Tμήμα του υστεροκλασικού-ελληνιστικού τείχους, υπόγειο Δραγατσανίου 6, πλ. Κλαθμώνος.
Τα τείχη της πόλεως των Αθηναίων: Η μνήμη της πόλης
Τι γνωρίζουμε για τη μορφή της στην αρχαιότητα και τις μεταμορφώσεις τις μέσα στον χρόνο; Και γιατί αγνοούμε ένα τόσο σημαντικό μνημείο όσο τα τείχη;
Στην Αθήνα της Τουρκοκρατίας, αξίζει να αφιερώσουμε λίγα λόγια στα τείχη της πόλης. Αρχής γενομένης από τον 5ο π.Χ. αιώνα, η Πόλη των Αθηναίων, κατά τη μακραίωνη ιστορία της, περιβαλλόταν σε διάφορες περιόδους από τείχη, την ακριβή θέση των οποίων έχει εντοπίσει η ιστορική έρευνα σε συνδυασμό με την αρχαιολογική. Το Θεμιστόκλειο τείχος του 478 π.Χ. συμπληρώθηκε από το λεγόμενο Διατείχισμα περί το 310 π.Χ. και στη συνέχεια από το τείχος του Αδριανού κατά τα έτη 125-135 μ.Χ. Εσωτερικώς του τείχους αυτού υψώθηκε κατά τα έτη 276-282 το λεγόμενο Υστερορωμαϊκό τείχος (Υστερορωμαικής εποχής ) και στη συνέχεια το λεγόμενο Ριζόκαστρο, κατά τον 12ο αιώνα. Τα δύο αυτά εσωτερικά περιτειχίσματα αποτέλεσαν κατ’ ουσία το τείχος της φραγκοκρατούμενης πόλης, ενώ τα εξωτερικά τείχη βαθμηδόν κατέρρεαν εγκαταλελειμμένα. Από τον 15ο ως τα τέλη του 18ου αιώνα, η Πόλη δεν διέθετε τείχος, πλην του Ριζόκαστρου στα νότια της Ακρόπολης. Προς τις υπόλοιπες διευθύνσεις, οι τοίχοι των οικιών και οι μαντρότοιχοι σχημάτιζαν είδος περιβόλου, όπως στις Χώρες ορισμένων νησιών του Αιγαίου. Εντούτοις, για να αντιμετωπιστούν οι επιδρομές των Αλβανών επί Βοεβόδα Χατζή Αλή Χασεκή, κτίστηκε στα 1778 ένα πρόχειρο τείχος.
ΤΑ ΤΕΙΧΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ...
Αν βρισκόμασταν στην περιοχή της οδού Κοραή γύρω στο 450 π.Χ. και κοιτάζαμε προς την πλατεία Κλαυθμώνος, θα αντικρίζαμε ένα επιβλητικό τείχος ύψους περίπου 9-10 μ. Θα είχαμε έλθει από τα Μεσόγεια και τριγύρω μας (κατά μήκος των σημερινών οδών Πανεπιστημίου και Σταδίου) θα απλώνονταν νεκροταφεία με εντυπωσιακούς περιβόλους και περίτεχνες επιτύμβιες στήλες, ενώ στις μύτες μας ίσως έφθαναν ενοχλητικές οσμές από τα εργαστήρια μεταλλουργίας που υπήρχαν στο Σύνταγμα. Από το συγκεκριμένο σημείο θα μπορούσαμε να εισέλθουμε στην πόλη πεζή, μέσω μιας μικρής πυλίδας. Αν όμως είχαμε άμαξα, θα έπρεπε να μεταβούμε σε μία από τις τουλάχιστον 13 μεγαλοπρεπείς πύλες που περιέβαλλαν τα αρχαία τείχη της πόλεως.
Πόσο ξένη φαντάζει η εικόνα αυτή; Τι γνωρίζουμε για τη μορφή της πόλης στην αρχαιότητα και τις μεταμορφώσεις της μέσα στον χρόνο; Και γιατί αγνοούμε ένα τόσο σημαντικό μνημείο όσο τα τείχη; Ίσως διότι η ανασύσταση των τειχών είναι ένα παζλ για δυνατούς λύτες. Οι αρχαιολόγοι πρέπει να συνδυάσουν αποσπασματικά ευρήματα ανασκαφών σε υπόγεια πάρκινγκ και θεμέλια οικοδομών με πληροφορίες που έχουν από αρχαίους συγγραφείς (τον Θουκυδίδη, τον Παυσανία κ.ά.) για την πορεία της οχύρωσης. Όμως, όταν όλα τα στοιχεία μπουν σε έναν χάρτη, τότε αναδύεται μια απρόσμενη εικόνα για την πόλη, πιο πλούσια από αυτή που γνωρίζουμε από τα εμφανή της μνημεία, όπως η Ακρόπολη, και συστηματικά ανασκαμμένους χώρους, όπως η Αρχαία Αγορά.
Ένας άλλος λόγος είναι ότι ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι εξοικειωμένος με την έννοια του τείχους. Δεν έχουμε μεγαλώσει σε κάστρα και οχυρά. Ωστόσο, η έννοια της ανοχύρωτης πόλης είναι ένα σχετικά νέο φαινόμενο στην ιστορία. Μέχρι τον 19ο αι., οι περισσότερες πόλεις είχαν τείχη που τις προστάτευαν από εχθρικές επιδρομές και καθόριζαν τη μορφή τους. Η πόλη των Αθηναίων δεν αποτελούσε εξαίρεση. Από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι την ανακήρυξή της σε πρωτεύουσα του σύγχρονου κράτους, το 1833, τα τείχη αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα ορόσημά της. Αυτά όριζαν την έννοια του «άστεως» και της υπαίθρου, αυτά διαμόρφωναν την ταυτότητα της πόλης, αυτά συμβόλιζαν την έννοια του ασφαλούς «εμείς» και του άγνωστου «άλλου». Για την κατασκευή τους δαπανήθηκαν τεράστιοι πόροι κι εργάστηκαν χιλιάδες άνθρωποι, ενώ για τις επανειλημμένες καταστροφές τους πολέμησαν στρατοί και χύθηκε αίμα. Η πορεία τους αυξομειώθηκε στο πέρασμα του χρόνου: κάποιες εποχές έφθαναν μέχρι το λιμάνι του Πειραιά, άλλες μόλις που περιβάλλανε τον Βράχο της Ακρόπολης. Σε κάθε εποχή, όμως, πρόσφεραν καταφύγιο στους κατοίκους της πόλεως , ανεξαρτήτως εθνότητας, θρησκείας ή πολιτισμικής παράδοσης.
Στο τμήμα του χώρου της ανασκαφής της Πλατείας Κοτζιά που διατηρήθηκε, περιλαμβάνονται η Αχαρνική οδός με τα αναλήμματά της και τα ταφικά βάθρα που την πλαισίωναν, τάφοι όλων των περιόδων και τύπων εκατέρωθεν της οδού και εργαστηριακές εγκαταστάσεις της Ρωμαιοκρατίας με κεραμικούς κλιβάνους, πλακοστρωμένες δεξαμενές πηλού και υδραυλικά συστήματα.
Στα μέσα του 4ου αιώνα. π.Χ. παρουσιάζεται έντονη δραστηριότητα ανακατασκευής και διαμόρφωσής της Αχαρνικής οδού. Τότε οικοδομήθηκαν τα αναλήμματα (κράσπεδα) επιμελημένης κατασκευής από ορθογώνιους ογκόλιθους και τέσσερα ταφικά βάθρα για την τοποθέτηση ταφικών μνημείων εκατέρωθεν των αναλημμάτων. Ο δρόμος συνεχίζει να χρησιμοποιείται ανελλιπώς μέχρι το β΄ μισό του 3ου αιώνα. μ.Χ., οπότε και αχρηστεύεται με την εγκατάσταση των κεραμικών εργαστηρίων. Στον 5ο αιώνα. π.Χ. στον αρχικό σχεδιασμό του δρόμου ανήκει μια διακλάδωσή του προς την Ανατολή (στην πορεία της σημερινής οδού Γ. Σταύρου).
Εκατέρωθεν της Αχαρνικής οδού αναπτυσσόταν παρόδιο νεκροταφείο με μεγάλη διάρκεια χρήσης. Ερευνήθηκαν συνολικά 672 τάφοι όλων των περιόδων που ανήκαν σε όλους τους γνωστούς τύπους, απλά ορύγματα στο φυσικό βράχο, κτιστοί λίθινοι ή πήλινοι, λίθινες σαρκοφάγοι, πήλινες λάρνακες, ταφές βρεφών σε μεγάλα αγγεία. Συχνά απαντώνται καύσεις μέσα σε ορύγματα που σε κάποιες εποχές συνυπήρχαν με τους ενταφιασμούς.
Aπό τα κεραμικά εργαστήρια της ρωμαιοκρατίας αποκαλύφτηκαν και ερευνήθηκαν πάνω από 30 κλίβανοι (καμίνια), κατά κανόνα ορθογώνιου σχήματος, κτισμένοι από επάλληλες σειρές οπτοπλίνθων που σε ορισμένες περιπτώσεις διατηρούν τον θάλαμο καύσης και ψηλότερα τον θάλαμο όπτησης. Σε δύο μάλιστα από αυτούς διατηρούνται οι πήλινες εσχάρες, πάνω στις οποίες τοποθετούνταν τα κεραμικά αντικείμενα για να ψηθούν. Πολλές επίσης ήταν και οι πλακοστρωμένες δεξαμενές, όπου γινόταν η ανάμιξη του κοσκινισμένου πηλού με το νερό και ο διαχωρισμός του από τις ξένες ύλες. - Συντάκτης: Όλγα Ζαχαριάδου, αρχαιολόγος
Τμήματα των τειχών έρχονται στο φως διαρκώς από τον 19ο αι. και εξής, ιδιαίτερα σε περιόδους έντονης οικοδομικής δραστηριότητας, οπότε και αυξάνονται οι σωστικές ανασκαφές σε αστικά οικόπεδα (π.χ. τις δεκαετίες του ’60 και του ’70). Σήμερα σώζονται απομεινάρια τους σε τουλάχιστον 150 σημεία της πόλης – αν και σπάνια τα προσέχουμε στις καθημερινές διαδρομές μας από τη Βαρβάκειο στο Θησείο και από το Σύνταγμα στο Κουκάκι.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ
Οι πρωιμότερες οχυρώσεις βρίσκονται πάνω στην Ακρόπολη και χρονολογούνται τους μυκηναϊκούς χρόνους, δηλαδή τον 13ο αι. π.Χ. , την εποχή, ας πούμε, του Τρωικού Πολέμου. Δύσκολα προσβάσιμα από το κοινό σήμερα, τα μυκηναϊκά τείχη φαίνεται ότι κατασκευάστηκαν για να προφυλάξουν την κατοικία του Αθηναίου άνακτα καθώς και μια υπόγεια κρήνη στο ΒΑ τμήμα του Βράχου, η οποία έφθανε έως το λεγόμενο σπήλαιο της Αγλαύρου. Η κρήνη εξασφάλιζε πόσιμο νερό σε περίπτωση πολιορκίας, ταυτόχρονα όμως φαίνεται ότι ήταν το αδύνατο σημείο της οχύρωσης – από εκεί, άλλωστε, σκαρφάλωσαν στην Ακρόπολη ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας για να κατεβάσουν τη ναζιστική σημαία τον Μάη του 1941.
Το μυκηναϊκό τείχος, ίσως με μια επέκταση προς δυσμάς, παρέμεινε σε χρήση για πολλούς αιώνες, πιθανότατα έως την εποχή του Πεισίστρατου (6ος αι. π.Χ.), όταν η πόλη επεκτάθηκε και απέκτησε μεγαλύτερο περίβολο στο πεδινό της τμήμα. Το τείχος αυτό μαρτυρείται από τους αρχαίους συγγραφείς, αλλά δεν άφησε ίχνη διότι καταστράφηκε ολοσχερώς από τον περσικό στρατό το φθινόπωρο του 480 π.Χ.
Σχεδιαστική αναπαράσταση της Αγοράς με τα τείχη στο βάθος, 5ος αι. π.Χ. Conolly P. and Dodge H. 2000, The Ancient City. Life in Classical Athens and Rome, Oxford University Press - στην Ελλάδα Εκδόσεις Πατάκη 2001.
Μετά την καταστροφή, και λόγω της σφοδρής αντιπαλότητας με τη Σπάρτη, οι Αθηναίοι συνειδητοποίησαν την ανάγκη συστηματικότερης οχύρωσης. Με πρωτεργάτη τον Θεμιστοκλή, ξεκίνησαν το 479/8 π.Χ. μια τιτάνια προσπάθεια οικοδόμησης τειχών όχι μόνο γύρω από το άστυ αλλά και γύρω από το επίνειό του, τον Πειραιά, και αργότερα –επί Κίμωνα και Περικλή– κατά μήκος του δρόμου που συνέδεε τα δύο αστικά κέντρα (τα Μακρά Τείχη, τμήματα των οποίων έχουν αποκαλυφθεί κατά μήκος της οδού Πειραιώς και κάτω από τις τροχιές του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου). Τα τείχη αποτέλεσαν εγγυητή της αθηναϊκής ισχύος την εποχή της δημοκρατίας και παρέμειναν στη θέση τους μέχρι το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου (404 π.Χ.), όταν ο Σπαρτιάτης στρατηγός Λύσανδρος κατεδάφισε τις οχυρώσεις του Πειραιά και τα Μακρά Τείχη, ενδεχομένως δε και τα τείχη του αθηναϊκού άστεως. Σύντομα, πάντως, άρχισε η ανοικοδόμησή τους από τον Κόνωνα (395-391 π.Χ.). Λίγο μετά το 340 π.Χ. η απειλή επίθεσης από τα μακεδονικά στρατεύματα του Φιλίππου Β’ (τα οποία διέθεταν, μεταξύ άλλων, πολιορκητικές μηχανές) οδήγησε σε νέα φάση φρενήρους ανοικοδόμησης, κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε κάθε διαθέσιμο υλικό –ακόμα και οι στήλες των προγονικών τάφων– για να ενισχυθεί η οχύρωση.
Ο νέος περίβολος, κατασκευασμένος σχεδόν εξ ολοκλήρου από πέτρα, ήταν πολύ πιο ισχυρός από πριν και αποτελούνταν από τρία μέρη:
1. το τείχος, ύψους περίπου 9-10 μ. και πάχους 2-5 μ.
2. το χαμηλότερο προτείχισμα, σε απόσταση 8-10 μ. από το τείχος
3. και την τάφρο, πλάτους 8-12,5 μ. και βάθους περίπου 4 μ., που εμπόδιζε την είσοδο στην πόλη και της έδινε τη μορφή πραγματικής καστροπολιτείας.
Η είσοδος στην πόλη γινόταν από τις 13 μεγάλες πύλες, ενώ ο χώρος μεταξύ προτειχίσματος και τείχους χρησίμευε ως περιφερειακή οδός (στην επιφάνειά του έχουν βρεθεί ίχνη αυλάκων για τροχούς άμαξας). Σήμερα μπορεί κανείς να δει μια τέτοια πύλη, την Αχαρνική, στο υπόγειο της Εθνικής Τράπεζας, στη γωνία Σοφοκλέους και Αιόλου, καθώς και τον δρόμο που οδηγούσε σε αυτή στην πλατεία Κοτζιά Τμήμα του προτειχίσματος και της επιβλητικής τάφρου είναι επισκέψιμο στο υπόγειο του Μουσείου Ισλαμικής Τέχνης στο Θησείο.
Το τείχος διαχώριζε σαφώς τις λειτουργίες της πόλης: στο εσωτερικό του βρίσκονταν τα δημόσια κτίρια και τα ιερά, όπως και οι κατοικίες των ανθρώπων. Εκτός του τείχους βρίσκονταν τα νεκροταφεία, εργαστηριακοί χώροι αλλά και τα γυμνάσια της πόλης. Πουθενά αλλού δεν φαίνεται αυτό καλύτερα απ’ ό,τι στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, όπου σώζεται η πιο επίσημη είσοδος της πόλης, το περίφημο Δίπυλο, με τις δύο οχυρωμένες πύλες και την αρχή της Παναθηναϊκής Οδού (που οδηγούσε στην Ακρόπολη μέσω της Αγοράς), και η Ιερά Πύλη, πλάι στην οποία περνούσε ο Ηριδανός ποταμός (μία από τις βασικές υδάτινες πηγές της πόλης μαζί με τον Ιλισσό, ο οποίος βρισκόταν εκτός των τειχών). Ακριβώς έξω από τα τείχη βρίσκονταν το αριστοκρατικό νεκροταφείο του Κεραμεικού, τα μνημεία των νεκρών του πολέμου (Δημόσιο Σήμα) και πολυάριθμα κεραμικά εργαστήρια. Από εδώ ξεκινούσαν ο δρόμος που οδηγούσε στην Ακαδημία του Πλάτωνα στον Κολωνό και η Ιερά Οδός που οδηγούσε στην Ελευσίνα.
Τα τείχη των Αθηνών – Κλασική περίοδος (Ι. Τραυλού 1960, Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών, Αθήνα)
Το αρχαίο τείχος των Αθηνών (ο «κύκλος του άστεως», όπως ήταν γνωστό στην αρχαιότητα) είχε συνολικό μήκος περίπου 6,5 χλμ. και κάλυπτε επιφάνεια 2.150.000 τ.μ. Εξ αυτών υπολογίζεται ότι 300.000 τ.μ. καταλάμβαναν οι δημόσιοι χώροι, 1.200.000 τ.μ. οι οικίες (ο πληθυσμός εντός των τειχών υπολογίζεται σε 35-50.000 κατοίκους) και 650.000 τ.μ. λόφοι και ελεύθεροι χώροι. Ο τρόπος οικοδόμησης εντός των τειχών ήταν ανέκαθεν άναρχος, χωρίς κανένα ρυμοτομικό σχέδιο, αποτέλεσμα της αδιάλειπτης κατοίκησης της πόλης. Γι’ αυτό και το «αττικώς οικοδομείν» αποτελούσε παράδειγμα προς αποφυγήν στην αρχαιότητα!
Το ισχυρό τείχος παρέμεινε στη θέση του για πολλούς αιώνες, μέχρι την κατάκτηση της πόλης από τον Ρωμαίο στρατηγό Σύλλα (86 π.Χ.), όταν υπέστη εκτενή καταστροφή. Φαίνεται ότι ανοικοδομήθηκε από τον αυτοκράτορα Αδριανό (μεταξύ 124 και 135 μ.Χ.), ο οποίος μάλιστα διεύρυνε την πόλη προς ανατολάς, επεκτείνοντάς το τείχος περίπου μέχρι τις όχθες του Ιλισσού, κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Λαμπρά απομεινάρια αυτής της περιόδου αποτελούν η Πύλη του Αδριανού, που σηματοδοτεί το όριο μεταξύ της παλαιάς πόλης και της αδριάνειας επέκτασης, καθώς και μια ρωμαϊκή γέφυρα στον Ιλισσό, η οποία δεν σώζεται σήμερα, βρισκόταν όμως σε χρήση μέχρι τα τέλη του 18ου αι. π.Χ.
Τα τείχη γνώρισαν πολλές ακόμα καταστροφές και αυξομειώσεις στην έκτασή τους. Το 267 π.Χ. καταστράφηκαν σχεδόν ολοσχερώς –όπως και όλη η Αθήνα– από την επιδρομή των Ερούλων και τότε χτίστηκε ένα πολύ μικρότερο τείχος γύρω από τον Βράχο της Ακρόπολης. Τον 6ο αι. μ.Χ. ο Ιουστινιανός φαίνεται ότι επισκεύασε το τείχος και πρόσθεσε πολλούς οχυρωματικούς πύργους. Οι επόμενοι αιώνες –αιώνες παρακμής για την Αθήνα– παραμένουν σκοτεινοί, αν και έχει πιστοποιηθεί η ανέγερση ενός μικρού τείχους, γνωστού ως Ριζόκαστρου, γύρω από την Ακρόπολη τον 13ο αι. (μετά από καταστροφικές επιδρομές Σαρακηνών αλλά και του άρχοντα του Ναυπλίου Λέοντος Σγουρού το 1204). Η ζωή της πόλης περιορίστηκε στα όρια του μικρού αυτού τείχους κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας (1204-1456 μ.Χ.).
Άποψη της πόλης των Αθηνών, σε πίνακα του Richard Temple, όπως την αντίκρισαν ο λόρδος Βύρωνας και ο βαρώνος Hobhouse το έτος 1810. Στο αριστερό άκρο της εικόνας διακρίνεται η Πύλη του Αδριανού και στο δεξιό το Θησείο. Σε πρώτο πλάνο αριστερά, η ρεματιά που αργότερα εξελίχθηκε στις οδούς Δημοκρίτου-Βουκουρεστίου (Πηγή: J. C. Hobhouse, A journey through Albania and other provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, during the years 1809 and 1810, Λονδίνο 1813).]
Η οθωμανική κατάκτηση (η οποία συνέβη χωρίς καταστροφή) σήμανε νέα περίοδο ανάπτυξης για την πόλη, η οποία σταδιακά επεκτάθηκε προς κάθε κατεύθυνση. Αρχικά φαίνεται ότι μόνο η Ακρόπολη παρέμενε οχυρωμένη, όμως το 1778 ο διοικητής (βοεβόδας) των Αθηνών Χατζή Αλή Χασεκής έχτισε νέο οχυρωματικό περίβολο, που αν και πολύ μικρότερος του αρχαίου (ύψους μόλις 3 μ.), σε αρκετά σημεία πατούσε πάνω στα απομεινάρια του. Το τείχος αυτό παρέμεινε στη θέση του μέχρι την Επανάσταση και την πολιορκία από τον Κιουταχή (1826), ο οποίος ουσιαστικά ισοπέδωσε την πόλη.
Τμήμα του προτειχίσματος και της τάφρου, Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης (Μουσείο Μπενάκη)
Με την άφιξη των Βαυαρών (1833) εισήχθη στην Ελλάδα και η καινοτόμος λογική της ανοικτής πόλης....(Σ.Α... Αν και το ανάκτορο του βασιλιά που έφεραν σχεδίασαν και ήλπιζαν να γίνει μέσα στην οχύρωση της Ακρόπολης!!!)[Τον Νοέμβριο του 1836, νέα μείωση του αρχαιολογικού χώρου, γνωστή ως τροποποίηση Hansen-Schaubert18. Άλλες τροποποιήσεις μικρότερης κλίμακας ακολούθησαν σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Παράλληλα, παρέμενε εκκρεμές το ζήτημα των Ανακτόρων. Εξετάστηκε προς στιγμήν και το ενδεχόμενο ανέγερσής τους πάνω στην ίδια την Ακρόπολη, βάσει σχεδίων του Schinkel, η ιδέα όμως κατακρίθηκε και από τον ίδιο τον Λουδοβίκο της Βαυαρίας. Τελικώς μετακλήθηκε ο διαπρεπής βαυαρός Friedrich von Gaertner, με αποκλειστικό αντικείμενο τα Ανάκτορα. Ο Gaertner κατέληξε στην επιλογή του αυχένος μεταξύ Λυκαβηττού και Ακροπόλεως, έξω από τη Μεσογαία Πύλη του τείχους, και συνέταξε τα σχετικά σχέδια για την ανέγερση των Ανακτόρων, εκεί όπου και τελικώς κτίστηκαν (σημερινή Βουλή), με ανάλογη διευθέτηση και του περιβάλλοντος χώρου. Περιορισμένες ρυμοτομικές μεταρρυθμίσεις στην περιοχή των Ανακτόρων επήλθαν και το 1837, με το λεγόμενο σχέδιο Hoch1] ...Η νέα πρωτεύουσα άρχισε να σχεδιάζεται στα πρότυπα ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, με μεγάλους δρόμους, βουλεβάρτα και πλατείες, αλλά χωρίς οχυρώσεις, περιτοιχίσματα και άλλα στοιχεία που θα εμπόδιζαν την επέκτασή της. Με τον τρόπο αυτό γεννήθηκε μια σύγχρονη δυτική πρωτεύουσα, ταυτόχρονα, όμως, αφέθηκαν στη λήθη του χρόνου ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της και τρόποι αστικής οργάνωσης που είχαν κυριαρχήσει σε όλη τη διάρκεια της μεταβυζαντινής και οθωμανικής περιόδου. Η ρήξη που προκάλεσαν οι αλλαγές αυτή στη συλλογική μνήμη της πόλης δεν έχει αξιολογηθεί ακόμη επαρκώς.
Την ιστορία των τειχών ανέλαβαν να αποκαλύψουν οι λειτουργοί της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας κάτω από τα θεμέλια νεοκλασικών οικιών και μεταγενέστερων πολυκατοικιών. Στην προσπάθεια αυτή συχνά συνάντησαν σφοδρές αντιδράσεις από επενδυτές, εργολάβους, ακόμη και πολιτικούς, ιδιαίτερα την περίοδο της αντιπαροχής και την επταετία της χούντας.
Δυστυχώς, παρόμοιες αντιδράσεις συναντούν ενίοτε και σήμερα. Άλλωστε, οι αποσπασματικές μνήμες του αστικού παρελθόντος ελάχιστα συγκινούν τους θιασώτες της «fast-track ανάπτυξης», αφού δεν συνεπάγονται άμεσο κέρδος... Είναι, όμως, αυτές οι ταπεινές μνήμες –και όχι μόνον η Ακρόπολη με το απαστράπτον μουσείο της– που μας συνδέουν με το ζωντανό παρελθόν της πόλης και μας επιτρέπουν να ιχνηλατήσουμε τις υπόγειες διαδρομές και τις καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων. Ας τις αναζητήσουμε.
Ας κοιτάξουμε χαμηλά, εκεί όπου βαδίζουμε. Ας προσπαθήσουμε να συνδέσουμε τα κομμάτια του παζλ που κρύβονται λίγα εκατοστά κάτω από τα πόδια μας. Κι ας σκεφτούμε ότι σε αυτή την πόλη έζησαν εκατομμύρια άνθρωποι πριν από εμάς –άνθρωποι κάθε λογής, ειδωλολάτρες, χριστιανοί, μουσουλμάνοι, Έλληνες, Φράγκοι, Ενετοί, Τούρκοι,–, βρίσκοντας κοινό καταφύγιο πίσω από τα ψηλά της τείχη. Τείχη ορατά, που προστάτευαν από πραγματικούς αντιπάλους – σε αντίθεση με τα αόρατα τείχη που οι σημερινοί κάτοικοι της πόλης (ή, τέλος πάντων, κάποιοι από αυτούς) προσπαθούν να υψώνουν μεταξύ τους, επινοώντας ανύπαρκτους εχθρούς εντός του άστεως...
Τμήμα του τείχους, του προτειχίσματος και της περιφερειακής οδού στο υπόγειο του Ταχ. Ταμιευτηρίου, Αριστείδου 14 και Πεζματζόγλου (Α.M. Theocharaki 2011, “The ancient circuit wall of Athens: its changing course and the phases of construction”, Hesperia 80, 71-157, σελ. 124 fig. 31) Πηγή: Αρχαιολογική Εταιρεία, Αρχείο Τραυλού.
Από τον Νίκο Παπαδημητρίου. Δρ. Αρχαιολογίας, Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, Ίδρυμα Νίκου και Ντόλλης Γουλανδρή
Φωτογραφία: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO
ΠΗΓΕΣ
Βλαχόπουλος, Α. (επιμ.), Αρχαία Αθήνα και Αττική. Ιστορική τοπογραφία του άστεως και της χώρας, Αθήνα, εκδόσεις Μέλισσα, 2010 / Connolly P. & Dodge H., H αρχαία πόλη. Η ζωή στην αρχαία Αθήνα και στη Ρώμη, Αθήνα, εκδόσεις Πατάκη, 2001 / Greco E., Topografia di Atene. Sviluppo urbano dalle origini al III secolo d.C., Aθήνα, Pandemos, 2010/11 / Κορρές Μανώλης (επιμ.), Αττικής οδοί. Αρχαίοι δρόμοι της Αττικής, Αθήνα, εκδόσεις Μέλισσα, 2010 / Παρλαμά Λ. & Σταμπολίδης Ν. (επιμ.), Η πόλη κάτω από την πόλη. Ευρήματα από τις ανασκαφές για το μητροπολιτικό σιδηρόδρομο της Αθήνας, Αθήνα, Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, 2000 / Theocharaki, A.M., «The ancient circuit wall of Athens: its changing course and the phases of construction», Hesperia, The Journal of the American School of Classical Studies at Athens 80, 2011, p. 71-156. / Τραυλός, Ι., Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών. Από των προϊστορικών χρόνων μέχρι των αρχών του 19ου αιώνος (2η έκδοση), Αθήνα, εκδόσεις Καπόν, 1993 / Ηλεκτρονική έκδοση: Η αρχαιολογία της πόλης των Αθηνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. www.eie.gr/archaeologia/gr/index.aspx......://www.lifo.gr/
ΠΟΛΕΙΣ