Μινύες, ένα όνομα θρύλος, το όνομα ενός λαού δια τον oποίον ελάχιστα γνωρίζουμε, αν και οι ίδιοι μας άφησαν ακριβή κληρονομιά, πολλά από τα επιτεύγματα τους. Κανείς όμως, από τους αρχαίους ήδη χρόνους, δεν ήτο εις θέσιν να απαντήσει ασφαλώς στα ερωτήματα περί της καταγωγής των και περί της αρχικής των κοιτίδας...Κανείς ; ...Αυτό βέβαια είναι κάτι πολύ πρόσκαιρο ως σκέψη και κάτι σχετικό διότι όλα μαρτυρούν ότι οι Μινύες είναι ένα Ελληνικό φύλο το οποίο όπως και τα άλλα Ελληνικά φύλα, διαβίωσε, λειτούργησε και έζησε με τον ίδιο τρόπο και με τα ίδια ιδανικά όπως και τα υπόλοιπα .
Οι αρχαίοι ιστορικοί -Ηρόδοτος, Παυσανίας, Διόδωρος- θεωρούν ως κοιτίδα των Μινυών την περιοχή από τον βοιωτικό Ορχομενό έως και τις νότιες παρυφές της Θεσσαλικής πεδιάδας, περιοχή που ταυτίζεται, εν μέρει τουλάχιστον, με την Oμηρική Ελλάδα, την Φθία.
Ο Όμηρος στα έπη του αναφέρει τον βοιωτικό Ορχομενό, γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη των Μινυών πριν από τα Τρωικά. Προσφάτως δε ανεκαλύφθησαν πινακίδες της Γραμμικής Β’, στις οποίες αναγράφεται το όνομα «Μενύας».
Η αρχαιολογική έρευνα όμως στην περιοχή του Βοιωτικού Ορχομενού απεκάλυψε ευρήματα της Νεολιθικής εποχής, ανάλογα με αυτά του Σέσκλου και του Διμηνίου. Βάσει πάντα της αρχαιολογικής έρευνας, ο Ορχομενός φαίνεται ότι κατοικείτο συνεχώς από την νεολιθική έως και την σύγχρονη εποχή, χωρίς διακοπές και διαλείμματα. Στην περίοδο μετά από την εκστρατεία των Επιγόνων και την πρόσδεση της Βοιωτίας στο Μυκηναϊκό άρμα και ο Ορχομενός εντάσσεται στο Μυκηναϊκό γεωπολιτικό σύστημα. Για αυτό αναφέρεται η συμμετοχή του στα Τρωικά, με 30 πλοία, στο πλαίσιο της «Βοιωτικής κοινοπολιτείας», στην οποία ήσαν εντεταγμένες όλες οι Βοιωτικές πόλεις πλην των Θηβών.
Τεφρή μινύεια κύλικα, 2000-1700 π.Χ. Θήβα.Είναι η περίοδος που οι Μινύες είναι εδώ. -Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών |
Πήλινα αγγεία με εγχάρακτη διακόσμηση Διμηνιό Μαγνησίας 4800-4500 π.Χ. Ε.Α.Μ.
Στα μέσα ή έστω στα τέλη λοιπόν της 5ης χιλιετίας π.Χ. οι Μινύες του Ορχομενού, στερούμενοι ενός καλού λιμένος στην Βοιωτία, εγκαταστάθηκαν στην Μαγνησία, στις παρυφές της μεγάλης Θεσσαλικής πεδιάδας.
Νεολιθικό ειδώλιο,-Πήλινο καθιστό ειδώλιο ανδρικής μορφής στον τύπο του «σκεπτόμενου», 3500-3200 π.Χ. Θήβα. Είναι η περίοδος που οι Μινύες είναι εδώ - Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών |
Π'ΗΛΙΝΑ ΓΥΝΑΙΚΕΊΑ ΕΙΔΏΛΙΑ ΑΠΌ ΤΟ ΣΕΣΚΛΟ 5800-5300 Π.Χ. ΕΘΝΙΚΌ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΌ ΜΟΥΣΈΙΟ |
«ούδ’ ει μοι δεκάκις τε και εικοσάκις τόσα δοίη όσσα τε οι νυν εστί, και εϊ πόθεν άλλα γένοιτο, ούδ’ όσ’ ες Ορχομενόν ποτινίσεται, ούδ’ όσα Θήβας Αιγύπτιας, όθι πλείστα δόμοις εν κτήματα κείται…» (Ιλιάς, α.379-382).
Είναι η περίοδος που οι Μινύες είναι εδώ -Χρυσό δαχτυλίδι σε σχήμα άνθους, ως κτέρισμα ταφής.1700 – 1600 π.Χ., Ορχομενός. -Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών |
Οι αρχαίοι Ιστορικοί θεωρούν τους Μινύες φύλο Αιολικό, εφ’ όσον αντλούν την καταγωγή τους από τον Αίολο, τον υιό του Έλληνος, εγγονό του Δευκαλίωνος. Άρα οι Μινύες ήσαν φύλο Ελληνικό, αντλώντας την καταγωγή των από τον ίδιο τον Έλληνα, τον γενάρχη της φυλής μας.
Κακώς, κατά την άποψή μας αποδίδεται στους Μινύες Αιγυπτιακή καταγωγή. Δεν ήσαν οι Μινύες Αιγύπτιοι άποικοι στην Ελλάδα. Ήσαν οι ιδρυτές του Αιγυπτιακού βασιλείου Έλληνες! Κατά μία άποψη δε οι Μινύες σχετίζονται και με τους Μινωίτες της Κρήτης.
Ο Ιάσονας παραδίδει το χρυσόµαλλο δέρας στον Πελία. |
Επίπεδα κατασκευής της Τροίας χρονολογικά
Τροία I (3000–2600)
Τροία II (2600–2250)
Τροία III (2250–2100)
Τροία IV (2100–1950)
Χρυσά ελάσματα, Είναι η εποχή που οι Μινύες είναι εδώ -Χρυσός ρόδακας και χάντρες με φυτικά μοτίβα. 1700 – 1400 π.Χ., Ορχομενός.Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών |
Η κατάστασις μετεβλήθη υπέρ των Μινύων, μετά την υποταγή των Θηβών στην Μυκηναϊκή στρατιά των Επιγόνων -μία γενεά πριν από τα Τρωικά.
Για τον λόγον αυτόν ο Ορχομενός εμφανίζεται στην Ιλιάδα να συμμετέχει στην Πανελλήνια εκστρατεία με 30 πλοία, έχοντας υπό την εξουσία του και την γειτονική πόλι Ασπληδώνα. Σε καμιά περίπτωση όμως ο Ορχομενός και οι Μινύες δεν ανέκτησαν την παλαιά αίγλη. Μετά δε τα Τρωικά, όταν η Μυκηναϊκή ισχύς ευρίσκετο υπό κατάρρευση, αι Θήβαι ανεστήθησαν και ο Ορχομενός περιέπεσε οριστικώς στην αφάνεια, στην σκιά της μεγάλης αντιπάλου πόλεως.
Όπως προαναφέρθηκε οι Μινύες ήσαν φύλο Αιολικό. Σύμφωνα με την «καθιερωμένη» άποψη οι Μινύες κατοικούσαν στην Θεσσαλία, από την οποία αναγκάσθηκαν να αποχωρήσουν, πιεζόμενοι από τους Θεσσαλούς, οι οποίοι κατήρχοντο από τον Βορρά. Η άποψη όμως αυτή δεν συνάδει με την μαρτυρία του Στράβωνος, ο όποιος αναφέρει ως κοιτίδα τους την βόρειο Βοιωτία, από την οποία οι Μινύες εκινήθησαν και αποίκησαν την Θεσσαλική Μαγνησία.
Μόνον εμμέσως, βάσει πάντα των αρχαίων πηγών, αλλά και των αρχαιολογικών ευρημάτων, μπορούμε, παρακινδυνευμένα πάντα, να υποθέσουμε ότι ο Μινυακός λαός άρχισε να αναπτύσσει πολιτισμό από τα μέσα περίπου της 5ης χιλιετίας.
Στεατίτης .Και στις δύο όψεις αποδίδεται με πέντε εγχαράξεις ανθρώπινη μορφή...!!!..από το Διμήνι 5300-3300 π.Χ. |
Στην βορειοανατολική όχθη της λίμνης οι Μινύες ίδρυσαν -στο ύψος της σημερινής Λάρυμνας- την πόλη Κώπαι, από την οποία έλαβε και η λίμνη το όνομα της -προηγουμένως ονομάζετο Κηφισίς.
Η πόλις Κώπαι ,Κώπαι, πόλις Βοιωτική, αναφέρει ο Όμηρος, είχε διπλό λιμένα, έναν λιμναίο και έναν θαλάσσιο. Από το γεγονός αυτό συμπεραίνεται ότι οι Μινύες ήσαν ναυτικός λαός. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο ίδιος ο Μινύας εθεωρείτο απόγονος του Ποσειδώνος.
Αι δέ Κώπαι άπο Κωπέως η Κωπεώνος ούτω καλούνται , υιού Όγχηστού. ταύτης ό πολίτης Κωπαΐτης. περ'ι αυτήν δέ και λίμνη μεγάλη Κωπαΐς, έν »; εγχέλεις άγαθαί. ταύτης φασι της λίμνης κείμενης πλησίον Αλιάρτου περίμετρος όγδοήκοντα καϊ τριακόσια στάδια" έκρυσις δέ αυτής ουδαμού φαίνεται, ώς ό γεωγράφος φησϊ , πλην τού χάσματος τού δεχόμενου τόν Κηφισσόν. είσβάλλουσι δέ, φησιν , εις αυτήν καϊ έτεροι ποταμοί δυο εκ τού Ελικώνος, εκειντο δέ α'ι Κώπαι προσάρκτιοι τΐι Κωπαΐδι λίμνη.
ό δ' αντος Ίστορών, ώς εν τοις εξής ρηθήσεται, τους Πλαταιεΐς άπο τΐ]ς δια τών πλατών κωπηλασίας,
λέγει Ότι καϊ α'ι Κώπαι τό αυτό ενδείκνυνται, άφ' ων ή Κωπαΐς λίμνη, πληρουμένη εκ τού Κηφισσον,
ής αυξομένης ώς κινδυνενειν *καταποθήναι τους Κωπαεΐς, άνοιχθέν χάσμα έδέξατο τόν ποταμόν" εϊτα εξέρριιξεν αυτόν άλλαχον. σχοπητέον δέ μή ποτε άχολοΰθως ταΐς Κώπαις και ταΐς Πλάταις καϊ
η Ελάτεια ώνόμασται ώς από τού έλάν , εξ ού σΰνθετον τό κωπηλατεΐν. έτεροι δέ ταύτα σαφέστερον
φράζοντες φασϊν Ότι Κώπαι καϊ Κωπαΐς έκλήθησαν δια τάς κώπας, αίς έχρώντο ο'ι εγχώριοι προς
αλλήλους πλέοντες, δια τό άπολιμνωθήναι , φασι, τα εκεί. Όθεν καϊ ή εκεϊσέ που Πλάταια πόλις παρά τήν πλάτην, Ό δηλοΐ την κώπην' ώς γάρ φώκη Φώκαια, νίκη Νίκαια, ουτω πλάτη Πλάταια. ...
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΠΑΡΕΚΒΟΛΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ
Ο Στράβων επίσης αναφέρει ότι ο Ορχομενός ήτο μέλος της αρχαιότερης ναυτικής Αμφικτυονίας, στην οποία συμμετείχαν επίσης αι Αθήναι, αι Πρασιαί, η Αίγινα, η Επίδαυρος και η Ερμιόνη (Στράβων, VIII 6,11).
Σπήλαια στην περίμετρο του οχυρού της Άρνης (Γλά) |
Απομεινάρια του δε μπορεί ακόμα και σήμερα να διακρίνει ο επισκέπτης στην μεγάλη καταβόθρα της Κωπαΐδος, μεταξύ Λάρυμνας και Γλά.
Στην άλλοτε λίμνη της Κωπαϊδος περιμετρικά του Γλα |
Σήραγγα Κεφαλαρίου ;ένα φρέαρ , κάτω και άνω όψη από την αρχαία περίοδο Φωτ: urbanspeleology .blogspot .gr |
Μέρος του οχυρωματικού τείχους Μυκήνες |
Μυκήναι η Πύλη των Λεόντων |
Στο βόρειο Αιγαίο όμως, όπως και στην Θεσσαλία, έχουν ήδη ιδρυθεί πόλεις, η δε Πολιόχνη της Λήμνου έχει καταστεί, αναγνωρισμένα βάσει των ερευνών της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής, μεταλλουργικό κέντρο της περιοχής. Είναι δε τόση η ακμή της, ώστε άποικοι από αυτήν θα ιδρύσουν, περί το 3200-3000, την Τροία.
Πλόας από την τοιχογραφία του Ανακτόρου στον Ορχομενό |
Πλόας από την Φυλακωπή της Μήλου |
Είναι γενικώς παραδεκτό ότι οι Μινύες υπήρξαν, όπως όλοι οι Έλληνες, ναυτικοί άριστοι. Πέραν των φιλολογικών πηγών το ανωτέρω συμπέρασμα έρχεται να επιβεβαιώσει και η αρχαιολογική σκαπάνη, αφού έχουν ανακαλυφθεί πήλινα ομοιώματα πλοίων, ακόμα και στην δυτική Θεσσαλία, την τόσο απομεμακρυσμένη από την θάλασσα, της 5ης χιλιετίας π.Χ. και αν ο Οψιδιανός από την Μήλο, που ευρέθη στο σπήλαιο Φράγχθι, αποτελεί, σύμφωνα με ορισμένους, απλώς αμφίβολο ένδειξη, τότε οι παραστάσεις τριαντακοντόρων στα τηγανόσχημα σκεύη από τις Κυκλάδες -3η χιλιετία- οι βραχογραφίες νηοπομπής από τον Στρόφιλα της Άνδρου -4η χιλιετία π.Χ•- και οι βραχογραφίες του Παγγαίου με παράσταση κωπήλατου, Ιστιοφόρου πλοίου -5η χιλιετία π.Χ.- τι άραγε αποτελούν;
Χάραγμα πλόα από τον Ορχομενό Βοιωτίας |
Φυσικά πρωτοπόροι στην ανάπτυξη της ναυτικής τεχνογνωσίας, σε κάθε επίπεδο, πρέπει να ήσαν οι παράκτιοι και οι νησιωτικοί πληθυσμοί.
Στρόφιλα της Άνδρου -Παράσταση πομπής πλοίων στον κεντρικό προμαχώνα |
Έχουμε δει ότι ήδη από την 6η χιλιετία π.Χ. είχε αναπτυχθεί στην Θεσσαλία ένας μεγάλος πολιτισμός, δημιούργημα του οποίου ήτο και η ίδρυσις της πρώτης πόλεως της Ευρώπης, του Σέσκλου.
Νεολιθικά ειδώλια Θεσσαλίας (6500-4500 π.Χ.) |
Είναι λογικό ένα συγκροτημένο κράτος-βασίλειο να έχει μεγαλύτερες δυνατότητες αναπτύξεως από μία μεμονωμένη πόλη ή μία φυλή. Ένα βασίλειο έχει επίσης και διαφορετικές ανάγκες και υποχρεούται εκ των πραγμάτων να επενδύει στον τομέα της αμύνης αλλά και του εμπορίου. Το ήδη συγκροτημένο βασίλειο του Μινυακού Ορχομενού επιχείρησε την πρώτη, αποτυχημένη κατά τα φαινόμενα, επιχείρηση διανοίξεως των εμπορικών δρόμων μέσω του βορείου Αιγαίου και του Ευξείνου Πόντου (ταξίδι Φρίξου και Έλλης).
Οι Μινύες δεν φαίνεται ότι επιχείρησαν, άμεσα τουλάχιστον, να διεισδύσουν στο νότιο Αιγαίο, ίσως διότι εκεί υπήρχε το αντίπαλο δέος των Κυκλαδιτών και των Κρητών. Περί το έτος 3200 π.Χ. όμως έχουν ήδη αποικήσει την Λήμνο -Πολιόχνη- και την βορειοδυτική Μικρασιατική ακτή -Τρωάδα.
ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΤΗΣ ΙΩΛΚΟΥ -Τον Ιανουάριο του 1958 ο τότε έφορος αρχαιοτήτων στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου Δ.Ρ. Θεοχάρης δημοσίευσε στο έγκυρο αμερικανικό περιοδικό Archeology τα αποτελέσματα μιας δοκιμαστικής ανασκαφής που είχε πραγματοποιήσει τον Ιούλιο και Αύγουστο του 1956 στην Μυκηναϊκή Ιωλκό. Εύρημα από την ανασκαφή αυτή είναι και μία ζωγραφική πλόα που χρονολογήθηκε περίπου το 1600 π.Χ. |
Έχοντας εγκατασταθεί σταθερά στα στενά του Ελλησπόντου και ελέγχοντας πλήρως τις εμπορικές οδούς, δια ξηράς και θαλάσσης (όπως μαρτυρεί η συμμετοχή ονομαστών Θρακών ηρώων στην Αργοναυτική Εκστρατεία), οι Μινύες ίδρυσαν μία ελληνική εμπορική αυτοκρατορία, η ζώνη επιρροής της οποίας εξετείνετο από την βόρειο Βοιωτία έως και την βορειοδυτική Μικρά Ασία.
Έτσι ετέθη και το πλαίσιο για την έκρηξη του Τρωικού Πολέμου αργότερα, όταν η αποικία Τροία, είχε αναλάβει τα ηνία της αυτοκρατορίας, υποσκελίζοντας τις μητροπόλεις Ορχομενό και Ιωλκό. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι Μινύες έφθασαν και ως την Αίγυπτο συντελώντας στην ίδρυση του Αιγυπτιακού κράτους και μεταφέροντας στους Αιγυπτίους το σεληνιακό ημερολόγιο, το όποιο αυτοί ως ναυτικοί είχαν επινοήσει.
Για τον λόγο αυτό και ο πρώτος Αιγύπτιος Φαραώ ονομάζετο Μην (μήνας = χρονικό διάστημα από μία νέα σελήνη στην επομένη), όνομα που παρέμεινε ιερό στους Αιγυπτίους έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους (εξ ου και ο Άγιος της Εκκλησίας μας Μηνάς ο Αιγύπτιος).
Ο συγκεκριμένος μάλιστα Φαραώ εδίδαξε στους Αιγυπτίους την τεχνική κατασκευής αρδευτικών έργων, με τα οποία ήλεγξαν τις πλημμύρες του Νείλου και κατόρθωσαν να αναπτύξουν την γεωργία.
Η ΟΡΟΦΉ ΤΟΥ ΤΆΦΟΥ ΤΟΥ ΜΙΝΥΑ ΣΤΟΝ ΟΡΧΟΜΕΝΟ Φ;ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΗΛΑΣ |
Οι Μινύες φαίνεται ότι κάποια στιγμή σχετίσθηκαν και με τους Μινωΐτες -ενδεχομένως να συνέβη και το αντίθετο, αν και τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ της πρώτης απόψεως.
Ωστόσο υπάρχουν και ερευνητές, όπως ο Βρετανός αρχαιολόγος Πάρσον, οι οποίοι ταυτίζουν Μινύες και Μινωΐτες, θεωρώντας ότι επρόκειτο περί του ιδίου λαού, ο οποίος σταδιακά εξαπλώθηκε από την ηπειρωτική Ελλάδα, στην Κρήτη, την Αίγυπτο και την Μεσοποταμία -την χώρα των Σουμερίων.
Η άποψις αυτή συνάδει με την θεώρησή του Εβανς, ο οποίος τοποθετούσε την προανακτορική φάση του Μινωικού Πολιτισμού πριν από το 3200 π.Χ., δηλαδή στην κρίσιμη ακριβώς υπό εξέτασιν περίοδο.
Η μία ξεκινούσε από την Τροία και είτε διασχίζοντας το υψίπεδο της Μικράς Ασίας, είτε ακολουθώντας την ακτογραμμή, κατέληγε στην Συρία, στην Αίγυπτο και στην Μεσοποταμία.
Κεφαλή Κυκλαδικού ειδωλίου Μίλητος Μικρά Ασία - Πρωτοκυκλαδική ΙΙ 2600-2300 π.Χ. |
Από αυτές τις οδούς κινήθηκε, βάσει του μύθου, ο Διόνυσος και οι ακόλουθοι του και έφθασαν έως την μακρινή Ινδία.
Τις ίδιες οδούς ακολούθησε αργότερα και ο Ηρακλής, σταθμεύοντας μόνον ενώπιον του απόρθητου οχυρού της Αόρνου Πέτρας. Από την αυτήν οδό εκινήθη και ο Ηρακλείδης Αλέξανδρος, για να φθάσει και αυτός στην Ινδία, καταλαμβάνοντας όμως την Άορνο Πέτρα.
Τα τεχνικά έργα των Μινυών
Η αρχαιολογική έρευνα έχει αποδώσει στους Μινύες ένα πλήθος τεχνικών έργων (υδραυλικά έργα, κυκλώπεια τείχη), που προκαλούν μέχρι σήμερα τον θαυμασμό μας. Το υψηλότατο επίπεδο τεχνογνωσίας δε εις το οποίον είχαν φθάσει, εντυπωσιάζει και τους πλέον προοδευτικούς τεχνοκράτες. Οι αρχαίοι Έλληνες ίσως γι’ αυτό να είχαν αποδώσει στον ημίθεο Ηρακλή τα έργα αυτά, καθώς και όλες τις φυσικές καταβόθρες, θεωρώντας τις κι αυτές έργα του υπεράνθρωπου ήρωος. Κατά την κρίσι τους μόνον ένας ισόθεος μπορούσε να κατασκευάσει ανάλογα έργα.Κατά τον Χ. Θ. Πανάγο, ο τότε βασιλεύς των Αθηνών Μούνιχος τους παρεχώρησε ως κατοικία μία περιοχή του Πειραιώς, την οποία ονόμασαν προς τιμήν του Μουνιχίαν ή Μουνίχιον. Κατά την διάρκεια της εκεί παραμονής τους λοιπόν οι Μινύες κατασκεύασαν ένα εκπληκτικό δίκτυο υδραυλικών έργων.
Σε αυτούς απέδωσε ο συγγραφεύς την «Σπηλιά της Αρετούσας», διάφορους υπογείους οικήσεις σε βράχους και το σπουδαιότερο εξ όλων των μνημείων, το «Σηράγγιον» ή την «Σπηλιά του Παρασκευά», όπως ήταν κάποτε γνωστή, στην απότομη βραχώδη πλευρά της Καστέλλας.
Η έρευνα απέδειξε ότι η υπόγειος στοά του Σηραγγίου εισχωρεί σε βάθος 12 μέτρων εντός του βράχου της περιοχής και διέρχεται κάτω από την Λεωφόρο Φαλήρου. Στο βάθος δε της σπηλαιώδους αυτής στοάς είχαν ανακαλυφθεί τότε πανάρχαιοι τάφοι με ένα φρέαρ (πηγάδι) στο πρόσθιο μέρος. Γράφει χαρακτηριστικά ο Πανάγος: «πλησίον της κορυφής του λόφου της Μουνιχίας και προς την Δυτική πλευρά υπάρχει ευρύχωρο όρυγμα με κατεύθυνση από Νότο προς Βορρά.
Ο δε Γ. Ζαννέτος αναφέρει ότι η επί της μεσημβρινοδυτικής κορυφής του λόφου της Μουνιχίας αναδρομικής σήραγξ… ήτις ήτο πανάρχαιος τάφος των Μινυών, ως εν Ναυπλία κατά την βορειοανατολικήν κλιτύν του Παλαμηδίου (Στράβων, 11, 369), η όπερ πιθανώτερον εχρησίμευε προς συναγωγήν ύδατος, ως και αι άλλαι περί την Μουνιχίαν δεξαμεναί. Εις τούτο πείθει ημάς και το επί της κορυφής του λόφου στόμιον της σήραγγας, όπερ ασφαλώς είναι κεκλεισμένον».
Οι αρχαιολογικές έρευνες, που έγιναν στην περιοχή κατά τα έτη 1868-1869 και 1897, απέδειξαν πράγματι την ύπαρξη υδραυλικών έργων με κατεύθυνση προς τους πανάρχαιους συνοικισμούς γύρω από τον λιμένα Μουνιχία. Δυστυχώς η έρευνα δεν οδήγησε σε σαφέστερα συμπεράσματα σχετικώς με το μέρος στο οποίο οδηγούσε το όρυγμα αυτό.
Η λαϊκή παράδοσις όμως αναφέρει ότι το σπήλαιο αυτό ήτο η κατοικία μιας πριγκηπίσσης, της Αρετούσας, από την οποία έλαβε και το όνομα της η σπηλιά. Η πριγκίπισσα χρησιμοποιούσε το όρυγμα για να επικοινωνεί κρυφά με τον αγαπημένο της, που ευρίσκετο στην ακρόπολή της Μουνιχίας.
Ανάλογος παράδοσις σώζεται και στην Νάξο, αυτήν την φορά για την ύπαρξή μιας μυστικής σήραγγας μέσω της οποίας διέφευγε κρυφά ο βασιλεύς σε περίπτωση κινδύνου, ή άλλοτε η Αριάδνη, η πριγκίπισσα της λαϊκής παραδόσεως των εντοπίων.
Πριν από λίγα χρόνια η ανακάλυψη ενός φρέατος στην ρίζα του κάστρου του Σανούδου έκανε την λαϊκή φαντασία να καλπάσει. Ήτο όμως ένα από τα πολλά φρέατα, τα όποια οι πρώτοι κάτοικοι της Ελλάδος, οι Μινύες, κατασκεύασαν στα σημεία απ’ όπου διέβησαν.
Ανάλογες παραδόσεις άλλωστε διασώζονται σε πολλές περιοχές της Ελλάδος. Τα σπηλαιώδη αυτά ορύγματα είχαν αποδώσει οι Ευρωπαίοι επιστήμονες Lecke, Dodwell, Milchhbffer και Hirschfeld, βάσει των περιγραφών του Στράβωνος (IX, 395), στους Μινύες, θεωρώντας τα έργα υδρεύσεως της προϊστορικής περιόδου του Πειραιώς.
Αν και τα Μινυακά αυτά έργα του Πειραιώς δεν είναι τόσο γνωστά, η παράδοση αναγνωρίζει μέχρι σήμερα το χέρι των Μινυών και του Ηρακλέους στα αρδευτικά-αποστραγγιστικά έργα της Κωπαΐδος. Οι Μυκηναίοι, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, απλώς τους αντέγραψαν στις υδραυλικές μυστικές εγκαταστάσεις (σήραγγες) των ανακτόρων τους.
Μέσα στα πλαίσια λοιπόν της ερεύνης μας για την συγγραφή του θέματος συνοδεία της αρχαιολόγου Ε.Λ. Μπουρδάκου- επισκεφθήκαμε την περιοχή του «Ελληνικού», όπου γίναμε μάρτυρες ενός ακόμη κολοσσιαίου Μινυακού έργου που μοιάζει ν’ αλλάζει όχι μόνον την καθιερωμένη χρονολογική διάταξη της προϊστορίας, αλλά και την ίδια την χρονολόγησή της «πυραμίδας του Ελληνικού».
Η Ζωοδόχος Πηγή το 1930 με τα ορμητικά νερά του Ερασίνου ποταμού να αναβλύζουν Φ :Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη. |
Το ίδιο το όνομα δεν εδόθη τυχαία στην εκκλησία. Επισκεπτόμενοι το εσωτερικό του βράχου, όπου ευρίσκεται και ο ναός, διαπιστώσαμε ότι η πραγματική αιτία δημιουργίας της σπηλιάς ήταν τα θαυμαστά έργα, τα όποια η παράδοσις αποδίδει στους Μινύες.
ΕΚΑΝΑΝ ΕΚΤΡΟΠΕΣ ΥΔΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΜΙΝΩΙΤΕΣ
Οι Μινωίτες είχαν κατασκευάσει ένα μεγάλο εγγειοβελτιωτικό έργο
στις «Χοιρόμανδρες» Ζάκρου του Ν. Λασιθίου Κρήτης, όπως αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη.Εργα εγγειοβελτιωτικά των Μινωιτών και ένα φυλάκιο ελέγχου του οδικού δικτύου έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στις «Χοιρόμανδρες» Ζάκρου |
Στην κοιλάδα «Χοιρόμανδρες», όπου διενεργείται από το 1984 συστηματική αρχαιολογική ανασκαφή στο πλαίσιο του Ερευνητικού Προγράμματος «Μινωικοί Δρόμοι», υπό τη διεύθυνση της Στέλλας Χρυσουλάκη, βρέθηκε επίσης ένα φυλάκιο ελέγχου του μινωικού οδικού δικτύου της περιόδου των πρώτων ανακτόρων (18ου αι. π.Χ.). Είναι ένα μικρό, εντυπωσιακό κτίριο κυκλώπειας τοιχοδομίας, που θεμελιώθηκε πάνω σε φυσικό οχυρό βράχο. Η ανασκαφή του έδειξε ότι το φυλάκιο είναι ένα δημιούργημα της κεντρικής διοίκησης του γειτονικού ανακτόρου και ανήκει στο σύστημα ελέγχου -και πιθανόν άμυνας- του νεοσύστατου κρατικού μηχανισμού.
Αργότερα, δηλαδή στην περίοδο των νέων ανακτόρων (1700-1450 π.Χ.), το κτίριο φαίνεται πως επισκευάσθηκε και διατήρησε τον ανακτορικό χαρακτήρα του, όπως μαρτυρούν δύο σφραγιδόλιθοι με παραστάσεις λιονταριού και πληγωμένου αιγάγρου που βρέθηκαν εκεί και τα ωραία πήλινα ανακτορικά σκεύη και αγγεία. Το βραχώδες ύψωμα τειχίζεται με έναν εξαιρετικά ισχυρό περίβολο με πύλη και το ανατολικό τμήμα της κοιλάδας διευθετείται με μεγάλους διπλούς τοίχους, που φθάνουν έως τα 200 μ. μήκος.Το περίεργο είναι πως το πρώτο κτίριο θεμελιώθηκε στη θέση ενός αγροτικού ιερού. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό, γιατί είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνεται αλλαγή χρήσης ενός ιερού τόπου σε κοσμικό κτίριο. «Πιθανότατα, πολύ επιτακτικοί λόγοι επέβαλαν μια τέτοια επέμβαση μέσα στην ίδια ιστορική περίοδο (Παλαιοανακτορική περίοδος)», επισημαίνουν οι αρχαιολόγοι.
Τα υδραυλικά έργα του Ελληνικού, μολονότι δεν περιγράφονται ευκρινώς, υπολανθάνουν στην περιγραφή του Παυσανίου (II, 24, 6) για την περιοχή: «κατεβαίνοντας κανείς από το όρος πάλι (προς το μέρος του Άργους), έχει αριστερά της λεωφόρου έναν ναό της Αρτέμιδος.
Λίγο πιο πέρα, δεξιά του δρόμου, έχει ένα βουνό ονομαζόμενο Χάον, στις υπώρειες του οποίου υπάρχουν δένδρα ήμερα, και βγαίνουν στην επιφάνεια σ’ αυτό το μέρος τα νερά του Ερασίνου.
Ως αυτό το μέρος ρέουν κάτω από το έδαφος ξεκινώντας από την Στύμφαλο της Αρκαδίας, όπως ρέουν οι Ρειτοί από τον Εύριπο ως την Ελευσίνα και την εκεί θάλασσα.
Ο Άγγλος περιηγητής Λήκ στις αρχές του παρελθόντος αιώνος είδε εκεί δύο λίμνες, στις οποίες τα νερά συγκρατούνταν με τεχνητά φράγματα, καθώς και δύο τεχνητές διαρροές προς την θάλασσα, που έθεταν σε κίνηση δύο παραλιακούς υδρόμυλους, έναν στην νότια και άλλον στην βόρεια λίμνη.
Ο αρχαίος περιηγητής ωστόσο, μολονότι εντυπωσιάζεται στην θέα των ιερέων της Αφροδίτης, που ψαρεύουν τους ιερούς ιχθύς από τις τεχνητές λίμνες, δεν δίδει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα αρχαία τεχνικά έργα. Η ύπαρξή τους απλώς αιωρείται. Το ίδιο κάνει άλλωστε και στην περιγραφή της Περσείας κρήνης των Μυκηνών.
Κατά τον Παυσανία υπήρχαν ρεύματα στην περιοχή, δηλαδή εκροές πηγών, οι οποίες φράχτηκαν και σχηματίστηκαν οι λίμνες. Το νερό τους ήταν θαλασσινό και μόνο οι ιερείς των θεοτήτων αυτών είχαν το δικαίωμα να ψαρεύουν εκεί. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η διαμόρφωση των λιμνών έγινε στα κλασικά χρόνια, ενώ νωρίτερα η διέλευση ήταν αδύνατη εξαιτίας των ρευμάτων και των ελών. Για το λόγο αυτό θεωρείται ότι η Αρχαία Ιερά Οδός μετά το Ιερό της Αφροδίτης πρέπει να έκανε παράκαμψη προς τα βόρεια, περνώντας πίσω από τις πηγές.
Στο κέντρο της Λίμνης Κουμουνδούρου,( Η νότια λίμνη, της Περσεφόνης, διατηρείται μέχρι σήμερα, είναι γνωστή ως Λίμνη Κουμουνδούρου) ο Ιωάννης Τραυλός εντόπισε μακρύ τοίχο, που πιθανόν ήταν μέρος του φράγματος που διαμόρφωνε τη λίμνη, το οποίο ταυτίζεται χρονικά με το δομικό υλικό του Ελευσινιακού Τελεστηρίου . Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίνας υπάρχει επιγραφή με τμήμα ψηφίσματος της αθηναϊκής βουλής που αφορά στη γεφύρωση ενός από τα δύο ρεύματα των Ρειτών. Η επιγραφή χρονολογείται στο 421 π.Χ. και αναφέρει την απόφαση των Αθηναίων να κατασκευάσουν λίθινη γέφυρα πλάτους πέντε ποδών, περίπου 1,5 μέτρου, για να διευκολύνει τη μεταφορά των ιερών της Δήμητρας στην Αθήνα. Καθώς το μικρό πλάτος της γέφυρας απαγόρευε την έλευση τροχοφόρων, ενισχύεται η παραπάνω εκδοχή, αφού οι συνοδοί των ιερών αντικειμένων της θεάς ήταν πεζοί. Η επιγραφή μάλιστα, απεικονίζει τις Ελευσινιακές και τις Αθηναϊκές θεότητες.
Η πυραμίδα του Ελληνικού σε σχεδιάγραμμα του 1729 του αββά Φουρμόντ |
Η αρχαιολογική έρευνα δε επιστοποίησε τις αναφορές του Παυσανίου για τις δύο σπηλιές, οι οποίες, όπως απεδείχθη, κατοικούντο από την Νεότερά Παλαιολιθική ως την Νεολιθική αδιάκοπα. Πολλούς αιώνες αργότερα, η μία από αυτές μετετράπη σε εκκλησία της Παναγίας Κεφαλαριώτισσας ή Ζωοδόχου Πηγής, στην οποία προαναφερθήκαμε.
Το σπηλαιώδες εσωτερικό της Ζωοδόχου Πηγής Φ :Φάνης Τσίρος |
Στρίβοντας αριστερά στην διπλανή σπηλιά και υπό το κατανυκτικό φως των κεριών, αγναντεύουμε την «μεγάλη καταβόθρα», θαύμα της φύσεως, που η παράδοσις αποδίδει πάντοτε στους Μινύες.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ακολουθώντας τον δρόμο Άργους- Τεγέας ο περιηγητής είχε λοξοδρομήσει προς τα δεξιά για να επισκεφθεί τις πηγές του Ερασινού.
Αυτή η παρέκκλισις ίσως θα πρέπει να συσχετισθεί με τα θαυμαστά υδραυλικά έργα στην περιοχή, τα οποία ο Παυσανίας, όπως και στην περίπτωση των Ρειτών και των Μυκηνών, θα ήτο αδύνατον τότε να διαπιστώσει.
Οι θρύλοι όμως και οι τοπικές παραδόσεις θα ήσαν αρκετές για να επισκεφθεί τις πηγές του. Κατόπιν επανέρχεται στον δρόμο και συναντά σε απόσταση μικρότερη των 3 χιλιομέτρων τα «πολυάνδρια», ταφικά μνημεία, εκ των οποίων το ένα ήτο η περίφημος πυραμίς του Ελληνικού, εύκολα προσιτή από το Κεφαλάρι.
Το κυκλώπειο σύστημα τοιχοδομίας της πυραμίδος του Ελληνικού |
Η είσοδος του τάφου του Μινύα στον Ορχομενό τον 19ο αιώνα |
Στην επιστήμη της Γεωλογίας, οι «καταβόθρες» αυτές είναι φυσικές οπές, που παρουσιάζονται στις επιφάνειες καρστικών περιοχών και συγκοινωνούν με υπογείους φυσικούς οχετούς.
Μέσω αυτών των φυσικών «καταβόθρων», τα ύδατα λιμνών και ποταμών μεταφέρονται υπογείως, φερόμενα στην θάλασσα ή αναβλύζοντα πάλι ως πηγές στην επιφάνεια της Γης μακριά απ’ τις καταβόθρες.
Η Στυμφαλία Λίμνη |
Η επιστήμη ωστόσο της Γεωλογίας δεν θεώρησε τον θρύλο πιθανό. Κι όμως το γεγονός ότι σήμερα οι πηγές του Ερασινού στο Κεφαλάρι δεν έχουν πολλά νερά, δεν αποκλείει στο απώτατο παρελθόν λόγω της ροής τους να συνέβαλαν σε ανάλογα φαινόμενα.
Το άνω σημείο είναι η Στυμφαλία λίμνη και στο κάτω το Κεφαλάρι που αναβλύζει ο Ερασίνος |
Οι Ρειτοί ήσαν ρέματα, που εσχηματίζοντο από πολλές πηγές σε δύο γειτονικές θέσεις των Δυτικών υπωρειών του Αιγάλεω και εχύνοντο στον Κόλπο της Ελευσίνας. Το αλμυρό τους νερό ωφείλετο στην γειτνίασή με την θάλασσα.
Επειδή δε οι πηγές και στις δύο θέσεις ευρίσκονται σε βαθουλώματα εξ αιτίας μικρού πετρώδους εξάρματος του εδάφους που τίς χωρίζει, φαίνεται πως σχηματίσθηκαν σε αυτά λίμνες με φράγματα τεχνητά προς την πλευρά της θαλάσσης.
Οι δυο λίμνες των Ρειτών (Κεφαλάρι, Λίμνη Κουμουνδούρου) στον Ασπρόπυργο. Ιστορική και Τοπογραφική προσέγγιση. Πως η βόρεια μετατράπηκε σε εργοστάσιο και η νότια σε βόθρο.
Οι λεγόμενοι Ρειτοί μόνο που ρέουν όπως τα ποτάμια. Το νερό τους είναι θαλασσινό. Θα μπορούσε να πιστέψει κανείς πως από τον Εύριπο της Χαλκίδας ρέουν κάτω από το έδαφος και χύνονται σε μια θάλασσα χαμηλότερη. Οι Ρειτοί από παράδοση θεωρούνται αφιερωμένοι στην Κόρη και τη Δήμητρα, και ψάρια απ΄ αυτούς μπορούν να πιάνουν μόνον οι ιερείς. Οι Ρειτοί, όπως μαθαίνω, στην παλαιά εποχή αποτελούσαν το σύνορο της χώρας των Ελευσινίων προς τους άλλους Αθηναίους.Παυσανίας, Αττικά, 38
Χωρίς να τολμά να το διανοηθεί η σύγχρονη επιστήμη, ο Παυσανίας περιγράφει την «καρστική τοπογραφία» (καρστική * διαλυτική δράση του νερού, που διαβρώνει τις ασβεστολιθικές περιοχές) της περιοχής, η οποία συνίσταται στην διαλυτική δράση του νερού, που διαβρώνει τις ασβεστολιθικές περιοχές και διοχετεύει τα ύδατα μέσω υπογείων φυσικών αγωγών, πολλούς αιώνες πριν ο Γιουγκοσλάβος γεωλόγος Γ. Τσβίγιτς (1893) καθιέρωση τον όρο Κάρστ, δηλαδή το «Πεδίον Λίθων».
Πολύ πιο πριν όμως από όλους αυτούς, οι Έλληνες Μινύες είχαν εφαρμόσει πρακτικώς το «Πεδίο Λίθων» για τίς βιοτικές τους ανάγκες. Δεν είναι τυχαία επίσης ακόμη και η επιλογή της θέσεως της Κωπαΐδος για την δημιουργία των υδραυλικών έργων των Μινυών.
Οι δυο λίμνες των Ρειτών (Κεφαλάρι, Λίμνη Κουμουνδούρου) στον Ασπρόπυργο. Έμπροσθεν και δεξιά στο βάθος η άλλη .Αριστερά η θάλασσα
.......................................
Οι Ρειτοί
Οι Ρειτοί ήταν δύο μικρές λίμνες που σχηματίστηκαν κατά την διάρκεια της κλασικής αρχαιότητας, έπειτα από τον τεχνητό εγκλωβισμό των νερών ομάδας πηγών στις δυτικότατες παρυφές του όρους Αιγάλεω. Οι δυο λίμνες βρισκόντουσαν στον δρόμο Αθηνών - Ελευσίνος και είχαν αφιερωθεί η μεν βόρεια στην θεά Δήμητρα η δε νότια στην κόρη της Περσεφόνη. Σήμερα η λίμνη της Περσεφόνης είναι γνωστή ως λίμνη Κουμουνδούρου και είναι η λίμνη που παρατηρεί στα δεξιά του, όποιος κατευθύνεται από την Αθήνα προς την Ελευσίνα, πριν φτάσει στην βιομηχανική ζώνη του Ασπροπύργου. Η δεύτερη λίμνη, της Δήμητρας, αποστραγγίστηκε την δεκαετία του '50 και στην θέση της σήμερα βρίσκεται το εργοστάσιο της εταιρείας Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛ.ΠΕ.)
Οι δύο ιερές λίμνες
Οι Ρειτοί, όπως αναφέραμε, ήταν δύο μικρές τεχνητές λίμνες που σχηματίστηκαν από ομάδα πηγών στις δυτικότατες παρυφές του όρους Αιγάλεω. Οι πηγές βρίσκονταν σε φυσικά βαθουλώματα του εδάφους, τα οποία κατά την αρχαιότητα φράχτηκαν προς την πλευρά της θάλασσας. Τα ρεύματα που περιγράφει ο Παυσανίας είναι οι εκροές των φραγμάτων προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Αυτές ήταν γεφυρωμένες, προκειμένου να διευκολύνεται η διέλευση των ταξιδιωτών. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η διαμόρφωση των λιμνών και των διαρροών των υδάτων προς τη θάλασσα έγινε στα κλασικά χρόνια. Πριν από αυτά η διέλευση από το σημείο αυτό θα πρέπει να ήταν αδύνατη εξαιτίας των ρευμάτων και των ελών που τα τελευταία θα σχημάτιζαν, έτσι, η Ιερά Οδός θα πρέπει αρχικά να έκανε παράκαμψη προς τα βόρεια, ώστε να περάσει πίσω από τις πηγές. To νερό των Ρειτών ήταν υφάλμυρο λόγω της μικρής απόστασης που τους χώριζε από τη θάλασσα.
Η βόρεια λίμνη ήταν αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα, ενώ η «προς το άστυ» στην κόρη της Περσεφόνη. Μόνο οι ιερείς των θεοτήτων αυτών είχαν το δικαίωμα να ψαρεύουν εκεί. Η νότια λίμνη της Περσεφόνης διατηρείται μέχρι σήμερα και είναι γνωστή ως λίμνη Κουμουνδούρου, εντοπίζεται στα σύνορα του σύγχρονου Δήμου Χαϊδαρίου με τον Δήμο Ασπροπύργου. Αντίστοιχα, στην αρχαιότητα οι Ρειτοί αποτελούσαν το όριο μεταξύ Αθηνών και Ελευσίνας.
Αρχαιολογικά ευρήματα μέσα στην λίμνη Κουμουνδούρου
Στο κέντρο περίπου της λίμνης Κουμουνδούρου ο Ιωάννης Τραυλός εντόπισε μακρύ τοίχο, που προφανώς αποτελούσε μέρος του φράγματος που συγκρατούσε τα ύδατα και διαμόρφωνε τη λίμνη.
Ο Τραυλός αναγνώρισε ότι οι λίθοι που είχαν χρησιμοποιηθεί στο φράγμα ήταν σε δεύτερη χρήση και βάσει της μορφολογίας τους τους συνέδεσε με το δομικό υλικό του ελευσινιακού τελεστηρίου που είχε ανεγείρει ο Πεισίστρατος και κατακάηκε από τους Πέρσες το 479 π.Χ.
Το ψήφισμα για την κατασκευή γέφυρας στους Ρειτούς
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίνας υπάρχει επιγραφή με τμήμα ψηφίσματος της αθηναϊκής βουλής σχετικά με τη γεφύρωση ενός από τα δύο ρεύματα των Ρειτών.
To ψηφισματικό ανάγλυφο για τη γεφύρωση των Ρειτών
(ύψος 0,9 μ. και πλάτος 0,57 μ.), 422/421 π.Χ.
(Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας).
Η επιγραφή χρονολογείται στο 421 π.Χ. και αναφέρει ότι οι Αθηναίοι είχαν αποφασίσει να κατασκευάσουν λίθινη γέφυρα πλάτους πέντε ποδών, δηλαδή περίπου 1,5 μέτρου, προκειμένου οι ιερείς που μετέφεραν τα ιερά της Δήμητρας στην Αθήνα να περνούν με ασφάλεια τα ρεύματα. Παράλληλα, το μικρό πλάτος της γέφυρας απαγόρευε την έλευση τροχοφόρων, καθώς οι συνοδοί των ιερών αντικειμένων της θεάς ήταν υποχρεωμένοι να είναι πεζοί. Η επιγραφή επιστέφεται από ανάγλυφη παράσταση που απεικονίζει τις ελευσινιακές και τις αθηναϊκές θεότητες. Στην αριστερή άκρη έχουμε τη Δήμητρα και δίπλα της την Περσεφόνη που κρατά δάδες, ενώ στα δεξιά εικονίζεται η θεά Αθηνά πάνοπλη να δίνει το δεξί χέρι σε νέο άνδρα που στέκεται μπροστά της, δίπλα στην Περσεφόνη. Αυτός έχει ταυτιστεί από κάποιους αρχαιολόγους με τον ελευσίνιο ήρωα Τριπτόλεμο, ενώ άλλοι θεωρούν ότι πρόκειται για προσωποποίηση του Δήμου των Ελευσινίων.
Οι υδρόμυλοι των λιμνών
Παρότι ο Παυσανίας αναφέρει μόνο τα ρεύματα, είναι βέβαιο πως είδε και τις λίμνες οι οποίες, διατηρούνταν καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα μ.Χ. Μάλιστα, οι εκροές των λιμνών προς τη θάλασσα χρησιμοποιούνταν για να θέτουν σε κίνηση δύο παράλιους υδρόμυλους, που είχαν χτιστεί κοντά στις λίμνες στις αρχές του 19ου αιώνα, αν όχι νωρίτερα. Οι νερόμυλοι δημιουργήθηκαν εκεί, διότι υπήρχε υψομετρική διαφορά μεταξύ της λίμνης και της θάλασσας. Η πρώτη ήταν πιο ψηλά από τη στάθμη της θάλασσας και τα νερά της που έφευγαν προς τη θάλασσα κινούσαν τους νερόμυλους.
Ο François Pouqueville επισκέφτηκε την περιοχή κατά το πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του 1810 και αναφέρει σχετικά:
«Αφού πήρα μερικά δείγματα του εδάφους, επέστρεψα στην Ιερά οδό και την ακολούθησα ως τους Ρειτούς ή αλμυρές πηγές αφιερωμένες στη Δήμητρα και την Περσεφόνη, δίπλα στις οποίες έχουν κτίσει μύλους. Απ' αυτό το σημείο έχασα τα ίχνη τροχών που είχαν σχηματίσει οι ρόδες των κάρων και τα οποία ακολουθούσαμε από το ναό της Φίλης Αφροδίτης (ιερό Αφροδίτης Σκαραμαγκά)».
Αναμνήσεις από τις λίμνες
Ο Gustave Flaubert κατά τα τέλη του 1850, ακολούθησε ανάλογη πορεία με τον Pouqueville και αναφέρει σχετικά:
«Μονομιάς, στο τέλος της κατεβασιάς (αμέσως μετά το πέρασμα μεταξύ Ποικίλου και Αιγάλεω), στρίβουμε δεξιά, οι βράχοι είναι κομμένοι ίσια, ο δρόμος έχει κατασκευαστεί απάνω τους: είναι δίχως αμφιβολία ο αρχαίος δρόμος. Ο δρόμος περνάει ανάμεσα στη θάλασσα και τις λίμνες Ρειτοί, ένα γεφύρι σου επιτρέπει να περάσεις το μικρό αυλάκι που τις ενώνει. Οι λίμνες Ρειτοί θυμίζουν τους ορμίσκους που διαμορφώνει η παλίρροια. Λένε οι λίμνες- εγώ βλέπω μόνο μία ή μάλλον κάτι σαν πλημμυρισμένο βάλτο»
Παλαιοί κάτοικοι της περιοχής Σκαραμαγκά τις περιγράφουν με πεντακάθαρα, συνεχώς ανανεούμενα ύδατα, γεμάτες ψάρια, κυρίως κέφαλους αλλά και λαυράκια, χέλια κ.ά. Περιβάλλονταν από ψηλούς καλαμιώνες, όπου έβρισκαν καταφύγιο πολλά πουλιά και αποτελούσαν πραγματικούς υδροβιότοπους.
Σε συνέντευξη που μου έδωσε αρχές του 2014 η Ασπροπύργια υπεραιωνόβια Ισιδώρα Μαυράκη το γένος Ηλία, γεννημένη κάπου ανάμεσα στο 1908-1910 και είχε προβληθεί στην εκπομπή «Πόσα έχει δει αυτός ο τόπος» από το attica tv, με θέμα την Ιερά Οδό «Από το Δίπυλο μέχρι την Ελευσίνα», μας περιγράφει πως ήταν το περιβάλλον γύρω από τη λίμνη.
Η λίμνη στο Κεφαλάρι ήταν με βούρλα, με χελώνες, μου έδινε ο μπαμπάς δυο αγελάδες μικρές, είχε δέκα αγελάδες, οι άλλες τρώγανε σπίτι και μου έδινε και τα βόσκαγα, γιατί ήταν χορτάρι τζάμπα
Στη συγκεκριμένη λίμνη γινόταν το πλύσιμο των ρούχων ειδικότερα των ελαφρών κλινοσκεπασμάτων, μέχρι το Β' παγκόσμιο πόλεμο. Ελάχιστες αναφορές έχουμε για αργότερα. Τα χοντρά ρούχα τα έστελναν σε νεροτριβή στη Θήβα, που πλέον δεν υπάρχει. Τα ρούχα τα συγκέντρωνε και τα πήγαινε στη νεροτριβή ο ντριστιλιάρης. Τον ονόμαζαν έτσι επειδή τη νεροτριβή την έλεγαν ντριστίλια. Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας τη συναντάμε με παρόμοια ονόματα. Τελευταίος ντιστιλιάρης ήταν ο Τάσος Φίλης.
Οι λίμνες σήμερα
Η ονομασία της νότιας λίμνης, δηλαδή της λίμνης Κουμουνδούρου, ανάγεται είτε στο όνομα οικογένειας γαιοκτημόνων στους οποίους ανήκε η περιοχή κατά τον 19ο αιώνα είτε στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κουμουνδούρο (1817-1883), στη θητεία του οποίου κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1860, έγιναν έργα επιχωμάτωσης και οδοποιίας μεταξύ της ακτής του Σκαραμαγκά και της λίμνης.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η επιφάνεια της λίμνης Κουμουνδούρου μειώθηκε σημαντικά εξαιτίας της διαπλάτυνσης της εθνικής οδού Αθηνών - Κορίνθου
Η βόρεια λίμνη, γνωστή ως Κεφαλάρι, αποστραγγίστηκε και επιχωματώθηκε κατά τη δεκαετία του 1950 ως συνέπεια της εγκατάστασης διυλιστηρίων στην παράκτια περιοχή του Ασπροπύργου. Σήμερα η θέση της λίμνης αυτής υποδηλώνεται από βάλτο που σχηματίζεται μεταξύ των Ελληνικών Διυλιστηρίων Ασπροπύργου (ΕΛΔΑ) και της λίμνης Κουμουνδούρου.
Επίλογος
Σήμερα η μια από τις δύο λίμνες που έχουν απομείνει εκπέμπει SOS. Η διαρκής μόλυνση της περιοχής αρχίζει να δημιουργεί μια μη αναστρέψιμη οικολογική καταστροφή. Ας είμαστε όλοι σε επαγρύπνηση για να σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται. Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ΕΚ ΤΟΥ geomythiki.blogspot.com/2016/11/blog-post_9.html
...................................
Ονομαστές είναι οι «καταβόθρες», που έχουν δημιουργήσει τις λίμνες της Κωπαΐδος, της Στυμφαλίας, του Φενεού, των Ιωαννίνων, του Σαρανταποτάμου, και οι οποίες εξαφανίζονταν κάτω από τους πρόποδες των βουνών. «Καταβόθρα» άλλωστε είναι και η κοινή ονομασία του όρους Οιτη.
Η πλέον διάσημη είναι αναμφισβήτητα αυτή της Κωπαΐδος. Οι όχθες της έχουν ελικοειδείς κολπίσκους, των οποίων οι βάσεις είναι διάτρητες με 23 γεωλογικές σχισμές, γνωστές σήμερα ως «καταβόθρες».
Οι σχισμές αυτές, πού έχουν τα ανοίγματα τους στην επιφάνεια της λίμνης, υπήρξαν ανέκαθεν οι φυσικές διέξοδοι των υδάτων του έλους. Οι αρχαιολογικές έρευνες του καθηγητού Θ. Σπυροπούλου στην μεγάλη καταβόθρα απεκάλυψαν ότι τα υδραυλικά έργα σε αυτήν ανάγονται στα τέλη της 4ης ή στίς αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ.
Αν σκεφθούμε λοιπόν ότι η παράδοση αποδίδει τα έργα αυτά στους Μινύες έχουμε μία έμμεση γνώσι σχετικά με τα χρονολογικά πλαίσια υπάρξεως τους. Κατά τον Στράβωνα, όλη η έκτασις του λιμναίου εδάφους ανήκε αρχικώς στην χώρα του Ορχομενού, στην κυριαρχία του οποίου έθεσαν τέρμα οι Θηβαίοι, βοηθούμενοι από τον Ηρακλή, ο οποίος έφραξε τις καταβόθρες, καταστρέφοντας έτσι την χώρα των Μινυών.
Πίσω από τον μύθο διακρίνεται ξεκάθαρα ένα προϊστορικό υδραυλικό έργο των πρώτων Ελλήνων, όπως απέδειξε προσφάτως η αρχαιολόγος Ε.Λ. Μπουρδάκου στο βιβλίο της «Ηρακλής, ο εξερευνητής του αρχαίου κόσμου» (εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΚΕΨΙΣ»). Πράγματι, την αποξήρανση της Κωπαϊδος κατά τους χρόνους των Μινυών αποδεικνύουν τα λείψανα των αποξηραντικών έργων, τα όποια απεκαλύφθησαν στις ανασκαφές, που έγιναν στην περιοχή.
Την λίμνη διατέμνουν τρεις κύριες αύλακες κτιστές με μεγάλους πολυγωνικούς λίθους, που διατρέχουν η μεν το βόρειο τμήμα, η άλλη το κεντρικό και μια άλλη το νότιο. Είναι δε συνδεδεμένες με μικρότερες δευτερεύουσες.
Οι αύλακες αυτές άρχιζαν από τα στόμια των παραποτάμων και κατέληγαν μπροστά στις καταβόθρες, τα ίδια τεχνικά έργα παρατηρούνται
Το κολοσσιαίο αυτό τεχνικό έργο στην «Μινυακή Καταβόθρα» του περιελάμβανε ακόμη και κατασκευή Ελληνικού, όπως την έβαπτίσαμε, διωρύγων!
Το εκπληκτικό είναι ότι πλέον, έπειτα από την προσωπική ερευνά μας. Στο παρακείμενο ακριβώς σπήλαιο, όπου ελατρεύετο ο Διόνυσος, διακρίνεται σήραγγα μυκηναϊκής τεχνοτροπίας, εφ’ όσον έχει το σχήμα υψικόρυφης καμάρας, χαρακτηριστικής, όπως αναφέρει ο ανασκαφεύς της Γ.Ε. Μυλωνάς, της Μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Ανάλογη τεχνοτροπία κατασκευής σηράγγων βλέπουμε στην χώρα των Χετταίων (στην Μικρά Ασία).
Τα σπάνια αυτά έργα της προϊστορίας θα μπορούσαν να περιληφθούν σε μια νέα κατηγορία των «7 Θαυμάτων του Προϊστορικού Κόσμου». Πώς είναι όμως δυνατόν να συνυπάρχουν Μυκηναϊκά έργα δίπλα σε Μινυακά; Πώς είναι δυνατόν να έζησε κάποιος ταυτόχρονα στον 12ο αι. π.Χ. και στην 3η χιλιετία π.Χ.; Μήπως οι Μυκηναίοι επεξέτειναν το αρχαιότερο έργο; Η επισταμένη μελέτη του χώρου δεν αφήνει αμφιβολίες πως πρόκειται για σύγχρονα έργα.
Εφ’ όσον λοιπόν οι καταβόθρες τοποθετούνται στην 3η χιλιετία π.Χ., το ίδιο θα πρέπει να γίνει και με τις σήραγγες. και για να μην προλάβουν κάποιοι κακόβουλοι να τα θεωρήσουν φυσικές «πυλοειδείς» καταβόθρες, τονίζουμε ότι πρόκειται για έργα που έχουν γίνει με την ανθρώπινη μυϊκή δύναμη σε άγνωστο, όπως προκύπτει, προϊστορικό παρελθόν και είναι εύκολο για έναν επιστήμονα- αρχαιολόγο, που έχει εις γνώσιν του τα προαναφερθέντα συγγενικά τεχνικά έργα (Μυκήνες, Τίρυνθα, Κωπαΐδα), να κατανόηση την ομοιότητα και την σπουδαιότητα του ευρήματος. Μια τέτοια παρατήρησις όμως θα άλλαζε τον ρου της ιστορίας εφ’ όσον μας οδηγεί σε ένα παράλογο για την «κατεστημένη επιστημονική έρευνα» συμπέρασμα ότι:
Οι Μινύες είναι οι δημιουργοί όλων των εν Ελλάδι και ίσως και εκτός αυτής (Μάλτα, Βρεταννία, κ.ά.) κυκλώπειων έργων. Άρα και τα Μυκηναϊκά κυκλώπεια τείχη είναι Μινυών έργα.
Είναι γεγονός πως η διεθνής επιστημονική κοινότητα δέχεται την Χρονολόγηση της 3ης χιλιετίας π.Χ. για τα μεγαλιθικά μνημεία της Μάλτας ή της Σαρδηνίας ή ακόμη και του Στόουνχεντζ, απορρίπτει όμως την χρονολόγησή αυτή για τα «Μυκηναϊκά» εν Ελλάδι ευρήματα.
Παρουσιάζονται έτσι τα τελευταία ως έργα των μέσων της 2ας χιλιετίας π.Χ., αντίγραφα των υπολοίπων ευρωπαϊκών.
Η ψυχρή επιστημονική λογική όμως διακρίνει το ίδιο «χέρι» στα έργα αυτά. Άλλωστε εάν δεχθούμε την ευρωπαϊκή άποψη, έπειτα από 1.500 χρόνια, χρονολογία κατά την οποία ανηγέρθησαν τα Μυκηναϊκά τείχη, είναι αδύνατον η ιστορική μνήμη να είχε διατηρήσει την ίδια τεχνογνωσία, η οποία διαρκώς μεταβάλλεται. Σήμερα με πιο έντονους ρυθμούς, τότε πιο αργά, αλλά διαρκώς μεταμορφούμενη.
Φαίνεται ότι όλα αυτά τα χρόνια, οι επισκέπτες του «Ελληνικού», τολμηροί ερασιτέχνες ή μονολιθικοί «ερευνητές», προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το μεμονωμένο φαινόμενο της «πυραμίδας», χωρίς να μελετήσουν την ευρύτερη περιοχή.
Κι όμως πίσω ακριβώς από την αρχαιολογική θέση της πυραμίδας και μέσα στα χωράφια, που ανεπίτρεπτα καλλιεργούνται σήμερα στην περιοχή, ανιχνεύονται σπουδαία λείψανα των προϊστορικών υδραυλικών έργων των Μινύων.
Ανάμεσα στις καλλιέργειες διακρίνονται κυκλώπεια τείχη εν είδει περιβόλου ή αναλημμάτων-αναχωμάτων, τα όποια περιέκλειαν κάποτε το πυραμιδοειδές μνημείο. Αυτή η νέα αρχαιολογική ανακάλυψη την οποία η θεία τύχη όρισε να έλθει στο φως, επιβεβαιώνει τις αρχαιομετρικές έρευνες του καθηγητού Ι. Λυριντζή, ο οποίος τοποθετεί χρονολογικά την «πυραμίδα» επίσης στην 3η χιλιετία π.Χ., καθιστώντας την αυτομάτως αρχαιότερη των Αιγυπτιακών. Δυστυχώς ή απουσία του άνω τμήματος της «πυραμίδος» δεν μας επιτρέπει να ομιλούμε με βεβαιότητα για την ύπαρξη πυραμίδων στην Ελλάδα.
Κι αυτό διότι στο εσωτερικό της σχηματίζεται χώρος τετράγωνος διαστάσεων 7,10 Χ 7,10 μέτρων, οι τοίχοι του οποίου είναι κάθετοι και εάν προεκταθοϋν προς τα πάνω θα συναντήσουν την επικλινή εξωτερική επιφάνεια χαμηλότερα από το σημείο, όπου θα μπορούσαν να συναντηθούν σ’ ένα κοινό σημείο οι επικλινείς τέσσερις γραμμές των γωνιών της πυραμίδας.
Η παρατήρηση αυτή οδήγησε στην υπόθεση ότι η πυραμίδα του Ελληνικού ήτο κόλουρος. Προχωρούσε με επικλινείς τις πλευρές της ως το ύψος των 3,5 περίπου μέτρων κι έπειτα είχε επίπεδη στέγη η πλινθόκτιστο εποικοδόμημα με επάλξεις. Πράγματι ολόκληρη η περιοχή είναι κατάσπαρτη με όστρακα (τεμάχια αγγείων) των Ελληνιστικών χρόνων. Διόλου απίθανο από τότε να αλλοιώθηκε η κορυφή της προκειμένου να εξυπηρέτηση νέες πρακτικές ανάγκες των ανθρώπων της περιοχής.
Όσον αφορά στην ταύτισή της πυραμίδας με ταφικό μνημείο εκ μέρους του Παυσανίου, πράγμα το όποιο οδήγησε κάποιους ιστοριοδίφες να την χαρακτηρίσουν τάφο, φρυκτωρία ή παρόδιον οχυρό, υπάρχει κι εδώ μία απάντηση.
Η πυραμίς ξεχασμένη ανά τους αιώνες ή μάλλον ανά τις χιλιετίες από τους Έλληνες του 6ου – 4ου αιώνος π.Χ., χρησιμοποιήθηκα και πάλι ως ταφικό μνημείο και μάλιστα με έτοιμο οικοδομικό υλικό.
ΔΕΙΤΕ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Δεν είναι σπάνιες ανάλογες περιπτώσεις μέχρι και τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Σε εποχές που ο χρόνος κατασκευής πιέζει η το υλικό είναι ακριβό, τα παλαιά μνημεία ανοικοδομούνται με την επαναχρησιμοποίησι του αρχαιοτέρου υλικού. Όσον αφορά στην εκδοχή της φρυκτωρίας, είναι ανόητη η επιλογή της θέσεως, εφ’ όσον ο λοφίσκος, επί του οποίου είναι ιδρυμένη είναι τόσο μικρός -ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν υψηλότερες βουνοκορφές- ώστε η φωτιά και ο καπνός να είναι μάλλον αόρατα.
Το ότι μάλλον ήτο παρόδιον οχυρόν φαίνεται η πιθανότερη εκδοχή, αλλά και πάλι δεν δικαιολογεί το αρχαίο τοπωνύμιο της περιοχής «Τούμπα» (τύμβος), δηλαδή «Τάφος». Την ίδια στιγμή γνωρίζουμε ότι οι Αιγυπτιακές πυραμίδες είχαν επίσης ιδρυθεί ως ταφικά μνημεία.
Φυσικά δεν εξυπηρετούσαν μόνον αυτόν τον σκοπό. Είναι γεγονός ότι ή πυραμίδα στα βάθη της κρύβει ακόμη πολλά μυστικά, όπως φαίνεται και από τον κούφιο αντίλαλο του δαπέδου του κεντρικού δωματίου. Τι να κρύβει άραγε στο εσωτερικό της;
ΔΕΙΤΕ :
Ίσως να μην μάθουμε ποτέ. Δυστυχώς και αυτό το σπάνιο μνημείο έχει πέσει θύμα μιας ανθελληνικής προπαγάνδας, που δεν επιτρέπει στους Έλληνες να ιδρύουν πυραμίδες και μεγάλα τεχνικά έργα πριν από τους Ανατολικούς λαούς. Κι όμως τόσο το μυστικό των Αιγυπτιακών πυραμίδων, όσο και οι σχέσης τους με τους Μινύες και τα υδραυλικά έργα αυτών μοιάζουν κρυμμένα στο «Ελληνικό». Ας ευχηθούμε ότι οι αρχαιολόγοι του μέλλοντος θα καταφέρουν να ανασκάψουν το πολυπόθητο μυστικό της Αργολικής γης, αποκαλύπτοντας επί τέλους την αλήθεια, που ορισμένοι στέρησαν σε όλους εμάς.
Οι Μινύες, αυτός ο θρυλικός Ελληνικός λαός, απετέλεσαν τους πρωτοπόρους, τους οδηγούς της Ελληνικής Φυλής, σε κάθε τομέα δραστηριότητος. Άριστοι ναυτικοί, τεχνικοί και μηχανικοί, οι Μινύες μεταλαμπάδευσαν τον υψηλό θεσσαλικό πολιτισμό, που έχει τις απαρχές του στην μεσολιθική περίοδο -9η χιλιετία π.Χ.- σε όλη την ηπειρωτική και νησιωτική χώρα. Προϊόντα του Μινυακού πολιτισμού είναι ο Μινωικός και Μυκηναϊκός πολιτισμός, πιθανώς δε και ο Σουμεριακός, αλλά και ο Αιγυπτιακός.
Οι Μινύες ήσαν Έλληνες και όχι επήλυδες, «Ινδοευρωπαίοι», οι οποίοι, κατά τα γνωστά μυθεύματα, αφίχθησαν από τον Βορρά ή την Ανατολή. Αυτό τεκμαίρεται από την συνέχεια του Ελληνικού πολιτιστικού γίγνεσθαι στους τόπους όπου κατοίκησαν και μεγαλούργησαν. Ιδιαιτέρως σημαντικά είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα, τα όποια ενισχύουν την άποψη αυτή.
Στις πρόσφατες ανασκαφές της στην προϊστορική ακρόπολη του Διμηνίου, η έφορος αρχαιοτήτων Βόλου, η κ. Βασιλική Αδρύμη-Σισμάνη, ανεκάλυψε λίγες δεκάδες μέτρα από την προϊστορική ακρόπολη, μία νέα πόλη, Μυκηναϊκή, την οποία εταύτισε με την Μινυακή Ιωλκό. Η ανακάλυψη αυτή είναι ιδιαιτέρως σημαντική, διότι προσδίδει νέο χρονικό βάθος, αλλά και συνέχεια στον Ελληνικό θεσσαλικό πολιτισμό. Έχουμε δηλαδή μία λογική χρονική μετάβαση από την περίοδο του Σέσκλου (μέσα 6ης – μέσα 5ης χιλιετίας π.Χ.), στην περίοδο του Διμηνίου (μέσα 5ης – τέλη 3ης χιλιετίας π.Χ.) και τέλος στην περίοδο της Ιωλκού.
Έτσι ουδεμία ασυνέχεια του Ελληνικού πολιτισμού υφίσταται και τα επιχειρήματα των Ινδοευρωπαϊστών κατακρημνίζονται. Ακόμα όμως σημαντικότερα είναι τα προκύπτοντα συμπεράσματα τα αφορώντα στον εν πολλοίς τεχνικό διαχωρισμό μεταξύ των Ελλήνων Μινυών, Μινωϊτών και Μυκηναίων, που όμως κατ’ ουσίαν δεν υφίσταται. Τα ονόματα τους αυτά δεν υποδηλώνουν κανέναν ξεχωριστό πολιτισμό, αλλά απλώς την εκάστοτε μετατόπιση του πολιτικού, διοικητικού και πολιτισμικού κέντρου βάρους του Ελληνισμού, κατά περιόδους.
ΕΠΙΣΗΣ
Αν και αδιαμφισβήτητος άρχων-ποταμός της Αργολίδας είναι, από τον καιρό του Δευκαλίωνα, ο Ίναχος, ο Ερασίνος είναι ο πιο προσκυνημένος, ο πιο αγαπημένος, ο πιο ζωτικός. Καρστική η πηγή του, αναβλύζει από τα έγκατα του χαμηλού όρους Χάον και προέρχεται από τα υπόγεια ύδατα των Αρκαδικών βουνών και την λεκάνη της Στυμφαλίας. Αστείρευτο μεταλλείο παροχής υγρού χρυσού για την πεδιάδα και τον πληθυσμό της Αργείας ως τις μέρες μας. Αξίζει, όμως, γνωστικά μια αναδρομή στο μυθολογικό και ιστορικό αρχείο της περιοχής που περπατάμε.
Η αρχέγονη, πολυδίψια κληρονομιά της Αργολίδας φορτώθηκε στο όχημα ενός μύθου που ατάραχο διανύει τους αιώνες από την εποχή των μεγάλων κατακλυσμών. Στο μύθο αυτό, ο Ποσειδώνας και η Ήρα αντιδίκησαν για τον τίτλο του πολιούχου-θεού του Άργους. Δικαστές τους ήταν ο Ίναχος, ο Κηφισός και ο Αστερίων που διάλεξαν για τα κλειδιά της πόλης την Ήρα. Οργισμένος ο Ποσειδώνας με την απόφασή τους, πλημμύρισε με θάλασσα την Αργολίδα, αφάνισε τα γλυκά νερά των ποταμών και των λιμνών της και ξέρανε την κοίτη του αρχιδικαστή Ινάχου. Η Ήρα, που πολύ αγάπησε το Άργος, μεσολάβησε, κατασίγασε τον θυμό του Ποσειδώνα, κι αυτός, όταν μαλάκωσε, απέσυρε τη θάλασσα από την αργείτικη στεριά. Στη θέση που άρχισε η απόσυρση των αλμυρών υδάτων οι Αργείοι ύψωσαν το Ιερό του Προκλύστιου Ποσειδώνα. Καθώς οι μύθοι δεν αποτελούν αποκλειστικά υλικό φαντασίας χωρίς πραγματικό ιστορικό αντίκρυσμα, η σύγχρονη επιστήμη έρχεται να συνδράμει την κατανόηση και αποκωδικοποίησή τους. Οι δικαστές της θεϊκής διαμάχης είναι και οι τρεις ποταμοί της Αργολίδας. Ο Ίναχος, ο μεγαλύτερος όλων είναι ο γενάρχης των Αργείων, πατέρας του Φορωνέα, γιος του Ωκεανού και στην τοπική παράδοση έχει ταυτιστεί με τον κατακλυσμό (κατακλυσμός του Ινάχου, πιθανότατα σύγχρονος του κατακλυσμού του Ωγύγου της Αττικής). Ο Αστερίων, είναι ο ένας από τα δύο ποτάμια* που έτρεχαν δίπλα στο Ηραίο του Άργους, το κεφαλάρι του οποίου βρίσκεται στο σημερινό Στεφάνι Κορινθίας (ευστέφανος Μυκήνη), πάνω από την ακρόπολη των Μυκηνών. Ο Κηφισός, που υπέστη κι αυτός την τιμωρία του Ποσειδώνα, ήταν ποταμός του Άργους, στον σημερινό λόφο της Ασπίδας. Ο Παυσανίας μας παραδίδει ότι ο Ποσειδώνας δεν εξαφάνισε εντελώς τον Κηφισό και Ιερό του έστησαν οι Αργείοι κοντά στο Κριτήριο, λίγο πιο πάνω από το αρχαίο θέατρο, όπου και ακουγόταν η υπόγεια ροή του.
Η επιστήμη συναντάει τον μύθο
Η Γεωλογία-Γεωμυθολογία μας εξηγεί ότι στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3200-1800 π.Χ.) συνέβησαν κοσμογονικές γεωλογικές μεταβολές, τόσο συγκλονιστικές που αποκρυσταλλώθηκαν στα κατακλυσμιαία μυθικά του Ινάχου και του Ποσειδώνα. Τα χρόνια εκείνα η θαλάσσια επίκλυση άγγιξε το μέγιστό της και έπαψε τον καλπασμό της στην ενδοχώρα (οργή του Ποσειδώνα). Η ακτογραμμή ήταν τότε περίπου 5 χιλιόμετρα πιο μέσα από την σημερινή. Στη συνέχεια η θάλασσα άρχισε να υποχωρεί και να αφήνει πίσω της πλούσια αλλουβιακά ιζήματα, δημιουργώντας μια γόνιμη πεδιάδα. Το φαινόμενο αυτό καταγράφεται στα μυθικά του Ινάχου με τα αποστραγγιστικά έργα και τη διάνοιξη ποτάμιας κοίτης που η παράδοση αποδίδει στον γενάρχη-άνακτα. Έτσι, ο μύθος επιβεβαιώνεται πανηγυρικά ως ριζική πηγή γνώσης του ιστορικού παρελθόντος.
Μια λίμνη στα χάλκινα χρόνια του Ερασίνου
Την ίδια εκείνη εποχή (Πρώιμη του Χαλκού)*, δημιουργήθηκε στην περιοχή του ενδιαφέροντός μας μια λίμνη γλυκού νερού, το οριακό περίγραμμα της οποίας διέτρεχε τις τοποθεσίες από τη Λέρνα, τη Μαγούλα, το Κεφαλάρι, το Ελληνικό ως τη Νέα Κίο, με ανατολικό όριό της την κοίτη του Ινάχου. Η λίμνη και οι γύρω της αποθέσεις των ιζημάτων αποτελούσαν ένα φυσικό παράκτιο φράγμα που εμπόδιζε την υφαλμύρωση του υδροφόρου ορίζοντα και κατέληξε στις μέρες μας να είναι ο γνωστός Βάλτος, το Ρουμάνι, η πεδιάδα του Τημενίου, χωρίς λίμνη πια.
Πέρα από το μύθο του Ηρακλή και της Λερναίας Ύδρας που μας παραπέμπουν στο άγριο παρελθόν της λίμνης, αυτός της Αμυμώνης και του Ποσειδώνα μας μεταφέρει ξανά στην μετά τον κατακλυσμό εποχή όπου μια πρώιμη απόσυρση της θάλασσας συνδυάστηκε με έντονη ξηρασία (παρέμβαση της Ήρας). Την κόρη του Δαναού Αμυμώνη λιμπίστηκε και κυνηγούσε ένας σάτυρος όταν εκείνη απεγνωσμένα έψαχνε να βρει πηγή γλυκού νερού. Στην προσπάθειά της να ξεφύγει τις ορέξεις του, η Δαναΐδα κόρη, ζήτησε τη βοήθεια του Ποσειδώνα. Έβαλε αυτός σημάδι τον σάτυρο, πέταξε την πελώρια τρίαινά του και στα σημεία που καρφώθηκε εμφανίστηκαν τρεις πηγές (παρέμβαση της Ήρας). Η Δίνη (Ανάβαλος), η Λέρνα και το Κεφαλάρι του Ερασίνου. Είναι η εποχή της βασιλείας του Δαναού (μετά τον Φορωνέα) ο οποίος έλυσε το πρόβλημα της λειψυδρίας του Άργους με σπουδαία έργα υδροδότησης από της πηγές. Ο μύθος, βέβαια, έχει αρκετές παραλλαγές, προεκτάσεις και ερμηνείες. Ο πυρήνας του, ωστόσο, μας παραπέμπει σε μια από τις ταραγμένες, διαδοχικές περιόδους κατακλυσμών και ξηρασίας που βασάνιζαν την Αργολίδα. Κι όλοι μαζί οι μύθοι εκείνοι επίμονα συγκλίνουν σ’ έναν ονειρεμένο λιμναίο βιότοπο που φιλοξενούσε χιλιάδες μορφές ζωής και προστάτευε την ενδοχώρα.
Ότι απόμεινε σήμερα απ’ το αλλοτινό της σφρίγος είναι η μικρή λίμνη Αλκυονία, οι πηγές της Λέρνης, η Αμυμώνη, ο ποταμίσκος Ποντίνος, ο Ερασίνος με τα ρυάκια του, και τα διαχειμάζοντα πουλιά, που στην ανάμνηση του πλούσιου σε τροφή άλλοτε βάλτου επιμένουν να σταθμεύουν και να ξεκουράζονται στην παράλια ζώνη.
Τύρβη, Τυρβασία και Νεροτριβές
Αν το Κεφαλάρι είναι σήμερα ένας τόπος-όαση, στην αρχαιότητα πρέπει να ήταν ο ίδιος ο παράδεισος. Στα σπήλαια που φιλοξενούν τώρα την Κεφαλαριώτισσα Παναγιά, ευρήματα βεβαίωσαν την αλλεπάλληλη κατοίκησή τους από τα Μεσολιθικά έως τα Μεσοελλαδικά χρόνια. Την εποχή του Λίθου, οι γεωλογικές μελέτες ισχυρίζονται ότι η θάλασσα έφτανε μέχρι τις πηγές και το κατώφλι του όρους Χάον και ο Homo sapiens ζούσε εξοικειωμένος με τις πλημμύρες στις παράκτιες σπηλιές. Τη μεγάλη του δόξα, όμως, το Κεφαλάρι του Ερασίνου, την γνώρισε από την αρχαϊκή εποχή και μετά, με τιμές και γιορτές και ιστορικά γεγονότα που έδεσαν την ύπαρξή του με τη ζωή των ανθρώπων. Οι δύο σπηλιές της Νερομάνας ήταν αφιερωμένες στον Πάνα και τον Διόνυσο. Τύρβη ονόμαζαν τα βακχικά δρώμενα με θυσίες και πανηγυρισμούς που γέμιζαν ήχους αυλών, χορούς, τελετές και άσματα τις γειτονιές του. Η γιορτή ίσως να γινόταν την άνοιξη όπου η αφθονία των υδάτων σκόρπαγε με τη βοή και την ταραχή το θεϊκό προσκλητήριο.
Σύμφωνα με τον Martin Nillson, το δρώμενο αυτό σχετίζεται με τον διθυραμβικό χορό «τυρβασία», την σκιννοτύρβη -χορός με τη συνοδεία αυλού- και το όνομα Τύρβας ενός σάτυρου. Πρόκειται για ένα από τα λαϊκά δρώμενα της βόρειας Πελοποννήσου απ’ το οποίο κατάγεται το σατυρικό δράμα.
Η τύρβη είναι λέξη άμεσα συνδεδεμένη με την ενέργεια, τη δύναμη και το θόρυβο του νερού, όρος γνωστός στη βιομηχανία που χρησιμοποιεί αυτή τη δύναμη σε πολλές εφαρμογές. Είναι επίσης σε άμεση συνάρτηση με τη λέξη τριβή, κάτι που γίνεται αντιληπτό στην έννοια και τη λειτουργία της Νεροτριβής. Και είναι αξιοπρόσεκτο ότι η παραδοσιακές Νεροτριβές στο Κεφαλάρι συνεχίζουν απτόητες μέχρι σήμερα το έργο τους, λίγα μέτρα πιο κάτω απ’ τις πηγές. Ανάμεσά τους παλαιότερες είναι οι Νεροτριβές του Κεφάλα ενώ σχετικά πρόσφατα δημιουργήθηκε και η σύγχρονη Νεροτριβή ΠΑΝΑΓΑΚΟΥ.- morias.wordpress.com/
full-width
Η πλέον διάσημη είναι αναμφισβήτητα αυτή της Κωπαΐδος. Οι όχθες της έχουν ελικοειδείς κολπίσκους, των οποίων οι βάσεις είναι διάτρητες με 23 γεωλογικές σχισμές, γνωστές σήμερα ως «καταβόθρες».
Οι σχισμές αυτές, πού έχουν τα ανοίγματα τους στην επιφάνεια της λίμνης, υπήρξαν ανέκαθεν οι φυσικές διέξοδοι των υδάτων του έλους. Οι αρχαιολογικές έρευνες του καθηγητού Θ. Σπυροπούλου στην μεγάλη καταβόθρα απεκάλυψαν ότι τα υδραυλικά έργα σε αυτήν ανάγονται στα τέλη της 4ης ή στίς αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ.
Αν σκεφθούμε λοιπόν ότι η παράδοση αποδίδει τα έργα αυτά στους Μινύες έχουμε μία έμμεση γνώσι σχετικά με τα χρονολογικά πλαίσια υπάρξεως τους. Κατά τον Στράβωνα, όλη η έκτασις του λιμναίου εδάφους ανήκε αρχικώς στην χώρα του Ορχομενού, στην κυριαρχία του οποίου έθεσαν τέρμα οι Θηβαίοι, βοηθούμενοι από τον Ηρακλή, ο οποίος έφραξε τις καταβόθρες, καταστρέφοντας έτσι την χώρα των Μινυών.
Είσοδος -πύλη του τείχους των Μινύων της Άρνης (Γλάς)
|
Η ξερολιθιά που φαίνεται στην Μεγάλη Καταβόθρα Φωτ: urbanspeleology .blogspot .gr |
Την λίμνη διατέμνουν τρεις κύριες αύλακες κτιστές με μεγάλους πολυγωνικούς λίθους, που διατρέχουν η μεν το βόρειο τμήμα, η άλλη το κεντρικό και μια άλλη το νότιο. Είναι δε συνδεδεμένες με μικρότερες δευτερεύουσες.
Οι αύλακες αυτές άρχιζαν από τα στόμια των παραποτάμων και κατέληγαν μπροστά στις καταβόθρες, τα ίδια τεχνικά έργα παρατηρούνται
Καταβόθρα από την Κωπαΐδα |
Το εκπληκτικό είναι ότι πλέον, έπειτα από την προσωπική ερευνά μας. Στο παρακείμενο ακριβώς σπήλαιο, όπου ελατρεύετο ο Διόνυσος, διακρίνεται σήραγγα μυκηναϊκής τεχνοτροπίας, εφ’ όσον έχει το σχήμα υψικόρυφης καμάρας, χαρακτηριστικής, όπως αναφέρει ο ανασκαφεύς της Γ.Ε. Μυλωνάς, της Μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Ανάλογη τεχνοτροπία κατασκευής σηράγγων βλέπουμε στην χώρα των Χετταίων (στην Μικρά Ασία).
Μυκήνες -Αρχαίο γεφύρι στον ποταμό Χάβο |
Τα σπάνια αυτά έργα της προϊστορίας θα μπορούσαν να περιληφθούν σε μια νέα κατηγορία των «7 Θαυμάτων του Προϊστορικού Κόσμου». Πώς είναι όμως δυνατόν να συνυπάρχουν Μυκηναϊκά έργα δίπλα σε Μινυακά; Πώς είναι δυνατόν να έζησε κάποιος ταυτόχρονα στον 12ο αι. π.Χ. και στην 3η χιλιετία π.Χ.; Μήπως οι Μυκηναίοι επεξέτειναν το αρχαιότερο έργο; Η επισταμένη μελέτη του χώρου δεν αφήνει αμφιβολίες πως πρόκειται για σύγχρονα έργα.
Μυκηναϊκά έργα στην Τίρυνθα |
Οι Μινύες είναι οι δημιουργοί όλων των εν Ελλάδι και ίσως και εκτός αυτής (Μάλτα, Βρεταννία, κ.ά.) κυκλώπειων έργων. Άρα και τα Μυκηναϊκά κυκλώπεια τείχη είναι Μινυών έργα.
Είναι γεγονός πως η διεθνής επιστημονική κοινότητα δέχεται την Χρονολόγηση της 3ης χιλιετίας π.Χ. για τα μεγαλιθικά μνημεία της Μάλτας ή της Σαρδηνίας ή ακόμη και του Στόουνχεντζ, απορρίπτει όμως την χρονολόγησή αυτή για τα «Μυκηναϊκά» εν Ελλάδι ευρήματα.
Παρουσιάζονται έτσι τα τελευταία ως έργα των μέσων της 2ας χιλιετίας π.Χ., αντίγραφα των υπολοίπων ευρωπαϊκών.
Η ψυχρή επιστημονική λογική όμως διακρίνει το ίδιο «χέρι» στα έργα αυτά. Άλλωστε εάν δεχθούμε την ευρωπαϊκή άποψη, έπειτα από 1.500 χρόνια, χρονολογία κατά την οποία ανηγέρθησαν τα Μυκηναϊκά τείχη, είναι αδύνατον η ιστορική μνήμη να είχε διατηρήσει την ίδια τεχνογνωσία, η οποία διαρκώς μεταβάλλεται. Σήμερα με πιο έντονους ρυθμούς, τότε πιο αργά, αλλά διαρκώς μεταμορφούμενη.
Φαίνεται ότι όλα αυτά τα χρόνια, οι επισκέπτες του «Ελληνικού», τολμηροί ερασιτέχνες ή μονολιθικοί «ερευνητές», προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το μεμονωμένο φαινόμενο της «πυραμίδας», χωρίς να μελετήσουν την ευρύτερη περιοχή.
Κι όμως πίσω ακριβώς από την αρχαιολογική θέση της πυραμίδας και μέσα στα χωράφια, που ανεπίτρεπτα καλλιεργούνται σήμερα στην περιοχή, ανιχνεύονται σπουδαία λείψανα των προϊστορικών υδραυλικών έργων των Μινύων.
Ανάμεσα στις καλλιέργειες διακρίνονται κυκλώπεια τείχη εν είδει περιβόλου ή αναλημμάτων-αναχωμάτων, τα όποια περιέκλειαν κάποτε το πυραμιδοειδές μνημείο. Αυτή η νέα αρχαιολογική ανακάλυψη την οποία η θεία τύχη όρισε να έλθει στο φως, επιβεβαιώνει τις αρχαιομετρικές έρευνες του καθηγητού Ι. Λυριντζή, ο οποίος τοποθετεί χρονολογικά την «πυραμίδα» επίσης στην 3η χιλιετία π.Χ., καθιστώντας την αυτομάτως αρχαιότερη των Αιγυπτιακών. Δυστυχώς ή απουσία του άνω τμήματος της «πυραμίδος» δεν μας επιτρέπει να ομιλούμε με βεβαιότητα για την ύπαρξη πυραμίδων στην Ελλάδα.
Κι αυτό διότι στο εσωτερικό της σχηματίζεται χώρος τετράγωνος διαστάσεων 7,10 Χ 7,10 μέτρων, οι τοίχοι του οποίου είναι κάθετοι και εάν προεκταθοϋν προς τα πάνω θα συναντήσουν την επικλινή εξωτερική επιφάνεια χαμηλότερα από το σημείο, όπου θα μπορούσαν να συναντηθούν σ’ ένα κοινό σημείο οι επικλινείς τέσσερις γραμμές των γωνιών της πυραμίδας.
Ο όγκος της πυραμίδας του Ελληνικού |
Όσον αφορά στην ταύτισή της πυραμίδας με ταφικό μνημείο εκ μέρους του Παυσανίου, πράγμα το όποιο οδήγησε κάποιους ιστοριοδίφες να την χαρακτηρίσουν τάφο, φρυκτωρία ή παρόδιον οχυρό, υπάρχει κι εδώ μία απάντηση.
Η πυραμίς ξεχασμένη ανά τους αιώνες ή μάλλον ανά τις χιλιετίες από τους Έλληνες του 6ου – 4ου αιώνος π.Χ., χρησιμοποιήθηκα και πάλι ως ταφικό μνημείο και μάλιστα με έτοιμο οικοδομικό υλικό.
ΔΕΙΤΕ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Δεν είναι σπάνιες ανάλογες περιπτώσεις μέχρι και τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Σε εποχές που ο χρόνος κατασκευής πιέζει η το υλικό είναι ακριβό, τα παλαιά μνημεία ανοικοδομούνται με την επαναχρησιμοποίησι του αρχαιοτέρου υλικού. Όσον αφορά στην εκδοχή της φρυκτωρίας, είναι ανόητη η επιλογή της θέσεως, εφ’ όσον ο λοφίσκος, επί του οποίου είναι ιδρυμένη είναι τόσο μικρός -ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν υψηλότερες βουνοκορφές- ώστε η φωτιά και ο καπνός να είναι μάλλον αόρατα.
Το ότι μάλλον ήτο παρόδιον οχυρόν φαίνεται η πιθανότερη εκδοχή, αλλά και πάλι δεν δικαιολογεί το αρχαίο τοπωνύμιο της περιοχής «Τούμπα» (τύμβος), δηλαδή «Τάφος». Την ίδια στιγμή γνωρίζουμε ότι οι Αιγυπτιακές πυραμίδες είχαν επίσης ιδρυθεί ως ταφικά μνημεία.
Φυσικά δεν εξυπηρετούσαν μόνον αυτόν τον σκοπό. Είναι γεγονός ότι ή πυραμίδα στα βάθη της κρύβει ακόμη πολλά μυστικά, όπως φαίνεται και από τον κούφιο αντίλαλο του δαπέδου του κεντρικού δωματίου. Τι να κρύβει άραγε στο εσωτερικό της;
ΔΕΙΤΕ :
Ίσως να μην μάθουμε ποτέ. Δυστυχώς και αυτό το σπάνιο μνημείο έχει πέσει θύμα μιας ανθελληνικής προπαγάνδας, που δεν επιτρέπει στους Έλληνες να ιδρύουν πυραμίδες και μεγάλα τεχνικά έργα πριν από τους Ανατολικούς λαούς. Κι όμως τόσο το μυστικό των Αιγυπτιακών πυραμίδων, όσο και οι σχέσης τους με τους Μινύες και τα υδραυλικά έργα αυτών μοιάζουν κρυμμένα στο «Ελληνικό». Ας ευχηθούμε ότι οι αρχαιολόγοι του μέλλοντος θα καταφέρουν να ανασκάψουν το πολυπόθητο μυστικό της Αργολικής γης, αποκαλύπτοντας επί τέλους την αλήθεια, που ορισμένοι στέρησαν σε όλους εμάς.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΕΊ ΟΙ «ΕΠΙΣΗΜΟΙ » ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΟΜΩΣ ΔΕΝ «ΜΠΟΡΟΥΝ» ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΤΥΠΩΣΟΝ ΕΠΙΣΗΜΑ
Επίλογος
Πλόας από την Φυλακωπή της Μήλου |
Οι Μινύες ήσαν Έλληνες και όχι επήλυδες, «Ινδοευρωπαίοι», οι οποίοι, κατά τα γνωστά μυθεύματα, αφίχθησαν από τον Βορρά ή την Ανατολή. Αυτό τεκμαίρεται από την συνέχεια του Ελληνικού πολιτιστικού γίγνεσθαι στους τόπους όπου κατοίκησαν και μεγαλούργησαν. Ιδιαιτέρως σημαντικά είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα, τα όποια ενισχύουν την άποψη αυτή.
Έτσι ουδεμία ασυνέχεια του Ελληνικού πολιτισμού υφίσταται και τα επιχειρήματα των Ινδοευρωπαϊστών κατακρημνίζονται. Ακόμα όμως σημαντικότερα είναι τα προκύπτοντα συμπεράσματα τα αφορώντα στον εν πολλοίς τεχνικό διαχωρισμό μεταξύ των Ελλήνων Μινυών, Μινωϊτών και Μυκηναίων, που όμως κατ’ ουσίαν δεν υφίσταται. Τα ονόματα τους αυτά δεν υποδηλώνουν κανέναν ξεχωριστό πολιτισμό, αλλά απλώς την εκάστοτε μετατόπιση του πολιτικού, διοικητικού και πολιτισμικού κέντρου βάρους του Ελληνισμού, κατά περιόδους.
ΕΠΙΣΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΥΔΑΤΩΝ
Το δικαστήριο των Ποταμών-ο θυμός του Ποσειδώνα
Η αρχέγονη, πολυδίψια κληρονομιά της Αργολίδας φορτώθηκε στο όχημα ενός μύθου που ατάραχο διανύει τους αιώνες από την εποχή των μεγάλων κατακλυσμών. Στο μύθο αυτό, ο Ποσειδώνας και η Ήρα αντιδίκησαν για τον τίτλο του πολιούχου-θεού του Άργους. Δικαστές τους ήταν ο Ίναχος, ο Κηφισός και ο Αστερίων που διάλεξαν για τα κλειδιά της πόλης την Ήρα. Οργισμένος ο Ποσειδώνας με την απόφασή τους, πλημμύρισε με θάλασσα την Αργολίδα, αφάνισε τα γλυκά νερά των ποταμών και των λιμνών της και ξέρανε την κοίτη του αρχιδικαστή Ινάχου. Η Ήρα, που πολύ αγάπησε το Άργος, μεσολάβησε, κατασίγασε τον θυμό του Ποσειδώνα, κι αυτός, όταν μαλάκωσε, απέσυρε τη θάλασσα από την αργείτικη στεριά. Στη θέση που άρχισε η απόσυρση των αλμυρών υδάτων οι Αργείοι ύψωσαν το Ιερό του Προκλύστιου Ποσειδώνα. Καθώς οι μύθοι δεν αποτελούν αποκλειστικά υλικό φαντασίας χωρίς πραγματικό ιστορικό αντίκρυσμα, η σύγχρονη επιστήμη έρχεται να συνδράμει την κατανόηση και αποκωδικοποίησή τους. Οι δικαστές της θεϊκής διαμάχης είναι και οι τρεις ποταμοί της Αργολίδας. Ο Ίναχος, ο μεγαλύτερος όλων είναι ο γενάρχης των Αργείων, πατέρας του Φορωνέα, γιος του Ωκεανού και στην τοπική παράδοση έχει ταυτιστεί με τον κατακλυσμό (κατακλυσμός του Ινάχου, πιθανότατα σύγχρονος του κατακλυσμού του Ωγύγου της Αττικής). Ο Αστερίων, είναι ο ένας από τα δύο ποτάμια* που έτρεχαν δίπλα στο Ηραίο του Άργους, το κεφαλάρι του οποίου βρίσκεται στο σημερινό Στεφάνι Κορινθίας (ευστέφανος Μυκήνη), πάνω από την ακρόπολη των Μυκηνών. Ο Κηφισός, που υπέστη κι αυτός την τιμωρία του Ποσειδώνα, ήταν ποταμός του Άργους, στον σημερινό λόφο της Ασπίδας. Ο Παυσανίας μας παραδίδει ότι ο Ποσειδώνας δεν εξαφάνισε εντελώς τον Κηφισό και Ιερό του έστησαν οι Αργείοι κοντά στο Κριτήριο, λίγο πιο πάνω από το αρχαίο θέατρο, όπου και ακουγόταν η υπόγεια ροή του.
Η επιστήμη συναντάει τον μύθο
Η Γεωλογία-Γεωμυθολογία μας εξηγεί ότι στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3200-1800 π.Χ.) συνέβησαν κοσμογονικές γεωλογικές μεταβολές, τόσο συγκλονιστικές που αποκρυσταλλώθηκαν στα κατακλυσμιαία μυθικά του Ινάχου και του Ποσειδώνα. Τα χρόνια εκείνα η θαλάσσια επίκλυση άγγιξε το μέγιστό της και έπαψε τον καλπασμό της στην ενδοχώρα (οργή του Ποσειδώνα). Η ακτογραμμή ήταν τότε περίπου 5 χιλιόμετρα πιο μέσα από την σημερινή. Στη συνέχεια η θάλασσα άρχισε να υποχωρεί και να αφήνει πίσω της πλούσια αλλουβιακά ιζήματα, δημιουργώντας μια γόνιμη πεδιάδα. Το φαινόμενο αυτό καταγράφεται στα μυθικά του Ινάχου με τα αποστραγγιστικά έργα και τη διάνοιξη ποτάμιας κοίτης που η παράδοση αποδίδει στον γενάρχη-άνακτα. Έτσι, ο μύθος επιβεβαιώνεται πανηγυρικά ως ριζική πηγή γνώσης του ιστορικού παρελθόντος.
Μια λίμνη στα χάλκινα χρόνια του Ερασίνου
Την ίδια εκείνη εποχή (Πρώιμη του Χαλκού)*, δημιουργήθηκε στην περιοχή του ενδιαφέροντός μας μια λίμνη γλυκού νερού, το οριακό περίγραμμα της οποίας διέτρεχε τις τοποθεσίες από τη Λέρνα, τη Μαγούλα, το Κεφαλάρι, το Ελληνικό ως τη Νέα Κίο, με ανατολικό όριό της την κοίτη του Ινάχου. Η λίμνη και οι γύρω της αποθέσεις των ιζημάτων αποτελούσαν ένα φυσικό παράκτιο φράγμα που εμπόδιζε την υφαλμύρωση του υδροφόρου ορίζοντα και κατέληξε στις μέρες μας να είναι ο γνωστός Βάλτος, το Ρουμάνι, η πεδιάδα του Τημενίου, χωρίς λίμνη πια.
Πέρα από το μύθο του Ηρακλή και της Λερναίας Ύδρας που μας παραπέμπουν στο άγριο παρελθόν της λίμνης, αυτός της Αμυμώνης και του Ποσειδώνα μας μεταφέρει ξανά στην μετά τον κατακλυσμό εποχή όπου μια πρώιμη απόσυρση της θάλασσας συνδυάστηκε με έντονη ξηρασία (παρέμβαση της Ήρας). Την κόρη του Δαναού Αμυμώνη λιμπίστηκε και κυνηγούσε ένας σάτυρος όταν εκείνη απεγνωσμένα έψαχνε να βρει πηγή γλυκού νερού. Στην προσπάθειά της να ξεφύγει τις ορέξεις του, η Δαναΐδα κόρη, ζήτησε τη βοήθεια του Ποσειδώνα. Έβαλε αυτός σημάδι τον σάτυρο, πέταξε την πελώρια τρίαινά του και στα σημεία που καρφώθηκε εμφανίστηκαν τρεις πηγές (παρέμβαση της Ήρας). Η Δίνη (Ανάβαλος), η Λέρνα και το Κεφαλάρι του Ερασίνου. Είναι η εποχή της βασιλείας του Δαναού (μετά τον Φορωνέα) ο οποίος έλυσε το πρόβλημα της λειψυδρίας του Άργους με σπουδαία έργα υδροδότησης από της πηγές. Ο μύθος, βέβαια, έχει αρκετές παραλλαγές, προεκτάσεις και ερμηνείες. Ο πυρήνας του, ωστόσο, μας παραπέμπει σε μια από τις ταραγμένες, διαδοχικές περιόδους κατακλυσμών και ξηρασίας που βασάνιζαν την Αργολίδα. Κι όλοι μαζί οι μύθοι εκείνοι επίμονα συγκλίνουν σ’ έναν ονειρεμένο λιμναίο βιότοπο που φιλοξενούσε χιλιάδες μορφές ζωής και προστάτευε την ενδοχώρα.
Ότι απόμεινε σήμερα απ’ το αλλοτινό της σφρίγος είναι η μικρή λίμνη Αλκυονία, οι πηγές της Λέρνης, η Αμυμώνη, ο ποταμίσκος Ποντίνος, ο Ερασίνος με τα ρυάκια του, και τα διαχειμάζοντα πουλιά, που στην ανάμνηση του πλούσιου σε τροφή άλλοτε βάλτου επιμένουν να σταθμεύουν και να ξεκουράζονται στην παράλια ζώνη.
Τύρβη, Τυρβασία και Νεροτριβές
Αν το Κεφαλάρι είναι σήμερα ένας τόπος-όαση, στην αρχαιότητα πρέπει να ήταν ο ίδιος ο παράδεισος. Στα σπήλαια που φιλοξενούν τώρα την Κεφαλαριώτισσα Παναγιά, ευρήματα βεβαίωσαν την αλλεπάλληλη κατοίκησή τους από τα Μεσολιθικά έως τα Μεσοελλαδικά χρόνια. Την εποχή του Λίθου, οι γεωλογικές μελέτες ισχυρίζονται ότι η θάλασσα έφτανε μέχρι τις πηγές και το κατώφλι του όρους Χάον και ο Homo sapiens ζούσε εξοικειωμένος με τις πλημμύρες στις παράκτιες σπηλιές. Τη μεγάλη του δόξα, όμως, το Κεφαλάρι του Ερασίνου, την γνώρισε από την αρχαϊκή εποχή και μετά, με τιμές και γιορτές και ιστορικά γεγονότα που έδεσαν την ύπαρξή του με τη ζωή των ανθρώπων. Οι δύο σπηλιές της Νερομάνας ήταν αφιερωμένες στον Πάνα και τον Διόνυσο. Τύρβη ονόμαζαν τα βακχικά δρώμενα με θυσίες και πανηγυρισμούς που γέμιζαν ήχους αυλών, χορούς, τελετές και άσματα τις γειτονιές του. Η γιορτή ίσως να γινόταν την άνοιξη όπου η αφθονία των υδάτων σκόρπαγε με τη βοή και την ταραχή το θεϊκό προσκλητήριο.
Σύμφωνα με τον Martin Nillson, το δρώμενο αυτό σχετίζεται με τον διθυραμβικό χορό «τυρβασία», την σκιννοτύρβη -χορός με τη συνοδεία αυλού- και το όνομα Τύρβας ενός σάτυρου. Πρόκειται για ένα από τα λαϊκά δρώμενα της βόρειας Πελοποννήσου απ’ το οποίο κατάγεται το σατυρικό δράμα.
Η τύρβη είναι λέξη άμεσα συνδεδεμένη με την ενέργεια, τη δύναμη και το θόρυβο του νερού, όρος γνωστός στη βιομηχανία που χρησιμοποιεί αυτή τη δύναμη σε πολλές εφαρμογές. Είναι επίσης σε άμεση συνάρτηση με τη λέξη τριβή, κάτι που γίνεται αντιληπτό στην έννοια και τη λειτουργία της Νεροτριβής. Και είναι αξιοπρόσεκτο ότι η παραδοσιακές Νεροτριβές στο Κεφαλάρι συνεχίζουν απτόητες μέχρι σήμερα το έργο τους, λίγα μέτρα πιο κάτω απ’ τις πηγές. Ανάμεσά τους παλαιότερες είναι οι Νεροτριβές του Κεφάλα ενώ σχετικά πρόσφατα δημιουργήθηκε και η σύγχρονη Νεροτριβή ΠΑΝΑΓΑΚΟΥ.- morias.wordpress.com/