Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ


Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ 
ΠΩΣ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ Η ΛΕΓΟΜΕΝΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ;

Κατά τον 12ο αι., παρατηρείται μια αλυσιδωτή σειρά μετακίνησης πληθυσμών προς τα νησιά του Αιγαίου, τα παράλια της Μ. Ασίας, την Ιωνία και την Κύπρο. Τον 9ο αι., η ανάπτυξη της γεωργικής παραγωγής, η δημιουργία και άλλων επαγγελματικών δραστηριοτήτων (μεταλλουργία, αγγειοπλαστική, υφαντουργία κ.α.), λόγω της εκτεταμένης χρήσης του σιδήρου, βοήθησαν στην αύξηση του εμπορίου μεταξύ των αρχικά αγροτικών συνοικισμών και την εμφάνιση νέων κοινωνικών ομάδων, που απαιτούν δικαιώματα και μερίδιο στην άσκηση της εξουσίας.

(1) Αυτές οι διαδικασίες, έθεσαν τις βάσεις, ώστε οι πρώτοι οικισμοί να εξελιχθούν πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά στις «πόλεις-κράτη» (8ος αι.), κύριο χαρακτηριστικό του ελληνικού πολιτισμού, με βασικότερο εκπρόσωπο την Αθήνα του 5ου αι. π.Χ., όπου θα να αναδειχθεί ο πολίτης, ως σημαντικός παράγοντας άσκησης της εξουσίας, θέτοντας τα θεμέλια της δημοκρατικής διακυβέρνησης και της λαϊκής κυριαρχίας, μέσα από μία σειρά συνεχών μεταρρυθμίσεων.
 Οι μεταρρυθμίσεις που είχαν ως άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα τη βαθμιαία αύξηση συμμετοχής των κατώτερων εισοδηματικών τάξεων στα πολιτειακά όργανα της Αθήνας. Το 594 π.Χ. ο Σόλωνας εκλέγεται επώνυμος άρχοντας σε μια ολιγαρχική Αθήνα, με σκοπό να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες πλευρές, οι οποίες βρισκόταν σε ρήξη, ακόμα και κατά την διάρκεια της θητείας του, ένδειξη έντονων κοινωνικών αναταραχών. (2) Η συγκέντρωση της έγγειας ιδιοκτησίας στα χέρια λίγων και η αύξηση των οφειλετών και των δούλων λόγω χρεών, σε συνδυασμό με την έκδοση άδικων δικαστικών αποφάσεων είχαν δημιουργήσει μία κατάσταση εκρηκτική και απαιτούσαν την λήψη άμεσων μέτρων. Με την σεισάχθεια, δηλ. τη απαγόρευση του «δανείζειν επί σώμασι» με αναδρομική ισχύ και τη διαγραφή κάθε χρέους προς το δημόσιο ή τους ιδιώτες, επέτρεψε την απελευθέρωση όσων είχαν υποδουλωθεί ή μεταναστεύσει από την Αθήνα λόγω χρεών (κυρίως αγρότες) και την αποδέσμευση των γεωργικών κλήρων. Με την διαίρεση του δήμου σε 4 εισοδηματικές τάξεις (πεντακοσιομέδιμνοι, ιππείς, ζευγίτες και θήτες), όρισε με σαφήνεια τις υποχρεώσεις τους ανάλογα με τα εισοδήματα τους (τιμοκρατία), αφήνοντας την πρόσβαση στην εξουσία προνόμιο των μεγάλων οικογενειών, προβλέποντας όμως δικαιώματα και στη χαμηλότερη εισοδηματική τάξη. (3) Συγκεκριμένα για πρώτη φορά οι θήτες αποκτούν δικαίωμα συμμετοχής στην Εκκλησία του Δήμου, η οποία από τον 6ο αι. π.Χ. λειτουργεί ως όργανο επιβολής αποφάσεων και στην Ηλιαία, ως ένορκοι, η οποία έλεγχε μετά από καταγγελία οποιουδήποτε πολίτη παράνομες ενέργειες των αρχόντων. (4)


Ο Κλεισθένης το 507 π.Χ., αριστοκρατικής καταγωγής, κατέλαβε την εξουσία, εγκαθιδρύοντας «τυραννία», σε μια Αθήνα με αρκετές διαφορές από την εποχή του Σόλωνα. Ο αστικός πληθυσμός είχε αυξηθεί σημαντικά και αποτελείτο από αθηναίους πολίτες αλλά και ξένους. Επίσης η επιρροή των αριστοκρατικών οικογενειών, είχε μειωθεί. Το σύστημα διαίρεσης του Κλεισθένη για την Αττική είχε ως εξής: πρώτο, η Αττική χωρίζεται σε τρεις περιοχές (άστυ, μεσόγεια, παράλια) και κάθε περιοχή σε 10 τριττύες, δεύτερο, κάθε φυλή είχε 3 τριττύες μία από κάθε περιοχή της Αττικής και περίπου 10 δήμους. Σύνολο 10 φυλές, 30 τριττύες και 100 με 139 δήμους. Η νέα διοικητική διαίρεση της Αττικής με εδαφικά κριτήρια, σε δήμους με ίσο αριθμό πολιτών, σε συνδυασμό με τη κατάργηση της κατοχής γης ως προϋπόθεσης να είναι κάποιος πολίτης, την ενσωμάτωση των νεοπολιτών (ξένοι ή δούλοι που κατοικούσαν στην Αθήνα) και την δυνατότητα των θητών να υπηρετούν την πόλη τους, ως κωπηλάτες στον στόλο, ενίσχυσε το αίσθημα της πολιτικής ισότητας και διέλυσε τις παλιές κοινωνικο-πολιτικές δομές της αριστοκρατικής Αθήνας και των φατριών.

 Η δυνατότητα συμμετοχής στα κοινά όλων των πολιτών, χωρίς περιορισμούς, με επιδίωξη την λήψη συναινετικών αποφάσεων, μετά από δημόσια συζήτηση (ισηγορία) (5), είτε σε τοπικό επίπεδο είτε στα κεντρικά πολιτικά όργανα, όπως η ετήσια αποστολή αντιπροσώπων από κάθε δήμο, για την Βουλή των 500, μόνο για δύο ετήσιους κύκλους ή την εκλογή των 9 αρχόντων, οι οποίοι είχαν επιλεγεί με κλήρο, επέτρεπε στις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις να συμμετέχουν στην διακυβέρνηση της πόλης και αντίστοιχα περιόριζε την δύναμη των ολιγαρχικών. (6) Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στον νόμο για τον οστρακισμό, ο οποίος αποδίδεται στον Κλεισθένη, αλλά δεν γνωρίζουμε να εφαρμόστηκε πριν το 488 π.Χ.. Ο νόμος στρεφόταν εναντίον ατόμων, των οποίων τα έργα ή η δημόσια υποστήριξη των ιδεών τους, δημιουργούσε κινδύνους για την Αθηναϊκή Δημοκρατία και το σύστημα αξιών της. Η διαδικασία ήταν δυνατό να συμβεί μία φορά το έτος, αν το έκρινε απαραίτητο ο δήμος και απαιτούσε την συμμετοχή 6.000 πολιτών. Αν η πλειοψηφία αποφάσιζε την διενέργεια του οστρακισμού, ακολουθούσε η συνεδρίαση της Εκκλησίας του Δήμου, κατά την οποία χάραζαν το όνομα, αυτού που πίστευαν ότι έπρεπε να εξοριστεί, πάνω σε θραύσμα κεραμικού. 
Αυτός που συγκέντρωνε τους περισσότερους ψήφους εξορίζονταν για δέκα χρόνια. Σύμφωνα με τον Ober, αυτός που υπάκουε στην απόφαση, δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την υποταγή του στην λαϊκή θέληση, μπορούσε να επανέλθει με πλήρη πολιτικά δικαιώματα, διατηρώντας την κοινωνική θέση και την περιουσία του. Ο οστρακισμός αποτελούσε για τις χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις, αφού αποτελούσαν την πλειοψηφία, ένα σημαντικό μέσο πίεσης και ελέγχου κυρίως των ηγετών του και κατ’ επέκταση των αριστοκρατών, ενάντια σε αντιλαϊκές ενέργειες τους, ιδιαίτερα μέχρι να παγιωθούν οι θεσμικές αλλαγές που έφεραν οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη. (7)

 Τα μέλη του Αρείου Πάγου προέρχονταν από την τάξη των πεντακοσιομέδιμνων και είχαν ισόβια θητεία, με την ανώτατη δικαστική εξουσία για θέματα διαγωγής πολιτών και αξιωματούχων, έγκρισης ή ακύρωσης αποφάσεων της Εκκλησίας του Δήμου στη βάση νομικών αρμοδιοτήτων που είχε για την προστασία του πολιτεύματος. Ο Εφιάλτης ο Σοφωνίδου, ηγείται της μεταρρυθμίσεων το 462 π.Χ., για τον περιορισμό των εξουσιών του Αρείου Πάγου, μόνο στις θρησκευτικές αρμοδιότητες του και στις δίκες φόνων ή εμπρησμών και τη μεταφορά των υπολοίπων εξουσιών σε άλλα πολιτειακά όργανα . (8)


Στον Εφιάλτη αποδίδεται επίσης ο θεσμός, της «γραφής των παρανόμων», σύμφωνα με το οποίο κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να εναντιωθεί σε ένα μέτρο, που έκρινε αντίθετο με τους νόμους της πόλης.(9)
Η μισθοφορά, δηλ. η θεσμοθετημένη αμοιβή των Αθηναίων πολιτών, για την συμμετοχή τους σε δημόσια λειτουργήματα, ξεκίνησε να εφαρμόζεται στο λαϊκό δικαστήριο της Ηλιαίας το 440 π.Χ. και σταδιακά επεκτάθηκε σε όλα τα πολιτειακά όργανα, ακόμη και στα μέλη της Εκκλησίας του Δήμου, με εξαίρεση τα αξιώματα του στρατηγού και του αρεοπαγίτη. Αποτέλεσε ένα μοναδικό μέτρο έμπνευσης του Περικλή, το οποίο επέτρεπε και στον πιο φτωχό πολίτη να συμμετέχει στην άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων, που είχε αποκτήσει από τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις των Σόλωνα, Κλεισθένη και Εφιάλτη. Οι κληρουχίες (μορφή στρατιωτικών αποικιών) ήταν ένα άλλο μέτρο, που έλαβε ο Περικλής και προηγήθηκε χρονικά (451 π.Χ.). Ενώ είχε κυρίως στρατιωτικό χαρακτήρα (για τον έλεγχο των συμμαχικών πόλεων) αποκαθιστούσε τους ακτήμονες Αθηναίους πολίτες με κλήρους γης, μακριά από την Αθήνα, αλλά χωρίς να χάνουν τα πολιτικά δικαιώματά τους. (10) Η σύνθεση και σημαντικότερες δικαιοδοσίες των πολιτειακών οργάνων μέσω των οποίων επιτυγχανόταν η λαϊκή κυριαρχία, κατά το δεύτερο μισό του 5ου αι. π.Χ.

 Η Εκκλησία του Δήμου ήταν το κυρίαρχο πολιτειακό όργανο της κλασσικής Αθήνας, με δικαίωμα συμμετοχής όλων των Αθηναίων πολιτών, άνω των 20 ετών. Συνεδρίαζε 36 φορές τον χρόνο, γεγονός που σε συνδυασμό με την μισθοφορά (από το 440 π.Χ.), διευκόλυνε την συμμετοχή τόσο των κατώτερων εισοδηματικών τάξεων, όσο και πολιτών οι οποίοι κατοικούσαν ή εργάζονταν μακριά από το άστυ. Τόπος των συνελεύσεων ήταν η Πνύκα, στην οποία το 5ο αι. π.Χ., χωρούσαν έως 6.000 πολίτες και ήταν ο απαραίτητος αριθμός, για την λήψη σημαντικών αποφάσεων, μέτρο που προστάτευε την λαϊκή βούληση, σε προσπάθειες χειραγώγησης της.

Οι αρμοδιότητες της περιελάμβαναν την εκλογή των αρχόντων, την στρατιωτική και ναυτική προετοιμασία, την εξωτερική πολιτική, οικονομικά, νομοθετικά και διοικητικά θέματα, εκδίκαση πολιτικών υποθέσεων, καθώς και αυτά που αφορούσαν την επίσημη θρησκεία. (11) (12) Η Εκκλησία του Δήμου ήταν η συνέλευση του λαού, με δικαίωμα συμμετοχής από όλες τις εισοδηματικές τάξεις, στην οποία όμως υπερτερούσαν οι κατώτερες. Η Βουλή των 500 αποτελούνταν από 500 μέλη (50 από κάθε φυλή), τα οποία είχαν εκλεγεί με κλήρωση, με δικαίωμα συμμετοχής όλων των πολιτών, χωρίς καμία προϋπόθεση, για δύο το πολύ ετήσιες θητείες. Από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. λάμβαναν και αμοιβή.

Η Βουλή των 500 συνερχόταν σχεδόν καθημερινά, εκτός εορτών και αργιών. Κύριο έργο της Βουλής ήταν η προετοιμασία των ψηφισμάτων της Εκκλησίας του Δήμου, καθώς και η πραγματοποίηση των ψηφισμάτων της Εκκλησίας του Δήμου. Επίσης είχε αρμοδιότητες ελεγκτικές με δικαιοδοσία στα πεπραγμένα των αρχόντων, της θρησκευτικής ζωής, των οικονομικών και της στρατιωτικής οργάνωσης. Τέλος είχε δικαστικές αρμοδιότητες που είχε «χάσει» ο Άρειος Πάγος, ελέγχοντας καταγγελίες κατά αρχόντων με σκοπό την προστασία του πολιτεύματος. (13)
Η Ηλιαία ήταν αρμόδια για την απονομή δικαιοσύνης. Αποτελούνταν από 6.000 πολίτες (600 από κάθε φυλή), ηλικίας άνω των 30 ετών, με πλήρη πολιτικά δικαιώματα, οι οποίοι εκλέγονταν με κλήρωση, για ένα έτος με ημερήσια αμοιβή. Η δικαιοδοσία της Ηλιαίας κάλυπτε από απλές αστικές διαφορές, έως πολιτικής σημασίας δίκες, δημόσιες αγωγές για κατασπατάληση δημόσιου χρήματος, προδοσία, όπως και ψηφίσματα της Εκκλησίας του Δήμου, τα οποία κρίνονταν παράνομα από πολίτες, σύμφωνα με το μέτρο της «γραφής των παρανόμων». Οι αποφάσεις της Ηλιαίας ήταν τελεσίδικες χωρίς δικαίωμα έφεσης και επέσυραν ποινές ανάλογα με το παράπτωμα από πρόστιμο, έως την εξορία και την θανατική καταδίκη. (14)


Τα κυριότερα δημόσια αξιώματα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας ήσαν αυτά των εννέα αρχόντων, που εκλέγονταν για ένα χρόνο, πολίτες άνω των 30 ετών, από οποιαδήποτε εισοδηματική τάξη (μετά το 457 π.Χ.), αφού είχε προηγηθεί η δοκιμασία από τη Βουλή των 500 και την Ηλιαία. Κατά την διαδικασία αυτή ελέγχονταν η κατοχή της ιδιότητας του πολίτη και η εκπλήρωση των στρατιωτικών και φορολογικών υποχρεώσεων τους. Στο τέλος της θητείας τους λογοδοτούσαν στην Βουλή των 500. Ο επώνυμος άρχοντας ήταν αρμόδιος για θέματα οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου και την επιμέλεια των δημόσιων εορτών και τελετών. Ο βασιλέας ήταν υπεύθυνος για την επίσημη θρησκεία της πόλης, με δικαστικές αρμοδιότητες για υποθέσεις σχετικές με αυτή. Ο πολέμαρχος μετά το 490 π.Χ. είχε κάποια θρησκευτικά καθήκοντα και εκδίκαζε υποθέσεις οι οποίες αφορούσαν μέτοικους. Οι έξι θεσμοθέτες καθόριζαν τις δικάσιμες ημέρες, προήδρευαν στα δικαστήρια και επικύρωναν συμφωνίες που συνάπτονταν με άλλες πόλεις. (15)

Κοινό σημεία στα παραπάνω πολιτειακά όργανα ήταν η δυνατότητα συμμετοχής ή εκλογής κάθε Αθηναίου πολίτη, χωρίς κανένα περιορισμό κοινωνικής προέλευσης ή οικονομικής κατάστασης, ιδιαίτερα των ζευγιτών και των θητών και η καθιέρωση αμοιβής για την συμμετοχή τους. ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ  Οι μικρής διάρκειας θητείες είχαν ως συνέπεια την μεγάλη συχνότητα εναλλαγής των πολιτών σε όλες τις δημόσιες θέσεις και αξιώματα, η μαζική συμμετοχή και άμεση παρουσία στις συνεδριάσεις της Εκκλησίας του Δήμου και οι δυνατότητες ελέγχου των δραστηριοτήτων κάθε πολίτη, που σχετιζόταν με την ασφάλεια του πολιτεύματος ή την άσκηση των καθηκόντων του, διεύρυναν και στέριωσαν την λαϊκή κυριαρχία στην Αθήνα για περισσότερο από ένα αιώνα. (16)




Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΞΙΩΜΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΜΕΤΑΞΥ 456-431π.Χ.

 Οι πληροφορίες που διαθέτουμε υπολογίζουν σε 40-43 χιλιάδες τους Αθηναίους πολίτες, που είχαν δικαίωμα συμμετοχής στα πολιτειακά όργανα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας τα 25 χρόνια πριν το Πελοποννησιακό πόλεμο. (17) Για να προσεγγίσουμε τον πιθανό αριθμό που κατείχαν το αξίωμα του βουλευτή πρέπει να συνυπολογίσουμε τα παρακάτω στοιχεία: Η μαζική συμμετοχή των πολιτών στην Εκκλησία του Δήμου (έως 6.000 άτομα) και στα λαϊκά δικαστήρια της Ηλιαίας (600ο πολίτες από τις 10 φυλές), απορροφούσε περίπου το 30% των Αθηναίων πολιτών. Η παρατεταμένη απουσία από την Αθήνα, λόγω του πολέμου εναντίον των Περσών και τον έλεγχο με φρουρές των συμμαχικών πόλεων της πλειοψηφίας των οπλιτών, θητών (κωπηλατών) και κληρούχων, πολλούς τους εμπόδιζε να συμμετέχουν ενεργά στις πολιτικές διαδικασίες. 



Ο στρατός οπλίτες, ψιλοί, τοξότες, χωρίς τους μισθοφόρους, αριθμούσαν 10-12.000 άνδρες, χωρίς να υπολογίσουμε όσους υπηρετούσαν στον στόλο. (18) Μόνο οι άνω των 50 ετών υπηρετούσαν στην Αθήνα ως «εθνοφρουρά» Όσοι λοιπόν υπηρετούσαν μακριά από την Αττική, αντιστοιχούσαν επίσης στο 30% περίπου του συνόλου των Αθηναίων πολιτών. Το υπόλοιπο περίπου 40% των πολιτών, παράμεναν στην Αττική, ήταν κυρίως μικρομεσαίοι αγρότες,ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ έμποροι και επαγγελματίες, καθώς και ένας πολύ μικρός αριθμός πολιτών, οι οποίοι προέρχονται από τις παλαιές αριστοκρατικές οικογένειες και διατηρούν τον πλούτο τους, από την κατοχή μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας ή δούλων. 
Φυσικά οι αγρότες, οι επαγγελματίες και οι έμποροι, αν και περιορίζονται από την φύση των εργασιών τους (εποχικές αγροτικές εργασίες, έλλειψη εργατικών χεριών, μεγάλη απόσταση από το άστυ, οικοτεχνίες ή μικρές επιχειρήσεις), ένα σημαντικός αριθμός τους συμμετέχει στις πολιτειακές διαδικασίες. Αντίθετα οι εύποροι αριστοκράτες διέθεταν και τον χρόνο και την οικονομική άνεση.


 Βάση των παραπάνω παρατηρήσεων και λαμβάνοντας υπόψη την δυνατότητα εκλογής σε δύο το πολύ ετήσιες θητείες και ότι οι βουλευτές συμμετείχαν σε 270-280 συνεδριάσεις το έτος, συμπεραίνουμε πως όσοι κατείχαν το αξίωμα του Βουλευτή την περίοδο (456-431 π.Χ.), αριθμητικά ήσαν περίπου 6.500-9.000 άτομα, ηλικίας μεταξύ 30 και 60 ετών, ανήκαν κατά μεγάλο ποσοστό στην ανώτερη εισοδηματική τάξη, επαγγελματικά προσδιορίζονταν ως γαιοκτήμονες ή ιδιοκτήτες δούλων και ήσαν δημότες του άστεως. ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ  Όμως επειδή η διαδικασία εκλογής των βουλευτών, γίνονταν με κλήρωση, στατιστικά είναι σχεδόν βέβαιο, πως ένας μικρός αριθμός αγροτών ή επαγγελματιών, θα ήταν δυνατό νε εκλεγούν μέλη της Βουλής των 500. Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία είχαν επιτύχει την ισότητα των πολιτών μέσω της κλήρωσης αντί της εκλογής, για τα περισσότερα αξιώματα και την αμοιβή για αυτή την συμμετοχή τους.

Ανώτατη εξουσία είναι η γενική συνέλευση των ελεύθερων πολιτών, η εκκλησία του δήμου, με άμεση υποχρεωτική συμμετοχή στα κοινά και επιτροπές ελέγχου κάθε κρατικής δραστηριότητας. Για πρώτη φορά εφαρμόστηκαν πρακτικές πολιτικής διακυβέρνησης, όπου ο πολίτης συμμετείχε ενεργά στην νομοθετική, την εκτελεστική και την δικαστική εξουσία και εξέφραζε με άμεσο τρόπο την λαϊκή θέληση, 2300 χρόνια περίπου πριν την Γαλλική Επανάσταση, την πρώτη φορά που εφαρμόστηκαν οι δημοκρατικοί θεσμοί στην νεότερη ιστορία.ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ  Ενώ και στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες η λαϊκή κυριαρχία και η ισότητα των πολιτών προβάλλονται ως ύψιστα αγαθά, η διαφορά από την άμεση συμμετοχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, στην μέσω αντιπροσώπων εκπροσώπηση είναι ότι συχνά η λαϊκή θέληση υποτάσσεται σε κάθε λογής συμφέροντα και επιδιώξεις, χωρίς να υπάρχουν οι ανάλογοι ελεγκτικοί μηχανισμοί, που θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά, παρά μόνο η απειλή της μη επανεκλογής των αντιπροσώπων. 

Δημήτρης Παπαλεωνίδας


ΒΙΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
 1 MOSSE 2005, σελ. 137-139
2 MOSSE 2005, σελ. 218-219
 3 ΕΛΠ 20/Α, σελ.50
 4 STARR 1999, σελ.22-23
5 ΕΛΠ 20/Α, σελ.141 και OBER 2003, σελ.118
 6 ΕΛΠ 20/Α, σελ.83
7 OBER 2003, σελ.120
 8 OBER 2003, σελ.124 & STARR 1999, σελ.46
 9 ΕΛΠ 20/Α, σελ.146
10 ΕΛΠ 20/Α, σελ.147
11 STARR 1999, σελ.68-78
12 ΕΛΠ 20/Α, σελ.86-87
13 ΕΛΠ 20/Α, σελ.154-6
 14 ΕΛΠ 20/Α, σελ.89-90
 15 ΕΛΠ 20/Α, σελ.91-92
 16 ΕΛΠ 20/Α, σελ.83
 17 ΕΛΠ 20/Α, σελ.145
 18 ΕΛΠ 20/Α, σελ.161-3

 Συντομογραφίες και βιβλιογραφία:
 MOSSE 2005 - Mosse C., Gourbeillon A., Επιτομή Ιστορίας της Αρχαίας Ελλάδας (2.000 – 31π.χ), Αθήνα Παπαδήμα, 2005,
ΕΛΠ 20/Α - Α. Μήλιος, Ν. Μπιργάλιας, Ελ. Παπαευθυμίου, Α. Πετροπούλου, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα Ι: Από την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, τόμος Α, Πάτρα: Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, 2000.
STARR 1999 -  Ch. G. Starr, Η Γέννηση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Η Εκκλησία κατά τον πέμπτον αιώνα π.χ., μτφρ. Μ. Καρδαμίτσα – Ψυχογιού, Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α. Καρδαμίτσα, 57-82.
 OBER 2003 - J. Ober, Μάζες και ελίτ στη δημοκρατική Αθήνα. Ρητορική, ιδεολογία και η ισχύς του λαού, μτφρ. Β. Σερέτη, Αθήνα: Πολύτροπον, 115-131.

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ