Για τους Αρχαίους Έλληνες, το τατουάζ ήταν σημάδι ντροπής και υποδούλωσης. Η λέξη που είχαν γι' αυτό, το "στίγμα", εκφράζει σήμερα αυτή την περιφρόνηση που σίγουρα επηρέασε τις κοινωνίες της Ευρώπης επί πολλούς αιώνες.
ΤΟ ΤΑΤΟΥΑΖ δεν είναι, φυσικά, ελληνική λέξη. Η ρίζα της βρίσκεται στην Πολυνησία, από την λέξη tatau, που σημαίνει σημαδεύω. Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη για το τατουάζ ήταν στίγμα― κι είχε, όπως σήμερα, αρνητική χροιά. Διότι όπως θα δούμε, το τατουάζ ήταν για τους αρχαίους Έλληνες όχι σημάδι ομορφιάς και ιδιαιτερότητας, αλλά υποδούλωσης και εξαθλίωσης.
Η λέξη tattoo έχει δύο μεγάλα παράγωγα: την πολυνησιακή λέξη “ta”, που σημαίνει κάτι το εντυπωσιακό και την ταϊτανική λέξη “tatau” που σημαίνει «για να σηματοδοτήσει κάτι». Επομένως, η λέξη τατουάζ αναφέρεται στην αποτύπωση του θεϊκού πνεύματος στο γήινο σώμα, ένα υπερφυσικό ίχνος ως προστασία έναντι του μεταφυσικού και του αγνώστου. Η λέξη “τατουάζ” ήρθε στην Ευρώπη από τον εξερευνητή Τζέιμς Κούκ, όταν επέστρεψε το 1771 από το πρώτο ταξίδι του στην Ταϊτή και τη Νέα Ζηλανδία.
Για τους Έλληνες, το να κάνεις τατουάζ κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν σημάδι ταπείνωσης, δειλίας και ήττας. Μια από τις παλαιότερες χρονολογημένες αποδείξεις μας γι' αυτό προέρχεται από μια μικρή επιτύμβια επιγραφή αφιερωμένη σε έναν άγνωστο κατά τα άλλα άνδρα με το όνομα Πόλλις από τα Μέγαρα, περίπου το 480 π.Χ.:
Μιλάω, εγώ, ο Πόλλις, ο αγαπημένος γιος του Ασώπιχου,
Χωρίς να είμαι δειλός, πέθανα...
στα χέρια των δερματοστικτών.
Ο μυώδης πολεμιστής που είναι σμιλεμένος σε αυτή την επιτύμβια στήλη φοράει μόνο μια περικεφαλαία και φέρει ασπίδα, σπαθί και δόρυ. Φαίνεται να προχωρεί στη μάχη με την ασπίδα του υψωμένη και το δόρυ του σε ετοιμότητα. Το λουρί από το οποίο κρεμάει το σπαθί στο πλάι του ήταν αρχικά ζωγραφισμένο, όπως και άλλες λεπτομέρειες της διακόσμησης. Η μορφή αναγνωρίζεται στην ελληνική επιγραφή που αναγράφεται πάνω του ως Πόλλις: ΛΕΓΟ ΠΟΛΛΙΣ ΑΣΟΠΙΧΟ ΦΙΛΟΣ Η[Υ]ΙΟΣ: Ο ΚΑΚΟΣ ΕΟΝ ΑΠΕΘΝΑΣΚΟΝ ΗΥΠΟ ΣΤ[Ι]ΚΤΑΙΣΙΝ ΕΓΟΝΕ ("Εγώ, ο Πόλλις, αγαπητός γιος του Ασώπιχου, μιλάω: Μη όντας δειλός, εγώ, από τη μεριά μου, χάθηκα στα χέρια των δερματοστικτών.").
Οι δερματοστίκτες που αναφέρονται στον επιτύμβιο μπορεί να είναι οι Πέρσες ή οι Θράκες, μια φυλή από τη βόρεια Ελλάδα που πολέμησε στο πλευρό των Περσών εισβολέων στον πόλεμο του 480-479 π.Χ. Αν και οι Έλληνες νίκησαν, ο Πόλλις έχασε τη ζωή του. Η μορφή των ελληνικών γραμμάτων που βλέπουμε εδώ ήταν χαρακτηριστική των Μεγάρων, μιας πόλης που βρισκόταν μεταξύ Αθήνας και Κορίνθου. Ως προς τη μορφή, η στήλη διατηρεί το ψηλό στενό σχήμα που ήταν δημοφιλές στην αρχαϊκή περίοδο, ωστόσο η διακόσμησή της παραπέμπει στην πρώιμη κλασική περίοδο. Οι γλύπτες της περιόδου από το 480-450 π.Χ. περίπου εκδήλωσαν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αναπαράσταση του χώρου, της κίνησης και της ανθρώπινης ανατομίας. Απεικονιζόμενη ως επί το πλείστον σε προφίλ με λεπτομερή μυϊκή διάπλαση και με προτεταμένη ασπίδα , η μορφή του Πόλλι δίνει την αίσθηση τρισδιάστατης εικόνας. Το αποτέλεσμα αυτό είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό, δεδομένης της πολύ ρηχής χάραξης της στήλης...
Αυτή η επιγραφή βρίσκεται πάνω στην αναθηματική ανάγλυφη αναπαράσταση ενός Έλληνα οπλίτη, αρματωμένου με την χαρακτηριστική στρογγυλή ασπίδα του και κρατώντας το δόρυ του. Η εικόνα ταιριάζει με την επιγραφή και προβάλλει ένα σαφές ανδρικό ιδεώδες. Αυτό που συνδέει τη στρατιωτική του θητεία, τον θάνατό του στη μάχη και την έμφυτη γενναιότητά του, καθώς και την αποστροφή του στο τατουάζ.
Το αν αληθεύει όντως το γεγονός ότι ο Πόλλις πέθανε χωρίς να έχει τατουάζ ως αιχμάλωτος πολέμου, δεν είναι τόσο σημαντικό. Για τον οπλίτη -ή μάλλον για την οικογένειά του, που θα είχε παραγγείλει την επιτύμβια στήλη- μόνο ένας δειλός θα δεχόταν το ταπεινωτικό σημάδι του τατουάζ: ένας "αληθινός" Έλληνας θα προτιμούσε να πεθάνει.
Η ταυτότητα των δερματοστικτών του οπλίτη δεν είναι σαφής. Αρχικά, οι μελετητές είχαν υποθέσει ότι επρόκειτο για τους Θράκες, έναν λαό που οι Έλληνες συχνά αποκαλούσαν «αυτοί με τα στίγματα». Ωστόσο, η χρονολόγηση της επιγραφής σε συνδυασμό με περαιτέρω εθνογραφικές πληροφορίες που δίνονται από πηγές όπως ο Ηρόδοτος υποδηλώνουν ότι πιθανότερη εκδοχή θα ήταν οι Πέρσες.
Οι αρχαίοι Έλληνες έμαθαν την τεχνική της δερματοστιξίας από τους Πέρσες και την χρησιμοποίησαν για να στιγματίζουν τους σκλάβους και τους εγκληματίες, ώστε να αναγνωρίζονται αμέσως και να μην μπορούν να διαφύγουν. Οι ελεύθεροι πολίτες απέφευγαν να κάνουν τατουάζ καθώς τα θεωρούσαν βαρβαρική συνήθεια. Οι Ρωμαίοι οι οποίοι διδάχτηκαν την τεχνική αυτή από τους Έλληνες, χρησιμοποιούσαν ευρέως την πρακτική της δερματοστιξίας. Και πάλι, όμως, το τατουάζ συναντιόνταν στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και ως μορφή τιμωρίας. Επίσης, εφαρμοζόταν ως μέρος ποινών σε εγκληματίες. Στις αρχές του 4ου αιώνα όταν ο Κωνσταντίνος έγινε αυτοκράτορας (306-373 μ.Χ.) και ήρε την απαγόρευση του χριστιανισμού, απαγόρευσε τα τατουάζ στο πρόσωπο διότι πίστευε ότι το ανθρώπινο πρόσωπο αποτελούσε μια αναπαράσταση της εικόνας του θεού και θα ήταν ασέβεια να παραμορφωθεί.
Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι οι Πέρσες έκαναν τατουάζ σε ορισμένους αιχμαλώτους πολέμου. Μετά την ήττα των Ελλήνων στη μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. και τον θάνατο του Λεωνίδα, οι λίγοι, κυρίως Θηβαίοι επιζώντες παραδόθηκαν και οδηγήθηκαν στον Μεγάλο Βασιλιά, Ξέρξη. Ως τιμωρία, ο Ξέρξης εκτέλεσε ορισμένους από αυτούς. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, όσοι έμειναν ζωντανοί έπρεπε να κάνουν τατουάζ με τα διακριτικά του Πέρση βασιλιά.
Ενώ οι Έλληνες απεχθάνονταν τα τατουάζ, αυτό δεν τους εμπόδισε να τα χρησιμοποιούν με παρόμοιο ταπεινωτικό τρόπο. Κατά τη διάρκεια της υποταγής της Σάμου από τους Αθηναίους το 440-439 π.Χ., και οι δύο πλευρές φέρονται να έκαναν τατουάζ στο μέτωπο των αιχμαλώτων τους με τα δικά τους διακριτικά σημάδια. Οι Σάμιοι χρησιμοποιούσαν έναν ιδιαίτερο τύπο πλοίου που ονομαζόταν Σάμαινα, ενώ οι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν το σημάδι της κουκουβάγιας.
Το ύφος αυτών των τατουάζ και ο αριθμός των περιπτώσεων που χρησιμοποιήθηκαν, δείχνει ότι χρησιμοποιούνταν βάσει ενός προκαθορισμένου σχεδίου όπως μια σφραγίδα ή ένα σήμα και όχι κάθε φορά με κάτι διαφορετικό. Παρόμοια πρακτική βλέπουμε, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, με τους Αθηναίους αιχμαλώτους στις Συρακούσες μετά την αποτυχημένη Σικελική Εκστρατεία του 415-412 π.Χ. (Νικίας 29.1). Οι αιχμάλωτοι έκαναν τατουάζ με άλογα, το σύμβολο των Συρακούσιων νικητών.
[29.1] Τῶν δ᾽ Ἀθηναίων οἱ μὲν πλεῖστοι διεφθάρησαν ἐν ταῖς λατομίαις ὑπὸ νόσου καὶ διαίτης πονηρᾶς, εἰς ἡμέραν ἑκάστην κοτύλας δύο κριθῶν λαμβάνοντες καὶ μίαν ὕδατος, οὐκ ὀλίγοι δ᾽ ἐπράθησαν διακλαπέντες ἢ καὶ διαλαθόντες ὡς οἰκέται. [29.2] καὶ τούτους ὡς οἰκέτας ἐπώλουν στίζοντες ἵππον εἰς τὸ μέτωπον· ἀλλ᾽ † ἦσαν οἱ καὶ τοῦτο πρὸς τῷ δουλεύειν ὑπομένοντες. ἐβοήθει δὲ τούτοις ἥ τ᾽ αἰδὼς καὶ τὸ κόσμιον· ἢ γὰρ ἠλευθεροῦντο ταχέως, ἢ τιμώμενοι παρέμενον τοῖς κεκτημένοις. ἔνιοι δὲ καὶ δι᾽ Εὐριπίδην ἐσώθησαν
νΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ :[29.1] Οι περισσότεροι από τους Αθηναίους πέθαναν στα λατομεία από αρρώστιες και κακή διατροφή, γιατί έπαιρναν ημερησίως δύο κοτύλες κριθάρι και μία νερό. Δεν ήταν όμως λίγοι και εκείνοι τους οποίους έκλεψαν ή είχαν διαφύγει και πουλήθηκαν ως δούλοι· [29.2] αυτούς τους πουλούσαν στα σκλαβοπάζαρα, στιγματίζοντας το μέτωπό τους με σημάδι αλόγου· και υπήρχαν μερικοί που εκτός από τη δουλεία υπέμεναν και αυτό το στίγμα. Τους βοηθούσε όμως η σεμνότητα και η ευπρέπειά τους. Πράγματι, ή κέρδιζαν γρήγορα την ελευθερία τους ή έμεναν κοντά στα αφεντικά τους, έχοντας κερδίσει την εκτίμησή τους. Ορισμένοι είχαν σωθεί χάρη στον Ευριπίδη.
Η θέση των τατουάζ είναι ενδεικτική, καθώς το μέτωπο είναι δύσκολο να κρυφτεί, ενώ οι εικόνες μιμούνται τη σφραγίδα του αντίστοιχου νομίσματος κάθε πόλης. Όπως υποστηρίζει ο Geoffrey Bakewell, η πράξη αυτή δηλώνει ότι οι άνδρες είναι ιδιοκτησία του κράτους και ταυτόχρονα κάτι σαν νόμισμα για αγοραπωλησία.
Τατουάζ και υποδούλωση
Με τον όρο αγοραπωλησία, φυσικά, αναφερόμαστε εδώ στην αγορά των δούλων, και αν υπάρχει μια σταθερή αντίληψη που συνδέεται με το τατουάζ στον ελληνικό πολιτισμό, αυτή είναι η αντίληψη ότι τατουάζ ίσον υποδούλωση.
Δεν έκαναν τατουάζ σε όλους τους υπόδουλους. Το τατουάζ χαρακτήριζε κάποιον ως διαφορετικό, και αυτή η διαφορετικότητα σπάνια ήταν κάτι θετικό. Οι αιχμάλωτοι πολέμου στιγματίζονταν, όπως αναφέρθηκε, για να τονιστεί η προφανής δειλία τους στη μάχη και η αποτυχία τους να αποφύγουν τη σύλληψη.
Σε άλλους υποδουλωμένους έκαναν τατουάζ επειδή δραπέτευαν ή γενικότερα δεν υπάκουαν στους κατακτητές τους. Οι περισσότερες αποδείξεις μας γι' αυτό προέρχονται από την αθηναϊκή κωμωδία, η οποία είναι από μόνη της αποκαλυπτική. Οι Αθηναίοι διασκέδαζαν ιδιαιτέρως παρακολουθώντας σκλάβους να απειλούνται ή και να περιγράφουν τον τιμωρητικό στιγματισμό τους.
Στις «Σφήκες», ο σκλαβωμένος Ξανθίας φωνάζει ευχόμενος να είχε ένα καβούκι χελώνας για να τον προστατεύει από τη βελόνα του δουλοκτήτη: "Στιγματίζουν το δέρμα μου μέχρι θανάτου με μια βελόνα".
Στους Βατράχους, ο θεός του Κάτω Κόσμου Πλούτωνας απειλεί να μεταχειριστεί τους ευτελισμένους πολιτικούς σαν να ήταν ανυπάκουοι σκλάβοι- υποβάλλοντάς τους σε τατουάζ και φορώντας τους αλυσίδες (Αρ. Βατράχοι 1508-14). Ή στους Όρνιθες, όπου η ανεστραμμένη ουτοπία που είναι γνωστή ως Νεφελοκοκκυγία (η κατοικία των κούκων στα σύννεφα, η πόλη δηλαδή των πουλιών που φτιάχτηκε από τα πουλιά με στόχο να αναδειχτούν σε ρυθμιστές της θεϊκής εξουσίας λειτουργώντας ως ενδιάμεσοι των θεών με τους ανθρώπους) όπου ένας γεμάτος τατουάζ δραπέτης σκλάβος μεταμορφώνεται σε ένα όμορφο πουλί διάστικτο με χρώματα (Ar. Birds 760-1).
Αν και δεν είμαστε ακριβώς βέβαιοι τι ακριβώς τατουάζ έκαναν στα κεφάλια και τα πρόσωπα των σκλάβων, ένα σχόλιο στον Αισχίνη υποδηλώνει ότι έγραφαν πάνω τους τις λέξεις: "Σταματήστε με, είμαι δραπέτης".
Για τους Έλληνες, αυτή καθ' εαυτή η πράξη του να κάνεις τατουάζ σε ένα άλλο άτομο επιβεβαίωνε τον έλεγχό σου πάνω του. Στην ουσία, ένα τατουάζ σηματοδοτούσε την έλλειψη προσωπικής αυτονομίας και, επομένως, της ελευθερίας σου. Πουθενά αυτό δεν είναι πιο ξεκάθαρο από ό,τι στην περιγραφή του Ηροδότου σχετικά με την κήρυξη της Ιωνικής Επανάστασης το 499 π.Χ..
Ο Έλληνας άρχοντας Ιστιαίος σκόπευε να υποκινήσει τον ανιψιό του Αρισταγόρα να εξεγερθεί κατά της Περσικής κυριαρχίας. Για να στείλει ένα μήνυμα που θα διέφευγε από την προσοχή των Περσών, ο Ιστιαίος έγραψε με τατουάζ την επιστολή του στο κεφάλι ενός σκλάβου και περίμενε να μεγαλώσουν τα μαλλιά του πριν τον εξαποστείλει. Με το τατουάζ πλήρως καλυμμένο, ο άνδρας έφτασε στον Αρισταγόρα χωρίς να κινήσει υποψίες, ο οποίος αμέσως ξύρισε το κεφάλι του σκλάβου και διάβασε το μήνυμα.
Το επεισόδιο αυτό αναφέρεται συχνά στα βιβλία ιστορίας ως ένα έξυπνο τέχνασμα των Ελλήνων, αλλά όπως επισημαίνει ο Page Du Bois, η ιστορία αυτή ενισχύει τον συσχετισμό μεταξύ τατουάζ και υποδούλωσης.
Αφαίρεση τατουάζ
Σε μια κοινωνία στην οποία δεν θα επέλεγε ποτέ κανείς να κάνει τατουάζ, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι υπήρχε μια ακμάζουσα βιομηχανία για την αφαίρεση τατουάζ. Ένα ενεπίγραφο ανάθημα στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο περιγράφει την επίσκεψη ενός Θεσσαλού με το όνομα Πάνδαρος (IG IV2 I 121, 48-54).
Ο Πάνδαρος επισκέφθηκε το ιερό για να αφαιρέσει ένα τατουάζ από το κεφάλι του. Ενώ βρισκόταν εκεί, έλαβε ένα όραμα από τον Ασκληπιό, σύμφωνα με το οποίο ο θεραπευτής θα έπρεπε να τυλίξει το κεφάλι του Πάνδαρου με έναν επίδεσμο κι εκείνος να τον αφαιρέσει μόλις αποχωρήσει από το ιερό. Ακολουθώντας αυτές τις οδηγίες, όταν ο Πάνδαρος αφαίρεσε τον επίδεσμο, τα γράμματα είχαν μεταφερθεί από το δέρμα του πάνω στο ύφασμα του επιδέσμου.
Η επιγραφή συνεχίζει με την περιγραφή ενός απατεώνα ονόματι Εχέδωρος, στον οποίο ο Πάνδαρος είχε δώσει χρήματα για να τα αφιερώσει στο ιερό για λογαριασμό του, αλλά εκείνος τα κράτησε για τον εαυτό του. Ο Ασκληπιός τον επισκέφθηκε σε όραμα και τύλιξε τον επίδεσμο γύρω από το κεφάλι του. Όταν ο Εχέδωρος αφαίρεσε τον επίδεσμο, διαπίστωσε ότι το τατουάζ του Πανδάρου είχε πλέον μεταφερθεί στο δικό του μέτωπο.
Αγνοώντας για λίγο τον θαυματουργό χαρακτήρα αυτής της ιστορίας, η παρουσία του επιδέσμου έχει ενδιαφέρον επειδή προσφέρει ομοιότητες με μια πολύ μεταγενέστερη ελληνική θεραπεία για την αφαίρεση τατουάζ. Ο ιατρικός συγγραφέας Αέτιος, γράφοντας τον πέμπτο/έκτο αιώνα μ.Χ., περιγράφει δύο πιθανές συνταγές που βοηθούν στην αφαίρεση των τατουάζ: είτε χρησιμοποιώντας ασβέστη ή γύψο με ανθρακικό νάτριο, είτε ένα μείγμα πιπεριού με απήγανο και μέλι.
Ένα από αυτά θα έπρεπε να τοποθετηθεί πάνω σε ένα καθαρισμένο τατουάζ, το οποίο θα έπρεπε να έχει ήδη επιδεθεί 5 ημέρες νωρίτερα. Πριν από την εφαρμογή, το τατουάζ τρυπιόταν με βελόνα, καθαριζόταν ξανά και τρίβονταν με αλάτι. Μόλις το φάρμακο επαλειφόταν, το τατουάζ δένονταν με επίδεσμο για άλλες 5 ημέρες. Την 6η ημέρα, το τατουάζ τριβόταν και πάλι με το μείγμα. Για μια πλήρη αφαίρεση τατουάζ, ο Αέτιος λέει ότι η όλη διαδικασία θα διαρκούσε περίπου 20 ημέρες και θα μπορούσε να γίνει χωρίς σημαντικά έλκη ή ουλές.
Δεν ήταν όλοι πρόθυμοι, ή πράγματι σε θέση, να υποβληθούν σε αυτού του είδους τη θεραπεία. Έτσι, μια πιο πρακτική λύση, ήταν απλώς να αφήσει κανείς τα μαλλιά του να μεγαλώσουν έτσι ώστε το τατουάζ να μην είναι πλέον ορατό, ή απλώς να φορέσει έναν επίδεσμο και να ελπίζει ότι κανείς δεν θα το ρωτήσει πώς κι έτσι.
Πηγή με πληροφορίες από : Του Owen Rees από το εξαιρετικό,Ancient World Magazine. μέσω www.lifo.gr/
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΔΕΡΜΑΤΟΣΤΙΞΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΓΕΙΟΓΡΑΦΙΑ
Θρακιώτισσα με τσεκούρι. τατουάζ ελαφιού στον δεξιό της ώμο, τατουάζ «σκάλα» στον αριστερό καρπό. Άσπρο κύπελλο, Πιστόξενος Ζωγράφος, περ. 460 π.Χ., Αθήνα Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αρ. όχι. Ακρ. 439. Drawing after Harrison 1888, pl. 6
Οι Γυναίκες της Θράκης (Θράσσες) με τα τατουάζ στο σώμα, ήταν ένα από τα αγαπημένα θέματα της αττικής αγγειογραφίας. Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε περισσότερα για τη θεματολογία αυτή των απεικονίσεων ώστε να εντρυφήσουμε περισσότερο σε αυτή την αρχαία τέχνη αλλά και τη συνήθεια της δερματοστιξίας στην αρχαία Θράκη μέσα απο την εργασία των κ. Αμαλίας Αβραμίδου και Δέσποινας Τσιαφάκη.
«Οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι οι γυναίκες της Θράκης ήταν φημισμένες τροφοί (παραμάνες) και καθώς είναι γνωστό ότι οι Θράκες συνήθιζαν να πουλούν τα παιδιά τους ως δούλους, δεν είναι παράξενο το ότι Θράσσες βρίσκονταν εγκατεστημένες στην Αθήνα κατά την κλασική εποχή. Κάποιες από αυτές θα μπορούσαν να είχαν έρθει ακόμη και την εποχή του Πεισίστρατου, μια που θεωρείται πιθανόν ότι κατά την επιστροφή του από τη Θράκη έφερε μαζί του και ανθρώπους για να δουλέψουν στα μεταλλεία, λόγω της εμπειρίας τους από τα ορυχεία της πατρίδας τους. Από επιγραφές είναι γνωστό ότι γυναίκες της Θράκης πωλούνταν ως δούλες αυτήν την εποχή στην Αθήνα και σύμφωνα με τον Αριστοφάνη (Θεσμοφοριάζουσες, 280), η τροφός του Ευρυπίδη ήταν Θράσσα. Τόσο η παρουσία τους στην ίδια την Αθήνα όσο και η γενικότερη εξοικείωση με τη Θράκη στα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια, είχαν ως φυσικό αποτέλεσμα και την εμφάνισή τους στην τέχνη.
Η απεικόνιση των γυναικών της Θράκης στην αττική αγγειογραφία φαίνεται να ξεκινά κυρίως στον 5ο αι. π.Χ. Αυτό βέβαια οφείλεται στον τρόπο αναγνώρισής τους, ο οποίος δεν σχετίζεται με την ενδυμασία τους, όπως συμβαίνει με τους άνδρες, αλλά κυρίως με τα τατουάζ που φέρουν στα γυμνά μέρη του σώματός τους. Σε κάποιες περιπτώσεις βέβαια μπορεί να φορούν ζείρα ή εμβάδες, αλλά αυτό δεν αποτελεί τον κανόνα. Μεμονωμένα παραδείγματα επίσης, δηλώνουν την καταγωγή τους μέσα από το ανοιχτόχρωμο των μαλλιών τους που οι αγγειογράφοι αποδίδουν με αραιό πηλό, καθώς σύμφωνα με τον Ξενοφάνη τον Κολοφώνιο (απ.16) οι Θράκες είχαν κόκκινα μαλλιά.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Θρακών θεωρούσαν στην αρχαιότητα τη στίξη του σώματος, η οποία αποτελούσε για τους Θράκες γνώρισμα ευγενικής καταγωγής, σε αντίθεση με τους Έλληνες που το θεωρούσαν δείγμα βαρβαρότητας ή σκλαβιάς. Για τις γυναίκες ωστόσο της Θράκης, ήταν σύμφωνα με τον Πλούταρχο η τιμωρία που τους επέβαλαν οι άνδρες τους για τον φόνο του μουσικού Ορφέα. Δεν είναι όμως βέβαιο ότι οι αγγειογράφοι που απεικόνιζαν Θράσσες στον 5ο αι. π.Χ., γνώριζαν την εκδοχή αυτή,καθώς τις απεικονίζουν με τατουάζ και πριν να σκοτώσουν τον μουσικό. Αντίθετα, τα αττικά αγγεία δεν σώζουν άνδρες της Θράκης με στίξη στο σώμα τους, αλλά χρησιμοποιούν κυρίως την τοπική ενδυμασία τους για να τους αποδώσουν. Μια άλλη παραλλαγή για τη χρήση του τατουάζ από τις Θράσσες αναφέρει ότι τους επιβλήθηκε ως τιμωρία από τις γυναίκες της Σκυθίας, όταν οι Σκύθες νίκησαν σε πόλεμο τους Θράκες.
Μέσα από τις απεικονίσεις τους στα αττικά αγγεία, τα τατουάζ των Θρασσών μπορούσαν να καλύπτουν όλα τα γυμνά μέρη του σώματός τους, όπως τα πόδια, τα χέρια, τον λαιμό ακόμη και το πρόσωπο. Όσον αφορά στο είδος τους, αυτό μπορούσε να έχει είτε το σχήμα ζώου (ελάφι, φίδι) ή να πρόκειται για κάποιο γεωμετρικό ή και αφηρημένο μοτίβο. Έτσι θα μπορούσε να είναι απλές γραμμές, οριζόντιες, κάθετες, διαγώνιες,μεμονωμένες ή σε διάφορους συνδυασμούς. Ενάλληλες γωνίες, ζικ-ζακ, αλλά και ροζέττες, στιγμές ή σπείρες, αποτελούν επίσης συχνά μοτίβα.
Τα συνήθη σχήματα δερματοστιξίας γυναικών
Η αττική αγγειογραφία διακρίνει τις Θράσσες σε δύο κατηγορίες: α) στις άγριες ελεύθερες γυναίκες που μάλλον ζούσαν στην πατρίδα τους και β) στις αφοσιωμένες δούλες που ήταν κατά πάσα πιθανότητα εγκατεστημένες στην Αθήνα. Η πρώτη κατηγορία αφορά σε Θράσσες οι οποίες συμμετέχουν αποκλειστικά σε μυθολογικά επεισόδια και κυρίως στον μύθο του Ορφέα. Στη δεύτερη κατηγορία οι γυναίκες της Θράκης εμφανίζονται κατά κανόνα σε σκηνές του καθημερινού αθηναϊκού βίου, χωρίς όμως να λείπουν και από μυθολογικές παραστάσεις.
Ο θάνατος του Ορφέα από τις γυναίκες της Θράκης αποτελεί αγαπητό θέμα των αγγειογράφων και στο επεισόδιο αυτό οι Θράσσες έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Σύμφωνα με τον μύθο, οι Θράσσες σκότωσαν τον Ορφέα από ζήλεια γιατί με τη μουσική του απομάκρυνε τους άνδρες τους από κοντά τους. Οι Θράσσες στη σκηνή αυτήν παρουσιάζονται ιδιαίτερα δυναμικές και κατά κανόνα άγριες και διαφορετικές από τις Αθηναίες.
Αμαζόνα ή Θράσσα
Έχουν συχνά τατουάζ και αχτένιστα μαλλιά και κρατούν διάφορα όπλα όπως σπαθί, μαχαίρι, διπλό πέλεκυ, οβελία, ή δόρυ. Επιτίθενται με μανία στον Ορφέα.
Η εικόνα αυτή ωστόσο, φαίνεται να χαρακτηρίζει τις παλιότερες παραστάσεις του 5ου αι. π.Χ., ενώ στη συνέχεια, οι Θράσσες αποκτούν μια πιο ήρεμη εμφάνιση που αν δεν υπήρχαν τα τατουάζ ή ο Ορφέας, δεν θα ξεχώριζαν από μια Αθηναία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί μια κύλικα λευκού βάθους, από την Ακρόπολη των Αθηνών που απεικονίζει τον θάνατο του Ορφέα. Η σκηνή απλώνεται στο εσωτερικό (tondo) του αγγείου και η μνημειακότητα στην απόδοσή της παραπέμπει σε πρότυπα της Μεγάλης Ζωγραφικής. Παρ’όλο που η πρώτη ματιά μπορεί να παραπλανήσει τον θεατή και να θεωρήσει ότι πρόκειται για μια ήρεμη σκηνή ενός άνδρα και μιας γυναίκας, το προσεκτικότερο κοίταγμα δείχνει ότι είναι ο φόνος του Ορφέα από μια Θράσσα. Στην περίπτωση όμως αυτή, παρ’ όλο που η γυναίκα έχει τατουάζ στα χέρια της (ελάφι και ένα μοτίβο με διαγώνιες γραμμές), η Θράσσα απεικονίζεται με φροντισμένα μακριά μαλλιά και κοσμήματα, χωρίς να θυμίζει σε τίποτε τις άγριες συντοπίτισσές της σε άλλες παραστάσεις.
ΑΓΓΕΊΟ ΕΡΥΘΡΌΜΟΡΦΟ ΑΤΤΙΚΟ TOY Ζωγράφου του Πανός 480-450 πΧ . ΜΊΑ ΚΟΚΚΙΝΟΜΑΛΛΑ ΘΡΆΣΣΑ ΜΕ ΞΙΦΟΣ. -Γλυπτοθήκη Μονάχου
Αμαζόνα ή Θράσσα
Σε αντίθεση όμως με την αγριότητα που δείχνουν συνήθως οι Θράσσες όταν απεικονίζονται στον μύθο του Ορφέα, ως δούλες εμφανίζονται ήρεμες και αξιοπρεπείς. Στην περίπτωση αυτή η παρουσία τους σε μυθολογικά επεισόδια είναι περιορισμένη και η πιο ενδιαφέρουσα ίσως είναι η Γεροψώ, όπως την ονομάζει επιγραφή στο αγγείο που εικονίζεται. Η Γεροψώ η οποία αναγνωρίζεται ως Θράσσα από τα τατουάζ που φέρει στο σώμα της, αποδίδει την πιο γνωστή ιδιότητα που είχαν οι γυναίκες της Θράκης, αυτή της τροφού.
Η ηλικιωμένη γυναίκα ως καλή παραμάνα, συνοδεύει τον Ηρακλή στο μάθημα μουσικής, κρατώντας στο ένα χέρι το μπαστούνι της και στο άλλο τη λύρα του ήρωα. Πιο συχνές είναι οι απεικονίσεις των γυναικών της Θράκης σε σκηνές του καθημερινού βίου, στον οποίο μετέχουν ως δούλες. Συναντιούνται για παράδειγμα, σε παραστάσεις που εικονίζουν γυναίκες να παίρνουν νερό από κρήνες, κρατώντας υδρίες, ένα αγαπητό θέμα της αττικής αγγειογραφίας. Η αναγνώρισή τους ως δούλες γίνεται κυρίως από τα κοντά μαλλιά τους, ενώ η σύνδεσή τους με τη Θράκη οφείλεται στα τατουάζ που φέρουν στο σώμα τους.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία παραστάσεων του αθηναϊκού ιδιωτικού βίου που μετέχουν και οι Θράσσες δούλες, είναι αυτή που σχετίζεται με τον θάνατο και την ταφή. Σύμφωνα με το τυπικό της αρχαίας ελληνικής κηδείας, απαραίτητες ήταν η πρόθεση (εναπόθεση στη νεκρική κλίνη και ο θρήνος των οικείων) και η εκφορά (μεταφορά από την οικία στον τόπο ταφής) του νεκρού. Η σκηνή της πρόθεσης που αφορά στην περιποίηση του νεκρού και τα μοιρολόγια από συγγενείς και φίλους, είναι συχνή στα αττικά αγγεία και ένα από τα σχήματα που συναντάται είναι η λουτροφόρος. Σε κάποιες από τις σκηνές αυτές συμμετέχουν στον θρήνο για τον νεκρό και Θράσσες δούλες. Ενδιαφέρον παράδειγμα αποτελεί μια τέτοια λουτροφόρος που παρουσιάζει μια δούλη να φροντίζει το σώμα της κυρίας της, της οποίας ίσως να ήταν η τροφός. Η καταγωγή της δούλης από τη Θράκη υποδηλώνεται από τα τατουάζ στο πρόσωπό της και τα κοκκινόχρωμα μαλλιά της που αποδίδονται με αραιωμένο πηλό. Πρόκειται δηλ. για μια Πυραίχμη, Πύρρα ή Πυραλλίδα, ονόματα που ανταποκρίνονται σ’ αυτό της το γνώρισμα. Ενδιαφέρον είναι ότι στην άλλη πλευρά του ίδιου αγγείου παριστάνονται επίσης Θράκες, αλλά αυτή τη φορά άνδρες έφιπποι με θρακική ενδυμασία.
Μέσα από τις παραστάσεις των αγγείων αποδίδονται οι γυναίκες της Θράκης έτσι όπως τις έβλεπαν οι Αθηναίοι της κλασικής εποχής. Η ενασχόλησή τους είτε με τις οικιακές ασχολίες είτε ως τροφοί ή ως θρηνωδοί, δείχνει ότι είχαν ενταχθεί στις αθηναϊκές οικογένειες και παρείχαν τις υπηρεσίες τους σ’ αυτές ως πιστά και αφοσιωμένα μέλη»
Με πληροφορίες από greekcultureellinikospolitismos.wordpress.com/17 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018 ASIMINA NTELIOU
ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ