Η Αιτωλοακαρνανία, ο μεγαλύτερος νομός της χώρας, αν και κατά κανόνα είναι μια ορεινή και δυσπρόσιτη περιοχή, διαθέτει πλούσιους φυσικούς πόρους και εναλλαγές τοπίων σπάνιας ομορφιάς. Χάρις στο φυσικό πλουτοπαραγωγικό περιβάλλον της και λόγω της γεωγραφικής-στρατηγικής θέσης της πάνω σε φυσικά χερσαία περάσματα και κοντά σε θαλάσσιες οδικές αρτηρίες κατοικήθηκε αδιαλείπτως από τον άνθρωπο ήδη από τα παλαιολιθικά χρόνια.
Σήμερα διατηρούνται στο έδαφός της πλήθος αρχαιολογικών χώρων, μνημείων και μεμονωμένων θέσεων που καλύπτουν όλο το φάσμα της αρχαιότητας και της βυζαντινής περιόδου. Στην αρχαιότητα κατοικήθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της από τους Αιτωλούς και τους Ακαρνάνες, στην περιοχή του Βάλτου από Αμφιλόχους και μέρος των Αγραίων, που ήταν συγγενικά με τους Αιτωλούς φύλα, ενώ στην παράλια ζώνη από τον Μόρνο έως τον Εύηνο, από τους Οζόλες ή Εσπέριους Λοκρούς που σύντομα όμως περιήλθαν στους Αιτωλούς.
Οι Αιτωλοί και οι Ακαρνάνες, ήταν σαφώς
ελληνικά φύλα.
Μιλούσαν τη «δυτικοελληνική» διάλεκτο, συγγενική με τη δωρική. Σύμφωνα με τη μυθολογία η Αιτωλία πήρε το όνομά της από τον πρώτο βασιλιά, τον Αιτωλό, εγγονό του Δευκαλίωνα, ενώ η Ακαρνανία από τον Ακαρνάνα που ήταν εγγονός του περίφημου μάντη Αμφιάραου και γιος του Αλκμέωνα από το Άργος και της Καλλιρρόης, κόρης του Αχελώου.
Οι πρώτοι κάτοικοι της Αιτωλίας ήταν οι Αιολείς και οι Κουρήτες, μετά όμως ήρθαν οι Επειοί με τον Αιτωλό και τους έδιωξαν προς τα βόρεια και την Ακαρνανία.
Γιοι του Αιτωλού ήταν ο Καλυδώνας και ο Πλευρώνας που έκτισαν τις δύο ομώνυμες φημισμένες πόλεις. Ξακουστός ήρωας της Αιτωλίας υπήρξε ο Μελέαγρος που εξολόθρευσε τον Καλυδώνιο κάπρο. Σύμφωνα με τον Όμηρο πέντε αιτωλικές πόλεις (Πλευρώνα, Καλυδώνα, Χαλκίδα, Ώλενος και Πυλήνη) συμμετέχουν στον Τρωικό πόλεμο με σαράντα πλοία και αρχηγό τον Θόα, γιο του Ανδραίμονα.
Τα δύο φύλα-έθνη των Αιτωλών και Ακαρνάνων είχαν φυσικό και συγχρόνως επίμαχο σύνορο μεταξύ τους τον Αχελώο ποταμό, ο οποίος είχε θεοποιηθεί στην αρχαιότητα και θεωρείτο ο βασιλιάς των ποταμών.
Ήταν γιος του Ωκεανού και της νύμφης Τηθύος ή της Γαίας.
Ένας μάλιστα από τους πιο γνωστούς και πολύ διαδεδομένους μύθους αναφέρεται στην πάλη του με τον Ηρακλή, η οποία συμβόλιζε σύμφωνα με τον Στράβωνα και τον Διόδωρο τους αγώνες των κατοίκων της Ακαρνανίας να δαμάσουν την ορμητική ροή του.
Η κεφαλή του Αχελώου απεικονίζεται σε νομίσματα του Κοινού των Ακαρνάνων και άλλων ακαρνανικών πόλεων (π.χ. Στράτου, Οινιαδών κλπ).
Στην Παλαιολιθική περίοδο και ειδικότερα στη Μέση Παλαιολιθική (100.000-40.000 π.Χ.) η παρουσία του ανθρώπου μας είναι γνωστή από σπήλαια και ορισμένες υπαίθριες θέσεις.
Στη Νεολιθική εποχή (6800-3200 π.Χ.) εξακολουθεί να ισχύει το ίδιο, πλην όμως έχουμε μαρτυρίες για τη δημιουργία και νέων εγκαταστάσεων.
Η Ακρόπολη του Βλοχού και η περιοχή των Θεστιέων στην καρδιά του «Μεγάλου Αιτωλικού πεδίου», είναι ο τόπος που από τα προϊστορικά χρόνια κατοικούσαν οι Θεστιείς.
ΒΛΟΧΟΣ: Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΘΕΣΤΙΕΩΝ
Σε μια δυτική πλαγιά του Παναιτωλικού, στα Αραποκέφαλα, βρίσκεται το φρούριο των αρχαίων Θεστιέων όπου και το χωριό Βλοχός. Οι απότομες βραχουριές που περιβάλλουν το χώρο έκαναν απροσπέλαστη την ακρόπολη και, έτσι, τα τείχη ήταν αναγκαία μόνο από τα νότια και τα δυτικά. Σ' αυτή την πλευρά διατηρούνται σε όλο της το μήκος αρκετοί δόμοι, χωρίς πύργους. Ο πυλώνας που σώζεται είναι όμοιος με τον μυκηναϊκό της Τίρυνθας. Ο Βλοχός στα βυζαντινά χρόνια ήταν οχυρό κάστρο. Δόθηκε κι αυτό ως προίκα το 1294 στο Φίλιππο του Τάραντα. Από του Τούρκους καταλήφθηκε το1450, για να ερημωθεί στη συνέχεια. Σήμερα σώζονται υπολείμματα της οχύρωσής του. Στο Βλοχό όπως και σε πολλές άλλες περιοχές του νομού μας διενήργησε ανασκαφές στις αρχές του περασμένου αιώνα ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Σωτηριάδης, στα γραπτά του οποίου παραπέμπεται κανείς για περισσότερες πληροφορίες
Ακρόπολη Θεστιέων - Βλοχός ΦΩΤ ΒΑΓ ΔΟΥΤΣΙΟΣ |
Οι Θεστιείς ανήκουν στους Κουρήτες, πρωτοελληνικό φύλο της Μυκηναϊκής εποχής, που εγκαταστάθηκαν στην Αιτωλία πριν την εγκατάσταση των Αιτωλών. Ο ιστορικός Έφορος επιβεβαιώνει την άποψη αυτή, ότι οι Κουρήτες κατείχαν «εξαρχής άπασαν την χωράν» (Αιτωλία), και ότι όταν έφτασε ο Αιτωλός από την Ήλιδα, ανάγκασε τους Κουρήτες να υποχωρήσουν μέχρι την Πλευρώνα. Κατά τον Παπαρηγόπουλο οι Κουρήτες μαζί με τους Πελασγούς ήταν συγγενείς με τους Έλληνες. Δεν είχαν χαρακτήρα ηρωικό και μάχιμο, αλλά ζούσαν ζωή ειρηνική και γεωργική. Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη δημιούργησαν τις πρώτες πολιτισμένες κοινωνίες. Η εξημέρωση των ζώων, η εκτροφή των προβάτων σε κοπάδια, η μελισσοκομία, η χρήση του τόξου, η τέχνη του κυνηγού και τα αγαθά της οργανωμένης ζωής, θεωρούνται έργα των Κουρητών....
Η Εποχή του Χαλκού (3200-1100 π.Χ.) και ειδικότερα η μυκηναϊκή περίοδος είναι εποχή ακμής για την περιοχή. Αντιπροσωπευτικές θέσεις της Πρωτοελλαδικής περιόδου είναι ο βυθισμένος οικισμός στο Πλατυγιάλι Αστακού (2600-2200 π.Χ.) και ο τύμβος στο Λουτράκι της Κατούνας (2200-2000 π.Χ.), ενώ της Μεσοελλαδικής ο οικισμός του Θέρμου με συνεχή κατοίκηση έως τα ύστερα μυκηναϊκά χρόνια (τέλη 17ου - 11ος αι. π.Χ.), καθώς επίσης εγκαταστάσεις στην περιοχή της Ναυπάκτου, στη Γαβρολίμνη και στη Λαγκάδα Λεπενούς.
Στη Μυκηναϊκή περίοδο εκτός από τον σημαντικό οικισμό του Θέρμου, νέες θέσεις έχουν έλθει πρόσφατα στο φως στο Αγγελόκαστρο και στη Λαγκάδα Λεπενούς, ενώ το σύνολο των μέχρι σήμερα γνωστών θολωτών τάφων ξεπερνά τους έντεκα.
Η προτομή της Αφροδίτης (Armata). Το έργο προέρχεται από το Ηρώο της Καλυδώνος και μοιάζει με τον τύπο του έργου του Τιμόθεου. |
Κιβωτιόσχημος τάφος της Υπομυκηναϊκής περιόδου
(τέλη 11ου αι. π.Χ.) στον Κουβαρά Φυτειών περιείχε πλουσιότατα και πολύτιμα
ευρήματα. Στους επόμενους αιώνες (10ος - 8ος αι. π.Χ.) εμφανίζονται διάσπαρτοι
μικροί οικισμοί που κατοικούνται από τοπικές ομάδες ή φυλές. Το γεγονός αυτό
σχετίζεται με τις μετακινήσεις των ελληνικών φύλων. Ιδιαίτερα σημαντικός είναι
ο οικισμός του Θέρμου, το πρωτογεωμετρικό νεκροταφείο της περιοχής της Σταμνάς
και άλλες θέσεις στη νότια παράλια ακτή και γύρω από τη λίμνη Τριχωνίδα, καθώς
και σε περιοχές της κοιλάδας του κάτω ρου του Αχελώου.
Την εποχή του πρώτου αποικισμού (7ος αι. π.Χ.)
ιδρύονται οι Κορινθιακές αποικίες Ανακτόριο και Σόλλιο με φανερή την επίδραση
της Κορίνθου στην περιοχή. Από τα τέλη του 7ου αι. - αρχές 6ου αι. π.Χ.
κτίζονται οι πρώτοι ναοί στα μεγάλα ιερά (Άκτιο, Θέρμος, Καλυδώνα).
Στην κλασική εποχή και ήδη από τα τέλη του 5ου
αι. π.Χ. η Ακαρνανία είναι μια ισχυρή περιοχή.
Οι περισσότερες πόλεις της είναι οργανωμένες ως
αστικά κέντρα και διαθέτουν εκτεταμένες και επιβλητικές οχυρώσεις (Οινιάδες,
Αλυζία, Ανακτόριο, Αμφιλοχικό Άργος, Αστακός, Εχίνος, Θύρρειο, Κόροντα,
Μητρόπολη, Στράτος, Σαυρία, Πάλαιρος, Τορύβεια, Φοιτίες, Λιμναία). Κατά τον 4ο
και 3ο αι. π.Χ. η περιοχή ανθεί και οι πόλεις κόβουν δικά τους νομίσματα.
Η ΑΡΧΑΙΑ ΛΙΜΝΑΙΑ
Φωτογραφιες Spiros Baracos
Η Λιμναία ήταν αρχαία πόλη κοντά, σε απόσταση μόλις 2 χιλ., από την σημερινή Αμφιλοχία. Την πόλη αυτή μνημονεύει ο Θουκυδίδης όταν αφηγείται τις επιχειρήσεις των Σπαρτιατών στην Δυτική Στερεά Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου (429 π. Χ.). Εκείνη την εποχή η Λιμναία ήταν ακόμη ατείχιστη. Ο Πολύβιος αναφέρεται σαυτήν όταν ο Φίλιππος ο Ε', στα 251 π. Χ., εκστρατεύει κατά του Θέρμου και περνάει από την Λιμναία, η οποία διαθέτει πλέον ισχυρό οχυρωματικό περίβολο. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και την Ενετοκρατία, το αρχαίο αυτό κάστρο κατοικείτο. Τον 14ο αιώνα ήταν γνωστό με την ονομασία Βάλτος και σ' αυτόν αναφέρεται ο Ιωάννης Καντακουζηνός, παραθέτοντας διάφορες στρατηγικές θέσεις του τότε ελληνικού χώρου.Το Κοινό των Ακαρνάνων έχει συσταθεί πριν το 400 π.Χ. Οι Αιτωλοί τον 5ο αι. π.Χ. κατοικούν ακόμη σε κώμες και είναι οργανωμένοι φυλετικά. Μόλις τον 4ο αι. π.Χ. διαμορφώνονται αυτόνομα οικιστικά κέντρα με ένα κεντρικό οχυρωμένο πυρήνα. Το Κοινό των Αιτωλών εμφανίζεται στις αρχές του 4ου αι., σταδιακά αποκτά δύναμη που την οφείλει στην απόκρουση των Γαλατών το 279 π.Χ. και φτάνει στην αποκορύφωσή της τον 3ο αι. Οι 4ος και 3ος αι. είναι επίσης εποχή ακμής για την Αιτωλία.
Στην παραλιακή ζώνη ανθούν οι Ναύπακτος, Μακύνεια, Χαλκίδα, Καλυδώνα. Αλίκυρνα, Πλευρώνα, Αρσινόη, Λυσιμάχεια, Αγρίνιο και στην ορεινή ενδοχώρα οι πόλεις Θέστιο, Βουκάτιο, Φίστυο, Φύταιο, Τριχόνειο, Άκραι, Μέταπα, Παμφία).
Το 212 οι Αιτωλοί συνάπτουν συμμαχία με τους Ρωμαίους γεγονός που αποτελεί αφορμή για να αναμειχθούν οι τελευταίοι στα πράγματα της Ελλάδας. Στο Β΄ Μακεδονικό πόλεμο (200-196 π.Χ.) οι Αιτωλοί συμπράττουν πάλι με τους Ρωμαίους, η νίκη των οποίων στις Κυνός Κεφαλές αποτελεί πλήγμα.
Ο ναός του Απόλλωνα
Οι αρχαιότητες του Θέρμου
(στη φωτογραφία τα ερείπια του αρχαίου ναού του Απόλλωνα) αποτέλεσαν το θέμα
πρόσφατης ημερίδας που διοργανώθηκε από τον πολιτιστικό όμιλο Θέρμο και την
εταιρεία αιτωλικών μελετών την 28-5-2006 στο πνευματικό κέντρο του ιερού ναού
Κοιμήσεως Θεοτόκου. Μίλησαν σημαντικοί Έλληνες και ξένοι επιστήμονες για
τις αρχαιότητες του Θέρμου.
Η μεγαλύτερη άνθηση παρατηρείται κυρίως στα παράλια, όπως υποδηλώνει η παρουσία πολλών παλαιοχριστιανικών βασιλικών.
Τον 4ο - 6ο αι. μ.Χ. κτίζονται οι πρώτοι μεγαλοπρεπείς ναοί στον τύπο της ξυλόστεγης μονόκλιτης, τρίκλιτης ή ακόμη και πεντάκλιτης βασιλικής.
Η Βυζαντινή περίοδος αποτελεί για την Αιτωλοακαρνανία περίοδο πολιτικών, στρατιωτικών, θρησκευτικών, αλλά και καλλιτεχνικών ζυμώσεων.
Λόγω της γεωγραφικής της θέσης άλλοτε έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πολιτιστικά και εκκλησιαστικά ζητήματα και άλλοτε παρέμεινε για μεγάλα διαστήματα στο περιθώριο της ιστορίας.
Στην περιοχή του Δήμου Παραβόλας, βόρεια
της λίμνης Τριχωνίδας, δίπλα στο σύγχρονο νεκροταφείο και τη βυζαντινή εκκλησία
της Παναγίας του Κάστρου (Κοίμηση της Θεοτόκου), στην οποία διατηρούνται
περίτεχνα και διαφορετικών φάσεων αρχιτεκτονικά μέλη και διακοσμητικά στοιχεία,
δεσπόζουν πάνω σε ένα ύψωμα επιβλητικά τα τείχη του Βουκάτιου. Πρόκειται για
ένα φρούριο και οικισμό. Σήμερα σώζονται τα ερείπια των τειχών της
ακρόπολης με στρογγυλούς πύργους και τμήμα του περιβόλου των τειχών της και δύο
πόρτες. Κοντά του βρίσκονται πόλης που απλώνονταν χαμηλότερα. Τα τείχη είναι
κτίσματα του τέταρτου αιώνα π.Χ. Οι ημικυκλικοί και τετράγωνοι πύργοι είναι
κτίσματα των βυζαντινών χρόνων. Απ αυτούς ο καλύτερα διατηρημένος απαρτίζεται
από είκοσι δόμους, τρία παράθυρα και τα χαλάσματα του τουρκικού οχυρού.
Αν και μακριά από τα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα της Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης, ο τόπος δεν παραμένει ανεπηρέαστος. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια και ως τη μεσοβυζαντινή περίοδο επιδρομές βαρβαρικών φύλων λεηλατούν, καταστρέφουν και συχνά ερημώνουν τη Δυτική Στερεά Ελλάδα.
Παράλληλα η πειρατεία, οι σεισμοί και οι ασθένειες αποτελούν συχνά αιτίες για την ερήμωση πολλών περιοχών.
Μετά το 1204 και μέχρι τον 15ο αι. η περιοχή υπάγεται στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, με κυριότερα κέντρα τα κάστρα της Ναυπάκτου, του Αγγελοκάστρου, του Βλοχού και της Βόνιτσας.
Ταυτόχρονα όμως μετατρέπεται σε πεδίο συγκρούσεων ανάμεσα σε Έλληνες, Ιταλούς, Αλβανούς και Σέρβους. Από τους Έλληνες η περιοχή περιέρχεται στους Σέρβους ηγεμόνες και από αυτούς στους Αλβανούς για να καταλήξει στους Ιταλούς κόμητες της Κεφαλλονιάς, με πρώτο τον Κάρολο Α΄ Τόκκο.
Οι κληρονόμοι του Καρόλου καλούν τους Τούρκους, οι οποίοι καταλαμβάνουν σταδιακά όλη την περιοχή.
Στην Αιτωλοακαρνανία έχει διασωθεί ο μεγαλύτερος αριθμός μεσοβυζαντινών και υστεροβυζαντινών μνημείων της βορειοδυτικής Ελλάδας.
Ένας μικρός αριθμός ναών που χρονολογούνται από τον 6ο μέχρι τον 12ο αι. αρχικά κτίστηκαν ως τρίκλιτες βασιλικές, αλλά στη συνέχεια μετατράπηκαν σε μονόχωρους με δίρριχτη στέγη και λιτό κεραμοπλαστικό διάκοσμο.
Σπουδαία θρησκευτικά και καλλιτεχνικά κέντρα αυτής της εποχής αποτελούν τα σπηλαιώδη μοναστηριακά συγκροτήματα ή τα μικρότερα σπήλαια - ασκηταριά (Άγιοι Πατέρες, Άγιος Πέτρος, Άγιος Νικόλαος στη Βαράσοβα, Άγιος Νικόλαος Κρεμαστός στη δυτική πλαγιά του Αρακύνθου στην περιοχή της Αιτωλίας, Άγιος Ανδρέας Χαλκιόπουλων Βάλτου και Αγία Ελεούσα Μύτικα στην Ακαρνανία).
Από τον 13ο αι., οπότε η περιοχή περιέρχεται στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, εμφανίζονται νέα στρατιωτικά κέντρα και κτίζονται ωραιότατοι ναοί.
Η Παναγία στο Κάστρο της Παραβόλας, οι δυο εκκλησιές Σταμνάς, ο Άγιος Γεώργιος του Αγγελοκάστρου, οι Άγιοι Απόστολοι Νερομάνας, η Αγία Σοφία Μόκιστας στην Αιτωλία, ο Άγιος Στέφανος Ριβίου, η Παναγία της Πρεβέντζας κ.α. στην Ακαρνανία φέρουν έντονα αρχιτεκτονικά στοιχεία από την τέχνη του Δεσποτάτου.
ΜΙΚΡΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗΣ
Η αρχαία Στράτος
Αναπαράσταση της προσόψεως του αρχαίου Ναού
Η περιοχή είχε κατοικηθεί από την υστεροελλαδική εποχή. Η πόλη όμως της Στράτου άρχισε να αποκτά σημασία από τον Ε΄ π.Χ. αιώνα. Το 429 π.Χ. και το 391 π.Χ. την πολιόρκησαν χωρίς επιτυχία οι Σπαρτιάτες.
ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΡΑΤΟΥ ΦΩΤ. Ν ΣΚΟΡΔΟΠΟΥΛΟΣ |
Ο Σπαρτιάτης Ευρύλοχος πέρασε το 426 π.Χ. κάτω από τα τείχη της χωρίς να τολμήσει να την προσβάλει. Ογδόντα περίπου χρόνια αργότερα την κατέλαβε ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Κάσσανδρος και το 263 π.Χ. οι Αιτωλοί. Το 188 π.Χ. την κυρίεψαν οι Ρωμαίοι. Η παρακμή της άρχισε μετά την ίδρυση της Νικόπολης. Στην περιοχή σώζονται εντυπωσιακά ερείπια, ανάμεσα στα οποία και ο ναός του Στρατίου Διός (φωτογραφία). Ο ναός αυτός χτίστηκε τον Δ΄ π.Χ. αιώνα και είναι λίγο μεγαλύτερος από τον αθηναϊκό ναό του Ήφαιστου («Θησείο»). Η ακρόπολη στεφανώνει το βορειότερο ύψωμα του προβόλου των τειχών, έσχατο οχυρό μάλλον παρά το ιερό κέντρο της πόλεως
Ο επισκέπτης σήμερα μπορεί να περιηγηθεί τον αρχαιολογικό χώρο και να θαυμάσει το μεγάλο αρχαίο θέατρο της Στράτου (φωτογραφία) χωρητικότητας 6000 θεατών. Επίσης σώζονται τα ερείπια της Αγοράς και πολλών δημοσίων και ιδιωτικών κτηρίων. Σε παρακείμενο λόφο υπάρχει ο ναός του Στρατίου Διός. Τα τείχη της Στράτου έχουν κυκλικό σχήμα και σώζονται πύργοι και πύλες των κλασικών χρόνων που διατηρούνται άριστα.
Το Αρχαίο Θέρμο
Το Αρχαίο Θέρμο, δίπλα στη σύγχρονη ομώνυμη πόλη του Δήμου Θέρμου, βρίσκεται βορειοδυτικά της λίμνης Τριχωνίδος και απέχει 35 περίπου χιλιόμετρα από το Αγρίνιο. Ο αρχαίος οικισμός χρονολογείται από το τέλος της εποχής του Χαλκού.
Στην κλασσική περίοδο ήταν θρησκευτικό κέντρο λατρείας των Αιτωλών και η έδρα της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Αμέσως μετά από την εισβολή από Αντιπάτρου και του Καρτερού το 323 Π.Χ. η περιοχή οργανώθηκε.
Τα σημαντικότερα μνημεία και αρχιτεκτονικά σύνολα της περιοχής είναι:
· Προϊστορικά ελλειψοειδή και τετράπλευρα κτίρια και μέγαρα Α και Β.
Των δύο τελευταίων τα ζητήματα χρονολόγησης και χρήσης είναι υπό μελέτη και
παραμένουν ανοικτά.
· Ναός Θερμίου Απόλλωνος. Βρισκόταν στο βορειοανατολικό τμήμα του
ιερού. Είχε δύο κύριες αρχιτεκτονικές φάσεις: την αρχαϊκή, με σημαντικό
κεραμοπλαστικό διάκοσμο και τη φάση του 3ου αιώνα π.Χ.
· Ανατολική και δυτική στοά: ανήκουν σε τύπο που χαρακτηρίζει τη
βορειοδυτική Ελλάδα. Μπροστά από την ανατολική υπήρχαν εξέδρες και στήλες με
ψηφίσματα προξενίας.
· "Βουλευτήριο": τετράπλευρο κτίριο με πρόσταση, στο
νοτιοανατολικό τμήμα του περιβόλου.
· Κρήνη: βρισκόταν βόρεια της δυτικής στοάς. Είχε σχήμα ορθογώνιας
δεξαμενής με ημικυκλική εξέδρα στην ανατολική πλευρά.
Ο ποταμός Αχελώος
Ο Αχελώος ή Ασπροπόταμος είναι ένα από τα μεγαλύτερα ποτάμια της Ελλάδος. Πηγάζει στην Ήπειρο, στις νότιες πλαγιές του όρους Περιστέρι (νότια της Πίνδου) διασχίζει τον κάμπο του Αγρινίου και διανύοντας μία διαδρομή 200 χλμ. χύνεται εκεί που ο Πατραϊκός κόλπος συναντά το Ιόνιο πέλαγος.
Τροφοδοτείται από τα νερά των ρεμάτων και ποταμών Άσπρος, Λεπενίτσα, Ξεροπλατάνια, Κομναϊτικο, Βακαριώτη, Βασαλάκα, Καπραλία, Νέγκρη, Κούτσουρο, Καλή Πηγή, Παφρώνη, Βατακιάδα, Καμπουργιανίτικο, Πλατανιάς, Αγραφιώτη, Μέγδοβα, Λεπιανίτη, Γρανιτσιώτη, Ζαμπατορέματος, Ίναχο, που διαβρώνουν το έδαφος της Ευρυτανίας και μέσω της διώρυγας Διμήκου δέχεται τα πλεονάζοντα νερά των λιμνών Τριχωνίδας και Λυσιμαχίας.
Έχει υποστεί ουσιαστικές αλλοιώσεις από την κατασκευή των 4 Υδροηλεκτρικών φραγμάτων για την παραγωγή ενέργειας (Κρεμαστών με 4.700 x 106 m3, Καστρακίου με 1.000 x 106 m3, Ταυρωπού με 400 x 106 m3 και Στράτου με 150 x 106 m3), αλλά και την άρδευση άλλων περιοχών, όπως αυτά της : Μεσοχώρας με ωφέλιμη χωρητικότητα 228 x 106 m3 νερού, Συκιάς με 502 x 106 m3, από το οποίο προβλέπεται να γίνει και η εκτροπή μέσω σήραγγας 600 x 106 m3 νερού προς τη Θεσσαλία.
Για τους αρχαίους Έλληνες ο Αχελώος ήταν ο πατέρας όλων των ρεόντων υδάτων. Ο ποταμός - θεός προκαλούσε δέος στους προγόνους μας, χαρίζοντας άφθονο νερό και επεκτείνοντας συνεχώς το επιβλητικό του δέλτα. Άλλωστε, η ρίζα της λέξης "Αχ" είναι σανσκριτικής καταγωγής και σημαίνει: "πολύ νερό" (ίδια ρίζα έχουν και η Αχερουσία και ο Αχέροντας και ο Άραχθος). Την ονομασία του σε Ασπροπόταμο την οφείλει στη λευκή λάσπη (άργιλο)που μεταφέρει από τη ζώνη του φλύσχη έως τις εκβολές του.
Στην αρχαιότητα ο Αχελώος
Οι Ακαρνάνες στην αρχαιότητα αγαπούσαν και λάτρευαν τον Αχελώο ως θεότητα. Με τη μορφή ταύρου παρίσταναν την ορμητικότητα του και με δράκου τον ελικοειδή ρου των νερών του. Στην Ιλιάδα του ο Όμηρος θεωρούσε ανώτερο του Αχελώου μόνο το Δία "τω Δίι ουδέ κρείων". Μαζί του πάλεψε ο ημίθεος Ηρακλής για χάρη της Δηιάνειρας, της κόρης του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα. Μετά από μεγάλη γιγαντομαχία ο Ηρακλής νίκησε τον Αχελώο, αφού του έσπασε το ένα κέρατο και τον έριξε στο χώμα. Ο Αχελώος, για να πάρει πίσω το σπασμένο κέρατο, έδωσε στον Ηρακλή το Κέρας της Αμάλθειας, που ήταν πηγή αφθονίας και γονιμότητας. Τα άφθονα νερά του ξεχείλιζαν στο πέρασμα του και γονιμοποιούσαν τη γη των Ακαρνάνων και Αιτωλών. Η αιτία των ερίδων μεταξύ των δύο λαών ήταν η εκάστοτε μεταβολή της κοίτης του Αχελώου.
ΑΜΦΙΛΟΧΙΚΟ ΑΡΓΟΣ
Το Αμφιλοχικό Άργος, τα σωζόμενα ερείπια του οποίου βρίσκονται στη θέση "Καινούριο" στο Δημοτικό Διαμέρισμα Αμπελακίου, ήταν η πρωτεύουσα του αρχαίου κράτους της Αμφιλοχίας.
Οι έρευνες των σύγχρονων αρχαιολόγων αναφέρουν πως το Αμφιλοχικό Άργος, οπωσδήποτε, είχε ιδρυθεί σε χρόνους προγενέστερους του 5ου αιώνα π.Χ. Η πρώτη μεγάλη περίοδος παρακμής του Αμφιλοχικού Άργους καταγράφεται μετά την πτώση του Μυκηναϊκού πολιτισμού.
Κατ' άλλη άποψη, πιθανώς επειδή η πεδιάδα ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων παραθαλάσσια να καλείτο Αργός και να κατοικήθηκε για πρώτη φορά από κατοίκους της γειτονικής Αμβρακίας, αποικίας των Κορινθίων. Αυτό συμπεραίνεται ίσως και από τη μαρτυρία του Θουκυδίδη σύμφωνα με την οποία, πολλές γενιές μετά την ίδρυση του Αμφιλοχικοϋ Αργούς εγκαταστάθηκαν ο' αυτό και αναμίχτηκαν με τους κατοίκους του, Αμβρακιώτες, που προσκλήθηκαν απ' τους Αμφιλόχους σαν «συγκάτοικοι» για την αντιμετώπιση προφανώς εχθρικού κινδύνου κατά της χώρας.
Απ' τη συνύπαρξη αυτή οι Αργείοι εξελίχθηκαν χρησιμοποιούντες έκτοτε τη Δωρική διάλεκτο, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Αμφιλόχους, - Ηπειρώτες στην καταγωγή - που μνημονεύονται σαν Βάρβαροι ή οαν μη Έλληνες, προφανώς επειδή η διαλεκτός τους ήταν για τους άλλους Έλληνες ακατανόητη. Νωρίς όμως οι νέοι άποικοι έδιωξαν τους παλαιούς κατοίκους της πόλης και έγιναν μόνοι κύριοι αυτής.
Οι Αργείοι τότε έθεσαν τους εαυτούς τους κάτω από την προστασία των Ακαρνάνων και ζήτησαν τη βοήθεια των Αθηναίων, οι οποίοι έστειλαν ναυτικές δυνάμεις υπό τον Φορμίωνα. Μετά την άφιξη αυτού το Αργός κυριεύτηκε, οι Αμβρακιώτες κάτοικοι του πουλήθηκαν σαν δούλοι και εγκαταστάθηκαν σ 'αυτό Αμφίλοχοι και Ακαρνάνες μαζί, των οποίων οι σχέσεις έγιναν στενότερες.
Πιθανόν τότε να ορίστηκε να συνέρχονται σε κοινό δικαστήριο που έδρευε στις Όλπες (αρχαία πόλη κοντά στη σημερινή Μπούκα, θέση Αγριλοβούνι) για την επίλυση των διαφορών τους (πρβλ. θουκυδ. Γ. 105, 1).
Το καλοκαίρι του 430 π.Χ. οι Αμβρακιώτες βοηθούμενοι από Χάονες και άλλους Βάρβαρους, εισέβαλαν στην Αμφιλοχία και έγιναν κύριοι της υπαίθρου φτάνοντας μέχρι το Αργός. Δεν μπόρεσαν όμως να καταλάβουν την πόλη και επέστρεψαν στην πατρίδα τους. (θουκυδ. Β' 68,9). Το ίδιο επαναλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα το 426 π. Χ.
Οι Αμβρακιώτες εκστράτευοαν εναντίον του Αργούς και κατέλαβαν τις οχυρωμένες Όλπες, όπου οι δυνάμεις τους ενισχύθηκαν απ' το στρατηγό των Λακεδαιμονίων Ευρύλοχο. Τους Ακαρνάνες και Αμφιλόχους έσωσε τότε η επέμβαση του Αθηναίου στρατηγού Δημοσθένη στον οποίο ανατέθηκε και η αρχηγία του στρατού. Αυτός νίκησε πρώτα τους ενωμένους αντιπάλους στις Όλπες - όπου σκοτώθηκε ο Ευρύλοχος - και ακολούθως τους Αμβρακιώτες στο στενό της Ιδομένης.
Κατά τον Θουκυδίδη - που περιγράφει τα γεγονότα αυτά λειπτομερώς - θα επιτυγχάνονταν απ' το Δημοσθένη και αυτή η άλωση της ίδιας της Αμβρακίας. Όμως οι Ακαρνάνες και οι Αμφίλοχοι φοβούμενοι τυχόν εγκατάσταση σ' αυτήν των ισχυρών Αθηναίων, υπόγραψαν συμφωνία μετά τη λήξη των εχθροπραξιών με τους Αμβρακιώτες τους οποίους και θεωρούσαν λιγότερο επικίνδυνους γείτονες (πρβλ. θουκυδ. Γ' 114, 3).και επανασυνδέεται με την Αιτωλική Συμμαχία (Πολύβ. ΚΑ' 25, 3 Λίβ.ΧΧΧΧΙΙΙ 3,3 Κ. εξ.).
Συγχρόνως μνημονεύεται λεηλασία της χώρας απ' τον Περσέα. Την ίδια χρονιά επίσης (189 π.Χ.) ο Ρωμαίος ύπατος, Φούλβιος Νοβιλίωρ, μετά την κατάληψη της Αμβρακίας έφτασε μέχρι το Αμφιλοχικό Αργός και στρατοπέδευσε κοντά ο' αυτό. Όμως τελικά άφησε την πόλη και την υπόλοιπη χώρα στους Αιτωλούς - οι οποίοι στο μεταξύ είχαν αποδεχτεί τους όρους ειρήνης των Ρωμαίων - και επέστρεψε στην Αμβρακία. Οι Αργείοι και άλλοι Αμφίλοχοι παρέμειναν στην Αιτωλική Συμμαχία μέχρι το 167 π.Χ. οπότε και αποσκίρτησαν, αφού πιθανώς συγκρότησαν δική τους αυτόνομη πολιτική κοινότητα. (πρβλ. Αιόδ. XXXI 8,6 εκδ. Οιηά.).
Με την ίδρυση της Νικόπολης απ' τον Οκταβιανό Αύγουστο - σε ανάμνηση της νίκης τους το 31 π.Χ. στο Άκτιο - το Αμφιλοχικό Αργός παρακμάζει και ερημώνεται, επειδή οι κάτοικοι του καθώς και άλλων περιοχών της Β. Δ. Ελλάδας μετοίκησαν στη νέα πόλη. (Πάλαι. Ανθολ. Ζ' 553). Παρ' όλα αυτά η πρωτεύουσα των Αμφιλόχων Αργός, μνημονεύεται και από μερικούς μεταγενέστερους συγγραφείς (Πλιν. Ν&τ. Ηίδί IX, 5'Πτολεμ. Γεωργ. Γ' 14, 6).
Η επίθεση των Αμπρακιωτών κατά του Αμφιλοχικού Άργους
Ιδού η περιγραφή από τον
Θουκιδίδη της επίθεσης (μετάφραση Ελ Βενιζέλου)
"..Κατά τον ίδιον περίπου καιρόν που το θέρος επλησίαζεν εις το τέλος του, οι Αμπρακιώται, στρατολογήσαντες και πολλούς από τους πέριξ βαρβάρους, εξεστράτευσαν κατά του Αμφιλοχικού Άργους και της λοιπής Αμφιλοχίας. Η προς τους Αργείους έχθρα των ήρχισε δια πρώτην φοράν από την εξής αιτίαν: Ο υιός του Αμφιαράου Αμφίλοχος, επιστρέψας μετά τον Τρωΐκόν πόλεμον εις τα ίδια, και δυσηρεστημένος δια την κατάστασιν που επεκράτει εις το Άργος, ίδρυσεν εις τον Αμπρακικόν κόλπον το Αμφιλοχικόν Άργος (το κράτος της Αμφιλοχίας), δώσας εις τούτο το όνομα της ιδιαιτέρας του πατρίδος. Το Άργος αυτό ήτο η μεγαλυτέρα πόλις της Αμφιλοχίας και είχε τους πλουσιωτέρους κατοίκους. Αλλ' ύστερον από πολλάς γενεάς, οι Αμφιλόχιοι, υπό την πίεσιν ατυχιών, προσεκάλεσαν τους Αμπρακιώτας, οι οποίοι ήσαν όμοροι της Αμφιλοχίας, να συγκατοικήσουν την πόλιν, και εξελληνίσθησαν, προσλαβόντες τότε δια πρώτην φοράν από τους εις το μέσον των εγκατασταθέντας Αμπρακιώτας την γλώσσαν, την οποίαν ομιλούν ακόμη σήμερον, ενώ οι λοιποί κάτοικοι της Αμφιλοχίας είναι βάρβαροι. Μετά καιρόν, οι Αμπρακιώται εξεδίωξαν τους συνοίκους των Αργείους και εκράτησαν μόνοι την πόλιν. Αλλ' οι εκδιωχθέντες έθεσαν τότε εαυτούς υπό την προστασίαν των Ακαρνάνων, και από κοινού με αυτούς προσεκάλεσαν και τους Αθηναίους, οι οποίοι τους έστειλαν τον στρατηγόν Φορμίωνα με τριάντα πλοία, μετά την άφιξιν του οποίου εκυρίευσαν εξ εφόδου το Άργος, επώλησαν τους Αμπρακιώτας κατοίκους του ως δούλους, και εγκατεστάθησαν εις αυτό, Αμφιλόχιοι και Ακαρνάνες από κοινού. Κατόπιν του γεγονότος τούτου, ήρχισεν η μεταξύ Αθηναίων και Ακαρνάνων συμμαχία. Η έχθρα λοιπόν των Αμπρακιωτών εναντίον των Αργείων χρονολογείται από την εποχήν που επωλήθησαν ως δούλοι. Βραδύτερον, διαρκούντος του πολέμου, ενήργησαν την εκστρατείαν αυτήν από κοινού με τους Χάονας και μερικούς άλλους από τους πλησιοχώρους βαρβάρους, και προελάσαντες μέχρι του Άργους, έγιναν κύριοι της υπαίθρου χώρας. Αλλ' επειδή δεν ημπόρεσαν να κυριεύσουν την πόλιν, μολονότι επετέθησαν κατ' αυτής, απεσύρθησαν οίκαδε, και αι διάφοροι φυλαί, αι οποίαι απετέλουν την εκστρατείαν, διελύθησαν. Αυτά υπήρξαν τα γεγονότα του θέρους τούτου."