Οι Έλληνες στην αρχαιότητα δίνοντας στους θεούς τους ανθρώπινα χαρακτηριστικά, συμπεριέλαβαν τις ιδιότητες, τα προτερήματα και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Κι έτσι θεώρησαν φυσικό να έχουν και την ανάγκη της τροφής. Η διαφορά μόνον είναι ότι η για τους Θεούς προορισμένη τροφή τους εξασφάλιζε την αθανασία και γι’ αυτό απαγορεύονταν αυστηρά η χρησιμοποίηση της θείας τροφής από τους κοινούς θνητούς.
Η αμβροσία (1) ήταν η τροφή των Θεών, όπως το νέκταρ υπήρξε το ποτό αυτών(2). Πριν βρεθεί η αμβροσία, οι Θεοί οσφραίνονταν μόνον την κνίσα των θυμάτων(3). Αρχικά, η τροφή αυτή εμφανίστηκε κατά την γέννηση του Διός, ρέουσα από το κέρας της Αμάλθειας. Κατά το έπος της Οδύσσειας, οι Πελείες έφεραν την αμβροσία στον πατέρα Δία˙μέσα στις Πλαγκτές(4) όπου μία από αυτές πάντοτε χάνεται, αλλά ο Ζευς πλάθει άλλη προς αντικατάσταση αυτής:
«Και ουδέ πουλί ταίς προσπερνά, αλλ’ ουδέ η περιστέραις οπού του Δία του πατρός την αμβροσία φέρων˙ως και απ’ αυταίς κάθε φοράν η γλυστρή πέτρ’ αρπάζει˙ αλλά να κλεισ’ ο αριθμός στέλνει ο πατέρας άλλην»(5) (Οδυσ.Μ,6265).