Ο Έλληνας πλοίαρχος Φλαντανελλάς, διασπώντας τον οθωμανικό αποκλεισμό, εισέρχεται στον Κεράτιο κόλπο και καταφέρνει να εφοδιάσει την πολιορκούμενη Κωνσταντινούπολη. Η ιστορία του στο κείμενο του Μιχάλη Γ. Καριάμης Συνταξ. Πλοίαρχου Ε.Ν.
Τα μαύρα σύννεφα.
Προπομποί της συμφοράς, πύκνωναν πάνω από την πόλη. Οι μέρες τραγικές και δύσκολες για τους λιγοστούς κατοίκους της και τους ακόμα ολιγότερους υπερασπιστές της. Το κάλεσμα του τραγικού Αυτοκράτορα και Στερνού Βιγλάτορα, της ανατολικής Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ή δεν έφθασε ποτέ στα αυτιά των τρανών κρατούντων της Δυτικής καθολικής Ευρώπης και του Πάπα ή έκαμαν πως δεν άκουσαν.
Σπασμωδικές και προσχηματικές οι όποιες αντιδράσεις τους. Έτσι για τα μάτια που λένε. Σύμφωνα με τον μεγάλο ιστορικό μας Γ. Ζολώτα, το 1452, πέρασε από τη Χίο, μεταβαίνοντας στην Πόλη, δια την ένωση των εκκλησιών, ο απεσταλμένος του Πάπα Νικόλαου Ε’, καρδινάλιος Ισίδωρος. Μετά από παραμονή ημερών, αναχώρησε για την πόλη, παίρνοντας μαζί του αξιόλογα πρόσωπα αλλά και τον Χιωτογενοβέζο αρχιεπίσκοπο Λέσβου και επιφανή Ιουστινιάνη, τον Λεονάρδο Λόγγο γνωστό και σαν Λεονάρδο Χίο. Όπως βλέπουμε, το μόνο μέλημα των καθολικών, ήταν η υποταγή των ορθοδόξων υπό την εξουσία του Ποντίφικα τους.
Σε αντίθεση με τους Χιωτογενοβέζους, οι Γενουάτες του Πέραν και του Γαλατά, υπάκουαν χωρίς προσχήματα, στις εντολές της Γένουας και υποστήριζαν τον Αγαρηνό αμιρά Μωάμεθ και τις ορδές του. Σύμφωνα με τον Sir Edwin Pears, «Η τύφλωση των ηγεμόνων της Εσπερίας έφθανε μέχρι την παραφροσύνη. Αυτοί και οι λαοί τους έμελλε να τιμωρηθούν σκληρά για την αισχρή εγκατάλειψη της Κωνσταντινούπολης, του αυτοκράτορα και του λαού της». Τα πράγματα, άρχισαν να δυσκολεύουν από το βράδυ της 18ης Απριλίου 1453, οπότε οι αλλόθρησκοι επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στα τείχη. Αποκρούσθηκαν επιτυχώς.
Αναπτερώθηκε το ηθικό τους αλλά κατάλαβαν μετά λύπη τους ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Η πείνα τους θέριζε. Η πολυπόθητη βοήθεια δεν έφθανε. Η Αγωνία τους μεγάλωνε. Την επόμενη ημέρα, ο τούρκος ναύαρχος, επιτέθηκε εναντίον του Κερατίου κόλπου(Χρυσού Κέρατος), τον οποίο προστάτευε ο Μέγας Δούκας Λουκάς Νοταράς. Ξάφνου, μετά δυο μέρες, φωνές χαράς και αλαλαγμοί, έκαμαν τους εξουθενωμένους κάτοικους να ανέβουν στα τείχη. Αναθάρρησαν είδαν με χαρά τους πανιά στο βάθος του ορίζοντα. Θάρρεψαν πως ήταν η βοήθεια του πάπα. Τελικά ήταν 4 πλοία εφοδιασμού, τα οποία έρχονταν από τη Χίο με προμήθειες.
Στο επικεφαλής «Βασιλικό» πλοίο, Ναύαρχος ήταν ο περίφημος Χιώτης «Φλαντανελάς». Σύμφωνα με τον Γ. Ζολώτα, ο Μαυρίκιος Καττάνεον (Cattaneo) « ος επί κεφαλής τριών ή πέντε πλοίων φορτωμένων δαπάνη των ημετέρων με σίτον, έλαιον, οίνον και εκλεκτούς τινάς στρατιώτας, ανέλαβε την τολμηράν απόφασιν να εκπλεύση του λιμένος της Χίου….., σπεύδων εις βοήθειαν των πολιορκουμένων». Όσοι ιστορικοί, περιέγραψαν ότι επακολούθησε, μιλούν για πράξεις απίστευτης τόλμης και ανδρείας.
Ο Χιώτης ναυμάχος, με σπάνια ναυτική τακτική και επιδέξιες κινήσεις, γελοιοποίησε και καταναυμάχησε στον Κεράτιο,κάτω από τα τείχη της πόλης, τον τουρκικό στόλο, που ρίχτηκε στη μάχη με 300 σκάφη, κατόπιν διαταγής του Μωάμεθ προς τον ναύαρχο του Μπαλτόγλου ο οποίος ναυλοχούσε στο Διπλοκιόνιο (Μπεσικτάς).
Ο Ιστορικός της άλωσης Γεώργιος Σφραντζής στο «ΧΡΟΝΙΚΟΝ» – Βιβλίο Γ΄, εξιστορεί, «….όρμησε εναντίον τους με χαρμόσυνες κραυγές, τύμπανα και ήχους σαλπίγγων, με την ελπίδα πως θα τα αιχμαλωτίσουν εύκολα. Όταν πλησίασαν και άρχισαν τη μάχη και ακροβολίστηκαν, πρώτα επιτέθηκαν με οίηση εναντίον του βασιλικού καραβιού. Το καράβι, με την πρώτη προσβολή με βλητικά μηχανήματα και τόξα και πέτρες, τους δέχτηκε άσχημα. Ήρθαν στις πλώρες κάτω από το καράβι, και με χύτρες φτιαγμένες κατάλληλα με υγρό πυρ και πέτρες τους κρατούσαν και πάλι μακριά, γιατί τους αποδεκάτιζαν φοβερά. Εμείς, βλέποντάς τα αυτά πάνω από τα τείχη, παρακαλούσαμε το Θεό να λυπηθεί και αυτούς και εμάς. Επίσης ο αμιράς, έφιππος στην ακτή, έβλεπε τα όσα γίνονταν. Για τρίτη φορά απομακρύνονταν και κατόπιν έκαναν επίθεση θέλοντας να συμπλακούν με οίηση και με αλαλαγμούς μεγάλους.
Οι αξιωματικοί και οι κυβερνήτες στάθηκαν παλικαρίσια και ρωμαλέα και παρότρυναν τους ναύτες να προτιμήσουν το θάνατο από τη ζωή· και ιδιαίτερα ο κυβερνήτης του βασιλικού καραβιού, που ονομαζόταν Φλαντανελάς, ο οποίος έτρεχε από την πρύμνη στην πλώρη, και πολεμούσε σαν λιοντάρι, παροτρύνοντας τους άλλους με φωνές, έτσι που δεν μπορώ να περιγράψω τις κραυγές του και τους κρότους των άλλων, που έφταναν ως τον ουρανό. Η μάχη άρχισε και πάλι μεγαλύτερη, και πολλοί από τα καράβια σκοτώθηκαν και πνίγηκαν· δυο καράβια κάηκαν και βλέποντάς τα τα άλλα δείλιασαν. Ο αμιράς, βλέποντας πως τόσος και τέτοιος στόλος δεν έκανε τίποτε αξιόλογο, αλλά μάλλον ήταν κατώτερος των περιστάσεων, κατελήφθη από θυμό και μανία, βρυχιόταν και έτριζε τα δόντια του και περιέλουε με βρισιές τους δικούς του, αποκαλώντας τους δειλούς στην καρδιά, γυναικούλες και άχρηστους.
Κέντρισε το άλογό του και μπήκε στη θάλασσα (τα καράβια ήταν κοντά στην ξηρά όσο η βολή μιας πέτρας), και τα ρούχα του βράχηκαν από τα αρμυρά νερά της θάλασσας. Ο στρατός από την ξηρά βλέποντάς τον να κάνει έτσι αγανακτούσε, λυπόταν και βλαστημούσε το στόλο. Και πολλοί έφιπποι ακολούθησαν τον αμιρά και έφτασαν ως τα καράβια. Οι άνθρωποι του στόλου βλέποντας τον αμιρά να κάνει έτσι, ντράπηκαν για τις βρισιές και, θέλοντας μη θέλοντας και θυμωμένοι πολύ, έστρεψαν τις πλώρες εναντίον των αντίπαλων πλοίων και πολεμούσαν ισχυρά. Τι να πεις! όχι μόνο σε τίποτε δεν έβλαψαν τα καράβια, αλλά έπαθαν και τόσες συμφορές σε νεκρούς και τραυματίες, ώστε δεν μπορούσαν τα τουρκικά καράβια να γυρίσουν πίσω.
Σκοτώθηκαν εκείνη την ημέρα, όπως έμαθα, περισσότεροι από δώδεκα χιλιάδες Αγαρηνοί, μόνο στη θάλασσα. Όταν έπεσε η νύχτα, ο στόλος αποχώρησε αναγκαστικά και τα φιλικά καράβια βρήκαν ευκαιρία και μπήκαν στο λιμάνι χωρίς καμιά απώλεια, εκτός από λίγους πληγωμένους μετά λίγες μέρες, δυο τρεις απ’ αυτούς πέθαναν. Ο αμιράς είχε τόσο θυμώσει και οργιστεί εναντίον του ναυάρχου του στόλου του, ώστε ήθελε να τον ανασκολοπίσει, λέγοντας πως εξαιτίας της ανανδρίας και της ολιγοψυχίας του τα καράβια το έσκασαν εκείνη τη νύχτα, και από την απροσεξία του και την ανικανότητά του τα άφησε να μπουν στο λιμάνι. Μερικοί άρχοντες της αυλής του και σύμβουλοί του τον παρακάλεσαν, και χάρισε τη ζωή στο ναύαρχο, αλλά του στέρησε το αξίωμα, και όλη την περιουσία του τη χάρισε στους γενίτσαρους.», «ο δέ αμηράς θεωρών μηδέν άξιον έργον ποιούντα τόν τοσούτον καί τηλικούτον στόλον αλλά μάλλον ήττονα όντα, μανείς καί θυμώ ληφθείς, βυχώμενος καί τούς οδόντας τρίζων ύβρεις ενέχεε εις τούς αυτού, δειλοκάρδιους καί γυναικώδεις καί ανωφελείς αποκαλών, καί τόν ίππον κεντρίσας ήλθεν εντός της θαλάσσης….»
Παιχνίδι της μοίρας, ο αγέρας δυνάμωσε, οι έμπειροι Χιωτογενοβέζοι ναυτικοί, οδήγησαν τα πλοία τους στον Κεράτιο κόλπο πού ήταν οι υπόλοιπες ιταλικές γαλέρες του Τρεβιζάνου καί του Ζαχαρία Γριώνη. Αντίθετα τα τούρκικα υποχώρησαν. Δυστυχώς, πιθανά χάθηκε η ευκαιρία αιφνιδιασμού από το Χριστιανικό στόλο, για να διαλύσουν το στόλο του Μωάμεθ. Ο άνισος μα νικηφόρος αγώνας των ναυτικών αναπτέρωσε το ηθικό των μαχητών. Ντρόπιασε τούς τούρκους των οποίων οι απώλειες ξεπέρασαν τούς χίλιους σκοτωμένους. Ο Μωάμεθ, ήθελε να παλουκώσει τον Ναύαρχο τον Βούλγαρο εξωμότη Σουλεϊμάν Μπαλτά Ογλού τον οποίο Ράβδισε τελικά ο ίδιος αφού πρώτα τον καθαίρεσε και μοίρασε περιουσία του στους γενίτσαρους. Τοποθέτησε δε στόλαρχο τον Χαμουζά πασά. Επιγραμματικά ο Γ. Ζολώτας αναφέρει «…αναδείχθηκαν οι υπό τον Καττάνεον Χίοι νικηταί και διασπάσαντες τον ναυτικόν αποκλεισμόν εισέρχονται καταπιπτούσης της προ του Κερατίου αλύσεως εις τον λιμένα σώοι και αβλαβείς»…. Δεν τέλειωσε όμως εδώ η ένδοξη ιστορία του ναυτίλου μας. «Μετά ταύτα βλέπομεν εκ νέου τον Καττάνεον υπερασπιζόμενον γενναίως το τμήμα εκείνο των θαλασσίων τυχών, εις το οποίον τον είχον τάξη» (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΧΙΟΥ – Τομος Β). Ας μη νομίσουμε, διαβάζοντας τις υπερφυσικές πράξεις των προγόνων μας ότι οι μαχητές του Βυζαντίου είχαν μόνο ορδές και πλήθη στρατιωτών. Ο ισχυρογνώμων σουλτάνος, λίγο αργότερα με ένα τέχνασμα, αντάξιο του Καίσαρα Αύγουστου ή του Πατρικίου Νικήτα, στρώνοντας το πίσω μέρους του Γαλατά, με ξύλα και διάφορα ελκτικά μηχανήματα, κατάφερε χωρίς μάχη πλέων να κατεβάσει μέρος του στόλου του στο λιμάνι αποκλείοντας κάθε οδό σωτηρίας προς και από την Βασιλεύουσα. «Φρίξε ήλιε και στέναξε γη! Έπεσε η Πόλη οι εχθροί έγιναν κύριοι όλης της Πόλης την Τρίτη 29 Μαΐου τη δεύτερη ώρα της ημέρας, του έτους 6961 (1453) αλλά Πάλι με Χρόνους με Καιρούς, πάλι Δικιά μας θα ’ναι».
Το 1909, στο ημερολόγιο του Κ. Φ. ΣΚΟΚΟΥ, υπάρχει ένα ωραίο μικρό μυθιστόρημα της κας Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου με τίτλο Φλαντανελάς. Δεν γνωρίζω αν κάποιο ιστορικό κείμενο ή κάποια βιβλιοθήκη κρύβει εγωιστικά το τέλος του ήρωα μας. Αναμφισβήτητα όμως ο Χιώτης Ναυτίλος, έδειξε με την επιδεξιότητα του τον υψηλό βαθμό της τεχνικής του κατάρτισης περί των ναυτικών, ώστε μετά από λίγα χρόνια, ένας άλλος τολμηρός και έμπειρος ναυτικός, πιθανά Χιώτης και αυτός, να θεωρήσει ότι….. Χιώτες Ναυτικοί, έπρεπε μαζί με τους μυστικούς χάρτες και τις γνώσεις τους να επανδρώνουν τα σκάφη του στο τόλμημα της εξερεύνησης για τον «Νέο Κόσμο», που θα άλλαξε άρδην το παγκόσμιο γίγνεσθαι και τις τύχες των λαών.
Τόλμησε, γνωρίζοντας τους ο Ναυτίλος Χριστόφορος Κολόμβος και όχι ο….ράπτης της Γένουας πως ο Φλαντανελάς είναι προπομπός ενός…. Βαρβάκη, Κανάρη, Νικόδημου, Αποστόλη ή των Βρατσάνων, Λιβανών, Λαιμών Πατέρων και αναρίθμητων άλλων γνωστών και αγνώστων που δειλά – δειλά, αλλά με πίστη και μαεστρία απελευθέρωσαν τον τόπο με τα μικρά σιτοκάραβά τους ώστε να κτίσουν πάνω στις ταπεινές καρένες τους την σημερινή Κοσμοκράτορα των Θαλασσών την Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία. – – Τιμή σε όλους τους Έλληνες θαλασσόλυκους όλων των εποχών. – – Τιμή στον Έλληνα ναυτίλο τον Περιπλανώμενο, Περήφανο Δέλφινα των θαλασσών. Τον Αιώνιο Αθεράπευτο Ταξιδευτή των Πόντων εις τους Αιώνες των Αιώνων….
Μιχάλης Γ. Καριάμης
Συνταξ. Πλοίαρχος Ε.Ν.
ΠΗΓΗ: Η Αλήθεια Online ΜΕΣΩ ://www.militaire.gr/
ΦΩΤΟ ::ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ