ΣΕΡΒΟΙ-ΣΕΡΒΙΑ
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΩΝ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Β΄ ΚΟΜΝΗΝΟΥ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΣΕΡΒΩΝ
Ὅτι ὁ ἄρχων Σερβλίας ἐξ ἀρχῆς, ἤγουν ἀπὸ τῆς βασιλείας Ἡρακλείου τοῦ βασιλέως, δουλικῶς ἐστιν ὑποτεταγµένος τῷ Ῥωµαίων βασιλεῖ, καὶ οὐδέποτε τῷ ἄρχοντι Βουλγαρίας καθυπετάγη1.
ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
Η παραπάνω φράση, γραµµένη από τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο, συνοψίζει µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις σχέσεις του Βυζαντίου µε τους Σέρβους από την εμφάνισή τους στη Βαλκανική Χερσόνησο, ύστερα από πρόσκληση του αυτοκράτορα Ηρακλείου, έως τουλάχιστον την εξεταζόμενη σε αυτό το άρθρο περίοδο, δηλαδή τη βασιλεία του Ιωάννη Β΄ Κοµνηνού.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία θεωρούσε στρατηγικής σημασίας την περιοχή εγκατάστασης των Σέρβων και δεν ήταν πρόθυμη να παραιτηθεί των διεκδικήσεων της. Κάθε φορά που κάποιος τοπικός Σέρβος ηγεμόνας εξέφραζε αποσχιστικές τάσεις, ο εκάστοτε αυτοκράτορας φρόντιζε για την αποκατάσταση της τάξης. Βασικός αντίπαλος του Βυζαντίου στην περιοχή µέχρι τον 11ο αιώνα ήταν οι Βούλγαροι, οι οποίοι επίσης προσπαθούσαν να ασκήσουν την εξουσία τους, αλλά συνήθως οι προσπάθειες τους ήταν ανεπιτυχείς.
Το Βυζάντιο κατόρθωσε µέχρι τον θάνατο του Μανουήλ Α΄ Κοµνηνού (1180) να διατηρήσει τον έλεγχο επί των σερβικών ηγεµονιών2.
Οι σχέσεις των Σέρβων µε το Βυζάντιο κατά τη βασιλεία του Ιωάννη Κοµνηνού εστιάζονται κυρίως στις αποσχιστικές τάσεις των πρώτων έναντι του Βυζαντίου3. Είναι γεγονός ότι η αυτοκρατορία δρούσε ως επικυρίαρχος της περιοχής.
Ήδη από την εποχή του Αλεξίου Α΄, οι προσπάθειες των Σέρβων για απόσχιση άρχισαν να εντείνονται, µε αποτέλεσµα ο αυτοκράτορας να αναμειγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις τους και να στηρίζει ενεργά υποψήφιους και ανταπαιτητές του σερβικού θρόνου.
Οι Σέρβοι από την πλευρά τους, µε το ιδιαίτερο σύστημα της ζουπανίας4, αναλώνονταν σε διαµάχες για την κατάληψη της αρχής και τον έλεγχο µεγαλύτερων περιοχών. Στο Βυζάντιο έβλεπαν τη δύναµη που θα µπορούσε να τους εξασφαλίσει την εξουσία, αλλά και την απειλή της αυτονοµίας τους.
Η εξέταση των εκστρατειών του Ιωάννη Β΄ εναντίον των Σέρβων έχει διττό νόηµα, καθώς αφενός καθίσταται σαφής η αποφασιστικότητα του αυτοκράτορα να διατηρήσει τον έλεγχο της περιοχής και αφετέρου η επιµονή των Σέρβων, την συγκεκριμένη περίοδο, να ανεξαρτητοποιηθούν από τον βυζαντινό έλεγχο, παρ’ όλο που απέτυχαν, προλείανε το έδαφος για την εµφάνιση ενός ισχυρού ηγεμόνα που θα δημιουργήσει δυναστεία, του Στέφανου Νεµάνια, και την απώλεια της βυζαντινής κυριαρχίας στην περιοχή µετά την πτώση της Κοµνήνειας δυναστείας.
Κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Ιωάννη Β΄ (1118]1143), δύο φορές — κατά τη γνώμη µου — προσπάθησαν οι Σέρβοι να αποµακρυνθούν από τη βυζαντινή κηδεμονία, χωρίς όμως το Βυζάντιο να χάσει τελικά τον έλεγχο της περιοχής. Οι δύο κύριες βυζαντινές πηγές της περιόδου αναφέρονται παρεµπιπτόντως και παρενθετικά στους Σέρβους5.
Το βασικό πρόβληµα, που ακόµη δεν έχει λυθεί, είναι αν ο Ιωάννης αναγκάσθηκε να αντιµετωπίσει τους επαναστατημένους Σέρβους µία ή δύο φορές6. Νομίζω ότι, αν μελετήσει κανείς µία τρίτη πηγή — τον Ιερέα της ∆ιόκλειας7—, εύκολα µπορεί να συµπεράνει ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές επιχειρήσεις, µε διαφορά επτά ετών η µία από την άλλη.
Έτσι, λύνεται τόσο το πρόβληµα της χρονολόγησής τους όσο και τα ερωτήµατα που προκύπτουν από τις δύο βυζαντινές πηγές.
Πιο συγκεκριμένα, ο Χωνιάτης αναφέρει ότι, λίγο µετά τη νίκη του Ιωάννη Β΄ επί των Πετσενέγων, το 1122, οι Σέρβοι επαναστάτησαν, αλλά ο αυτοκράτορας τούς νίκησε κατά κράτος και επέβαλε αρχηγό της αρεσκείας του.
Επιπλέον, συνέλαβε αιχµαλώτους τους οποίους µετέφερε στη Νικοµή] δεια και τους ενέταξε στο βυζαντινό στράτευµα και το βυζαντινό φορολογικό σύστηµα8.
Ο Ιερέας της ∆ιόκλειας είναι πιο λεπτοµερής στην περιγραφή των γεγονότων. Αναφέρει συγκεκριµένα ότι, µετά τον θάνατο του Βλαδίµηρου9, ανέλαβε την εξουσία ο Γεώργιος10, γιος της βασίλισσας Γιακβίντα11.
Στον δεύτερο χρόνο της βασιλείας του, θέλησε να συλλάβει τους γιους του Βρανισλάβου12 που είχαν εισβάλει στην περιοχή του. Οι τελευταίοι κατέφυγαν στο ∆υρράχιο, στον θείο τους Γκοϊσλάβο13. Μόνο ο Γκρουµπέσσα14 συνελήφθη και µεταφέρθηκε στο Σκούταρι.
Τότε, ο δούκας Καλοïωάννης Κουµάνος αποφάσισε να αναµειχθεί και, µαζί µε τον Γκοϊσλάβο και τους εγγονούς του, επιτέθηκαν εναντίον του Γεωργίου, ο οποίος ηττήθηκε και κατέφυγε στο Obliquum15, ενώ ο αυτοκράτορας κατέλαβε το Σκούταρι και απελευθέρωσε τον Γκρουµπέσσα.
Ο Γκρουµπέσσα ανακηρύχθηκε rex από τον Ιωάννη Β΄ Κοµνηνό και ο τελευταίος κατευθύνθηκε στο ∆υρράχιο, όπου και παρέµεινε για λίγο.
Ο Γεώργιος προσπάθησε να αντεπιτεθεί και κατέφυγε στη Rassam (Ῥᾶσον)16. Η µητέρα του συνελήφθη στο Κατάρον17 και µεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πέθανε18.
Τελικά ο Αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος (1185-1195) κατόρθωσε να νικήσει τον Νεμάνια και να αποκαταστήσει τη Βυζαντινή παρουσία στις απειλούμενες περιοχές της Θράκης και της Μακεδονίας. Ωστόσο, για μην έχει ανοικτά μέτωπα στη χερσόνησο του Αίμου, αναγκάστηκε να συνάψει ευνοϊκή για τους Σέρβους συνθήκη που αναγνώριζε την κυριαρχία τους σε τμήμα των ήδη κατακτημένων Βυζαντινών εδαφών, και αυτό σήμαινε έμμεσα την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Σερβίας.Η συνθήκη επισφραγίστηκε με το γάμο της ανηψιάς του αυτοκράτορα Ευδοκίας με ιόν δευτερότοκο γιο του Νεμάνια Στέφανο, ο όποιος τιμήθηκε με τον υψηλό Βυζαντινό τίτλο του «Σεβαστοκράτορος». Στη Βουλγαρία μετά τη δολοφονία του Ασέν (1196) και του Πέτρου (1197) ανέλαβε την ηγεσία ο τρίτος Ασενίδης αδελφός Καλογιάν (1197-1207), ο Ιωαννίτζης των Βυζαντινών. Φιλόδοξος και ικανός ηγέτης, ο Ιωαννίτζης εξελίχθηκε σε επικίνδυνο αντίπαλο του Βυζαντίου.
Είναι φανερό από την αφήγηση ότι ο δούκας Καλοϊωάννης Κουµάνος είναι ο Ιωάννης Β΄ Κοµνηνός19. «Καλοϊωάννης» εξάλλου ήταν το προσωνύµιο µε το οποίο ήταν γνωστός ο Ιωάννης Β΄, τόσο στους Βυζαντινούς όσο και στους υπόλοιπους λαούς20.
Ο όρος «Κουµάνος» έχει δύο πιθανές εξηγήσεις. Είτε πρόκειται για παραφθορά του «Κοµνηνός», είτε πρόκειται για προσωνύµιο που του δόθηκε µετά την νίκη του επί των Πετσενέγων, το 1122, τους οποίους οι συγγραφείς της εποχής συγχέουν µε τους Κουµάνους21.
Αν υιοθετήσουμε τη δεύτερη άποψη — η οποία, κατά τη γνώµη µου, είναι και η πλέον πιθανή — µπορούµε µε ασφάλεια να συµπεράνουµε ότι η ανάµειξη του Βυζαντίου στις υποθέσεις της Σερβίας έγινε αμέσως µετά τη νίκη του Ιωάννη επί των Πετσενέγων, εξ ου και ο χαρακτηρισµός «Κουµάνος».
Η άποψη αυτή συμφωνεί και µε τον Χωνιάτη, ο οποίος σηµειώνει ότι η επέµβαση του αυτοκράτορα στη Σερβία έγινε λίγο µετά την νίκη του επί των Πε] τσενέγων22. Συνεπώς, τα παραπάνω γεγονότα έλαβαν χώρα το 1122 ή 1123.
Πιστεύω ότι η πρώτη επέµβαση του Ιωάννη θα πρέπει να τοποθετηθεί χρονικά περί το 1122, εφόσον έτσι υπάρχει συµφωνία µε τον Κίνναµο23, ο οποίος περιγράφει τον πόλεµο µε τη Σερβία κατά τη διάρκεια του βυζαντινο-ουγγρικού πολέµου, και µε τον Ιερέα της ∆ιόκλειας, που αναφέρει ότι η επόµενη σύγκρουση έγινε αφού πέρασαν επτά έτη24. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η δεύτερη επέµβαση του Βυζαντίου εναντίον της Σερβίας µπορεί να τοποθετηθεί χρονικά στο έτος 1129, ενώ συνεχιζόταν ο πόλεµος µε την Ουγγαρία.
(ΠΑΡΕΝΘΕΤΙΚΑ -Ιερέας της ∆ιόκλειας ή Διοκλείας (Πρεσβύτερος Διόκλειας) , άγνωστος συγγραφέας του 12ου ή 15ου αι. το τελευταίο αντίγραφο της συγγραφής του είναι του17ου αι.)
Έτσι, το 1129 και ενώ ο Ιωάννης αντιμετώπιζε τον Στέφανο Β΄, νέα αναταραχή ξέσπασε στη Σερβία, η οποία ίσως υποκινήθηκε από τους Ούγγρους. Είναι εξάλλου περίεργη η χρονική σύµπτωση µεταξύ της σερβικής εξέγερ] σης και των στρατιωτικών επιχειρήσεων των Βυζαντινών εναντίον των Ούγ] γρων, ενώ δεν µπορεί να αµφισβητηθεί και το ενδιαφέρον της Ουγγαρίας για την περιοχή25.
Ο Γεώργιος, που έχει αναφερθεί παραπάνω, έχοντας συγκεντρώσει γύρω του αρκετούς υποστηρικτές και µε τη συµµετοχή των κατοίκων της Ρασίας, επιτέθηκε εναντίον του Γκρουµπέσσα. Κατά τη διάρκεια µάχης στην Αντίβαριν26, ο τελευταίος έχασε τη ζωή του. Ο Γεώργιος συνέχισε τον πόλεµο εναντίον του ενός από τους τρεις αδελφούς του αποθανόντος, του Γκραντίτσνα27.
Ως συµπαραστάτες είχε τους άλλους δύο αδελφούς του, τον Ντραγκίτσνα28 και τον Ντραγκέλο29, στους οποίους παραχώρησε ζουπανίες στη ∆ιόκλεια. Ο Γεώργιος ήλπιζε ότι και ο Γκραντίτσνα θα συµµαχούσε τελικά µαζί του, όµως κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Έτσι, ο Γεώργιος µετέφερε τον πόλεµο στο Ράσον, εκδιώκοντας από εκεί τον Γκραντίτσνα (ο οποίος βρήκε καταφύγιο στη Chelmania)30 και εγκαθιστώντας ως ζουπάνο της Ρασίας τον Ούρος.
Κατά την περίοδο ηγεμονίας του (π. 1115]δεκαετία 1130 ή 1140), ο Ούρος προσπάθησε να ασκήσει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική και να απαλλαγεί από την επιρροή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αν κρίνουµε από την υποστήριξη που παρείχε κατά τη δεκαετία του 1120 στον Γεώργιο εναντίον του φιλοβυζαντινού ηγεµόνα της ∆ιόκλειας και από το γεγονός ότι περί το 1129 ή 1130 πάντρεψε την κόρη του Ελένη (Jelena) µε τον Βελά (Béla), µετέπειτα βασιλιά της Ουγγαρίας (1131]1141)31.
Λίγο αργότερα ο Γεώργιος αποφάσισε να συλλάβει τους δύο αδελφούς, και µέχρι τότε συµµάχους του, καθώς και τον Μιχαήλ32. Ωστόσο, κατόρθωσε να συλλάβει µόνο τον Ντραγκέλο και τον Μιχαήλ, ενώ ο Ντραγκίτσνα κατάφερε να διαφύγει στο ∆υρράχιο33.
Η κοίμηση της Θεοτόκου (1321-1322) τοιχογραφία από τη μονή Gracanica |
Ο Γκραντίτσνα, σύµµαχος του Βυζαντίου, κατεδίωξε τον αποστάτη και τότε ο Γεώργιος κλείστηκε σε έναν πύργο στο Obolon39. Ο Βυζαντινός αξιωµατούχος κατόρθωσε τελικά να συλλάβει τον Γεώργιο και τον έστειλε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πέθανε. Έτσι, ο Γκραντίτσνα, ο οποίος επέδειξε φιλοβυζαντινή στάση µε τη συµµετοχή του στην ανατροπή του Γεωργίου, έγινε κύριος της περιοχής — µε τις ευλογίες του Βυζαντίου, η στήριξη του οποίου ήλθε ως ανταµοιβή για τη φιλοβυζαντινή πολιτική του —εξουσία την οποία διατήρησε για τα επόµενα 11 χρόνια40.
Ο Chalandon, ο οποίος υπήρξε από τους ελάχιστους νεότερους µελετητές που υποστήριξαν ότι οι επεµβάσεις του Βυζαντίου στη Σερβία την περίοδο διακυβέρνησης του Ιωάννη Κοµνηνού ήταν δύο, σφάλλει, κατά τη γνώµη µου, στη χρονολόγηση: τοποθετεί στο ίδιο χρονικό πλαίσιο τις αφηγήσεις του Χωνιάτη και του Κιννάµου και υποθέτει ότι ο ένας από τους δύο (ο Χωνιάτης) λανθάνει στη χρονική τοποθέτηση. Έτσι, υιοθετεί τη χρονολόγηση του Κιννάµου και τοποθετεί το πρώτο επεισόδιο στην περίοδο 1129 µε 1130.
Στη συνέχεια, αναφέρει ότι η βασιλεία του Γκρουµπέσσα διήρκησε επτά έτη, εποµένως η δεύτερη επέµβαση του Βυζαντίου έγινε το 1137-41.
Ωστόσο, συνεχίζω να διατηρώ επιφυλάξεις σχετικά µε την ορθότητα της παραπάνω άποψης. Έχω ήδη εκθέσει τους λόγους για τους οποίους τοποθετώ την πρώτη παρέµβαση του Βυζαντίου στο 1122 και τη δεύτερη στο 1129.
Αν υιοθετήσει κανείς την άποψη του Chalandon επί του θέµατος, θα πρέπει να θεωρήσει ότι αμφότεροι ο Χωνιάτης και ο Ιερέας της ∆ιόκλειας κάνουν λάθος στη χρονολόγησή τους (και µάλιστα ο τελευταίος δύο φορές) και ότι οι Χωνιάτης και Κίνναµος µιλούν για το ίδιο επεισόδιο όταν αναφέρονται στους Σέρβους. Αν όµως υποθέσουμε ότι και οι τρεις ιστορικοί µας είναι ακριβείς — συνεπώς ο Κίνναµος και ο Χωνιάτης αναφέρονται σε διαφορετικά γεγονότα — νοµίζω ότι λύνεται ένα πρόβληµα που ταλάνιζε για δεκαετίες τους σύγχρονους ερευνητές.
H Καταδίκη τουνΑγ,Γεωργίου σε θάνατο. Μονή Bισόκι Nτέτσανι, ανατολικός τοίχος του νάρθηκα. Έτος 1340 Κοσσυφοπέδιο και Μετόχια |
Εξάλλου, ούτε από τη µεριά των Σέρβων η χρονική σύµπτωση µπορεί να θεωρηθεί τυχαία.
Στην πρώτη περίπτωση, ίσως θέλησαν να εκμεταλλευτούν το γεγονός ότι ο αυτοκράτορας µόλις είχε ολοκληρώσει την εκστρατεία του εναντίον των Πετσενέγων.
Επομένως ο στρατός του θα ήταν καταπονηµένος και άρα πιο εύκολα ο ανταπαιτητής του σερβικού θρόνου Γεώργιος θα πραγματοποιούσε τα σχέδιά του για ανεξάρτητη από το Βυζάντιο κυριαρχία στην περιοχή.
Στη δεύτερη περίπτωση, ο Ιωάννης Β΄ βρισκόταν ήδη σε πόλεµο µε την Ουγγαρία και είτε η τελευταία παρακίνησε τον Γεώργιο είτε αυτός έδρασε αυτοβούλως, υπο] θέτοντας ότι θα ήταν δύσκολο για τον Βυζαντινό αυτοκράτορα να πολεµήσει ταυτοχρόνως σε δύο µέτωπα.
Η επισκόπηση των γεγονότων που αφορούν στις σχέσεις του Βυζαντίου µε τους Σέρβους µάς επιτρέπει να συµπεράνουµε ότι, παρ’ όλο που η αυτοκρατορία δεν είχε τον άµεσο έλεγχο της περιοχής, ο Ιωάννης τους θεωρούσε υπηκόους42 του και ως τέτοιους τούς συµπεριφερόταν43. Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας ήταν φυσικό να θεωρεί τους Σέρβους υπηκόους του.
Από τη µία πλευρά, οι ίδιοι οι Σέρβοι ενθάρρυναν αυτή την αντιµετώπιση µε τις συνεχείς κρούσεις τους στο Βυζάντιο για παρέµβαση στις εσωτερικές τους υποθέσεις. Έξαλλου, ήδη από την εποχή του Ηρακλείου, όταν οι Σέρβοι έφτασαν στον χώρο ύστερα από πρόσκληση του αυτοκράτορα (τουλάχιστον αυτό υποστήριζαν µμεταγενέστεροι Βυζαντινοί συγγραφείς όπως ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος), το Βυζάντιο τους θεωρούσε υποτελείς του44
Η υποτέλεια αυτή δεν ήταν απλώς θεωρητική, όπως συχνά συνέβαινε µε τους Βουλγάρους, αλλά πραγµατική, καθώς το Βυζάντιο µπορούσε εύκολα, όπως δείχνουν και τα γεγονότα που εξιστορήθηκαν, να επιβάλλει µε τα όπλα τη θέληση του.
Ο Αλέξιος Α΄ κατόρθωσε µεταξύ των ετών 1085-1090 να αποκαταστήσει τη βυζαντινή επικυριαρχία στην περιοχή, ύστερα από µια σύντοµη προσπάθεια των Σέρβων για ανεξαρτησία45. Έτσι, ο Ιωάννης Β΄ το 1122 και 1129 δεν είχε κανέναν λόγο να µη θεωρεί τους Σέρβους υποτελείς του, κάτι για το οποίο εκείνοι δεν µπορούσαν να αντιδράσουν αποτελεσµατικά, καθώς αντιµετώπιζαν σοβαρά εσωτερικά προβλήµατα.
∆εν είναι άλλωστε τυχαίο ότι, µετά τη νίκη του 1122, ο Ιωάννης µμετέφερε αιχµαλώτους στη Νικοµήδεια και τους ενέταξε όχι µόνο στον στρατό, αλλά και στο βυζαντινό φορολογικό σύστηµα46. Μόνον οι υπήκοοι του Βυζαντίου — όπως είναι φυσικό — υπέκειντο σε φορολόγηση και άρα οι Σέρβοι που µεταφέρθηκαν στην Ανατολή θεωρούνταν υπήκοοί του.
Επιπλέον, ο Γεώργιος και η µητέρα του µεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και φυλακίστηκαν,47 καθώς αυτή ήταν η τυπική βυζαντινή συµπεριφορά απέναντι στους αποστάτες48. Εποµένως, αν και η επικυριαρχία της αυτοκρατορίας στην περιοχή ήταν χαλαρή —γεγονός που φαίνεται και από τις συνεχείς αλλαγές των ηγεµόνων και τις αναταραχές στον ίδιο χώρο — ο Ιωάννης δεν ήταν διατεθειµένος να την αφήσει να ξεφύγει από τον έλεγχό του, για τον λόγο αυτόν και επενέβαινε όποτε παρουσιαζόταν ανάγκη.
ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
Δείτε πιο κάτω ΣΕΡΒΟΙ-ΣΕΡΒΙΑ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ, Πρὸς τὸν ἴδιον υἱὸν Ῥωµανόν, έκδ. GY. MORAVCSIK – R. J.
H. JENKINS, Constantine Porphyrogenitus, De administrando imperio [Corpus Fontium Histo] riae Byzantinae, 1], Washington, DC 1967, σ. 160146]148 (στο εξής: DAI). Αξίζει να σηµειωθεί ότι βασικός αντίπαλος του Βυζαντίου στην περιοχή ήταν οι Βούλγαροι. Έτσι, ο Κωνσταν] τίνος Πορφυρογέννητος αισθάνεται την ανάγκη να τονίσει ότι οι Βούλγαροι δεν είχαν δι] καιώµατα στο σερβικό χώρο, καθώς ουδέποτε κατέκτησαν τα συγκεκριµένα εδάφη.
2. Για µια γενική θεώρηση της Ιστορίας των Σέρβων κατά τον Μεσαίωνα και για τις σχέσεις τους µε το Βυζάντιο βλ. ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Οι Σέρβοι και η Σερβία κατά τους Μέσους Χρόνους, στο: Ο σλαβικός µεσαιωνικός κόσµος, ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ – Π. ΣΟΦΟΥΛΗΣ (επιµ.), Αθήνα (υπό έκδοση) (στο εξής: ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Σέρβοι).
3. Για τις σχέσεις των Σέρβων µε το Βυζάντιο µέχρι την εποχή διακυβέρνησης του Ιωάννη Β΄ βλ. ενδεικτικά: F. CHALANDON, Les Comnène. Jean II Comnène (1118]1143) Manuel I Com] nène (1143]1180), Paris 1912, σ. 65]69 (στο εξής: CHALANDON, Les Comnène)· G. DAGRON, Le Christianisme byzantin du VIIe au milieu de XIe siècle, στο: Histoire du christianisme des ori6 gines à nos jours, τ. ∆΄. Evêques, moines et empereurs (61061054), G. DAGRON – P. RICHE – A. VAUCHEZ (επιµ.), Paris 1993, σ. 7]371, εδώ σ. 140]145, 149]154· I. DUJCEV, The Balkan Slavs and the West during the period of the Crusades στο: The Meeting of Two Worlds. Cultural Ex6 change between East and West during the Period of the Crusades, V. P. VOSS – CHRISTINE V. BORNSTEIN (επιµ.) [Studies in Medieval Culture, 21], Kalamazoo 1986, σ. 409]417· Γ. Τ. ΚΟ] ΛΙΑΣ, Ἡ ἐξωτερικὴ πολιτικὴ Ἀλεξίου Α΄ Κοµνηνοῦ (1081]1118), Ἀθηνᾶ 59 (1955) 241]288·
L. MAKSIMOVIC, Byzantinische Herrscherideologie und Regierungsmethoden im Falle Serbien. Ein Beitrag zum Verständnis des byzantinischen Commonwealth, στο Πολύπλευρος Νους. Miscellanea für Peter Schreiner zu seinem 60. Geburtstag, CORDULA SCHOLZ – G. MAKRIS (επιµ.), München – Leipzig 2000, σ. 174]192· MARIA NYSTAZOPOULOU]PELEKIDOU, Le develop] pement économique des Balkans occidentaux et le rôle de l’Europe centrale et occidentale (XIIe] XVe ss.), στο: Φιλέλλην. Studies in Honour of Robert Browning, C. N. CONSTANTINIDES (επιµ.) [Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Postbizantini di Venezia. Bibliotheke, 17], Venice 1996, σ. 301]31· D. OBOLENSKY, Η βυζαντινή κοινοπολιτεία, Η Ανατολική Ευρώπη, 500]1453, µτφρ. Γ. ΤΣΕΒΡΕΜΕΣ, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 141, 167]170, 175, 225, 229, 360]366, 379, 391]396 (στο εξής OBOLENSKY, Κοινοπολιτεία)· P. STEPHENSON, Byzantium’s Balkan Frontier, 900]1204: A Political Overview, Acta Byzantina Fennica 10 (1999]2000) 153]167· P. STEPHENSON, Byzanti] um’s Balkan Frontier. A Political Study of the Northern Balkans, 900]1204, Cambridge 2000 (στο εξής STEPHENSON, Balkan Frontier).
4. Ο όρος ζουπανία προέρχεται από τη σλαβική λέξη жупа (ζούπα) και σηµαίνει την ηγεµονία. Ο όρος χρησιµοποιείτο από τους νότιους και δυτικούς Σλάβους, αρχικά για να προσδιορίσει µία µικρής έκτασης γεωγραφική περιφέρεια αποτελούµενη από απροσδιόριστο αριθµό χωριών, και χρησιµοποιείται για πρώτη φορά από τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο (βλ. DAI, κεφ. 29, σ. 12467, κεφ. 32, σ. 158120, κεφ. 34, σ. 1628), ενώ αργότερα µνηµονεύεται και από άλλους Βυζαντινούς συγγραφείς. Για την αναφορά σε ζουπανίες βλ. ενδεικτικά ΑΝΝΑ ΚΟ] ΜΝΗΝΗ, Ἀλεξιάς, έκδ. D. R. REINSCH – ATH. KAMBYLIS, Annae Comnenae Alexias [Corpus Fon] tium Historiae Byzantinae, 40], Berlin – New York 2001, σ. 2808]11, 42345]46 (στο εξής: ΑΝΝΑ ΚΟΜΝΗΝΗ)· ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΙΝΝΑΜΟΣ, Ἐπιτοµή, έκδ. A. MEINEKE, Ioannis Cinnami Epitome, Bonn 1836, σ. 10310]13 (στο εξής: ΚΙΝΝΑΜΟΣ). Για το ζήτηµα βλ. επίσης M. BLAGOJEVIĆ – L. STEIN] DORFF, Lexikon des Mittelalters, Stuttgart 2000, λήµµα župan, σ. 709]710· E. TRAPP, Lexikon zur Byzantinischen Gräzität, τ. Α΄, Wien 2001, λήµµατα ζουπανία, ζουπάνος, σ. 644.
5. ΚΙΝΝΑΜΟΣ, σ. 129–13· ΝΙΚΗΤΑΣ ΧΩΝΙΑΤΗΣ, Χρονική ∆ιήγησις, έκδ. I. A. VAN DIETEN [Corpus Fontium Historiae Byzantinae, 11/1], Berlin – New York 1975, σ. 1615 ]24 (στο εξής: ΧΩΝΙΑΤΗΣ).
6. F. MAKK, The Arpads and the Comneni. Political relations between Hungary and Byzantium in the 12th century, Budapest 1989, σ. 134 σηµ. 96. Εκεί ο µελετητής υποστηρίζει ότι η σύγ] χρονη έρευνα τείνει να θεωρήσει ότι η αναφορά των Κιννάµου και Χωνιάτη στους Σέρβους γίνεται για την ίδια χρονική περίοδο, κατά τη διάρκεια των βυζαντινο]ουγγρικών πολέµων (1127]1129). Το ίδιο φαίνεται να υποστηρίζουν και οι P. LAMMA, Comneni e Staufer. Ri] cherche sui rapporti fra Bisancio e l’Occidente nel secolo XII, Roma 1955, σ. 23, και M. DIMNIK, Kievan Rus’, the Bulgars and the Southern Slavs, c.1020]c.1200, στο: The New Cambridge Me6 dieval History, τ. ∆΄2, Cambridge 2004, σ. 254]276, εδώ σ. 269 (στο εξής DIMNIK, Kievan Rus’).
7. Έκδ. V. MOŠIN, Ljetopis Popa Dukljanina, Zagreb 1950, σ. 100]103 (στο εξής: Ljetopis Popa Dukljanina). Βλ. επίσης ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Το Χρονικό του Ιερέα της ∆ιόκλειας, Κεί6
µενο Μετάφραση, Ιστορικός Σχολιασµός, Πρόσωπα, Χώρος, Αθήνα 2012, σ. 75]79 και 161] 167 (στο εξής: ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας).
8. ΧΩΝΙΑΤΗΣ, σ. 1615 ]24 (Μικρῷ δὲ ὕστερον καὶ κατὰ τοῦ τῶν Τριβαλλῶν ἔθνους (εἴποι δ’ ἄν τις ἕτερος Σέρβων), κακουργοῦντος καὶ τὰς σπονδὰς συγχέοντος, στρατείαν ἐκήρυξε, καὶ συµ6 µάχους γενοµένης, κατὰ κράτος ἡττήσας καὶ τοῦτο τὸ βάρβαρον πρὸς σπονδὰς ὑπηγάγετο,
µηδ’ ἄλλως δεικνύµενον ἀξιόµαχον, οἷα καθυποκύπτον ἀεὶ ταῖς ἐκ γειτόνων ἀρχαῖς. Καὶ λείαν ἐκεῖθεν ἐλάσας οὐ σταθµητὴν καὶ πλείστων ὠφελειῶν ἐµπλήσας τὸ στράτευµα ἐς τὴν ἕω διαβιβάζει τὸ τοῦ πλήθους αἰχµάλωτον. Καὶ κατὰ τὴν Νικοµήδους ἐπαρχίαν ἀποτάξας αὐτῷ τὴν κατοίκησιν καὶ γῆν διαρκεστάτην ἀποδασάµενος, τὸ µὲν τοῦ δορυκτήτου λεὼ τοῖς στρατεύµασιν ἐγκατέµιξε, τὸ δὲ παρῆκεν εἰς δασµοφόρησιν. Ο DIMNIK, Kievan Rus’, σ. 269, αναφέρει τα γεγονότα, αλλά συγχέει τα πρόσωπα και τη χρονολόγηση. Αναφέρει ότι ανταπαιτητής ήταν ο Ουρός και ότι τα γεγονότα έλαβαν χώρα το 1126, άποψη µε την οποία διαφωνώ, καθώς οι πηγές της περιόδου, δηλαδή ο Νικήτας Χωνιάτης, ο Ιωάννης Κίνναµος και ο Ιερέας της ∆ιόκλειας, είναι σαφείς ως προς τα πρόσωπα και σχετικά µε την χρονολό] γηση των γεγονότων, όπως θα διαπιστωθεί κατωτέρω.
9. Ο Βλαδίµηρος ήταν γιος του οµώνυµου πρίγκιπα της Βοσνίας και ανιψιός του Κωνσταντί] νου Βοδίνου (για τον τελευταίο βλ. ενδεικτικά J. V. A. FINE, The Early Medieval Balkans: A Critical Survey from the Sixth to the Late Twelfth Century, Ann Arbor 1991, σ. 214]230, 281] 282 [στο εξής: FINE, Early Balkans]· A. PETROV, Knjaz’ Konstantin Bodin, στο: Sbornik V.I. Lamanskogo, St. Petersburg 1883, σ. 239]264 [στο εξής: PETROV, Bodin]· B. RADOJČIĆ, Περὶ τῆς ἐξεγέρσεως τοῦ Κωνσταντίνου Μπόντιν, στο: Actes du XIIe Congrès international d’Études byzantines, τ. Β΄, Beograd 1964, σ. 185]187 [στο εξής: RADOJČIĆ, Περὶ τῆς ἐξεγέρσεως]· STEPHEN] SON, Balkan Frontier, σ. 142]150, 160, 166, 173). Ο Βλαδίµηρος βασίλευσε για 12 έτη (1102] 1114) στη ∆ιόκλεια. Για την περίοδο βασιλείας του και τα σχετικά προβλήµατα χρονολόγησης, βλ. γενικά FINE, Early Balkans, σ. 231]232, 298· T. ŽIVKOVIĆ, Dioclea between Rascia and Byzantium in the first half of the 12th century, στο: Ο Ι∆ΙΟΣ, Forging Unity, The South Slavs between East and West: 55061150, Belgrade 2008, σ. 293]312, εδώ σ. 297]298 (στο εξής ŽIVKOVIĆ, Dioclea)· Ο Ι∆ΙΟΣ, Zavida’s sons, ό.π., 313]334, εδώ σ. 318, 320 (στο εξής ŽIV] KOVIĆ, Zavida’s sons). Για τον Βλαδίµηρο, τον Βοδίνο, τον Μπελκάνο και τη Γιακβίντα βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 240]241, 173]174, 171]173, 198.
10. Γιος του Κωνσταντίνου Βοδίνου και της Γιακβίντα. Για τον Γεώργιο και τα χρονολογικά προβλήµατα αναφορικά µε την περίοδο βασιλείας του, βλ. γενικά FINE, Early Balkans, σ. 232]233, 298· T. GERASIMOV, Un sceau en plombe de Georges fils du roi Bodine, Studia His6 torico6Philologica Serdicencia 1 (1938) 217]218· ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 293, 298]299, 308 σηµ. 5· Ο Ι∆ΙΟΣ, Zavida’s sons, σ. 314, 318]320, 323, 325, 332]332 σηµ. 28. Βλ. επίσης ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ο Ιωάννης Β΄ Κοµνηνός και η εποχή του (1118]1143), διδακτορική διατριβή, Αθήνα 2007, σ. 293]305 (στο εξής ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιωάννης Β΄). Για τον Γεώργιο βλ. επίσης ΠΑ] ΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 193.
11. Σύζυγος του Κωνσταντίνου Βοδίνου και κόρη του Archiriz. Πίσω από το τελευταίο όνοµα κρύβεται ο Αργυρίτζος, γιος του Ιωαννάκη, σηµαίνοντος πολίτη του Μπάρι. Ο Αργυρίτζος ήταν αρχηγός της φιλονορµανδικής παρατάξεως κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πό] λεως (1068]1071) από τον Ροβέρτο Γυισκάρδο και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην παράδοσή της τον Απρίλιο του 1071. Βλ. γενικά J.]C. CHEYNET, La place de la Serbie dans la diplomatie Byzantine à la fin du XIe siècle, Zbornik Radova Vizantoloskog Instituta 45 (2008) 89]98, ιδίως σ. 91. Για την Γιακβίντα βλ. ενδεικτικά ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 296, 298]299.
12. Γιος του Ραδοσλάβου, αδελφού του Μιχαήλ Α΄ της ∆ιόκλειας, και εξάδελφος του Κων] σταντίνου Βοδίνου. Ο Βρανισλάβος ήταν σύµµαχος του Βυζαντίου και κύριος της περιοχής του ∆υρραχίου, της Ρασκίας και της Βοσνίας από την εποχή του Αλεξίου Α΄ (πότε ακριβώς δεν γνωρίζουµε). Για τον Βρανισλάβο βλ. ενδεικτικά ŽIVKOVIĆ, Dioclea, κυρίως σ. 296]299· Ο Ι∆ΙΟΣ, Zavida’s sons, σ. 318]320. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. CHALANDON, Les Com] nène, σ. 66]67. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 175.
13. Γιος του Ραδοσλάβου, αδελφού του Μιχαήλ Α΄ της ∆ιόκλειας, και εξάδελφος του Κωνσταντίνου Βοδίνου. Ο Ιερέας της ∆ιόκλειας, από τον οποίο πληροφορούµαστε για το πρόσωπό του, δεν παρέχει περισσότερα στοιχεία για τη ζωή και τη δράση του. Πρβλ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 194.
14. Γιος του Βρανισλάβου, ακολούθησε φιλοβυζαντινή πολιτική. Για το ζήτηµα βλ. γενικά FINE, Early Balkans, σ. 232]233, 298· ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 293, 298]299, 306. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιωάννης Β΄, σ. 293]305· Η Ι∆ΙΑ, Ιερέας, σ. 196.12.
15. Η θέση του εν λόγω υψώµατος δεν είναι γνωστή µε απόλυτη βεβαιότητα, αλλά σύµφωνα µε τον 9. JANKOVIĆ, Српско Поморје од 7. до 10. Столећа (= Η σερβική Παραθαλασσία από τον 7ο µέχρι τον 10ο αιώνα), Београд 2007, σ. 159]160, 261, θα πρέπει µάλλον να τοποθετηθεί στον λεγόµενο «Λόφο του Βλαδίµηρου», λίγα χιλιόµετρα Β∆ του σηµερινού Šas (αλβανό] φωνη πόλη του Μαυροβουνίου, ιστορική ονοµασία Svač), όπου βρίσκονται ερείπια οχυρώ] σεων και ναού. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 316.
16. Ράσσον ή Ρασκία ήταν η ονοµασία της µεσαιωνικής Σερβίας. Οι Βυζαντινοί συγγραφείς σπάνια χρησιµοποιούσαν τον συγκεκριµένο όρο για την περιγραφή της περιοχής. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, ο οποίος αναφέρεται µία φορά σε αυτόν για να περιγράψει µία πόλη που βρισκόταν µεταξύ Σερβίας και Βουλγαρίας (πρβλ. DAI, σ. 15450]53). Από τα µέσα του 13ου αιώνα, ο όρος δεν απαντά πλέον ούτε στα σλαβικά έγγραφα. Για το ζήτηµα βλ. ενδεικτικά R. J. H. JENKINS (επιµ.), Constantine Porphy6 rogenitus, De Administrando Imperio, τ. Β΄: Commentary, London 1962, σ. 134 (στο εξής DAI Commentary)· J. V. A. FINE, When Ethnicity Did Not Matter in the Balkans: A Study of Iden] tity in Pre]Nationalist Croatia, Dalmatia, and Slavonia in the Medieval and Early]Modern Pe] riods, Ann Arbor 2006, κυρίως σ. 63, 95]96, 107, 142, 224, 348, 459, 484, 503, 547· J. KALIĆ,La region du Ras à l’époque byzantine, στο: Géographie historique du monde Méditerranéen, Paris 1988, σ. 127-140· Ο Ι∆ΙΟΣ, Naziv Raška u starijoj srpskoj istoriji (IX]XII) (= Η ονοµασία Ράσκα στην πρώιµη σερβική ιστορία, 9ος]12ος αι.), Zbornik Filozofskog Facukteta 14 (1979) 79]92· ΒΑΡΒΑΡΑ ΚΟΥΤΑΒΑ]∆ΕΛΗΒΟΡΙΑ, Ο γεωγραφικός κόσµος του Κωνσταντίνου του Πορ] φυρογέννητου, τ. Β΄: Οι άνθρωποι, οι τόποι και η χαρτογραφική τους αποτύπωση, Αθήνα 1993, σ. 516· ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 330]331.
17. Το σηµερινό Kotor του Μαυροβουνίου, λιµάνι το οποίο βρίσκεται στο εσώτερο τµήµα του οµώνυµου κόλπου. Βλ. γενικά DAI Commentary, σ. 110· P. SKOK, Ortsnamenstudien zu De ad6 ministrando imperio des Kaisers Constantin Porphyrogennetos, Zeitschrift für Ortsnamenfor6 schung 4 (1928) 213]244, εδώ σ. 216· J. J. WILKES, Dalmatia, London 1969, σ. 256.
18. Ljetopis Popa Dukljanina, σ. 100]101. Βλ και CHALANDON, Les Comnène, σ. 69]70· ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 76 και 162.
19. Το ερώτηµα αν ο Ιερέας πράγµατι αγνοεί το όνοµα του αυτοκράτορα ή εσκεµµένα παρουσιάζει τον τελευταίο να απέχει των επιχειρήσεων και προσπαθεί να παραπλανήσει τον ανα] γνώστη, παραφθείροντας το όνοµα του αυτοκράτορα και υποβιβάζοντάς τον σε δούκα, δενµπορεί να απαντηθεί µε ασφάλεια. Γεγονός είναι ότι, όποια και αν είναι η αλήθεια, ο συγ] γραφέας καταφέρνει να υποτιµήσει τις επιτυχίες του Βυζαντινού αυτοκράτορα. Ο Ιερέας παρουσιάζει τον Ιωάννη να δίνει διαταγές από την έδρα του, την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι εκστρατείες έχουν ανατεθεί σε κάποιον τοπικό αξιωµατούχο, στις συντονισµένες προσπάθειες του οποίου και των Σέρβων συµµάχων του οφείλεται η επιτυχία. Έτσι, ο συγγραφέας υποδηλώνει ότι η κεφαλή του βυζαντινού κράτους στηρίζεται σε ξένες δυνάµεις για να επιτύχει τους στόχους της, ενώ συγχρόνως η παρουσία και η δράση των Σλάβων είναι εκείνη που δίνει την τελική τροπή στα γεγονότα. Για το ζήτηµα βλ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 378] 380 και σηµ. 136 και 137.
20. Καλοϊωάννη τον αποκαλεί στη χρονογραφία του και ο ΣΑΜΟΥΗΛ ΕΞ ΑΝΙΟΥ (έκδ. Recueil des historiens des croisades, Documents Arméniens, τ. Α΄, Paris 1969, σ. 459: Ο Αλέξιος πέθανε,
ο γιος του Καλοϊωάννης τον διαδέχθηκε). Άλλες αναφορές στον όρο «Καλοϊωάννης» έχουμε
στις εξής μη βυζαντινές πηγές: την Ιστορία της Αρμενίας την οποία συνέταξε ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΕΚ
ΓΑΝΖΑΚ (έκδ. Recueil des historiens des croisades, Documents Arméniens, τ. Α΄, Paris 1969, σ.
419: Τον αυτοκράτορα Αλέξιο διαδέχθηκε ο Καλό Ιωάννης, και εκείνον ο Μανουήλ)· το
χρονικό του IBN AL-QALANISI, μτφρ. H. A. R. GIBB, The Damascus Chronicle of the Crusades
extracted and translated from the Chronicle of Ibn alfQalanisi, London 1932, σ. 240, όπου ο
μεταφραστής μεταγράφει λανθασμένα το πρωτότυπο κείμενο που έχει Kiyālyānī ως Εμμαf
νουήλ, ενώ πρόκειται για τη λέξη Καλοϊωάννης· OTTO VON FREISING, έκδ. A. SCHMIDT – W.
LAMMERS, Chronik oder Die Geschichte der zwei Staaten, Hamburg 1959, σ. 549 παρ. 28, ο
οποίος αναφέρει δύο φορές τον όρο και τη δεύτερη τον επεξηγεί: Το έτος 1143 από την ενL
σάρκωση του Κυρίου έφυγε ο αυτοκράτορας Καλοϊωάννης Β΄ από την Κωνσταντινούπολη…
και δεν έδρασε όπως ένας Καλός –σύμφωνα με την προσωνυμία τουL Ιωάννης· Historia
Ducum Veneticorum, έκδ.Monumenta Germaniae Historica, Scriptores, τ. ΙΔ΄, Stuttgart – New
York 1963, παρ. 2, σ. 7334f38: Porro, quia. Tempore illo Veneti, qui defensores Romanie semperextirerant, contra imperatorem Caloiannem, predicti Alexii imperatoris filium, comoti fuerant,
propterea quia imperator ille chrisobulii paginam iuxta patris predecessorumque statuta eis dare
nolebat, cum venissent cum tam glorioso exercitu apud Curfum, castrum illud fortissimum forL
titer expugnantes obsidere ceperunt. Τέλος, απόηχο του όρου «Καλο¡ωάννης» συναντούμε
και στο κείμενο του IBN ALfATHIR, μτφρ. D. S. RICHARDS, The chronicle of Ibn alfAthir of the
crusading period from alfKāmil fīlfta’rīkh. The years 491f541/1097f1146, Aldershot 2006, σ.
342, που παραθέτει άσμα για την αποχώρηση του Ιωάννη από το Σέζερ (Δεν είδες εκείνον
τον σκύλο των Ρωμαίων, όταν εμφανίστηκε ως καλός πρίγκιπας; Ήρθε σκεπάζοντας τις πεL
διάδες με ιππικό, σαν τη μαύρη νυχτιά. Η μοίρα περίμενε με την καλή του διάθεση και τη
μεγάλη του επιχείρηση να υποταχθεί στα σχέδιά του).
21. Εκτός από τον Ιερέα της Διόκλειας, το ίδιο λάθος κάνει και ο ΜΙΧΑΗΛ Ο ΣΥΡΟΣ, έκδ. J. B.
CHABOT Chronique deMichel le Syrien, Paris 1905, σ. 206-207, όταν αναφέρεται στη νίκη του
Ιωάννη επί των Πετσενέγων και τους αποκαλεί Κουμάνους.
22. ΧΩΝΙΑΤΗΣ, ό.π. Βλ. και CHALANDON, Les Comnène, σ. 70· P. STEPHENSON, John Cinnamus, John
II Comnenus and the Hungarian campaign of 1127f1129, Byzantion 66 (1996) 177f187, εδώ σ.
182 (στο εξής STEPHENSON, John Cinnamus).
23. ΚΙΝΝΑΜΟΣ, σ. 129 – 13 (Ὑπὸ τοῦτον τὸν χρόνον καὶ Σέρβιοι, ἔθνος Δαλματικόν, ἐς ἀποστασίαν
ἰδόντες τὸ Ῥάσον κατεστρέψαντο φρούριον. Οὗ δὴ ἔνεκα καὶ Κριτόπλον βασιλεὺς ἀμυνόL
μενος, ὅς τὴν τοῦ φυλακτηρίου τοῦδε ἐπετρέψατο τήρησιν, γυναικείαν ἐνδεδυκότα στολὴν
διὰ τῆς ἀγορᾶς ἦγεν ὄνῳ ἔποχον). Της ίδιας άποψης φαίνεται ότι είναι και ο STEPHENSON,
John Cinnamus, σ. 182.
24. Ljetopis Popa Dukljanina, σ. 101 (Regnavit Grubessa VII annos et quievit terra in diebus eius
et recuperavit valde…Denique septimo anno regni eius venit rex Georgius cum Rassianis supra
istum; qui preparans ei bellum, in ipso bello mortuus est rex Grubessa fortiter dimicando et
praeliando ante civitatem Antibarim). Βλ. και ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 76, 162.
25. Σχετικά με το ενδιαφέρον της Ουγγαρίας για τη Σερβία και τις σχέσεις που αναπτύχθηκαν
μεταξύ τους, βλ. και CHALANDON, Les Comnène, σ. 74f75. Ο P. MAGDALINO, The Byzantine
Empire, 1118f1204, στο: The New Cambridge Medieval History, τ. Δ΄2, Cambridge 2004, σ.
611f643, εδώ σ. 616, υποστηρίζει ξεκάθαρα ότι οι Σέρβοι υποκινήθηκαν από τους Ούγγρους.
Βλ. και E. KOIČEVA, The Comnenian dynasty and the Assenids, Byzantinoslavica 54 (1993)
127f133, εδώ σ. 132.
26. Το σημερινό Bar του Μαυροβουνίου. Βλ. γενικά DAI, σ. 14495f97: ἡ δὲ Διόκλεια πλησιάζει
πρὸς τὰ καστέλλια τοῦ Δυρραχίου, ἤγουν πρὸς τὸν Ἐλισσὸν καὶ πρὸς τὸ Ἑλκύνιον καὶ τὴν
Ἀντίβαριν,…· DAI Commentary, σ. 122· F. CURTA, Southeastern Europe in the Middle Ages
500f1250, Cambridge 2006, σ. 14, 33, 101, 134, 192, 268, 275, 335, 339f340, 346, 368, 389, 395,
397· D. DRAGOJLOVIĆ, Dyrrachium et les évêchés de Docléa jusqu’ à la foundation de l’archevêché
de Bar, Balcanica 21 (1990) 201f209· D. MIJOVIĆ, Bar (Antibaris), estf elle l’héritie direct de
Duklja?, στο:Miedzynarodowy kongres archeologii stoiviańskej.Warszava, 14L18 IX 1965, W.
HENSEL (επιμ.), Warsaw 1970, τ. Ε΄, σ. 140f155· V. POPOVIĆ, Byzantines, Slaves et autochtones
dans les provinces de Prévalitane et Nouvelle Epire, στο: Villes et peuplement dans l’Illyricum
protobyzantin, Rome 1984, σ. 181f243, εδώ σ. 184f185, 206· ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 247f248.
27. Ο Γκραντίτσνα (Gradinja Branislavljević), γιος του Βρανισλάβου, είναι γνωστός μόνον από
το έργο του Ιερέα της Διόκλειας. Για την περίοδο βασιλείας του (π. 1130/1131 f π. 1142/1143),
κατά τη διάρκεια της οποίας αποδείχθηκε πιστός υποτελής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,
βλ. FINE, Early Balkans, σ. 233, 298 (ο τελευταίος τοποθετεί χρονικά τη βασιλεία του Γκρανf
τίτσνα στην περίοδο 1127f1146)· ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 293, 299f300, 306, 310 σημ. 35, 312
σημ. 73· Ο ΙΔΙΟΣ, Zavida’s sons, σ. 319f320, 325. Βλ. επίσης, ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιωάννης Β΄, ό.π.·
Η ΙΔΙΑ, Ιερέας, σ. 195.
28. Γιος του Βρανισλάβου, εγγονός του Ραδοσλάβου και ανιψιός του Κωνσταντίνου Βοδίνου.
Για το ζήτημα βλ. γενικά FINE, Early Balkans, σ. 232f233, 298· ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 299, 310
σημ. 35· Ο ΙΔΙΟΣ, Zavida’s sons, σ. 314, 319f320. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιωάννης Β΄, ό.π.· Η ΙΔΙΑ, Ιερέας, σ. 189f190.
29. Γιος του Βρανισλάβου, εγγονός του Ραδοσλάβου και ανιψιός του Κωνσταντίνου Βοδίνου. Για
το ζήτημα βλ. γενικά FINE, Early Balkans, σ. 232f233, 298· ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 299· Ο ΙΔΙΟΣ, Zaf
vida’s sons, σ. 314, 319. Βλ. επίσης, ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιωάννης Β΄, ό.π.· Η ΙΔΙΑ, Ιερέας, σ. 189.
30. Η Chelmania ή Transmontana («η πέραν των ορέων κείμενη περιοχή») ταυτίζεται πιθανώς
με τη Ζαχλουμία, ονομασία που σημαίνει την περιοχή κάτω από το βουνό. Σήμερα η Ζαf
χλουμία καταλαμβάνει την περιοχή της ΒοσνίαςfΕρζεγοβίνης και της νότιας Δαλματίας (στη
σημερινή Κροατία). Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος αναφέρεται στην περιοχή και την
καταγωγή των κατοίκων (DAI, σ. 1601f16221). Γενικά για τη Ζαχλουμία βλ. DAI Commenf
tary, σ. 137· FINE, Early Balkans, σ. 35, 53, 57, 149, 152, 154, 160, 193f195, 201f202, 206f207,
223f225, 231, 244, 257, 263, 273f274, 310· STEPHENSON, Balkan Frontier, σ. 117, 125, 129, 138f
141, 195. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 355f356.
31. Ο Ούρος (Uroš) ήταν γιος ή ανιψιός του Μπελκάνου. Αναφέρεται για πρώτη φορά από την
ΑΝΝΑ ΚΟΜΝΗΝΗ, σ. 2808f12 ως ένας από τους ομήρους τους οποίους παρέδωσε στον αυτοf
κράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό ο Μπελκάνος το 1094 (ἐκεῖνος δ’ εὐθὺς τεθαρρηκὼς προσεληL
λύθει συνεπαγόμενος τούς τε συγγενεῖς καὶ ἐκκρίτους τῶν ζουπάνων καὶ προθύμως ὁμήρους
τοὺς αὐτοῦ ἀνεψιαδεῖς τῷ αὐτοκράτωρι παραδέδωκε, τόν τε Οὔρεσιν καλούμενον καὶ ΣτέL
φανον τὸν Βολκάνον καὶ ἑτέρους τὸν εἴκοσιν ἀριθμὸν ἀποπληροῦντας). Μετά τον θάνατο
του Μπελκάνου (πιθανώς περί το 1115) ο Ούρος επέστρεψε στη Ρασσία και ανακηρύχθηκε
μέγας ζουπάνος. Βλ. FINE, Early Balkans, σ. 226, 233f236, 298 (με ορισμένες διαφορές στη
χρονολόγηση της βασιλείας του). Ο P. MAGDALINO, The Empire of Manuel I Komnenos 1143f
1180, Cambridge 1993, σ. 54f55 (στο εξής: MAGDALINO, Empire), δεν θεωρεί ότι ο γάμος της
Ελένης με τον Βελά στρεφόταν εναντίον του Βυζαντίου. Βλ. επίσης J. LEŚNY, Stefan Zavida
als Sohn von Uroš I. und Vater von Stefan Nemanja, Südostforschungen 48 (1989) 37f49· ŽIVf
KOVIĆ, Dioclea, σ. 298f301· Ο ΙΔΙΟΣ, Zavida’s sons, σ. 317f320, 323f329. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 238f239.
32. Γιος του Κωνσταντίνου Βοδίνου από τη δεύτερη σύζυγό του Γιακβίντα. Δεν υπάρχουν πεf
ρισσότερες πληροφορίες για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Ορισμένοι ιστορικοί αναφέρουν
τον Μιχαήλ (Mihailo) ως συμβασιλέα του Ντομπροσλάβου την περίοδο 1101f1102, αλλά οι
απόψεις διίστανται. Ο Ιερέας της Διόκλειας υποστηρίζει ότι ο Μιχαήλ προσπάθησε να καf
ταλάβει την εξουσία, αλλά, εξαιτίας της αντιπάθειας του λαού για την μητέρα του, δεν τα
κατάφερε και ορίστηκε ως ηγεμόνας ο Ντομπροσλάβος. Για το ζήτημα βλ. γενικά FINE, Early
Balkans, σ. 230, 298· ŽIVKOVIĆ, Dioclea, σ. 296. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 204.
33. Ljetopis Popa Dukljanina, σ. 101f102. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 75f79, 161f167.
34. Ljetopis Popa Dukljanina, σ. 102. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τον συγκεκριμένο
αξιωματούχο. Ο STEPHENSON, Balkan Frontier, σ. 184, θεωρεί ότι πιθανώς ταυτίζεται με τον
Πυρρογεώργιο, ο οποίος διοικούσε τμήμα του βυζαντινού στρατού στο Ικόνιον το 1146 και
περιγράφεται από τον Κίνναμο (ΚΙΝΝΑΜΟΣ, 4419f23: ὅπερ ἐπειδὴ τάχιστα βασιλεὺς ἤκουσε δυL
νάμεις τῶν σὺν αὐτῷ τὴν ταχίστην ἐξέπεμπεν ἐπ’ αὐτοῖς, ὧν Πυρρογεώργιός τε ἦρχεν ἀνὴρ
δραστήριος μάλιστα, ὅς καὶ τῷ τοῦ προμικηρίου τῆς αὐλῆς ἐσύστερον τετίμηται ἀξιώματι)
ως άνδρας εξαιρετικά δραστήριος, ή εναλλακτικά με κάποιον ομώνυμο συγγενή. Δεδομένου
ότι ο αναφερόμενος από τον Ιερέα της Διόκλειας Pirigordus ήταν ήδη δουξ Δυρραχίου επί
Ιωάννη Β΄ Κομνηνού, ενώ ο Πυρρογεώργιος τον οποίον αναφέρει ο Κίνναμος δεν είχε ακόμη
προαχθεί σε πριμικήριο το 1146, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι τα δύο πρόσωπα δεν ταυτίf
ζονται, αν και πιθανότατα ανήκαν στην ίδια οικογένεια. Για την τελευταία, βλ.MAGDALINO,
Empire, σ. 212. Για τον Γεώργιο Πυρρό, πιθανό γενάρχη της οικογένειας, βλ. B. SKOULATOS,
Les personnages byzantins de l’Alexiade. Analyse prosopographique et synthèse, Louvain 1980,
σ. 105. Ο Τ. Živković υποστηρίζει, χωρίς ωστόσο να το αποδεικνύει, ότι ο Pirigordi του Ιερέα
της Διόκλειας με τον Πυρρογεώργιο του Ιωάννη Κιννάμου ταυτίζονται (πρβλ ŽIVKOVIĆ, Diof
clea, σ. 311 σημ. 37), άποψη την οποία δεν συμμεριζόμαστε λόγω της διαφοράς θέσεως των
δύο προσώπων στην αυλική ιεραρχία στην οποίαν αναφερθήκαμε ανωτέρω. Βλ. επίσης ΠΑf
ΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 210f211.
35. Η σημερινή Vranjina, νησί στη βόρεια όχθη της λίμνης της Σκόδρας το οποίο ανήκει στο
Μαυροβούνιο. Στις όχθες του νησιού Vranjina βρίσκεται το ομώνυμο χωριό, το οποίο ανήf
κει στο δημοτικό διαμέρισμα της Podgorica. Βλ. γενικά P. DRAGIČEVIĆ, Montenegro, Oakland
– London 2009, σ. 128f129. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 365.
36. Οι λόγοι της ανάκλησης του Πυρρογεωργίου από τον Ιωάννη Β΄ δεν είναι σαφείς. Προφαf
νώς, όμως, ο Πυρρογεώργιος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όχι εξαιτίας αναποτελεf
σματικότητας, αλλά πιθανότατα διότι η ταχύτητα των ενεργειών του δεν ικανοποιούσε τον
αυτοκράτορα.
37. Μέλος της οικογένειας των Κοντοστεφάνων, η οποία εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο
στα τέλη του 10ου αι. (βλ. ενδεικτικά Oxford Dictionary of Byzantium, τ. Β΄, σ. 1148f1149).
Ο Αλέξιος Κοντοστέφανος δεν μαρτυρείται ως δουξ Δυρραχίου από άλλες πηγές, εκτός αν
μία σφραγίδα των μέσων του 12ου αι., η οποία φυλάσσεται στο Κέντρο Dumbarton Oaks
(W. SEIBT, Zur Problematik byzantinischer Monogrammsiegel, Studies in Byzantine SigillograL
phy 3 [1993] 19f28, εδώ σ. 26), ανήκει σε αυτόν. Ο STEPHENSON, Balkan Frontier, σ. 184, θεωf
ρεί ότι πρόκειται πιθανώς για τον αδελφό του Στεφάνου Κοντοστεφάνου, ο οποίος είχενυμφευθεί την Άννα, κόρη του αυτοκράτορος Μανουήλ Α΄. Δεν πρέπει να συγχέεται με τον
λίγο νεότερό του Αλέξιο Κοντοστέφανο Κομνηνό, ανιψιό του Μανουήλ. Για την οικογέf
νεια των Κοντοστεφάνων βλ. ενδεικτικά H. GREGOIRE, Notes épigraphiques, Revue de l’insL
truction publique en Belgique 52 (1909) 152f166· J. DARROUZÈS, Georges et Dèmètrios Tornikès.
Lettres et Discours, Paris 1970, σ. 57f62. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 199.
38. Η σημερινή Crmnica, εύφορη περιοχή στα νότια τουΜαυροβουνίου, ανάμεσα στη λίμνη της
Σκόδρας και την πόλη Bar. Βλ. STEPHENSON, Balkan Frontier, σ. 118, 121, 138 και γενικά J.
VUKMANOVIĆ, Црмница. Антропогеографска и етнолошка испитиванл (=Crmnica, ανθρωποf
γεωγραφικά και εθνογραφικά στοιχεία), Београд 1988. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ.
258.
39. Το τοπωνύμιο δεν μπορεί να ταυτιστεί με ασφάλεια. Για το ζήτημα βλ. M. KOVAČEVIĆ, Gde
se nalazio Obolon popa Dukljanina? (= Πού ήταν το Όμπολον του Ιερέα της Διόκλειας;),
Starine Crne Gore 5 (1975) 141f152· P. MIJOVIĆ – M. KOVAČEVIĆ, Gradovi I utvrdjenja u Crnoj
Gori (= Οι πόλεις και τα φρούρια στο Μαυροβούνιο), BeogradfUlcinj 1975, σ. 120· R.
RADUNOVIĆ, Toponimi Apliza I Obolon u Ljetopisu popa Dukljanina (= Τα τοπωνύμια Apliza
και Obolon στο Χρονικό του Ιερέα της Διόκλειας), στο: Zbornik referata I materijala V juL
goslovenske onomastičke konferencije, A. PECO – D. VUJIČIĆ – N. GOŠIĆ (επιμ.), Sarajevo 1985,
σ. 61f66. Βλ. επίσης ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιερέας, σ. 316f317.
40. Ljetopis Popa Dukljanina, σ. 102f103.
41. CHALANDON, Les Comnène, σ. 70f71, 74.
ΠΗΓΗ
ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ (2012). ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΣΕΡΒΟΙ: ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΩΝ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Β΄ ΚΟΜΝΗΝΟΥ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΣΕΡΒΩΝ. Eoa kai Esperia, 8, 353-367.
ΣΕΡΒΟΙ-ΣΕΡΒΙΑ
• Ο αυτοκρατορας Ηράκλειος (610-641) εγκατέστησε τους Σέρβους μετά το έτος
626 μ.Χ. στα Βαλκάνια ως συμμάχους.
• Οι Σέρβοι εγκαταστάθηκαν στις περιοχές του σημερινού Μαυροβουνίου- Έρζεγοβίνης, της νοτιοδυτικής Σερβίας και του Κοσοβου, ενώ προς προς βορρά έφτασαν έως τον ποταμό Σάβο.
• Για τους πρώτους δύο αιώνες, μετά την εγκατάσταση τους στα Βαλκάνια, υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες.
• Ωστόσο μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά το διάστημα αυτό έλαβε χώρα η δημιουργία σερβικών κρατιδίων.
• Στα τέλη του 9ου με αρχές του 10ου: δημιουργία δύο πολιτικών κέντρων: της Διοκλείας και της Ρασκίας.