Αρχαιολόγοι στην Αίγυπτο έφεραν στο φως μια μεγάλη, αρχαία φαραωνική πόλη που είχε μείνει κρυμμένη μέσα στην άμμο για αιώνες, κοντά σε κάποια από τα γνωστότερα μνημεία της χώρας.
Η πόλη χτίστηκε πριν από τουλάχιστον 3.400 χρόνια, κατά τη βασιλεία του Αμενχοτέπ (ή Αμένωφις) Γ΄, ενός από τους ισχυρότερους φαραώ της 18ης Δυναστείας, όπως ανέφερε ο Ζάχι Χάουας, ο γνωστός Αιγύπτιος αρχαιολόγος που επέβλεψε την ανασκαφή.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο η ομάδα του Χάουας ξεκίνησε την αναζήτηση ενός ταφικού ναού κοντά στο Λούξορ. Όμως μετά από μερικές εβδομάδες οι εργάτες έπεσαν πάνω σε πλίνθινες δομές που εκτείνονταν προς όλες τις κατευθύνσεις.
Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε μια καλοδιατηρημένη πόλη, με σχεδόν ανέπαφους τοίχους και δωμάτια γεμάτα με καθημερινά εργαλεία, δαχτυλίδια, σκαραβαίους, πολύχρωμα κεραμικά δοχεία και πλίνθους που έφεραν σφραγίδες με το σύμβολο του Αμενχοτέπ.
«Οι δρόμοι της πόλης περιβάλλονται από σπίτια… κάποιοι τοίχοι έχουν ύψος τρία μέτρα», ανέφερε ο Χάουας.
Η πόλη βρίσκεται στη Δυτική Όχθη του Λούξορ, κοντά στους Κολοσσούς του Μέμνονα και το Μεντινέτ Χαμπού, τον ταφικό ναό του φαραώ Ραμσή Γ΄, σε μικρή απόσταση από την Κοιλάδα των Βασιλέων.
«Πρόκειται για μια πολύ σημαντική ανακάλυψη», σχολίασε ο Πίτερ Λακοβάρα, ο διευθυντής του αμερικανικού Ταμείου Αρχαίας Αιγυπτιακής Κληρονομιάς και Αρχαιολογίας. Η κατάσταση στην οποία βρέθηκε η πόλης και ο μεγάλος αριθμός των αντικειμένων θυμίζουν μια άλλη, διάσημη πόλη, πρόσθεσε: «Είναι σαν μια αρχαία αιγυπτιακή Πομπηία και δείχνει πόσο κρίσιμο είναι να διαφυλαχθεί η περιοχή αυτή ως αρχαιολογικό πάρκο». Ο Λακοβάρα εργάζεται εδώ και 10 χρόνια στην ανασκαφή του ανακτόρου Μαλκάτα, αλλά δεν συμμετείχε στην ομάδα του Χάουας.
Η Μπέτσι Μπράιαν, καθηγήτρια Αιγυπτιολογίας στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς και ειδική στην εποχή του Αμενχοτέπ Γ΄, είπε ότι στην περιοχή βρέθηκαν πολλοί φούρνοι και καμίνια για την παρασκευή γυαλιού και κεραμικών, καθώς και θραύσματα από αμέτρητα αγάλματα. «Η ανακάλυψη αυτής της χαμένης πόλης είναι η δεύτερη σημαντικότερη αρχαιολογική ανακάλυψη μετά τον τάφο του Τουταγχαμών», εκτίμησε.
Η «μεγαλύτερη αρχαία πόλη της Αιγύπτου» εκτείνεται δυτικά προς το χωριό των εργατών Ντέιρ ελ Μεντίνα. Σύμφωνα με τις ιστορικές αναφορές, περιλάμβανε τρία παλάτια του Αμενχοτέπ Γ΄ και το διοικητικό και βιομηχανικό κέντρο της αυτοκρατορίας του, ανέφερε ο Χάουας στην ανακοίνωσή του. Εξακολουθούσε να κατοικείται μέχρι και πριν από 3.000 χρόνια, επί βασιλείας του Τουταγχαμών.
Βρέθηκαν επίσης δύο τάφοι «αγελάδων ή ταύρων» και ένα «ασυνήθιστο» ανθρώπινο λείψανο.
Ο Αμενχοτέπ Γ΄ ανέβηκε στον θρόνο της αρχαίας Αιγύπτου το 1.391 π.Χ. και πέθανε το 1.353.
https://hellasjournal.com/Με πληροφορίες Reuters-AFP μέσω ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ο Αμένωφις Γ΄
Έκανε πολλούς διπλωματικούς γάμους με ξένες πριγκίπισσες,αλλά κύριως σύζηγος του ήταν η βασίλισσα Τίη,όπου σε αντίθεση με το έθιμο,δεν είχε βασιλική καταγωγή. Άφησε πίσω του πάρα πολλά μνημεία,όπως δύο γιγάντια αγάλματα ύψους 17 μέτρων,γνωστά τον παλαιότερο καιρό στους αρχαιολόγους ως "Κολοσσοί του Μέμνωνα",που στόλιζαν την είσοδο του νεκρικού του ναού,καθώς και πολλούς ναούς και αγάλματα σε όλη την Αίγυπτο.
Επίσης κατασκεύασε ένα καινούργιο βασιλικό ανάκτορο,στις Δυτικές Θήβες,με τη σύγχρονη ονομασία Μαλκάτα. Στα τέλη της ζωής του υπάρχουν αναφορές ότι ήταν άρρωστος και καταπονημένος. Μετά θάνατον τάφηκε στην Κοιλάδα των Βασιλέων και άφησε πίσω του μια ισχυρή, πλούσια αυτοκρατορία.
Αιγύπτιοι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν κοντά στο Λούξορ (νότια), ένα τεράστιο άγαλμα του Αμενχοτέπ Γ’, ένα από τα μεγαλύτερα αυτού του …Φαραώ που έχουν ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα, όπως ανακοίνωσε σήμερα το υφυπουργείο Αρχαιοτήτων.
Το φιλοτεχνημένο σε χαλαζίτη γλυπτό, ύψους μεγαλύτερου από 13 μέτρα, βρέθηκε σε επτά κομμάτια στον ταφικό ναό του Αμενχοτέπ Γ’ στο Κομ αλ-Χιτάν.
Πρόκειται για ένα από τα δύο αγάλματα που είχαν τοποθετηθεί στη βόρεια είσοδο του ναού, τα οποία πιθανότατα καταστράφηκαν κατά το σεισμό του έτους 27 π.Χ., αναφέρεται στην ανακοίνωση. Το άγαλμα, του οποίου το κεφάλι δεν έχει ακόμη βρεθεί, είχε από τότε «θαφτεί» κάτω από τη γη.