Η Ήπειρος της αρχαιότητας διαμορφώθηκε από μικρά και μεγαλύτερα τοπικά φύλα ή έθνη μεταξύ Ιλλυρίας και Αμβρακικού, δυτικά της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας.Η οργάνωση των ηπειρωτικών φύλων κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους και μέχρι το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ. παρουσιάζει ση- μαντική διαφορά από τον τρόπο λειτουργίας των πόλεων-κρατών της νότιας Ελλάδας. Στην Ήπειρο δεν είχε προχωρήσει η συμμετοχή στα κοινά μέσω της άμεσης πρόσβασης στην πόλη και την αγορά της. Οι Ηπειρώτες χρειάσθηκε να οργανώσουν ομάδες έθνη με βάση τις επιμέρους επικοινωνίες των συγγενών, φυλετικά ή γεωγραφικά, κοινοτήτων. Κατά τον Θεόπομπο (4ος αιώνα π.Χ.) τα έθνη των Ηπειρωτών ήταν δεκατέσσερα, ενώ ο Στράβων αναφέρει ένδεκα, τα ενδοξότερα από τα οποία ήταν οι: Χάονες, Μολοσσοί, Θεσπρωτοί, Ορέσται, Αίθικες, Αθαμάνες, Αμφίλοχοι, Αγραίοι, Τυμφαίοι, Παρωραίοι, Ατιντάνες. Ισχυρότερα ελληνικά φύλα με πλούσια παράδοση μύθων και λατρειών αναδείχθηκαν οι Θεσπρωτοί, οι Χάονες και οι Μολοσσοί. Η οικονομική και κοινωνική ζωή τους στην ενδοχώρα υπήρξε ιδιαίτερα συνδεδεμένη με την κτηνοτροφία αιγοπροβάτων και κατά περιοχές βοοειδών, ενώ στα παράλια με τις καλλιέργειες των αγρών. Τα φύλα αυτά και όσα ενσωματώθηκαν σε αυτά κατέληξαν στη διάρκεια του 3ου αιώνα π.Χ. σε μία ενσυνείδητη πολιτική σύγκλιση με δύο δημοκρατικής κατεύθυνσης θεσμούς, πρώτα ως Συμμαχία και ύστερα ως Κοινό των Ηπειρωτών. Η ιστορική αυτή πραγματικότητα λειτούργησε συνεκτικά μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση (167 π.Χ.).