Νόμισμα που απεικονίζει τον Βουκέφαλο,κερασφόρο την εποχή του Σέλευκου Α', ενός από τους διαδόχους. φωτογραφημένο στο Βρετανικό Μουσείο κατά την αρχαιότητα τα κέρατα ήταν αντικείμενο σεβασμού, και θεωρούνταν ιερά σύμβολα, καθώς αντιπροσώπευαν την Θεϊκή δύναμη.
Ο Βουκεφάλας (περ. 355 π.Χ. – Ιούνιος 326 π.Χ.) από [1- Aside from mythic Pegasus and the wooden Trojan Horse, or Incitatus, Caligula's favourite horse, proclaimed Roman consul.
2-Wasson, Donald (6 October 2011). "The Bucephalus". World History Encyclopedia.] θα γινόταν το άλογο που θα συντρόφευε τον Μέγα Αλέξανδρο για τα επόμενα 20 χρόνια. Τόσο πολύ αγαπούσε το άλογό του ώστε, όταν πέθανε από φυσικά αίτια, λίγο καιρό μετά τη μάχη του Υδάσπη, έδωσε το όνομά του σε μια πόλη της Ασίας που την ονόμασε Βουκεφάλα. ...Η μάχη στον Υδάσπη ποταμό διεξήχθη το 326 π. Χ., όταν ο Μέγας Αλέξανδρος κινήθηκε εναντίον του βασιλιά Πώρου του ινδικού βασιλείου Παουραβά στις όχθες του ποταμού Υδάσπη στην Πενταποταμία (σήμερα περιοχή Παντζάμπ στο Πακιστάν, κοντά στην πόλη Μπχέρα).
Ο Αλέξανδρος και ο Βουκέφαλος μάχονται στην Ισσό , απεικονίζονται στο «Μωσαϊκό του Αλεξάνδρου» . Είναι ένα έργο με μωσαϊκό του 100 π.Χ. Μάλλον του Φιλόξενου που ήταν ζωγράφος από την Ερέτρια. Ήταν μαθητής του Νικόμαχου της Θήβας, του οποίου την ταχύτητα στη ζωγραφική μιμήθηκε και μάλιστα ξεπέρασε, έχοντας ανακαλύψει νέες και γρήγορες μεθόδους χρωματισμού. Άλλη άποψη το αναφέρει ως έργο του ζωγράφου Απελλή ,αλλά αυτός ήταν σύγχρονος του Μ. Αλεξάνδρου - Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο , Νάπολη
Όπως αναφέρεται σχετικά, ο πατέρας του Αλέξανδρου Φίλιππος, αγόρασε το Βουκεφάλα από το Θεσσαλό Φιλόνικο. επειδή όμως ήταν ατίθασος, ο Μακεδόνας βασιλιάς ζήτησε να τον δαμάσουν, αλλά κανένας απ’ όσους προσπάθησαν δεν μπόρεσε να ημερέψει το άγριο εκείνο ζώο. Η αναπαραγωγή του ήταν αυτή του "καλύτερου θεσσαλικού στελέχους".
Για τον πατέρα του Φίλιππο,.. ο Πλούταρχος λέει ότι το περιστατικό τον εντυπωσίασε τόσο που είπε στο αγόρι, που δάμασε τον Βουκεφάλα, αφού τον ασπάστηκε : «Γιε μου, ψάξε για βασίλειο αντάξιό σου. Η Μακεδονία είναι μικρό βασίλειο για να σε χωρέσει».
Ο Αλέξανδρος λέγεται πως ονόμασε το άλογό του Βουκεφάλα, πολύ πιθανόν από το εύρος του μετώπου του. Όμως, σύμφωνα με το λεξικό του Ησύχιου, το Βουκεφάλας δεν ήταν απλά ένα όνομα, αλλά μια κατηγορία θεσσαλικών αλόγων που έφεραν ένα βούκρανον (βους+κρανίον), δηλ. ένα κεφάλι βοδιού, ως σήμα κατατεθέν των θεσσαλικών ίππων, σταμπαρισμένο με πυρωμένο σίδερο στα καπούλια τους. Έτσι η ονομασία πιθανώς προκύπτει από τα καπούλια του αλόγου και όχι το κεφάλι του.
Το «Δεκάδραχμο του Πώρου» (326 – 324 π. Χ.) στο οποίο εικονίζεται ο Μέγας Αλέξανδρος κατά τη νίκη του εναντίον του Ινδού βασιλιά Πώρου, μαζί με τον Βουκεφάλα
Ο Πλούταρχος λέει το 344 π.Χ., σε ηλικία δώδεκα ή δεκατριών ετών, ο Αλέξανδρος της Μακεδονίας κέρδισε το άλογο στοιχηματίζοντας με τον πατέρα του: Ένας έμπορος αλόγων ονόματι Φιλόνικος ο Θεσσαλός πρόσφερε τον Βουκέφαλο στον βασιλιά Φίλιππο Β' για το εξαιρετικά υψηλό ποσό 13 ταλάντων . Επειδή κανείς δεν μπορούσε να δαμάσει το ζώο, ο Φίλιππος δεν ενδιαφέρθηκε. Ωστόσο, ο Αλέξανδρος ήταν, και προσφέρθηκε να πληρώσει για τον εαυτό του σε περίπτωση αποτυχίας.
Ο Αλέξανδρος πήρε την ευκαιρία και εξέπληξε όλους υποτάσσοντάς τον... Μίλησε με πράο ύφος στο άλογο και το γύρισε προς τον ήλιο, ώστε να μην μπορεί πλέον να δει τη δική του σκιά, που ήταν η αιτία της στενοχώριας και αλλοφροσύνης του. Ρίχνοντας και τον κυματιστό μανδύα του , ο Αλέξανδρος δάμασε με επιτυχία το άλογο.
Το Alexander Romance* παρουσιάζει μια μυθική παραλλαγή της καταγωγής του Βουκεφάλα. Σε αυτόν τον μύθο, το πουλάρι, του οποίου οι ηρωικές ιδιότητες ξεπέρασαν ακόμη και αυτές του Πήγασου , εκτρέφεται και παρουσιάζεται στον Φίλιππο στα δικά του κτήματα . Οι μυθικές ιδιότητες του ζώου ενισχύονται περαιτέρω στο ειδύλλιο από το Μαντείο των Δελφών , ο οποίος λέει στον Φίλιππο ότι ο προορισμένος βασιλιάς του κόσμου θα είναι αυτός που θα καβαλήσει τον Βουκέφαλο, ένα άλογο με το σημάδι του κεφαλιού του βοδιού στα καπούλια του.
Για το όνομα Βουκεφάλας έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές. Σύμφωνα με μια απ’ αυτές, που είναι απίθανη, το άλογο του Αλέξανδρου ονομάστηκε έτσι επειδή είχε κεφάλι βοδιού, ενώ κατά μια άλλη η ονομασία αυτή οφείλεται στο μεγάλο κεφάλι του ζώου. Στην περίπτωση αυτή ως πρώτο συνθετικό της λέξης θεωρείται το βου, που σημαίνει πολύ. Μια τρίτη άποψη είναι πως το άλογο λεγόταν έτσι επειδή είχε στο μηρό ένα σχήμα που παρίστανε κεφάλι βοδιού. Τέλος υποστηρίζεται πως η ονομασία οφείλεται στο μεγάλο πείσμα του, που έμοιαζε με εκείνο του βοδιού.
Βυζαντινοί σχολιαστές αρχαίων κειμένων αναφέρουν τη χρήση του όρου «βουκέφαλος» για τη δήλωση μιας συγκεκριμένης θεσσαλικής ράτσας αλόγων που είχαν για σφραγίδα τους ένα κεφάλι βοδιού. Αυτήν την παράδοση ακολουθούν οι πηγές, που αναφέρουν πως ο Βουκεφάλας είχε χαραγμένο στον μηρό του ένα κεφάλι βοδιού, και αυτή η ερμηνεία του ονόματος φαίνεται, επομένως, η πιο πιθανή. Η εναλλακτική προέλευση του ονόματος Βουκεφάλας από ένα λευκό σημάδι όμοιο με κεφαλή βοδιού που είχε εκ γενετής στο μέτωπό του, όπως αναφέρει ο Αρριανός, δεν πιστοποιείται στις λιγοστές απεικονίσεις του, οι οποίες ανάγονται στα χρόνια του Αλεξάνδρου
Τον Βουκεφάλα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο χάλκινο αγαλμάτιο που αναπαριστά τον έφιππο Αλέξανδρο σε δράση. Πιστεύεται πως αναπαράγει τμήμα ενός μεγάλου συνόλου χάλκινων έργων του Λυσίππου, το οποίο αφιέρωσε ο Αλέξανδρος στο Ιερό του Δία στο Δίον, μετά τη νίκη του στον Γρανικό. Φλωρεντία, aρχαιολογικό Mουσείο.dot clear Ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Μετά την καταληκτική ήττα του Δαρίου Γ’, απήγαγαν τον Βουκεφάλα όσο ο Αλέξανδρος απουσίαζε σε εκδρομή. Με την επιστροφή του και μαθαίνοντας την είδηση, απείλησε ότι θα έκοβε κάθε δένδρο, θα κατέστρεφε ολοσχερώς τα εδάφη, και θα σκότωνε κάθε κάτοικο της περιοχής αν δεν το επέστρεφαν. Το άλογο επεστράφη σύντομα μαζί με παράκληση για έλεος.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι ο Αλέξανδρος ίδρυσε και μια άλλη πόλη για τον αγαπημένο του σκύλο, τον Περίτα.
Ο Αρριανός δηλώνει, με πηγή τον Ονησίκριτο , ότι ο Βουκέφαλος πέθανε σε ηλικία τριάντα ετών. Άλλες πηγές, ωστόσο, αναφέρουν ως αιτία θανάτου όχι το γήρας ή την κούραση, αλλά θανατηφόρους τραυματισμούς στη μάχη του Υδάσπη (Ιούνιος 326 π.Χ.), κατά την οποία ο στρατός του Αλεξάνδρου νίκησε τον βασιλιά Πόρο . Ο Αλέξανδρος ίδρυσε αμέσως μια πόλη, τη Βουκεφάλα , προς τιμήν του αλόγου του. Βρισκόταν στη δυτική όχθη του ποταμού Υδάσπη (σημερινό Τζελούμ στο Πακιστάν ). [Rolf Winkes, "Boukephalas", Miscellanea Mediterranea ( Archaeologia Transatlantica XVIII ) Providence 2000 , σελ. 101–107.] Η σύγχρονη πόλη Τζαλαλπούρ Σαρίφ , έξω από το Τζελούμ, λέγεται ότι είναι το μέρος όπου είναι θαμμένος ο Βουκεφάλος [Μάικλ Γουντ , «Στα βήματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου».]
Η μυθοπλαστική προσέγγιση και η υπερφυσική διάσταση της εκστρατείας του Αλεξάνδρου στην Ανατολή, όπως καταγράφηκε στο Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου (αλλιώς Βίος του Αλεξάνδρου του Μακεδόνος), έξι αιώνες μετά τον θάνατό του, από έναν άγνωστο aλεξανδρινό που συμβατικά ονομάζεται Ψευδοκαλλισθένης (τέλος 3ου μ.Χ. αι.), εγκαινίασε μια μεγάλη σειρά από μεταφράσεις, διασκευές και παραλλαγές του, που διέδωσαν τις περιπέτειές του, διανθίζοντάς τες με πλήθος υπερβατικών επεισοδίων άσχετων με την ιστορική πραγματικότητα. Τελευταία ανάμεσά τους, H Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου, τυπωμένη στα τέλη του 17ου αι., αναδείχτηκε σε αγαπημένο λαϊκό ανάγνωσμα μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Oτι το όνομά του Βουκεφάλα προέρχεται, όπως αναφέρει ο Στράβων (XV,698) από το εύρος του μετώπου του, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να συνδυαστεί με τη μαρτυρία του Αρριανού ότι ο Βουκεφάλας ήταν μεγαλύτερος από το φυσιολογικό είναι, εν τούτοις, αδύνατο επίσης να αποδειχτεί από τα λιγοστά έργα της τέχνης που τον απεικονίζουν.
Με αφορμή το όνομά του, μεταγενέστερες πηγές προσέδωσαν τερατικές μορφές στον Βουκεφάλα. Oτι είχε κεφάλι ή κέρατα βοδιού και πως το προσωνύμιο Δικέρατος (Dho’l Qarnayn), με το οποίο αναφέρεται ο Αλέξανδρος στο Κοράνιο, προέρχεται στην ουσία από τα κέρατα του αλόγου του.
Τερατικές απεικονίσεις του Βουκεφάλα με κέρατα, εμπνευσμένες προφανώς από τις μυθοπλαστικές διασκευές της ιστορίας, αποτυπώνονται σε ταπισερί που κοσμούνται με σκηνές από τις περιπέτειες του Αλεξάνδρου. Στις τερατικές προσεγγίσεις του Βουκεφάλα θα έπρεπε, από την άποψη αυτή, να ενταχτεί, τουλάχιστον ως προς τη συνήθειά του να τρώει ανθρώπους, και η ποιητική περιγραφή του από τον Ιωάννη Τζέτζη, αν βεβαίως δεν θεωρηθεί ως απλή μεταφορά που αποσκοπεί να δηλώσει απλώς και μόνον την άγρια φύση του:
«Του Βουκεφάλου σύμπασαν έχεις την ιστορίαν,
Ως ίππος ήν ατίθασσος ανθρώπους κατεσθίων.
Μόνω δε Μακεδόνι υπείκων Αλεξάνδρω
Την Βουκεφάλα κλήσιν δε τοιουτοτρόπως έσχε.
Βοός ως έχων κεφαλήν εν τω μηρώ σφραγίδα,
Ού μην βοός εκέκτητο ή κεφαλήν ή κέρας».
Εκτός από τον Πλούταρχο, που μας πληροφορεί πως ο Βουκεφάλας ήταν από τη Θεσσαλία και αγοράστηκε από τον Φίλιππο μετά την πετυχημένη προσπάθεια του νεαρού διαδόχου του να τον τιθασεύσει, μεταγενέστερη πηγή αναφέρει πως ο Βουκεφάλας ήταν από την Καππαδοκία και δόθηκε δώρο στον Φίλιππο όταν ο Αλέξανδρος ήταν περίπου δώδεκα χρόνων. Η Καππαδοκική καταγωγή του Βουκεφάλα αναφέρεται σε μια ακόμη πηγή, που λέει ότι ο Δημάρατος από την Κόρινθο έδωσε στον Αλέξανδρο «Βουκέφαλον ίππον. Καππάδοξ δε ην».
Η μυθοπλαστική λογική που διέπει όλες τις μη ιστορικές αναφορές στον Αλέξανδρο είχε επίδραση και στον Βουκεφάλα. Tα θρυλούμενα πως γεννήθηκε από την ένωση ελέφαντα με καμήλα δρομάδα, ή αλόγου και γρύπα, δεν μπορούν βεβαίως να θεωρηθούν παρά μόνο μέσα από το σκοτεινό πρίσμα της μεσαιωνικής Ευρώπης.
Η στενή σχέση του Βουκεφάλα με τον Αλέξανδρο, σε συνδυασμό με την πληροφορία του Αρριανού πως το άλογο πέθανε στα τριάντα του χρόνια, επέτρεψαν αρχικώς συνειρμικούς συσχετισμούς με τον θάνατο του Αλεξάνδρου στα τριάντα τρία του χρόνια. Εν τούτοις, είναι δύσκολο να αποδεχτούμε πως ο Βουκεφάλας ήταν κιόλας δεκατριών ή δεκατεσσάρων χρόνων όταν τον τιθάσευσε ο Αλέξανδρος. Είναι πιθανότερο πως το άλογο που γνώρισε ο Αλέξανδρος στη Μακεδονία και πήρε μαζί του στην Ασία δεν ήταν παραπάνω από τριών ή τεσσάρων χρόνων, αν όχι λιγότερο.
Ακόμη πιο έντονη είναι η προσπάθεια συσχετισμού ιππέα και αναβάτη στην αραβική εκδοχή του Mυθιστορήματος του Αλεξάνδρου, όπως διασώθηκε στην αιθιοπική παραλλαγή του, από την οποία προκύπτει πως σχεδόν ταυτόχρονα με τη σύλληψη του Αλεξάνδρου, από το σμίξιμο της Ολυμπιάδας με τον αετό, λιοντάρι και δράκοντα Νεκτανεβώ, μια από τις φοράδες του βασιλιά Φιλίππου συνέλαβε τον Βουκεφάλα, πίνοντας νερό από την πηγή που λούστηκε ο Νεκτανεβώ όταν άφησε την Ολυμπιάδα.
Οι τερατικές μορφές του αλόγου και του αναβάτη του, όπως αποτυπώθηκαν με αφορμή το ψευδοκαλλισθένειο μυθιστόρημα και τις μεταγενέστερες μεταφράσεις, παραλλαγές ή διασκευές του, δεν είναι δυνατό να συμβάλουν στη γνώση μας για τον Βουκεφάλα της ιστορίας. Ούτε βεβαίως είναι εφικτό, στα περιορισμένα όρια του κειμένου αυτού, να περιλάβουμε τους τρόπους με τους οποίους εικονίστηκε το άλογο του Αλεξάνδρου στην τέχνη της Ευρώπης ή της Ανατολής. Αν θέλουμε να απαλλάξουμε τον Βουκεφάλα από τις μεταπλάσεις τις οποίες δέχτηκε στη διάρκεια της μακρόχρονης επίδρασης που είχε η εκστρατεία του Αλεξάνδρου στη λογοτεχνία, την τέχνη και τη λαϊκή συνείδηση, πρέπει να περιοριστούμε στις λιγοστές απεικονίσεις του έφιππου Αλέξανδρου που ανάγονται στα χρόνια της ιστορικής δράσης του, ή αντανακλούν απεικονίσεις του που χρονικά σχετίζονται με αυτήν.
Απεικονίσεις
Αν δεχτούμε πως ο Αλέξανδρος ήταν περίπου δωδεκαετής όταν απέκτησε τον Βουκεφάλα, είναι πολύ πιθανό πως στην εντυπωσιακή τοιχογραφία με το κυνήγι που διατηρείται στην πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου στη Βεργίνα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο άλογο του νεαρού ιππέα που εικονίζεται στο κέντρο της παράστασης, την παλαιότερη προφανώς απεικόνιση του Βουκεφάλα.
Στο περίφημο ψηφιδωτό δάπεδο από την Πομπηία, σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης, όλοι οι ερευνητές αναγνωρίζουν το αντίγραφο ενός μεγάλου, χαμένου σήμερα, ζωγραφικού έργου του 4ου π.Χ. αι., που εικόνιζε μιαν από τις μεγάλες μάχες του Αλεξάνδρου στην Ανατολή.
Αντανάκλαση του ίδιου ζωγράφου που κόσμησε με την τοιχογραφία του την πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου, το ψηφιδωτό αναπαράγει με θαυμαστή ακρίβεια τα εικονογραφικά στοιχεία του πρωτοτύπου, ανάμεσά τους και τον Βουκεφάλα, στο καστανόχρωμο, αλλά αποσπασματικά διατηρημένο άλογο που ιππεύει ο Αλέξανδρος. Είναι κρίμα ότι δεν σώζεται κανένας από τους μηρούς του εικονιζόμενου αλόγου, που θα επιβεβαίωνε ή θα αναιρούσε την πληροφορία για το εγκεκαυμένο σημάδι σε σχήμα κεφαλής βοδιού που αναφέρουν οι φιλολογικές μαρτυρίες.
Αντιθέτως, είναι σαφές πως η πληροφορία του Αρριανού πως ο Βουκεφάλας ήταν μαύρος, με ένα λευκό σημάδι όμοιο με κεφάλι βοδιού στο μέτωπό του, δεν πιστοποιείται ούτε στην τοιχογραφία με το κυνήγι, στη Βεργίνα ούτε, πολύ περισσότερο, στο κατά τα άλλα εντυπωσιακό -για τη λεπτομερειακή απόδοση των εικονογραφικών στοιχείων του ζωγραφικού προτύπου του- ψηφιδωτό δάπεδο από την Πομπηία. Η αναντιστοιχία, επομένως, ανάμεσα στη γραπτή και τις εικαστικές μαρτυρίες θα πρέπει να ερμηνευτεί μάλλον ως ανακριβής πληροφόρηση του συγγραφέα, που έγραψε για τον Αλέξανδρο πέντε αιώνες μετά τη δράση του, παρά ως καλλιτεχνική αυθαιρεσία του σύγχρονου με τον Αλέξανδρο μεγάλου ζωγράφου των ύστερων κλασικών χρόνων που ανέλαβε να απεικονίσει σκηνές από τη δράση του στη Μακεδονία και την Ασία. Οι απεικονίσεις, επομένως, του Βουκεφάλα σε δύο έργα που δημιουργήθηκαν στα χρόνια του Αλεξάνδρου βεβαιώνουν πως το άλογό του ήταν καστανόχρωμο, χωρίς σημάδι σαν κεφαλή βοδιού στο μέτωπό του.
Τον Βουκεφάλα θα πρέπει, επίσης, να αναγνωρίσουμε σ’ ένα μικρής κλίμακας χάλκινο αγαλμάτιο, που αναπαριστά τον έφιππο Αλέξανδρο σε δράση και πιστεύεται πως αναπαράγει τμήμα ενός μεγάλου συνόλου χάλκινων έργων του Λυσίππου, το οποίο αφιέρωσε ο Mακεδόνας βασιλιάς στο Ιερό του Δία, στο Δίον της Μακεδονίας, μετά τη νικηφόρα μάχη του στον Γρανικό ποταμό.
Tέλος, στην πίσω όψη ενός αναμνηστικού αργυρού νομίσματος που κυκλοφόρησε με αφορμή τη νίκη των Μακεδόνων εναντίον των Ινδών το 327 π.Χ. έχουμε την τελευταία απεικόνιση του Αλέξανδρου με τον Βουκεφάλα, αντιμέτωπων με τον Πώρο και τον ελέφαντά του, στη μεγάλη μάχη στις όχθες του Υδάσπη (σημ. Τζέλουμ), όπου κοντά στη θέση Τζαλαλπούρ της πολύπαθης Κεντρικής Ασίας, θα πρέπει να αναζητήσουμε και την πόλη που έχτισε ο Αλέξανδρος για να τιμήσει τον Bουκεφάλα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΆ -ΠΗΓΕΣ :
Ο Βουκεφάλας – Έργο του εξαιρετικού ζωγράφου Μιχαήλ Παπανδρώνη από την τριλογία του με τίτλο “ΟΙ ΨΙΘΥΡΟΙ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ” της Χρυσούλας Σαατσόγλου – Παλιαδέλη - Αναπλ. καθηγήτριας Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Bιβλιογραφία -[ Πηγή http://www.kathimerini.gr/].
Α.R. anderson, «Bucephalas and his Legend», aJPh 51, 1930.
«Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου», Α. Α. Πάλης (εκδ.), Αθήνα 1935, Στοχαστής 1990.
Ε. Βουτυράς, «Οι απεικονίσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην αρχαία τέχνη», στο «aλέξανδρος και aνατολή», Θεσσαλονίκη 1997.
Μ. Καμπούρη, «Ο μύθος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη χριστιανική Ανατολή και το Iσλάμ», ό.π.
Χρυσ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, «Οι μάχες του Αλεξάνδρου στην τέχνη του 4ου π.Χ. αι.», ό.π.
Ν. Χατζηνικολάου (επιμ.), «Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Ευρωπαϊκή Τέχνη», Θεσσαλονίκη 1997.
* Αναπλ. καθηγήτριας Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
*Το Alexander Romance είναι μια αφήγηση της ζωής και των κατορθωμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου . Αν και χτίστηκε γύρω από έναν ιστορικό πυρήνα, το διήγημα είναι ως επί το πλείστο φανταστικό. Αντιγράφηκε και μεταφράστηκε ευρέως, συγκεντρώνοντας διάφορους θρύλους και φανταστικά στοιχεία σε διαφορετικά στάδια. Η αρχική έκδοση συντάχθηκε στα αρχαία Ελληνικά λίγο καιρό πριν από το 338 μ.Χ., όταν έγινε μια λατινική μετάφραση, αν και η ακριβής ημερομηνία είναι άγνωστη. Αρκετά μεταγενέστερα χειρόγραφα αποδίδουν το έργο στον ιστορικό της αυλής του Αλεξάνδρου Καλλισθένη , αλλά ο Καλλισθένης πέθανε πριν από τον Αλέξανδρο και επομένως δεν μπορούσε να έχει γράψει πλήρη περιγραφή της ζωής του. Ο άγνωστος συγγραφέας είναι ακόμα μερικές φορές γνωστός ως Ψεύδος- Καλλισθένης .
Μεταξύ του 4ου και του 16ου αιώνα, το Alexander Romance μεταφράστηκε στα Κοπτικά , Ge'ez , Μέση Περσικά , Βυζαντινά Ελληνικά , Αραβικά , Περσικά , Αρμενικά , Συριακά , Εβραϊκά και στις περισσότερες μεσαιωνικές ευρωπαϊκές δημόσιες γλώσσες. Το σενάριο μπήκε επίσης σε στίχους , όπως σε μια βυζαντινή ύφεση του 1388. Λόγω της μεγάλης ποικιλίας διακριτών έργων που προέρχονται από το αρχικό ελληνικό διήγημα, το "Alexander Romance" μερικές φορές αντιμετωπίζεται ως λογοτεχνικό είδος , αντί για ένα μεμονωμένο έργο.[Encyclopaedia Britannica .]
ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ