Ο Ικέτης, η ικετηρία και ο προστάτης Ικέσιος Δίας.


"Συλλογίσου αυτόν που κοιτάει από ψηλά και τους ανθρώπους τους πολυδύστυχους φυλάει,όπου στην δίκαια δέηση των βρίσκουν κουφόν το συγγενή των. Του σπλαχνικού Διός η οργή προσμένει όποιον δε συμπονεί τα δάκρυα του δυστυχισμένου.
Αισχύλος -Ικέτιδες 


Η Ικεσία ήταν θεσμός στην Αρχαία Ελλάδα και οι ικέτες προστατεύονταν από έναν άγραφο νόμο. Προστάτης των ικετών θεωρούνταν ο Ικέσιος Δίας, ο οποίος ονομαζόταν και Καθάρσιος και της Ικεσίας Θέμιδας. Ικέτης καλούνταν αυτός που έρχονταν προς κάποιον επειδή κινδύνευε, και ζητούσε ασφάλεια και βοήθεια ...

Ο ικέτης είχε διαπράξει συνήθως έγκλημα ή σοβαρό αδίκημα, είχε παραβιάσει πολιτικό ή ηθικό νόμο. Τέτοιοι φυγάδες γίνονταν κατά τους ηρωικούς αιώνες οι φονιάδες, οι οποίοι στην πατρίδα τους είχαν ανθρωποκτονήσει και καταδιωκόμενοι από τους γονείς του φονευμένου, προσέτρεχαν προς ένα ισχυρό ηγεμόνα ή άρχοντα,προς ξένη χώρα για να βρουν άσυλο και σωτηρία.

Για ασυλία προσέτρεχε στον βωμό ενός ναού ή στην εστία της οικίας ενός ισχυρού άνδρα. Στο χέρι του κρατούσε σύμβολο της δυστυχής του θέσης, ένα κλαδί ελιάς περιτυλιγμένο με άσπρο μαλλί προβάτου, την ικετηρία.
 Η ελιά χρησιμοποιήθηκε κατά την αρχαιότητα ως βασικό εξαγνιστικό υλικό. Την ικετηρία την έφερε με τα χέρια του ως σύμβολο της δυστυχής του κατάστασης, για να τύχη προστασίας ή ασφάλειας αφού κινδύνευε ή ήταν αδικημένος. 
Την ικετηρία την κατέθετε στον βωμό ή στην εστία προς την οποία κατέφευγε. Ο ικέτης αφού κατέθετε τους κλάδους επί του βωμού κάθονταν και εκείνος δίπλα μέχρι ο ικετευόμενος να δηλώσει ότι δέχεται την αίτηση και τότε αυτός ανιστάμενος λαμβάνοντας την ικετηρία απέρχονταν.

Ο ικέτης αφού τοποθετούσε την ικετηρία πάνω στον βωμό του ναού και παρέμενε εκεί όσο εκκρεμούσε η αίτηση για ικεσία. Όταν ο άρχων της πόλης αποδεχόταν την αίτηση, ο ικέτης έπαιρνε από το βωμό το κλαδί ελιάς και έφευγε περιμένοντας συνήθως να εκδικαστεί η υπόθεσή του από κάποιο δικαστήριο. Στην περίπτωση που προσέτρεχε για προστασία σε κάποια οικία, τοποθετούσε την ικετηρία στην εστία της οικίας και καθόταν εκεί μέχρι ο οικοδεσπότης να δεχτεί να του δώσει προστασία.


 


Ο ικέτης δεν μπορούσε πάντα να εκτελέσει τις διατυπώσεις της ικετηρίας, έπεφτε στα γόνατα του ικετευόμενου και τον ικέτευε στο όνομα του πατέρα, της μητέρας και των παιδιών, να τον σώσει. Αξιοσημείωτη είναι η ικεσία του Θεμιστοκλή προς τον Άδμητο, τον βασιλιά των Μολοσσών [Θουκ. Α΄136]. Για να γίνει δεκτή η ικεσία του Θεμιστοκλή, η γυναίκα του Άδμητου του πρότεινε να κάτσει δίπλα στην εστία και να πάρει στην αγκαλιά του, το μικρό παιδί του βασιλιά. 
Από δω πηγάζει και η φράση «γουνάζομαι, γουνούμαι τινα».Στην αρχαία Ελλάδα συναντάμε το ρήμα γουνούμαι που σημαίνει πέφτω στα γόνατα και ικετεύω.


 Η ικεσία ως γονάτισμα συνήθως συνοδευόταν με άγγιγμα των γονάτων του Θεού ή του βασιλιά. Στην Αθήνα στα δικαστήρια, όπου δικάζονταν οι δίκες περί φόνων, πρωτύτερα ήταν ιερά θεών, όπου ο φονιάς μετά τον φόνο μπορούσε να καταφεύγει για να σωθεί από την εκδίκηση των συγγενών του φονευμένου.
 Για μεγαλύτερη ασφάλεια ο ικέτης αγκάλιαζε τον βωμό του θεού. Ήταν δύσκολα να αποσπάσει κανείς τον ικέτη από το ιερό ή και τον ένοχο να αποκτηνώνουν. Αυτό νομίζονταν άγος και οι διαπράττοντας αυτό θεωρούνταν εναγείς και αλιτήριοι.



Μοντέλο του Βωμού των Δώδεκα Θεών. Μοντέλο από τον Πέτρο Δημητριάδη και τον Κώστα Παπούλια , -Αθήνα, Μουσείο Αρχαίας Αγοράς.


Στην βορειοδυτική είσοδο της Αγοράς, ανατολικά της Στοάς του Ελευθερίου Διός και νοτίως της Ποικίλης Στοάς κείτονται σήμερα τα κατάλοιπα της νοτιοανατολικής γωνίας του Βωμού των Δώδεκα Θεών. Ο Παυσανίας αναφέρει την ύπαρξη του βωμού στην Αγορά, χωρίς όμως να δίνει περαιτέρω πληροφορίες. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη τον βωμό ανέθεσε ο εγγονός του Πεισιστράτου και υιός του Ιππίου Πεισίστρατος ο Νεώτερος όταν ήταν επώνυμος άρχοντας των Αθηνών (522/1 π.Χ.). Ίσως είναι ο ίδιος βωμός που μνημονεύει ο Παυσανίας ως «Βωμό του Ελέους», που χρησίμευε ως απαραβίαστο άσυλο των ικετών.

Ο ικέτης ζητούσε κατά κάποιον τρόπο άσυλο στους ιερούς βωμούς, γνωρίζοντας ότι εκεί δεν μπορεί κανείς να τον πειράξει. Ήταν ένας θεσμός εθιμικού δικαίου, ευρύτατα διαδεδομένος στον αρχαίο κόσμο, ένας θεσμός που σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις αγνοήθηκε.
 Και τότε που αγνοήθηκε, οι ασεβείς παραβάτες του άγραφου νόμου αντιμετώπισαν την μήνιν των θεών.

Επειδή το έριο ήταν λευκό, ο Αισχύλος τους αποκαλεί «λευκοστεφείς ικετηρίας» (Ικ. 192). Βρίσκεται επίσης ο τύπος «ικτήριος» και ακόμη «ικτήρ θαλλός» (Ευρ. Ικ. 10). Συνηθισμένες φράσεις ήταν «ικετηρίαν λαμβάνειν, φέρειν, έχειν, τιθέναι παρά τινι ή υπέρ τινός, καταθείναι, προβάλλεσθαι, προέχεσθαι» (προβάλλειν δηλαδή ή έχειν την ικετηρίαν ως ασπίδα).


Η κάθαρση και ο εξαγνισμός ήταν απαραίτητες διαδικασίες πριν από κάποια σημαντική ενέργεια ή κάποια μάχη. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί πως αυτό επιδίωξε ο Θησέας, όταν, σύμφωνα με τον αττικό μύθο, ξεκίνησε το ταξίδι του για την Κρήτη. Πήγε, λέει, στην ιερή ελιά της Ακρόπολης, έκοψε ένα κλαδί, τύλιξε σ αυτό λευκό μαλλί, έφτιαξε μιαν «ικετηρία» την οποία αφιέρωσε στον Δελφίνιο Απόλλωνα, το θεό που θα τον προστάτευε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. 
Και στις πομπές των θυσιών βλέπουμε τους λατρευτές να βαδίζουν προς το ιερό (το βωμό) κρατώντας κλάδους δέντρου που πιθανότατα είναι κλάδοι ελιάς. Στο πέρασμα του χρόνου καθιερώθηκε σε ολόκληρο τον ελληνικό και το ρωμαϊκό κόσμο η συνήθεια να μεταβαίνουν οι ικέτες-προσκυνητές στους ιερούς χώρους με κλάδους ελιάς.

http://mythiki-anazitisi.blogspot.com/ Ιανουαρίου 2014 .....ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ






ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ