Η Λαοδίκεια η εν Φρυγία (στη Φρυγία), γνωστή επίσης ως Λαοδίκεια προς τον Λύκο (Λαοδίκεια ἐπὶ τῷ Λύκῳ), ήταν αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας, κτισμένη στο σημείο, που ο ποταμός Λύκος συμβάλλει με τον ποταμό Μαίανδρο. Βρίσκεται σε απόσταση 15 χιλιομέτρων μακριά από την Ιεράπολη.Είναι το σημερινό Εσκί Χισάρ. Παλαιότερα ονομαζόταν Διόσπολις και μετά Ροαί. Λαοδίκεια ονομάσθηκε από τον Αντίοχο Β΄ προς τιμή της συζύγου του. Η πόλη καταστράφηκε από σεισμό το 66 π.Χ. και την ανοικοδόμησε ο Μάρκος Αυρήλιος.
Η Λαοδίκεια της Φρυγίας υπήρξε μία από τις πρώτες πόλεις, που εκχριστιανίσθηκαν. Προς τους χριστιανούς κατοίκους της έγραψε μία επιστολή ο Απόστολος Παύλος. Ήταν επίσης μία από τις επτά πρώτες χριστιανικές κοινότητες στη Μικρά Ασία στις οποίες στάλθηκε από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη το έργο του «Αποκάλυψη». Κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ήταν έδρα επισκόπου.
Στην περιοχή της Λαοδίκειας υπήρχαν ασβεστούχες πηγές, που τις αναφέρει ο Στράβων.
Τοποθεσία
Η Λαοδίκεια βρίσκεται ανάμεσα στις στενές κοιλάδες των μικρών ποταμών Ασωπού και Κάπρου, που εκβάλλουν τα νερά τους στον Λύκο.
Βρισκόταν σε μια μεγάλη εμπορική οδό και στη γειτονιά της βρίσκονταν πολλές σημαντικές αρχαίες πόλεις. Βρισκόταν 17 χλμ δυτικά των Κολοσσών, 15 χλμ. νότια της Ιεράποληςκαι 160 χλμ. ανατολικά της Εφέσου. Βρισκόταν στην αρχαία περιοχή της Φρυγίας, αν και ορισμένοι αρχαίοι συγγραφείς τοποθετούν τη Λαοδίκεια σε διαφορετικές επαρχιακές περιοχές, δεν προκαλεί έκπληξη επειδή τα ακριβή όρια αυτών των περιοχών ήταν τόσο ασαφή. Για παράδειγμα, ο Πτολεμαίοςκαι ο Φιλόστρατοςτην αποκαλούν πόλη της Καρίας, ενώ ο Στέφανος ο Βυζάντιος την περιγράφει ότι ανήκει στη Λυδία.
Ιστορία
Η πόλη ονομαζόταν αρχικά «Διόσπολις», «Πόλη του Διός», και στη συνέχεια «Ροάς».Οι ανασκαφές στη βόρεια νεκρόπολη έδειξαν ότι ο οικισμός υπήρχε πριν από την ελληνιστική ίδρυση και κατοικούνταν από γηγενή πληθυσμό.
Η Λαοδίκεια ιδρύθηκε στη θέση της παλαιότερης πόλης από τον Αντίοχο Β', βασιλιά της αυτοκρατορίας των Σελευκιδών, το 261-253 π.Χ. προς τιμήν της συζύγου του Λαοδίκης, μαζί με πολλές άλλες ομώνυμες πόλεις. Η Λαοδίκεια σύντομα έγινε αρκετά πλούσια. Το 220 π.Χ., ο Αχαιός αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς της περιοχής αλλά ηττήθηκε από τον Αντίοχο τον Μέγα το 213 π.Χ. Ο Αντίοχος μετέφερε από τη Βαβυλωνία 2.000 εβραϊκές οικογένειες στη Φρυγία.[11] Πολλοί από τους κατοίκους της Λαοδίκειας ήταν Εβραίοι εκείνης της εποχής και ο Κικέρων καταγράφει ότι ο Φλάκκος αργότερα κατάσχεσε το σημαντικό ποσό των 9 κιλών χρυσού, που έστελναν ετησίως στην Ιερουσαλήμ για τον Ναό.
Μετά τη Μάχη της Μαγνησίας το 188 π.Χ. όταν οι Ρωμαίοι νίκησαν τους Σελευκίδες, υπογράφηκε η Συνθήκη της Απάμειας, που έδωσε τον έλεγχο ολόκληρης της δυτικής Μικράς Ασίας στο Βασίλειο της Περγάμου. Με τον θάνατο του τελευταίου βασιλιά της, η επικράτειά της κληροδοτήθηκε στη Ρώμη το 133 π.Χ. Έλαβε από τη Ρώμη τον τίτλο της ελεύθερης πόλης. Υπέφερε πολύ κατά τους Μιθριδατικούς Πολέμους[14] αλλά γρήγορα ανέκαμψε υπό την κυριαρχία της Ρώμης. Προς το τέλος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας και υπό τους πρώτους αυτοκράτορες, η Λαοδίκεια επωφελήθηκε από την πλεονεκτική θέση της σε έναν εμπορικό δρόμο και έγινε μια από τις πιο σημαντικές και ακμάζουσες εμπορικές πόλεις της Μικράς Ασίας, στην οποία πραγματοποιήθηκαν μεγάλες εμπορικές συναλλαγές και εκτεταμένο εμπόριο μαύρου μαλλιού.Ο περίφημος πλούτος της αναφέρεται στη Βίβλο.
Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, η Λαοδίκεια ήταν η κύρια πόλη ενός ρωμαϊκού conventus, το οποίο περιλάμβανε 24 πόλεις εκτός από αυτήν. Ο Κικέρωνας έχει αρχεία, που κρατούσαν εκεί περίπου το 50 π.Χ.Ο Κικέρωνας διέμεινε στην πόλη για δέκα εβδομάδες το 50 π.Χ. εκδικάζοντας υποθέσεις.
Ο Στράβων (64 π.Χ. - 24 μ.Χ.) αποδίδει τη διασημότητα της πόλης στη γονιμότητα του εδάφους και στον πλούτο ορισμένων κατοίκων της, μεταξύ των οποίων μπορεί να ήταν και ο Ιέρων της Λαοδίκειας, ο οποίος στόλισε την πόλη με πολλά όμορφα κτήρια και την κληροδότησε με περισσότερα από 2000 τάλαντα, όταν πέθανε.
Ο πλούτος των κατοίκων της έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη των τεχνών των Ελλήνων, όπως φαίνεται από τα ερείπιά της, και το ότι συνέβαλε στην πρόοδο της επιστήμης και της λογοτεχνίας μαρτυρείται από τα ονόματα των σκεπτικιστών Αντίοχου και Θειωδά, των διαδόχων του Αινεσίμου ( 1ος αιώνας π.Χ.), και από την ύπαρξη μεγάλης ιατρικής σχολής. Οι πλούσιοι πολίτες της κοσμούσαν τη Λαοδίκεια με όμορφα μνημεία. Ένας από τους αρχηγούς αυτών των πολιτών, ο Πολέμων (37 π.Χ. - 8 π.Χ.), έγινε βασιλιάς του Αρμενικού Πόντου (αποκαλούμενος από αυτόν "Πολεμόνικος") και των ακτών γύρω από την Τραπεζούντα. Η πόλη έκοψε τα δικά της νομίσματα, οι επιγραφές των οποίων υποδηλώνουν τη λατρεία του Δία, του Ασκληπιού, του Απόλλωνα και των αυτοκρατόρων.
Η περιοχή υπέφερε συχνά από σεισμούς, ιδιαίτερα από το μεγάλο σοκ, που συνέβη κατά τη βασιλεία του Νέρωνα (60 μ.Χ.), όταν η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς. Όμως οι κάτοικοι αρνήθηκαν την αυτοκρατορική βοήθεια για την ανοικοδόμηση της πόλης και την αποκατέστησαν με δικά τους μέσα.
Εδώ πιστεύεται ότι συνέβη το μαρτύριο του Λουλιανού και του Πάφου.
Οι βυζαντινοί συγγραφείς αναφέρουν συχνά τη Λαοδίκεια, ιδιαίτερα την εποχή των Κομνηνών αυτοκρατόρων. Το 1119, ο αυτοκράτορας Ιωάννης Β΄ Κομνηνός και ο επικεφαλής στρατιωτικός του διοικητής, Ιωάννης Αξούχος, κατέλαβαν τη Λαοδίκεια από τους Σελτζούκους Τούρκους στην πρώτη μεγάλη στρατιωτική νίκη της βασιλείας του.
Οχυρώθηκε από τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνό. Το 1206–1230 κυβερνήθηκε από τον Μανουήλ Μαυροζώμης. Η πόλη καταστράφηκε κατά τις επιδρομές των Τούρκων και των Μογγόλων.
Χριστιανισμός στη Λαοδίκεια
Ο Επαφράς, μαθητής του αποστόλου Παύλου, αναφέρεται ότι εισήγαγε τον Χριστιανισμό στη Λαοδίκεια, στη μεγάλη εβραϊκή κοινότητα της οποίας διαδόθηκε πολύ νωρίς και η πόλη έγινε έδρα επισκοπής. Η Λαοδίκεια υπήρξε και μία από τις Επτά Εκκλησίες της Αποκάλυψης Η προς Κολοσσαείς Επιστολή αναφέρει τη Λαοδίκεια ως μια από τις κοινότητες, που ενδιαφέρουν τον Απόστολο Παύλο. Εκεί αναφέρει τον Επαφρά, στον οποίο στέλνει χαιρετισμούς και ζητά να διαβαστεί δημόσια η επιστολή του στη Λαοδίκεια. Μερικά ελληνικά χειρόγραφα της Πρώτης προς Τιμόθεο επιστολής τελειώνουν με τις λέξεις: «Γράφτηκε στη Λαοδίκεια, μητρόπολη Φρυγίας Πακατιανής»
Οι τρεις πρώτοι επίσκοποι της Λαοδικείας είναι πολύ αβέβαιοι, τα ονόματά τους θυμίζουν άτομα, που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη: α. ο Άρχιππος (Κολοσσαείς 4:17), β. ο Νυμφάς, που ήδη υποδεικνύεται ως επίσκοπος Λαοδικείας από τα Αποστολικά Συντάγματα του τελευταίου τέταρτου του 4ου αιώνα (ένας άνδρας ονόματι Νυμφάς ή, σύμφωνα με τα καλύτερα χειρόγραφα, μια γυναίκα με το όνομα Νύμφα αναφέρεται στο Κολοσσαείς 4:15) και γ. ο Διοτρέφης (Γ' Ιωάννου 9). Μετά από αυτούς τους τρεις αναφέρεται ο Σάγαρις, μάρτυς (περ. 166). Ο Σισίννιος αναφέρεται στις Πράξεις του μάρτυρα Αγίου Αρτεμώνα, ιερέα της εκκλησίας του. Ο Νουνέχιος βοήθησε στη Σύνοδο της Νίκαιας (325). Ο Ευγένιος, γνωστός από μια επιγραφή, ήταν πιθανότατα διάδοχός του. Ο Αρειανός Κεκρόπιος μεταφέρθηκε από τον Κωνστάντιο στην έδρα της Νικομήδειας.
Όταν η Φρυγία χωρίστηκε σε δύο επαρχίες, η Λαοδίκεια έγινε η μητρόπολη της Φρυγίας Πακατιανής: εμφανίζεται με αυτόν τον τίτλο σε όλα τα Notitiae Episcopatuum. Περίπου είκοσι επίσκοποι είναι γνωστοί εκτός από αυτούς, που έχουν ήδη απαριθμηθεί. Ο τελευταίος κατέλαβε την επισκοπική έδρα το 1450. Έκτοτε, η επισκοπή έγινε έδρα τιτουλάριου επισκόπου, τόσο του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, όσο και της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία την αναφέρει ως «Λαοδίκεια στη Φρυγία]». Από πλευράς Ορθόδοξης Εκκλησίας, τον τίτλο του «Μητροπολίτου Λαοδικείας, υπερτίμου και εξάρχου Φρυγίας» φέρει, από τον Αύγουστο του 2018, ο Θεοδώρητος (Πολυζωγόπουλος). Η Καθολική Εκκλησία δεν έχει διορίσει άλλον τιτουλάριο επίσκοπο στην έδρα αυτή από τη μετάθεση του τελευταίου επισκόπου Λαοδικείας το 1968. Σώζονται εξήντα κανόνες Συνόδου της Λαοδίκειας, γραμμένοι στα ελληνικά. Η μαρτυρία του Θεοδώρητου υποστηρίζει ότι αυτή η Σύνοδος έγινε στην πραγματικότητα, η ακριβής ημερομηνία της πάντως συζητήθηκε πολύ. Μερικοί μάλιστα θεώρησαν ότι η σύνοδος της Λαοδίκειας πρέπει να είχε προηγηθεί αυτής της Νίκαιας (325), ή τουλάχιστον αυτής της Κωνσταντινούπολης (381). Φαίνεται ασφαλέστερο να τη θεωρήσουμε ως μεταγενέστερη της τελευταίας. Οι κανόνες είναι, αναμφίβολα, απλή σύνοψη παλαιότερου κειμένου, και πράγματι φαίνεται να προέρχονται από δύο ξεχωριστές συλλογές. Έχουν μεγάλη σημασία στην ιστορία της πειθαρχίας και της λειτουργίας. Μερικοί προτεστάντες έχουν επικαλεστεί έναν από αυτούς σε αντίθεση με τη λατρεία των αγγέλων
Αρχαιολογικός χώρος
Τα υπάρχοντα ερείπια της πόλης μαρτυρούν το παλαιότερο μεγαλείο της. Τα πολλά κτήριά της περιλαμβάνουν ένα στάδιο, λουτρά, ναούς, ένα γυμναστήριο, δύο θέατρα και ένα βουλευτήριο (Σπίτι της Γερουσίας). Στην ανατολική πλευρά, η γραμμή του αρχαίου τείχους είναι ευδιάκριτη, με τα ερείπια της πύλης της Εφέσου. Υπάρχουν δρόμοι, που διασχίζουν την πόλη, πλαισιωμένοι από κιονοστοιχίες και πολλά βάθρα. Βόρεια της πόλης, προς τον Λύκο, υπάρχουν πολλές σαρκοφάγοι, με τα σκεπάσματα τους να βρίσκονται κοντά τους, εν μέρει χωμένα στο έδαφος.
Το δυτικό θέατρο έχει ανακαινιστεί πρόσφατα (2022) με σχεδόν πλήρεις πλευρές από πέτρινα καθίσματα.]Αρχικά χτίστηκε την ελληνιστική περίοδο, χωρούσε 8000 θεατές και χρησιμοποιήθηκε μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ. Η αποκατάσταση του αρχαίου θεάτρου έγινε υπό την επίβλεψη του καθηγητή Τζελάλ Σιμσέκ του πανεπιστημίου Παμούκαλε και της ομάδας του. Για την ολοκλήρωση της αποκατάστασης συνεργάστηκαν δέκα ακαδημαϊκοί, ένας αρχιτέκτονας, δώδεκα αρχαιολόγοι, τέσσερεις ειδικοί για την ανακαίνιση μνημείων και αρκετοί εργάτες.
Επίσης, μεγάλο μέρος της τεράστιας δυτικής (ή κεντρικής) αγοράς 35.000 m2 έχει αποκατασταθεί με πολλούς από τους ψηλούς κίονες ύψους 10,8 m. Ο πίσω τοίχος μήκους 100 μέτρων και ύψους 11 μέτρων καλύπτεται με τοιχογραφίες και θεωρείται σημαντικός για την παγκόσμια αρχαιολογία.
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα ερείπια ενός υδραγωγείου, που ξεκινά αρκετά χιλιόμετρα μακριά από την πηγή Baspinar στο Ντενιζλί και πιθανώς έχει μια άλλη πιο μακρινή πηγή. Για να διασχίσει το νερό την κοιλάδα στα νότια της Λαοδίκειας, αντί του συνηθισμένου ανοιχτού καναλιού, που φερόταν πάνω από το επίπεδο της πόλης σε ψηλές καμάρες, όπως ήταν η συνήθης πρακτική των Ρωμαίων, χρησιμοποιήθηκε ένα ανεστραμμένο σιφόνι, που αποτελείται από έναν αγωγό διπλής πίεσης, που κατέβαινε στην κοιλάδα και πίσω στην πόλη. Η πίεση του νερού στο σιφόνι στο κάτω μέρος της κοιλάδας ήταν μια πρόκληση ελλείψει ισχυρών σωληνώσεων. Οι χαμηλές καμάρες που υποστηρίζουν το σιφόνι ξεκινούν κοντά στην κορυφή ενός χαμηλού λόφου στα νότια της πόλης όπου βρισκόταν η κεντρική δεξαμενή και από εκεί συνεχίζουν στην πρώτη τερματική δεξαμενή διανομής (castellum aquae) στην άκρη του λόφου της πόλης, τα ερείπια του οποίου είναι ορατά στα ανατολικά του σταδίου και του συγκροτήματος των Νοτίων Λουτρών. Το νερό ήταν φορτισμένο σε μεγάλο βαθμό με ασβεστούχο υλικό, καθώς αρκετές από τις καμάρες καλύπτονται με παχιά επικάλυψη όπου σημειώθηκαν διαρροές σε μεταγενέστερους χρόνους. Το σιφόνι αποτελούνταν από μεγάλους λαξευμένους πέτρινους σωλήνες. Η τερματική δεξαμενή έχει πολλούς πήλινους σωλήνες διαφόρων διαμέτρων για τη διανομή νερού στη βόρεια, ανατολική και νότια πλευρά. Στα δυτικά του τερματικού σταθμού βρίσκεται ένα μικρό σιντριβάνι δίπλα στη θολωτή πύλη. Το υδραγωγείο φαίνεται να καταστράφηκε από σεισμό, καθώς οι εναπομείνασες καμάρες γέρνουν προς στη μία πλευρά, χωρίς να έχουν σπάσει πολύ. Ένας δεύτερος τερματικός σταθμός διανομής και δεξαμενή καθίζησης είναι ορατός 400 μέτρα βόρεια του πρώτου, με τον οποίο συνδέθηκε μέσω ενός άλλου σιφονιού από μπλοκ τραβερτίνης, και αυτό είναι μεγαλύτερο και τροφοδοτούσε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης.
Το 2015 βρέθηκε μία σπάνια μαρμάρινη πλάκα με την επιγραφή του νόμου για το νερό. Εκδόθηκε το 114 μ.Χ., ρύθμιζε τη χρήση του νερού, που εισήχθη από τα βουνά στη Λαοδίκεια με πρόστιμα 5 έως 12,5 χιλιάδων δηναρίων, που επιβάλλονταν για τη ρύπανση των υδάτων, την καταστροφή καναλιών ή τη διάνοιξη σωλήνων ύδρευσης.
Το στάδιο κοντά στο νότιο άκρο της πόλης είναι σε καλή κατάσταση. Τα καθίσματα είναι διατεταγμένα κατά μήκος των δύο πλευρών μιας στενής κοιλάδας, η οποία εκμεταλλεύτηκε αυτό τον σκοπό και ήταν κλειστή στα δύο άκρα. Προς τα δυτικά υπάρχουν σημαντικά υπολείμματα ενός υπόγειου περάσματος, μέσω του οποίου άρματα και άλογα εισέρχονταν στην αρένα, με μια μακριά επιγραφή πάνω από την είσοδο.Το στάδιο αφιερώθηκε το 79 μ.Χ. στον αυτοκράτορα Βεσπασιανό από τον εύπορο πολίτη Νεικόστρατο. Στο στάδιο διεξάγονταν αγωνίσματα, μονομαχίες και θηριομαχίες.
Αμέσως βόρεια του σταδίου βρίσκεται ένα συγκρότημα γυμναστηρίου σε συνδυασμό με δίδυμα λουτρά ιδιόμορφα της περιοχής. Συνδέεται με τη νότια αγορά στη βόρεια πλευρά του και επίσης ένα βουλευτήριο. Μια επιγραφή δείχνει ότι το σύνολο χτίστηκε για την επίσκεψη του Αδριανού το 135.
Στο κέντρο της πόλης βρίσκεται Νυμφαίο του 3ου αι. μ.Χ.. Η ανασκαφή του Νυμφαίου έγινε τη δεκαετία του 1950. Αποτελείται από μία τετράγωνη δεξαμενή με ιωνικό περιστύλιο και από δύο ημικυκλικές κρήνες με δύο υπόγειες δεξαμενές αποθήκευσης νερού. Στο Νυμφαίο ερχόταν νερό μέσω μίας δεξαμενής νερού και ενός αψιδωτού υδραγωγείου στην κοιλάδα του Ντενιζλί.
Το 2019 ένα άγαλμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού ανακαλύφθηκε στον αρχαιολογικό χώρο.
Επίσης, το 2020 ανακαλύφθηκε στον αρχαιολογικό χώρο ένα μαρμάρινο ηλιακό ρολόι της Ελληνιστικής εποχής.Το ηλιακό ρολόι δείχνει εποχές, μήνες και ώρες και έχει διακοσμηθεί με φυλλώματα και τα ονόματα των εποχών στα Ελληνικά. Από το ηλιακό ρολόι απουσιάζει η βελόνα της σκιάς, γνωστή ως γνώμονας