Ο Αλέξανδρος και ο Αριστοτέλης στην Μίεζα...


Ο Αλέξανδρος και ο Αριστοτέλης στην Μίεζα: από τον μύθο του Νυμφαίου στην  πραγματικότητα ενός βασιλικού γυμνασίου
Αγγελική Κοτταρίδη

«Σχολὴν μὲν οὖν αὐτοῖς καὶ διατριβὴν τὸ περὶ Μίεζαν Νυμφαῖον ἀπέδειξεν (Φίλιππος), ὅπου μέχρι νῦνἈριστοτέλους ἕδρας τε λιθίνας καὶ ὑποσκίους περιπάτους δεικνύουσιν.»

Χάρη σε αυτήν την αναφορά του Πλούταρχου1 στον  «βίο του Αλεξάνδρου» η Μίεζα πέρασε στην ιστορία ως  ο τόπος συνάντησης των δύο μεγάλων. Η πόλη αναφέρεται για τον ίδιο λόγο και από τον Πλίνιο2 Την βρίσκουμε επίσης στον Κλαύδιο Πτολεμαίο3 ενώ δεν λείπουν  και επιγραφικές μαρτυρίες της ύπαρξης της από τους Δελφoύς4 και από το ιερό της Μητέρας των Θεών στην Λευκόπετρα5 Βρισκόταν στην Ημαθία, στις χαμηλές υπώρειες του Βερμίου, βόρεια της Βέροιας και ανατολικά της σημερινής Νάουσας. Η ταύτιση του ευρύτερου χώρου με την αρχαία Μίεζα στηρίζεται σε πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα και στις μαρτυρίες των πηγών6


Η παρουσία των αρχαιοτήτων στην περιοχή ήταν γνωστή ήδη από τον 19ο αιώνα7 , αλλά οι ανασκαφές άρχισαν τον 20ό και τεκμηριώνουν την ανθρώπινη παρουσία στον συγκεκριμένο χώρο από την ύστερη εποχή του χαλκού8μέχρι και τα βυζαντινά9 χρόνια. Κατάλοιπα  κτηρίων και, κυρίως, ευρήματα από τις νεκροπόλεις μαρτυρούν συνεχή οικιστική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή της πόλης από τον 6ο αι. π.Χ.10 μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Οι συστάδες των μνημειακών τάφων11 δηλώνουν ιδιαίτερη ακμή στο β΄ μισό του 4ου και στον 3ο αι. π.Χ., μάλιστα οι παλιότεροι από τους Μακεδονικούς τάφους, οι δύο της συστάδας «του τάφου της Κρίσεως»12 και «ο τάφος των ανθεμίων»13, σχετίζονται 
με εταίρους του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τις οικογένειές τους. Ο εντυπωσιακός «τάφος της Κρίσεως», η πρόσοψη του οποίου ανακαλεί την όψη του προπύλου του ανακτόρου των Αιγών, ανήκει πιθανότατα στον Πευκέστα που σύμφωνα με την μαρτυρία του Αρριανού14 καταγόταν από την Μίεζα. Αυτός είναι ο στρατηγός, στον οποίο ο Αλέξανδρος ανέθεσε την διοίκηση 
της Περσίδος15, ακριβώς επειδή είχε ενστερνιστεί το όραμα του Κοσμοκράτορα για την ισότιμη συνύπαρξη Περσών και Ελλήνων στο οικουμενικό κράτος που δημιουργήθηκε μετά την μεγάλη εκστρατεία της Ανατολής. 


Στον προθάλαμο αυτού του τάφου βρέθηκε, σπασμένη σε τρία κομμάτια, μια επιγραφή με έναν κατάλογο δέκα συμβολαίων (ωνές) αγοραπωλησιών ακινήτων16. Η επιγραφή χρονολογείται στο γ΄ τέταρτο του 3ου αι. π.Χ. και δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την πολιτική, διοικητική και κοινωνική οργάνωση της πόλης, την έκταση, την μορφολογία και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των γαιών στη χώρα της και αναφέρει τον ιερέα του Ασκληπιού ως επώνυμο άρχοντα της, γεγονός που φανερώνει ότι η Μίεζα θα πρέπει να ήταν ανάμεσα στους οικισμούς που αναβάθμισε σε αστικά κέντρα­πόλεις ο Φίλιππος Β΄17. 
Την εποχή που οργανώνεται η Μίεζα ως πόλη, δηλαδή στα χρόνια του Φιλίππου Β΄ (359­-336 π.Χ.), φαίνεται18 ότι δημιουργείται και το θέατρο που ανακατασκευάζεται στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια (β’ μισό 2ου αι. π.Χ.) και αναδιαμορφώνεται στην τελική σωζόμενη μορφή του στα χρόνια των Αντωνίνων, αποτελώντας μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. σταθερό σημείο αναφοράς της ζωής της πόλης που συνέχισε να υπάρχει και μετά την κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους.

Το θέατρο

Τα σπάνια για τον Ελλαδικό χώρο μαρμαροθετήματα που διακόσμησαν τα δαπέδα ενός σπιτιού19 στα 
χρόνια του Αυγούστου, αλλά και το ασπρόμαυρο «δυτικότροπο» ψηφιδωτό ενός κτηρίου της εποχής των  Αντωνίνων που βρέθηκε στην περιοχή της λεγόμενης «Ακρόπολης»20 αξίζουν ιδιαίτερη προσοχή, ενώ το  συγκρότημα των λουτρών με τα ψηφιδωτά δάπεδα21 που αποκαλύφθηκε εκεί, όπως και οι επαύλεις με τα  κομψά γλυπτά22 και τα πλούσια ψηφιδωτά23 που υπήρχαν διάσπαρτες σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή, από τον Κοπανό ως τη Νάουσα, φανερώνουν ότι οι πλούσιοι πολίτες των αυτοκρατορικών χρόνων εκτιμούσαν ιδιαίτερα τα φυσικά θέλγητρα, τους άφθονους  αμπελώνες και την παράδοση της.
Την δεκαετία του ‘60 δίπλα στο ποτάμι, την γνωστή Αράπιτσα, σε ένα εξαιρετικά ειδυλλιακό τοπίο με 
πηγές, ρυάκια και βαθύσκιωτα δένδρα ανακαλύφθηκε μια αρχαία διαμόρφωση που συσχετίσθηκε αμέσως με την μαρτυρία του Πλούταρχου24. 
Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό λατομείο πωρολίθου, παρόμοιο με αυτό που έχει εντοπιστεί κοντά στην Νάουσα στη θέση Βάντος25, με εμφανή παντού τα ίχνη της αρχαίας λατόμευσης που διαμορφώνουν το μέτωπο του λίθινου πυρήνα του λόφου, ο οποίος υψώνεται σχεδόν κάθετα κατά μήκος της όχθης του ποταμού (εικ. 1). 


Εικ. 1. Νυμφαίο: 1α. γενικό τοπογραφικό 
λατομείου, 1β. περιοχή στοάς (δηλώνεται 
με πράσινο στο τοπογραφικό)

Δύο πολύ μικρές σπηλιές (εικ. 2) και μια τρίτη, λίγο μεγαλύτερη, με διπλό άνοιγμα καθόρισαν, ως φαίνεται, τα όρια της λατομευτικής δραστηριότητας. Ανάμεσα στις δύο νοτιότερες μετά την αφαίρεση του λίθου δημιουργήθηκε ένα στενό πλάτωμα, στο νότιο άκρο του οποίου, δίπλα στην πρώτη σπηλιά, κατασκευάσθηκε μια μικρή (περ. 80 τ.μ.) στοά σε σχήμα Γ που χρησιμοποιεί ως πίσω τοίχο το κατακόρυφα κομμένο μέτωπο του βράχου.

Εικ. 2. Νυμφαίο: η είσοδος της σπηλιάς που βρίσκεται δίπλα από την μικρή στοά

 Στοιχεία της κεράμωσης και κυρίως η διακοσμημένη πήλινη σίμη (εικ. 3) με την ανάγλυφη λεοντοκεφαλή­υδρορροή χρονολογούν το κτίσμα στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ. Πιθανότατα την ίδια εποχή αποκτούν αρχιτεκτονική διαμόρφωση και τα ανοίγματα της νότιας και της βόρειας σπηλιάς. 

Το σπήλαιο των Νυμφών, είσοδος.

Το λατομείο παύει να λειτουργεί και δίνει την θέση του σε ένα ιερό των νυμφών, ένα Νυμφαίο που ταιριάζει άριστα στο ειδυλλιακό περιβάλλον. Ένα κτίσμα των αυτοκρατορικών χρόνων με έναν αγωγό παροχής νερού που βρέθηκε κοντά στο Νυμφαίο26 δείχνει ότι η θέση ήταν γνωστή και πιθανότατα σε χρήση, όταν ζούσε ο Πλούταρχος. Δεν αποκλείεται λοιπόν καθόλου, αυτό να ήταν όντως το Νυμφαίο, όπου οι Μιεζείς των αυτοκρατορικών χρόνων έδειχναν στους επισκέπτες τα «λίθινα έδρανα» και τους «υπόσκιους περιπάτους» του Αριστοτέλη. Αν είναι έτσι, είναι βέβαιο ότι αυτό θα ήταν η τουριστική ατραξιόν της περιοχής, όπως έγινε και μετά την συσχέτιση του με τους δύο μεγάλους τον 20ό αιώνα.


Εικ. 3. Τμήμα σίμης από την στοά του Νυμφαίου.

Η ειδυλλιακή εικόνα του χώρου ανταποκρίνεται στις γοητευτικές περιγραφές του σκηνικού των Πλατωνικών διαλόγων, αλλά και στην ρομαντική αντίληψη της σχέσης του πανεπιστήμονα δασκάλου με τον άριστο μαθητή που, αποκομμένοι από την τύρβη της καθημερινότητας, αφιερώνονται σε φιλοσοφικούς στοχασμούς και πνευματικές αναζητήσεις. Έτσι, επανειλημμένα έχει υποστηριχτεί ότι αυτή η μικρή στοά ήταν η «Σχολή του Αριστοτέλη», όπου γίνονταν τα μαθήματα, πράγμα που σημαίνει ότι ο διάδοχος του θρόνου και οι σύντροφοι του έζησαν για τρία χρόνια εδώ, «στις σπηλιές των Νυμφών»27. Όμως τι σημαίνει μαθητεία και τι σημαίνει «Σχολή» στα συμφραζόμενα του 4ου αι. π.Χ.; 
Πέρα από την μαγεία του αφηγήματος είναι σκόπιμο να προσεγγίσει κανείς το θέμα πιο ρεαλιστικά, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψιν τα γνωστά από τις πηγές και τα ευρήματα δεδομένα και τις ιστορικές αναγκαιότητες, ώστε να διερευνηθούν τα πιθανά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που θα μπορούσαν πραγματικά να ανταποκριθούν σε αυτές.


Το 343 π.Χ., όταν έρχεται στην αυλή του Φιλίππου ο Αριστοτέλης, ο Αλέξανδρος είναι 13 χρονών. 
Στην «σχολή της Μίεζας» θα μείνει τρία χρόνια28 και το 340 π.Χ., στα δεκάξι του, θα αναλάβει την αντιβασιλεία, αντικαθιστώντας τον πατέρα του που βρίσκεται σε εκστρατεία, και μάλιστα ο ίδιος θα πολεμήσει με τους Θράκες Μαίδους, θα τους νικήσει και θα ιδρύσει στην περιοχή τους την πρώτη Αλεξανδρούπολη.
 Δύο χρόνια αργότερα, το 338 π.Χ. θα διοικήσει το ιππικό και θα διακριθεί στην μάχη της Χαιρώνειας και το 336 π.Χ.  θα αναλάβει τα ηνία της Μακεδονίας και της Ελλάδας. 
Στο διάστημα που θα είναι με τον Αριστοτέλη ο Αλέξανδρος, μπαίνοντας στα δεκαπέντε, θα διαβεί το κρίσιμο κατώφλι που για τους Μακεδόνες ορίζει το τέλος  της παιδικής ηλικίας29 με όλες τις υποχρεώσεις που  αυτό για την θέση του συνεπάγεται

Όπως όλα δείχνουν, ήδη πριν το τέλος του 4ου αι. π.Χ. πέρα από την γυμναστική που αποτελεί την αναγκαία προετοιμασία των αθλητικών αγώνων, στο γυμνάσιο διδάσκονται και στοιχεία της τέχνης του πολέμου φαινόμενο που συνεχίζεται, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα ακόμη πιο οργανωμένα, μέχρι και τα αυτοκρατορικά χρόνια30. Στην έρευνα υπάρχει η τάση πρότυπο της στρατιωτικής εκπαίδευσης να θεωρείται ο θεσμός της Αθηναϊκής «Εφηβείας»31, ωστόσο χάρη στον Γυμνασιαρχικό νόμο της Βέροιας32, τον Εφηβαρχικό νόμο της Αμφίπολης33 και μια σειρά άλλων επιγραφικών κειμένων από την Μακεδονία των Αντιγονιδών που δημοσιεύτηκαν τα τελευταία χρόνια34 η σημασία του μακεδονικού μοντέλου αναδεικνύεται όλο και περισσότερο. 
Ο Γυμνασιαρχικός νόμος χρονολογείται λίγο πριν το βίαιο τέλος της δυναστείας των Αντιγονιδών (168 π.Χ.) και την κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους, ο Εφηβαρχικός στην σωζόμενη επιγραφή αναγράφηκε το 24/3 π.Χ., ωστόσο απηχεί και αυτός ένα κείμενο των αρχών του 2ου αι. π.Χ.35. Στο γυμνάσιο της Βέροιας «…ακοντίζειν δε και τοξεύειν μελετάτωσαν οι τε έφηβοι και οι υπό τα δύο και είκοσιν έτη καθ’ εκάστην ημέραν…»36, στην Αμφίπολη μαθαίνουν επίσης να ακοντίζουν και να τοξεύουν, αλλά και «σφενδονάν, λιθάζειν, ιππεύειν» και «ακοντίζειν αφ’ ίππου»
37. Και στις δυο περιπτώσεις αναφέρονται ρητά «έφηβοι» δηλαδή αγόρια 18-­20 χρονών, ενώ φαίνεται ότι και οι δύο νόμοι απηχούν βασιλικό διάταγμα/διατάγματα του Φιλίππου Ε΄ για την ανασυγκρότηση των γυμνασίων38. Είναι προφανές ότι στα χρόνια των Αντιγονιδών «το μακεδονικό γυμνάσιο εκπαίδευε καλούς στρατιώτες και ήταν ο τόπος στρατολόγησης για τον βασιλικό στρατό» 39
Τι γίνεται όμως στην Μακεδονία του Φιλίππου Β΄ και ειδικότερα τι γίνεται με την εκπαίδευση των «παίδων»,δηλαδή των αγοριών που είναι ανάμεσα στα 14 και τα 18; 


ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β' 

Υπάρχει για αυτούς πέρα από τον αθλητισμό εξάσκηση στα όπλα και στην ιππασία; Ίσως στους χαμένους 44 στίχους του γυμνασιαρχικού νόμου να βρισκόταν η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, ωστόσο μέχρι να βρεθεί κάποια άλλη σχετική επιγραφή θα πρέπει να αρκεστούμε στις έμμεσες μαρτυρίες και στις ενδείξεις που δεν λείπουν40.
Η πασίγνωστη ιστορία της συνάντησης με τον Βουκεφάλα μαρτυρεί τις ικανότητες του παιδιού Αλέξανδρου στην ιππασία, η διαχείριση της εισβολής των Μαίδων, αν αληθεύει η πληροφορία των πηγών41, δείχνει ότι, το 340 π.Χ. που φεύγει από την «Σχολή», το δεκαεξάχρονο αγόρι προφανώς είχε ήδη εξασκηθεί και γνώριζε την τέχνη του πολέμου, διαδικασία που την εποχή εκείνη αφορά σε μεγάλο βαθμό σε σκληρή σωματική εξάσκηση, ενώ είναι πραγματικά δύσκολο να υποθέσει κανείς ότι ο Φίλιππος ανέθεσε την διοίκηση του ιππικού στην απολύτως κρίσιμη μάχη της Χαιρώνειας στον δεκαοχτάχρονο Αλέξανδρο, αν αυτός δεν ήταν ήδη επαρκώς εκπαιδευμένος στην καθόλου απλή τεχνική της μάχης από «ίππο πολεμιστή» και στην διαχείριση των στρατιωτικών ελιγμών. 
Και αν γενικά υπάρχει η τάση στον Αλέξανδρο να βλέπουμε την εξαίρεση, για κάθε νεαρό Μακεδόνα 
ήταν κανόνας η κλασική δοκιμασία που ορίζει την ενηλικίωση, το επιτυχημένο κυνήγι του αγριόχοιρου42, ενός μεγάλου, άγριου και επικίνδυνου ζώου. Σε ένα μαρμάρινο σύνταγμα από τις Αιγές της εποχής του Φιλίππου Β΄ διαιωνίζεται ακριβώς αυτή η μεγάλη στιγμή που το νεαρό αγόρι ντυμένο με ζωσμένο χιτώνα και χλαμύδα σκοτώνει τον κάπρο και «ενηλικιώνεται». Το σύνταγμα βρέθηκε στον χώρο που ίσως σχετίζεται με το γυμνάσιο των Αιγών: ανασκάφηκε τμήμα μιας στοάς (περιστύλιο;) με 
δωμάτια με βοτσαλωτά δάπεδα και πώρινους τοιχο­βάτες43. Και εδώ το ενδεχόμενο γυμνάσιο βρίσκεται δίπλα, αλλά έξω από τα τείχη του άστεως. Αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχή ολοκλήρωση αυτής της δοκιμασίας είναι η πολύ καλή γνώση της χρήσης των όπλων –ακόντιο, δόρυ, τόξο. Στην ζωφόρο της πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου Β΄ βλέπουμε τους «βασιλικούς παίδες» επί τω έργω: με δόρατα και ακόντια, ακόμη και με ένα πελέκι κυνηγούν και σκοτώνουν ένα ζαρκάδι, μια αρκούδα, άγριους κάπρους και εγκλωβίζουν το λιοντάρι που θα σκοτώσει ο βασιλιάς. Τα όπλα του κυνηγιού δεν είναι διαφορετικά από τα όπλα του πολέμου. 


Για να γίνουν άνδρες οι «παίδες» πρέπει να μάθουν να χειρίζονται τα όπλα, αυτό ισχύει για τον γιο του 
βασιλιά όπως και για τους συνομηλίκους του που τον συντρόφευσαν στην Μίεζα. Κρίσιμο και χρήσιμο είναι να αναρωτηθούμε για τον αριθμό τους. Το 324 π.Χ. στο τέλος της μεγάλης εκστρατείας, μετά από 12 χρόνια μαχών και κακουχιών οι σύντροφοι με τους οποίους ο Αλέξανδρος μοιράζεται τους Γάμους των Σούσων είναι λίγοι περισσότεροι από 80. Τουλάχιστον τόσοι, αν όχι πολύ περισσότεροι, θα πρέπει να ήταν και στην Μίεζα, δηλαδή τουλάχιστον 80 ­100 γόνοι των ισχυρότερων οικογενειών του βασιλείου, γιοι των εταίρων που μεγαλώνουν και εκπαιδεύονται μαζί με τον γιο του βασιλιά. 
Όπως αποδεικνύουν τα γνωστά ιστορικά αποτελέσματα της δράσης τους, αυτή η μεγάλη ομάδα εφήβων πέρασε ακριβώς την εποχή που ήταν στην Μίεζα μια εντατικότατη περίοδο αποδοτικής μαθητείας. 

Ζωγραφική όπου θεωρείται ότι εικονίζεται ο Αλέξανδρος νέαρός 

Η παρουσία του Αριστοτέλη δηλώνει την μαθητεία στα γράμματα, στις επιστήμες, στην πολιτική, στην ηθική και στην φιλοσοφία, ακόμη και στην «μεταφυσική» «ἔοικε δ’ Ἀλέξανδρος, οὐ μόνον τὸν ἠθικὸν καὶ πολιτικὸν παραλαβεῖν λόγον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀπορρήτων καὶ βαθυτέρων διδασκαλιῶν, ἃς οἱ ἄνδρες ἰδίως ἀκροατικὰς καὶ ἐποπτικὰς προσαγορεύοντες οὐκ ἐξέφερον εἰς πολλούς, μετασχεῖν»
44. Οι ανάγκες του βασιλείου κάνουν απαραίτητη την εντατική μαθητεία των αγοριών 
στο «ευ αγωνίζεσθαι»45 καθώς και στην τέχνη του πολέμου καθ’ αυτήν, για να μάθουν να ιππεύουν και να μάχονται με κάθε όπλο και κάθε τρόπο. 
Η ιστορική πραγματικότητα της εποχής, όπως την μαθαίνουμε από τις πηγές, μας αναγκάζει να δεχτούμε ότι η περίοδος της διαμονής τους στην Μίεζα δεν μπορεί να ήταν για τους «παίδες» των Μακεδόνων μια εποχή σχόλης και ειδυλλιακών περιπάτων αλλά, αντίθετα, πρέπει να ήταν μια περίοδος σκληρής εξάσκησης του σώματος και του νου, ώστε εν τέλει να γίνουν ικανοί να οδηγήσουν τους άντρες στην μάχη και στη νίκη και να στελεχώσουν τα αξιώματα της στρατιωτικής ιεραρχίας, αλλά και των πόλεων του βασιλείου. 
Υπάρχει χώρος για όλα αυτά στο Νυμφαίο;...  Παρά την μαρτυρία της πηγής και την γοητεία του τόπου η προφανής απάντηση είναι όχι. Οι παίδες, οι έφηβοι και οι νέοι των ελληνικών πόλεων ασκούνται, γυμνάζονται και εκπαιδεύονται στις παλαίστρες, στα στάδια, στα γυμνάσια, που αυτήν ακριβώς την εποχή46 αρχίζουν να οργανώνονται ως δομές και αποκτούν σαφές αρχιτεκτονικό αποτύπωμα στον χώρο με στοές και περιστύλια, χώρους εκπαίδευσης, λουτρώνες, χώρους εστίασης κ.λπ.

Από την δεκαετία του ΄70 στον αρχαιολογικό χώρο της Μίεζας ανασκάπτεται ένα πολύ μεγάλο, οικοδομικό συγκρότημα, δημόσιο, όπως συνομολογούν όλοι οι ανασκαφείς, που το χρονολογούν στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ., το οποίο αναπτύσσεται σε μια έκταση περίπου 35 στρεμμάτων στα βόρεια­βορειοανατολικά του θεάτρου47. 


Μολονότι έχουν ανασκαφεί πλήρως μόνον έξι στρέμματα, χάρη και στις διάφορες δοκιμαστικές τομές, αναγνωρίζεται ήδη ένα μεγάλο περιστύλιο που διαμορφώνει το βορειοδυτικό τμήμα, μια σειρά επιμήκεις χώροι στα νοτιοδυτικά του περιστυλίου και μια μεγάλη στοά που εκτείνεται προς τα ανατολικά του, ορίζοντας την βορειοανατολική γωνία και ολόκληρη την βόρεια πλευρά του συγκροτήματος.
 Το συγκρότημα αυτό ερμηνεύθηκε ως αγορά, ενδεχομένως με Ασκληπιείο48, ωστόσο, πέρα από όποιες άλλες επιμέρους ενστάσεις μπορεί να έχει κανείς, η ερμηνεία αυτή παρουσιάζει και ένα βασικό πρόβλημα που ουσιαστικά την αποκλείει: Σύμφυτη με αυτήν καθαυτή την έννοια και την λειτουργία της αγοράς είναιη αναγκαστική χωροθέτησή της μέσα στην πόλη και μάλιστα σε κεντροβαρικό σημείο του αστικού ιστού, για τον οποίο αυτή αποτελεί πολυεπίπεδο σημείο αναφοράς.
 Ωστόσο σε ολόκληρη την περιοχή γύρω από το δημόσιο οικοδομικό συγκρότημα της Μίεζας δεν υπάρχουν ενδείξεις οικιστικών καταλοίπων, αντίθετα, σε μια πολύ περιορισμένη σωστική έρευνα που έγινε στα νότια του θεάτρου49 βρέθηκε μια πυκνή συστάδα τάφων που χρονολογούνται στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ. Η ταφική χρήση του χώρου φανερώνει ότι την επίμαχη εποχή της δημιουργίας και λειτουργίας του συγκροτήματος αυτό βρισκόταν έξω από τα όρια της πόλης.

Ενδεικτική είναι η μελέτη της ευρύτερης τοπογραφίας: Η πόλη της Μίεζας, όπως όλα δείχνουν, βρισκόταν στην μαλακή υπερυψωμένη πλαγιά, στα δυτικά του θεάτρου όπου υπάρχει εκτεταμένο επίπεδο. Εδώ έχουν ερευνηθεί τμήματα του αστικού ιστού των ελληνιστικών/υστεροελληνιστικών χρόνων, ένα σπίτι με αίθριο και μαρμαροθετήματα, τμήμα ενός δρόμου και ενός κτηρίου με μια μικρή διπλή στοά, ενώ πυκνές ενδείξεις –διαλυμένα από την άροση στρώματα καταστροφής και λιθοδομές– υπάρχουν διάσπαρτες παντού στα γειτονικά χωράφια50. 
Το όριο της πόλης προς τα βόρεια είναι πιθανότατα η λεγόμενη «ακρόπολη» στη θέση «Τσιφλίκι» και το ποτάμι, ενώ προς τα ανατολικά οι ενδείξεις σταματούν στο φρύδι του λόφου, όπου αρχίζει η απότομη κλίση που εκμεταλλεύθηκαν για την κατασκευή του κοίλου του θεάτρου. Το «δημόσιο» συγκρότημα, βρίσκεται λίγο χαμηλότερα από την ορχήστρα του θεάτρου και αναπτύσσεται προς τον κάμπο, ξεκινώντας 200 μ. περίπου ανατολικότερα από το φρύδι του λόφου, όπου φαίνεται να σταματά η πόλη (εικ. 4).

Εικ. 4. Τοπογραφικό (1) πόλη­οικιστικά (2) τάφοι (3) Γυμνάσιο (4) Θέατρο.

Αντίθετα με τις αγορές, τα γυμνάσια και τα στάδια στα κλασικά, αλλά ακόμη και στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια βρίσκονται κατά κανόνα κοντά, αλλά έξω από τον αστικό ιστό51, όπως συμβαίνει στην Αθήνα, αλλά και στην Αλεξάνδρεια52 και σε πολλές άλλες πόλεις. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της γειτονικής Μακεδονικής Βέροιας, μιας πόλης που, όπως φαίνεται53, οργανώνεται όπως και η Μίεζα στα χρόνια του Φιλίππου Β΄. 
Και εκεί, όπως και στην Μίεζα, η πόλη αναπτύσσεται σε ένα «μπαλκόνι» του Βερμίου που περιβάλλεται στα βόρεια και στα νότια από ποτάμια, ενώ το απότομο πρανές την ορίζει προς τα ανατολικά, όπου απλώνεται ο κάμπος. 

Εδώ, έξω από τα τείχη, χαμηλότερα από την πόλη, στο επίπεδο περίπου του κάμπου βρέθηκε το 1976 το αρχαίο στάδιο που έπεσε θύμα της ιδιωτικής απληστίας και της δημόσιας αβελτηρίας54. Στα νότια του σταδίου βρισκόταν το γυμνάσιο, όπως δείχνει η ανακάλυψη στην περιοχή αυτή του περίφημου γυμνασιαρχικού νόμου55, αλλά και μιας σειράς άλλων συναφών ευρημάτων56. Κοντά στο 
συγκρότημα του γυμνασίου­σταδίου, στο απότομο πρανές που όριζε την αρχαία πόλη υπήρχε μια διαμόρφωση που μοιάζει πολύ με κοίλο θεάτρου. 
Δυστυχώς ο χώρος μπαζώθηκε στον μεσοπόλεμο για να δημιουργηθεί η πλατεία «Ελιάς» χωρίς να ερευνηθεί, παρόλα αυτά το σημείο εξακολουθεί να είναι η πιθανότερη θέση του αρχαίου θεάτρου της έδρας του «Κοινού των Μακεδόνων».Αντιστοιχεί η αναλογία της χωροταξίας που παρατηρείται στις δύο γειτονικές μακεδονικές πόλεις σε λειτουργική συνάφεια των οικοδομημάτων; Με άλλα λόγια, το εντυπωσιακό δημόσιο συγκρότημα της Μίεζας με τις απολύτως ασυνήθιστες και όχι μόνον για την εποχή του διαστάσεις που αναπτύσσεται στο πεδίο, κοντά στο θέατρο, αλλά έξω από την πόλη μπορεί να είναι ένα συγκρότημα γυμνασίου­ σταδίου;
Το γεγονός ότι ένα πολύ μεγάλο τμήμα του οικοδομικού συγκροτήματος δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί 
και η κακή κατάσταση των ερειπίων εξ αιτίας της συστηματικής λιθολόγησης δυσκολεύει την αναγνώριση και την ερμηνεία των χώρων. Προφανώς η συνέχεια και η ολοκλήρωση της ανασκαφής είναι που θα δώσει τις τελικές απαντήσεις, ωστόσο με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία μπορεί κανείς να προχωρήσει σε μια σειρά διαπιστώσεις­υποθέσεις εργασίας (εικ. 5).

Εικ. 5. Το θέατρο και το ανασκαμμένο τμήμα του γυμνασίου (σκιασμένο), με διακεκομμένες η πιθανή συνέχεια των θεμελιώσεων.


Η κανονικότητα του συνολικού σχεδιασμού, οι σταθερά επαναλαμβανόμενες διαστάσεις, οι άξονες 
που συνδέουν τις επί μέρους κτηριακές ενότητες, οι συνέχειες των τοιχοβατών και των θεμελιώσεων, η κανονική συναρμογή των επί μέρους δομών στο όλον και γενικότερα τα διάφορα κατασκευαστικά στοιχεία και ευρήματα υποδηλώνουν μια ενιαία αρχιτεκτονική σύλληψη και εκτέλεση.
 Παρά την συστηματική καταστροφή, την πολύ κακή κατάσταση διατήρησης και την αποσπασματικότητα, εκτός από το τεράστιο για τα δεδομένα της εποχής μέγεθος του συγκροτήματος εντύπωση κάνει και η πολυτέλεια του.
 Παντού, ακόμη και σε όλες τις θεμελιώσεις, ως δομικό υλικό έχει χρησιμοποιηθεί ο ακριβός πωρόλιθος, το υποκατάστατο του μαρμάρου για τους Μακεδόνες, που προέρχεται από τα λατομεία του Βερμίου, ένα από τα οποία ίσως να ήταν και αυτό που μετατράπηκε σε Νυμφαίο. Όπως και στο ανάκτορο των Αιγών έτσι και εδώ υπήρχαν μαρμάρινα κατώφλια, βοτσαλωτά δάπεδα, εξαιρετικής ποιότητας χρωματιστά κονιάματα που ζωντάνευαν ευχάριστα το εσωτερικό των χώρων και λευκά που έδιναν την εντύπωση μαρμάρου στους κίονες και στο εξωτερικό, βαριές ξύλινες πόρτες και παραθυρόφυλλα στολισμένα με χάλκινες εφηλίδες, πολυτελή ανάκλιντρα διακοσμημένα με γυάλινα στοιχεία, ανάλογα με αυτά που βρέθηκαν στους βασιλικούς τάφους των Αιγών. Πιθανότατα υπήρχαν και μαρμάρινα γλυπτά, αγάλματα και ανάγλυφα57
Τα ανασκαφικά δεδομένα, αλλά και οι κατασκευαστικές, μορφολογικές και τυπολογικές ομοιότητες και αντιστοιχίες με το ανάκτορο των Αιγών επιτρέπουν την χρονολόγηση της κατασκευής του συγκροτήματος την ίδια εποχή με εκείνο, δηλαδή στις αρχές του β΄ μισού του 4ου αι. π.Χ. και, συνδυαζόμενες με το ασυνήθιστα μεγάλο μέγεθος και την πολυτέλεια του συνόλου, κάνουν πολύ πιθανό και εδώ να πρόκειται για ένα ακόμη οικοδομικό πρόγραμμα του Φιλίππου Β΄58

Στο βορειοδυτικό τμήμα του συγκροτήματος αναγνωρίζεται με βεβαιότητα ένα πολύ μεγάλο (περίπου 4.000 τ.μ.) περιστύλιο. Στην δυτική και στην βόρεια πτέρυγα του υπάρχουν 11 ανδρώνες, δέκα από τους οποίους συνδέονται ανά δύο με κοινό προθάλαμο, δημιουργώντας μονάδες αντίστοιχες ως προς το μέγεθος, την μορφή και την λειτουργία με τα μικρά, εσωστρεφή, τριμερή συγκροτήματα του βασιλείου καθιδρύματος του Φιλίππου Β΄ στις Αιγές59. Το ελαφρά μετατοπισμένο από τον άξονα θυραίο άνοιγμα δείχνει ότι, όπως στις Αιγές έτσι και στην Μίεζα, σε κάθε έναν από αυτούς τους ανδρώνες χωρούν επτά ανάκλιντρα, δηλαδή στους ανασκαμμένους ανδρώνες υπάρχει χώρος για συνολικά 77 ανάκλιντρα συμποσίου, που σημαίνει ότι θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν σε αυτά ως και 154 συνδαιτημόνες. Την παρουσία, αλλά και την πολυτέλεια των κλινών που επίπλωναν τους ανδρώνες της Μίεζας 
μαρτυρούν οι δύο γυάλινοι οφθαλμοί από την χαρακτηριστική διακόσμηση των ποδιών των επίπλων αυτών60 που βρέθηκαν εδώ παρά την ριζική καταστροφή και την λεηλασία.
Σχεδόν όλο τον χώρο της νότιας πτέρυγας του περιστυλίου φαίνονται να καταλαμβάνουν δύο στενόμακρες αίθουσες, οι οποίες ανακαλούν τις «εξέδρες» που χαρακτηρίζουν τις ελληνιστικές παλαίστρες. Ανάλογοι επιμήκεις χώροι εμφανίζονται στο δυτικό τμήμα της οικοδομικής ενότητας που συνεχίζει προς τα δυτικά το μεγάλο περιστύλιο, ενώ δεν αποκλείεται να υπήρχε και εδώ μια αυλή με στοές την ανατολική πτέρυγα με την οποία το περιστύλιο επικοινωνεί με το υπόλοιπο οικοδομικό συγκρόημα έχουν αποκαλυφθεί τρία ευρύχωρα (περ. 65 τ.μ. το καθένα) δωμάτια με βοτσαλωτά δάπεδα. Το μεγαλύτερο τμήμα αυτής της πτέρυγας δεν έχει ακόμη ανασκαφεί, υπάρχουν όμως ενδείξεις για μια στοά που διάρθρωνε την ανατολική όψη της που «βλέπει» σε έναν χώρο με άγνωστη ακόμη διαμόρφωση, από τον οποίο μια πέτρινη σκάλα κατεβαίνει προς τα ανατολικά, ενσωματώνοντας την φυσική κλίση του εδάφους στον χώρο του μεγάλου οικοδομικού συγκροτήματος. 
Η έρευνα εδώ είναι περιορισμένη σε σχέση με την έκταση του χώρου, τα ευρήματα όμως είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα: μία μακριά στοά61 με δωρική κιονοστοιχία στραμμένη προς τα νότια διαμορφώνει την βόρειαπλευρά του ανατολικού τμήματος του συγκροτήματος που αναπτύσσεται σε χαμηλότερο επίπεδο και φαίνεται να είναι περίπου διπλάσιο σε μέγεθος από το δυτικό. 
Ο βόρειος εξωτερικός τοιχοβάτης της που στρίβει σε κανονική ορθή γωνία στα ανατολικά, ορίζοντας το πέρας του κτηρίου εκεί, είναι χτισμένος με διπλή σειρά δρομικών πώρινων πλίνθων62 που δένονται κατά διαστήματα με μπατικές, δόμηση που βρίσκει το ακριβές παράλληλο 
της στο ανάκτορο των Αιγών. Το μήκος της που πλησιάζει τα 200 μ. αντιστοιχεί σε ένα στάδιο63. Από το δυτικό άκρο της στοάς μια ράμπα οδηγεί στο υπερυψωμένο επίπεδο όπου το περιστύλιο, ενώ τα τέσσερα τελευταία προς αυτήν την πλευρά μεταξόνια κλείνουν με έναν τοίχο που χρησιμεύει ως ανάλημμα για την πέτρινη σκάλα που βρίσκεται ακριβώς δίπλα του (εικ. 6). Τρεις ημικίονεςαρθρώνουν την όψη του τοίχου αυτού προς το εσωτερικό της στοάς, «συνεχίζοντας» την κιονοστοιχία. 



Εικ. 6. Αναπαράσταση της δυτικής απόληξης του ξυστού.

Η μετάβαση από την κιονοστοιχία στον τοίχο με τους ημικίονες γίνεται με ένα ιδιαίτερα εξεζητημένο, όσο και σπάνιο στοιχείο, έναν κίονα τριών τετάρτων (εικ. 7α και 7β) που θυμίζει τους σύμφυτους σε πεσσό δωρικούς ημικίονες, οι οποίοι ορίζουν τα πέρατα των δωρικών κιονοστοιχιών 
των στοών του ισογείου στην πρόσοψη του ανακτόρου των Αιγών.

Εικ. 7α


Εικ. 7β

 Αν όχι σε όλο της το μήκος, τουλάχιστον στο σημείο αυτό η στοά θα πρέπει να ήταν διώροφη. Στο δυτικό, άνω πέρας της ράμπας που ξεκινάει από το δυτικό άκρο της στοάς, έξω από τον βόρειο τοίχο του συγκροτήματος, αλλά προσαρτημένος σε αυτόν, βρίσκεται ένας στενόμακρος χώρος με πολύ στενό προθάλαμο, η πρόσοψη του οποίου πιθανότατα διαμορφωνόταν με δύο κίονες μεταξύ παραστάδων. Υπάρχει η τάση να αναγνωριστεί εδώ ένας ναός64 μολονότι η γενική μορφή του χώρου δεν ανταποκρίνεται στα τυπικά, γνωστά χαρακτηριστικά ενός τέτοιου κτηρίου. 
Ίσως να πρόκειται για ένα είδος μνημειώδους προπύλου, οπωσδήποτε το σημείο χρειάζεται να διερευνηθεί περισσότερο.
H στοά για την εξάσκηση που το μήκος της είναι ίσο με ένα στάδιο, ο χαρακτηριστικός ξυστός, από τα 
πρώιμα ελληνιστικά χρόνια γίνεται τυπικό γνώρισμα των γυμνασίων. Όλα δείχνουν ότι αυτή θα πρέπει να ήταν η λειτουργία της μεγάλης βόρειας στοάς του συγκροτήματος της Μίεζας που πέρα από την χωροθέτηση του δίπλα αλλά έξω από την πόλη, αποτελεί ένα από τα προφανέστερα στοιχεία για την συσχέτιση του συγκροτήματος με γυμνάσιο. Δίπλα της προς τα νότια ίσως βρισκόταν η παραδρομίς, ο αντίστοιχης λειτουργίας υπαίθριος διάδρομος που κατέληγε στα δυτικά στη πέτρινη σκάλα, η οποία οδηγεί στο παραπάνω επίπεδο του συγκροτήματος, ενώ η διαμόρφωση του εδάφους με την οργανική ενσωμάτωση στον χώρο του των φυσικών κλίσεων μοιάζει ιδανική για την χωροθέτηση 
εδώ του σταδίου. 
Το μνημειώδες περιστύλιο που ακριβώς αυτή την περίοδο αποκτά την τυπική μορφή του στο ανάκτορο των Αιγών65 προσφέρεται ως αρχιτεκτονική δομή για τις πολυποίκιλες ανάγκες που καλείται να στεγάσει η παλαίστρα και δεν είναι τυχαίο ότι θα αποτελέσει τυπικό χαρακτηριστικό γνώρισμα για τις ελληνιστικές παλαίστρες που από τον τέλος του 4ου­αρχές του 3ου 
αι. π.Χ. τείνουν να γίνουν αναπόσπαστο τμήμα των ελληνιστικών γυμνασίων66. Άλλωστε τις λειτουργίες παλαίστρας, πιθανότατα της παλιότερης γνωστής με αυτή την αρχιτεκτονική διαμόρφωση, εξυπηρετούσε και το δυτικό περιστύλιο του ανακτόρου των Αιγώνόπως επιβεβαιώνει η προσθήκη κυκλικού λουτρού στο εσωτερικό ενός από τους χώρους του στα χρόνια των Αντιγονιδών, αλλά και η παρουσία υποβάσεων λίθινων λουτήρων σε έναν άλλο67
Παλαίστρες με περίστυλες αυλές υπάρχουν στα γυμνάσια των Δελφών68, της Ερέτριας69 και της Αμφίπολης70 που χρονολογούνται περίπου στην ίδια εποχή (Δελφοί) ή λίγο αργότερα (Ερέτρια, Αμφίπολη) από το περιστύλιο της Μίεζας, αλλά πάντως πριν το τέλος του 4ου αι. π.Χ., ενώ οι στενόμακρες εξέδρες της δυτικής και τα τετράγωνα δωμάτια πολλαπλών χρήσεων της 
νότιας πτέρυγας του που θα μπορούσαν να χρησιμεύουν ως χώροι άσκησης, αποδυτήρια, αλειπτήρια, χώροι διδασκαλίας και ακροάσεων κ.λπ. βρίσκουν παράλληλα σε αυτές, αλλά και στην παλαίστρα της Ολυμπίας (γύρω στο 300 π.Χ.)71 και γενικότερα στα γυμνάσια και 
τις παλαίστρες της ελληνιστικής εποχής72. Στο γυμνάσιο της Ερέτριας η παλαίστρα συγκροτείται από δύο παρόμοιες κτηριακές ενότητες που οργανώνονται καθεμιά γύρω από μια περίστυλη αυλή και μολονότι η ανατολική κατασκευάσθηκε μερικές δεκαετίες αργότερα φαίνεται ότι αποτελεί μέρος του ίδιου αρχικου αρχιτεκτονικού σχεδιασμού που απευθύνεται ίσως σε δύο διαφορετικές ηλικιακές ομάδες73. Ένας ανάλογος διαχωρισμός σε δύο διακριτές ενότητες που συγκροτούν ωστόσο εξ αρχής το σύνολο του δυτικού τμήματος παρατηρείται και στο συγκρότημα της Μίεζας.
Απαραίτητο λειτουργικό χαρακτηριστικό κάθε παλαίστρας αποτελούν οι χώροι λουτρού. Στο ανασκαμμένο τμήμα του συγκροτήματος της Μίεζας δεν έχει ως τώρα αναγνωριστεί με βεβαιότητα τέτοιος χώρος, έχουν βρεθεί όμως δύο τουλάχιστον αγωγοί που το προμήθευαν με άφθονο τρεχούμενο νερό από τα γειτονικά υψώματα74, στοιχείο που αποτελεί ισχυρή ένδειξη για την ύπαρξη λουτρικών εγκαταστάσεων που δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί. Την συσχέτιση με παλαίστρα και 
γυμνάσιο, για την βασική λειτουργία του οποίου το άλειμμα των αθλούμενων με λάδι αποτελεί καθημερινή αναγκαιότητα, ενισχύουν ευρήματα όπως τα θραύσματα 
των παναθηναϊκών αμφορέων που βρέθηκαν στο βορειοδυτικό τμήμα του συγκροτήματος (εικ. 8).

Εικ. 8. Κάτοψη του ανασκαμμένου τμήματος. Με κίτρινο δηλώνονται οι στοές, με κόκκινο οι ανδρώνες, με πράσινο και μωβ χώροι διάφορων χρήσεων με γαλάζιο το πιθανό πρόπυλο (;)


Τα δεδομένα και οι ενδείξεις συγκλίνουν: το τεράστιο δημόσιο συγκρότημα που, όπως φαίνεται, κατασκευάσθηκε από τον Φίλιπππο Β΄ πολύ κοντά στο θέατρο, δίπλα στην πόλη της Μίεζας, μάλλον δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά ένα γυμνάσιο με παλαίστρα, πιθανότατα και με στάδιο, ένα γυμνάσιο πολύ μεγαλύτερο όμως από εκείνα των πόλεων της εποχής, πολύ μεγαλύτερο ακόμη και από το γυμνάσιο των Δελφών75, που μόνο με το συγκρότημα του γυμνασίου και της παλαίστρας της Ολυμπίας μπορεί να συγκριθεί, το οποίο δημιουργήθηκε τον 3ο αι. π.Χ. για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του σημαντικότερου πανελλήνιου ιερού και των σημαντικότερων πανελλήνιων αγώνων. Αν είναι έτσι, αυτό σημαίνει ότι εδώ ήταν το «βασιλικό γυμνάσιο», όπου συγκεντρώθηκαν το 343 π.Χ. οι «παίδες» των Μακεδόνων, ο τόπος όπου ο Αριστοτέλης δίδαξε τον Αλέξανδρο και αυτούς που έμελλε να αλλάξουν τον κόσμο. 
Και προφανώς δεν είναι καθόλου τυχαία η χωρική συσχέτιση του συγκροτήματος του γυμνασίου με το θέατρο76 όταν είναι γνωστή η ιδιαίτερη εκτίμηση που έδειχνε ο Φίλιππος Β΄, αλλά και ο Αλέξανδρος στην συνέχεια στον κόσμο «των τεχνητών του Διονύσου» που δηλώνεται έμπρακτα και με την συσχέτιση του θεάτρου με το «βασίλειο» καθίδρυμα των Αιγών και όταν στον Αριστοτέλη χρωστάμε τον ορισμό της τραγωδίας (εικ. 9).

Εικ. 9. Αεροφωτογραφία της περιοχής του θεάτρου με προβολή των λειψάνων του γυμνασίου


Ασυνήθιστη πολυτέλεια της «παλαίστρας» της Μίεζας, αν δεχτούμε ότι η πιθανότερη ερμηνεία της λειτουργίας του μεγάλου περιστυλίου είναι αυτή, αποτελεί η παρουσία εξειδικευμένων χώρων συμποσίου. Βέβαια τα συμπόσια, τα επίσημα δείπνα και οι γιορτές δεν είναι ασυνήθιστες στα γυμνάσια77, μάλιστα στο γυμνάσιο της Ερέτριας βρέθηκε και το μαγειρείο, μολονότι δεν αναγνωρίζονται δωμάτια που να χρησίμευαν αποκλειστικά ως ανδρώνες συμποσίων. Για τον Πλάτωνα το συμπόσιο είναι ο κατ’ εξοχήν τόπος της φιλοσοφικής διδαχής και 
η Ακαδημία του έγινε τόπος δημόσιων συμποσίων78
Για τον Αριστοτέλη79 τα κοινά δείπνα έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία, επειδή συμβάλλουν ουσιαστικά στην σύσφιξη των δεσμών μεταξύ των πολιτών και ευνοούν την ανάπτυξη της «φιλίας». Από την άλλη ο «βασιλικός πότος» αποτελούσε κρίσιμο πολιτικό θεσμό για τους Μακεδόνες80, ενώ τα αγόρια που είχαν συγκεντρωθείαπό διάφορα μέρη του βασιλείου στην Μίεζα χρειάζονταν τόπο σίτισης και διαμονής. Ίσως όλοι αυτοί οι λόγοι να συνέβαλαν στην παρουσία του εντυπωσιακού συγκροτήματος των ανδρώνων στο γυμνάσιο της Μίεζας. 


Το βέβαιο είναι ότι η φιλία που αναπτύχθηκε εκεί ανάμεσα στον Αλέξανδρο και τους συμμαθητές του γρήγορα αποδείχτηκε εξαιρετικά πολύτιμη, όταν την κρίσιμη ώρα της δολοφονίας του Φιλίππου, πριν οι συνωμότες προλάβουν να ανακηρύξουν βασιλιά τον δικό τους υποψήφιο που ήταν πιθανότατα ο γιος του Περδίκκα Γ΄ και γαμπρός του Φιλίππου Β΄ Αμύντας, οι φίλοι του έσπευσαν να φορέσουν τους θώρακες και να ανέβουν81 στο μέγα περιστύλιο του ανακτόρου των Αιγών που ως φαίνεται είχε την λειτουργία πολιτικής­«ιερής» αγοράς82 για να ανακηρύξουν εκεί βασιλιά τον Αλέξανδρο.

Η κεραμεική και κυρίως ένας θησαυρός νομισμάτων83 χρονολογεί το συγκείμενο στρώμα καταστροφής στις πρώτες δεκαετίες του 3ου αι. π.Χ., μια ιδιαίτερα ταραγμένη εποχή που σημαδεύεται από την εισβολή των Γαλατών στην Μακεδονία, ωστόσο είναι απαραίτητο να συνεχιστεί η ανασκαφή για να διαπιστωθεί η πραγματική έκταση της καταστροφής, καθώς και αν κάποια τμήματα του οικοδομικού συγκροτήματος επιδιορθώθηκαν και συνέχισαν να λειτουργούν, σε ποια έκταση και ως πότε. 
Οπωσδήποτε μια μικρή επαρχιακή πόλη όπως η Μίεζα δεν χρειαζόταν και δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις λειτουργικές ανάγκες ενός τέτοιου γιγαντιαίου γυμνασιακού συγκροτήματος χωρίς την βασιλική υποστήριξη και δεν είναι γνωστό, αν οι Αντιγονίδες ήταν πρόθυμοι στο σημείο αυτό να συνεχίσουν την πολιτική των προκατόχων τους. Μάλλον φαίνεται ότι η Βέροια, ως ιδιαίτερη πατρίδα τους, πριμοδοτήθηκε εις βάρος των γειτονικών πόλεων, ενώ η ανάγκη ριζικής αναδιαμόρφωσης του γειτονικού θεάτρου στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια84, μετά την δεύτερη κατάληψη της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους το 148 π.Χ., ίσως σημαίνει ότι η εκτεταμένη καταστροφή που παρατηρείται στις Αιγές85 και έγινε αυτή την εποχή, προφανώς με στόχο να εξαφανίσει από προσώπου γης οτιδήποτε συνδεόταν με την βασιλική εξουσία και τις δομές της, να επεκτάθηκε ως εδώ, συμπαρασύροντας και ό,τι είχε απομείνει από το πάλαι ποτέ λαμπρό γυμνασιακό συγκρότημα, με το οποίο συσχετιζόταν και το θέατρο. Γεγονός είναι ότι, ενώ το θέατρο αποκαταστάθηκε και συνέχισε να εξυπηρετεί τις ανάγκες της πόλης, το κουφάρι του κτηριακού συγκροτήματος του «βασιλικού γυμνασίου» λιθολογήθηκε άγρια στα αυτοκρατορικά χρόνια και χάθηκε από τη μνήμη των κατοίκων που εγκατέστησαν την πολύτιμη παράδοση του Αριστοτέλη και του Αλέξανδρου στα βράχια του Νυμφαίου. 
Η συνέχεια της ανασκαφής μπορεί να μας δώσει περισσότερα στοιχεία για την τύχη του γυμνασίου της 
Μίεζας στα ελληνιστικά χρόνια. Το βέβαιο είναι ότι ανεξάρτητα από αυτό η ιστορία δεν σταμάτησε εκεί. Την άνοιξη του 324 π.Χ. 30.000 Επίγονοι, νεαροί Πέρσες και άλλοι Ασιάτες, πλήρως εκπαιδευμένοι στον μακεδονικό τρόπο πολέμου, ήταν έτοιμοι να ενταχθούν ισότιμα στο στράτευμα του Αλέξανδρου και να αντικαταστήσουν τους παλαίμαχους Μακεδόνες86. Αυτό σημαίνει περίπου τρία ως πέντε χρόνια μαθητείας και μερικές ντουζίνες «βασιλικά» γυμνάσια, ανάλογα με αυτό της Μίεζας, διάσπαρτα από τα Άρβηλα, την Βαβυλώνα, τα Σούσα και τα Εκβάτανα μέχρι τα Βάκτρα και τα Μαράκανδα, ενσωματωμένα στις ολοκαίνουριες Αλεξάνδρειες που όριζαν πια τους δρόμους του εμπορίου και του πολιτισμού στην καρδιά της Ασίας. 
Η ένταξη των Επιγόνων κόστισε στον Αλέξανδρο μια ανταρσία, αλλά το ποτάμι είχε ξεκινήσει και δεν 
μπορούσε πια να γυρίσει πίσω. Τον δρόμο του Αλέξανδρου συνέχισαν οι σύντροφοι και συμμαθητές του στην σχολή της Μίεζας, οι διάδοχοι και οι απόγονοι των απογόνων τους. Οι στρατιώτες­κληρούχοι που δεν γύρισαν πίσω, οι «Επίγονοι» και οι απόγονοί τους, τα παιδιά των μεικτών γάμων, οι εξελληνισμένοι Ασιάτες και Αφρικανοί, οι τολμηροί και φιλοτάξιδοι Έλληνες έγιναν οι πολίτες των εκατοντάδων νέων και παλιών πόλεων της Ελληνιστικής Οικουμένης. Απαραίτητο σημείο αναφοράς σε κάθε πόλη, κάποτε ακόμη και έξω από αυτή87ήταν το Γυμνάσιο, το καθίδρυμα που μπορούσε να παράξει ικανούς μαχητές για τον ηγεμόνα, καλούς πολίτες, στην ανάγκη υπερασπιστές, για την πόλη, πολιτσμένους και επαρκώς μορφωμένους88 συμμέτοχους στη νέα τάξη πραγμάτων και αποδείχθηκε ένας από τους βασικούς, αν όχι ο βασικός μοχλός της δημιουργίας της πολυεπίπεδης ελληνιστικής κοινής89

Από την Ιερουσαλήμ­Αντιόχεια μέχρι το Αι Χανούμ και τα Τάξιλα, από την Αφροδιτόπολη και την Κοπτό της Άνω Αιγύπτου μέχρι το Ηράκλειο στη σκιά του Βεζούβιου οι παίδες, οι έφηβοι και οι νέοι της Οικουμένης που φοιτούν στα γυμνάσια γίνονται «Έλληνες», συμμέτοχοι μιας ταυτότητας που είναι συνώνυμη πολιτισμού και εξασφαλίζει κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ακόμη προνόμια και ως τέτοια είναι άκρως επιθυμητή από όλους, ακόμη και όταν τα ελληνιστικά κράτη θα πάψουν να υπάρχουν σαν πολιτικές οντότητες, με αποτέλεσμα στις πόλεις της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τα γυμνάσια, ενταγμένα πια στον αστικό ιστό, να εξακολουθούν μαζί με τα θέατρα να αποτελούν σημεία αναφοράς90 και να τα στηρίζουν με τις ευεργεσίες και τις χορηγίες τους οι εξέχοντες πολίτες, συνεχίζοντας την πλούσια παράδοση των ελληνιστικών ηγεμόνων και βασιλέων91

Πριν από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ όμως τίποτε από όλα αυτά δεν ήταν δεδομένο. Το γυμνάσιο ήταν 
κατ’ εξοχήν χώρος άθλησης των νέων, η εκπαίδευση, ακόμη και η στρατιωτική, στις δημοκρατικές πόλεις της νότιας Ελλάδας ήταν λιγότερο ή περισσότερο ιδιωτική υπόθεση και ο Πλάτων θεωρούσε απαραίτητο να νομοθετήσει για την αναγκαιότητα της συστηματικής «κρατικής» εκπαίδευσης των νέων και ειδικότερα στην τέχνη του πολέμου92. Ακόμη και οι δομές και οι λειτουργίες των γυμνασίων –συνακόλουθα και οι αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις που θα τις υπηρετούσαν– όχι μόνον 
δεν είχαν παγιωθεί, αλλά σχεδόν δεν υπήρχαν. Εξαίρεση στη γενική εικόνα ήταν το «κοινόν των Βοιωτών» που με προεξάρχουσα πόλη την Θήβα, στα ταραγμένα εκείνα χρόνια που εύγλωττα περιγράφει ο Ξενοφώντας στα «Ελληνικά», αξίωνε την ηγεμονία. Εκεί ή στρατιωτική εκπαίδευση93 και μάλιστα όχι μόνον των νέων αλλά και των «παίδων» και όχι μόνον ως ατομική εξάσκηση 
στη χρήση των όπλων, αλλά και ως ομαδική στους ελιγμούς και τους σχηματισμός της φάλαγγας στη μάχη αποτελούσε σύμφωνα με νόμο του Κοινού βασικό συστατικό της γυμνασιακής εκπαίδευσης στις πόλεις: «τοξευέμεν κὴ ἀκοντιδδέμεν κὴ τάδδεσθη συντάξις τὰς περὶ τὸν πόλεμον»94

Ο Φίλιππος βρέθηκε όμηρος στην Θήβα του Επαμεινώνδα95 περίπου στην ίδια ηλικία που ο Αλέξανδρος ήταν στο γυμνάσιο της Μίεζας, διδάχθηκε την πολεμική τέχνη από τον Πελοπίδα, μυήθηκε στις διδασκαλίες των Πυθαγορίων και είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει την αποτελεσματικότητα του βοιωτικού συστήματος εκπαίδευσης την καλύτερη στιγμή του από πρώτο χέρι. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς του Δημοσθένη που αμαύρωσαν την εικόνα του, ο Μακεδόνας βασιλιάς ήταν ιδιαίτερα μορφωμένος, γνώριζε πολύ καλά την Πλατωνική διδασκαλία και διατηρούσε στενές σχέσεις με τους Πλατωνικούς κύκλους και όπως αποδεικνύουν τα έργα τουείναι αυτός ο πρώτος πραγματικά πεφωτισμένος ηγεμόνας σύμφωνα με το πλατωνικό πρότυπο96. Μεγαλοφυής στρατηγός, αλλά και πολιτικός και κοινωνικός μεταρρυθμιστής ο Φίλιππος κατάφερε, αναβαθμίζοντας το 
στράτευμα του, να μετατρέψει το χάος που κληρονόμησε στην πρώτη δύναμη της εποχής του και συγχρόνως έθεσε τις βάσεις για την σύνθεση της αποτελεσματικότητας της κεντρικής εξουσίας με τα οφέλη της ελεύθερης, δημιουργικής συμμετοχικότητας σε τοπικό/αστικό επίπεδο, εισάγοντας στο πατροπαράδοτο σύστημα της μακεδονικής βασιλείας τους θεσμούς των αυτόνομων, δημοκρατικά οργανωμένων πόλεων97
 
Ο Τάφος των Ανθεμίων, που χρονολογείται στο α’ μισό του 3ου αιώνα π.Χ., είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία της Μίεζας.

Αναγνωρίζοντας την σημασία της συστηματικής εκπαίδευσης98, τόσο για την αποτελεσματικότητα του 
στρατεύματος όσο και για την καλή λειτουργία των πόλεων ο Φίλιππος αναβαθμίζει το βοιωτικό μοντέλο και δημιουργεί σε πρωτοφανή για τα τότε δεδομένα κλίμακα το πρότυπο «βασιλικό γυμνάσιο» στην Μίεζα μια μικρή πόλη που βρίσκεται στη Μακεδονική ενδοχώρα, στον δρόμο που ενώνει99 τις Αιγές με την Πέλλα, όπου οι «παίδες» του βασιλιά και των εταίρων προστατευμένοι 
και αναπόσπαστοι από εξωτερικά ερεθίσματα100 μπορούν να αφοσιωθούν στην μαθητεία τους. 

Έχοντας ενστερνισθεί τα πλατωνικά κελεύσματα και πιστεύοντας ότι η άριστη παιδεία είναι η μόνη εγγύηση για βέλτιστη διακυβέρνηση, ο Φίλιππος γίνεται μέγας χορηγός και ευεργέτης και, εγκαινιάζοντας το μοντέλο που θα ακολουθήσουν οι ελληνιστικοί ηγεμόνες101, καλεί τον διαπρεπέστερο φιλόσοφο και επιστήμονα της εποχής, τον Αριστοτέλη, να αναλάβει την διεύθυνση του γυμνασίου του, δημιουργώντας έτσι το απόλυτο πρότυπο για την εκπαίδευση του ηγεμόνα και των αρίστων. Αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας του Φιλίππου Β΄ θα είναι η εκπληκτική γενιά των ηγετών που έβαλαν τα θεμέλια της Ελληνιστικής Οικουμένης και ο σπόρος που σπάρθηκε στη Μίεζα θα καρπίσει στο Μουσείο της Αλεξάνδρειας. Χάρη στο μεγάλο έργο της αναστήλωσης του 
ανακτόρου των Αιγών είχαμε τα τελευταία χρόνια την ευκαιρία να διαπιστώσουμε την τεράστια σημασία αυτού του οικοδομήματος για την εξέλιξη της δημόσιας αρχιτεκτονικής. Συμβαίνει κάτι ανάλογο και με το «βασιλικό γυμνάσιο» της Μίεζας; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό ίσως βρίσκεται κρυμμένη κάτω από το χώμα των χωραφιών με τις ανθισμένες ροδακινιές

ΤΕΛΟΣ



ΑΝΑΦΟΡΕΣ

1 Πλουτ., Αλέξανδρος VII, 3.
2 Πλιν., Naturalis Historia IV, 34, XXXI, 30.
3 Πτολ. Γεωγ. 3.12.36· επίσης Στεφ. Βυζ. 452.1 και Θεαγένης FGrHist 774 fr. 7.
4 BCH 45, 1921,17,III 59, κατάλογος θεωροδόκων 2ος αι. π.Χ.
5 Petsas κ.ά. 2000, 135.
6 Η ταύτιση έγινε αρχικά από τον Φ. Πέτσα, βλ. Πέτσας 1966, 5-14. Επίσης βλ. Papazoglou 1988, 150-152· Hatzopoulos 1996, 114-116· Ρωμιοπούλου 1997· Hatzopoulos 2003· Hatzopoulos και Paschidis 2004, s.v. “Mieza”· Κουκουβού και Ψαρρά 2004· Αλλαμανή κ.ά. 2009· Κουκουβού και Ψαρρά 2011· Hatzopoulos 2011. 
7 Leake 1835, 288· Delacoulonche 1859, 99-102.
8 Οικισμός στην «Τούμπα Χατζηνώτα», Αλλαμανή 1983. 
9 Στον λόφο Τσιφλίκι-‘Ακρόπολη’ βρέθηκαν κατάλοιπα παλαιοχριστιανικών χρόνων, βλ. Στίκας1959και 1959α, ανάμεσα τους και μια βασιλική, βλ. Ψαρρά 2003, αλλά και βυζαντινοί τάφοι που αποκαλύφθηκαν κατά τις εργασίες καθαρισμού της ΕΦΑ Ημαθίας στην περιοχή του λουτρού 
το 2018-19. 
10 Στα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια φαίνεται ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο κώμες με σημαντική απόσταση μεταξύ τους, όπως δείχνει η θέση 
των πυκνών νεκροταφείων που βρέθηκαν δυτικά στην περιοχή Καμάρα (βλ. Ρωμιοπούλου και Τουράτσογλου 2002) και ανατολικά στην 
περιοχή Καψούρα (παλιότερες ανασκαφές της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ βλ. Αλλαμανή 2010, καθώς και πρόσφατες του 2020-1 της ΕΦΑ Ημαθίας). Βλ. επίσης 
Κουκουβού και Ψαρρά 2011, 224 σημ. 16.
11 Συνολικά επτά μακεδονικοί, «τάφος Θεοδωρίδη» και «τάφος Χαρούλη» που ανασκάφηκαν από τον Φ. Πέτσα το 1958, Τάφος του Kinch, βλ. Kinch 1920· Ρωμιοπούλου και Τουράτσογλου 1971, Λύσωνος και Καλλικλέους Miller 1972 και Miller 1993, δύο της συστάδας του «τάφου 
της Κρίσεως» και «τάφος των Ανθεμίων». Υπάρχουν επίσης και πολλοί λαξευτοί τάφοι, διάσπαρτοι στην ευρύτερη περιοχή, μερικοί από τους οποίους έχουν προσόψεις ιδιαίτερα μνημειακές, όπως ο τάφος που ανασκάφηκε το 1992 στην Ρουντίνα Κοπανού (βλ. Γουναροπούλου 1992) 
όπου υπάρχει μια σημαντική συστάδα λαξευτών τάφων, βλ. και Πέτσας 1966, 2 σημ. 2 με βιβλιογραφία.
12 Για τον τάφο της Κρίσεως βλ. Πέτσας 1966· για τον δεύτερο μακεδονικό τάφο της συστάδας βλ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη και Τροχίδης 2004.
13 Romiopoulou και Schmidt-Dounas 2010.
14 Αρριανός Ινδική, XVIII I6 και Τα μετά Αλέξανδρον, I 38.
15 Αρριανός, Ανάβασις, VI, 30
16 Η πλάκα βρέθηκε στον προθάλαμο του τάφου της Κρίσεως σε δύο διαφορετικές ανασκαφικές περιόδους. Πέτσας 1961· Στεφανή 1998· 
επίσης Λιλιμπάκη-Ακαμάτη και Στεφανή 2003 και κυρίως Hatzopoulos 2011α.
17 Για τις μεταρρυθμίσεις του Φιλίππου Β΄ βλ. Hatzopoulos 1996, ιδιαίτερα 465 κε.
8 Βρέθηκαν νομίσματα Φιλίππου Β΄ και όστρακα αγγείων του γ΄ τετάρτου του 4ου αι. π.Χ. Βλ. Πουλακάκης 2008· Πουλακάκης κ.ά. 2014α. 
19 opus signinum, αγρός Βαλαβάνη, Αλλαμανή και Μισαηλίδου 1992, 208-212.
20 Αλλαμανή και Κουκουβού 1995. Στο λόφο «Τσιφλίκι», η παραδοσιακή ονομασία του οποίου «Ακρόπολη», σχετίζεται με την μορφολογία της φύσει οχυρής θέσης που ορίζεται από δύο κλάδους του ποταμού Αράπιτσα, μολονότι οι ανασκαφές είναι περιορισμένες φαίνεται ότι υπάρχουν 
πολλά οικιστικά κατάλοιπα, ενώ τα ακρόβαθρα τριών γεφυρών φανερώνουν την σύνδεση με τον περιβάλλοντα χώρο του και ιδιαίτερα με τον αστικό πυρήνα που βρίσκεται στα νότια του. Βλ. και Ψαρρά 2003 με βιβλιογραφία. 
21 Στίκας 1959 και 1959α.
22 Kallipolitis 1952.
23 Έπαυλη στο Μπαλτανέτο βλ. Πέτσας 1963, 1964, 1965, 1966.
24 Πέτσας 1965, 39 κ.ε· 1966, 30 κ.ε· 1968, 65 κε.
25 Και εκεί υπάρχει μια μικρή σπηλιά η είσοδος της οποίας παρουσιάζει ανάλογες διαμορφώσεις με τις εισόδους των σπηλαίων στο Νυμφαίο.
26 Βρέθηκε σε σωστική ανασκαφή της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ στον χώρο στάθμευσης του Πολιτιστικού κέντρου που κατασκευάσθηκε στις αρχές του 21ου 
αιώνα δίπλα στον χώρο του Νυμφαίου.
27 Βλ. π.χ. Σιγανίδου και Τροχίδης 1990· Ρωμιοπούλου 1997· Αλλαμανή κ.ά. 2009, 18 κε.
28 Πρβ. ότι στην Μεσσηνία «αι κατά την επαρχίαν πόλεις» έστελναν τους εφήβους την πρωτεύουσα Μεσσήνη, όπου ζούσαν για τρία χρόνια στο 
Γυμνάσιο όπως προκύπτει από τον χαρακτηρισμό «Τριετειρήνες» σύμφωνα με επιγραφή του έτους 2/3 μ.Χ. (αρ. κατ. 1012, SEG 23,206) 
βλ. Themelis 2009, 65.
29 Για τις «ηλικιακές μεταβάσεις» και τις συναφείς τελετουργίες Βλ. Hatzopoulos 1994 και 2016.
30 Για την στρατιωτική εκπαίδευση στα ελληνιστικά γυμνάσια βλ. Kah 2004· Chankowski 2017· ειδικότερα για την Μακεδονία Hatzopoulos 2004, 
2015/16 και 2016.
31 Για τον θεσμό της «Εφηβείας» βλ. Chankowski 2010 και 2017, 39 κε. 
32 Gauthier και Hatzopoulos 1993.
33 Λαζαρίδου 2015· Hatzopoulos 2015/16· Arnaoutoglou 2019.
34 Hatzopoulos 2016.
35 Hatzopoulos 2015/16.
36 Gauthier και Hatzopoulos 1993, B l. 10-13. 
37 Hatzopoulos 2015/16, 152.
38 Hatzopoulos 2015/16, 149 κ.ε. και 2016.
39 Gauthier και Hatzopoulos 1993, 70: “The Macedonian gymnasium trained good soldiers and served as recruitment for the royal army”.
40 Πρβ. Hatzopoulos 2016.
41 Πλουτ., Αλέξανδρος, 9.1.
42 Αθήναιος 1.18a.
43 Κοτταρίδη 1993 και 2013, 63.
44 Πλούτ., Αλέξανδρος 7, 3.
45 Για την γυμναστική και την αθλητική εξάσκηση στα γυμνάσια βλ. Weiler 2004.
46 Wacker 2004 και Raeck 2004· γενικά βλ. και Delorme 1960.
47 Η ανασκαφή ξεκίνησε το 1969, Τουράτσογλου 1969, 1970 και 1971· Αλλαμανή και Μισαηλίδου 1992· Αλλαμανή και Κουκουβού 1995, 1998· 
Αλλαμανή κ.ά. 2002· Κουκουβού και Ψαρρά 2004· Αλλαμανή κ.ά. 2009. 
48 Αλλαμανή κ.ά. 2002, 2009· Κουκουβού και Ψαρρά 2011. Η συσχέτιση με Ασκληπιείο γίνεται κυρίως για να ερμηνευθεί η παρουσία των ανδρώνων, 
ως χώρος ιερού εστιατορίου.
γκρότημα, βρίσκεται λίγο χαμηλότερα από την ορχή49 Πουλακάκης κ.ά. 2014 και 2014α, 24 και 52 με φωτογραφίες των κτερισμάτων.
50 Αγρός Βαλαβάνη, Αλλαμανή και Μισαηλίδου 1992, 208-212. Μολονότι οι ανασκαφικές έρευνες στην περιοχή της αρχαίας Μίεζας είναι αρκετά 
εκτεταμένες, ωστόσο μέχρι το 2014, οι ανασκαφείς και συνακόλουθα όσοι ασχολήθηκαν με την περιοχή φαίνεται να έχουν αρκετά ασαφή 
και λανθασμένη εικόνα σε ότι αφορά στη θέση του αστικού πυρήνα της πόλης που τον τοποθετούν γενικά και αόριστα στον κάμπο προς τα 
ανατολικά του θεάτρου, ώστε το Δημόσιο συγκρότημα να βρεθεί εντός αυτού, ενώ θεωρούν ότι είναι εκτός τα ελληνιστικά-υστεροελληνιστικά 
κατάλοιπα του Αγρού Βαλαβάνη, παραβλέποντας και τα στοιχεία ρυμοτομίας που παραπέμπουν με σαφήνεια σε οργανωμένο αστικό ιστό, 
αλλά και τις ενδείξεις στα γειτονικά χωράφια. Έτσι Αλλαμανή 1995· Αλλαμανή και Κουκουβού 1995, 79 κε· Αλλαμανή κ.ά. 2009. Ωστόσο 
η εκτεταμένη επιφανειακή έρευνα μας στην περιοχή από το 2015 και εξής, η τοπογράφηση-αεροφωτογράφιση και η γενικότερη έρευνα 
με σκοπό τον προσδιορισμό της Ζώνης Α απολύτου προστασίας του χώρου καθώς και η μελέτη της περιοχής για την εκπόνηση του Master 
plan έχουν αποσαφηνίσει πια αρκετά την εικόνα που παρουσιάζει αναλογίες με την αντίστοιχη διάταξη της γειτονικής Βέροιας.
51 Βλ. Wacker 2004 με παραδείγματα και βιβλιογραφία. 
52 Στράβ., 17.1.10
53 Επώνυμος άρχων είναι και στην Βέροια ο ιερέας του Ασκληπιού, ενώ στο υπόγειο της οικοδομής Χαρωνιτάκη σώζεται τμήμα σημαντικού 
κτηρίου, δρόμος και αγωγός υδροδότησης που χρονολογείται στην εποχή του Φιλίππου Β΄, βλ. Ρωμιοπούλου και Τουράτσογλου 1974.
54 Σιγανίδου 1976, 256. Βλ. και Brocas-Deflassieux 1999, 89 «…. στα Ο.Τ. 310-311, βρέθηκαν τυχαία επίσης, κατά τίς εργασίες κατασκευής 
εργοστασίου τσιμέντου, τα θεμέλια ενός αρχαίου σταδίου. Στο φως ήλθαν οι σειρές των εδωλίων, κανονικά διαβαθμισμένες στο φυσικό 
πρανές τού εδάφους, καθώς επίσης ή πώρινη θεμελίωση, τα μαρμάρινα έδρανα και τα κατάλοιπα τριών μικρών κατασκευών». Δυστυχώς αντί 
να γίνει σήμα διακοπής των εργασιών του εργολάβου και να ακολουθήσει σωστική ανασκαφή για την αποκάλυψη του σταδίου, ο εργολάβος 
αφέθηκε να συνεχίσει και ακολούθησε η καταστροφή του μνημείου.
55 Gauthier και Hatzopoulos 1993, 13-143.
56 Ο Καλλιπολίτης (Καλλιπολίτης 1953), πρώτος ταύτισε την θέση του γυμνασίου. Βλ. και Brocas-Deflassieux 1999, 7 κε.
57 Βρέθηκαν μαρμάρινα θραύσματα, Κουκουβού και Ψαρρά 2011, 232.
58 Για το μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα του Φιλίππου Β΄ στις Αιγές βλ. Kottaridi 2011· Κοτταρίδη 2013, 211 κε· 2017. 
59 Για το ανάκτορο των Αιγών βλ. Κοτταρίδη 2009· Kottaridi 2011 και 2020α.
60 Πρβ. τους αντίστοιχους από τις χρυσελεφάντινες κλίνες που βρέθηκαν στον τάφο του Φιλίππου Β΄.
61 Οι Αλλαμανή, Κουκουβού και Ψαρρά (Αλλαμανή και Κουκουβού 1995, 86 κε· Ψαρρά 2009· Κουκουβού και Ψαρρά 2011, 227) θεωρούν ότι 
πρόκειται για δρόμο στο πλαίσιο της στήριξης της ερμηνείας του συγκροτήματος ως αγορά.
62 Η μία είναι φαρδύτερη και η άλλη στενότερη λειτουργώντας σαν αντίθημα.
63 Ένα στάδιο ισούται με 196,8 μ. = 0,328x600, όπου 0,328 μ. είναι το μέγεθος του δωρικού/μακεδονικού ποδός.
64 Αλλαμανή κ.ά. 2009· Κουκουβού και Ψαρρά 2011, 227, όπου το δυτικό περιστύλιο αναγνωρίζεται ως στοά σε σχήμα Γ, θεωρείται μάλλον 
εστιατόριο και συσχετίζεται με την λατρεία του Ασκληπιού. Η Ψαρρά (Ψαρρά 2009) ενσωματώνοντας τα νεότερα ανασκαφικά ευρήματα 
διατυπώνει για πρώτη φορά την άποψη ότι η λεγόμενη στοά Γ είναι στην πραγματικότητα ένα περιστύλιο, θεωρώντας ωστόσο τον 
στενόμακρο χώρο με τον στενό προθάλαμο μικρό ναό. 
65 Kottaridi 2011, 332 κ.ε.· 2018· 2020α.
66 Emme 2018.
67 Κοτταρίδη 2018. 
68 Jannoray 1953· Paganini 2022, 17.
69 Ackermann και Reber 2018.
70 Λαζαρίδου 1987, 1988, 1989, 1990 και Λαζαρίδης 1993.
71 Wacker 1996· Emme 2018.
72 Πρβ. von den Hoff 2009. 
73 Paganini 2022, 17 κε· Ackermann και Reber 2018 με βιβλιογραφία.
74 Αλλαμανή κ.ά. 2009, 26 σημ. 30. Περισσότερα για τους αγωγούς βλ. Ψαρρά 2009 σύμφωνα με την οποία ο ένας από τους αγωγούς τροφοδοτούσε 
κρηναία κατασκευή.
75 Μεγαλύτερο ακόμη και από το πολύ εντυπωσιακό και αρκετά νεότερό του γυμνάσιο του Περγάμου το συνολικό εμβαδόν του οποίου φθάνει 
τα 20.000 τ.μ.
76 Και στην Ερέτρια το γυμνάσιο κατασκευάζεται κοντά στο θέατρο. Η συσχέτιση θεάτρων και γυμνασίων ή η λειτουργία θεάτρων ή ωδείων 
μέσα στα ίδια τα γυμνάσια είναι ένα φαινόμενο που εμφανίζεται επανειλημμένα στις μεγάλες Ελληνιστικές πόλεις όπως το Πέργαμον (άνω 
γυμνάσιο) ή η Έφεσος κοκ. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα ελληνιστικά θέατρα που αποτελούν σημείο αναφοράς για κάθε πόλη, όσο μικρή και 
απομακρυσμένη και αν είναι αυτή εκτός από θεατρικές, μουσικές και ποιητικές παραστάσεις γίνονταν και πολιτικές εκδηλώσεις.
77 Mango 2004 με εκτενή βιβλιογραφία και μαρτυρίες πηγών.
78 Schmitt-Pantel 1992, 234 κε.
79 Αριστ., Πολιτεία 7, 1331 α.
80 Tomlinson 1970· Kottaridi 2011α. 
81 Αρριανός, Ανάβασις Ι,25
82 Κοτταρίδη 2018 και Kottaridi 2020α.
83 Κουκουβού και Ψαρρά 2011, 230 κε με βιβλιογραφία. Βλ. και Touratsoglou 1998.
84 Πουλακάκης κ.ά. 2014 και 2014α. 
85 Τότε καταστρέφεται οριστικά το ανάκτορο και το θέατρο, κατεδαφίζονται τα τείχη κ.λπ., βλ. Kottaridi 2020β με βιβλιογραφία. 
86 Αρριανός, Ανάβασις, VII, 6.
87 Π.χ. τα επαρχιακά γυμνάσια της Αιγύπτου, Paganini 2022 με βιβλιογραφία.
88 Scholz 2004.
89 Πρβ. Bringmann 2004· Groί-Albenhausen 2004· Daubner 2015· Geller και Potts 2015· Paganini 2022.
90 Βλ. Scholz και Wiegand 2015.
91 Για τις ευεργεσίες των βασιλέων κ.λπ. βλ. Ameling 2004 και Chankowski 2009.
92 Πλ., Νόμοι 8. 813 d-e, 828 e-834 a.
93 Roesch 1982, 307-354· Kah 2004, 77 κε.· Chankowski 2017, 43 κε. 
94 SEG 32.496.
95 Περίπου μεταξύ 368-365 π.Χ, Πλουτ. Πελοπίδας 26-27 και Διόδ. 15.67.4. Βλ. και Hatzopoulos 2020, 130 κε
96 Ο Ευφραίος από τους Ωρεούς, ο καλύτερος μαθητής του Πλάτωνα στην εποχή του, πηγαίνει στη μακεδονική αυλή και βρίσκει στο πρόσωπο του 
Περδίκκα Γ΄, του μεγαλύτερου αδελφού του Φιλίππου, έναν πρόθυμο, αλλά λιγόζωο μαθητή... Ο ίδιος ο Φίλιππος που, όπως λέει ο Διόδωρος 
(16,2) δέχτηκε την πυθαγόρεια διδαχή ως έφηβος-όμηρος στη Θήβα, κράτησε πάντα στενή επαφή με τον Σπεύσιππο και τον Πλατωνικό κύκλο, 
Σπεύσιππος, Επιστολαί Σωκρατικαί 30,12 (R. Herscher, Epistologr. Graeci). Βλ. επίσης Kottaridi 2020α.
97 Hatzopoulos 1996, ιδιαίτερα 465 κε.
98 Για τις Πλατωνικές επιρροές στην οργάνωση του βασιλείου Hatzopoulos 1996, 158 κε.
99 Η Μίεζα βρίσκεται σε απόσταση περ. 30 χλμ. από τις Αιγές και περ. 42 χλμ. από την Πέλλα.
100 Στον Γυμνασιαρχικό νόμο της Βέροιας, αλλά και στον εφηβαρχικό της Αμφίπολης είναι καταφανής η προσπάθεια να απομονωθούν και να 
προστατευθούν οι νεαροί τρόφιμοι των γυμνασίων από «κακές» εξωτερικές επιρροές, γεγονός που αιτιολογεί μάλλον την επιλογή ενός χώρου 
μακριά από τα δύο κέντρα εξουσίας, τις Αιγές και την Πέλλα.
101 Για την σχέση των ηγεμόνων με τα γυμνάσια και τις σχετικές ευεργεσίες τους βλ. ενδεικτικά Ameling 2004 και Chankowski 2009 με βιβλιογραφία.


 Πηγή: 
Μέρος από το βιβλίο Πολύτροπος - Τόμος I / Τιμητικός Τόμος για τον Καθηγητή Νικόλαο Χρ. Σταμπολίδη

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ