Η ΕΛΕΝΗ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ,Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΤΑΡΤΙΣΣΑ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑΣ , χάθηκε μαχόμενη, ολομόναχη...!



Το επίθετό της είναι άγνωστο! Πολύ λίγες αναφορές για την ιστορία της υπάρχουν στην ελληνική βιβλιογραφία. Περισσότερες στην τουρκική. Τον σύζυγό και τους αδερφούς της τους δολοφονούν στα τέλη του 1917. 

Δραπετεύει με πολλές άλλες οικογένειες στα βουνά της Σάντας, μαζί με τον μοναχογυιό της, τον δεκαπεντάχρονο Μιλτιάδη. Αρχές του 1919 αρχίζουν οι μεγάλες σφαγές στην περιοχή, με εντολή του Κεμάλ και αυτουργό τον ληστή Τοπάλ Οσμάν. Επιστρέφοντας στο κρησφύγετο αντικρίζει το πτώμα του γιού της και από πάνω του τον Τούρκο δολοφόνο του, να προσπαθεί να παραμορφώσει με την λόγχη του το πρόσωπο του ήδη πεθαμένου θύματος. 

*Η μοναδική φωτογραφία της Ελένης τραβηγμένη το 1902 Η Ελένη του Πόντου, η τελευταία αντάρτισσα στα βουνά της Σάντας. 

Αρπάζει έναν μπαλτά και χωρίζει στα δυο τον δολοφόνο του γιου της, παίρνει τα όπλα του και αφού θάβει τον γιο της, χάνεται στα βουνά.
Κάθε απόπειρα σύλληψης ή δολοφονίας της αποτυγχάνει και όσοι Τούρκοι στρατιώτες κάνουν την απόπειρα, επιστρέφουν οι μισοί. Το διάστημα που μεσολαβεί συντελείται η Μικρασιατική καταστροφή, ο Πόντος έχει ερημωθεί προ πολλού και σε χαράδρες υπάρχουν ακόμη εκτεθειμένα τα κόκκαλα των χιλιάδων δολοφονημένων. 

Η Ελένη θα παραμείνει η μοναδική επιζώσα και μαχόμενη στην περιοχή της Μπάφρας έως τα τέλη του 1924, όπου ο Κεμάλ αναγκάζεται να στείλει δυο ταξιαρχίες κατά της Ελένης. Δυο μήνες μάχεται μόνη της στις χαράδρες της οροσειράς Νεμπιάν, όπου και πέφτει μαχόμενη…

Κορυφές από τα όρη της Σάντας.

Αιωνία η μνήμη στις ψυχές που χάθηκαν και που περιμένουν δικαίωση… Ένας βαθύς ρόγχος κρατάει σκοπιά στα βουνά του Πόντου…

 Του   Κλ. Σαματιάδη
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ


Τα βουνά της Σάντας 


Μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες που αριθμούσαν τις 5.000. Βρίσκονταν ΝΑ. της Τραπεζούντας και σχετικά σε θέση απόκεντρη, μακριά από τουρκικούς οικισμούς. Από τον 16ο αιώνα είχε καταστεί άσυλο για τους κατοίκους της γύρω περιοχής που έψαχναν καταφύγιο από τις κατά καιρούς τουρκικές πιέσεις και παραβάσεις κατά των ελληνικών και αρμενικών χριστιανικών πληθυσμών. 

Πριν την ανταλλαγή πληθυσμών του 1922, αποτελούνταν από τους εξής οικισμούς:[3]:

Πιστοφάντων: 400 σπίτια, εκκλησίες Αγ. Κυριακής, Αγ. Παντελεήμονα, Αγ. Χριστοφόρου, δημοτικό σχολείο και πηγή του Χριστοφόρου. Το όνομα ετυμολογείται από το "πιστόφ" (όπλο) + την ελληνική κατάληξη -άντων.
Ζουρνατσάντων: 120 σπίτια, εκκλησίες Αγ. Γεωργίου, Αγ. Κωνσταντίνου, Αγ. Κυριακής, δημοτικό σχολείο. Το όνομα ετυμολογείται από τη λέξη ζουρνατζής + την ελληνική κατάληξη -άντων.
Τσακαλάντων: 53 σπίτια, εκκλησίες Ζωοδόχου Πηγής και Αγ. Γεωργίου, δημοτικό σχολείο. Το όνομα ετυμολογείται από τη λέξη τσακάλι + την ελληνική κατάληξη -άντων.
Ισχανάντων: 150 σπίτια, εκκλησίες Αγ. Κυριακής, Αγ. Γεωργίου, 2 δημοτικά σχολεία (1 θηλέων). Το όνομα ετυμολογείται από τη λέξη Ισχάν ("πρίγκηπας" στα Αρμενικά) + την ελληνική κατάληξη -άντων.
Κοζλαράντων: 60 σπίτια, εκκλησίες Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, δημοτικό σχολείο.
Πινετάντων: 30 σπίτια, εκκλησίες Προφήτη Ηλία και Αγ. Γεωργίου, δημοτικό σχολείο.
Τερζάντων: 200 σπίτια, εκκλησίες Αγ. Θεοδώρου, Μεταμόρφωσης. Ετυμολογείται από την τουρκική λέξη "τερζή" (ράφτης) + την ελληνική κατάληξη -άντων.
Οι κάτοικοι της κωμόπολης ήταν κυρίως Χριστιανοί (51%) ή Κρυπτοχριστιανοί (49%).[4] Μετά το 1857, με το σύνταγμα Χαττ-ι-Χουμαγιούν, οι Κρυπτοχριστιανοί φανέρωσαν τη θρησκεία τους. Κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877–1878 οι περισσότεροι κάτοικοι της Σάντας κατέφυγαν σε περιοχές της σημερινής Γεωργίας, Αρμενίας και νότιας Ρωσίας.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Σάντα υπέστη μεγάλες συμφορές και οι κάτοικοί της αναγκάσθηκαν άλλοι να καταφύγουν στη Τραπεζούντα, οι περισσότεροι, και άλλοι σε άλλες ασφαλέστερες περιοχές. Σανταίοι αντάρτες εμφανίστηκαν στα βουνά της Σάντας από το 1916, υπό την ηγεσία του Ευκλείδη Κουρτίδη και αντιστάθηκαν επιτυχώς σε τουρκική επίθεση στις 6 Σεπτεμβρίου 1921.

Τελικά, μετά την υπογραφή της ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας την οποία ακολούθησε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, οι κάτοικοι της Σάντας πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς, δημιουργώντας διάφορους οικισμούς όπως τη Νέα Σάντα, το χωριό Μικρή Σάντα κλπ.

Το 1959 μετονομάστηκε σε Ντουμανλί[2], ωστόσο η παλαιότερη ονομασία διατηρήθηκε για ένα χρονικό διάστημα σε επίσημα έγγραφα, παράλληλα με τη νέα[5]. Σύμφωνα με την τουρκική απογραφή πληθυσμού του 1980, είχε 556 κατοίκους[5].

Παραπομπές
 1-«Το σπίτι των προγόνων του Ιβάν Σαββίδη στη Σάντα του Πόντου». ProtoThema. 23 Δεκεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2021.
2 - Köylerimiz, (Yayımlayan) İçişleri Bakanlığı, 1968, Ankara, σελ. 194.
 3- Özhan Öztürk. Karadeniz Ansiklopedik Sözlük. 2005. Istanbul σσ.1009-10011
4-  BRYER, A. (1988), People and Settlement in Anatolia and Caucasus 800-1900. Variorum Reprintis. London
5-1980 Census of Population by Administrative Division, Başbakanlık Devlet İstatistik Enstitüsü, 1981, σελ. (PDF) 280.

Πηγές
"Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου" τομ.16ος, σελ.851.


Μπάφρα
Πόλη Νοτιοανατολικά της Σινώπης. Ανήκει στον Δυτικό Πόντο. Στους αρχαίους χρόνους ονομαζόταν Αλύα, ενώ ο Στράβωνας την αναφέρει ως Γαζηλών. Απέχει 100 χλμ απο τη Σινώπη και 40 χλμ απο την Αμισό. Στα 1870 κατα μία αναφορά ο πληθυσμός της άγγιζε τους 8.000 απο τους οποίους 2.000 ήταν Έλληνες (Ελληνόφωνοι και Τουρκόφωνοι)...Οι Παφραίοι διατηρούσαν σχολεία αρένων και θηλέων.


Οι τουρκόφωνοι της Πάφρας έγραφαν την τουρκική με ελληνικούς χαρακτήρες, όπως οι κάτοικοι στην περιοχή Καισάρειας. Σύμφωνα με στατιστική της Μητρόπολης Αμάσειας, η επαρχία Πάφρας είχε μία πόλη, 116 αμιγώς ελληνικά χωριά, μία επισκοπική εκκλησία, 107 ναούς, την μονή της Παναγίας Μάγαρας, ένα ημιγυμνάσιο, 80 σχολεία αρένων, 17 θηλέων, 2 νηπιαγωγεία, και 4.500 μαθητές. Την εποχή εκείνη ο πληθυσμός υπολογίζετε σε 11.000 κατοίκους. 

Η Πάφρα παρήγαγε σιτάρι, κριθάρι, μήλα αχλάδια κ.ά. Ήταν ονομαστή όμως για τα περίφημα καπνά και το μαύρο χαβιάρι. Τα καπνά της εξήγαγε στις αγορές του Αμβούργου, Μασσαλίας, Λονδίνου, και Αλεξάνδρειας. Στην επαρχία Καζά η οποία ήταν υποδιοίκηση της Πάφρας, ο πληθυσμός ανερχόταν στις 85.000 με 90.000 κατοίκους εκ των οποίων τα 4/5 ήταν Ελληνορθόδοξοι. 

Πρώτος επίσκοπος της Αμάσεια όπου ανήκε η Πάφρα, ήταν ο Μελέτιος (600 μ.Χ. και τελευταίος ο εθνομάρτυρας Ευθύμιος Αγριτέλης ο οποίος έφερε τον τίτλο, « Επίσκοπος Ζήλων». Ο επίσκοπος Zήλων ήταν ο μοναδικός επίσκοπος που εκτελέστηκε απο τους τούρκους λόγω της συμμετοχής του στο αντάρτικο κίνημα της περιοχής του. Στην περιφέρεια Πάφρας δημιουργήθηκε ένα απο τα μεγαλύτερα αντάρτικα του Πόντου. 

Οι κάτοικοι της όμως πλήρωσαν μεγάλο τίμημα για την ανάμειξη τους σ' αυτό. Στις 3 Ιουνίου 1921 πολιορκείτε η ελληνική συνοικία απο όργανα του Τοπάλ Οσμάν. 570 άνδρες ηλικίας απο 15 ως 70 ετών συλλαμβάνονται και φυλακίζονται. Οδηγούνται αργότερα σε τρίωρη πορεία στην εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους στο χωριό Κιόβτσε Σου. Εκεί τους λήστεψαν και τους έκαψαν.


Ως εκ θαύματος διασώθηκαν δύο και κατέφυγαν στα βουνά. Στις 8 Ιουνίου 1921 ο Τοπάλ Οσμάν συλλαμβάνει άλλους 250 άνδρες κάθε ηλικίας και τους οδηγεί στο Σελαμελίκ στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, απέχουσα 4 ώρες πεζοπορία. Στο δρόμο εν μέσω ύβρεων και προπηλακίσεων συνοδεία πολλών χωροφυλάκων, τους ελήστεψαν και στους έσφαξαν χωρίς οίκτο. 
Κατόπιν τους έβαλαν μέσα στην εκκλησία και τους έκαψαν. Εξέχουσα θέση στην ιστορική μνήμη κατέχει το χωριό Καβάκ , 48 χιλιόμετρα από την Αμισό. Τον Ιούνιο 1921 οι Τούρκοι τουφέκισαν εκεί 701 Έλληνες από τους εξόριστους της πρώτης αποστολής, γιατί θεωρήθηκε ότι συμμετείχαν στην ίδρυση της ανεξάρτητης δημοκρατίας του Πόντου.

Στο Καβάκ συγκέντρωσαν οι Τούρκοι τους Έλληνες μουσικούς της Αμισού και τους διέταξαν να παίξουν τον εθνικό ύμνο της Τουρκίας. Όμως, οι ηρωικοί Πόντιοι έπαιξαν τον ελληνικό εθνικό ύμνο, οπότε οι Τούρκοι τους σκότωσαν όλους και τους έριξαν σε ξεροπόταμο. Τα βράδια μάζευαν τους Έλληνες που συλλάμβαναν και αφού τους σκότωναν έριχναν τα σώματά τους στο ποτάμι. Σύμφωνα με την παράδοση στο ποτάμι αυτό αντί για νερό έτρεχε αίμα. 

Στην περίπτωση της Πάφρας όπως και σε όλο τον Πόντο, ο λόγος, η φιλία και οι συμφωνίες των Τούρκων κράτησαν ελάχιστα, ίσα που τα βάρβαρα υποκείμενα να απολαύσουν τις κατακτήσεις τους και να χορτάσουν τα βρωμερά τους πάθη. Οι υποσχέσεις, οι συμφωνίες, οι συνθήκες, οι ένθερμοι λόγοι των Τούρκων ποτέ δεν επαληθεύτηκαν, τουλάχιστον σε ότι αφορά το Ελληνικό Έθνος. 
Από την εμφάνιση της απολίτιστης αυτής φυλής, που η μοίρα, μας έδεσε μαζί της, όσες προσπάθειες κι αν έγιναν παλαιότερα από τους Βυζαντινούς, από τους Κομνηνούς της Τραπεζούντας αλλά και αργότερα από τους υπεύθυνους κυβερνήτες της Ελλάδας, ποτέ δεν παγιώθηκαν σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας ανάμεσα στις δύο Εθνότητες και αυτό εξαιτίας της εύπλαστης και υστερόβουλης πολιτικής των Τούρκων.

Συνολικά κατά την περίοδο 1914-1922 σκοτώθηκαν ή εξοντώθηκαν στις εξορίες ή δολοφονήθηκαν ή κάηκαν περισσότεροι απο 30.000 Παφρηνοί, ανάμεσά τους 84 ιερωμένοι και 30 δάσκαλοι. Ξακουστός οπλαρχηγός καπετάνιος της Πάφρας ήταν ο Αντών πασάς. Νοτιότερα από την Έρπαα ο Κοτσά Αναστάς αρχικαπετάνιος, που θεωρείται ως ο Κολοκοτρώνης του Πόντου. Ολίγο ανατολικότερα, στη Σαμψούντα, έδρασε ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων. Οι καπετάνιοι, Ιστίλ αγάς και Βασίλ' Ουστάς

*Από τον Πολατίδη Βασίλειο 
https://www.pontiaka.gr/



ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ