Περί του Ιπποδρόμου των Δελφών .Μνείες της ἱππαφέσεως


Δελφοί - Νότια ζωφόρος του Θησαυρού των Σιφνίων .Σκηνή με τέθριππο άρμα Τα άλογα σταματούν σε ένα βωμό Στα αριστερά διακρίνεται το χέρι του ηνιόχου και οι άκρες των ηνίων που κρατούσε .


Μεταξύ των πιο διάσημων πανελλήνιων στεφανιτών αγώνων συγκαταλέγονταν τα Πύθια των Δελφών. Ιδρύθηκαν το 586 π.Χ. και από το 582, οπότε προστέθηκαν και οι ιππικοί αγώνες, γιορτάζονταν συστηματικά κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν του Πυθίου Απόλλωνος. Το αγωνιστικό τους πρόγραμμα περιλάμβανε γυμνικούς, ιππικούς και μουσικούς αγώνες.


ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΣ ΤΙΤΛΟΣ :ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΠΠΑΦΕΣΙΝ ΤΟΥ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟΥ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ


Οι Πυθιονίκαι του Πινδάρου και λίγα αγάλματα από αναθήματα νικητών που σώθηκαν, μεταξύ των οποίων ο θαυμάσιος Ηνίοχος, αποτελούν αμυδρή απήχηση της μεγάλης τους αίγλης. Οι γνώσεις μας συμπληρώνονται από φιλολογικές μαρτυρίες και από τις πολύτιμες πληροφορίες που δίνουν οι επιγραφές. Αντίστοιχα, οι αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν φέρει στο φως ορισμένα από τα οικοδομήματα ή τις κατασκευές που συνδέονται με τους αγώνες.

Μέσα στον περίβολο του Ιερού του Απόλλωνος βρίσκεται το Θέατρο για τους μουσικούς αγώνες1 . Βορειοδυτικά του Ιερού και αρκετά ψηλότερα βρίσκεται το νεώτερο Στάδιο για τους γυμνικούς αγώνες, που κατασκευάσθηκε στη θέση αυτή στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. 2 . Αντίθετα, ο Ιππόδρομος για τους ιππικούς αγώνες και τις δημοφιλείς αρματοδρομίες, που απαιτούσε εκτεταμένο επίπεδο χώρο, μαζί με το αρχικό στάδιο βρισκόταν σύμφωνα με φιλολογικές μαρτυρίες κάτω στην πεδιάδα, κοντά στην Κρίσα, σε μια θέση που δεν έχει ακόμα προσδιορισθεί 3 .

Σποραδικές μνείες του Ιπποδρόμου των Δελφών έχομε και από τις επιγραφές. Στον αποσπασματικά σωζόμενο απολογισμό των ταμιών, πιθανώς του 325/4 π.Χ., FD III 5, 75 (= CID II, αρ. 101), στήλη ΙΙ, στίχ. 17-18, αναγράφεται: --]άξεως τῆς [-- ἐ]ν ἱπποδρόμω[ι]/ ἱππ[-- μισ]θὸς στατῆρ[ες --4 .

Μνεία για διάφορες εργασίες καθαρισμού, συντήρησης και επισκευών στον Ιππόδρομο κάνει και ο σχετικός με τα Πύθια απολογισμός επί άρχοντος Δίωνος του 247/6 (;) π.Χ.5 . Για τις μνείες της ἱππαφέσεως στις επιγραφές θα γίνει λόγος κατωτέρω.


Μεγάλος κρατήρας μελανόμορφου ρυθμού με μεγάλες ελικοειδείς λαβές, από το 570 π.Χ., έργο του κεραμέα Εργοτίμου και του αγγειογράφου Κλιτία, που το υπογράφουν και οι δύο με περηφάνια.


Μια δραματική περιγραφή των αρματοδρομιών στον Ιππόδρομο των Δελφών μας δίνει ο Σοφοκλής στην Ηλέκτρα (στίχ. 698 κ.ε.). Πρόκειται για την αρματοδρομία στην οποία δήθεν έλαβε μέρος και βρήκε τον θάνατο ο Ορέστης.

Όσο και αν η διήγηση είναι φανταστική για την οικονομία του δράματος, πρέπει να απηχεί σε γενικές γραμμές τις πραγματικές ιπποδρομίες της εποχής του Σοφοκλέους. Άλλωστε ο ποιητής κάνει ένα αναχρονισμό, επειδή οι αγώνες των Πυθίων που ιδρύθηκαν το 586 δεν υπήρχαν κατά την ηρωϊκή εποχή. Ο Ορέστης , αφού νίκησε σε πολλά αγωνίσματα των γυμνικών αγώνων των Πυθίων, έλαβε μέρος και στην αρματοδρομία, στην οποία συμμετείχαν δέκα συνολικά άρματα.


Αφού έγινε η κλήρωση των θέσεων και οι αρματηλάτες παρέταξαν τα άρματά τους στη γραμμή αφετηρίας, μια σάλπιγγα έδωσε το σύνθημα της εκκίνησης. Οι αγωνιζόμενοι έσεισαν τα ηνία και όλα τα άρματα με ορμή ξεχύθηκαν ταυτόχρονα στον ιππόδρομο σηκώνοντας σύννεφα σκόνης.

Ο συναγωνισμός ήταν σκληρός και οι αρματηλάτες κέντριζαν τα ασθμαίνοντα άλογα για να τρέχουν πιο γρήγορα, ενώ οι ίδιοι με δεξιοτεχνία τραβούσαν ή χαλάρωναν τα ηνία για να παίρνουν τεχνικά τις στροφές των γύρων. Όμως δεν έλειψαν τα ατυχήματα με αλυσιδωτές συγκρούσεις και καταρρεύσεις αρμάτων και τελικά με τον (υποτιθέμενο) φόνο του Ορέστη, όταν το άρμα του στην τελευταία στροφή προσέκρουσε σε στύλο και εκείνος σύρθηκε στο χώμα περιπλεγμένος στους ιμάντες των ηνίων.

Σε μια ποιητική περιγραφή δεν περιμένει κανείς να υπάρχουν όλες οι τεχνικές λεπτομέρειες του τρόπου διεξαγωγής των ιπποδρομιών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν διευκρινίζεται αν στη γραμμή αφετηρίας των αρμάτων (ἱππάφεσιν) υπήρχε κάποιο είδος ὕσπληγος με σχοινιά, που θα έπεφτε ακαριαία όταν η σάλπιγγα έδινε το σύνθημα της εκκίνησης 6 .

Ο όρος ύσπληξ χρησιμοποιείται τόσο για τις αφέσεις των σταδίων όσο και για τις αφέσεις των ιπποδρόμων, γεγονός που σημαίνει ότι ο μηχανισμός της ύσπληγος μπορούσε να αποτελεί μέρος του πιο σύνθετου μηχανισμού της ιππαφέσεως.


Αυτό άλλωστε φαίνεται και από την περιγραφή της ιππαφέσεως της Ολυμπίας από τον Παυσανία που θα δούμε παρακάτω, αλλά και από άλλες μαρτυρίες όπως το επίγραμμα για τη νίκη σε ιπποδρομία στην Ολυμπία του Αττάλου, θετού γιου του Φιλέταιρου της Περγάμου (μεταξύ 280-272 π.Χ.)7 .

Η ύπαρξη ενός μηχανισμού ιππαφέσεως στον Ιππόδρομο των Δελφών μαρτυρείται από επιγραφές του ύστερου 4ου και πρώϊμου 3ου αι. π.Χ. Συγκεκριμένα σε απολογισμό των ταμιών επί άρχοντος Δίωνος, της άνοιξης του 335 π.Χ. (CID II, αρ.76, στήλη ΙΙ, στίχ. 63-64) αναφέρεται: [ἀρχιτέκτονι τῆς] ἱππ[α]φέ[σ]εω[ς] μισθ[ὸ]ς μναῖ τρεῖς. Ανάλογη μνεία υπάρχει και στον απολογισμό των ταμιών επί άρχοντος Βαθύλλου του 329/328 π.Χ. (CID II, αρ. 93, στίχ. 52-53): [......]ι τῶι ἀρχιτέκτονι τῆς ἱππ[αφέσεως]/ μισθὸς ἐδόθη μ[ηνῶν ἑπτά, ἐπὶ τῆς ἡμέ]ρας ἑκάστης δραχμή, τῶν ἑ[πτὰ μηνῶν] μναῖ τρεῖς.

Και στις δύο επιγραφές πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο, που αμείβεται και στις δύο περιπτώσεις με τρεις μνας για μισθό επτά μηνών 8 . Αβέβαιη αντίθετα είναι η μνεία ἱππαφέσεως στον απολογισμό πιθανώς του 325/4 π.Χ. 9 . Η πληρωμή αμοιβής σε αρχιτέκτονα της ἱππαφέσεως σημαίνει πιθανότατα ότι τότε κατασκευάσθηκε για πρώτη φορά ή ανακατασκευάσθηκε η αντίστοιχη εγκατάσταση και ότι οι εργασίες διήρκεσαν ορισμένα χρόνια.

Ιδιαίτερο όμως ενδιαφέρον παρουσιάζει η μνεία της ἱππαφέσεως σε κείμενο που σώζεται πολύ αποσπασματικά, γραμμένο στην ίδια στήλη κάτω από τιμητικό ψήφισμα των ἱερομναμόνων των Δελφών επί Αρχιάδα άρχοντος (273 / 2 ή 272 / 1 π.Χ.)10. Μετά από ένα κενό απροσδιόριστου αριθμού στίχων διαβάζομε (κείμενο κατά το CID IV):

[-------------κ]ατεσκεύασε [-------------------------] 4 [---------------ἀσφα]λεῖς καὶ δικαίας [-------------] [-----------------------] κατὰ τὴν ἱππάφ[εσιν ------] [----------------------τ]ῶν ἀθλητῶν τῶν [-----------] [---------------------ζευ]γοτρόφων ἐν [ -------------] 8 [-------------------------τ]οῦ δελφῖνος [-------------] [-------------------------------]
ΣΟΥΚΑΦ[------------] [------------------------Ἀμφικ]τιον[------------------] [---------------------------------]ΤΑΝ[----------------]

Από τις λίγες σωζόμενες λέξεις είναι φανερό ότι λίγο μετά το 273 / 2 π.Χ. έγιναν και πάλι εργασίες βελτίωσης των εγκαταστάσεων και του μηχανισμού της ἱππαφέσεως, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής και δίκαιη εκκίνηση των αλόγων και των αρμάτων που μετείχαν στους ιππικούς αγώνες.

Κάπως περίεργη εκ πρώτης όψεως φαίνεται η μνεία δελφῖνος σε συνάρτηση με την ἱππάφεσιν. Ο Lefèvre (CID IV, σ.108) έκανε την εύλογη υπόθεση μήπως ανήκε σε κάποια κρήνη, με δεδομένη τη σχέση του χαριτωμένου θαλάσσιου αυτού κήτους με τον Απόλλωνα11.

Οι κρήνες εξ άλλου ήταν απαραίτητες σε μέρη όπου συνέρρεε πλήθος, όπως στον ιππόδρομο12. Σε ιπποδρόμους της ρωμαϊκής εποχής, όπως στον λεγόμενο Circus Maximus της Ρώμης, υπήρχαν χάλκινα δελφίνια πάνω σε δικιόνιες κατασκευές και αντίστοιχα τα λεγόμενα ωά (σύμβολα των Διοσκούρων) πάνω σε τετρακιόνιες κατά κανόνα κατασκευές, που χρησίμευαν ως οπτικά σήματα για τη μέτρηση των γύρων κατά τη διάρκεια των αρματοδρομιών13.

Σε μεταγενέστερη φάση, μετά τον 2ο αιώνα μ.Χ., τα δελφίνια μετατράπηκαν σε κρουνούς από τους οποίους έτρεχε νερό σε δεξαμενή του κεντρικού κατά μήκος χωρίσματος (euripus) του ιπποδρόμου14. Επομένως η υπόθεση ότι το δελφίνι ανήκε σε κάποια κρήνη δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αν και μια κρήνη ιπποδρόμου που έπρεπε να εξυπηρετεί πολύ κόσμο θα είχε λογικά πολλούς κρουνούς, ενώ στην επιγραφή γίνεται λόγος για ένα μόνο δελφίνι.

Σε συνδυασμό όμως με το όλο πνεύμα του κειμένου, μπορεί να διατυπωθεί και μια άλλη υπόθεση την οποία θεωρώ πολύ πιθανή: να έχει δηλαδή το δελφίνι σχέση με τον μηχανισμό της ιππάφεσης. Για να γίνει καλύτερα κατανοητή πρέπει να λεχθούν ορισμένα στοιχεία για την τεχνική των ιππαφέσεων.

Οι κοινές ιππαφέσεις με μία ευθύγραμμη ύσπληγα όπως των σταδίων ή ορισμένων ιπποδρόμων που είδαμε (ανωτ. σημ. 6) είχαν το μειονέκτημα ότι επέτρεπαν την ταυτόχρονη εκκίνηση όλων των αλόγων ή των αρμάτων, αδικώντας έτσι αυτά που είχαν κληρωθεί να καταλάβουν τις ακραίες θέσεις, τα οποία έπρεπε να διανύσουν μεγαλύτερη απόσταση μέχρι να φθάσουν στο ύψος του καμπτῆρος (νύσσης) και να στρίψουν για να κάνουν τον γύρο του ιπποδρόμου. 

Το μειονέκτημα αυτό θέλησε να διορθώσει ο γλύπτης Κλεοίτας, γιος του Αριστοκλέους και πατέρας επίσης του νεώτερου γλύπτη Αριστοκλέους. Ο Κλεοίτας, που έζησε λίγο πριν τα μέσα του 5ου π.Χ. αι., κατασκεύασε την πολύπλοκη ιππάφεση του Ιπποδρόμου της Ολυμπίας που τον έκανε διάσημο15. Κύριο πλεονέκτημα της ιππαφέσεως του Κλεοίτα ήταν ότι επέτρεπε την διαδοχική εκκίνηση με ένα μεγαλοφυές σύστημα που περιγράφει λεπτομερώς ο Παυσανίας (6,20,10-14):

Οι μόνες αναφορές που έχομε για τον Κλεοίτα βρίσκονται στο κείμενο του Παυσανία, που κάνει λόγο για την ιππάφεση στην Ολυμπία ( 6 ,20 ,14 βλ. κατωτ.), για ένα άγαλμα που είχε κατασκευάσει ο Κλεοίτας στην Ακρόπολη ( 1 ,24 , 3.), και για ένα σύμπλεγμα Διός και Γανυμήδους που είχε κατασκευάσει ο γιος και μαθητής του Κλεοίτα Αριστοκλής στην Ολυμπία, ανάθημα του Θεσσαλού Γνάθιος ( 5 ,24 , 5). Πρβλ. OVERBECK 1868, αρ. 1031 -1032 .


Ήταν επομένως γλύπτης αλλά και μηχανικός. Ο BRUNN 1889, I, 76 -77 (§ 106 -108), τον θεώρησε γιο του γλύπτη Αριστοκλέους, η υπογραφή του οποίου υπάρχει σε αττική βάση από τον Ιέρακα που αντέγραψε ο FOURMONT (IG I 3 1009 ) και πατέρα αντίστοιχα του Αριστοκλέους, γλύπτη της γνωστής αττικής στήλης του Αριστίωνος (IG I3 1256).

Με βάση (εσφαλμένα με τα σημερινά δεδομένα) παλαιογραφικά κριτήρια τοποθετεί τον πρώτο Αριστοκλή στα χρόνια περίπου της 80ης Ολυμπιάδας (460 π.Χ.) και τον δεύτερο στα χρόνια της 95ης Ολυμπιάδας (400 π.Χ.).

Τον ίδιο τον Κλεοίτα τον τοποθετεί στην εποχή του Φειδία και τη χρονολόγηση αυτή δέχονται ως πιθανή μεταξύ άλλων οι LIPPOLD 1921, σ. 676, HARRIS 1968, σ. 121 , PAGE 1981, σ. 490 -491, HUMPHREY , ό.π. (σημ. 6), σ. 8 και με επισήμανση της αβεβαιότητας ο WIEGARTZ 1984, σ. 70, σημ. 72 και σ. 71. Ο FRAZER 1898, τ. ΙΙΙ, 636 , θεωρεί το βάθρο και τη στήλη έργα του ίδιου καλλιτέχνη, ενδεχομένως αλλά όχι ασφαλώς πατέρα του Κλεοίτα, τον οποίο τοποθετεί στον πρώϊμο 5ο αιώνα π.Χ.

Στην ίδια χρονολόγηση οδηγεί και το ύφος του επιγράμματος (Παυσ., 6 ,20 ,14). Βλ. LIPPOLD, ό.π., στ. 676 . PAGE , ό.π., σ. 490 -491, αρ. CLXVII (με επισήμανση της αβεβαιότητας), JACQUEMIN 2002, σ. 259. Αντίθετα λίγοι ακολουθούν τη χρονολόγηση στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. που πρότεινε ο POLLACK 1890, σ. 74, ενώ ο PICARD 1963, σ. 108 επισημαίνει τη δυσκολία ασφαλούς χρονολόγησης του Κλεοίτα.

Το γεγονός ότι στο επίγραμμα του Αττάλου (ανωτ., σημ. 7) γίνεται λόγος για ταυτόχρονη εκκίνηση των αλόγων θεωρήθηκε από ορισμένους μελετητές ως ένδειξη ότι την εποχή του Αττάλου (280 -272 π.Χ.) δεν είχε εγκατασταθεί ακόμα ή δεν υπήρχε πλέον ο μηχανισμός του Κλεοίτα. Βλ. π.χ. POLLACK, ό.π., σ. 73 . HITZIG, BLUEMNER 1904, σ. 649 . PICARD, ό.π., σ. 108.

Αντίθετη ερμηνεία του επιγράμματος κάνει ο WIEGARTZ, ό.π., σ. 71, ο οποίος συνδέει την βελτίωση της ιππάφεσης από τον Αριστείδη με τη μετατόπιση του σταδίου ανατολικότερα κατά τον 4ο αι. π.Χ. Ορθά όμως επισημάνθηκε ότι σε ένα ποιητικό κείμενο δεν υπάρχει απόλυτη ακριβολογία στις τεχνικές περιγραφές . βλ. FRAZER, ό.π., σ. 83 . PAGE, ό.π., σ. 491 . WIEGARTZ, ό.π., σ. 70.

Το γεγονός εξ άλλου ότι ο Κλεοίτας κατασκεύασε ένα ανδριάντα στην Αθήνα έκανε το σύνολο σχεδόν των μελετητών να τον θεωρήσουν Αθηναίο, ένα λάθος το οποίο δεν απέφυγα και εγώ. Βλ. για παράδειγμα MARTIN 1900, σ. 199, HARRIS, ό.π., σ. 121, HUMPHREY , ό.π. (σημ. 6), σ. 8, KRITZAS 2006, σ. 414 (όπου επίσης από παραδρομή η χρονολογία της 80ης Ολυμπιάδας αναγράφεται ως 480 π.Χ.). 




Όμως ο δωρικός τύπος του ονόματός του και η δωρίζουσα διάλεκτος του επιγράμματος που παραθέτει ο Παυσανίας (βλ. κατωτ.) υποδηλώνουν, όπως παρατήρησε ο LIPPOLD, ό.π., στ. 676, ότι καταγόταν μάλλον από μιαν άγνωστη δωρική περιοχή και απλώς εργάσθηκε στην Αθήνα, όπως είχε εργασθεί και στην Ολυμπία. O PICARD, ό.π., σ. 107 αναφέρει απλώς τη γνώμη ορισμένων, που θεωρούν ότι καταγόταν από την Ήλιδα. Η JACQUEMIN, ό.π., σ. 259, τον θεωρεί γιο του Σικυώνιου γλύπτη Αριστοκλή, αδελφού του Κανάχου, περιέργως όμως πιστεύει (σ. 258 ) ότι ο μηχανισμός της Ολυμπίας κατασκευάσθηκε στα ελληνιστικά χρόνια. Ήδη ο BRUNN, ό.π., Ι, 76 (§106) είχε παρατηρήσει ότι δεν θα πρέπει να θεωρείται η Αττική πατρίδα όλης της οικογένειας αυτής των γλυπτών. Πάντως το όνομα του Κλεοίτα ορθά δεν περιελήφθη στο Lexicon of Greek Personal Nam.



Παυσανίας
Ὑπερβάλλοντι δὲ ἐκ τοῦ σταδίου, καθ’ ὅτι οἱ ῾Ελλανοδίκαι καθέζονται, κατὰ τοῦτο [τὸ] χωρίον ἐς τῶν ἵππων ἀνειμένον τοὺς δρόμους καὶ ἡ ἄφεσίς ἐστι τῶν ἵππων. παρέχεται μὲν οὖν σχῆμα ἡ ἄφεσις κατὰ πρῷραν νεώς, τέτραπται δὲ αὐτῆς τὸ ἔμβολον ἐς τὸν δρόμον• καθότι δὲ τῇ ᾿Αγνάπτου στοᾷ προσεχής ἐστιν ἡ πρῷρα, κατὰ τοῦτο εὐρεῖα γίνεται, δελφὶς δὲ ἐπὶ κανόνος κατὰ ἄκρον μάλιστα τὸ ἔμβολον πεποίηται χαλκοῦς. ἑκατέρα μὲν δὴ πλευρὰ τῆς ἀφέσεως πλέον ἢ τετρακοσίους πόδας παρέχεται τοῦ μήκους, ᾠκοδόμηται δὲ ἐν αὐταῖς οἰκήματα• ταῦτα [τὰ] κλήρῳ τὰ οἰκήματα διαλαγχάνουσιν οἱ ἐσιόντες ἐς τὸν ἀγῶνα τῶν ἵππων. πρὸ δὲ τῶν ἁρμάτων ἢ καὶ ἵππων τῶν κελήτων, διήκει πρὸ αὐτῶν καλῴδιον ἀντὶ ὕσπληγος• βωμὸς δὲ ὠμῆς πλίνθου τὰ ἐκτὸς κεκονιαμένος ἐπὶ ἑκάστης ὀλυμπιάδος ποιεῖται κατὰ τὴν πρῷραν μάλιστά που μέσην, ἀετὸς δὲ ἐπὶ τῷ βωμῷ χαλκοῦς κεῖται τὰ πτερὰ ἐπὶ μήκιστον ἐκτείνων. ἀνακινεῖ μὲν δὴ τὸ ἐν τῷ βωμῷ μηχάνημα ὁ τεταγμένος ἐπὶ τῷ δρόμῳ• ἀνακινηθέντος δὲ ὁ μὲν ἐς τὸ ἄνω πεποίηται πηδᾶν ὁ ἀετός, ὡς τοῖς ἥκουσιν ἐπὶ τὴν θέαν γενέσθαι σύνοπτος, ὁ δελφὶς δὲ ἐς ἔδαφος πίπτει. πρῶται μὲν δὴ ἑκατέρωθεν αἱ πρὸς τῇ στοᾷ τῇ ᾿Αγνάπτου χαλῶσιν ὕσπληγες, καὶ οἱ κατὰ ταύτας ἑστηκότες ἐκθέουσιν ἵπποι πρῶτοι• θέοντές τε δὴ γίνονται κατὰ τοὺς εἰληχότας ἑστάναι τὴν δευτέραν τάξιν, καὶ τηνικαῦτα χαλῶσιν αἱ ὕσπληγες αἱ ἐν τῇ δευτέρᾳ τάξει• διὰ πάντων τε κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον συμβαίνει τῶν ἵππων, ἔστ’ ἂν ἐξισωθῶσιν ἀλλήλοις κατὰ τῆς πρῴρας τὸ ἔμβολον• τὸ ἀπὸ τούτου δὲ ἤδη καθέστηκεν ἐπίδειξις ἐπιστήμης τε ἡνιόχων καὶ ἵππων ὠκύτητος. τὸ μὲν δὴ ἐξ ἀρχῆς Κλεοίτας ἐστὶν ἄφεσιν μηχανησάμενος, καὶ φρονῆσαί γε ἐπὶ τῷ εὑρήματι, ὡς καὶ ἐπίγραμμα ἐπὶ ἀνδριάντι τῷ ᾿Αθήνῃσιν ἐπιγράψαι ὃς τὴν ἱππάφεσιν ᾿Ολυμπίᾳ εὕρατο πρῶτος, τεῦξέ με Κλειοίτας υἱὸς ᾿Αριστοκλέους• Κλεοίτα δέ φασιν ὕστερον ᾿Αριστείδην σοφίαν τινὰ καὶ αὐτὸν ἐς τὸ μηχάνημα ἐσενέγκασθαι.


Μετάφραση Ν. Παπαχατζή (με τροποποιήσεις): «Αφού περάσει κανείς το στάδιο, από το μέρος όπου κάθονται οι Ελλανοδίκες, υπάρχει ο χώρος που είναι διαρρυθμισμένος για τις ιπποδρομίες και η αφετηρία των αλόγων. Είναι έτσι κατασκευασμένη, ώστε να μοιάζει με πλώρη πλοίου, της οποίας το έμβολο είναι στραμμένο προς το μέρος του δρόμου. 
Στο μέρος όπου η πλώρη πλησιάζει τη στοά του Αγνάμπτου γίνεται πλατιά, ενώ στη μύτη περίπου του εμβόλου, είναι κατασκευασμένο χάλκινο δελφίνι (προσαρμοσμένο) πάνω σε ράβδο. Κάθε μια από τις δύο (πλάγιες) πλευρές της αφετηρίας έχει μήκος πάνω από τετρακόσια πόδια (περ. 120 μ.) και είναι χτισμένοι σε αυτές (μικροί) οικίσκοι. Καθένας που θα λάβει μέρος στον αγώνα των αλόγων παίρνει με κλήρο έναν από τους οικίσκους αυτούς. Μπροστά από τα άρματα ή τους κέλητες ίππους τεντώνεται ένα σχοινί αντί για ύσπληγα (φράγμα). 
Σε κάθε ολυμπιάδα κατασκευάζεται και ένα βωμόσχημο βάθρο από ωμά πλιθιά, επιχρισμένο απέξω, περίπου στο μέσον της πλώρης 16. Πάνω στο βάθρο βρίσκεται ένας αετός χάλκινος που έχει τελείως απλωμένα τα φτερά του. Ο επιφορτισμένος με το αγώνισμα του (ιππικού) δρόμου θέτει σε κίνηση το μηχανισμό που είναι μέσα στο «βωμό», μόλις δε τεθεί σε κίνηση, ο αετός είναι φτιαγμένος να αναπηδά σε τόσο ύψος, ώστε να είναι ορατός από τους θεατές, ενώ το δελφίνι πέφτει στο έδαφος. Πέφτουν λοιπόν αμέσως πρώτα τα σχοινιά των φραγμάτων που είναι πλησιέστερα στη στοά του Αγνάμπτου και τα άλογα που βρίσκονται πίσω από αυτά τρέχουν έξω πρώτα. Τρέχοντας φθάνουν στο ύψος εκείνων που με κλήρο πήραν τη δεύτερη θέση, και τότε πέφτουν τα φράγματα της δεύτερης θέσης. 
Το ίδιο συμβαίνει και με τα άλογα που είναι στους άλλους χώρους, μέχρις ότου όλα τα άλογα ευθυγραμμισθούν εκεί όπου είναι το έμβολο της πλώρης. Ύστερα από αυτό μένει πλέον να δείξουν τη δεξιοτεχνία τους οι ηνίοχοι και την ταχύτητά τους τα άλογα. Τον τρόπο του ξεκινήματος (των αλόγων) τον επινόησε αρχικά ο Κλεοίτας, ο οποίος φαίνεται πως ήταν τόσο υπερήφανος για την επινόηση αυτή, ώστε να αναγράψει τα εξής στο επίγραμμα ενός ανδριάντα στην Αθήνα: «Με έκαμε ο Κλεοίτας, ο γιος του Αριστοκλή, ο οποίος πρώτος βρήκε το σύστημα ξεκινήματος των αλόγων στην Ολυμπία». Μετά τον Κλεοίτα λένε πως και ο Αριστείδης εισήγαγε στο μηχανισμό κάποια έξυπνη επινόηση»17.


*
Τα οἰκήματα που αναφέρει ο Παυσανίας ότι υπήρχαν στις πλευρές της ιππάφεσης πρέπει να ήταν ανάλογα με τις ψαλιδωτές ιππαφέσεις του ιπποδρόμου του Ταρκυνίου που αναφέραμε (ανωτ. σημ 6), μικρά δηλαδή κτιστά διάχωρα για τα άλογα ή τα άρματα (αγγλ. stalls ή boxes, γαλλ. stalles). Για πυλῶνας τῶν ἱππαφίων κάνουν λόγο και αρκετοί κατάδεσμοι εναντίον ίππων και ηνιόχων που επρόκειτο να λάβουν μέρος σε αρματοδρομίες18.

Ανάλογα χωρίσματα είχαν και οι μεταγενέστεροι μεγαλοπρεπείς ρωμαϊκοί ιππόδρομοι19. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον και θεαματικό στοιχείο της ιππάφεσης της Ολυμπίας ήταν ο χάλκινος αετός και το χάλκινο δελφίνι, που πετώντας προς τον ουρανό το πρώτο και καταδυόμενο στην (υποτιθέμενη) θάλασσα το δεύτερο ειδοποιούσαν τους θεατές ότι άρχιζε ο αγώνας.

Έχει υποστηριχθεί ότι ήταν αντίστοιχα τα σύμβολα του Δία, που ήταν ο κύριος θεός του Ιερού, και του Ίππιου Ποσειδώνα προστάτη των αλόγων20. Δεν αποκλείεται το σύνθημα αυτό να ήταν το προειδοποιητικό της έναρξης, ώστε να στρέψουν οι θεατές τα μάτια τους προς το σημείο της εκκίνησης, ενώ το εκτελεστικό σύνθημα δινόταν μάλλον από τον ήχο της σάλπιγγας που σάλπιζε το ἐναγώνιον μέλος21, γνώριμο τόσο στους ηνιόχους όσο πιθανώς και στα γυμνασμένα άλογα22.

Μια επινόηση όπως αυτή του Κλεοίτα ήταν λογικό να βρει σύντομα μιμητές και σε άλλα μέρη της Ελλάδος, όπου οι ιππικοί αγώνες στο πλαίσιο μεγάλων θρησκευτικών πανηγύρεων ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς23. Δεν έχουν βρεθεί μέχρι τώρα αρχαιολογικά τους κατάλοιπα επειδή δεν έχουν γίνει συστηματικές ανασκαφές σε πρώιμους ιπποδρόμους, με εξαίρεση ίσως το Λύκαιον όρος της Αρκαδίας και τη Νεμέα. Στο Λύκαιον οι ανασκαφές του Κ.Κουρουνιώτη απεκάλυψαν λίγα εδώλια και πιθανώς τας νύσσας του ιπποδρόμου. Εικάζεται ότι σώζεται και η ιππάφεσις, η οποία όμως δεν ανεσκάφη24.


Λύκαιον όρος - Αρκαδίας - Ιππόδρομος ή στάδιο
Κατά τον Παυσανία πρόκειται για δύο διαφορετικούς αθλητικούς χώρους. Από τις έως σήμερα έρευνες, όμως, φαίνεται ότι μάλλον πρόκειται για έναν αθλητικό χώρο, που άλλοτε χρησιμοποιούνταν ως στάδιο για αθλητικούς αγώνες και άλλοτε ως ιππόδρομος για ιπποδρομίες προς τιμή του Ίππιου Ποσειδώνα. Το πλάτωμα του Κάτω Κάμπου έχει διαστάσεις 350 x 120 μ., επομένως δύσκολα χωρά και το στάδιο και τον ιππόδρομο αφού ο τελευταίος χρειάζεται ολόκληρο το μήκος αυτό για να μπορέσουν να αναπτύξουν ταχύτητα τα άλογα. ...


Στη Νεμέα οι τελευταίες ανασκαφές στην περιοχή δυτικά του ναού του Διός, εκατέρωθεν του τύμβου που υπήρχε στο χώρο του ηρώου του Οφέλτη, αποκάλυψαν ανατολικά του τύμβου-ηρώου ίχνη του δρόμου και λίθους από την άφεση του πρώτου σταδίου και δυτικά του τύμβου μέρος του ιπποδρόμου, με τα ίχνη των τροχών των αρμάτων πάνω στα επάλληλα οδοστρώματα. Και τα δύο χρονολογούνται στον 6ο-5ο αιώνα π.Χ. και φαίνεται ότι κατασκευάσθηκαν από τους Αργείους κατά μίμηση αντίστοιχων κατασκευών δίπλα στο ηρώον του Πέλοπος (Πελόπιον) στην Ολυμπία. Μέχρι τώρα δεν έχουν βρεθεί ίχνη ιππαφέσεως25. Στην Επίδαυρο έχει βρεθεί μόνο ένας όρος του ιπποδρόμου26.

Δεν έχει ακόμη ανασκαφεί ο ορατός μεγάλος ιππόδρομος των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων της Γόρτυνος, περίπου του 2ου αιώνα μ.Χ. ή λίγο μεταγενέστερος27. Έχουν ανασκαφεί λίγα τμήματα του ιπποδρόμου της Θεσσαλονίκης, που άρχισε να κτίζεται στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ.28, ενώ πρόσφατα αποκαλύφθηκε ελάχιστο τμήμα του ρωμαϊκού ιπποδρόμου της Κορίνθου29. Μέχρι τώρα στην κυρίως Ελλάδα είχαμε επιγραφικές μνείες για ύπαρξη ιππαφέσεων στους Δελφούς, που είδαμε παραπάνω, στη Δήλο και στη Λεβάδεια (αρχαία ονομασία) της Βοιωτίας. Μάλιστα οι δύο τελευταίες, κατά τις περιόδους που δεν γίνονταν αγώνες, ενοικιάζονταν μαζί με τους αντίστοιχους ιπποδρόμους ως βοσκότοποι30.

Στα παραδείγματα αυτά προστέθηκε πρόσφατα ένα ακόμη πολύ σημαντικό. Μεταξύ των ενεπίγραφων χαλκών πινάκων από τον θησαυρό της Παλλάδος στο Άργος, που χρονολογούνται στις πρώτες δεκαετίες του 4ου αιώνα π.Χ. υπάρχουν αρκετοί που περιέχουν απολογισμούς μιας ειδικής επιτροπής αρχόντων (ἀρτύνα hα τᾶς hιππαφέσιος), επιφορτισμένης να εποπτεύει την κατασκευή της ιππάφεσης του ιπποδρόμου31. 

Οι εργασίες κλιμακώνονται σε διάστημα μερικών ετών και τα ποσά που διατίθενται είναι σημαντικά, πράγμα που σημαίνει ότι η όλη κατασκευή ήταν μεγάλης κλίμακας. Άλλοι πίνακες κάνουν λόγο για έσοδα από την ενοικίαση του ιπποδρόμου, που γνωρίζομε ότι βρισκόταν κοντά στο Ηραίο του Άργους32. 
Προφανώς δεν αναφέρονται έσοδα από την ενοικίαση και της ιππάφεσης επειδή δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Άλλοι πίνακες, τέλος, αναγράφουν απολογισμούς για τις τελευταίες φάσεις της οικοδόμησης του δεύτερου ναού της Ήρας, έργου του Αργείου αρχιτέκτονα Ευπόλεμου, καθώς και για την κατασκευή του χρυσελεφάντινου αγάλματος της θεάς, έργου του Αργείου επίσης γλύπτη Πολύκλειτου (μάλλον του Νεώτερου). Επομένως η κατασκευή της ιππαφέσεως του Άργους έγινε παράλληλα με την κατασκευή του νέου ναού και του χρυσελεφάντινου αγάλματος στις πρώτες δεκαετίες του 4ου αιώνα π.Χ.
 Δυστυχώς οι νέοι πίνακες δεν αναφέρουν το όνομα του αρχιτέκτονα – μηχανικού της ιππαφέσεως του Άργους. Η πληροφορία όμως του Παυσανία ότι τον μηχανισμό της ιππάφεσης της Ολυμπίας τον βελτίωσε με μια έξυπνη επινόηση ο Αριστείδης έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή ο Αριστείδης αυτός ταυτίζεται από ορισμένους είτε με τον ομώνυμο ζωγράφο από τη Θήβα ή κυρίως με τον γλύπτη, μαθητή του Πολύκλειτου33. Είχε άραγε ήδη εμπειρία από την κατασκευή της ιππάφεσης του Άργους, που κατασκευαζόταν τα χρόνια ακριβώς αυτά; Παρατηρούμε ότι και ο Κλεοίτας, που έγινε γνωστός από την κατασκευή της ιππάφεσης της Ολυμπίας, ήταν κυρίως γλύπτης. Είναι πολύ πιθανό και η ιππάφεση του Άργους να έγινε κατά μίμηση της ιππάφεσης της Ολυμπίας, καθώς και παλαιότερα οι Αργείοι όπως είδαμε (βλ. σημ. 25) είχαν λάβει υπ’όψη τους πρότυπα της Ολυμπίας για αθλητικές εγκαταστάσεις στη Νεμέα.

 Μάλιστα η χρονολόγηση της ιππάφεσης του Άργους στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. ενισχύει την πρώϊμη χρονολόγηση της ιππάφεσης του Κλεοίτα στην Ολυμπία.Φαίνεται όμως πολύ πιθανό, ότι και στους Δελφούς απομιμήθηκαν το σύστημα ιππαφέσεως της Ολυμπίας. Ήδη ο Martin, με βάση την περιγραφή στην Ηλέκτρα του Σοφοκλέους που αναφέραμε, είχε διατυπώσει αυτή την άποψη34. Στην περιγραφή αυτή (στίχ. 701- 708) αναφέρεται ότι συμμετείχαν στην ιπποδρομία δέκα άρματα σε δύο ομάδες ανά πέντε (βλ. ειδικά στίχ. 703 και 708). 

Ο Martin θεώρησε ότι οι δύο αυτές ομάδες παρατάσσονταν αντίστοιχα στη δεξιά και αριστερή πλευρά ενός εμβόλου, σε μια διάταξη που θυμίζει την ιππάφεση της Ολυμπίας. Αν λοιπόν η περίεργη εκ πρώτης όψεως μνεία δελφῖνος στην επιγραφή των Δελφών, σε συνάρτηση με ἱππάφεσιν και κάποιες κατασκευές –ἀσφαλεῖς καὶ δικαίας υποδηλώνει την ύπαρξη σύνθετης ιππαφέσεως ανάλογης με της Ολυμπίας, αυτό σημαίνει ότι την εφεύρεση του Κλεοίτα υιοθέτησαν και μιμήθηκαν και άλλα πανελλήνια ιερά. 

Εξασφάλιζαν έτσι στους ιππείς και τους αρματηλάτες ίσους όρους συμμετοχής, δεδομένου ότι πολλοί από αυτούς μετείχαν σε διάφορους πανελλήνιους αγώνες και οπωσδήποτε θα επιθυμούσαν να αγωνίζονται παντού με τις ίδιες προϋποθέσεις και τεχνικές ευκολίες. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους σύγχρονους Ολυμπιακούς αγώνες, που διεξάγονται με τις ίδιες προδιαγραφές ανεξάρτητα από τον τόπο διοργάνωσής των.


Ταφικό μνημείο στους Δελφούς. Στο βάθος το Κρισαίο Πεδίο.1834

Μένει κάποτε οι ανασκαφές στο κοιλόπεδον νάπος θεοῦ του Κρισαίου πεδίου να αποκαλύψουν τα ίχνη του δελφικού ιπποδρόμου και της ιππάφεσης, ζωντανεύοντας έτσι το σκηνικό της αφήγησης του Σοφοκλή και των Ύμνων του Πινδάρου


Επίμετρον 

Το παρόν άρθρο είχε κατατεθεί τον Δεκέμβριο του 2009 και κατέληγε με την ευχή να βρεθούν κάποτε τα ίχνη του ιπποδρόμου των Δελφών στην περιοχή του Κρισαίου πεδίου. Πράγματι, στο μεταξύ διάστημα οι έρευνες πεδίου που πραγματοποίησε ο Καθ. Πάνος Βαλαβάνης φαίνεται να εντόπισαν με αρκετή πιθανότητα τα ίχνη του στη θέση «Γωνιά» στο δυτικό άκρο του ελαιώνα, περίπου 1,5 χλμ. βορειοανατολικά της Ιτέας, μεταξύ των λόφων των Αγίων Αναργύρων και του Γλα. Σύμφωνα με δημόσια ανακοίνωση που έκανε την 14-3-13 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Καθ. Βαλαβάνης οδηγήθηκε στη θέση αυτή από δημοσιεύματα τοπικών λογίων, κυρίως το βιβλίο του δημοσιογράφου Θεοχάρη Μελισσάρη, Η ιστορία της Αμφίσσης και των πέριξ πόλεων και χωρίων (1923), που πρώτος πρότεινε την ταύτιση του ιπποδρόμου των Δελφών με ένα πεταλοειδές εδαφικό κοίλωμα στη θέση Γωνιά Ιτέας.



ΑΝΑΦΟΡΕΣ 

  • 1. Βλ. πρόχειρα BOMMELAER, LAROCHE 1991, σ. 207 -212 με τη σχετική βιβλιογραφία. 
  • 2. Βλ. AUPERT, CALLO t 1979 . AUPERT 1992, σ. 67 -68 . BOMMELAER, LAROCHE , ό.π. (σημ. 1), σ. 214 -216 . 
  • 3. Βλ. π.χ. Πίνδ., Πυθιον., V, στίχ. 37 -39 , VI, στίχ. 17 -18 . Ἰσθμιον., II, στίχ. 18 - 19. Παυσ., 10 ,37 , 4. Συλλογή Ιπποκρατική, Πρεσβευτικὸς Θεσσαλοῦ Ἱπποκράτους υἱοῦ, έκδ. Littré, τ. ΙΧ, Paris 1861, 1962 2 , σ. 408 (= Ἐπιστολαί, 27, στίχ. 100 κ.ε.). Πρβλ. POMTOW 1917 -1918, σ. 330 -331 · BOMMELAER, LAROCHE, ό.π. (σημ. 1), σ. 215 . ROUSSET 2002, σ. 187 . 
  • 4. Ο εκδότης των FD III 5 E. Bourguet πρότεινε τις συμπληρώσεις πρ]άξεως [?] τῆς [….. ἐ]ν ἱπποδρόμω[ι]/ ἱππ[αφέσεως μισ]θὸς στατῆρ[ες --. Αντίθετα ο εκδότης του CID II J. Bousquet, σ. 218 προτίμησε να το αφήσει ασυμπλήρωτο λόγω της ελλιπούς διατήρησης. Μια πιθανή συμπλήρωση για τον στίχ. 17 θα ήταν φρ]άξεως, πρβλ. CID II, αρ. 139, στίχ. 28: τὰν φράξιν τοῦ πυθικοῦ σταδίου. Στον στίχ. 18, αν το απόγραφο του CID II, σ. 217 είναι ακριβές, δεν φαίνεται να υπάρχει αρκετός χώρος για τη συμπλήρωση ἱππ[αφέσεως. 
  • 5 . CID II, αρ. 139, στίχ. 35 -39 . 
  • 6. Πρβλ. Διήγησις Μεγάλου Αλεξάνδρου (Recensio vetusta), 1,19,3: (στον ιππόδρομο της Ολυμπίας οι αρματηλάτες, μεταξύ των οποίων και ο Αλέξανδρος, μετά την κλήρωση των θέσεων) ἔστησαν ἐπὶ τὴν ἱππαφεσίαν ἐποχούμενοι τοῖς ἅρμασιν· ὠλόλυξεν ἡ σάλπιγξ τὸ ἐναγώνιον μέλος, ἀφέθη ἡ ἀφετηρία, προεπήδησαν πάντες ὀξεῖ ὁρμήματι. Σύμφωνα με τον Διονύσιο Αλικαρνασσέα (Ρωμ. Αρχαιολ., 3 ,68 , 4) παρόμοια διάταξη υπήρχε και στον παλαιό ιππόδρομο της Ρώμης (Circus maximus), που είχε κατασκευάσει ο πέμπτος βασιλιάς της Ταρκύνιος ο Πρεσβύτερος (616-578 π.Χ.). Η μια στενή πλευρά του δεν είχε κερκίδες, αλλά καμαροσκεπείς ιππαφέσεις πουάνοιγαν όλες με μια ύσπληγα (ψαλιδωτὰς ἱππαφέσεις ἔχει διὰ μιᾶς ὕσπληγος ἅμα πάσας ἀνοιγομένας). Κατά τον T. Livius ( 8,20,2), οι ιππαφέσεις (carceres) αυτές κατασκευάσθηκαν για πρώτη φορά το 329 π.Χ. Πρβλ. HUMPHREY 1986, σ. 132 κ.ε
  • 7. Βλ EBERT 1972, αρ. 59, (σ. 176 -181), στίχ. 5 - 7: ἀθρόα δ’ ὕσπληξ / πάντα διὰ στρεπτοῦ τείνατ’ ἔχουσα κάλω·/ [ἣ] μέγ’ ὑπαχήσασα θοὰς ἐξήλασε πώλους. (Η ύσπληγα τεντώθηκε με τα στριφτά σχοινιά, συγκρατώντας όλα μαζί [τα άρματα], και πέφτοντας με κρότο άφησε να ορμήσουν τα γρήγορα πουλάρια). Για τον μηχανισμό της ύσπληγος των σταδίων βλ. κυρίως VALAVANIS 1999. RIEGER 2004.
  • 8. Βλ. BOUSQUET CID II, σ.198. Ο BOURGUET FD III 5, αρ. 74, στίχ. 52 και αλλού συμπληρώνει το όνομα του αρχιτέκτονος ως Καλλίνω]ι . 
  • 9. Βλ. ανωτ. σημ. 4 . 10 . CID IV, αρ. 24, σ. 107 -108. Ο LEFÈVRE (CID IV, σ. 106) θεωρεί ότι η στήλη περιέχει δύο διαφορετικά κείμενα, που ίσως απέχουν χρονολογικά το ένα από το άλλο, αλλά όχι πάρα πολύ.
  •  11. Στον Ομηρικόν Ὕμνον εἰς Ἀπόλλωνα (στίχ. 400, 494), ο θεός με μορφή δελφίνος οδηγεί το πλοίο των Κρητών στους Δελφούς, γεγονός που θα του προσδώσει το επίθετο Δελφίνιος . 
  • 12. Βλ. χαρακτηριστικά Παυσ., 2 ,27 , 5 : στάδιον οἷα Ἕλλησι τὰ πολλὰ γῆς χῶμα καὶ κρήνη. Σε ιερό νόμο των Αμφικτυόνων από τους ίδιους τους Δελφούς, που σώζεται σε αντίγραφο του 380 π.Χ. (CID IV, αρ. 1, στίχ. 36), αναγράφεται: τὸν ;]δρόμον καὶ τὰν κράναν τὰν ἐμ πεδίωι. Η πρώτη λέξη μπορεί να αναφέρεται σε δρόμον σταδίου ή σε ἱππό]δρομον, όπως συμπληρώνει ο POMTOW, ό.π. (σημ. 3), σ. 331 . 
  • 13. Βλ. HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 262 - 264. Πρβλ. MARCATTILI 2009, II. 5 (για τα ωά), II. 6 (για τα δελφίνια). 
  • 14. Σχετική μνεία από τον Τερτυλλιανό, που συνδέει τα δελφίνια με τον Ποσειδώνα, (De Spectaculis, 8 , 3 : Delphines Neptuno vomunt). Βλ. επίσης HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 264, και σ. 238 για τα δελφίνια – κρήνες στην παράσταση ιπποδρόμου σε μωσαϊκό της Βαρκελώνης
  • 15 .......................

  • 16. Η λέξη βωμός που χρησιμοποιεί εδώ ο Παυσανίας πρέπει να έχει την αρχική σημασία της υπερυψωμένης βάσης, του βάθρου, και όχι τη συνήθη σημασία του (ιερού) βωμού, την οποία κατά κανόνα της αποδίδουν οι μεταφραστές του Παυσανία. Βλ. HARRIS, ό.π. (σημ. 15), σ. 120, σημ. 1. Πρβλ. λεξικό LSJ, λ. «βωμός», 1.
  • 17. Γενικά για τον ιππόδρομο της Ολυμπίας που βρισκόταν νοτίως του σταδίου και δεν έχει εντο-πισθεί μέχρι τώρα, βλ. κυρίως HITZIG, BLUEMNER, ό.π. (σημ. 16), σ. 643-649. SCHNEIDER 1913, στ. 1737-1743. WIEGARTZ, ό.π. (σημ. 15), (κυρίως για την ιππάφεση). EBERT 1989. DECKER 1992, με κριτική των απόψεων του Wiegartz και παλαιότερη βιβλιογραφία. Για τις ποικίλες απόπειρες αναπαράστασης της ιππάφεσης με βάση την περιγραφή του Παυσανία βλ. POLLACK, ό.π. (σημ. 15), σ. 59. HARRIS, ό.π. (σημ. 15), σ. 119, fig. 3 και 123, fig. 5. ΠΑΠΑΧΑΤΖΗΣ 1979, σ. 373, εικ. 336 (κατά Hirt), 374, εικ. 340, 384, εικ. 345. WIEGARTZ, ό.π. (σημ. 15), σ. 46, Abb. 1,2,3,4 (παλαιότερες προτάσεις), 60, Abb. 6 (δική του πρόταση). HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 7, fig. 2α και 8, fig. 2β (κατά Ebert). DECKER, ό.π., πίν. 64, εικ. 11 και πίν. 65, εικ.12- 13 (διάφορες προτάσεις-αναπαραστάσεις). MILLER 2004, σ. 81. 
  • 18. Βλ. π.χ. κατάδεσμο από την Καρχηδόνα του 1ου αιώνα μ.Χ., AUDOLLENT 1904, αρ. 234, στίχ 19 - 21: ἵνα / μὴ δυνασθῶσιν τῇ αὔριον ἡμέρᾳ ἐλθόντες ἐν / τῷ ἱπποδρόμῳ μήτε τρέχειν μήτε περιπατεῖν μήτε ν/εικῆσαι μηδὲ ἐξελθεῖν τοὺς πυλῶνας τῶν ἱππαφίων. Πρβλ. αρ. 235 -240 . 
  • 19. Βλ. γενικά HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6). 
  • 20. Βλ. π.χ. POLLACK, ό.π. (σημ. 15), σ. 71 . HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 8 και 262 (για δελφίνι). Σχετική αναφορά στον Πίνδαρο, Πυθιον., 2, 50-51 και τον Τερτυλλιανό (ανωτ., σημ. 14). Ορισμένοι μελετητές τα θεωρούν ως απλά σύμβολα ταχύτητας. Βλ. π.χ. JACQUEMIN, ό.π. (σημ. 15), σ. 258.
  •  21. Βλ. ανωτ. σημ. 6 .
  • 22. Βλ. π.χ. FRAZER, ό.π. (σημ. 15), σ. 83 -84 . MARTIN 1900, ό.π. (σημ. 15), σ. 197 . HARRIS, ό.π. (σημ. 15), σ. 125 . HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 9 . 
  • 23. Ίδια άποψη εκφράζει και ο REISCH 1894, στ. 2717, παρατηρώντας ωστόσο ότι δεν μας έχει παραδοθεί κάτι σχετικό. Περιέργως αντίθετη άποψη εκφράζουν τόσο ο MARTIN 1900 , ό.π. (σημ. 15), σ. 199 (που φαίνεται να αναθεώρησε την άποψή του) όσο και ο HUMPHREY , ό.π. (σημ. 6), σ. 8, ο οποίος θεωρεί ότι ο μηχανισμός δεν ήταν τόσο επιτυχής όσο πίστευαν και ότι έπρεπε να αντικαθίσταται κάθε τέσσερα χρόνια. Την ίδια άποψη –φαίνεται να συμμερίζονται ο CROWTHER 1994, σ. 127 και η JACQUEMIN, ό.π. (σημ. 15), σ. 257 . Όμως είναι πιθανότερο ο μηχανισμός να αποσυρόταν μετά από κάθε Ολυμπιάδα για να μη φθαρεί από τις καιρικές συνθήκες, με αποτέλεσμα να ξανακατασκευάζεται κάθε φορά το βωμόσχημο βάθρο από ωμές πλίνθους που περιέκλειε τη συσκευή χειρισμού του. 
  • 24. Βλ. ΠΑΕ 1903, σ. 51. ΠΑΕ 1904, σ. 33 -34 . ΠΑΕ 1909, σ. 185 -190 . Πρβλ. JOST 1985, σ. 189 -190 .
  • 25. Βλ. MILLER 2002, σ. 247 -248 . MILLER 2004, ό.π. (σημ. 17), σ. 247 -248 . MILLER 2005, σ. 133 -134 . Αν δεν πρόκειται για ποιητική έκφραση αλλά για κυριολεξία, μια πιθανή μαρτυρία ότι ο ιππόδρομος της Νεμέας βρισκόταν δίπλα στον τύμβο του Οφέλτη-Αρχέμορου υπάρχει σε αγωνιστικό επίγραμμα από τη Λίνδο για τον Κλεώνυμο τον Ρόδιο, που νίκησε με τη συνωρίδα του στους ιππικούς αγώνες της Νεμέας (στίχ. 5 - 8): ἱερὸν ἦμαρ ἔλαμψεν, / ὅτε ζυγὰ κοῦφα συνωρὶ[ς] / ἐξέφερ’ εὐκτερέος / σῆμα παρ’ Ἀρ[χ]εμόρου. (Έλαμψε η άγια μέρα, όταν η συνωρίδα έφερε το αλαφροπάτητο ζευγάρι των αλόγων δίπλα στον τάφο του πολυκτέριστου Αρχέμορου). Βλ. BLINKENBERG 1941, αρ. 698. Πρβλ. EBERT 1972 , ό.π. (σημ. 7), αρ. 69. 
  • 26 . IG IV 2 I, 153 .
  • 27. HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 523 κ.ε.
  • 28. HUMPHREY, ό.π. (σημ. 6), σ. 625 κ.ε. 
  • 29. Βλ. ROMANO 2005 . 
  • 30. Για τη Δήλο βλ. π.χ. IG XI 2, 135 , στίχ. 6 και IG XI 2, 242, στίχ. 5 -12 (τέλος 4ου αι. π.Χ.) . IG XI 2, 161, Α στίχ. 11 (279 π.Χ.) . IG XI 2, 287 Α, στίχ. 143 -145 (249 π.Χ., από όπου φαίνεται ότι Ιππόδρομος ονομαζόταν συνεκδοχικά ένα τέμενος που περιλάμβανε και την περιοχή του καθαυτό ιπποδρόμου, με στοιχειώδεις εγκαταστάσεις για τα ζώα της βοσκής), κ.λπ. Πρβλ. KENT 1948 , 301 . VIAL 1984, σ. 330 -331 . BRUNEAU 1995, σ. 37 -38 . CHANKOWSKI 2008, σ. 104 -105, 281 -282. Για τη Λεβάδεια (απολογισμός του αγωνοθέτου Ξενάρχου, 121 -116 π.Χ. ή μετά το 80 π.Χ.) βλ. VOLLGRAFF 1901, σ. 365 - 375, αρ. 19 . JONES 1993, αρ. 223 . Πρβλ. MIGEOTTE 2006, σ. 14 -25 .
  •  31. Βλ. KRITZAS, ό.π. (σημ. 15), σ. 414 - 415 .
  •  32. Από την περιοχή του Ηραίου προέρχεται δωρικό κιονόκρανο με επιτύμβιο επίγραμμα για τον hυσεμάταν, που σκοτώθηκε στον πόλεμο και τάφηκε κοντά στον ιππόδρομο. Βλ. DALY 1939 
  •  33. Για τον ζωγράφο Αριστείδη Νικομάχου βλ. κυρίως OVERBECK , ό.π. (σημ. 15), αρ.1779 (Plin., NH, 35, 98), πρβλ. αρ. 1778 -1785. Για τον γλύπτη Αριστείδη, μαθητή του Πολύκλειτου, βλ. κυρίως OVERBECK , ό.π. (σημ. 15), αρ. 978 (Plin., NH, 34, 50), αρ. 981 (Plin., NH, 34, 72 ) και αρ. 982 (Παυσ., 6 ,20 ,14 ) . BRUNN , ό.π. (σημ. 15), II, 247 (§367 ) . LINFERT 1990, σ. 141 -142 . WIEGARTZ , ό.π. (σημ. 15), σ. 71. Επιφυλάξεις για την ταύτιση είχε εκφράσει ο REISCH, ό.π. (σημ. 23), στ. 2716.


 Χαράλαμπος Κριτζάς -  Μελέτες για την αρχαιολογία στην Κεντρική Ελλάδα -2009


ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ