Απίστευτο υλικό αποκαλύπτει ένα ρωμαϊκό ναυάγιο που περιέχει περισσότερους από 100 τέλεια διατηρημένους αμφορείς, τους οποίους οι υποβρύχιοι αρχαιολόγοι μαζεύουν επιμελώς. Οι προκαταρκτικές έρευνες δείχνουν ότι το ναυάγιο χρονολογείται στον τρίτο ή στον τέταρτο αιώνα και ήταν ένα εμπορικό πλοίο που μεταφέρει αμφορείς μεταξύ Μαγιόρκα, οι Γυμνησίαι* Νήσοι των αρχαίων Ελλήνων και ισπανικής ηπειρωτικής χώρας
Το ναυάγιο - το οποίο οι εμπειρογνώμονες χρονολογούν πριν από περίπου 1.700 χρόνια - βρέθηκε στα ανοικτά των ακτών της Μαγιόρκα τον Ιούλιο του 2019. Με βάση μερικές από τις επιγραφές στα μακρά βάζα με δύο χερούλια, οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι χρησιμοποιήθηκαν οι αμφορείς για να αποθηκεύσουν σάλτσα ψαριού* , λάδι και κρασί.
Ωστόσο, οι ερευνητές δεν θα είναι σε θέση να τους ανοίξουν για να ελέγξουν μέχρι να ολοκληρώσουν τις εργασίες συντήρησης που θα σταματήσουν το αλάτι στο θαλασσινό νερό να σπάσει τα βάζα.
Το ναυάγιο βρέθηκε στα ανοικτά των ακτών της παραλίας Can Pastilla της Μαγιόρκα τον Ιούλιο, όταν ο κάτοικος της περιοχής Felix Alarcón και η σύζυγός του κολυμπώντας είδαν κομμάτια κεραμικής στο βυθό. Μετά από τη διερεύνηση, οι αρχαιολόγοι βρήκαν το ρωμαϊκό σκάφος που είχε ταφεί στο βυθό της θάλασσας, μόλις μερικά μέτρα από την ακτή.
Σε συνέντευξη τύπου, ο αρχαιολόγος Σεμπάστιαν Μουνάρ του Ινστιτούτου Θαλάσσιων Αρχαιολογικών Μελετών των Βαλεαρίδων δήλωσε ότι οι αμφορείς ήταν τέλεια συντηρημένοι στο κάθισμα το αμπάρι του πλοίου. Το σκάφος έχει μήκος περίπου 33 πόδια (δέκα μέτρα) και πλάτος 16 πόδια (πέντε μέτρα).Το εμπορικό πλοίο θεωρείται ότι μεταφέρει τα εμπορεύματά του ανάμεσα στη Μαγιόρκα και την ισπανική ενδοχώρα.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι το ρωμαϊκό σκάφος βυθίστηκε πριν από περίπου 1.700 χρόνια - αν και πιθανότατα όχι ως αποτέλεσμα καταιγίδας, δεδομένης της εξαιρετικής διατήρησης του εύθραυστου φορτίου.
«Μόλις είμαστε σε θέση να μεταφράσουμε τις επιγραφές, θα μάθουμε περισσότερα για τους εμπόρους, τα προϊόντα που μεταφέρουν και από πού προέρχονται». IBEAM. Instituto Balear de Estudios en Arqueología Marítima
*Οι Γυμνησίαι Νήσοι
Οι Βαλεαρίδες Νήσοι (καταλανικά Illes Balears, ισπανικά Islas Baleares) είναι σύμπλεγμα έντεκα νήσων στα ανατολικά της Ισπανίας, στη Μεσόγειο και σε διάταξη από ΝΔ. προς ΒΑ., οι οποίες συναποτελούν μια από τις 17 αυτόνομες κοινότητες (Περιφέρειες) της χώρας.
Σημαντικότερες εξ αυτών είναι οι εξής τέσσερις, η Μαγιόρκα, η Μενόρκα, η Ίμπιζα και η Φορμεντέρα. Πρωτεύουσά τους είναι η Πάλμα επί της Μαγιόρκας, που είναι και η μεγαλύτερη νήσος. Η συνολική τους έκταση φθάνει περίπου τα 4.992 τ.χλμ
Οι Βαλεαρίδες Νήσοι είναι γνωστές με πολλά ονόματα σε διαφορετικές γλώσσες, ενώ υπάρχουν πολλές θεωρίες για την προέλευση των δύο αρχαίων ονομάτων στα αρχαία ελληνικά και τα Λατινικά (Γυμνάσιαι και Baleares), τα οποία είναι και αυτά που επιβιώνουν σήμερα από κλασσικές πηγές. Σύμφωνα με τους στίχους του Λυκόφρονος «Αλεξάνδρα», τα νησιά είχαν την ονομασία Γυμνάσιαι (από τη λέξη γυμνός), καθώς οι κάτοικοί τους ήταν συχνά γυμνοί, πιθανά λόγω του θερμού κλίματος όλο το χρόνο. Οι Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς έδιναν γενικά ονομασίες ανάλογα με τις ικανότητες και ιδιότητες των ανθρώπων. Η ονομασία Baleares προέρχεται από το ελληνικό ρήμα βάλλω, αν και ο Στράβωνας προσδίδει στο όνομα Φοινικικές ρίζες. Ο ίδιος παρατήρησε επίσης ότι ήταν το ισοδύναμο στη γλώσσα της Φοινίκης της ελληνικής λέξης για τους ελαφρά οπλισμένους στρατιώτες (γυμνῆτας) .
- Δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για τους πρώτους κατοίκους των νησιών, αν και είναι γνωστοί αρκετοί θρύλοι. Σύμφωνα με τον Λυκόφρονα, ορισμένοι ναυαγοί από τη Βοιωτία διασώθηκαν γυμνοί στα νησιά, και σε αυτή την ιστορία αποδίδεται η ονομασία Γυμνησίαι. Υπάρχει, επίσης, η παράδοση ότι τα νησιά αποικήθηκαν από την πόλη της Ρόδου μετά τον πόλεμο της Τροίας[Στράβων].
Η ρίζα (bal) δεν έχει παρόλ' αυτά Φοινικική καταγωγή. Ίσως τα νησιά να ήταν αφιερωμένα στο θεό των Φοινίκων Βάαλ, ενώ η τυχαία ομοιότητα με την ελληνική ρίζα ΒΑΛ (βάλλω), σε συνδυασμό με την απασχόληση των κατοίκων, να αιτιολογεί τη ενσωμάτωση της ονομασίας στην Ελληνική γλώσσα. Είναι σαφές όμως ότι η πιο κοινή αρχαία ελληνική ονομασία των νησιών δεν ήταν Βαλεαρείς, αλλά Γυμνησίαι, ενώ η πρώτη ονομασία χρησιμοποιήθηκε τόσο από τους αυτόχθονες, όσο και από τους Ρωμαίους και τους Καρχηδονίους .
Κατά την αρχαιότητα, οι κάτοικοι των Γυμνησιαίων νήσων ήταν γνωστοί για την ικανότητά τους στη σφεντόνα. Ως πολεμιστές με αυτά τα όπλα υπηρέτησαν αρχικά ως μισθοφόροι τους Καρχηδόνιους και στη συνέχεια τους Ρωμαίους. Μάχονταν μόνο με μία μικρή ασπίδα και ένα ακόντιο με συνήθως σιδερένια αιχμή. Η επιτυχία τους, όμως, οφειλόταν στη χρήση της σφεντόνας: Ο κάθε πολεμιστής συχνά διέθετε τρεις σφεντόνες, τυλιγμένες γύρω από το κεφάλι του, ή το κεφάλι, το σώμα και το ένα χέρι του. Οι τρεις σφεντόνες είχαν διαφορετικά μήκη, για πέτρινα βλήματα διαφορετικών μεγεθών. Η μεγαλύτερη απαιτούσε δύναμη, αλλά είχε έντονο αποτέλεσμα. Για τη χρήση τους εκπαιδεύονταν από μικροί, ώστε να υπηρετήσουν ως μισθοφόροι πολεμιστές. Αναφέρεται ότι οι μητέρες τάιζαν τα παιδιά τους ψωμί μόνο όταν πετύχαιναν στόχους με σφεντόνα
*ΓΑΡΟΣ
Δάπεδο από την έπαυλη του Σκάουρους στην Πομπηία |
Το όνομα Άουλους Ουμπρίτσιους Σκάουρους μπορεί να μη λέει πολλά σήμερα σε κάποιον Ευρωπαίο, όμως στην Αρχαία Ρώμη και Πομπηία έλεγε πολλά.
Το αίθριο του Σκάουρους στην Πομπηία |
Ήταν ένας από τους μεγάλους παραγωγούς Garum, του καρυκεύματος που έφτιαχνε με βάση το σκουμπρί, και τον είχε κάνει πάμπλουτο. Η έπαυλη του στην Πομπηία ήταν από τις πιο εντυπωσιακές.
Ψηφιδωτά από την έπαυλή του Άουλους Ουμπρίτσιους Σκάουρους με αναγραφή το περιεχόμενο του κάθε αμφορέα
‘Ο γάρος ήταν πολύ διαδεδομένος στην ρωμαϊκή εποχή. Το ρωμαϊκό βιβλίο μαγειρικής του 1ου αιώνα «De re coquinaria» (Απίκιος) αναφέρει τον γαύρο ως συστατικό στις περισσότερες συνταγές. Συναντάται ως σάλτσα με κρασί (oenogarum), ξύδι (oxygarum), με πιπέρι (garum piperatum), με λάδι (oleogarum) ή και με νερό (hydrogarum).’ Γάρος (καρύκευμα)
- Η χρήση του γάρου ήταν τόσο εκτεταμένη επειδή, όπως αναφέρει ο Andrew Dalby, οι Ρωμαίοι δεν χρησιμοποιούσαν αλάτι, παρά μόνο γάρο για να νοστιμέψουν το φαγητό. Αυτό φαίνεται και στις συνταγές του Απικίου.
Στο Σατυρικό του Πετρώνιου, ο Τριμάλχιος λέει: «Άς φάμε! Αυτό είναι το καλύτερο πιάτο του δείπνου». Τέσσερις σκλάβοι […] αφαίρεσαν το σκέπασμα του δίσκου που ήταν στο τραπέζι […]. Στις γωνιές του δίσκου, τέσσερα αγαλματίδια έριχναν πικάντικο γάρο (garum piperatum) στο πιάτο.
- Ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρει ότι η λέξη Garum προέρχεται από την ελληνική «Γάρος», που χρησιμοποιούσαν ο Αριστοφάνης, ο Σοφοκλής και ο Αισχύλος, ανάμεσα σε άλλους. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι ο γάρος παρασκευαζόταν από εντόσθια ψαριών που υφίστανται ζύμωση σε διάλυμα νερού με αλάτι. Το υγρό που προκύπτει είναι ο γάρος.
Η οικία του πάμπλουτου από την παραγωγή του γάρου Aulus Umbricius Scaurus |
Η παραγωγή του γάρου στην αρχαία Ελλάδα ήταν βιομηχανική. Ίσως αυτή ήταν μια από τις λίγες βιομηχανίες της εποχής. Τα κέντρα παραγωγής ήταν στην Κόρινθο και την Δήλο.Ο Σαράντης Βασιλείου, σε άρθρο του για την μαγειρική της Κούταλης Προποντίδας, αναφέρει ότι ο καλύτερος γάρος παρασκευάζεται από συκώτι σκουμπριών: «Η ωρίμανση γινόταν μέσα σε αλάτι για μήνες στον ήλιο, και στο τέλος η διατήρησή του αποκλειστικά σε εκλεκτό ελαιόλαδο.»
- Η εκλεκτή σάλτσα είχε την αρνητική ιδιότητα να λερώνει και να μην ξεπλένεται. Για το λόγο αυτό λέμε ότι τα ρούχα «γάριασαν», δηλαδή δεν καθαρίζονται πια.
- Ο γάρος δεν σταμάτησε τη διαδρομή του από την αρχαία Ελλάδα στην αρχαία Ρώμη. Συνέχισε την πορεία του και έφτασε στο Βυζάντιο.
- Ο επίσκοπος Λιούτπραντ της Κρεμόνα, που επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη στο τέλος του 10ου αιώνα, αναφέρει: «(μας σέρβιραν) ένα παχύ αρνί με άφθονα σκόρδα, κρεμμύδια, και πράσα, περιχυμένο με γάρο, που ήταν έξοχο».
- Ο γάρος συνέχισε να χρησιμοποιείται στην Ανατολή και μετά την πτώση του Βυζαντίου.
- Ο Πιερ Μπελόν (1547-1549), ένας Ευρωπαίος που ταξίδεψε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ανέφερε ότι γεύτηκε τηγανητά ψάρια με γάρο.
Γάρος από εύρημα στην Πομπηία |
Η ευρεία χρήση του γάρου φαίνεται να σταματά τον 16ο αιώνα, με την εισαγωγή της ντομάτας στην Ευρώπη. Οι Ιταλοί ερευνητές Αλφρέντο Καρανάντε, Αλφρέντο Τζιαρντίνο και Ουμπέρτο Σαβαρέζε σε μελέτη τους αναφέρουν ότι ένα καρύκευμα παρόμοιο με τον γάρο παράγεται σήμερα στο χωριό Cetara που είναι κοντά στο Amalfi στην περιφέρεια της Καμπανίας στην Ιταλία. -www.bostanistas.gr / Φ:ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
©ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ