία αξίζει να διασωθεί προς χάρη των μεταγενέστερων.
Από το σύνολο των ευρημάτων ..
που έχουν αποκαλυφθεί στο πλαίσιο του προαναφερθέντος έργου, πρόκειται να αναδειχθούν πέντε θολωτοί τάφοι στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΣΠΑ, προκειμένου να αποτελέσουν επισκέψιμα μνημεία της περιοχής. Σύμφωνα με τους ιθύνοντες της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, είναι πάρα πολύ σημαντικός τόσο ο αρχαιολογικός χώρος, όσο και τα συγκεκριμένα μνημεία τα οποία διατηρήθηκαν ορατά, προκειμένου να αναδειχθούν. Η πλειοψηφία των κτιστών θολωτών τάφων που ανασκάφηκαν στην περιοχή του Αερινού ανάγονται στην Μυκηναϊκή εποχή, ενώ τα πολυάριθμα ευρήματα που ήρθαν στο φως, κατέχουν περίοπτη θέση στην επανέκθεση του Μουσείου, καθώς κοσμούν την αίθουσα των μεγάλων έργων. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα «οι θολωτοί τάφοι του Αερινού ανήκουν στην κατηγορία των μικρών θολωτών μνημείων και πρόκειται προφανώς για οικογενειακούς τάφους, που χρησιμοποιούνταν για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, από μια οικογένεια.
Έχουμε πολλαπλές ταφές οι οποίες πραγματοποιούνταν διαδοχικά, με σκελετούς που βρέθηκαν στην θέση τους, αλλά και οστά από παλιότερες ταφές, που είχαν τοποθετηθεί σε λάκκους στο δάπεδο των τάφων, ή είχαν συγκεντρωθεί σε σωρούς, προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαραίτητος χώρος για να ακολουθήσουν νέες ταφές» αναφέρει η Πολυξένη Αραχωβίτη, αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Όπως επισημαίνει παράλληλα η ίδια «έχουν ανακαλυφθεί πολυάριθμα κτερίσματα, όπως αγγεία, όπλα, ειδώλια ζώων και ειδώλια γυναικών, χάντρες από περιδέραια, σκουλαρίκια, κοσμήματα που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες για να στολίζουν τα μαλλιά τους, κυρίως από χαλκό αλλά και χρυσό, δακτυλίδια και γενικά αντικείμενα που συνόδευαν τους νεκρούς».
Πολλά από τα παραπάνω ευρήματα εκτίθενται, όπως προαναφέρθηκε, στις προθήκες του Μουσείου Βόλου και είναι σημαντικά, διότι «σκιαγραφούν» ταφικά έθιμα και προσφιλείς συνήθειες που ανάγονται χιλιάδες χρόνια πριν.
Σημαντικός αρχαιολογικός χώρος
Ο αρχαιολογικός χώρος του Αερινού, όπου ανακαλύφθηκαν πολυάριθμοι αρχαίοι τάφοι, βρίσκεται στην περιοχή «Δερβίσι» ή «Γουρουνόσταυλος» της κοινότητας Αερινού και εκτείνεται στο ύψωμα «Κάστρο Αερινού» καθώς και στη γύρω πεδινή ζώνη, στο νοτιοανατολικό τμήμα μιας κλειστής εύφορης κοιλάδας που τροφοδοτείται από τα νερά του «Λαχανορέματος». «Ο χώρος αν και ήταν γνωστός από τις αρχές του εικοστού αιώνα, ανασκάφτηκε για πρώτη φορά στο διάστημα 1995-1999, στα πλαίσια της κατασκευής του αυτοκινητοδρόμου ΠΑΘΕ.
Τα αποτελέσματα των εκτεταμένων ανασκαφών που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή, επιβεβαίωσαν τις αρχικές παρατηρήσεις του Χρήστου Τσούντα και άλλων αρχαιολόγων για την συγκεκριμένη αρχαιολογική θέση. Παράλληλα, με το πλήθος των ευρημάτων που έφεραν στο φως κατέδειξαν τη διαχρονική παρουσία του ανθρώπου στο χώρο από την Μέση Νεολιθική μέχρι τη Μεταβυζαντινή περίοδο, καθώς και τον ιδιαίτερο δυναμισμό αυτού του οικισμού κατά την εποχή του Χαλκού και τα πρωτογεωμετρικά χρόνια» εξηγεί η κ. Αραχωβίτη, υπεύθυνη των ανασκαφών.
Ο αρχαίος οικισμός που δεν έχει αποκαλύψει ακόμη το όνομά του, ήταν πολύ σημαντικός, διότι βρισκόταν σε κομβικό οδικό άξονα κατά την αρχαιότητα.
- Η πρώτη εγκατάσταση στο χώρο πραγματοποιήθηκε κατά τη νεολιθική εποχή. Με εξαίρεση την άφθονη κεραμική, λιγοστά είναι τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ή τα μικρά ευρήματα, όπως ειδώλια και λίθινα εργαλεία, που χρονολογούνται στη μέση και στη νεότερη νεολιθική περίοδο (5.800 – 4.500 π.Χ.).
Πρόχειρες κατασκευές, πιθανότατα υπόσκαφες καλύβες, αποδίδονται στην Χαλκολιθική περίοδο ή στις αρχές της πρώιμης εποχής του χαλκού (3.200 – 2.100 π.Χ.) στη διάρκεια της οποίας, ο οικισμός, κατά βάση γεωργοκτηνοτροφικός, παρουσιάζει σημαντική ανάπτυξη η οποία επαυξάνεται στην περίοδο που ακολουθεί, τη μέση εποχή του χαλκού (2.100 – 1.600 π.Χ.), όπως φανερώνουν τα σύνολα των κτηρίων με αψιδωτή κάτοψη που ερευνήθηκαν στις υπώρειες του λόφου «Κάστρο» αλλά κυρίως σε κοντινό του λόφο, στη θέση που καταλαμβάνει σήμερα ο οδικός κόμβος Αερινού της Εθνικής Οδού.
Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο, ο οικισμός, παρόλο που περιορίζει ή διαφοροποιεί τη χρήση του ζωτικού του χώρου, ακμάζει ιδιαίτερα μέσα στα χρονικά πλαίσια της γενικότερης άνθησης του μυκηναϊκού πολιτισμού δηλαδή κατά τον 14ο-13ο αι. π. Χ.
- Μάρτυρες της ακμής του είναι μεγαροειδείς οικίες σε πυκνή διάταξη και ένα σύνολο από έντεκα θολωτούς, δύο κτιστούς θαλαμοειδείς και πολλούς κιβωτιόσχημους ή απλούς λακκοειδείς τάφους με πληθώρα ευρημάτων, που ερευνήθηκαν στις υπώρειες του λόφου «Κάστρο» και στην πεδινή περιοχή προς βόρεια και ανατολικά του.
Στην πρωτογεωμετρική-γεωμετρική περίοδο (11ος - 8ος αι. π. Χ.) παρά την ασαφή εικόνα των οικιστικών καταλοίπων, πολλά στοιχεία για την κοινωνικοοικονομική οργάνωση και την ιδεολογία των κατοίκων παρέχονται από τους πέντε θολωτούς και πολλούς κιβωτιόσχημους ή λακκοειδείς τάφους που βρέθηκαν.
Οι λίγες ενδείξεις χρήσης του χώρου κατά την κλασική και ελληνιστική εποχή οδηγούν σε προβληματισμό για το ρόλο του οικισμού στην περιοχή, και τη σχέση του με τις γειτονικές ηγέτιδες πόλεις - κράτη και κυρίως τις Φερές. Η τελευταία περίοδος δραστηριότητας στο χώρο τοποθετείται στη μεσοβυζαντινή περίοδο, στην οποία χρονολογούνται τα ευρήματα νεκροταφείου που δημιουργήθηκε στην ίδια περιοχή, όπου βρέθηκαν και τα αρχαιότερα νεκροταφεία του Αερινού.
Στόχοι της παρέμβασης
Οι πέντε κτιστοί θολωτοί τάφοι που βρέθηκαν στην περιοχή του Αερινού, διατηρήθηκαν μετά από ορισμένες τροποποιήσεις, όπου ήταν δυνατόν, της χάραξης των παράπλευρων δρόμων του δικτύου της Εθνικής Οδού, ώστε να παραμείνουν ορατοί, ενώ οι υπόλοιποι διατηρούνται πλέον σε κατάχωση.
«Τροποποίηση όμως, της χάραξης ενός κλάδου του Κόμβου Αερινού έγινε και για να διατηρηθεί ο πολύ σημαντικός οικισμός της μέσης εποχής του χαλκού, που βρέθηκε να σώζεται σε καλή κατάσταση διατήρησης, με πολλά κτίσματα κυρίως αψιδωτής μορφής, ο οποίος είναι από τα λίγα δείγματα οικισμών αυτής της περιόδου που σώζεται σε τόσο μεγάλη έκταση σε όλο τον ελλαδικό χώρο» επισημαίνει η κ. Αραχωβίτη.
Στόχος των εργασιών που θα πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ είναι να αναδειχθούν οι πέντε θολωτοί τάφοι και να αποτελέσουν τα πρώτα επισκέψιμα μνημεία του πολύ σημαντικού αρχαιολογικού χώρου του Αερινού. Το σκεπτικό είναι οι παρεμβάσεις που θα γίνουν να βρίσκονται σε αρμονία με την μορφή των μνημείων και κατά συνέπεια προβλέπεται η δημιουργία στεγάστρων, τα οποία θα συμβάλουν στην προστασία των μνημείων, αντικαθιστώντας τα ήδη υπάρχοντα.
Σύμφωνα με την μελέτη ανάδειξης των θολωτών τάφων «θα τοποθετηθούν στέγαστρα με υλικά που θα δένουν με το περιβάλλον, συνδυάζοντας παραδοσιακά και σύγχρονα στοιχεία.
Παράλληλα θα αντιμετωπιστεί με τις ανάλογες παρεμβάσεις η διευθέτηση των ομβρίων, που δημιουργεί προφανή προβλήματα στην αρχιτεκτονική δομή των τάφων και παράλληλα θα δημιουργηθούν κιόσκια πληροφόρησης που θα δίνουν όλα τα στοιχεία για τις ανασκαφές στην περιοχή και ιδιαίτερα στην περιοχή των νεκροταφείων» υπογραμμίζει η αρχαιολόγος της ΙΓ΄ ΕΠΚΑ.
Στο πρόγραμμα ανάδειξης καταγράφεται επίσης, η δημιουργία σήμανσης, αλλά και διαδρόμων που θα επιτρέπουν στους επισκέπτες να προσεγγίζουν ευκολότερα τα μνημεία, καθώς και η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, ώστε να είναι ευχάριστη η επίσκεψη.
Όλα τα παραπάνω γίνονται με την προοπτική της σύνδεσής τους με τον αρχαίο οικισμό μέσα από την ανάδειξη και του οικισμού της μέσης εποχής του χαλκού που διατηρείται ορατός αλλά και μακροπρόθεσμα, με την ανάδειξη του κεντρικού πυρήνα του οικισμού πάνω στον λόφο «Δερβίσι», όπου σώζονται τμήματα της αρχαίας οχύρωσης, συνθέτοντας μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα, η οποία αξίζει να διασωθεί προς χάρη των μεταγενέστερων.