Η λέξη «Διόνυσος» αποτελεί αναγραμματισμό του «Διός Νους». Αυτός ο Νους είναι το
μέσον που οδηγεί τον άνθρωπο στην πραγμάτωση της θέωσης, δηλαδή το να φτάσει η ψυχή
του ανθρώπου, στα επίπεδα της θέωσης. Η ανθρώπινη υπόστασή του, από την πλευρά της
μητέρας του Σεμέλης, μάς δείχνει ότι το γήινο σώμα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το
θεϊκό στοιχείο. Είναι ο φύλακας της ψυχής που θα την φτάσει στη θέωση, στο πνεύμα, ώστε
να εκφραστεί η δύναμη του Λόγου. Για αυτό και ο Διόνυσος επονομάζεται Ζαγρέας, δηλαδή
κυνηγός, που «κυνηγάει» τις ψυχές και τις οδηγεί προς τη θέωση, παίζοντας έτσι το ρόλο
του ως Λυτήριος ή Λυσεύς αλλά και ως Ελευθερωτής.
Ο ΘΕΟΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
Ο ΘΕΟΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ
ΒΑΤΡΑΧΟΙ
ΒΑΚΧΕΣ
ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Διασχίζοντας την Ελλάδα και την Ανατολή ο κυνηγημένος Διόνυσος ξαναγύρισε στον τόπο
του, ενώ σε όλη του αυτή την πορεία κατέληξε να λατρεύεται από τους εκεί ντόπιους ως,
Θεός Ξένος, που προερχόταν από άλλα μέρη. Αυτοί οι μύθοι είναι η πηγή μιας παράδοσης,
σύμφωνα με την οποία ο Διόνυσος δεν ήταν ελληνικός θεός, όπου η λατρεία του διαδόθηκε
ή επιβλήθηκε με τη βία από τη Θράκη και την Ανατολή. Η συγκεκριμένη παράδοση
οφείλεται στο ότι, πιθανόν, ελήφθησαν κατά γράμμα οι μύθοι που σχετίζονταν με την
ουσιαστική λειτουργία του θεού δηλαδή να αποκαλύπτει στον κάθε άνθρωπο αυτόν τον
«ξένο – άγνωστο» που κρύβει μέσα του και τον οποίο οι σχετικές του λατρείες αναζητούν
μέσω της χρήσης της μάσκας και της έκστασης. Δεν αμφισβητείται το γεγονός πως ο
Διόνυσος εισήχθη στην ελληνική θρησκεία αργότερα, ούτε ότι ήταν «μετανάστης θεός»
ούτε πως προερχόταν από τον εμπνευσμένο πνευματικό Βορρά.
την Άνοιξη εμφανίζεται και τον Χειμώνα εκδιώκεται. Στους Δελφούς, όμως, η λατρεία του
Διονύσου ήταν στενά συνυφασμένη και συμπληρωματική με εκείνη του Απόλλωνα, με τον
Διόνυσο να θεωρείται κυρίαρχος του Χειμώνα. Στον ίδιο τόπο κάθε οκτώ χρόνια γιόρταζαν
την άνοδο της Σεμέλης από το Κάτω Κόσμο.
ΕΛ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Διόνυσος ήταν μια περίεργη θεότητα, κατείχε πολλαπλές ιδιότητες που κάλυπταν πολύ
διαφορετικές πτυχές σε σχέση με τους άλλους θεούς. Ήταν ο θεός της ετερότητας, της
διαφορετικότητας, της μεταμφίεσης και της αμφισεξουαλικότητας. Δεν έχει πουθενά κάποιο
λατρευτικό χώρο. Ήταν ένας μετακινούμενος θεός που μετέφερε τους ανθρώπους
από την καθημερινότητα σε μια άλλη διάσταση, γεμάτη τρέλα, μέθη και έκσταση. Ο θεός
Διόνυσος ήταν συνδεδεμένος με τη γη, το κρασί, την έκσταση, την μανία, τη βλάστηση, και
τον διαμελισμό. Ήταν η θετική εκδοχή της ανθρώπινης ζωής. Ο θεός Διόνυσος είναι εκείνη
η πνευματική παρουσία που μετουσιώνει την ύλη και εκφράζεται ως ζωτική δύναμη και ως
μεστή χαρά για τη ζωή σε κάθε της έκφανση. Οδηγεί στην αντίληψη της ζωής ως μιας
εκστατικής περιπέτειας και ως ενός μαγικού ταξιδιού αυτογνωσίας και προσφοράς.
Επιπλέον, στην τραγωδία Βάκχες του Ευριπίδη (στ. 297-369) ο μάντης Τειρεσίας αποδίδει
στον Διόνυσο μαντικά χαρακτηριστικά. υπάρχουν μάλιστα πληροφορίες για μαντεία
Διονύσου στη Θράκη.
Ο Διόνυσος δεν έφτασε ποτέ σε μια ηλικία ωριμότητας. Έχει γεννηθεί με σύστημα
γυναικείας και ανδρικής αναπαραγωγής. Είναι γιος του Δια που τον γέννησε από το μηρό
του.
Από την εποχή του Πεισίστρατου και εξής η Αθήνα έφερε τις ιδιότητες του Διονύσου στο
κέντρο της πόλης μέσω των διονυσιακών εορτών (μικρά και μεγάλα Διονύσια, Λήναια,
Ανθεστήρια). Κομμάτι των εορτών αυτών ήταν και οι δραματικοί αγώνες, οι διθυραμβικοί
χοροί, οι φαροφορίες κ.α.
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Σε αντιδιαστολή με τον Ερμή, που εξασφαλίζει το πέρασμα στα αντίθετα ως θεός οδηγός ή
θεός περαματάρης, ο Διόνυσος καταργεί τα σύνορα που υπάρχουν και αποδέχεται τα
αντίθετα, τα ενσαρκώνει με αποτέλεσμα να καταργεί τους αυστηρούς διαχωρισμούς σε
σχέση με τα υλικά και τα πνευματικά πεδία. Για παράδειγμα διάφοροι ερευνητές αναφέρουν
την κατηγορία «άνθρωπος και ζώο» αφού η ακολουθία του αποτελείται από Σάτυρους,
καθώς και την κατηγορία «άνδρας και γυναίκα», αφού ο ίδιος έχει μια γυναικεία πλευρά και
φοράει πέπλο.
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ο εύθυμος θεός ταξιδεύοντας επισκεπτόταν πολλές χώρες και πολιτείες για να μάθει στους
ανθρώπους πώς να καλλιεργούν τα κλήματα και πώς να φτιάχνουν από τους καρπούς το
Και βέβαια, ως θεός της χαράς και του κεφιού, δεν ταξίδευε μόνος του.
Τον ακολουθούσε ένα πολύβουο πλήθος. Στο πλήθος αυτό έβλεπες γυναίκες που χόρευαν μ’
έξαλλο τρόπο, τις Μαινάδες, όπως λέγονταν, και παράξενα όντα που ήταν άνθρωποι και
ζώα μαζί. Αυτούς τους αποκαλούσαν Σατύρους και Σιληνούς. Με επικεφαλής τον Διόνυσο η
μεγάλη πολύβουη παρέα, ξεσήκωνε τον κόσμο με τις φωνές και τα τραγούδια μεταδίδοντας
τον ενθουσιασμό και τη χαρά τους. Το κρασί έρεε άφθονο και το γλέντι έφτανε στο
αποκορύφωμα.
Από την καθημερινότητα σε μια άλλη διάσταση, γεμάτη τρέλα, μέθη και έκσταση. Ο θεός
Διόνυσος ήταν συνδεδεμένος με τη γη, το κρασί, την έκσταση, την μανία, τη βλάστηση, και
τον διαμελισμό. Ήταν η θετική εκδοχή της ανθρώπινης ζωής. Ο θεός Διόνυσος είναι εκείνη
η πνευματική παρουσία που μετουσιώνει την ύλη και εκφράζεται ως ζωτική δύναμη και ως
μεστή χαρά για τη ζωή σε κάθε της έκφανση. Οδηγεί στην αντίληψη της ζωής ως μιας
εκστατικής περιπέτειας και ως ενός μαγικού ταξιδιού αυτογνωσίας και προσφοράς.
Επιπλέον, στην τραγωδία Βάκχες του Ευριπίδη (στ. 297-369) ο μάντης Τειρεσίας αποδίδει
στον Διόνυσο μαντικά χαρακτηριστικά. υπάρχουν μάλιστα πληροφορίες για μαντεία
Διονύσου στη Θράκη.
Ο Διόνυσος δεν έφτασε ποτέ σε μια ηλικία ωριμότητας. Έχει γεννηθεί με σύστημα γυναικείας και ανδρικής αναπαραγωγής. Είναι γιος του Δια που τον γέννησε από το μηρό του.
Από την εποχή του Πεισίστρατου και εξής η Αθήνα έφερε τις ιδιότητες του Διονύσου στο
κέντρο της πόλης μέσω των διονυσιακών εορτών (μικρά και μεγάλα Διονύσια, Λήναια,
Ανθεστήρια). Κομμάτι των εορτών αυτών ήταν και οι δραματικοί αγώνες, οι διθυραμβικοί
χοροί, οι φαροφορίες κ.α.
Σε αντιδιαστολή με τον Ερμή, που εξασφαλίζει το πέρασμα στα αντίθετα ως θεός οδηγός ή
θεός περαματάρης, ο Διόνυσος καταργεί τα σύνορα που υπάρχουν και αποδέχεται τα
αντίθετα, τα ενσαρκώνει με αποτέλεσμα να καταργεί τους αυστηρούς διαχωρισμούς σε
σχέση με τα υλικά και τα πνευματικά πεδία. Για παράδειγμα διάφοροι ερευνητές αναφέρουν
την κατηγορία «άνθρωπος και ζώο» αφού η ακολουθία του αποτελείται από Σάτυρους,
καθώς και την κατηγορία «άνδρας και γυναίκα», αφού ο ίδιος έχει μια γυναικεία πλευρά και
φοράει πέπλο.
Ο εύθυμος θεός ταξιδεύοντας επισκεπτόταν πολλές χώρες και πολιτείες για να μάθει στους
ανθρώπους πώς να καλλιεργούν τα κλήματα και πώς να φτιάχνουν από τους καρπούς το
κρασί. Και βέβαια, ως θεός της χαράς και του κεφιού, δεν ταξίδευε μόνος του. Τον
ακολουθούσε ένα πολύβουο πλήθος. Στο πλήθος αυτό έβλεπες γυναίκες που χόρευαν μ’
έξαλλο τρόπο, τις Μαινάδες, όπως λέγονταν, και παράξενα όντα που ήταν άνθρωποι και
ζώα μαζί. Αυτούς τους αποκαλούσαν Σατύρους και Σιληνούς. Με επικεφαλής τον Διόνυσο η
μεγάλη πολύβουη παρέα, ξεσήκωνε τον κόσμο με τις φωνές και τα τραγούδια μεταδίδοντας
τον ενθουσιασμό και τη χαρά τους. Το κρασί έρεε άφθονο και το γλέντι έφτανε στο
αποκορύφωμα.
ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 επικρατούσε η άποψη ότι η λατρεία του Διονύσου,
που ήταν θρακικός θεός, είχε έρθει στην Ελλάδα από την αρχή των ιστορικών χρόνων. Αυτή η
γνώμη ανατράπηκε όταν το 1953 βρέθηκε το όνομα του θεού γραμμένο στις πινακίδες της Πύλου
με τη γραμμική γραφή Β. Ο θεός Διόνυσος λατρευόταν ως θεός του κρασιού, της γονιμότητας και
γενικότερα της βλάστησης.1
Αυτό που χαρακτηρίζει από την αρχή τη λατρεία του Διονύσου είναι η έκσταση, δηλαδή το
να βγαίνει κανείς έξω από τον εαυτό του με τη βοήθεια του κρασιού αλλά και του χορού. Η
λατρεία του Διονύσου παραμερίζεται, αν όχι αγνοείται από τον Όμηρο, ο οποίος αντιπαθούσε τα
μυστικιστικά κηρύγματα και τις τελετές. Παρόλα αυτά η λατρεία του είχε μεγάλη αποδοχή από
τους απλούς ανθρώπους γιατί τους λύτρωνε από τα βάσανα και τις έννοιες της ζωής.2
Οι Βάτραχοι είναι μία από τις κωμωδίες του Αριστοφάνη που διδάχτηκε για πρώτη
φορά στα Λήναια το 405 π.Χ., και κέρδισε τα «Πρωτεία». Θέμα της έχει έναν ποιητικό διαγωνισμό
που διοργανώνει ο θεός Διόνυσος στον κάτω κόσμο ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη.3
Επειδή όλοι οι γνωστοί τραγικοί ποιητές έχουν πεθάνει, ο Διόνυσος είναι απογοητευμένος από την
κατάσταση του θεάτρου που επικρατεί στην Αθήνα.
στ. 72 Δέομαι ποιητοῦ δεξιοῦ
οἱ μέν γάρ οὐκέτ' εἰσίν, οἱ δ' ὄντες κακοί.
Ο ποιητής δείχνει την απογοήτευσή του για την κατάσταση που επικρατούσε στην Αθήνα
και για την έλλειψη πραγματικής τέχνης. Ο θεός Διόνυσος γι' αυτό το λόγο αποφασίζει μαζί με ένα
δούλο του, τον Ξανθία να πάνε στον Άδη για να φέρουν πίσω τον καλύτερο τραγικό ποιητή. Στον
Άδη επικρατεί πανικός. Εκεί γίνεται ένας αγώνας μεταξύ των δύο τραγικών του Ευριπίδη και του
Αισχύλου. Ο Πλούτωνας ορίζει ως κριτή το Διόνυσο και το βραβείο δίδεται στο δεύτερο. Ο
Αισχύλος κατόπιν τούτου οδηγείται στον κόσμο των ζωντανών και αναλαμβάνει δράση να
βοηθήσει την Αθήνα, όπως ακριβώς γινόταν όταν ήταν στη ζωή. Η περιγραφή αυτού του αγώνα
1 Ελληνική μυθολογία, τ.2 Οι θεοί, σ. 202, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1986
2 Το ίδιο, σ. 203
3 Hall and W.M. Geldart, Αριστοφάνους Βάτραχοι, Oxford 1907
θεωρήθηκε από πολλούς ερευνητές ως η πρώτη προσπάθεια λογοτεχνικής κριτικής.4
Σε αυτό το σημείο της κωμωδίας ο Αριστοφάνης γελοιογραφεί τη μορφή του Ευριπίδη. Ο
Αριστοφάνης παρουσιάζει τον Ευριπίδη ως άθεο γιατί στην αρχή πρέπει να προσευχηθούν
σύμφωνα με το εθιμοτυπικό. Ο Αισχύλος προσεύχεται στη θεά Δήμητρα, ο Ευριπίδης όμως
επικαλείται τη δύναμη του λόγου του. Εκτός από τους τραγικούς ποιητές ο Αριστοφάνης δεν
παραλείπει να σατιρίσει τους θεούς, τους ημίθεους ακόμη και πολιτικά πρόσωπα.
Η αναζήτηση στον Άδη αυτή έχει τη δομή της αναζήτησης σε μια ξένη χώρα. Ο Διόνυσος αφήνει
την κοινωνία του και τη χώρα του για να πάει να φέρει πίσω ένα νεκρό ποιητή από τον Άδη,
περνάει κάποια σύνορα, συλλαμβάνεται από παρεξήγηση από το βασιλιά της ξένης χώρας και
τελικά καταφέρνει να πάρει την άδειά του για να προχωρήσει. Το ταξίδι αυτό από και προς την ξένη
χώρα έχει κάποια χαρακτηριστικά στάδια.5 O Van Gennep υποστηρίζει ότι σε αυτές τις κοινωνίες το
πέρασμα από τη μία κατάσταση στην άλλη συνοδεύεται από τελετές που προορίζονται για όλους
όσους παίρνουν μέρος σε αυτές. Οι “Βάτραχοι” οφείλουν τη σύλληψή τους στον πόθο του
Διόνυσου να μιλήσει για τους χαμένους τραγικούς της εποχής, το Σοφοκλή και τον Ευριπίδη6.
Ορισμένοι ερευνητές εικάζουν ότι η κατάβαση του Διονύσου στον Άδη με σκοπό την
επαναφορά του Ευριπίδη στη γη είναι μια διαδικασία μύησης σε μυστήρια. Σύμφωνα με το Bowie
ο χορός αποτελείται από Ελευσίνιους μύστες7 .
4 Habash M., Dionysos’ roles in Aristophanes’ “Frogs”, σ. 2, Brill 2002
5 Moorton, Jr. The Classical Journal, Vol. 84, No. 4 (Apr.-May, 1989), p. 308
6 Το ίδιο, p. 309
7 Bowie, M.A. Αριστοφάνης: Μύθος, Τελετουργία και πλάγια κωμωδία, μτφρ. Π. Μοσχοπούλου, επιμ.
Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η επιλογή του ίδιου του Διονύσου να πραγματοποιήσει την κατάβαση στον Άδη. Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη μύηση του Διονύσου στα Ελευσίνια μυστήρια. Από τα στοιχεία που έχουμε μέχρι τώρα δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα για τη σχέση του Διονύσου και των Ελευσίνιων μυστηρίων. Ο Bowie όμως υποστηρίζει ότι ολόκληρη η περιγραφή αποτελεί μια αντανάκλαση των μυημένων στα Ελευσίνια μυστήρια8.
Αντιθέτως σύμφωνα με τον Tierney9 η κάθοδος του Διονύσου στον Άδη στους “Βατράχους”
δε σχετίζεται με τη μύηση στα Ελευσίνια μυστήρια. Σαν βασικό του επιχείρημα χρησιμοποιεί ότι
στην πάροδο δεν υπάρχει κανένας ύμνος προς την Κόρη, που θα έπρεπε να υπάρχει σε αντίθετη
περίπτωση. Ο Αριστοφάνης διηγείται με λεπτομέρειες όλα τα στάδια της κατάβασης στον Άδη με
κωμικό τρόπο. Πιστεύεται ότι αυτό γίνεται για να είναι αποδεκτός από όλο το κοινό του και να μη
θεωρηθεί ασεβής απέναντι σε κανένα θεό.10
Παρά τις αντικρουόμενες απόψεις πάνω σ' αυτό το θέμα θα πρέπει να αναφέρουμε τις
άμεσες αναφορές του ποιητή στα μυστήρια και τη μύηση σ' αυτά.
Συγκεκριμένα στους στίχους 323 που ξεκινά ο χορός, καλεί τον Ίακχο να πάρει μέρος στο
χορό των μυστών φορώντας στεφάνι από μύρτα στο κεφάλι – χαρακτηριστικό των μυστών – κι
επίσης τον καλεί να πάρει μέρος σε έναν ξέφρενο και ασυγκράτητο, όπως χαρακτηριστικά
αναφέρεται, χορό.
Α .Μαρκαντωνάτος, Αθήνα 1999, σ. 228
8 Bowie M.A. Aristophanes: Myth, Ritual and Comedy, 1996, σ. 227, 236
9 Tierney M, The Parods in Aristophanes’ Frogs, London, Williams and Norgate, 1935
10 Οικονόμου Β, Βάτραχοι και Μυστήρια, σ. 6
στ. 324 Ἴακχ' ὦ πολυτίμητ' ἐν ἕδραις ἐνθάδε ναίων,
Ἴακχ' ὦ Ἴακχε,
ἐλθέ τόνδ' ἀνά λειμῶνα χορεύσων
ὁσίους ἐς θιασῶτας,
πολύκαρπον μέν τινάσσων
περί κρατί σῶ βρύοντα
στέφανον μύρτων, ἰράσει δ' ἐγκατακρούων
ποδί του άκόλαστον
φιλοπαίγμονα τιμᾶν,
χαρίτων πλεῖστον ἔχουσαν μέρος, ἁγνάν, ἱεράν
ὁσίοις μύσταις χορείαν.
Στη συνέχεια ο Ξανθίας κάνει αναφορά στη δοξασμένη Περσεφόνη. (Έμμεση αναφορά στα
μυστήρια). Παρακάτω ο κορυφαίος του χορού κάνει πάλι άμεση αναφορά σε μυσταγωγικά
μυστήρια αναφέροντας και τις τελετές προς τιμήν του Βάκχου.
στ. 396 ἆγ’ εἰᾶ
νῦν καί τόν ὡραῖον θεόν παρακαλεῖτε δεῦρο
ὠδαῖσι, τόν ξυνέμπορον τῆσδε τῆς χορείας.
Ἴακχε πολυτίμητε, μέλος ἑορτῆς
ἥδιστον εὑρών, δεῦρο συνακολούθει
πρός τήν θεόν
καί δεῖξον ὡς ἄνευ πόνου
πολλήν ὁδόν περαίνεις.
Στο στίχο 386 ο χορός πάλι επικαλείται τη Δήμητρα ως αρχηγό των μυστηρίων και της
ζητάει να βοηθήσει να περάσει όσο το δυνατόν πιο όμορφα τη μέρα αυτή, που είναι γιορτινή. Και
παρακάτω στο στ. 886 ο Αισχύλος επικαλείται τη θεά Δήμητρα να τον κάνει άξιο να πάρει μέρος
στα μυστήρια.
στ. 886 Δήμητερ ἡ θρέψασα τήν ἐμήν φρένα,
εἶναι με τῶν σῶν ἄξιον μυστηρίων.
Η κωμικότητα καθώς και τα στοιχεία παρωδίας είναι εμφανή σε ολόκληρο το κείμενο. Η
κατάβαση του Διόνυσου στον Άδη, το ταξίδι του και οι περιπλανήσεις και οι ταλαιπωρίες που
αντιμετωπίζει έχουν έντονες επιρροές από τα ελευσίνια μυστήρια αλλά και από άλλες μυστικιστικές λατρείες. Στη συνομιλία του θεού με τον Ηρακλή ζητώντας να πάρει πληροφορίες
για τον κάτω κόσμο υπάρχει αναφορά στους μυημένους.
στ. 155 “ἐντεῦθεν αὐλῶν τίς σε περίεισιν πνοή,
ὄψει τε φῶς κάλλιστον ὥσπερ ἐνθάδε,
καὶ μυρρινῶνας καὶ θιάσους εὐδαίμονας
ἀνδρῶν γυναικῶν καὶ κρότον χειρῶν πολύν. ”
Και πιο κάτω στο στ. 159 γίνεται αναφορά επίσης στη μύηση.
Ο Ηρακλής περιγράφει τον εθελοντικό διαχωρισμό του κόσμου των ζωντανών από τον
κόσμο των νεκρών στους στίχους 120-134 έως ότου μάθει στο στίχο 136 ότι ο Διόνυσος θέλει να
ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο που είχε πάρει και ο ίδιος στο ταξίδι του στον κάτω κόσμο. Στο
σημείο αυτό ο Ηρακλής δίνει πληροφορίες για το βαρκάρη που βρίσκεται στον κάτω κόσμο και
φυλάει τα όρια του επάνω και του κάτω κόσμου.11
Ο θεός δικαιολογεί την προτίμησή του να ντυθεί με τα ρούχα του Ηρακλή φορώντας λεοντή
και κρατώντας ένα ρόπαλο ζητώντας του πληροφορίες για τον κάτω κόσμο, πώς είναι και ποια
διαδικασία χρειάζεται για να φτάσει κάποιος εκεί. Ο Ηρακλής του απαντά στο στ. 140 ότι υπάρχει
ένας γέρος ναύτης εκεί που θα αναλάβει να τους περάσει εκεί με το πλοιάριο του δίνοντάς του για
αντάλλαγμα δύο οβολούς.
στ. 140 Ἐν πλοιαρίω τυννουτωί σ' ἀνήρ γέρων ναύτης διάξει δύ' ὀβολώ μισθόν λαβών.
Στη συνέχεια ο Χάρων δεν δέχεται να μεταφέρει το δούλο Ξανθία με το πλοιάριο και τελικά
μετά από πολλές περιπέτειες κατορθώνουν να φτάσουν στο βασίλειο του Κάτω Κόσμου.
Σε όλο το έργο ο ποιητής προσπαθεί να προκαλέσει το γέλιο στους θεατές αρχικά με τη
δήλωση του ονόματός του “Διόνυσος, ο γιος του κρασιού” και έπειτα με την εμφάνισή του με ένα
παραγεμισμένο κοστούμι.12 Αργότερα εμφανίζεται να φοράει μια λεοντή πάνω από μεταξωτά
ρούχα υποδυόμενος τον Ηρακλή.
στ. 45: ἀλλ' οὐχ οἷος τ' εἰμ' ἀποσοβῆσαι τόν γέλων
ὁρῶν λεοντήν ἐπί κροκοτῶ κειμένων.
Τις ὁ νοῦς; τι κόθορνος καί ρόπαλον ξυνηλθέτην;
Σε κάποιο σημείο του ταξιδιού τους ο θεός ανταλλάσσει ρούχα με το δούλο του, τον Ξανθία
11 Moorton, Jr., The Classical Journal, Vol. 84, (Apr. – May 1989), p. 309
12 Habash M., Dionysos’ roles in Aristophanes “Frogs”, Brill 2002, p. 3
με σκοπό να κρύψει τη δειλία που τον διακατέχει και να φανεί γενναίος απολαμβάνοντας τις τιμές
που είχαν αποδοθεί νωρίτερα στον Ηρακλή.13
Αναλαμβάνοντας το ρόλο του ηθοποιού o Διόνυσος επιδεικνύει δύο μεθόδους που
προκαλούν χιούμορ, την αυταπάτη, η οποία οδηγεί στο Θεό, η οποία προϋποθέτει ότι ταυτίζεται με
το πρόσωπο που μιμείται και όταν πια γίνεται η αποκάλυψη της αυταπάτης, αποδεικνύεται ο
πραγματικός χαρακτήρας του θεού.14 Ο Διόνυσος γίνεται μέλος της Χορωδίας και συγχρόνως
κριτικός λογοτεχνίας ή δικαστής, όταν αγωνίζεται με το Χορό των Βατράχων στο τραγούδι.
Ο θεός Διόνυσος μαζί με το δούλο του τον Ξανθία, μετά από μια σύντομη στάση στο σπίτι
του Ηρακλή όπου παίρνουν τις απαραίτητες πληροφορίες για το δρόμο που πρέπει να
ακολουθήσουν για να φτάσουν στον κάτω κόσμο, συναντούν κάποιο νεκρό, ο οποίος τους ζητά ένα
πολύ μεγάλο ποσό για να τους βοηθήσει στη μεταφορά των αποσκευών τους. Στο διάλογο με τον
Ηρακλή ο θεός αποκαλύπτει το σκοπό του ταξιδιού του στο βασίλειο του Άδη που είναι η
επαναφορά του Ευριπίδη στη γη μη υπάρχοντος άλλου ισάξιου ποιητή μετά το θάνατό του, όπως
προαναφέραμε. Ο Ηρακλής του απευθύνει την ερώτηση γιατί δεν προτιμά το Σοφοκλή αντί του
Ευριπίδη.
“εἶτ ̓ οὐχὶ Σοφοκλέα πρότερον Εὐριπίδου
μέλλεις ἀναγαγεῖν, εἴπερ ἐκεῖθεν δεῖ σ ̓ ἄγειν; ”
Ο Διόνυσος του απαντά ότι θέλει πρώτα να δοκιμάσει τον Ιοφώντα πώς θα τα καταφέρει
μόνος του χωρίς το Σοφοκλή.
οὐ πρίν γ ̓ ἂν Ἰοφῶντ ̓, ἀπολαβὼν αὐτὸν μόνον,
ἄνευ Σοφοκλέους ὅ τι ποιεῖ κωδωνίσω.
κἄλλως ὁ μέν γ ̓ Εὐριπίδης πανοῦργος ὢν 80
κἂν ξυναποδρᾶναι δεῦρ ̓ ἐπιχειρήσειέ μοι·
ὁ δ ̓ εὔκολος μὲν ἐνθάδ ̓ εὔκολος δ ̓ ἐκεῖ.
ΒΑΚΧΕΣ
Ένας εξάγγελος περιγράφει το τραγικό τέλος του νεαρού βασιλιά της Θήβας: Οι Βάκχες, αφού εντόπισαν τον Πενθέα, με εντολή του θεού τον περικύκλωσαν και τον κατασπάραξαν. Μάταια εκείνος παρακαλούσε την μητέρα του να τον βοηθήσει. Ο Χορός εξυμνεί με δέος τη δύναμη του θεού, ενώ την ίδια στιγμή παρουσιάζεται η Αγαύη που βρίσκεται ακόμη σε κατάσταση μανίας να κρατά στα χέρια της το κεφάλι του Πενθέα. Έχει την εντύπωση πως είναι ένα σκοτωμένο λιοντάρι και καλεί τους Θηβαίους να γιορτάσουν μαζί της για το θήραμα. Το φρικτό θέαμα πλημμυρίζει τη σκηνή. Η Αγαύη συνέρχεται, συνειδητοποιεί ότι το κεφάλι είναι του γιου της Πενθέα, και παραδίνεται σε ένα σπαρακτικό θρήνο.
Οι Βάκχες είναι από τα τελευταία έργα του Ευριπίδη, πιθανόν το τελευταίο έργο που
13 Το ίδιο, σ. 4
14 Το ίδιο, σ. 5
ασχολήθηκε ο συγγραφέας όσο ζούσε και το οποίο ανέβηκε μετά το θάνατό του. Είναι μια
τραγωδία για το θεό Διόνυσο και αφορά τον αγώνα που έκανε ο θεός προκειμένου να μπορέσει να
εγκαθιδρύσει τη λατρεία του στη Θήβα και τα εμπόδια που είχε να ξεπεράσει για να το πετύχει
αυτό.
Ο θεός αφού πέτυχε τη σταθεροποίηση της λατρείας του σε πολλά μέρη της Ασίας, ήρθε
και στην πατρίδα του, τη Θήβα με τον ίδιο σκοπό. Τον ακολουθεί μια ομάδα από Ασιάτισσες
μαινάδες, που είναι γυναίκες αφιερωμένες στη λατρεία του, οι οποίες αποτελούν και το χορό του
έργου. Το εγχείρημά του όμως δεν είναι καθόλου εύκολο καθώς οι τρεις κόρες του Κάδμου δεν
συμπαθούν καθόλου το Διόνυσο και ανακοινώνουν σε όλους ότι αυτός δεν είναι γιος του Δία, αλλά
γιος κάποιου θνητού και επομένως θνητός και ο ίδιος. Ο Διόνυσος προσπαθεί να τις τιμωρήσει γι'
αυτό και τις καταλαμβάνει μανία με αποτέλεσμα να παρατήσουν τα σπίτια τους και να ανέβουν
έξαλλες στα βουνά για να πάρουν μέρος στα όργια του Διονύσου.
Ο Πενθέας, ο βασιλιάς της Θήβας, είναι κι αυτός αντίπαλος της λατρείας του Διονύσου, ενώ
ο Κάδμος και ο μάντης Τειρεσίας είναι ακόλουθοί του και προσπαθούν – αλλά μάταια – να τον
πείσουν να ακολουθήσει κι αυτός τη διονυσιακή λατρεία.
Πενθεύς
χώρει· καθείρξατ᾽ αὐτὸν ἱππικαῖς πέλας
φάτναισιν, ὡς ἂν σκότιον εἰσορᾷ κνέφας.
ἐκεῖ χόρευε· τάσδε δ᾽ ἃς ἄγων πάρει
510 κακῶν συνεργοὺς ἢ διεμπολήσομεν
ἢ χεῖρα δούπου τοῦδε καὶ βύρσης κτύπου
παύσας, ἐφ᾽ ἱστοῖς δμωίδας κεκτήσομαι.
Συλλαμβάνει το Διόνυσο και τον αιχμαλωτίζει, αυτός όμως κατορθώνει να απελευθερωθεί και με
ένα δυνατό σεισμό καταστρέφει το παλάτι. Ο μάντης Τειρεσίας αποδίδει μαντικές ικανότητες στο
θεό Διόνυσο στις “Βάκχες” στους στίχους 298-299.
μάντις δ᾽ ὁ δαίμων ὅδε· τὸ γὰρ βακχεύσιμον
καὶ τὸ μανιῶδες μαντικὴν πολλὴν ἔχει·
Διόνυσος (Αθέατος. Μέσα από τη φυλακή του.)
ἰώ,κλύετ᾽ ἐμᾶς κλύετ᾽ αὐδᾶς,
ἰὼ βάκχαι, ἰὼ βάκχαι.
Διόνυσος
αὐτὸς ἐξέσῳσ᾽ ἐμαυτὸν ῥᾳδίως ἄνευ πόνου.
Μετά απ' αυτό πείθει τον Πενθέα να μεταμφιεστεί σε Μαινάδα έτσι ώστε να μπορεί να
κατασκοπεύσει τις Θηβαίες στον Κιθαιρώνα. Όταν έφτασε στο βουνό, οι Μαινάδες με πρώτη τη
μητέρα του τον πλησίασαν με ορμή και τον διαμέλισαν. Όταν ο παππούς του ο Κάδμος το έμαθε,
πήγε στον Κιθαιρώνα και μάζεψε τα κομμάτια του εγγονού του. Η Αγαύη επέστρεψε στην πόλη
κρατώντας το κεφάλι του Πενθέα, που θεωρούσε ότι είναι κεφάλι λιονταριού. Ο Κάδμος τη βοηθά
να συνειδητοποιήσει την πράξη της. Το έργο τελειώνει με την εμφάνιση του Διόνυσου ως θεού από
το θεολογείο με ιερατική μορφή, που ανακοινώνει την τύχη των ηρώων του έργου και εδραιώνει μ'
αυτό τον τρόπο τη θρησκεία του.15
Πενθεύς
ἔκδημος ὢν μὲν τῆσδ᾽ ἐτύγχανον χθονός,
κλύω δὲ νεοχμὰ τήνδ᾽ ἀνὰ πτόλιν κακά,
215 γυναῖκας ἡμῖν δώματ᾽ ἐκλελοιπέναι
πλασταῖσι βακχείαισιν, ἐν δὲ δασκίοις
ὄρεσι θοάζειν, τὸν νεωστὶ δαίμονα
Διόνυσον, ὅστις ἔστι, τιμώσας χοροῖς·
πλήρεις δὲ θιάσοις ἐν μέσοισιν ἑστάναι
220 κρατῆρας, ἄλλην δ᾽ ἄλλοσ᾽ εἰς ἐρημίαν
πτώσσουσαν εὐναῖς ἀρσένων ὑπηρετεῖν,
πρόφασιν μὲν ὡς δὴ μαινάδας θυοσκόους,
15 ancient-dromena.blogspot.com/2010/09/blog-post_22.html
ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ
Ο θεός Διόνυσος είναι γνωστός ως ο θεός του κρασιού και της μέθης. Η Ελληνική και
Ρωμαϊκή λογοτεχνία παρουσιάζει τυποποιημένα το θεό Διόνυσο ως το θεό του κρασιού. Η κλασική
ελληνική λογοτεχνία όμως τον διαφοροποιεί και τον παρουσιάζει ως το θεό της φύσης και της
βλάστησης. Χαρακτηριστικά είναι και τα διάφορα επίθετα που του αποδίδονται όπως, Δενδρίτης,
Άνθεως και πολλά άλλα. Παρουσιάζεται ως ο θεός που παρέχει τη ζωτική ενέργεια στον άνθρωπο,
την ορμή που υπάρχει στη φύση αλλά και στον άνθρωπο. Η διονυσιακή έκσταση είναι μια
θρησκευτική εμπειρία και όχι μια απλή τελετή μέσω της μανίας που καταλαμβάνει τον πιστό. Η
λέξη μανία όμως προέρχεται από τη λέξη μένος που σημαίνει δύναμη.16 Ο πιστός που
καταλαμβάνεται από μανία κατά τη διάρκεια των διονυσιακών τελετών χάνει την προσωπική του
ταυτότητα και δοκιμάζει μια μοναδική εμπειρία επικοινωνίας με το θεό. Πρόκειται για μια εμπειρία
αυξημένης ψυχικής αλλά και νοητικής δύναμης από πλευράς του πιστού. Ο διονυσιακός μύστης
ταυτίζεται με το θεό και γίνεται “Βάκχος”, που είναι η λατρευτική ονομασία του θεού, που
βρίσκεται σε έκσταση. Είναι έτοιμος να “βακχεύσει” που σημαίνει να πέσει σε έκσταση.17
ὁ δαίμων ὁ Διὸς παῖς
χαίρει μὲν θαλίαισιν,
φιλεῖ δ᾽ ὀλβοδότειραν Εᾇ-
ρήναν, κουροτρόφον θεάν.
420 ἴσαν δ᾽ ἔς τε τὸν ὄλβιον
τόν τε χείρονα δῶκ᾽ ἔχειν
οἴνου τέρψιν ἄλυπον·
μισεῖ δ᾽ ᾧ μὴ ταῦτα μέλει,
κατὰ φάος νύκτας τε φίλας
425 εὐαίωνα διαζῆν,
σοφὰν δ᾽ ἀπέχειν πραπίδα φρένα τε
περισσῶν παρὰ φωτῶν·
16 Κωνσταντάκος Ι. Εισαγωγή στις Βάκχες, σ. 6
17 Το ίδιο
Τα όργια που σημειώνονται κατά τη διάρκεια της διονυσιακής λατρείας δεν έχουν τη
σημερινή έννοια, αλλά πρόκειται για ιερές πράξεις προς τιμήν του Διονύσου. Ο πιστός με τη
βοήθεια του κρασιού φτάνει στην κορύφωση που είναι η έκσταση. Τα όργια λοιπόν αποτελούν μια
ειδικού τύπου θρησκευτική εμπειρία από πλευράς των πιστών.
Οι διαφορές της διονυσιακής λατρείας από άλλες λατρείες είναι ότι πρώτον δεν πρόκειται
για ατομική λατρεία. Αντιθέτως είναι ένα καθαρά ομαδικό φαινόμενο όπου οι πιστοί
συγκεντρώνονται κατά ομάδες και αποτελούν ένα λατρευτικό θίασο με σκοπό να λατρέψουν το θεό
και να δοκιμάσουν την έκσταση. Κατά τη διάρκεια των τελετών λαμβάνει χώρα ένας ομαδικός
χορός προς τιμήν του θεού με έντονες κινήσεις και πολλές φορές με συνοδεία τυμπάνου.
Ὦ ἴτε βάκχαι,
[ὦ] ἴτε βάκχαι,
Τμώλου χρυσορόου χλιδᾷ
155 μέλπετε τὸν Διόνυσον
157 βαρυβρόμων ὑπὸ τυμπάνων,
εὔια τὸν εὔιον ἀγαλλόμεναι θεὸν
160
ἐν Φρυγίαισι βοαῖς ἐνοπαῖσί τε,
Σύμφωνα με το μύθο ο χορός στις τελετές του Διονύσου αποτελείται από θηλυκές μαινάδες
και αρσενικούς σάτυρους. Χαρακτηριστικό είναι ότι η διονυσιακή μανία που καταλαμβάνει τον
πιστό κατά τη διάρκεια της τελετής είναι ένα μεταδοτικό φαινόμενο, που μεταδίδεται στην ομάδα.
Ἀσίας ἀπὸ γᾶς
ἱερὸν Τμῶλον ἀμείψασα θοάζω
Βρομίῳ πόνον ἡδὺν
κάματόν τ᾽ εὐκάματον, Βάκ-
65
χιον εὐαζομένα.
τίς ὁδῷ τίς ὁδῷ; τίς;
μελάθροις ἔκτοπος ἔστω, στόμα τ᾽ εὔφη-
μον ἅπας ἐξοσιούσθω·
τὰ νομισθέντα γὰρ αᾇεὶ
70
Διόνυσον ὑμνήσω.
Στις “Βάκχες” του Ευριπίδη η βακχική μανία μεταδίδεται στις κόρες του Κάδμου που
ανεβαίνουν σε έξαλλη κατάσταση στα βουνά αφήνοντας τα σπίτια τους, αλλά και σε όλες τις
γυναίκες της Θήβας.
[στρ.
μάκαρ, ὅστις εὐδαίμων
73b
τελετὰς θεῶν εἰδὼς
74b βιοτὰν ἁγιστεύει καὶ
θιασεύεται ψυχὰν
ἐν ὄρεσσι βακχεύων
75 ὁσίοις καθαρμοῖσιν,
τά τε ματρὸς μεγάλας ὄρ-
για Κυβέλας θεμιτεύων,
ἀνὰ θύρσον τε τινάσσων,
κισσῷ τε στεφανωθεὶς
80 Διόνυσον θεραπεύει.
ἴτε βάκχαι, ἴτε βάκχαι,
Βρόμιον παῖδα θεὸν θεοῦ
Διόνυσον κατάγουσαι
85 Φρυγίων ἐξ ὀρέων Ἑλ-
λάδος εἰς εὐρυχόρους ἀ-
γυιάς, τὸν Βρόμιον·
Άλλο χαρακτηριστικό της διονυσιακής λατρείας είναι ότι δεν είναι τοπική, δε συνδέεται δηλαδή με ένα συγκεκριμένο τόπο. Άλλες θρησκευτικές τελετές είναι καθαρά τοπικές όπως τα Ελευσίνια μυστήρια τελούνταν αποκλειστικά στην Ελευσίνα και τα Καβείρια μυστήρια αποκλειστικά στη Σαμοθράκη. Οι τελετές του Διονύσου έχουν πανελλήνιο χαρακτήρα. Οι Μαινάδες στις Βάκχες είναι δύο ομάδες γυναικών που αποτελούν το χορό του έργου, αλλά και οι Θηβαίες γυναίκες, οι κόρες του Κάδμου που καταφύγει στα βουνά μετά από τη βακχική μανία που τις έχει κυριεύσει.
87b ἐν ὄρεσιν, ὅταν ἐκ θιάσων δρομαί-
13ων πέσῃ πεδόσε, νε-
8
βρίδος ἔχων ἱερὸν ἐνδυτόν, ἀγρεύων
14 αἷμα τραγοκτόνον, ὠμοφάγον χάριν, ἱέμε-
0 νος ἐς ὄρεα Φρύγια, Λύδι᾽, ὁ δ᾽ ἔξαρχος
Βρόμιος,
14
εὐοἷ.
5
ῥεῖ δὲ γάλακτι πέδον, ῥεῖ δ᾽ οἴνῳ, ῥεῖ δὲ
μελισσᾶν νέκταρι.
Έχουμε λοιπόν κατ' αυτόν τον τρόπο τρεις θιάσους που χορεύουν και οι τρεις προς τιμήν
του Διονύσου. Οι Μαινάδες και οι Βάκχες (γυναίκες αφοσιωμένες στη λατρεία του θεού)
παρουσιάζονται ντυμένες με δέρματα ζώων, στεφάνια από κισσό και κρατούν στα χέρια τους τους
θύρσους, που είναι ιερές ράβδοι με φύλλα αμπελιού και κισσού στην κορυφή.
Στ. 25 θύρσον τε δοὺς ἐς χεῖρα, κίσσινον βέλος·
Η διονυσιακή λατρεία είναι ένα φαινόμενο που συναντάται σε πολλές πόλεις. Αρκετοί
ιστορικοί αναφέρουν ότι βακχικές συγκεντρώσεις πραγματοποιούνται σε αρκετές ελληνικές πόλεις.
Επίσης από την ανάγνωση των επιγραφών επαληθεύεται αυτή η άποψη. Οι “Βάκχες” σχετίζονται
άμεσα με τη λατρεία του θεού και αποτελούν μια απεικόνιση του τελετουργικού της λατρείας του.
Κάποιοι ερμηνευτές θεωρούν ότι ολόκληρη η πλοκή του έργου αποτελεί μια διονυσιακή τελετή
μύησης στα βακχικά μυστήρια. Θεωρούν μάλιστα ότι τα διάφορα γεγονότα αντικατοπτρίζουν τα
διάφορα στάδια μύησης του πιστού. Ως τέτοια θεωρούν την αρχική άρνηση και εχθρότητα που
επιδεικνύει ο Πενθέας απέναντι στο νέο θεό και τη λατρεία του, την έντονη επιθυμία του στη
συνέχεια να είναι αυτόπτης μάρτυρας των βακχικών τελετών, την τελική θέαση τους, το
τελετουργικό του διαμελισμού του και τέλος το θάνατο του.18 Όλα αυτά απεικονίζουν τη διαδικασία
του συμβολικού θανάτου του πιστού, έως ότου γίνει δεκτός ανάμεσα στους μύστες του θεού.
Μέσα από τις “Βάκχες” ο θεός παρουσιάζεται σαν ένας νέος θεός που έρχεται σαν σωτήρας
με σκοπό να φέρει την ανανέωση στους ανθρώπους και την ψυχική τους ανάταση. Ακόμη φαίνεται
πως απευθύνεται στις μη προνομιούχες ομάδες της κοινότητας. Μάλιστα η σύγκρουση ανάμεσα
στους πιστούς του Διονύσου και στο βασιλικό οίκο σε όλο το έργο απεικονίζει τις κοινωνικές
εντάσεις ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες.
18 Το ίδιο, σ. 10
ΧΟΡΟΣ
Χορός
Η κορυφαία
ταρβῶ μὲν εἰπεῖν τοὺς λόγους ἐλευθέρους
775 πρὸς τὸν τύραννον, ἀλλ᾽ ὅμως εἰρήσεται·
Διόνυσος ἥσσων οὐδενὸς θεῶν ἔφυ.
Ο Διόνυσος στις “Βάκχες” παρουσιάζεται να προσπαθεί να επιβάλλει τη νέα θρησκεία στην
οποία βρίσκει πολλές αντιδράσεις. Η φύση της διονυσιακής λατρείας ήταν εντελώς διαφορετική
από τις μέχρι τότε υπάρχουσες. Η ανάβαση των μαινάδων στο βουνό και ο διονυσιακός χορός που
ακολουθεί, όπως καταγράφονται στην Πάροδο ήταν μια αντανάκλαση ενός τυπικού που το
τελούσαν ομάδες γυναικών στους Δελφούς ως τον εποχή του Πλούταρχου και για το οποίο
υπάρχουν μαρτυρίες από τις επιγραφές από διάφορα σημεία του ελληνικού χώρου. 19 Οι γυναίκες
αυτές χόρευαν τελετουργικά πιθανώς για την καλλιέργεια των σπαρτών τους.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της διονυσιακής λατρείας ήταν ο σπαραγμός και η ωμοφαγία που
περιγράφεται και στις Βάκχες. Στις “Βάκχες”, ο σπαραγμός πρώτα του θηβαϊκού κοπαδιού (στ. 734
κέ.) κ' έπειτα του Πενθέα (στ. 1125 κέ.) περιγράφεται με μία ιδιαίτερη απόλαυση που δεν είναι
κατανοητή από το σημερινό αναγνώστη. Η ωμοφαγία μπορεί να θεωρηθεί σαν μια τελετή όπου ο
θεός είναι κατά κάποιο τρόπο παρών μέσα στο ζώο που χρησιμοποιείται για θύμα του και υπ' αυτή
την έννοια χρησιμοποιείται από τους πιστούς.20
Ο Ευριπίδης θεωρεί τη διονυσιακή λατρεία ως μία “παγκόσμια” θρησκεία και πιστεύει ότι
αρχική έδρα της ήταν τα βουνά της Φρυγίας και της Λυδίας, απ' όπου προήλθε και το όνομα
Βάκχος που είναι το αντίστοιχο λυδικό όνομα του Διονύσου. Σύμφωνα με το Dodds, οι “Βάκχες”
είναι το μοναδικό δείγμα έργου με διονυσιακά πάθη. Ποιος είναι όμως ο απώτερος στόχος του
Ευριπίδη γράφοντας τις “Βάκχες”; Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι το έργο εκθέτει τη δύναμη του
Διονύσου και τη σκληρή τύχη όσων αντιστέκονταν σ' αυτήν. Πιθανώς να πρόκειται για μια
μεταστροφή του Ευριπίδη προς το τέλος της ζωής του – εφόσον ήταν και το τελευταίο έργο που
έγραψε, όπως προαναφέραμε. Ίσως ήταν μία απάντηση σε όσους τον είχαν κατηγορήσει για αθεΐα,
όπως ο Αριστοφάνης. Το πιθανότερο είναι ότι δεν ισχύει καμία από τις δύο θεωρίες. Σύμφωνα με
τον James Adam, το έργο προσδίδει μια “πρόσθετη συγκινησιακή διάσταση” και είναι
“διαποτισμένο από κείνη τη χαρούμενη έξαρση που συνοδεύει μιά νέα ανακάλυψη ή φωτισμό”. 21
19 Dodds E.R., Εισαγωγή στις Βάκχες, μτφ. Λίνας Κάσδαγλη, Oxford 1960, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και γενικής παιδείας, Αθήνα 1977
20 Το ίδιο
21 Το ίδιο
Όσον αφορά τους «Βάτραχους» του Αριστοφάνη οι βακχικές τελετές υποδηλώνονται με
στοιχεία κωμικότητας και παρωδίας της γιορτής των Ελευσινίων Μυστηρίων. Τα στοιχεία αυτά
είναι παρμένα από τις φράσεις και τα μοτίβα των Βακχών του Ευριπίδη, που ο κωμικός ποιητής
θέλησε να σατιρίσει. Η αυτοπαρουσίαση του θεού και η μεταμφίεσή του στο στ. 109, είναι στοιχεία
διονυσιακής λατρείας που βρίσκονται και στις Βάκχες. Επίσης η προσωνυμία του Ίακχου
«φιλοχορευτής» στο στ. 403 είναι χαρακτηριστικό στοιχείο των βακχικών τελετών. Το συμπέρασμα
που εξάγεται είναι ότι ο Διόνυσος όπως και η Δήμητρα ήταν σημαντικές θεότητες, που ήταν
συνδεδεμένες με την αντιστροφή της κοινωνικής τάξης και οι γιορτές που γίνονταν προς τιμήν τους
έδιναν την ευκαιρία ανάπαυλας και γέλιου. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ο Αριστοφάνης στους
Βατράχους διακωμωδεί στοιχεία των γιορτών αυτών χωρίς να θεωρηθεί ότι ασεβεί απέναντι στους
θεούς. 22
22 Reckford, K.J. 1987, Aristophanes’ old-and-New Comedy, (τ. Ι), Chapel Hill, London
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνική Μυθολογία, τ. 2 Οι θεοί, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1986
Κωνσταντάκος Ι. Εισαγωγή στις Βάκχες
ancient – dromena. Blogspot com/2010/09/blog-post 22html
Bowie M. A. Αριστοφάνης: Μύθος, Τελετουργία και πλάγια κωμωδία, μτφρ. Π.
Μοσχοπούλου, επιμ. Α. Μαρκαντωνάτος, Αθήνα 1999
Bowie M.A. Aristophanes: Myth, Ritual and Comedy, 1996
Dodds E.R. Εισαγωγή στις Βάκχες, μτφ. Λίνας Κάσδαγλη, Oxford 1960, Εταιρεία Σπουδών
Νεοελληνικού Πολιτισμού και γενικής παιδείας, Αθήνα 1977
Hall and W.M. Geldart, Αριστοφάνους Βάτραχοι, Oxford 1907
Habash M., Dionysos' roles in Aristophanes' “Frogs”, Brill 2002
Moorton Jr. The Classical Journal, Vo. 84, No 4 (Apr. -May 1989)
Reckford K. J. 1987, Aristophanes' old-and-New Comedy, (τ. 1), Chapel Hill, London
Tierney M., The Parods in Aristophanes' Frogs, London, Williams and Norgate, 1935
Εργασία καθηγήτριας Andy Dini .O Φαλλικός θεός Διόνυσος .
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ – ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ-ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΒΑΤΡΑΧΟΙ –ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΙΚΗ ΚΩΜΩΔΙΑ-ΤΟΥ ΦΟΙΤΗΤΗ ΠΑΠΠΑ ΑΓΓΕΛΟΥ
ΕΤΟΣ 2015
ΤΕΛΟΣ
ΕΛ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΕΝΔΥΣΗ -ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ