Ήταν τέλος Οκτωβρίου του 336 π.Χ., η μακεδονική Πρωτοχρονιά. Χιλιάδες Μακεδόνες, ατρόμητοι πολεμιστές, συγκεντρώνονται στην αυλή του περίλαμπρου ανακτόρου και χτυπούν με το δόρυ την ασπίδα στο θώρακά τους. Φωνάζουν ρυθμικά «Αλέξανδρος», «Αλέξανδρος», «Αλέξανδρος» και ανακηρύσσουν τον Μέγα Αλέξανδρο βασιλιά τους, μετά τη δολοφονία του πατέρα του, Φιλίππου Β΄, από τον Παυσανία.
Ο Αλέξανδρος ήταν 20 χρόνων και στο μεγαλοπρεπές ανάκτορο, που έφερε το όνομα του πατέρα του, γνώρισε την πρώτη του μεγάλη αποθέωση. Σε λιγότερο από 2 χρόνια αργότερα, θα ξεκινούσε από το ίδιο σημείο για την μεγάλη εκστρατεία στα βάθη της Ανατολής. Συσπείρωσε δίπλα του πάνω από 50.000 οπλίτες, 6.000 ιππείς, ενώ 120 πολεμικά πλοία που ανέμεναν στον Ελλήσποντο ακολούθησαν τον Μακεδονία στρατηλάτη.
Κάθε σημαντικό γεγονός είχε αφετηρία το ανάκτορο του Φιλίππου, το πιο λαμπρό οικοδόμημα της Μακεδονίας, «το πρώτο συγκροτημένο περιστύλιο της ελληνικής αρχιτεκτονικής, που αποτέλεσε πρότυπο για πολλά λαμπρά οικοδομήματα, όπως η Στοά του Αττάλου, που κατασκευάστηκε δύο αιώνες αργότερα», όπως αναφέρει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, Αγγελική Κοτταρίδη.
Η κ. Κοτταρίδη αφυπηρέτησε στις 31 Δεκεμβρίου 2023 από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, αφήνοντας πίσω της ένα σπουδαίο έργο στη βασιλική πρωτεύουσα των Μακεδόνων, τις Αιγές (Βεργίνα) και όχι μόνο, ενώ αύριο θα ξεναγήσει τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, και την ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού στο αναστηλωμένο ανάκτορο του Φιλίππου Β΄, ένα κολοσσιαίο έργο που κράτησε πάνω από 16 χρόνια και κόστισε 20,3 εκατομμύρια ευρώ, μέσα από δύο ΕΣΠΑ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εγκαινιάζει το αναστηλωμένο και αποκατεστημένο ανάκτορο του Φιλίππου Β΄, το οποίο ο μελετητής της αρχαίας αρχιτεκτονικής Βόλφραμ Χέπφνερ αποκάλεσε «Παρθενώνα της Μακεδονίας».
Πρόκειται για ένα οικοδόμημα εντυπωσιακό τόσο σε μεγαλοπρέπεια όσο και σε έκταση, μνημείο μοναδικό, που, σε συνδυασμό με το Πολυκεντρικό Μουσείο που εγκαινιάστηκε πριν έναν χρόνο και μαζί με τον πολιτιστικό πλούτο των Αιγών, δημιουργεί έναν ισχυρό πολιτιστικό πόλο για την Ελλάδα και μείζονα αναπτυξιακό πόρο για τη Μακεδονία.
Το μνημείο θα είναι ανοιχτό για το κοινό από την Κυριακή 7 Ιανουαρίου και θα προσφέρει στους επισκέπτες μια πλήρη γνώση και εμπειρία της ιστορίας της πόλης των Αιγών, των βασιλέων της και της Μακεδονίας γενικότερα.
Χτισμένο στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα, μεταξύ 350-340 π.Χ., πιθανόν από τον Πύθιο -«αυτό είναι μια δική μου εκτίμηση, καθώς δεν υπάρχει αναφορά σε επιγραφή ή πηγή», τονίζει η κ. Κοτταρίδη -, ο οποίος σχεδίασε το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, ένα από τα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το «βασίλειον καθίδρυμα» των Αιγών, αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας και λειτουργούσε ως Αγορά, ως τόπος συνάθροισης δηλαδή των πολιτών της Μητρόπολης των Μακεδόνων.
«Πρόκειται για ένα κτήριο τεράστιας σημασίας, το πρώτο του είδους του, ο χώρος της ιερής-πολιτικής Αγοράς των Μακεδόνων. Ήταν ταυτόχρονα ο χώρος συνάθροισης-διαβούλευσης, ο χώρος διασκέδασης με τους ανδρώνες και το Ιερό του Ηρακλή Πατρώου», ανέφερε στη Voria.gr η κ. Κοτταρίδη, προσθέτοντας πως δίπλα ακριβώς, στο θέατρο, έπεσε νεκρός ο Φίλιππος Β΄ από το ξίφος του έμπιστου σωματοφύλακά του, Παυσανία.
Το ανάκτορο ήταν ορατό από ολόκληρη τη λεκάνη της Μακεδονίας κι εκτός από κατοικία του βασιλιά των Μακεδόνων αποτελούσε πολιτικό, θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο. Το ισόγειο είχε έκταση περίπου 9.250 τ.μ. και το κτήριο ήταν διώροφο, κατασκευασμένο από πολυτελή υλικά, ενώ, όπως αναφέρει η κ. Κοτταρίδη, είναι μεγαλύτερο από τα ελληνιστικά ανάκτορα της Δημητριάδος και της Περγάμου και «η μορφή του είναι περισσότερο σαφής και ευανάγνωστη από “τα βασίλεια” της Πέλλας, που γνώρισαν πολλές επεκτάσεις και τροποποιήσεις».
«Ο Φίλιππος οργανώνει, μεταρρυθμίζει στην ουσία, το βασίλειο των Μακεδόνων και δημιουργεί το έδαφος για αυτό που συνέβη στη συνέχεια με τον Αλέξανδρο, που δημιουργεί την οικουμένη, την ελληνιστική οικουμένη. Το Ανάκτορο των Αιγών αποτυπώνει αυτή την ιδέα ενός Ηγεμόνα, ο οποίος δεν είναι πλέον κλειστός και εσωστρεφής. Είναι ο Ηγεμόνας, ο οποίος επικοινωνεί με τον έξω χώρο και αυτό ακριβώς δηλώνει και το ίδιο το ανακτορικό συγκρότημα. Συγχρόνως δημιουργεί το πρότυπο του αρχετύπου θα έλεγα, των δημοσίων οικοδομημάτων που θα χαρακτηρίσουν πια την ελληνιστική οικουμένη, δηλαδή τον κόσμο από τον Αλέξανδρο και μετά», δήλωσε χθες σε συνέντευξή της η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.
Μετά το πρόπυλο απλωνόταν μια τεράστια τετράγωνη αυλή, μνημειακής μορφής, η οποία μπορούσε να φιλοξενήσει άνετα πάνω από 2.000 ανθρώπους και μάλιστα καθιστούς, καθώς ο χώρος λειτουργούσε ως σημείο αναφοράς και λήψης πολιτικών αποφάσεων. Το τεράστιο περιστύλιο κοσμούσαν 16 λίθινοι δωρικοί κίονες που επιστέφονταν από δωρική ζωφόρο. Τα αρχιτεκτονικά μέλη ήταν κατασκευασμένα από πωρόλιθο και καλύπτονταν από λεπτά κονιάματα σε λευκό χρώμα, αλλά και έντονο γαλάζιο και κόκκινο.
Στην ανατολική πλευρά του ανακτόρου υπήρχε μια μεγάλη κυκλική αίθουσα, η λεγόμενη «θόλος», στην οποία βρέθηκαν αναθηματικές επιγραφές που αναφέρουν τον «πατρώο Ηρακλή», που οι Μακεδόνες βασιλιάδες λάτρευαν ως πρόγονό τους, μαζί και μια βάση κατασκευής που θα μπορούσε να είναι βωμός ή βάθρο. Οι χώροι στο σημείο αυτό έχουν ιερό χαρακτήρα, όπως διακρίνεται, εξυπηρετώντας τις αυξημένες λατρευτικές ανάγκες του βασιλιά που ήταν συγχρόνως και αρχιερέας.
Χώροι συμποσίων, ανδρώνες με δάπεδα στρωμένα με ψηφιδωτά από βότσαλα κάλυπταν την ανατολική και βόρεια πλευρά του ανακτόρου, εκεί όπου δύο διάδρομοι οδηγούσαν από το περιστύλιο στον εξώστη, αλλά και μια ευρύχωρη βεράντα με πανοραμική θέα στην πόλη και ολόκληρη τη μακεδονική λεκάνη, κάτι που αποτελεί μια ακόμη καινοτομία του ανακτόρου των Αιγών.
Στους ανδρώδες υπολογίζεται ότι υπήρχαν 278 κλίνες και ανάκλιντρα και ο Φίλιππος είχε τη δυνατότητα να παραθέσει συμπόσια για περισσότερους από 500 καλεσμένους, αριθμός πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα.
Ένα από τα ψηφιδωτά που σώζεται σε καλύτερη κατάσταση, είναι φτιαγμένο από μικροσκοπικά λευκά, μαύρα, γκρι, κίτρινα, και κόκκινα βότσαλα, θυμίζοντας χαλί. Ένα εντυπωσιακό λουλούδι ανθίζει στο κέντρο του, πλαισιωμένο από πολύπλοκα ελικωτά βλαστάρια και λουλούδια που εγγράφονται σε έναν κύκλο. Ο πολλαπλός μαίανδρος και ο σπειρομαίανδρος που στολίζουν την περιφέρεια του κύκλου μοιάζουν πολύ με αυτούς που υπάρχουν στη χρυσελεφάντινη ασπίδα του Φιλίππου Β΄, ενώ στις γωνίες αναδύονται ξανθές νεράιδες, μισές γυναίκες και μισά λουλούδια.
Εξοπλισμένο με όλες τις ανέσεις της εποχής, το ανάκτορο διέθετε ένα άρτιο σύστημα αποχέτευσης, αλλά και ύδρευσης μέσω του οποίου τροφοδοτούνταν με δροσερό νερό από τις πλαγιές του βουνού. Στον πρώτο όροφο πρέπει να βρισκόταν τα διαμερίσματα των γυναικών και οι κοιτώνες, ενώ εντυπωσιακή και πολυτελής ήταν η κορινθιακού τύπου κεράμωση των στεγών.
Το σύμβολο της μακεδονικής ηγεμονίας καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 148 π.Χ. Οι εισβολείς το έκαψαν και το λιθολόγησαν, με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Τα ερείπια του πολυτελούς ανακτόρου δίνουν για αιώνες και μέχρι πρόσφατα οικοδομικό υλικό στα χωριά της ευρύτερης περιοχής. Και τώρα η ιστορία ξαναγράφεται σε όλο της το μεγαλείο...
ΠΗΓΗ ://www.voria.gr/