Επαναπατρισμός ενεπίγραφου αετώματος μίας επιτύμβιας στήλης στην Κύπρο



Το Τμήμα Αρχαιοτήτων, Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, ανακοίνωσε ότι την Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2019 παραδόθηκε μια σημαντική αρχαιότητα από την Κύπρο στα γραφεία της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις Βρυξέλλες.

Ωστόσο η ανακάλυψη αυτής που είναι η δεύτερη παρόμοια στήλη, η οποία είναι προφανώς από το ίδιο εργαστήριο, επιτρέπει μια πιο ακριβή χρονολόγηση, τέσσερις αιώνες νωρίτερα από την αρχική χρονολόγηση...!

 Η κυπριακή αρχαιότητα ήταν στην κατοχή της κας Christiane Koojj, κάτοικος Βρυξελλών, Βέλγιο. Η κ. Koojj ενημέρωσε πρόσφατα γραπτώς τον Πρέσβη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Παρίσι ότι το πολιτιστικό αντικείμενο 



κληρονόμησε σε αυτήν και στα αδέλφια της από την μητέρα τους και ότι το αίτημά τους ήταν να το παραδώσει πίσω στη χώρα καταγωγής του. 

Ο Πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Βέλγιο παρέπεμψε την κ. Koojj στον διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων ως αρμόδια αρχή για τα θέματα αυτά.


Η εν λόγω αρχαιότητα είναι το ανώτερο τμήμα μιας ταφικής ασβεστολιθικής στήλης αποτελούμενης από ένα οριζόντιο γείσο, διακοσμημένο με ανάγλυφες γέφυρες, πάνω στο οποίο σχηματίζεται ένα αέτωμα με ανάγλυφο πλαίσιο. Οι γωνίες του αέριου στέκονται από ακρωτήρια, δύο από τα οποία (στα πλευρικά άκρα) είναι διακοσμημένα με χονδροειδώς σχηματισμένη με ανθέμια, ενώ η κεντρική, χωρίς να φέρει κανένα σημάδι θραύσης, είναι ελάχιστα έντονη.


Στη μέση των δύο λοξών πλευρών του αετώματος, υπάρχουν λαξευμένα ρόδια. Στη μέση του αετώματος, μέσα στο ανάγλυφο πλαίσιο, φαίνεται να είναι μια αποτροπική κεφαλή Μέδουσας ή από Γοργόνειο   


Το οριζόντιο γείσο φέρει μια κυπρο-συλλαβική επιγραφή, ενώ άλλα Κυπρο-συλλαβικά σύμβολα καλύπτουν το αέτωμα, το οποίο μπορεί να είναι ύστερες προσθήκες. Με βάση τα παλαιογραφικά κριτήρια, η επιγραφή χρονολογείται στο τέλος του 4ου αι. αρχές 3ου αι. π.Χ.

Το σκαλιστό αέτωμα είναι παρόμοιο με ένα άλλο κυπριακό νεκροταφείο από το χωριό Τρεμετούσια (Επαρχία Λάρνακας), τώρα στο Βρετανικό Μουσείο. Το αέτωμα της Tremetoushia είχε προηγουμένως χρονολογηθεί στον 1ο αιώνα μ.Χ., ωστόσο, η ανακάλυψη αυτής της δεύτερης παρόμοιας στήλης, η οποία είναι προφανώς από το ίδιο εργαστήριο, επιτρέπει μια πιο ακριβή χρονολόγηση, τέσσερις αιώνες νωρίτερα από την αρχική χρονολόγηση.
Η αρχαιότητα παραδόθηκε στον Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων Δρ Μαρίνα Σολωμούδου-Ιερωνυμίδου από την κ. Christiane Koojj παρουσία του αρμόδιου Πρέσβη της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Ελπιπόφορου Οικονόμου. Κατά τη διάρκεια της τελετής ήταν ο αστυνομικός επιθεωρητής κ. Μιχάλης Γαβριηλίδης, επικεφαλής του Γραφείου για την καταπολέμηση της παράνομης κατοχής και εμπορίας αρχαιοτήτων (Κυπριακή Αστυνομία), ο Δρ. Ελευθέριος Χαραλάμπους, Συντηρητής στο Τμήμα Αρχαιοτήτων και ο κ. Lucas Verhaegen της Αστυνομίας του Βελγίου.



Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ως αρμόδια αρχή στην Κύπρο για την προστασία και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς θα συνεχίσει τις εντατικές προσπάθειές του για να ενθαρρύνει την υποστήριξη των πολιτών στην προστασία και διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο . Η συνεργασία όλων των αρμόδιων αρχών για την καταπολέμηση της λεηλασίας και της παράνομης διακίνησης πολιτιστικής κληρονομιάς και του επαναπατρισμού πολιτιστικών αγαθών στη χώρα καταγωγής τους είναι εξαιρετικά πολύτιμη και εξαιρετικά σημαντική.


Παρόλο που αναγνωρίζεται ότι η καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο και πολύπλοκο ζήτημα, το Τμήμα Αρχαιοτήτων είναι πεπεισμένο ότι μέσω συντονισμένων προσπαθειών θα επιτευχθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα που σχετίζονται με την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς όλων των εθνών. Μία από τις βασικές προτεραιότητες του Τμήματος Αρχαιοτήτων είναι η καταπολέμηση της λεηλασίας και της παράνομης διακίνησης της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ο επαναπατρισμός της αρχαιότητας στην Κύπρο έλαβε χώρα  στις 15 Σεπτεμβρίου 2019 και είναι αποτέλεσμα των συντονισμένων προσπαθειών του Υπουργείου Εξωτερικών, του Τμήματος Αρχαιοτήτων, της Κυπριακής Αστυνομίας και του Τμήματος Τελωνείων.
Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου


Σ.Σ. ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΑΥΤΗ Η ΑΡΧΑΙΟΚΑΠΗΛΙΑ..!!!ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΠΟΥ ΕΠΕΣΤΡΑΦΗΣΑΝ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΟΥΜΕ ΤΑ ΓΝΩΣΤΑ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΕΥΑΓΗ ΜΟΥΣΕΙΑ



©ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ


Κυπριακό συλλαβάριο

Το κυπριακό συλλαβάριο είναι συλλαβογραφική γραφή, η οποία χρησιμοποιήθηκε στην Κύπρο για την καταγραφή της ελληνικής γλώσσας και συγκεκριμένα της αρχαϊκής αρκαδοκυπριακής διαλέκτου, καθώς και της μη ελληνικής ετεοκυπριακής γλώσσας[ Robinson (2007). σελ. 108-110. Missing or empty |title= (βοήθεια) Επί μακρόν εθεωρείτο ότι οι δέκα μη αναγνωσμένες επιγραφές σε ελληνικό αλφάβητο αλλά σε άγνωστη γλώσσα, που βρέθηκαν κυρίως στον Αμαθούντα, ανήκαν σε αυτόχθονα πληθυσμό τής εποχής τού χαλκού, ο οποίος διατήρησε τη γλώσσα του. Η γλώσσα αυτή αποκλήθηκε ετεοκυπριακή (κατ' αντιστοιχία προς την ετεοκρητική). Εντούτοις, νεότερες έρευνες αμφισβητούν πλέον αυτό το συμπέρασμα με βάση τα εξής στοιχεία: α) Ο αριθμός των επιγραφών είναι πολύ μικρός, για να καταδείξει την ύπαρξη χωριστής εθνολογικής ομάδας και γλώσσας· β) Οι επιγραφές αυτές χρονολογούνται από τον 4ο-3ο αιώνα π.Χ. και, ως εκ τούτου, απέχουν τουλάχιστον επτά αιώνες από την εποχή τού ύστερου χαλκού, την οποία υποτίθεται ότι αντανακλούν· γ) Οι μεταγενέστερες και μεσαιωνικές πηγές μπορούν να τύχουν διαφορετικής ερμηνείας· δ) Είναι πιθανότερο να ανήκουν οι εν λόγω επιγραφές σε μεταγενέστερη ομάδα εποίκων, το δε λεξιλόγιο των καταδέσμων να είναι πεποιημένο (όπως συμβαίνει συχνά σε αρατικά κείμενα). Βλ. Given 1998: 20-25· Vendryes 1914: 280· Συμεωνίδης 2006: 109-112]. 

Το αρχαιότερο δείγμα της είναι ένας ενεπίγραφος χάλκινος οβελός, ο οποίος βρέθηκε στην Παλαίπαφο (ΝΔ. του νησιού) και χρονολογείται στον 11ο αιώνα π.Χ.[ Chadwick (1987). σελ. 67-68. Unknown parameter |Μετάφραση= ignored (βοήθεια); Missing or empty |title= (βοήθεια)] Αποκρυπτογραφήθηκε to 1870-1 από τον Άγγλο ασσυριολόγο Τζορτζ Σμιθ (George Smith, 1840-1876)[3]. Θεωρείται ότι χρησιμοποιείτο από τον 11ο ώς τον 4ο αιώνα π.Χ., παραχωρώντας σταδιακά τη θέση του στο ελληνικό αλφάβητο[Βλ. Μπαμπινιώτη 2018: 57-58.].

Θεωρείται ότι η συλλαβογραφική αυτή γραφή έχει την αφετηρία της στη Γραμμική Α και, πιθανότατα, στην κυπρομινωική γραφή[ Chadwick 1992 [1987]: 63].
 Η άποψη αυτή ενισχύεται από ομοιότητες αρκετών συλλαβογραμμάτων με τα μινωικά και, ακόμη περισσότερο, από το γεγονός ότι έχουν την ίδια φωνητική αξία με το αντίστοιχο συλλαβόγραμμα της Γραμμικής Β΄, είναι δε συνήθως εφικτό να εξηγηθεί η εξέλιξη του σχήματός τους με την υπόθεση της κοινής αφετηρίας[Chadwick 1990: 185.]. 

Η βασική, θεμελιώδης μεταβολή που παρατηρείται είναι η εξαφάνιση των ιδεογραμμάτων, τα οποία αποτελούσαν σημαντικό μέρος αυτών των δύο (μη αποκρυπτογραφημένων) γραφών. Η εξέλιξη αυτή ήταν παράλληλη με την ανάπτυξη της σφηνοειδούς γραφής, δηλαδή με πορεία προς απλά γραμμικά σχήματα πάνω στον πηλό. 

Τα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι η γραφή εισήχθη στην Κύπρο από μινωίτες εμπόρους πριν από την ανάπτυξη του μυκηναϊκού πολιτισμού, πράγμα που θα δικαιολογούσε και την προέλευση των κυπριακών γραφών από τη μινωική Γραμμική Α[Hooker 1994 [1980]: 47-48]. 

Το γεγονός ότι το συλλαβάριο ήταν τόσο εδραιωμένο στον αρχαίο κυπριακό πολιτισμό, ώστε παρέμεινε εν χρήσει μέχρι την ελληνιστική εποχή, φαίνεται να ενισχύει αυτή την άποψη[ο επιχείρημα αυτό παρουσιάζεται αναλυτικά από τον Αντώνιο Σιγάλα: «Ἡ ἐπιμονὴ τῶν Κυπρίων εἰς τὴν παλαιὰν αὐτῶν γραφὴν δύναται νὰ ἐξηγηθῇ μόνον, ἐὰν συνδυάσωμεν τὴν γραφὴν μετὰ τοῦ ἰδιαιτέρου πολιτισμοῦ τῶν Κυπρίων, ὁ ὁποῖος ἀκριβῶς ἐχώριζεν αὐτοὺς τῶν λοιπῶν Ἑλλήνων μέχρι τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς. Μόνον τοιοῦτος συνδυασμὸς δύναται νὰ ἐξηγήσῃ τὸ γεγονός, ὅτι μ' ὅλην τὴν ἀναμφισβήτητον στενὴν ἐπικοινωνίαν καὶ ἐπίδρασιν τοῦ φοινικικοῦ πολιτισμοῦ ἐπὶ τῶν Κυπρίων, δὲν παρέλαβον οὗτοι τὸ ἄλλωστε πολὺ πρακτικώτερον διὰ τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν φοινικικὸν ἀλφάβητον ἀλλὰ διετήρησαν τὰ τόσον ἀκατάλληλα πρὸς ἀπόδοσιν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης συλλαβογράμματα αὐτῶν μέχρι τῶν χρόνων τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου» (19742: 59).]. 

Ανεξαρτήτως τού ποια υπήρξε η απώτερη πηγή, είναι αξιοσημείωτο ότι το κυπριακό συλλαβάριο αποτελεί τη μόνη συλλαβική γραφή που αποδίδει διάλεκτο της κλασικής Ελληνικής[Horrocks 2006 [1997]: 78].



ΣΗΜ.
Το κυπριακό συλλαβάριο αποκρυπτογραφήθηκε τον 19ο αιώνα από τον Άγγλο ασσυριολόγο Τζορτζ Σμιθ (George Smith, 1840-1876), ο οποίος το 1871 παρουσίασε τη μελέτη του "On the Reading of the Cypriot Inscriptions" («Ανάγνωση των κυπριακών επιγραφών»[18]), στην οποία απέδειξε πειστικά ότι το συλλαβάριο αποτύπωνε αρχαϊκή διάλεκτο της Ελληνικής. Στην αποκρυπτογράφηση συνέβαλαν και άλλοι, όπως ο αιγυπτιολόγος Σάμιουελ Μπιρτς (Samuel Birch, 1813-1885) και μετέπειτα ο Γερμανός νομισματολόγος Γιοχάνες Μπράντις (Johannes Brandis, 1830-1873). Ολοκληρωμένη μελέτη παρουσίασε κατόπιν ο Γερμανός φιλόλογος Μόριτς Σμιτ (Moritz Schmidt, 1823-1888), ενώ ο Γερμανός διαλεκτολόγος Χάινριχ Άρενς (Heinrich L. Ahrens, 1809-1881) προσέφερε την πρώτη εκτενή ερμηνεία των κειμένων

© ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ







ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ