Ο πύργος ανήκε στη διάσημη οικογένεια της Φλωρεντίας, Ατσαγιόλι, η οποία πήρε το όνομά της επειδή ασχολήθηκε με το εμπόριο ατσαλιού και βασίλεψε στο Δουκάτο των Αθηνών για 73 χρόνια
Ο χαμένος Πύργος της Ακρόπολης είχε ύψος 26 μέτρα και κατόπτευε όλο το λεκανοπέδιο. Ήταν σύμβολο της οικογένειας Ατσαγιόλι και έγινε η φυλακή του Οδυσσέα Ανδρούτσου
Ο Πύργος φωτογραφημένος από το εσωτερικό της Ακρόπολης. Υπήρξε “ιδιοκτησία” των Ατσανιόλι που κυβέρνησαν το Δουκάτο των Αθηνών από το 1388 έως τη πτώση του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1458.
.
Την περίοδο της κυριαρχίας τους στην Αθήνα μετέτρεψαν τα Προπύλαια σε παλάτι και η αρχαία είσοδος σφραγίστηκε. Για να ανέβει κάποιος στην Ακρόπολη έπρεπε να περάσει από έναν ελικοειδή δρόμο που κατέληγε στο πίσω μέρος της σημερινής εισόδου. Μέσα στο παλάτι είχε χτιστεί και ένα καθολικό εκκλησάκι.
Η φωτογραφία είναι μοναδική, καθώς απεικονίζει τον Ιερό Βράχο διαφορετικό από ότι είναι σήμερα.
Ανάμεσα στα αρχαία κτίσματα διακρίνεται ένας ψηλός τετράγωνος πύργος, ο οποίος βρισκόταν απέναντι από το ναό της Αθηνάς Νίκης.
Ο Πύργος βρισκόταν δεξιά από τα Προπύλαια και είχε ύψος είκοσι έξι μέτρα. Μια εσωτερική ξύλινη σκάλα οδηγούσε στο πιο ψηλό σημείο, απ’όπου είχε πανοραμική θέα στο λεκανοπέδιο της Αττικής.
Ήταν πανομοιότυπος με τους πύργους της Βενετίας και οικοδομήθηκε με πεντελικό μάρμαρο και μάρμαρα από τα μνημεία της Ακρόπολης.
Στο βάθος διακρίνουμε τον Φαληρικό όρμο κι τον Πειραιά. Δεξιά της φωτό τον Ελαιώνα και το όρος Αιγάλεω
Δίπλα του υπήρχε ένας μικρότερος οδοντωτός πυργίσκος και πάνω από τα Προπύλαια υπήρχαν τα διαμερίσματα του διοικητή.
Ο μελετητής Πίτερ Λοκ, είχε αναφέρει ότι υπήρχε πιθανότητα το κτίριο να κατασκευάστηκε από την πανίσχυρη δυναστεία Ντε Λα Ρος, η οποία καταγόταν από τη Βουργουνδία και διοίκησαν το Δουκάτων των Αθηνών πριν από τους Ατσαγιόλι.
Η φυλάκιση του Οδυσσέα Ανδρούτσου στον “Γουλά”
Μετά την επικράτηση των Οθωμανών, οι Ατσαγιόλι αποχώρησαν από την Αθήνα. Την περίοδο εκείνη ο Πύργος μετατράπηκε σε αποθήκη αλατιού και ονομαζόταν Γουλάς ή Κουλάς από την τουρκική λέξη kule που σημαίνει «πύργος».
Στην ελληνική επανάσταση μετατράπηκε σε φυλακή. Ανάμεσα σε αυτούς που αιχμαλωτίστηκαν ήταν 12 επιφανείς Αθηναίοι πολίτες που συμμετείχαν στον αγώνα. Κατά την πολιορκία της Ακρόπολης οι εννιά από τους 12 εκτελέστηκαν.
Ο Πύργος έμελλε να είναι η φυλακή που σημάδεψε το τέλος του γενναίου Οδυσσέα Ανδρούτσου. Ο Έλληνας οπλαρχηγός δεν φυλακίστηκε από τους Τούρκους αλλά από τους πολιτικούς του αντιπάλους
Αυτή η φωτογραφία τραβήχτηκε πριν από την καταστροφή του Φράγκικου Πύργου .ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
Την περίοδο της κυριαρχίας τους στην Αθήνα μετέτρεψαν τα Προπύλαια σε παλάτι και η αρχαία είσοδος σφραγίστηκε
Αφού έστειλαν το παλιό πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου, Γιάννη Γκούρα, να τον συλλάβει, τον φυλάκισαν στο κάτω μέρος του πύργου της Ακρόπολης και τον βασάνισαν.
Στις 5 Ιουνίου 1825 ο Ανδρούτσος δολοφονήθηκε από άντρες του Γκούρα στο κελί του και το άψυχο σώμα του πετάχτηκε στα βράχια της Ακρόπολης.
Έτος 1874 εδώ είναι οι ημέρες που γκρεμίζουν τον Φράγκικο πύργο ,τον βλέπουμε ότι είχε μείνει ένα κομμάτι της βάσης του και που ο Ερρίκος Σλήμαν, ο Γερμανός αρχαιολόγος που ανέσκαψε την Τροία, χρηματοδότησε την κατεδάφιση (του πύργου) .Μια σπάνιά αποτύπωση -ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
Η κατεδάφιση του Πύργου
Μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους αποφασίστηκε η κατεδάφιση των μετα-κλασικών κτισμάτων που βρίσκονταν στον Ιερό Βράχο. Την περίοδο εκείνη επικρατούσε το ρεύμα του νεοκλασικισμού και οτιδήποτε δεν είχε σχέση με την Αρχαία Ελλάδα κρίθηκε ότι ήταν περιττό.
Το 1874 ο Ερρίκος Σλήμαν, ο Γερμανός αρχαιολόγος που ανέσκαψε την Τροία χρηματοδότησε την κατεδάφιση του πύργου και από τότε τα Προπύλαια πήραν τη σημερινή τους μορφή. Μια ενέργεια που κατά καιρούς επικρίθηκε έντονα γιατί αφαίρεσε ένα μνημείο από τον αρχαιολογικό χώρο.
«Η Αθήνα που πριν απ’ τον Απελευθερωτικό Πόλεμο αριθμούσε 3.000 περίπου σπίτια, τώρα δεν είχε ούτε 300. Τα άλλα είχαν μεταβληθεί σ’ έναν άμορφο σωρό από πέτρες».
Η παλαιότερη σωζόμενη φωτογραφία της Ακρόπολης είναι τραβηγμένη από τον Λόφο των Νυμφών και το Αστεροσκοπείο το 1842 από τον Josepf-Filibert Girault de Prangey. Ήταν ζωγράφος αλλά τον κέρδισε η τέχνη της φωτογραφίας που διδάχτηκε από τον εφευρέτη της Δαγκεροτυπίας Louis Daguerre Οι δαγκεροτυπίες της Ακρόπολης βρέθηκαν σχεδόν 30 χρόνια μετά το θάνατο του de Prangey, την δεκαετία του 1920, ξεχασμένες σε μια αποθήκη.
Τα σχέδια για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Αθήνας και οι αντιδράσεις των οικοπεδούχων
Έτσι την είδε ο Μακρυγιάννης κι ο Καραϊσκάκης. Οι περιγραφές που έχουν διασωθεί για την Αθήνα της εποχής εκείνης μετά τις περιπέτειες του απελευθερωτικού πολέμου είναι αποκαρδιωτικές.
Ο εκ των Αντιβασιλέων Georg Maurer, που έφθασε στην Αθήνα το 1833 κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του Όθωνα, έγραφε:
Το 1834,φθάνει στην Αθήνα, με εντολή τού Λουδοβίκου Α΄, ο Γερμανός αρχιτέκτονας Leo von Klenze, έφορος των κτηρίων τής Βασιλικής Αυλής, προκειμένου να ελέγξει το πολεοδομικό σχέδιο των Κλεάνθη-Σάουμπερτ, και να μεριμνήσει για την συντήρηση των αρχαίων μνημείων.
«Η Αθήνα που πριν απ’ τον Απελευθερωτικό Πόλεμο αριθμούσε 3.000 περίπου σπίτια, τώρα δεν είχε ούτε 300. Τα άλλα είχαν μεταβληθεί σ’ έναν άμορφο σωρό από πέτρες».
Η πόλη είχε υποστεί σοβαρότατες καταστροφές, ιδιαίτερα στο διάστημα της ενδεκάμηνης πολιορκίας της από τον Κιουταχή, μεταξύ Ιουνίου 1826 και Μαΐου 1827.
Η τουρκική φρουρά αποχώρησε οριστικά από το φρούριο της Ακροπόλεως την 31η Μαρτίου 1833.
Οι δαγκεροτυπίες της Ακρόπολης βρέθηκαν σχεδόν 30 χρόνια μετά το θάνατο του de Prangey, την δεκαετία του 1920, ξεχασμένες σε μια αποθήκη.
Η έρευνα για τα πρώτα βήματα της Αθήνας μετά την τουρκοκρατία, του ιστορικού στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, Λεωνίδα Καλλιβρετάκη αναφέρει:
Τον Νοέμβριο του 1831 οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Schaubert, μαθητές του σημαντικότερου ίσως Γερμανού νεοκλασικού αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel, εγκαθίστανται στην Αθήνα, όπου βάζουν μπρος το έργο της συστηματικής τοπογράφησης της πόλης και στη συνέχεια συντάσσουν την πολεοδομική τους πρόταση, εν όψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νεοπαγούς κράτους.
Πράγματι, τον Μάιο του 1832, η μετακαποδιστριακή Προσωρινή Κυβέρνηση τους αναθέτει την εκπόνηση του Νέου Σχεδίου της Πόλεως των Αθηνών, ανεξαρτήτως του εάν θα γίνει ή όχι πρωτεύουσα. Το σχέδιο συντάσσεται και υποβάλλεται τον Δεκέμβριο του 1832 και στις 29 Ιουνίου 1833 εγκρίνεται από την Αντιβασιλεία, που είχε εν τω μεταξύ αναλάβει τα ηνία του Κράτους, και επικυρώνεται με Βασιλικό Διάταγμα στις 6 Ιουλίου του ιδίου έτους.
Σωροί ερειπίων το πλάτωμα της Ακρόπολης μετά την απελευθέρωση.
Τι προέβλεπε το περίφημο πολεοδομικό σχέδιο Κλεάνθη και Σάουμπερτ
Η Νέα Πόλη περιελάμβανε το ήμισυ περίπου της Παλαιάς, ενώ εκτεινόταν και προς τα δυτικά, βόρεια και ανατολικά αυτής. Το υπόλοιπο ήμισυ της Παλαιάς Πόλης, το οριζόμενο από τις οδούς Ηφαίστου, Πανδρόσου και Αδριανού, όπως αναφέραμε προηγουμένως, προβλεπόταν να απαλλοτριωθεί χάριν αρχαιολογικών ανασκαφών. Αλλά και το διατηρούμενο τμήμα της Παλαιάς Πόλης διετηρείτο μόνον ως γεωγραφική περιοχή, και όχι ως δομημένος χώρος, αφού προβλεπόταν στο μεγαλύτερο μέρος του να τμηθεί από νέες οδούς και να χωριστεί σε κανονικά οικοδομικά τετράγωνα. Το σχήμα των κυρίων αξόνων ήταν ένα ισοσκελές τρίγωνο με κορυφή τη σημερινή πλατεία Ομονοίας, σκέλη τις οδούς Πειραιώς και Σταδίου, και βάση την οδό Ερμού.
Το σχέδιο Κλεάνθη-Schaubert, 1832. Το εγκριθέν διά Νόμου σχέδιο πριν τις τροποποιήσεις του Klenze. Η νεοκλασική σύνθεση των τριών πλατειών και των αξόνων που με κέντρο τα ανάκτορα (πλ. Ομονοίας) οδηγούν στο Στάδιο, τον Κεραμεικό και την Ακρόπολη. Πηγή : Λεύκωμα του ΥΔΕ, «Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθηνών» χ.χ. (περί το 1966)
Ο όλος προσανατολισμός είχε ως στόχους τον Πειραιά, το Στάδιο και, κυρίως, την Ακρόπολη, στα πόδια της οποίας η πόλη απλωνόταν σαν μια ανοικτή αγκαλιά. Στην κορυφή του τριγώνου προβλεπόταν η ανέγερση των Ανακτόρων: Η γεωμετρική κορυφή και η κορυφή της κρατικής εξουσίας σε μια συμβολική σύμπτωση. Ο προσανατολισμός των σκελών δεν ήταν τυχαίος: «Συναντώνται», όπως σημειώνουν οι Κλεάνθης και Schaubert στο υπόμνημά τους, «κατά τοιούτον τρόπον ώστε ο εξώστης των Βασιλικών ανακτόρων να απολαμβάνει ταυτοχρόνως του γραφικού Λυκαβηττού, του Παναθηναϊκού Σταδίου, της πλούσιας εις υπερήφανους αναμνήσεις Ακροπόλεως, και των πολεμικών και εμπορικών πλοίων του Πειραιώς» (Μπίρης 1938, σ. 16).
Οι οδοί Πειραιώς και Σταδίου διακόπτονταν, συμμετρικά ως προς τα Ανάκτορα, από τις αντίστοιχες τετράγωνες πλατείες Μπόρσας (Χρηματιστηρίου) και Θεάτρου. Πρόκειται για τις σημερινές Πλατείες Κουμουνδούρου και Κλαυθμώνος, οι οποίες πράγματι είναι συμμετρικές, κάτι που δεν το συνειδητοποιεί κανείς εύκολα μέσα στο σημερινό χάος της Αθήνας. Κατέληγαν δε –οι Πειραιώς και Σταδίου– σε δυο κυκλικές πλατείες-όρια της Πόλης: η μεν πλατεία Κέκροπος στη μεγάλη διασταύρωση των προς δυσμάς παραδοσιακών υπεραστικών οδών της Παλαιάς Πόλης, όπου το σημερινό Γκάζι, η δε πλατεία Μουσών στην προς ανατολάς Πύλη των Μεσογείων, όπου η σημερινή πλατεία Συντάγματος.
Η Αθήνα και η Ακρόπολη το 1869 Ιλισός ποταμός (φωτο: Paul Baron des Granges)
Το σύνολο ήταν προγραμματισμένο να φιλοξενήσει όλες τις λειτουργίες μιας πρωτεύουσας και έναν πληθυσμό που προβλεπόταν να φθάσει το όριο των 40.000 κατοίκων.
Οι διαμαρτυρίες των οικοπεδούχων
Το σχέδιο εγκρίθηκε τον Ιούλιο το 1833. Εως το τέλος του χρόνου είχε αρχίσει η εφαρμογή του. Μόλις όμως χαράχθηκαν οι γραμμές του επί του εδάφους, και έγιναν με υλικό τρόπο αντιληπτές οι εκτάσεις που θα απαλλοτριώνονταν για την ανέγερση των δημοσίων κτιρίων, τη διαμόρφωση των πάρκων και του οδικού δικτύου, καθώς και για τις αρχαιολογικές ανασκαφές, ξέσπασε κύμα διαμαρτυριών από μέρους των ιδιοκτητών, ενώ εκτοξεύθηκαν και κατηγορίες για κερδοσκοπία.
Τον Μάιο του 1834 ο εκ των Αντιβασιλέων Maurer επισκέφθηκε την πόλη για να μελετήσει επί τόπου την κατάσταση. κατακραυγή της οποίας έγινε μάρτυρας, οδήγησε την Αντιβασιλεία να διατάξει την αναστολή της εφαρμογής του σχεδίου στις 11 Ιουνίου 1834.
Στη συνέχεια μετακλήθηκε ο διάσημος τότε Βαυαρός αρχιτέκτονας Leo von Klenze για να εξετάσει το όλο ζήτημα.
Η επίσκεψη του Klenze βάστηξε από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο του 1834 και κατέληξε στην εκπόνηση ενός Νέου Σχεδίου, ή μάλλον μιας αναθεώρησης του αρχικού.
Κύρια χαρακτηριστικά του ήσαν η μείωση της συνολικής έκτασης της πόλης, η μερική μείωση της έκτασης του χώρου των ανασκαφών με όριο την οδό Αδριανού, ο περιορισμός του πλάτους των δρόμων και της επιφάνειας των πλατειών, καθώς και η κατάργηση των εντός της πόλης λεωφόρων, η περιστολή του φαινομένου της κατάτμησης της Παλαιάς Πόλης: αντί της χάραξης πλήθους νέων δρόμων, προτάθηκε η διευθέτηση των παλαιών δρομίσκων, με ελαφρές διαπλατύνσεις και ευθυγραμμίσεις εδώ και εκεί. Τέλος, η μεταφορά των Ανακτόρων και συνεπώς όλου του διοικητικού κέντρου βάρους της πόλης από την πλατεία Ομονοίας στα υψώματα του Κεραμεικού.
Λεπτομέρεια του πανοράματος της Αθήνας πριν από το 1858. Λήψη από τον Λυκαβηττό. Διακρίνονται τα οικήματα γύρω από την πλατεία Ομόνοιας που παραμένει άχτιστη! Η φωτογραφία προέρχεται από το βιβλίο των Χάρη Γιακουμή και Τάσου Α. Ανδρέου “Μεταμορφώσεις των Αθηνών”, του εκδοτικού οίκου Kallimages.
Οι αλλαγές
Το Σχέδιο Klenze εγκρίθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834, ενώ ταυτόχρονα οριζόταν ότι την 1η Δεκεμβρίου, δηλαδή σε λιγότερο από δυόμισι μήνες, θα μεταφερόταν στην Αθήνα από το Ναύπλιο η έδρα του Κράτους. Το σχέδιο τέθηκε ευθύς αμέσως σε εφαρμογή. Οι τροποποιήσεις του Klenze περιόρισαν τις δυσχέρειες, χωρίς όμως και να τις εξαλείψουν.
Η έναρξη των κατεδαφίσεων για τη διάνοιξη, καταρχήν, των νέων οδών Αιόλου, Ερμού και Αθηνάς, προσέκρουσε στις αντιδράσεις των κατοίκων, προς τους οποίους η Κυβέρνηση δεν είχε παραχωρήσει νέα οικόπεδα σε άλλη θέση, κατά τα συμφωνημένα. Οι εργασίες διακόπηκαν πολλές φορές, για να συνεχιστούν με αστυνομική συνδρομή, και υπό τις διαμαρτυρίες της ίδιας της Δημοτικής Αρχής.
Προ της αδυναμίας της Κυβέρνησης να στηρίξει οικονομικά τις προβλεπόμενες απαλλοτριώσεις αποφασίστηκε, στις 11 Νοεμβρίου 1836, νέα μείωση του αρχαιολογικού χώρου, γνωστή ως τροποποίηση Hansen-Schaubert. Άλλες τροποποιήσεις μικρότερης κλίμακας ακολούθησαν σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Η έρημη Ομόνοια
Η Αθήνα άργησε να επεκταθεί στο σύνολο της προβλεπόμενης από τα σχέδια έκτασης. Πράγματι, επί δεκαετίες τα όρια της παρέμεναν ουσιαστικά εκείνα της παλιάς πόλης. Είναι ενδιαφέρον να συνειδητοποιήσουμε ότι περιοχές που είναι σήμερα το κέντρο της πόλης, όπως η ίδια η Ομόνοια και όλη η βόρεια πλευρά της Πειραιώς, παρέμειναν σχεδόν έρημες ως τα 1870-1880.
Το 1855, λόγου χάριν, όχι μόνον η Ομόνοια ήταν ακόμη τελείως άκτιστη, αλλά και γενικότερα όλη η περιοχή βορείως της Σοφοκλέους.
Η κατοικία του Αυστριακού πρεσβευτή στην Αθήνα, Prokesch von Osten, οικοδομήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1830, στη σημερινή οδό Φειδίου. Το 1841 περιγράφεται ως απομονωμένο στην «άκρη της πόλης», με θέα στην «πλατιά ερημιά και τα ψηλά βουνά». Το περιέβαλε μεγάλος κήπος που ξεκινούσε από τη οδό Πανεπιστημίου και έφθανε ως τη Χαριλάου Τρικούπη, την Εμμανουήλ Μπενάκη και την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής. Αργότερα στέγασε το Ελληνικό Ωδείο. Σώζεται ως σήμερα με μεταγενέστερες προσθήκες στον όροφο, αλλά εγκαταλελειμμένο ερειπώνεται καθημερινά.
Η κατοικία του Αυστριακού πρεσβευτή στην Αθήνα, Prokesch von Osten, οικοδομήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1830, στη σημερινή οδό Φειδίου. Το 1841 περιγράφεται ως απομονωμένο στην «άκρη της πόλης», με θέα στην «πλατιά ερημιά και τα ψηλά βουνά». Το περιβάλει δε κήπος που ξεκινούσε από τη οδό Πανεπιστημίου ως τη Χαριλάου Τρικούπη, την Εμμανουήλ Μπενάκη και την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής.
Το 1840, όταν άρχισε να λειτουργεί το πρώτο Αθηναϊκό θέατρο, βρισκόταν, όπως παρατηρούν οι αυτόπτες, «έξω από την Πόλη […] στη γυμνή, περιτριγυρισμένη από τα βουνά πεδιάδα».
Αυτό το «έξω από την Πόλη» αντιστοιχεί σήμερα στη μικρή πλατεία μεταξύ των οδών Μενάνδρου και Σωκράτους, πίσω από τη Λαχαναγορά, στο πολύβουο κέντρο της πόλης, όπου επιβιώνει ως ανάμνηση η οδός Θεάτρου. Το θέατρο παρέμενε στο άκρο της πόλης ακόμη το 1855. Το ίδιο ισχύει και για τους πρόποδες του Λυκαβηττού, καθώς και για μεγάλο μέρος της Νεάπολης.
Το 1841 ο Hans Christian Andersen εντυπωσιάστηκε από το σπίτι του Αυστριακού Πρέσβη απομονωμένο στην «άκρη της πόλης», με θέα στην «πλατιά ερημιά και τα ψηλά βουνά». Το σπίτι αυτό βρίσκεται στην οδό Φειδίου, μεταξύ Πανεπιστημίου και Ακαδημίας, πίσω από το κινηματοθέατρο Rex.
Στον χάρτη του 1881 έχουμε κάποια σπίτια επί των οδών Σόλωνος και Σκουφά. Εντούτοις, η περιοχή του Στρέφη αποτελούσε ως τις αρχές σχεδόν του 20ού αιώνα το όριο της πόλης. Η Μονή Πετράκη, που βρίσκεται σήμερα στο τέρμα της οδού Αλωπεκής, στο Κολωνάκι, ήταν ακόμα στα 1880 ένα εξοχικό Μοναστήρι.
Την ίδια εποχή η λεωφόρος Αλεξάνδρας ήταν μια ακατοίκητη ρεματιά μεταξύ των Τουρκοβουνίων και του Λυκαβηττού, και η Κυψέλη είχε κάποιες μετρημένες στα δάχτυλα μακρινές αγροικίες, και μερικές εξοχικές βίλες, όπου οι Αθηναίοι πήγαιναν εκδρομή.
Η εξέλιξη αυτή συνδυάζεται με το ζήτημα του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού της Αθήνας.
Είναι αυτονόητο ότι η εγκαθίδρυση της πρωτεύουσας προκάλεσε μεγάλη συρροή νέων κατοίκων.
Αθήνα, περιοχή Μητρόπολης γύρω στο 1870
Από την Ακρόπολη, από αριστερά προς τα δεξιά, Στάδιο, πύλη Αδριανού, Ολύμπιες Στήλες, Α’ νεκροταφείο.
Από 12.000 περίπου στα 1834, ο αριθμός τους διπλασιάστηκε μέσα στην επόμενη δεκαετία. Εντούτοις, η πρόβλεψη των Κλεάνθη-Schaubert για 40.000 κατοίκους δεν πραγματοποιήθηκε πριν από τη δεκαετία του 1860, και το ορόσημο των 100.000 δεν ξεπεράστηκε πριν από τα τέλη της δεκαετίας του 1880.
Πηγή κειμένων και φωτογραφίας : Η Αθήνα τον 19ο αιώνα. Η αρχαιολογία της Πόλεως των Αθηνών (Εθνικό Κέντρο Ερευνών)μέσω ttps://www.mixanitouxronou.gr/ και luminous-lint.com: Joseph-Philibert Girault de Prangey ΚΑΙ ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ... ΚΑΙ ://www.archaiologia.gr/