Ποσειδωνιάταις τοις εν τω Τυρρηνικώ κόλπω το μεν εξ αρχής Έλλησιν ούσιν εκβαρβαρώσθαι Τυρρηνοίς ή Pωμαίοις γεγονόσι και τήν τε φωνήν μεταβεβληκέναι, τά τε πολλά των επιτηδευμάτων, άγειν δε μιάν τινα αυτούς των εορτών των Ελλήνων έτι και νυν, εν η συνιόντες αναμιμνήσκονται των αρχαίων ονομάτων τε και νομίμων, απολοφυράμενοι προς αλλήλους και δακρύσαντες απέρχονται. AΘΗΝAΙΟΣ 1
Τελευταία χρονολογικά σημαντική πόλη των Αχαιών στην Κάτω Ιταλία, η Ποσειδωνία αποτελεί ταυτόχρονα και την πιο γνωστή. Με εξαίρεση τις Καμπανικές πόλεις, η Ποσειδωνία είναι το βορειότερο ελληνικό σημείο, εγκατεστημένο εν μέσω αυτοχθόνων Λευκανών και Καμπανών. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του κόλπου του Σαλέρνο, περί τα 50 στάδια από τις εκβολές του ποταμού Σίλαρι, που αποτέλεσε το απώτατο άκρο της επικράτειάς της. Ιδρυτές της πόλης ήταν Αχαιοί από την Σύβαρι, ενώ στην ίδρυσή της συμμετείχαν και Δωριείς από την Τροιζήνα, που κατόπιν εκδιώχθηκαν. Η χρονολογία της ίδρυσής της θα πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στο 600 π.Χ., εποχή κατά την οποία η Σύβαρις ήλεγχε το εμπόριο από Ανατολάς προς την βόρεια τυρρηνική θάλασσα.
Η πόλη ιδρύθηκε λοιπόν τον 7ο αιώνα π.Χ. κατά την διάρκεια του δεύτερου ελληνικού αποικισμού, και μητρόπολή της ήταν η πόλη Σύβαρη. Για την πρώτη περίοδο της Ποσειδωνίας, τα μόνα στοιχεία που είναι γνωστά προέρχονται κυρίως από τα λιγοστά αρχαιολογικά ευρήματα.
Τα ευρήματα δείχνουν πως η πόλη είχε γρήγορα επεκταθεί διαθέτοντας δρόμους, ναούς και όλα τα χαρακτηριστικά μιας αναπτυγμένης πόλης.
Από τα χαρακτηριστικά της πόλης φαίνεται πως είχε και διατηρούσε εμπορικές σχέσεις με την πόληΜεταπόντιο κατά την διάρκεια του 5ου και 6ου αιώνα π.Χ.
Μέχρι εκείνη την περίοδο δεν υπάρχουν αναφορές για την πόλη. Κατά την διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. η Ποσειδωνία καταλαμβάνεται από το Ιταλικό (Πελασγικό) φύλο των Λουκανών.
Από τα αρχαιολογικά ευρήματα αυτής της περιόδου φαίνεται πως στην πόλη συνυπήρχαν και ελληνικά και ιταλικά πολιτισμικά στοιχεία.
Η ελληνική γλώσσα όμως σταδιακά εγκαταλείφθηκε όπως αναφέρει ο Αθήναιος1.
Το γεγονός αυτό περιγράφει ο ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης στο ποίημα του «Ποσειδωνιάται»...
Η πόλη έγινε τελικά Ρωμαϊκή το 273 π.Χ. μετά το τέλος των πολέμων του Πύρρου στην Ιταλία, που διεξήχθησαν στο πρώτο τέταρτο του 3ου αιώνα π.Χ.
Franco Corliano Encardia Άντρα μου πάει
Έχει γνωρίσει και στο παρελθόν η χώρα μας μεγάλα κύματα μεταναστευτικής φυγής … Το φαινόμενο, βέβαια, δεν είναι νέο.
Ένα χαρακτηριστικό τραγούδι, που μιλάει για τη μετανάστευση και το κλάμα της γυναίκας, που αποχωρίζεται το ταίρι της, είναι το «Άντρα μου πάει». Γράφτηκε από τον Franco Corliano από το χωριό Calimera του Σαλέντο, στα Γκρικάνικα, δηλαδή την διάλεκτο των Ελλήνων στην Απουλία και στην Καλαβρία ...
Οι στίχοι του τραγουδιού
Τέλω να μπισκεφτώ να μη πενσέφσω να κλάφσω τσαι να γελάσω τέλω αρτεβράι. Μα μάλι’ αράτζια έβο ε’ να κανταλίσω στο φέγγο ε’ να φωνάσω ο άντρα μου πάει. άντρα μου πάει Άντρα μου πάει. Τσ’ ε οι αντρώποι στε μας πάνε στε ταράσσουνε ντ’ άρτει καλοί ους τωρούμε του σ’ ένα χρόνου. ’Ετο ε ζωή μα ε του, ε ζωή Κριστέ μου;Μα πα τσαι στη Γκερμάνια κλαίοντα μα πόνο. Κλαίοντα μα πόνο Κλαίοντα μα πόνο. Τάτα γιατί εν να πάει, πέ μα γιατί; Γιατί έτο έν’ ναι ζωή μαρά παιδία ο τεκούντη πολεμά τσ’ ιδρώνει Να λιπαριάσει ου σινιούρου μου τη φατία. Μου τη φατία Μου τη φατία. Στέκω τη μπάντα τσαι στέκω εντώ σόνο. Στέω πουμμα σαν τσαι στε, πένσεω στο τρένο. Πένσεω στο σκοτεινό και στη μινιέρα που πολεμώντα ετσεί πεθαίνει ο γένο. Πεθαίνει ο γένο Πεθαίνει ο γένο.
Μετάφραση -Απόδοση
Θέλω να μεθύσω για να μη σκέφτομαι να κλάψω και να γελάσω θέλω τούτο το βράδυ με πολλή οργή να τραγουδήσω στο φεγγάρι να φωνάξω: ο άντρας μου πάει ο άντρας μου πάει, ο άντρας μου πάει Οι άντρες μας πάνε, φεύγουν αν πάνε όλα καλά, θα ιδωθούμε σ’ ένα χρόνο Αυτή είναι η ζωή μας, Χριστέ μου πάνε στη Γερμανία με κλάμα και πόνο με κλάμα και πόνο, με κλάμα και πόνο Μπαμπά γιατί πρέπει να πας; Πες μου γιατί; Γιατί έτσι είναι η ζωή, καημένα παιδάκια ο φτωχός δουλεύει και ιδρώνει για να παχύνει τα αφεντικά με τη δουλειά του με τη δουλειά του, με τη δουλειά του Ακούω την μπάντα, ακούω τη μουσική είμαι εδώ μαζί σας μα σκέφτομαι και το τρένο σκέφτομαι το σκοτεινό ορυχείο όπου δουλεύοντας εκεί πεθαίνει ο κόσμος πεθαίνει ο κόσμος, πεθαίνει ο κόσμος...