Η Αμάξιτος ιδρύθηκε από Μυτιληνιούς (Αιολείς) αποίκους του 8ου – 7ου αιώνα π.Χ. και ήταν μία από τις πόλεις της Τρωάδας, την οποία η Αθήνα προσάρτησε από τη Μυτιλήνη μετά το τέλος της Αποστασίας της Μυτιλήνης το 427 π.Χ..Η πόλη έγινε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο μετά την κατασκευή του Ιερού και του Ναού του Σμινθέως Απόλλωνος, ο οποίος χτίστηκε γύρω στο 150 π.Χ. αφιερωμένος στον Απόλλωνα.
Το επίθετο Σμινθεύς δινόταν στον Απόλλωνα για την προστασία της γεωργίας..Οι πρόσφατες ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν αποκάλυψαν έναν μεγαλειώδη τάφο 2.000 ετών από τη ρωμαϊκή εποχή δίπλα στο Ιερό του Σμινθέως Απόλλωνος.
Οι πρόσφατες ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν αποκάλυψαν έναν μεγαλειώδη τάφο 2.000 ετών από τη ρωμαϊκή περίοδο δίπλα στο Ιερό του Σμινθέως Απόλλωνος.
Τι βρήκαν οι ανασκαφείς στον τάφο
Στον τάφο έγινε ο ενταφιασμός περισσότερων από 10 ατόμων. Οι ερευνητές εντόπισαν σκελετικά λείψανα παιδιών και ενηλίκων και υπήρχαν ενδείξεις ότι ανακατευτεί. Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο τάφος πιθανότατα δημιουργήθηκε κατά παραγγελία της ανώτερης ντόπιας ελίτ. Επιπλέον παρέχει νέες πληροφορίες για τις ταφικές πρακτικές στην Αμαξιτό και την έντονη επιρροή που είχε το Ιερό του Απόλλωνα κατά την ρωμαϊκή εποχή .
Το μέλος της ανασκαφικής ομάδας είπε ότι «έχουμε στόχο όχι μόνο να αποκτήσουμε πληροφορίες για τις ταφικές παραδόσεις ατόμων και κοινοτήτων που υπήρχαν κάποτε εδώ, αλλά και να συμβάλλουμε στον προσδιορισμό της περιοχής κατανομής των ιερών οικοδομημάτων. Με άλλα λόγια να καθορίσουμε τα όρια της ιερής περιοχής».Και συνέχισε: «Σύμφωνα με αυτόν τον στόχο, στις ανασκαφές που έγιναν σε τρία διαφορετικά σημεία, αποκαλύψαμε λείψανα δύο τάφων μαζί με ερείπια των θεμελίων ορισμένων οικοδομημάτων. Με βάση τα χειροποίητα αντικείμενα, που βρέθηκαν στο μοναδικό δωμάτιο που φαίνεται ότι διασώθηκε με άθικτα θεμέλια στον μεγαλειώδη τάφο, εκτιμούμε ότι η προέλευσή του (σ.σ. του οικοδομήματος) είναι περίπου 2.000 χρόνια πριν, περίπου τον 1ο αιώνα μ.Χ.».
Μπρούτζινο νόμισμα της Αμαξιτού (4ος αιώνας π.Χ.) με παράσταση του Απόλλωνος Σμινθέως
Στην Αρχαία Ελλάδα η Αμαξιτός ήταν πόλη που βρισκόταν στο νοτιοδυτικό άκρο της Τρωάδας στη Μικρά Ασία, στα σύνορα ανάμεσα στην Τρωάδα και την Αιολίδα, η γύρω σε αυτήν περιοχή ονομαζόταν Αμαξιτία. Η Αμαξιτός περιείχε ναό του Απόλλωνος Σμινθέως και μια αλμυρή επίπεδη πεδιάδα στην Τράγασο, βρίσκεται δε στην Μ.Ασία Η περιοχή γύρω από την πόλη ήταν γνωστή ως Αμαξιτία και περιλάμβανε τον ναό του Σμινθέως Απόλλωνος, τις αλυκές στη γείτονα πόλη Τραγασές και τον Σατνιόεντα ποταμό .
Η τοποθεσία της Αμαξιτού, εντοπίζεται σε ύψωμα . Η πόλη εμφανίζεται για πρώτη φορά στις λίστες των φόρου υποτελής στην Αθήνα πόλεων το 425 π.Χ. υπό τον τύπο ΗΑΜΑΧΣΙΤΟΣ στην αττική διάλεκτο. Επειδή όμως στα μέρη της αρχαίας Αιολίδος ομιλείτο η αιολική διάλεκτος, η ονομασία της πόλεως έγινε ΑΜΑΞΙΤΟΣ, λόγω του φαινομένου της ψιλώσεως που παρουσιάζει η διάλεκτος αυτή (αποβολή των δασέων -χσ- και -h- και τροπή σε -ξ-). Στα νομίσματα της πόλεως του 4ου αιώνα π.Χ. υπάρχουν οι επιγραφές ΑΜΑΞΙ και η ονομασία της πόλεως προήλθε μάλλον από την αρχαία ελληνική λέξη αμαξα (=κάρο). Επομένως Αμαξιτός σημαίνει: πόλη που μπορεί να μεταφερθεί με κάρα.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΤΟΥ ΣΜΙΝΘΕΩΣ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
Στην αρχαιότητα όλοι οι μύθοι για την Αμαξιτό σχετίζονται με την ίδρυση του ναού του Απόλλωνος Σμινθέως. Ο Όμηρος γράφει στην Ιλιάδα ότι ο ιερέας του Απόλλωνα Χρύσης παρακαλούσε τον θεό να στείλε πανούκλα στους Αχαιούς επειδή ο Αγαμέμνων είχε απαγάγει την κόρη του Χρυσηίδα και αρνήθηκε να την ελευθερώσει. Η αναφορά του Ομήρου δεν βοηθάει περισσότερο, καταγράφει το όνομα χωρίς να διευκρινίζει τίποτα για την προέλευση του. Την αρχαιότερη παράδοση τον 7ο αιώνα π.Χ. μας παρέχει ο Καλλίνος σε ένα Ελεγειακό ποίημα που σχετίζεται με την Έφεσο. Την εποχή που οι Τεύκριοι με καταγωγή από την Κρήτη εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αμαξιτού τους επιτέθηκαν μια ομάδα ποντίκια που βγήκαν από τη γη. Ο χρησμός τους είχε συμβουλεύσει να ιδρύσουν αποικία εκεί που θα δεχτούν μια υπόγεια επίθεση, θεώρησαν την επίθεση των ποντικιών θεικό σημάδι και αποφάσισαν να ιδρύσουν πόλη. Ο μύθος σχετίζει τον όρο "Σμίνθιος" με το "ποντίκι", ο Απόλλων εξόντωσε τα ποντίκια για να τους προστατέψει ώστε να εγκατασταθούν με ασφάλεια, για αυτό ο Χρύσης στην Ιλιάδα αποκαλεί τον Απόλλωνα Σμίνθιο.[ Στράβων, Γεωγραφικά, 13.1.48] Ο Στράβων γράφει ότι ο Απόλλων λατρευόταν σε όλη την Ελλάδα με πολλά ονόματα που σχετίζονταν με μικρά ζώα, δεν είναι βέβαιο ότι Σμίνθιος έχει σχέση με το ποντίκι. Ο όρος εμφανίστηκε σε ένα θραύσμα που έγραψε τον 5ο αιώνα π.Χ. ο τραγικός ποιητής Αισχύλος, φανερώνει ότι η ορολογία του Καλλίνου σχετικά με το ποντίκι βρισκόταν σε ένα τοπικό λεξικό της εποχής.
Το έργο του Καλλίνου αντικατοπτρίζει όλες τις μυθικές παραδόσεις που κυκλοφορούσαν στην αρχαιότητα σχετικά με την ίδρυση της Αμαξιτού. Τα νομίσματα που έκοβαν στην πόλη είχαν απεικόνιση του Απόλλωνος Σμινθέως, η παραγωγή τους συνεχίστηκε με την ίδια μορφή σε ολόκληρη την Αλεξάνδρεια Τρωάδα μέχρι την εποχή που έγινε αυτοκράτορας ο Γαλλιηνός (260-267). Ο Στράβων περιγράφει τον 1ο αιώνα μ.Χ. τον ανδριάντα του Απόλλωνα Σμινθέως που ανήγειρε ο γλύπτης Σκόπας από την Πάρο (395 π.Χ. - 350 π.Χ.), ο Ρωμαίος Κλαύδιος Αιλιανός σχετίζει τον ανδριάντα με τα ποντίκια που βρισκόντουσαν στον θάλαμο κάτω από το ιερό.Τα ερείπια του ναού της «ελληνιστικής » εποχής είναι διακριτά και σήμερα στη σύγχρονη πόλη.
Οι πρόσφατες ανασκαφές έδειξαν ότι ο ναός ανηγέρθη την περίοδο 150 π.Χ.-125 π.Χ., την ίδια εποχή η μεγάλη γιορτή που γινόταν στην Αλεξάνδρεια Τρωάδα άλλαξε το όνομα της από "Πυθία" σε "Σμυνθία".Η λατρεία εξαπλώθηκε στο νησί της Ρόδου στο οποίο ένας μήνας πήρε το όνομα Σμίνθιος", όπως έγραψε ο Φιλομνήστης στο έργο του "Σμίνθια στη Ρόδο" γινόταν παρόμοια γιορτή.
Αν και λέγεται πως ιδρύθηκε από Μυτιληνιούς (Αιολείς) αποίκους του 8-7ου αιώνα π.Χ., το 427 π.Χ. την πήραν οι Αθηναίοι από τους Μυτιληναίους και την κατέταξαν στις παραλιακές Τρωαδικές πόλεις που πλήρωναν τον έκτακτον φόρον. Εμφανίζεται ως φόρου υποτελής την περίοδο 425-4 π.Χ. και 421-0 π.Χ. και σε σύγκριση με τις άλλες πόλεις πλήρωνε φόρο 4 ταλάντων. Ένα μεγάλο μέρος των φόρων θα προερχόταν από τις αλυκές των Τραγασών που ήταν ιδιαίτερα παραγωγικές.
Μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, απόλαυσε μια σύντομη περίοδο ανεξαρτησίας και το 399 π.Χ. κατελήφθη από τους Πέρσες. Ένα έτος αργότερα την απελευθέρωσε ο Σπαρτιάτης στρατηγός Δερκυλίδας. Από τον αιώνα αυτό άρχισε και η κοπή των νομισμάτων της Αμαξιτού.
Στην πρόσθια όψη έφερε τον Απόλλωνα με τη λύρα, ή τον Σμινθέα Απόλλωνα και στην πίσω πλευρά την επιγραφή ΑΜΑΞΙ. Έτσι γίνεται έμμεση αναφορά για τον ναό του Σμινθέως Απόλλωνος στη γειτονική πόλη Σμίνθειον και τέτοια νομίσματα έχουν βρεθεί σε όλη την Τρωάδα. Πλην των αλυκών των Τραγασών, η πόλη εμπλουτίστηκε με ένα εμπορικό λιμάνι. Εκεί βρέθηκαν Χιώτικοι και Θάσιοι αμφορείς οίνου, που δηλώνουν την εμπορική δραστηριότητα στο Αιγαίο, ενώ μια επιγραφή των μέσων του 4ου αιώνα π.Χ. τιμά έναν έμπορο από την Κίο με τη δωρεάν εισαγωγή-εξαγωγή αγαθών από την Αμαξιτό είτε από την ξηρά, είτε από τη θάλασσα.
Ασημένιο δίδραχμο από την Αλεξάνδρεια Τρωάς με παράσταση του Απόλλωνος Σμινθέως
Οι επιστήμονες δεν είναι σίγουροι αν η πόλη συνέβαλε στον συνοικισμό της γειτονικής Αλεξανδρείας. Κατά την πρώιμη ελληνιστική περίοδο, η Αμαξιτός έκοψε μια σειρά από πιο περίτεχνα νομίσματα του Απόλλωνος Σμινθέως. Δεδομένου ότι η δημοτικότητα του Ολύμπιου θεού αυξήθηκε την περίοδο εκείνη, συνέρρεαν κατά χιλιάδες οι προσκυνητές στο λιμάνι της παραλιακής πόλης. Η κερδοφορία από τις γειτονικές αλυκές προκύπτει από την απόπειρα του βασιλιά Λυσιμάχου να τις φορολογήσει (γύρω στο 301-281 π.Χ.). Τελικά ο τελευταίος επέφερε τη φορολογική απαλλαγή από τις αλυκές για να μην βλάψει την οικονομία της πόλεως.
Η Αμαξιτός επιβίωσε μέχρι και την πρώιμη ρωμαϊκή περίοδο, όταν συνοικίστηκε με τη διπλανή Αλεξάνδρεια. Τότε περίπου ανοικοδομήθηκε και ο ναός του Απόλλωνος Σμινθέως (γεγονός που συνδέθηκε με την αύξηση της φήμης της Ολύμπιας θεότητας), με τη μορφή του να απεικονίζεται στα νομίσματα ως τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ.
Η περιοχή της πόλεως
Η αρχαία πόλη εντοπίζεται στο λιμάνι που το ονομάζουν σήμερα Μπεσίκτεπέ Besiktepe, το οποίο χρησιμοποιούνταν από τους προσκυνητές παρά την εξαφάνιση της Αμαξιτού.
ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ