Μαρμάρινη σαρκοφάγος από το Λαδοχώρι Θεσπρωτίας, κύρια όψη. Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων (ΑΜΙ 6167). |
Μια μαρμάρινη σαρκοφάγο από το Λαδοχώρι Θεσπρωτίας επέλεξε το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων για τον ιστότοπό του ως «Το εύρημα του μήνα από τη δεκαετία 1973-1982».
«Το καλοκαίρι του 1975, στη θέση Ζαβαλί Λαδοχωρίου, κατά τη διάρκεια των εργασιών ανέγερσης εργοστασίου βιολογικού καθαρισμού για το Δήμο Ηγουμενίτσας, εντοπίστηκαν τεμάχια μαρμάρινων σαρκοφάγων ρωμαϊκών χρόνων», γράφει η αρχαιολόγος Χαρά Καππά με αφορμή το εύρημα και συνεχίζει: «Τα ευρήματα χαρακτηρίστηκαν ως ιδιάζουσας σημασίας και απετέλεσαν την αφορμή για την έναρξη
των ερευνών στην περιοχή, οι οποίες συνεχίζονται μέχρι πρόσφατα και οι οποίες έδωσαν νέες πληροφορίες για τη ρωμαϊκή Θεσπρωτία αλλά και γενικότερα τη ρωμαϊκή Ήπειρο.
ταφικό θάλαμο που περιείχε τέσσερις μαρμάρινες σαρκοφάγους, εκ των οποίων η μία είχε αποτελέσει λεία αρχαιοκαπήλων, σε άγνωστη χρονική περίοδο. Σε κοντινή απόσταση προς δυσμάς του ταφικού θαλάμου εντοπίστηκαν τα λείψανα έπαυλης, με οκτώ χώρους που παρατάσσονται γύρω από κεντρική αυλή-αίθριο. Από τις σαρκοφάγους, οι οποίες μεταφέρθηκαν στο Μουσείο Ιωαννίνων για συντήρηση, η μία (ΑΜΙ 6167), που αποτελεί σήμερα κεντρικό έκθεμα στην αίθουσα της ρωμαϊκής περιόδου του Μουσείου, παρουσιάζει ιδιαίτερο εικονογραφικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον.
»Από τη σαρκοφάγο, λείπει η οπίσθια μακρά πλευρά και ο άνω κορμός του ζεύγους των νεκρών του καλύμματος. Το ζεύγος εικονίζεται ανακεκλιμμένο πάνω σε στρώμα, η μακριά όψη του οποίου είναι διακοσμημένη, σε χαμηλό ανάγλυφο, με θέματα από τον κόσμο των θαλασσίων θεοτήτων (Τρίτωνες, Νηρηίδες, έρωτες πάνω σε δελφίνια κ.ά.) σε τρεις μετόπες, ενώ οι πλαϊνές όψεις φέρουν ρομβοειδή κοσμήματα και ρόδακες.
»Στην κύρια όψη του κελύφους εικονίζεται η σκηνή των λύτρων του Έκτορα, σκηνή που αναπαρίσταται με τον ίδιο τρόπο σε ομάδα σαρκοφάγων αποτελούμενη από σαρκοφάγο από την Ταρσό που εκτίθεται στα Άδανα, σαρκοφάγο από την Τύρο που εκτίθεται στο μουσείο της Βηρυτού και τη σαρκοφάγο του Μουσείου των Ιωαννίνων. Η απόδοση της του θέματος αναπαράγει τη σκηνή όπως περιγράφεται στη ραψωδία Ω της Ιλιάδας. Σύμφωνα με τον Όμηρο, οι θεοί αποφασίζουν να μεσολαβήσουν για τη λήξη της κακοποίησης του σώματος του νεκρού Έκτορα από τον Αχιλλέα, προκειμένου να αποκατασταθεί η ηθική και θρησκευτική τάξη. Με τη μεσολάβηση της Θέτιδας ο Αχιλλέας συναινεί στην επιστροφή του σώματος του Έκτορα με την καταβολή λύτρων. Ο Πρίαμος με τη βοήθεια του Ερμή φθάνει στο στρατόπεδο των Μυρμιδόνων και προσπέφτει ως ικέτης στα πόδια του Αχιλλέα.
Ο Τρώας βασιλιάς γονατίζει μπροστά από τον Αχιλλέα ο οποίος αποδίδεται εμφανώς καταβεβλημένος από την νηστεία που επέβαλε στον εαυτό του σε όλη την περίοδο κακοποίησης του σώματος του Έκτορα και ο οποίος τείνει το χέρι του στον Πρίαμο, σημάδι ότι αποδέχεται την ικεσία του. Πίσω από το ζεύγος σε χαμηλότερο ανάγλυφο εικονίζεται ο Ερμής με το κηρύκειο και η Βρισηίδα. Παρών στη σκηνή και ο Ιδαίος, κήρυκας των Τρώων και ηνίοχος του Πριάμου, ο οποίος επίσης αναφέρεται στη ραψωδία Ω. Πίσω από τη σωρό του Έκτορα απεικονίζεται δεύτερο άρμα και Τρώες που μεταφέρουν τα δώρα-λύτρα του Πριάμου προς τον Αχιλλέα.
»Στη δεξιά στενή πλευρά της σαρκοφάγου εικονίζεται ο Αχιλλέας, καθισμένος στη νεκρική κλίνη του Πατρόκλου. Πίσω εικονίζεται γυναικεία μορφή που θα μπορούσε να ταυτιστεί με τη Βρισηίδα. Στο σκαμνί κάτω από την κλίνη εικονίζονται ακουμπισμένα τα όπλα του νεκρού. Από τη σκηνή λείπει η μορφή του υπηρέτη που χύνει νερό για την πλύση του νεκρού και που εικονίζεται στις σαρκοφάγους από την Τύρο και την Ταρσό.
»Στην αριστερή πλευρά της σαρκοφάγου εικονίζεται προετοιμασία και αποχαιρετισμός πολεμιστή (του Έκτορα;), οπότε οι δύο πλευρικές σκηνές φαίνεται ότι συμπληρώνουν εικονογραφικά και χρονικά την κεντρική σκηνή. Η νεοαττική σαρκοφάγος χρονολογείται στα τέλη του 1ου αι. και όχι αργότερα από το 200 μ.Χ.»
Από το 1975 και μετά, η έντονη οικοδομική δραστηριότητα στην περιοχή του κάμπου του Λαδοχωρίου είχε ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό πληθώρας στοιχείων τα οποία αποκαλύπτουν σταδιακά την εικόνα της θέσης, κατά την αρχαιότητα.
Όπως αναφέρει η κα Καππά στο κείμενό της: «Μέχρι σήμερα, έχει αποκαλυφθεί, ένας παράλιος ατείχιστος οικισμός, ο οποίος ήκμασε μεταξύ 3ου και 6ου αι. μ.Χ. Ο οικισμός διέθετε εργαστήρια, λουτρικές και λιμενικές εγκαταστάσεις, νεκροταφείο και στο δίκτυό του εντάσσεται τόσο η έπαυλη όσο και ο ταφικός θάλαμος με την περιώνυμη σαρκοφάγο. Τα νέα δεδομένα αναδεικνύουν τη φυσιογνωμία της περιοχής τους δύο πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, περίοδο ηρεμίας υπό την προστασία της Pax Romana. Η εγκατάσταση ρωμαίων αποίκων, μεταξύ των οποίων και πλούσιων γαιοκτημόνων, ήδη από τον 1ο αι. π.Χ. εξελίσσεται σταδιακά στην ίδρυση νέων οικισμών κυρίως στα παράλια αλλά και στο εσωτερικό της Ηπείρου. Το γεγονός αυτό σαφώς φανερώνει τη μεταφορά του ενδιαφέροντος των κατοίκων από τις ορεινές θέσεις-ακροπόλεις της ελληνιστικής περιόδου, στα παράλια, κατά μήκος του εμπορικού δρόμου Βορρά-Νότου ή αλλιώς Νικόπολης-Βουθρωτού, αλλά και στις εύφορες κοιλάδες ή μικρές πεδιάδες της ηπειρωτικής ενδοχώρας. Ο εύπορος ιδιοκτήτης της σαρκοφάγου του Λαδοχωρίου ζούσε στις παρυφές ενός ακμάζοντος περιφερειακού οικισμού-λιμανιού, σε ένα ειρηνικό και χωρίς συρράξεις, διάλειμμα της ιστορίας».ΕΚ ΤΟΥ .archaiologia.gr