ΣΠΑΡΤΗ : ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΑΜΟΣ

 

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΑΜΟΣ
του PAUL CARTLEDGE καθηγητή Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστηµίου Cambridge.

Τα αγγλικά επίθετα «σπαρτιατικός» και «λακωνικός» έχουν τις ρίζες τους στην ασυνήθιστη κοινότητα που εγκαταστάθηκε σης όχθες του Ευρώτα, στη Νότια Πελοπόννησο, γύρω στο 1000 π.Χ. Κάπου πεντακόσια χρόνια αργότερα, το 480 π.Χ., 300 πολεµιστές της Σπάρτης έγραψαν το όνοµα τους ανεξίτηλα στο Βιβλίο της Ιστορίας. 

Η µάχη των Θερµοπυλών σηµατοδότησε µια ελληνική ήττα στον πόλεµο κατά των Περσών εισβολέων. Ήταν όµως η ενδοξότερη ήττα που µπορεί κάποιος να φανταστεί και το πλέον ακλόνητο θεµέλιο στην - κατά τα άλλα - µεταβαλλόµενη και µε αναλαµπές χίµαιρα, µύθο ή θρύλο της αρχαίας Σπάρτης που φθάνει µέχρι τις µέρες µας. 
Πίσω από αυτούς τους 300 άνδρες - κατά περισσότερες της µίας έννοιες βρίσκονται; οι σπουδαίες γυναίκες της Σπάρτης. Στους λάτρεις του Οµήρου δεν χρειάζεται να υπενθυµίσουµε ότι πριν η Ελένη γίνει Ελένη της Τροίας ήταν η Ελένη της Σπάρτης, σύζυγος του καλού βασιλιά Μενέλαου και νύφη του Αγαµέµνονα. 
Χάρη στο µοναδικό κάλλος της, ένας δελφικός χρησµός µπορούσε µε ασφάλεια να προβλέψει ότι απ’ όλη την Ελλάδα οι γυναίκες της Σπάρτης ήταν οι πιο όµορφες εικόνα που δεν ευτελίζεται διόλου από τα βασανιστικά άσµατα των κοριτσιών (παρθένεια) που γράφτηκαν στη Σπάρτη από τον Αλκµάνα για να τραγουδιούνται από το χορό των νεαρών παρθένων λίγο πριν περάσουν το κατώφλι του γάµου. 

Ο γάµος ήταν για µια Σπαρτιάτισσα ό,τι ο πόλεµος για ένα Σπαρτιάτη: αντιπροσώπευε το στόχο της ενηλικίωσης και την ευκαιρία να πραγµατώσουν το ρόλο για τον οποίον τους προόριζε η κοινότητα. Ωστόσο, για τον έξω κόσµο, τους άλλους Ελληνες, οι Σπαρτιάτισσες κοπέλες και γυναίκες ήταν το ίδιο περίεργες και ακατανόητες όσο και οι Σπαρτιάτες που έδωσαν µάχη µέχρι θανάτου στις Θερµοπύλες. Βάλτε στο µυαλό σας το χαρακτήρα της Λαµπιδούς (ένα όνοµα όµορφο και βασιλικό στην πραγµατικότητα, που συνηθίζουν οι Σπαρτιάτες), της Σπαρτιάτισσας συζύγου που ο Αριστοφάνης ανεβάζει στην κωµική σκηνή των Αθηνών αµέσως µετά την πρεµιέρα της Λυσιστράτης το 411.

 Η Λαµπιδώ είναι ο ορισµός του καλοσχηµατισµένου θηλυκού σώµατος και αξιοθαύµαστη όχι µόνον για τα στητά στήθη της, αλλά και για το σύνολο της σωµατικής της διάπλασης. Με άλλα λόγια εκφράζει - φυσικά µε κάποια κωµική υπερβολή - την πραγµατικότητα στη Σπάρτη, που ήθελε τα κορίτσια να γυµνάζονται και σε καµία περίπτωση να είναι περιορισµένα σε αµιγώς οικιακές και στατικές εργασίες. 
Για παράδειγµα, ήταν εκπληκτικές αθλήτριες. Μια σειρά θαυµαστών ορειχάλκινων αγαλµατιδίων του 6ου αιώνα π.Χ. παριστάνουν γυµνές ή ηµίγυµνες Σπαρτιάτισσες, κορίτσια και κοπέλες, να τρέχουν, ακριβώς όπως έκαναν και στην πραγµατικότητα, όχι µόνο στη Σπάρτη αλλά και στην Ολυµπία (βεβαίως όχι στους Ολυµπιακούς Αγώνες, αφού αυτοί ήταν αποκλειστικά για άνδρες). Σκοπός της κοπιαστικής φυσικής άσκησης, όπως µαθαίνουµε από αρχαίους συγγραφείς που θα πρέπει να ήταν γνώστες - όπως ο Ξενοφών - ήταν ο ευγονισµός. 

Με άλλα λογία, αποσκοπούσε στην ανατροφή γυναικών που θα γίνονταν ρωµαλέες µάνες για ία παιδιά ίσος - ιδανικά µάλιστα αρσενικά παιδιά -για την επόµενη γενιά ενήλικων πολεµιστών της Σπάρτης που θα µάχονταν για λογαριασµό της τους εξωτερικούς εχθρούς, αλλά και τους εσωτερικούς: τον πληθυσµό των σκλάβων, τους είλωτες. Ορισµένες επιτύµβιες επιγραφές, που διασώζονται, αναγράφουν το όνοµα κάποιας Σπαρτιάτισσας και πλάι «πέθανε στη γέννα» - επισήµανση τιµής, δόξα για τη νεκρή γυναίκα, όπως για τον άνδρα Σπαρτιάτη ήταν τιµή να αναγράφεται «πέθανε στον πόλεµο» αν έχανε τη ζωή του στα πεδία των µαχών. 
Οι Σπαρτιάτες ανεπιφύλακτα απέδιδαν δηµόσιες τιµές και εξέφραζαν δηµοσίως επαίνους στις γυναίκες, σε κραυγαλέα αντίθεση µε την Αθήνα, επί παραδείγµατι, όπου ο Περικλής λέει - δίχως φόβο να διαψευστεί - ότι οι πιότερο αξιοσέβαστες Αθηναίες ήταν εκείνες για τις οποίες δεν είχε ακουστεί δηµόσια έπαινος ή ψόγος. Ούτε και οι ίδιες οι Σπαρτιάτισσες δείλιαζαν να µιλήσουν. 
Αναπτύχθηκε παράδοση που ανιχνεύεται στην εποχή του Ηρόδοτου ακόµη, η οποία αποδίδει στις γυναίκες της Σπάρτης εξαιρετικά οξυδερκείς ή πνευµατώδεις παρατηρήσεις. Πολλές από αυτές συγκεντρώθηκαν σε ένα έργο µε τίτλο «Αποφθέγµατα Λακωνικά» που αποδίδεται στον Πλουταρχο. Όταν µια ξένη γυναίκα ρώτησε τη Γοργώ, θυγατέρα του βασιλιά Κλεοµένη του Α΄ και σύζυγο του βασιλιά Λεωνίδα (του σπουδαίου ήρωα των Θερµοπυλών), γιατί οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι µόνες που εξουσίαζαν τους άντρες τους, εκείνη απάντησε «γιατί είµαστε οι µόνες γυναίκες που γεννάµε (πραγµατικούς) άντρες».

 Όταν ένα αγόρι γύριζε από τη µάχη µόνο, δίχως τ’ αδέλφια του, η µητέρα, αντί να τον καλωσορίσει µε τρυφεράδα, τον σφυροκοπούσε µε προσβολές: «Σε µεγάλωσα για να γίνεις εσύ ο µόνος δειλός από τα παιδιά µου;». Η λακωνική φράση «ή ταν ή επί τας» λέγεται ότι εκστοµιζόταν από την τυπική Σπαρτιάτισσα µητέρα ή τη σύζυγο και απευθυνόταν στο γιο ή τον άντρα της όταν εκείνος έφευγε για τον πόλεµο. Σήµαινε: «γύρνα πίσω µε την ασπίδα σου, ζωντανός και νικητής φέροντας την ασπίδα σου, ή γύρνα νεκρός, να σε κουβαλούν πάνω στην ασπίδα οι νικηφόροι συµπολεµιστές σου». 


Σαν ερχόταν η ώρα µιας Σπαρτιάτισσας να παντρευτεί, σε ηλικία 18 ετών (πολύ µετά την ήβη και αργότερα από ό,τι σε άλλα µέρη της Ελλάδας), το τελετουργικό και οι εκδηλώσεις ήταν διαφορετικές από εκείνες της υπόλοιπης Ελλάδας. Το δίχως άλλο οι πηγές µας είχαν µια τάση εντυπωσιασµού, φαίνεται όµως ότι πράγµατι τελούνταν µια µορφή γάµου ύστερα από αρπαγή. Ακόµη κι αν ο πατέρας ή ο άντρας κηδεµόνας ενός κοριτσιού την είχε αρραβωνιάσει µε κάποιον, ένας άλλος άντρας µπορούσε να την αρπάξει και να την κάνει om συνέχεια γυναίκα του δια της βίας. 


Αν ο αρραβώνας ακολουθούνταν -κατά τα συνήθη- από το γάµο, η τελετή ήταν µια περίεργα άχαρη υπόθεση, σε αντίθεση µε τη χαρούµενη ατµόσφαιρα από τα τραγούδια των παρθένων που προηγούνταν. Τα µαλλιά της νύφης ξυρίζονταν σχεδόν και έπειτα την έκλειναν σε ένα σκοτεινό δωµάτιο µε µόνη φορεσιά ένα µακρύ ανδρικό χιτώνα και µια ζώνη. Μετά θα ερχόταν ο άντρας, θα έλυνε τη ζώνη, θα της έβγαζε το χιτώνα και θα τη διακόρευε. 
Ο έγγαµος βίος δεν ήταν ιδιαίτερα θερµός για το ζευγάρι. Μέχρι την ηλικία των 30 ετών ο σύζυγος θα περνούσε κάθε βράδυ στη συσκηνία µαζί µε τους συντρόφους του και οι συζυγικές σεξουαλικές συνευρέσεις θα γίνονταν λαθραία και µυστικά. Ακόµη και µετά τη συµπλήρωση των τριάντα χρονών του συζύγου και αφού το ζεύγος είχε µε επιτυχία φέρει στον κόσµο νόµιµα και υγιή παιδιά, η σεξουαλική εµπειρία µιας Σπαρτιάτισσας ήταν πολύ διαφορετική από εκείνην µιας µέσης Ελληνίδας. 
Με ή δίχως τη συναίνεση της, ο σύζυγος µπορούσε να τη δανείσει σε έναν άλλο άντρα µε τον οποίο και για τον οποίο θα γεννήσει, νοµίµως, γνήσια τέκνα. Σε οποιοδήποτε άλλο ελληνικό κράτος κάτι τέτοιο θα συνιστούσε µοιχεία, η οποία επέσυρε αυστηρότατη τιµωρία - στην Αθήνα ακόµη και το θάνατο. 

Σε άλλες περιπτώσεις, κάποιος γηραιότερος Σπαρτιάτης που είχε µείνει χήρος, αλλά δεν ήθελε να ξαναπαντρευτεί και να κάνει νέα οικογένεια, µπορούσε να πάρει στο σπίτι του ως οικονόµο και σύντροφο τη σύζυγο κάποιου άλλου. Λέγεται ότι η γυναίκα που συµµετείχε σ’ αυτό το τρίγωνο ήταν ευτυχής µε τη ρύθµιση αυτή, αφού της δινόταν η δυνατότητα να έχει υπό τον έλεγχο της περισσότερα του ενός νοικοκυριά. 
Ο Ευριπίδης και ο Αριστοτέλης δεν ήταν σε καµία περίπτωση οι µόνοι µη Σπαρτιάτες Έλληνες που θεωρούσαν την κατάσταση των Σπαρτιατισσών σκανδαλιστική, ο λόγος τους όµως εκφράζει όλους. Ο Ευριπίδης στην «Ανδροµάχη» του βάζει τον Πελέα να ισχυρίζεται ότι οι Σπαρτιάτισσες δεν µπορούν ποτέ να είναι αγνές. 

Η Ανδρομάχη πλάι στον νεκρό  Έκτορα

Ο Αριστοτέλης, στα «Πολιτικά» του, στο δεύτερο βιβλίο, αποδύεται σε ακόµη σφοδρότερη κριτική της απείθαρχης ακολασίας του γυναικείου µισού της σπαρτιατικής πολιτείας. Φθάνει µάλιστα σε σηµείο να επιρρίψει στις γυναίκες την ευθύνη για την ύστατη παρακµή της Σπάρτης ως µεγάλης δύναµης τον 4ο αιώνα π.Χ.

Για παράδειγµα, όταν οι Θηβαίοι εισέβαλαν στη Λακωνία το 370, στην πρώτη τέτοια εχθρική εισβολή σε σπαρτιατικό έδαφος από την εποχή της ίδρυσης της, οι Σπαρτιάτισσες - κατά τον Αριοτοτέλη - προξένησαν πολύ µεγαλύτερη σύγχυση απ’ ότι οι εισβολείς! 
Ένα άλλο πράγµα που ο Αριστοτέλης απεχθανόταν αναφορικά µε τις Σπαρτιάτισσες, ήταν το γεγονός ότι κατείχαν και µπορούσαν να διαθέσουν γαίες, θα προτιµούσε να ίσχυε το νοµικό καθεστώς που επικρατούσε για τις γυναίκες στην Αθήνα, όπου τους δινόταν δικαίωµα σε µια µικρή περιουσία, ήταν όµως υποχρεωµένες να υποτάσσονται στη βούληση του άρρενα κηδεµόνα τους (κυρτού) για κάθε νόµιµη συναλλαγή. 
Αντίθετα στη Σπάρτη, οι γυναίκες, καθώς φαίνεται, είχαν καταφέρει µέχρι την εποχή του Αριστοτέλη να κατέχουν κατ να ελέγχουν το ένα τρίτο των ιδιωτικών γαιών.
 Ο Αριστοτέλης υπαινίσσεται, δε, ότι οι Σπαρτιάτισσες δεν δίσταζαν να εκµεταλλευτούν τη δύναµη που τους έδινε η ιδιοκτησία για να ασκήσουν επιρροή στη σφαίρα των δηµόσιων πολιτικών πραγµάτων - σφαίρα που είχε αποκλειστικά εκχωρηθεί στους άνδρες. «Πολλά πράγµατα», λέει µε µυστήριο, «ελέγχονταν από τις γυναίκες κατά την εποχή της αυτοκρατορίας (αρχής) των Σπαρτιατών» (το 371). Είχε άραγε δίκιο ο Αριστοτέλης; Ήταν η Σπάρτη γυναικοκρατούµενη, µια πόλη όπου οι γυναίκες εξουσίαζαν τους άνδρες; Μάλλον απίθανο. Η πεµπτουσία ίων δηµόσιων αξιών ήταν ανδροκρατούµενη και µάλιστα µε σοβινισµό.

 Οι γυναίκες ενθαρρύνονταν να µοιάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο στους άντρες και όχι το αντίστροφο. Ήταν ο σύζυγος που δάνειζε τη γυναίκα του σε άλλον άντρα µε σκοπό την αναπαραγωγή και έπειτα από συµφωνία, και όχι η γυναίκα που ελεύθερα αναζητούσε σεξουαλικούς συντρόφους όπως, όταν, και όποτε το επιθυµούσε.
 Οι «κατώτεροι» Σπαρτιάτες που αποκαλούνταν υποµείονες ήταν οι γιοι ενός πολίτη της Σπάρτης και µιας ανελεύθερης που προερχόταν από είλωτες - τυπικά προϊόντα µιας κοινωνίας σκλάβων. Είναι άκρως αποκαλυπτική η ιστορία της Σπαρτιάτισσας πριγκίπισσας Κυνίσκας, αδελφής του βασιλιά Αγησίλαου ίου Β΄, όπως τη διηγείται στη βιογραφία του ο Ξενοφών. 


Σε µια προσπάθεια να αποδείξει ότι η νίκη σε έναν αγώνα µε τέθριππο στην Ολυµπία δεν συνδέεται µε την ικανότητα ενός άνδρα αλλά µε τον πλούτο του, ο Αγησίλαος έδωσε οδηγίες στην Κυνίσκα να µεγαλώσει και να προετοιµάσει για αγώνες ένα κοπάδι άλογα. 
Το 396 και το 392 εκείνη, καθώς και τα άλογα και οι ηνίοχοι της. κέρδισαν το δάφνινο στεφάνι. Ήταν πραγµατικό κατόρθωµα. Στην Ολυµπία ανεγέρθηκε µνηµείο προς τιµήν της Κυνίσκας µε µια επιγραφή που πληροφορεί όποιον θέλει ή µπορεί να το διαβάσει ότι εκείνη ήταν η πρώτη γυναίκα σε ολόκληρη την Ελλάδα που κέρδισε το βραβείο και µάλιστα δύο φορές διαδοχικά. Στη Σπάρτη την τίµησαν ως npojiöa. της αφιέρωσαν µάλιστα ιερό βωµό. 

Οι παγερές κουβέντες του Αγησίλαου όµως δεν µπορούν να αµφισβητηθούν. Γι’ αυτόν, η πραγµατική αρετή του άνδρα θα µπορούσε να επιδειχτεί µόνον στο πεδίο της µάχης -µε τα πολεµικά άλογα που εκτρέφει και όχι µε τα άλογα επίδειξης της Κυνίοκας. Από την άλλη, όµως. δεν µπορούµε να υποβαθµίσουµε το ξεχωριστό καθεστώς που είχε παραχωρηθεί στις Σπαρτιάτισσες. 
Οι Σπαρτιάτες σοφά έκριναν ότι, εάν ήθελαν η πόλη τους να διατηρήσει το στρατιωτικό τρόπο Ζωής, δεν µπορούσαν να αγνοήσουν η να βάλουν στο περιθώριο, πόσο µάλλον να καταπιέζουν. τις γυναίκες.


 Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι τα κορίτσια της Σπάρτης είχαν πρόσβαση σε ένα είδος δηµόσιας εκπαίδευσης, που περιελάµβανε σκληρή - και στα µάτια των περισσότερων Ελλήνων αταίριαστη στη γυναικεία φύση- άθληση. Έτσι εξηγείται επίσης ότι οι Σπαρτιάτισσες είχαν δικαίωµα σε περιουσιακά στοιχεία, που περιελάµβαναν γη. 
Σε αντάλλαγµα, οι Σπαρτιάτισσες - γιαγιάδες, µάνες, σύζυγοι, αδελφές, θείες και ανιψιές- µε αίσθηση καθήκοντος προσέφεραν στους άντρες τους την αδιαµφισβήτητη αφοσίωση τους, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι αυτοί οι άντρες πραγµάτωναν τα ρωµαλέα φιλοπόλεµα ιδεώδη που οι ίδιοι είχαν καθορίσει. «Ή ταν ή επί τας» - αυτή ήταν πράγµατι η ηµερησία διάταξη.

Μετάφραση: Έρση Βατού

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ξενοφών. Λακεδαιµονίων Πολιτεία, Αγησίλαος, Αποφθέγµατα Λακωνικά P. Cartledge. Agesilaos and the Crisis of Sparta (Duchworth 1987) The Greeks: Crucible of Civilization (TV Books N.Y. 2000) 

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ– «Ιστορικά» - «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ»
ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ



ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ